Την επί της αρχής στήριξη των κομμάτων της πλειοψηφίας εξασφάλισε, στην Ολομέλεια της Βουλής, το νομοσχέδιο για την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Την επί της αρχής στήριξη των κομμάτων της πλειοψηφίας εξασφάλισε, στην Ολομέλεια της Βουλής, το νομοσχέδιο για την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Η εισηγήτρια της ΝΔ Ελένη Μακρή-Θεοδώρου τόνισε πως σε όλο τον κόσμο η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο ενός εκπαιδευτικού συστήματος και πως σε καμία περίπτωση η αξιολόγηση δεν είναι αυτοσκοπός και δεν αποτελεί στοιχείο τιμωρίας των εκπαιδευτικών, είτε οποιασδήποτε άλλης βαθμολογικής ή μισθολογικής εξέλιξης.
Μάλιστα υποστήριξε πως δεν υπάρχει τέλειο σύστημα αξιολόγησης, επέμεινε στην ανάγκη «να λάβουμε στην πιο δύσκολη για τη χώρα συγκυρία, αποφάσεις δύσκολες αλλά τολμηρές, που κάποιους προφανώς θα τους αναδέψουν από τη νιρβάνα και την απραξία τους, αλλά θα δημιουργήσουν συνθήκες κατάλληλες για δημιουργία, άμιλλα, αριστεία και κυρίως κουλτούρα επιβράβευσης ή βελτίωσης».
Αντίθετα, ο Τάσος Κουράκης από τον ΣΥΡΙΖΑ έλεγξε εκ νέου την κυβέρνηση για σύνδεση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με το μισθολόγιό τους καθώς και για την προκαταβολική θέσπιση ποσοστών στην μισθολογική εξέλιξη, για την άρση των οποίων, ο υπουργός Παιδείας είχε αναφέρει πως βρισκόταν σε συνεννόηση με το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, χωρίς ωστόσο να έχει ανακοινώσει κάτι το οριστικό.
«Η Πολιτεία πρέπει να ενισχύει τα σχολειά που βρίσκονται σε υποβαθμισμένες περιοχές. Εδώ το ίσο δεν είναι και το καλό. Έχετε κόψει τα μεταπτυχιακά και την επιμόρφωση και τα επιβραβεύετε στην αξιολόγηση. Επωφελούνται μονάχα όσοι πρόλαβαν. Η αξιολόγηση αυτή θα προκαλέσει ακόμα πιο εκτεταμένες πελατειακές σχέσεις και άγριο ανταγωνισμό ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τα σχολειά. Αν θέλατε να βοηθήσετε, ας αρχίζατε με διορισμό εκπαιδευτικών και βελτίωση της μισθολογικής του κατάστασης. Η παιδεία μαζί με την υγεία, θα έπρεπε τουλάχιστον να εξαιρεθούν από τη μνημονιακή λογική», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Κουράκης.
Σύνδεση της επιμόρφωσης με την αξιολόγηση ζήτησε και ο Συμεών Κεδίκογλου από το ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ωστόσο θεώρησε ως αυτονόητο την ανάγκη να ξεκινήσει στην Ελλάδα η αξιολόγηση. «Αν καταψηφίζαμε, παρά τις αδυναμίες του νομοσχεδίου, θα δίναμε λάθος μήνυμα στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε εκπαίδευση (αφού η εκπαίδευση στηρίζεται ακριβώς στην αξιολόγηση και τη βαθμολογία) και να μην αξιολογείται το ίδιο το εκπαιδευτικό προσωπικό», ανέφερε ο κ. Κεδίκογλου.
Για τους Ανεξάρτητους Έλληνες, η Σταυρούλα Ξουλίδου τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου, αν και διευκρίνισε πως κατ' αρχήν στηρίζει την αξιολόγηση. Βασικά στοιχεία της αντίρρησης των Ανεξάρτητων Ελλήνων εντοπίζονται στη σύνδεση των επιδόσεων των μαθητών με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, (καθώς οι επιδόσεις εξαρτώνται από «κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες»), στην «ασάφεια» στα αξιολογικά κριτήρια των εμπειρογνωμόνων αξιολόγησης, στη μη συμμετοχή εκλεγμένων εκπροσώπων των εκπαιδευτικών στην Επιτροπή Αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Έργου κ.ά.
Ο αγορητής της Χρυσής Αυγής Π. Ηλιόπουλος υποστήριξε πως δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ανεξάρτητη η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας όταν στελεχώνεται από την κυβέρνηση και τόνισε πως «το να αξιολογήσουμε την ελληνική παιδεία που δεν υπάρχει, είναι οξύμωρο, καθώς ελέγχεται και καθοδηγείται από ρεπουσοειδή. Εμάς δεν μας ενδιαφέρει η παιδεία αυτή, αλλά μια ελληνική παιδεία που θα είναι εθνική και όχι αντεθνική». Αργότερα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, Χρήστος Παππάς καταφέρθηκε κατά του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, χαρακτηρίζοντάς το «τέρας».
Απαντώντας η Μ. Ρεπούση από τη ΔΗΜΑΡ παρατήρησε πως «οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής μας βγάζουν δεκάρικους λόγους, χωρίς να κάνουν καμία τροποποίηση ή παρατήρηση για το νομοσχέδιο που συζητάμε. Μετά αποχωρούν από την αίθουσα. Αυτή είναι η αντίληψη της Δημοκρατίας που έχουν».
Επί της ουσίας του νομοσχεδίου, η κ. Ρεπούση σημείωσε πως «δεν έχει να φοβηθεί ο δάσκαλος που κάνει τη δουλειά του, που προετοιμάζεται, που δεν κάνει μάθημα για ένα παιδί μόνον, αλλά για όλα τα παιδιά. Έχουν να φοβηθούν μόνον οι εκπαιδευτικοί που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους και αυτοί οι εκπαιδευτικοί είναι λίγοι ευτυχώς και έχουν περιθώρια βελτίωσης».
Παρά ταύτα, η κ. Ρεπούση μίλησε και για τον «κίνδυνο να γίνει για τους εκπαιδευτικούς η αξιολόγηση, ένα κυνήγι των ντοσιέ και των προγραμμάτων του συστήματος αξιολόγησης. Αυτά οφείλει να τα λάβει υπόψη της η Αρχή».
Το νομοσχέδιο είναι ένας κρίκος στο σύνολο των αντιδραστικών αλλαγών που έχουν γίνει στο χώρο της εκπαίδευσης, υποστήριξε ο Γιάννης Γκιόκας από το ΚΚΕ. «Χρησιμοποιούνται ελκυστικές εκφράσεις όπως η αξιολόγηση και η ποιότητα, που δεν μπορούν να κρύψουν την σημερινή πραγματικότητα της εκπαίδευσης, που είναι τραγική για το σχολείο των λαϊκών οικογενειών», είπε ο κ. Γκιόκας και διέκρινε πως «υφίσταται τεράστια απόσταση ανάμεσα στο στόχο του ανταγωνιστικού μαθητή και του μορφωμένου ανθρώπου» ενώ επέμεινε πως σε συνδυασμό με τον νέο δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, «η αξιολόγηση συνδέεται με απολύσεις».
Οι επικρίσεις αφορούν τον υποπτευόμενο στόχο (την απόλυση) και όχι τον πραγματικό, παρατήρησε ο υφυπουργός Παιδείας, Θ. Παπαθεοδώρου. «Σκοπός όμως της αξιολόγησης είναι μονάχα η βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Ξεκινάμε με την Αρχή, τονίζοντας πως η Αρχή διέπεται από ανεξαρτησία στη λειτουργία της», πρόσθεσε.
Παρότι δε οι προθέσεις του υπουργείου μπορεί να αμφισβητηθούν, τόνισε ο κ. Παπαθεοδώρου, το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής έχει κρίνει πως, εφόσον η Αρχή δεν υπάγεται στο καθεστώς των πέντε συνταγματικώς καθορισμένων ανεξαρτήτων αρχών, δεν δημιουργείται νομικό πρόβλημα από τον διορισμό του Συμβουλίου της Αρχής από την κυβέρνηση, κατόπιν πρότασης του προέδρου της.
Ο κ. Παπαθεοδώρου υπογράμμισε εκ νέου πως η κατ' αρχήν αξιολόγηση του εκπαιδευτικού γίνεται από τον Διευθυντή της σχολικής του μονάδας και τον σχολικό σύμβουλο και πως «οι αξιολογηθέντες ως ανεπαρκείς θα υποβοηθηθούν και δεν θα απολυθούν».
Πηγή: ΑΜΠΕ