Πολιτική
Δευτέρα, 12 Μαΐου 2003 19:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (12/05/2003) Μέρος 1/4

ΔΕΥΤΕΡΑ 12 ΜΑΪΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:00 – 11:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας μέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Για λόγους υγείας δεν μπορεί ο κ. Τέλιος και ο κ. Γεωργιάδης. Επιτρέπουμε την εκπροσώπηση διά του συνηγόρου των. Λοιπόν, έχετε ένα έγγραφο πρώτα.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Μάλιστα, είναι η πορισματική αναφορά η οποία έγινε στις 10/9/97 σχετικά με τη ληστεία την οποία σχεδόν διεξήλθαμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως, η πορισματική αναφορά προς τη Δ/νση ΕΛΤΑ, Δ/νση Ποιότητας και Ελέγχου κτλ.

Στο σημείο αυτό αναγιγνώσκεται

1. Tμήμα της πορισματικής αναφοράς προς τη Δ/νση ΕΛΤΑ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά είναι, δεν έχουμε τίποτε άλλο, μπορείτε να κάνετε όπως ζητήσατε, μια αξιολόγηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριοι Δικασταί, στις 17/1/97 στα ΕΛΤΑ Βύρωνα, ευρίσκετο ο μάρτυς που εξετάστηκε, ο κ. Ιωάννης Πιαδίτης. Ευρίσκετο εκεί επειδή ήταν υπάλληλος που υπηρετούσε εκεί, σ’ αυτό το υποκατάστημα. Βρισκόταν εκεί την ώρα εκείνη, ακριβώς διότι ήταν ώρα εργασίας και ώρα παραλαβής των χρημάτων.

Ο μάρτυς αυτός δέχτηκε επίθεση από τους δράστες αυτής της ληστείας. Ένας από τους δράστες, είναι πρόσωπο το οποίο τον πλησίασε από μπροστά σε απόσταση πολύ κοντινή, 1-2 μέτρα και του επρότεινε το όπλο για να κάμψει την αντίστασή του. Το πρόσωπο αυτό το είδε και μάλιστα το είδε υπό συνθήκες κινδύνου ζωής και το αποτύπωσε αυτό το πρόσωπο, κατά το ύψος, κατά το βάρος, κατά το χρώμα του προσώπου, κατά την αύρα του σώματός του, σε όλα τα στοιχειά που είχε αυτό το επιτιθέμενο πρόσωπο και βεβαίως και κατά τα μάτια του.

Ερωτηθείς μάλιστα είπε ότι το χρώμα των ματιών ήταν μαύρο. Ελέχθη από την πλευρά της υπερασπίσεως ότι είναι καφέ. Εγώ δεν τα είδα τα μάτια του, αλλά κι αυτό βέβαια δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, μεταξύ του μαύρου και του καφέ δεν υπάρχει ιδιαίτερα μεγάλη διαφορά, ούτε ο μάρτυρας έβλεπε το χρώμα των ματιών, τα μάτια έβλεπε, ότι το χρώμα, το σύνολο αυτό το οποίο τον απειλούσε.

Επομένως, αυτή η αναγνώριση του κατηγορουμένου Βασιλείου Ξηρού, είναι στοιχείο πολύ σοβαρό και είναι ένα από τα στοιχεία τα οποία συνηγορούν ότι ο κατηγορούμενος αυτός ήταν ένας από τους δράστες της συναυτουργικής ληστρικής επίθεσης εις βάρος των ΕΛΤΑ Βύρωνα της 27/1/97. Βεβαίως αυτό το στοιχείο θα ληφθεί υπόψη μαζί με τα άλλα στοιχεία, όταν θα κληθείτε να αποφανθείτε για την ενοχή του. Επίσης ταυτόχρονα ήρθε και άλλο πρόσωπό πίσω του με πιστόλι, το οποίο επίσης τον απείλησε. Δεν είδε το πρόσωπό του και βεβαίως δεν μπόρεσε να βεβαιώσει την ταυτότητά του, ευλόγως. Είδε επίσης έξωθι του καταστήματος τον έτερο κατηγορούμενο, τον Δημήτρη Κουφοντίνα να περιφέρεται με όπλο και μάλιστα τον είδε αρκετά λεπτά και νόμισε μήπως είναι και αστυνομικός, διότι τον είδε οπλοφορούντα, και τον αναγνώρισε. Βεβαίως ο λόγος γνώσεως του κατηγορουμένου Κουφοντίνα ως δράστου αυτής της πράξεως, είναι ο ίδιος που είπα προηγουμένως.

Κύριοι Δικασταί, βεβαίως όταν κανείς θέλει να δημιουργήσει αμφιβολίες και να μειώσει την μάρτυρα και την αξιοπιστία του, μπορεί να πει όσα νομίζει. Όμως τα γεγονότα είναι αυτά που σας εξέθεσα, ότι ο Βασίλειος Ξηρός ήταν ο ένας δράστης που πλησίασε τον κατηγορούμενο από απόσταση δύο μέτρων περίπου ή ενός με το όπλο στα χέρια και επίσης και ο έτερος, ο Δημήτριος Κουφοντίνας, είναι ένας ακόμη δράστης, ο οποίος κατά συναυτουργία έδρασε κατά την ληστρική επίθεση της 27/1/97.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η πολιτική αγωγή.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Επιγραμματικά, θα ήθελα για τους τέσσερις αυτού εξετασθέντες μάρτυρες, τον Γεώργιο Κοληγιάννη, τον Ιωάννη Λασπιά, τον Ευάγγελο Κωλέτση και Ιωάννη Πιαδίτη να υπογραμμίσω τα εξής: Οι καταθέσεις και των τεσσάρων αυτών μαρτύρων αυτοπτών, διακρίνονται από υπευθυνότητα και αντικειμενικότητα κατά το ανθρωπίνως δυνατόν, δεδομένου ότι οι μάρτυρες αυτοί υπήρξαν θύματα της ερευνούμενης ληστείας και υπέστησαν ψυχικό σοκ κάτω από συνθήκες εξαιρετικής βαναυσότητας από δράστες ψυχρούς, ανάλγητους και αποφασισμένους όπως κατατέθηκε, για όλα.

Παρ’ όλα αυτά υπήρξαν πάρα πολύ προσεκτικοί στην αναγνώριση προσώπων, όπως π.χ. ο μάρτυρας Ευάγγελος Κωλέτσης ο οποίος στην από 13/9/2002 κατάθεσή του ενώπιον του Ειδικού Ανακριτού Εφέτη κ. Ζερβομπεάκου, είχε αναγνωρίσει στο πρόσωπο του κατηγορουμένου Δημητρίου Κουφοντίνα, το πρόσωπο που βρισκόταν στο πεζοδρόμιο της Παναγή Τσαλδάρη και κρατούσε αυτόματο όπλο σε συνδυασμό με τις εικόνες του παραπάνω κατηγορουμένου που είδε στην τηλεόραση, αλλά και από φωτογραφίες του ίδιου, υπογραμμίζοντας ότι η εντύπωσή του αυτή είναι γενική και προκύπτει κυρίως από την κορμοστασιά του και ότι δεν στηρίζονταν στα χαρακτηριστικά του προσώπου του.

Δεύτερον, διασταυρώθηκε από τις καταθέσεις των και των τεσσάρων μαρτύρων, ότι στη διάρκεια της ληστείας που παρόμοια, όπως κατατέθηκε και διασταυρώθηκε σε ακρίβεια προετοιμασίας, σκληρότητα, μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα, δεν θυμούνται στο Ταχυδρομικό γραφείο Βύρωνα. Παρευρίσκονταν μέσα και έξω από το Ταχυδρομικό γραφείο ΕΛΤΑ Βύρωνα, σχεδόν 80 άτομα. Δηλαδή 8 υπάλληλοι, οι τακτικοί υπάλληλοι και περίπου 20 διανομείς και, όπως λέχθηκε, όχι με απόλυτη ακρίβεια, 50 τουλάχιστον συνταξιούχοι του ΙΚΑ που ανέμεναν για τις συντάξεις τους, σε μια περιοχή που είναι γνωστό, είναι πασίδηλο, κοσμοβριθείς του Βύρωνα, στη συμβολή των οδών Παναγή Τσαλδάρη και Βορείου Ηπείρου.

Τρίτον, όλοι οι μάρτυρες κατέθεσαν εν ενοί στόματι ότι το προϊόν της ληστρικής επίθεσης ήταν 95 εκατομμύρια δραχμές και ότι οι δύο από τους αδίστακτους ληστές, χρησιμοποιώντας ράγα τρένου 1,5 μέτρου περίπου, κυριολεκτικά εμβόλισαν και κατέστρεψαν τη σιδερένια πόρτα της πλευράς της Βορείου Ηπείρου που αποκλειστικά χρησιμοποιούνταν από τους υπαλλήλους των ΕΛΤΑ για την παράδοση των χρηματαποστολών και ότι οι δράστες χρησιμοποίησαν ύβρεις, απειλές, σπρωξίματα κατά των εκεί εργαζομένων.

Τέταρτον, οι ίδιοι μάρτυρες κατέθεσαν ότι η ληστρική επιχείρηση όπως προέκυψε από το αντίστοιχο modus operanti που πρέπει να είχε διάρκεια 3-5 λεπτών, ίσως και λιγότερο, υπήρξαν χαρακτηριστικά προετοιμασμένοι με κάθε επιμέλεια, οργανωμένοι ύστερα από μακροχρόνια μελέτη με σχεδιασμό και εκτέλεση που θα ζήλευαν και οι πλέον επαγγελματίες ληστές. Ιδιαίτερη εντύπωση προξένησε στους μάρτυρες η αποφασιστικότητα και η ψυχραιμία των δραστών.

Υπενθυμίζω κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες την κατάθεση του μάρτυρα Ιωάννη Πιαδίτη, ήδη συνταξιούχου του ΕΛΤΑ, ο οποίος μεταξύ των άλλων τόνισε ότι «οι δράστες ήταν οργανωμένοι και αποφασισμένοι για όλα› και σε σχετική ερώτησή μου «τί θα συνέβαινε αν είχαν αντιδράσει;› απάντησε ότι «θα είχαν ταξιδέψει στον άλλον κόσμο όπως συνέβη και σε άλλες υποθέσεις›.

Πέμπτον, ο ίδιος μάρτυρας Ιωάννης Πιαδίτης αναγνώρισε με ποσοστό βεβαιότητας 100%, πλήρη βεβαιότητα τους συγκατηγορουμένους Δημήτρη Κουφοντίνα και Βασίλη Ξηρό. Η αναγνώριση έγινε ευθέως αλλά και σε συνδυασμό ενώπιόν σας και με τις επιδειχθείσες φωτογραφίες από την δικογραφία. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω αξιότιμοι κ.κ. δικαστές, ότι ο κ. Πιαδίτης είναι ήδη συνταξιούχος του ΕΛΤΑ και μάλιστα οι σχέσεις του με την άλλοτε υπηρεσία του, δεν είναι οι καλύτερες δυνατές, διότι ευρίσκεται στα δικαστήρια σχετικά με το πλαφόν του εφάπαξ.

Συνακόλουθα ο μάρτυρας Πιαδίτης, κάθε άλλο παρά αναξιόπιστος μάρτυρας μπορεί να χαρακτηριστεί. Αντίθετα, είχε το θάρρος, χωρίς πάθος και χωρίς φόβο να καταθέσει όσα έζησε και βίωσε. Υπήρξε ληστεία από δράστες που ήσαν αποφασισμένοι αντί κάθε θυσίας, ακόμα και ανθρώπινης ζωής, να επιτύχουν τον σκοπό τους, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να περιβληθεί τη δήθεν ιδεολογική μορφή. Η ερευνούμενη ληστεία είχε προετοιμαστεί και με πλήρη γνώση των δραστών είχε ως αντικείμενο τις συντάξεις των πιο οικονομικά αδυνάτων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας, των συνταξιούχων του ΙΚΑ.

Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά αξιότιμοι κύριοι δικαστές, ότι ο φόνος είναι φόνος και η ληστεία είναι ληστεία. Τέλος υπογραμμίζεται ότι άκρως αποκαλυπτικές για την εξεταζόμενη ληστεία είναι οι προανακριτικές ομολογίες των συγκατηγορουμένων Σάββα, Χριστόδουλου και Βασίλη Ξηρού ως και Κωνσταντίνου Καρατσώλη, αλλά με αυτές όταν το Δικαστήριό σας κρίνει κατά την κυριαρχική του κρίση, θα ασχοληθείτε αν κάποτε θα ασχοληθείτε. Ευχαριστώ.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Να κάνουμε και ορισμένα σχόλια για τις εξετάσεις των μαρτύρων του Περατικού.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα είναι και οι άλλοι εδώ, διότι αν δεν είναι οι άλλοι..... Έχουμε έναν μάρτυρα ακόμα, οπότε να ολοκληρώσουμε, γιατί έτσι παίρνω μια σφαιρική εικόνα. Έχω κρατήσει ορισμένες σημειώσεις και ακούω τώρα.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Πριν σχολιάσω κι εγώ εκ μέρους μου τις καταθέσεις των μαρτύρων για την υπόθεση ληστείας των ΕΛΤΑ στον Βύρωνα, θα ήθελα ένα πολύ σύντομο σχόλιο για την μάρτυρα Γκούσκου που εξετάστηκε στην ληστεία της Τράπεζα Εργασίας στο Περιστέρι. Ήθελα να τονίσω ότι η κατάθεση της μάρτυρος ήταν αντιφατική, ότι δεν κατέστησε σαφές στο Δικαστήριό σας πού βρισκόταν ακριβώς, αν είχε πράγματι συνειδητοποιήσει ότι οι άνθρωποι που κατέβηκαν από το κλειστό βαν τους οποίους άκουγε μέσα να συνομιλούν ήταν αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν στη ληστεία.

Δε μπόρεσε να μας ξεκαθαρίσει πώς πρόλαβαν αυτοί οι άνθρωποι να κάνουν 500 μέτρα απόσταση που επιβεβαίωσε ότι υπάρχει μεταξύ του καταστήματός της και του υποκαταστήματος της τραπέζης που ληστεύθηκε, να επιστρέψουν, δεν κατάφερε να μας εξηγήσει πώς είναι δυνατόν, τη στιγμή που ήρθαν οι αστυνομικοί της ομάδας «Ζ› να βρίσκεται ακόμη στο οπτικό της πεδίο ο ένας των δραστών και παρ’ όλα αυτά να μην έχει συλληφθεί, πράγμα το οποίο βεβαίως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πράγματι συνελήφθη. Διαπιστώθηκε από τους αστυνομικούς ότι δεν είχε καμία σχέση με τη ληστεία και γι αυτό και δεν προχώρησε, αφέθηκε ξανά ελεύθερος.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η μάρτυρας η οποία χαρακτηριστικά κατέθεσε ότι την ύπαρξη των ληστών μέσα στο βαν τη συνειδητοποίησε από το θόρυβο που έκανε η συρόμενη πόρτα του βαν κάθε φορά που άνοιγε και έκλεινε, υπέπεσε στο ατόπημα να καταθέσει πράγμα το οποίο είναι ανύπαρκτο, διότι το συγκεκριμένο βαν που εμφανίζεται στη δικογραφία, το FIAT –δεν θυμούμαι καλά τί αριθμός μοντέλου ήταν-, εν πάση περιπτώσει, όπως βρίσκεται στη δικογραφία, εάν πράγματι αποδειχθεί ότι αυτό ήταν με το οποίο οι ληστές έφθασαν και το πάρκαραν εκεί για να μεταβούν στον τόπο της ληστείας, τότε το μοντέλο αυτό δεν έχει συρόμενη πόρτα όπως κατέθεσε η μάρτυρας επανειλημμένα.

Τώρα στα ΕΛΤΑ Βύρωνα, έκπληξη προκαλεί ότι κανένας από τους υπολοίπους υπαλλήλους οι οποίοι είχαν εξίσου μεγάλη σε χρόνο επαφή με τον τελευταίο μάρτυρα κ. Πιαδίτη δεν αναγνώρισε εκτός από τον τελευταίο ο οποίος μάλιστα και με έναν πολύ μεγάλο βαθμό βεβαιότητας που προκαλεί εντύπωση διότι στηρίζεται αποκλειστικά στα μάτια και κατόπιν πιέσεως βεβαίως που δέχθηκε από τις ερωτήσεις και από την έδρα και από την υπεράσπιση τοποθέτησε το σημείο της αναγνώρισης και λίγο παρακάτω και στα «ωραία χείλη›. Δηλαδή ωραία μάτια και ωραία χείλη ήταν αυτά τα οποία του έδωσαν 100% βεβαιότητα για να αναγνωρίσει έναν κατηγορούμενο.

Κατά τα άλλα όμως η κατάθεσή του εάν κανείς την συγκρίνει και με την δική του προανακριτική αλλά και με τις καταθέσεις των άλλων μαρτύρων που εξετάστηκαν ενώπιόν σας παρουσιάζει διαφορές, παρουσιάζει κενά, παρουσιάζει αντιφάσεις. Ήθελα να τις επισημάνω. Ο κ. Λιασπάς προϊστάμενος του υποκαταστήματος των ΕΛΤΑ δήλωσε ενώπιόν σας ότι ο κ. Πιαδίτης δεν ήταν στο γραφείο αλλά ήταν στην αίθουσα συναλλαγών.

Ο κ. Πιαδίτης είπε «ήμουν στο γραφείο του Διευθυντού›. Διαψεύδεται λοιπόν από τον ίδιο τον Διευθυντή. Ο ίδιος ο κ. Πιαδίτης προανακριτικά είχε πει «φορούσαν γυαλιά μυωπίας για μεταμφίεση›. Φορούσε γυαλιά μυωπίας ο δράστης ο οποίος δεν είχε κουκούλα και γι αυτό και μπόρεσε να αναγνωρίσει το πρόσωπό του. Εδώ δήλωσε ότι δεν ήταν μυωπίας τα γυαλιά, ήταν απλό τζάμι γι αυτό και μπόρεσε να δει τα μάτια του. Λογικό θα ήταν βεβαίως την πρώτη φορά που είχε και πιο άμεση την εικόνα στο πρόσωπό του και ήταν πιο έντονη η μνήμη του και πιο ενεργοποιήσιμη τότε να καταθέτει την αλήθεια, ότι δηλαδή ο δράστης γι αυτό το λόγο φορούσε τα γυαλιά, για να παραμορφώσει το πρόσωπό του και να μην φαίνεται και το βλέμμα του και να μην είναι αναγνωρίσιμα τα μάτια του.

Στη συνέχεια ο κ. Πιαδίτης κατέθεσε ότι αυτός που φορούσε κουκούλα, ο δεύτερος των δραστών που δεν αναγνώρισε κρατούσε πιστόλι. Τόσον ο κ. Κολιγιάννης όσο και ο κ. Λιασπάς βεβαίωσαν ενόρκως ενώπιόν σας ότι ο δεύτερος δράστης που βρίσκονταν μέσα στο υποκατάστημα των ΕΛΤΑ και φορούσε κουκούλα κρατούσε στα χέρια του αυτόματο. Νομίζω ότι είναι μια πολύ σημαντική διαφορά. Εάν θυμόνταν το χρώμα των ματιών του να μπορεί να θυμηθεί αν είχε πιστόλι ή απειλήθηκε με αυτόματο όπλο.

¶λλη αντίφαση είναι ότι, ενώ όλοι οι άλλοι μάρτυρες καταθέτουν ότι ο δράστης χωρίς την κουκούλα με το πιστόλι ήταν αυτός ο οποίος αναζητούσε και τα υπόλοιπα χρήματα λέγοντας χαρακτηριστικά «πού είναι τα άλλα, πού είναι τα άλλα, πού είναι τα υπόλοιπα λεφτά›, ο κ. Πιαδίτης ενώπιόν σας καταθέτει ότι αντιθέτως αυτός με την κουκούλα ήταν ο οποίος αναζητούσε τα υπόλοιπα των χρημάτων και μάλιστα του έδωσε την εντύπωση ότι είχε και το γενικό πρόσταγμα, κάτι που επίσης αντιφάσκει με αυτά που έχουν καταθέσει οι υπόλοιποι των μαρτύρων.

Όσον αφορά την ίδια την αναγνώριση νομίζω ότι και ως προς το ανάστημα των δραστών έτσι όπως τους αντιλήφθηκε υπάρχουν επίσης διαφορές με αυτά που κατέθεσαν οι άλλοι. Συνολικά θέλω να πω ότι είναι εύκολο να αφήνουμε την πρώτη εντύπωση να λειτουργεί και να λέμε ότι με βεβαιότητα ο μάρτυρας αναγνώρισε. Κοιτάζοντας λίγο πιο προσεκτικά αυτά που αναγνώρισε ένας μάρτυρας και συγκρίνοντάς τα και με αυτά που αναγνώρισαν άλλοι οι οποίοι σημειωτέον και το ξαναλέω είχαν για μεγαλύτερο χρονικά διάστημα επαφή με τους δράστες, δεν μπόρεσαν να καταθέσουν κάτι γι αυτούς ενώ αντίθετα έρχεται ένας μάρτυρας – όπως πολλές φορές υπάρχουν τέτοιοι μάρτυρες – ο οποίος έχοντας την λιγότερη επαφή με τους δράστες είναι σε θέση με μεγαλύτερη βεβαιότητα από όλους τους άλλους να τους αναγνωρίσει. Ευχαριστώ.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, παίρνω το λόγο να κάνω ένα σχόλιο στην εξέταση των μαρτύρων αυτής της υπόθεσης γιατί νομίζω ότι προκύπτουν μερικά θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος και θέλω να επισύρω την προσοχή σας πρώτα-πρώτα στην κατάθεση του πρώτου μάρτυρα, του μάρτυρα κ. Κολιγιάννη και όχι του κ. Πιαδίτη όπως θα ήταν αναμενόμενα να τεθεί.

Ο οποίος εξεταζόμενος ενώπιόν σας είπε το εξής χαρακτηριστικό, ότι το όνομα του κ. Κουφοντίνα τέθηκε από τον κ. Ανακριτή, εννοώντας ότι δεν είπε αυτός για τον κ. Κουφοντίνα στον κ. Ανακριτή αλλά ο κ. Ανακριτής είπε στον εξεταζόμενο αν αναγνωρίζει τον κ. Κουφοντίνα. Ο μάρτυρας βεβαίως απάντησε ότι είναι μια κορμοστασιά η οποία θα μπορούσε να μοιάζει με τον κ. Κουφοντίνα. Είναι γραμμένο αυτό στην κατάθεσή του.

Βεβαίως εδώ έχουμε αμέσως δύο στοιχεία. Το ένα είναι ότι αντί να ερωτάται ο εξεταζόμενος τί είδε και να δίνει περιγραφές και αν οι περιγραφές συγκλίνουν σε κάτι να του επιδεικνύεται φωτογραφία να επιβεβαιώνει ή όχι, έχουμε το αντίστροφο. Τίθεται στην συζήτηση κατευθείαν ένα πρόσωπο εκεί. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό το πράγμα ως διαδικασία ανακριτική, είναι fear play να το πω έτσι.

Ένα δεύτερο ζήτημα όσον αφορά την κορμοστασιά. Βλέπετε τον κ. Κουφοντίνα μπροστά σας και τον βλέπουμε εδώ και 2 μήνες. Υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να τον διακρίνει από τους μισούς Έλληνες μέσης ηλικίας; Ένας άνθρωπος 1,75, κανονικής σωματικής διάπλασης. Τί είναι η κορμοστασιά που το κάνει επαρκές για να γραφτεί σε μια κατάθεση και να έρθει εδώ πέρα αυτή η κατάθεση και με τις διαρροές κιόλας που προηγήθηκαν να γίνει και το ανάλογο θέμα.

Τελικά υπήρξε στην ανακριτική διαδικασία μια δημιουργία εντυπώσεων αλλά επειδή δεν μιλάμε για μια πολιτική διαδικασία ή μια διαδικασία οποιουδήποτε δημόσιου λόγου αλλά μιλάμε για μια δικαστική διαδικασία η οποία σχετίζεται με την ελευθερία ανθρώπων ή εν μέρει δικαιώματα ανθρώπων, θεμελιώδη δικαιώματα ανθρώπων. Αυτή η δημιουργία εντυπώσεων γίνεται πάρα-πάρα πολύ επικίνδυνη εκεί και νομίζω ότι αυτή την διαδικασία βιώσαμε όσοι παρακολουθήσαμε την ανάκριση από κοντά και έχει αποτυπωθεί και στα έγγραφα.

Έρχομαι τώρα στον μάρτυρα κ. Πιαδίτη. Ο μάρτυρας κ. Πιαδίτης δεν ερωτάται δυο-τρία βασικά πράγματα. Δεν ερωτάται και δεν μπορεί να μας απαντήσει πώς ενώ έχει δει το 1997 έναν άνθρωπο 35 έως 38 ετών να τον απειλεί με ένα όπλο, έρχεται και με βεβαιότητα αναγνωρίζει τον κ. Βασίλη Ξηρό που εμφανώς και σήμερα δεν έχει αυτή την ηλικία. Πολύ περισσότερο δεν την είχε το 1997 που υποτίθεται ότι είναι η εντύπωση την οποία οφείλει να μας μεταφέρει ο μάρτυρας.

Μιλώντας για τον κ. Κουφοντίνα ο ίδιος μάρτυρας στην ανάκριση εμφανώς προσδιορίζει τον ρουχισμό του διαφορετικά. Μιλάει ότι ήταν ένα πρόσωπο απ’ έξω με ένα μπεζ ανοιχτό σακάκι ενώ έχουμε έναν άλλο μάρτυρα ο οποίος λέει ότι φορούσε ένα σκούρο μπλε σακάκι. Δεν ερωτάται γι αυτό το πράγμα. Αρκείται ο κ. Ανακριτής στην κατάθεσή του με την οποία έρχεται εδώ ο μάρτυρας, στις δηλώσεις του μάρτυρα γιατί δεν πρόκειται για αναγνωρίσεις εδώ. Εδώ πρόκειται για δηλώσεις. Αυτό θέλω να πω εγώ.

«Δηλώνω ότι ο ένας είναι αυτός, δηλώνω ότι ο άλλος είναι ο άλλος›. ¶παξ και κάνει δήλωση η οποία συμφωνεί με το βούλευμα που είχε δρομολογηθεί για να βγει με την κατηγορία σε τελευταία ανάλυση δεν ρωτάμε τίποτα. Αρκούμαστε. Αυτό όμως δεν είναι αναζήτηση της αλήθειας. Είναι στήριξη της κατηγορίας αλλά είναι τελείως διαφορετικό πράγμα από την λειτουργία που οφείλουν να έχουν τα δικαστικά όργανα.

Αναφέρθηκε και ο συνάδελφος της πολιτικής αγωγής στην κατά ποσοστό 100% αναγνώριση του μάρτυρα του τελευταίου όσον αφορά τους κατηγορούμενους. Επανερχόμαστε και πάλι με διάφορους τρόπους στην ιδέα των ποσοστών η οποία ξεκίνησε κι αυτή από την ανάκριση και δυστυχώς συνεχίστηκε και από το Δικαστήριο και έχουμε εδώ πέρα αναγνωρίσεις της τάξης του 40-50-90-99% και ούτω καθεξής.

Διερωτάται κανείς τί έννοια έχουν αυτά τα πράγματα; Μπορούμε να κόψουμε τον άνθρωπο σε 100 χαρακτηριστικά, να πούμε ότι τα 70 ταυτίζεται άρα αναγνωρίζει κατά 70%. Έχουν έννοια με την λογική αυτά τα πράγματα; Ακόμη και 99% αναγνώριση; Αφήστε που δεν μπορεί ένας μάρτυρας να λέει τέτοια πράγματα και δεν εννοώ για την αυθαίρετη κρίση οποιουδήποτε μάρτυρα που μπορεί να εκφράσει τον εαυτό του όπως νομίζει αλλά εννοώ για την ερώτηση, κατά τί ποσοστό αναγνωρίζεις αυτόν πάνω στην ποσοστιαία ενοχή.

Αν όλοι μας πουν εδώ ότι 70% ή 80%, τί θα του αποδώσουμε κι εμείς 80% ενοχή ή θα αθροίσουμε τα ποσοστά και θα δούμε ότι βγαίνει επαρκής αναγνώριση; Και πού πάει τότε η αμφιβολία; Υπέρ ποίου πάει; Νομίζω ότι έχουμε πέσει σε μια πολύ εσφαλμένη λογική όσον αφορά την εξέταση του μάρτυρα.

Μια-δυο παρατηρήσεις για τον σχολιασμό του κ. Εισαγγελέα. Πιστεύω ότι ο κ. Εισαγγελέας μάλλον έχει ένα αγγλοσαξονικό μοντέλο στην σκέψη του για την Εισαγγελία. Κάνει τα εξής πράγματα: παίρνει το λόγο και στηρίζει σαφώς την κατάθεση του μάρτυρα που κλονίστηκε και η οποία είναι και ενδιαφέρουσα για την κατηγορία του κ. Πιαδίτη και μας λέει ότι συνεισφέρει στην διαδικασία τα εξής πράγματα: ότι τον αναγνώρισε από την αύρα του σώματος και μεταξύ μαύρου και καφέ, δεν είναι ιδιαίτερη η διαφορά.

Αφού δεν είναι ιδιαίτερη η διαφορά πιθανώς μπορούμε να καταδικάσουμε και κάποιον με αυτή την απόκλιση. Δεν ξέρω αν θα μπορούσαν να γραφτούν σε μια απόφαση αυτά τα πράγματα. Ότι ήρθε ένας μάρτυρας και ένα Δικαστήριο μπορεί να βεβαιωθεί από την αύρα του σώματος. Δηλαδή από αόριστες έννοιες που ο καθένας μπορεί να τους δώσει ότι περιεχόμενο θέλει.

Ο Εισαγγελέας κατά το δικό μας δικονομικό σύστημα συνεισφέρει στην αναζήτηση της αλήθειας και θα περίμενα βεβαίως όχι να πει αυτά που ευνοούν εμένα, την δικιά μου την πλευρά αλλά να σχολιάσει όλες τις πλευρές. Έχει 4 μάρτυρες μπροστά του οι οποίοι 3 αυτόπτες λένε μετά βεβαιότητος ότι «εγώ δεν μπορώ να βεβαιώσω ότι ο τάδε έκανε το τάδε πράγμα›, έρχεται και ένας ο οποίος εμφανώς λέει ανακρίβειες σε δυο-τρία σημεία, σημαντικά σημεία γιατί τα προσδιόρισε ο μάρτυρας ως σημαντικά.

Ο μάρτυρας είπε ότι «σημαντικό σημείο για μένα είναι τα μάτια› και κάνει λάθος στο βασικό χαρακτηριστικό αφού προηγουμένως ζητάει την άδεια να μην απαντήσει κιόλας γιατί βεβαίως δεν είχε προσέξει αυτό που ο ίδιος είπε σημαντικό αλλά αιφνιδιάστηκε αφότου τέθηκε ένα χαρακτηριστικό γύρω από αυτό.

Αυτό το πράγμα εγώ θα περίμενα να είναι αντικείμενο αξιολόγησης. Δεν θα έλεγα υπέρ των δικών μου απόψεων αξιολόγησης αλλά θα περίμενα μια αντικειμενική αξιολόγηση σε αυτά ώστε να συνεισφέρουμε σε μια απόφαση η οποία θα είναι ανάλογη των αξιωμάτων του δικονομικού συστήματος. Το ζήτημα δεν είναι η συνεισφορά σε καταδίκη. Είναι συνεισφορά πρώτον στην αλήθεια και δευτερευόντως στην αξιοπιστία και στην συνέχεια του δικονομικού συστήματος και αυτό νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικότερο πράγμα από μια καταδίκη επάνω ή κάτω. Νομίζω ότι θα έπρεπε να υπερβούμε αυτό το άγχος γιατί εν πάση περιπτώσει αν δημιουργήσουμε νομικά προηγούμενα δεν θα κλείσουν στην φυλακή αυτούς τους 19 μόνο αλλά θα τα βρούμε μπροστά μας και στο μέλλον και θα είμαστε εδώ και τον επόμενο και τον παραεπόμενο χρόνο και πιθανώς όχι με αυτούς τους κατηγορούμενους.

Ουσιαστικά δημιουργείται με αυτό τον τρόπο ένα αυταρχικό προηγούμενο. Γιατί αυταρχικό προηγούμενο δεν είναι απλά η βία εναντίον οποιουδήποτε ή οποιασδήποτε κοινωνικής ομάδας. Αυταρχικό προηγούμενο δημιουργείται ακόμα και όταν δεν λαμβάνεις υπόψη σου τα δεδομένα με ίδιο τρόπο απέναντι σε όλους τους ανθρώπους, τη δικονομία στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Αυτό το πράγμα ουσιαστικά δημιουργεί ένα αυταρχικό προηγούμενο σήμερα και από αυτή την άποψη είναι και επικίνδυνο γι αυτούς που δικάζονται σήμερα, είναι επικίνδυνο γενικότερα αλλά δίνει και αφορμές για διεθνή διασυρμό της χώρας μας. Είδατε αυτά που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ μην αναφέρετε τίποτα τί δημοσιεύονται, ούτε μας ενδιαφέρουν. Ξέρουμε ποιοι τα δημοσιεύουν, ξέρουμε ποιοι τα βάζουν.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Με την υπογραφή τους τα βάζουν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμείς έξω από την διαδικασία. ¶στε τους ποιοι είναι αυτοί. Όποιος θέλει να έρθει εδώ πέρα να τα πει. Όποιος του αρέσει και έχει το θάρρος να έρθει εδώ και να τον ρωτάω κι εγώ. Δεν μπορεί να γράφει ο καθένας ότι του αρέσει για όποιον θέλει και όποιος τον βάζει να τα γράφει. Αυτή είναι η δική μου η απάντηση σαν δικαστή και να μην επεμβαίνουν. Εδώ δεν είναι η δίκη του Ντρέιφους που νομίζουν οι Γάλλοι. Εδώ είναι μία δίκη σε μια δημοκρατία. Εάν δεν την καταλαβαίνουν δικό τους το πρόβλημα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Και για μένα είναι το ίδιο ενοχλητικό κ. Πρόεδρε αυτό το δημοσίευμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάρα πολύ ενοχλητικό.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα ήθελα να μπορώ να το χαρακτηρίσω λιβελογράφημα. Βλέπετε όμως ότι παίρνουν αφορμές γι αυτό πρέπει να είναι επιφυλακτικός κανένας και τις γράφουν αυτές τις αφορμές. Γι αυτές μιλάω. Εν πάση περιπτώσει ας βγει μια απόφαση εδώ η οποία να στηρίζεται στα πραγματικά δεδομένα. Μην πάμε να τα τραβήξουμε από τα μαλλιά. Αυτό είναι το ζήτημα. Εν πάση περιπτώσει όλα αξιολογούνται αλλά όλα αξιολογούνται κάθε μέρα και κρινόμαστε όλοι κάθε μέρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε όποιον αρέσει να έρθει εδώ πέρα μάρτυρας να τα πει και να καθίσουμε να τον ακούσουμε, να του υποβάλλουμε ερωτήσεις κλπ. Δηλαδή έτσι εκ του αφανούς τραβάμε ένα δημοσίευμα ότι μας αρέσει και γράφουμε ότι μας αρέσει; Ωραία είναι. Κι εγώ να δείτε τί ωραία πράγματα μπορώ να σας γράψω και μάλιστα με τους βυσσούς λόγους που έχουμε μάθει όλοι το ίδιο θέμα να σας το υποστηρίξω μια χαρά και από την μια πλευρά και από την άλλη. Έτσι; Εδώ, γι αυτό είναι η διαδικασία και η βάσανος. Είδατε που λέτε για τους μάρτυρες; Τους έχουμε εδώ. Τί έκανε ο κ. Ανακριτής ούτε με ενδιαφέρει. Εδώ τους είχα. Είδατε τί είπαν; Δεν αναγνωρίζω. Ο άλλος λέει 100%. Του λέτε ναι αλλά είπες εκείνο. Εδώ είναι η βάσανος της εκατέρωθεν που κάνουν ερωτήσεις όλοι και αυτά τα δικαιώματα περί υποβολής ερωτήσεων δεν είναι γράμματα κενά απ’ ότι ξέρετε. Μπορείτε να συνεχίσετε.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Συμπληρωματικά. Είχα υπόψη μου να πω ορισμένα λόγια. Τα είπε ο κ. Ραχιώτης τα περισσότερα. Έχουμε ευλαβώς παρακολουθήσει την διαδικασία και από την πλευρά σας και την πλευρά των υπολοίπων δικαστών και των κ.κ. Εισαγγελέων. Δεν έχετε εσείς διαπιστώσει κάποια πράγματα τα οποία είναι εξοφθάλμως απαράδεκτα και θα έλεγα και δικονομικώς ακόμη; Ή σε δεύτερη φάση θεωρείτε ότι θα είμαστε εμείς υποχρεωμένοι να σας κατηγορήσουμε ή θα δεχθούμε αν θέλετε οποιαδήποτε δημοσιογραφική κριτική; Όμως είναι πράγματα τα οποία βγαίνουν προς τα έξω αθέλητα και εντάσσεται αυτό στο ότι και οι κρίνοντες .....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η εκδίκηση των δικαστών, δεν μπορεί να με θεωρήσουν εμένα εργαλείο εκδίκησης κανένας. Εγώ είμαι όργανο απονομής δικαιοσύνης σε δημοκρατικό κράτος. Ούτε το Δικαστήριο, ούτε οι Δικαστές, ούτε κανένας Έλληνας Δικαστής δεν είναι εργαλείο εκδίκησης.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν είπα κανείς για εργαλείο εκδίκησης κ. Πρόεδρε. Θεωρείτε δηλαδή ότι δεν υπάρχει καμία κριτική είτε των δικών σας αποφάσεων ή των .....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όταν τις δουν τις αποφάσεις να τις κρίνουν όπως θέλουν. Αλλά δεν μπορούν εκ των προτέρων να μας θεωρούν εργαλεία εκδίκησης. Δεν είμαι εργαλείο ούτε εγώ, ούτε οι συνάδελφοί μου.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν μίλησε κανείς για εργαλείο εκδίκησης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ πολύ κι εκείνοι που το προκαλούν πρέπει να ντρέπονται τουλάχιστον.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ πιστεύω πάντως κ. Πρόεδρε για να τελειώσω, να μη νομίζετε ότι θέλω να ενοχλήσω το Δικαστήριο, ότι υπήρξαν μάρτυρες οι οποίοι εξοφθάλμως παραβίασαν δικονομικούς κανόνες. Ετέθη το θέμα και από την πλευρά την δική μας κάποιος θα έπρεπε να κρατηθεί είτε για άλλους λόγους και δεν έγινε τίποτε. Αυτά βγαίνουν προς τα έξω υποχρεωτικά. Αυτή είναι η κριτική που κάνουν οι οποιοιδήποτε οι οποίοι .....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όταν ζητάτε πράγματα να σκέφτεστε και τις συνέπειες. Να κρατηθεί εννοούν ο μάρτυρας όταν η διαδικασία θα τελειώσει σήμερα. Να τον κρατήσεις εδώ τον μάρτυρα 6 μήνες και να τους λες να έρχεσαι κάθε μέρα να δω αν θα διασκευαστούν οι υπόνοιες είναι τουλάχιστον αστεία πράγματα.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, ενθυμήστε για ποιο μάρτυρα μιλήσαμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ξέρω. Αλλά εν πάση περιπτώσει να μην λέμε πράγματα τα οποία καταλήγουν – μην πω τώρα. Σας παρακαλώ πολύ.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Θα αναμείνουμε την απόφασή σας κ. Πρόεδρε αλλά ωστόσο .....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ όλους να αφήσουν την δίκη και ως προς το νομικό πολιτισμό που λέει κάποιος άλλος, ας κοιτάξουν αυτοί που τα γράφουν πώς έγιναν οι δίκες ανάλογες. Δεν λέω οι άνθρωποι ότι έκαναν τίποτε, δεν ξέρω, έχουν το τεκμήριο αθωότητας για μένα μέχρι το τέλος όλοι. Πώς έγιναν οι άλλες δίκες υπό συνθήκες αγριότητας σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και πώς γίνεται εδώ; Ποιος είναι ο νομικός πολιτισμός εδώ της Ελλάδος και ποιος είναι των άλλων, των κυρίων αυτών έξω;

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, θεωρείτε ότι θα πρέπει να ακολουθούμε πάντοτε πρότυπα είτε ευρωπαϊκά, είτε εξωευρωπαϊκά;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τα αποφεύγουμε τα κακά πρότυπα.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Σαφώς κι εμείς εκεί τασσόμεθα αλλά είπαμε ότι υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία είναι εξοφθάλμως αντιδικονομικά με την έννοια που είπαμε προηγουμένως. Δηλαδή βλέπετε μάρτυρα – όπως είπε πολύ σωστά ο κ. Ραχιώτης – σας λέει «ξέρετε, με το τάδε ποσοστό›. Εσείς λοιπόν εξακολουθείτε να ρωτάτε. Καλά κάνετε και ρωτάτε. Όμως κι εμείς καλά κάνουμε να λέμε. Είναι δυνατόν αυτό το οποίο σαφώς είπε ο κ. Ραχιώτης και το οποίος ενστερνίζομαι απόλυτα, θα έχουμε ενοχή ποσοστιαία; Όχι δα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αύριο θα γραφτεί ένα άρθρο και θα το σχολιάσει όμως αυτό που γίνεται εδώ 2 μήνες με τα ποσοστά. Και τότε τί θα λέμε; Γιατί όλα αυτά τα άρθρα στηρίζονται σε πράγματα που έχουν συμβεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας πειράζουν αυτά τα ποσοστά;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Βεβαίως, γι αυτό και το λέω. Αν δεν με πείραζε δεν το έλεγα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί σας πειράζει άραγε;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Γιατί δεν υπάρχει ενοχή κατά 40% κ. Πρόεδρε ή κατά 95%.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούσατε ενοχή 40% εσείς;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Όχι, αλλά πώς θα χρησιμοποιηθεί αυτό σε μία απόφαση;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι το αν θα χρησιμοποιηθεί......

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αλλά αυτό είναι η άντληση για την απόφαση. Σε αυτή την βάση δεν μπορεί....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αφήστε το λοιπόν αυτό για το τέλος. Σας παρακαλώ πάρα πολύ να τα πει η απόφαση αυτά. Δεν έχουμε τώρα να πούμε τίποτα. Εσείς θα κάνετε τις τοποθετήσεις σας, πολύ καλά τις κάνετε και κάνετε και τις αντιρρήσεις τις οποίες προβάλλετε πάρα πολύ καλά και τις λαμβάνω υπόψη μου. Αλίμονο! Εγώ μίλησα για άλλους απ’ έξω οι οποίοι θέλουν να κάνουν παρεμβάσεις στη δίκη, ανόητες παρεμβάσεις. Μόνο εκείνο εκεί.

Χ.ΞΗΡΟΣ: Ναι εγώ θέλω να θέσω μια διαφορετική διάσταση στην υπόθεση την συγκεκριμένη που συζητάγατε, όσον αφορά το κατηγορητήριο και το βούλευμα, παραπέμπει εμένα και τον αδελφό μου τον Σάββα, ως τους δυο ληστές που μπήκαν μέσα στο μαγαζί αυτό πώς το λένε, στον ΕΛΤΑ. Έρχονται λοιπόν εδώ οι μάρτυρες και διαψεύδουν πανηγυρικά και το κατηγορητήριο και τις «αυθόρμητες› ομολογίες μας.

Διότι από την μια αναγνωρίζουν τον Βασίλη σαν ένα εκ των δραστών και από την άλλη περιγράφουν τον δεύτερο, σαν κάτω από 1.70, το είπαν εδώ οι μάρτυρες προχθές, προφανώς εγώ θα είμαι ο δεύτερος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι να σας πω, αυτά θα τα δούμε κ. Χριστόδουλε Ξηρέ. Όταν θα αξιολογηθούν οι αποδείξεις, αξιολογούνται στο σύνολο. Δεν απομονώνουμε έναν, όλοι. Ούτε είναι υποχρεωμένο το Δικαστήριο να κάθεται να γράφει, στηρίχθηκε μόνο σ’ εκείνο τον μάρτυρα και εκείνον δεν τον έλαβε υπόψη, ή σε εκείνο το έγγραφο και εκείνο, ή στην απολογία. Ας αφήσουμε όμως τα δικονομικά, να προχωρήσει λίγο η διαδικασία, γιατί όχι Αύγουστο που λέτε εσείς, ούτε? Ελάτε σας παρακαλώ.

Έχουμε πει του Μαρινόπουλου. Πώς ονομάζεται είπαμε; Ο κ. Νικολακόπουλος.

Παρίσταται πολιτική αγωγή, δεν ορκίζεται. Θέλω να θυμηθείτε τι είχε γίνει, εις βάρος έχετε καταθέσει εδώ πέρα, το έτος 1987 23/12 παραμονές Χριστουγέννων δηλαδή. Εσείς τι σχέση εργασιακή είχατε με το super market Μαρινόπουλος;

Ν.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ τότε ήμουν Διευθυντής στο κατάστημα του Μαρνόπουλου και την ώρα που έκλεισε το κατάστημα, αφού συγκεντρώσαμε όλα τα χρήματα από τις ταμίες, έκλεισε το κατάστημα κατά τις 9.00 με 9.30, μαζέψαμε τα χρήματα, τα βάλαμε στο χρηματοκιβώτιο. Και κατεβήκαμε κάτω να φύγουμε εδώ και δυο άλλοι συνάδελφοι. Και επειδή είχε το θέμα καθυστερήσει λίγο λόγω φόρτου εργασίας, πήρα ένα συνάδελφο και τον πήγα μέχρι την οδό Τσόχα που είναι πιο κάτω και πήρα την κατεύθυνση να επιστρέψω στο σπίτι. Η κατεύθυνση μονίμως η δική μου ήταν Κηφισίας ανεβαίνοντας πάνω στο Χαλάνδρι, έβγαινα στην οδό Αγίου Αντωνίου και πριν φθάσω στο σπίτι περίπου ένα χιλιόμετρο, οκτακόσια μέτρα δεν ξέρω πόσο είναι, βλέπω στο δρόμο δυο αστυνομικούς, ντυμένους με στολή κανονικά και μου κάνανε νόημα να σταματήσω. Σταματάω. Έρχεται δίπλα μου ο ένας και μου λέει: «έλεγχο›, με χαιρέτησε κανονικά, εντάξει έλεγχο, έλεγχο.

Δίπλα ήταν και ο δεύτερος αστυφύλακας. Την ώρα που σκύβω να πάρω τα χαρτιά, δίπλωμα, άδεια, ταυτότητα που μου ζήτησε, πετάχτηκε ένα τρίτο άτομο και λέει: «ο κ. Νικολακόπουλος;› Και λέω: «αφού ξέρετε το όνομά μου γιατί μου ζητάτε τα στοιχεία;› . «Τελείωνε› μου λέει. Δίνω τα στοιχεία μου, κοιτάζει, διαβάζει, ότι είμαι πράγματι εγώ, μου λέει: «έλεγχος στο πορτ παγκάζ›. Βγαίνω έξω πάω να ανοίξω το πορτ παγκάζ το κοιτάνε και από εκεί και μετά αρχίζει το δράμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή;

Ν.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μου λέει έλεγχο γιατί κάπου ήσουν προχθές στο Ν. Ψυχικό. Εγώ λέω, αν είναι δυνατόν. Όλη την ημέρα δουλεύω. Με πιάνει από το μπράτσο και με κατευθύνει προς ένα φορτηγάκι που ήταν σταθμευμένο στο δεξιό μέρος, ένα πορτοκαλί φορτηγάκι δεν ξέρω περίπου τι χρώμα ήταν και την ώρα που με πάει μέσα, μου πιάνει και ο άλλος το άλλο χέρι και μου δένουν τα χέρια πίσω με ένα σπάγκο κάτι τέτοιο ήταν γιατί εγώ δεν το είδα, ένα σχοινί, αλλά εγώ δεν μπορούσα να το λύσω. Και λέω, καλά βρε παιδιά τι Ασφάλεια είστε εσείς, με χωρίς χειροπέδες, με σχοινί μου δένετε τα χέρια; Και μου λέει: «ληστεία μαλάκα› συγνώμη για την έκφραση και με πετάει μέσα στο αυτοκίνητο, στο πίσω μέρος ήταν ανοιχτή η πόρτα. Όταν πέρασα εγώ το αυτοκίνητο ήταν εκεί σταθμευμένο, με περίμενε. Με πετάει μέσα και μου λέει: «θα μας πεις όλη την αλήθεια να πάμε να πάρουμε τα χρήματα›, λέω «ποια χρήματα, εγώ δεν έχω κλειδιά, δεν έχω τίποτα›. Τους έκανα τον ανήξερο, μου λέει «κοίταξε θα πεις όλη την αλήθεια, γιατί θα σκοτώσουμε την οικογένεια, ξέρουμε πού μένεις›, είπανε την οδό, «είναι άλλοι εκεί που περιμένουν με τον ασύρματο. Θα σε βάλουμε εσένα στο αυτοκίνητο μέσα και θα σε κάψουμε με βενζίνη για να πούνε ότι ήταν ατύχημα›. Και με χτυπάει μπροστά με μπουνιά. Μου βγάζει τα γυαλιά και μου φοράει μια κουκούλα , κλείσιμο το μάτι ήταν, εγώ σκοτάδι μέσα στο φορτηγάκι δεν έβλεπα τίποτα πλέον.