Πολιτιστικά
Κυριακή, 10 Μαρτίου 2013 09:25

Ηρώ Μπέζου: «Όσο γεννιούνται καινούριοι άνθρωποι, δεν μπορείς να απελπιστείς…»

Απέναντι σε μια κοινωνία υποκρισίας και συμβιβασμών, η ηθοποιός Ηρώ Μπέζου εκφράζει τις υπαρξιακές αναζητήσεις μιας σύγχρονης «Αντιγόνης», και μας μιλά για την παράσταση.

Απέναντι σε μια κοινωνία υποκρισίας και συμβιβασμών, η ηθοποιός Ηρώ Μπέζου εκφράζει τις υπαρξιακές αναζητήσεις μιας σύγχρονης «Αντιγόνης», και μας μιλά για την παράσταση.

Εμπνευσμένο από τον μύθο της ομώνυμης τραγωδίας του Σοφοκλή, το έργο «Αντιγόνη» του Ζαν Ανούιγ, ενός από τους σημαντικότερους συγγραφείς του γαλλικού θεάτρου, παρουσιάζεται στο Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη,

Καθώς η αθωότητα ορθώνει το ανάστημά της σε μία κοινωνία παρακμής, με τον νόμο της φύσης να στέκεται απέναντι στον νόμο της πολιτείας, η Ηρώ Μπέζου ενσαρκώνει τη σύγχρονη αυτή Αντιγόνη και μιλά για την επαναστατική ηρωίδα, εκφράζοντας και τις σκέψεις της για το σήμερα.

Πότε γράφτηκε το έργο και ποια ήταν η πορεία του;

Γράφτηκε το 1942 και πρωτοανέβηκε το 1944. Όπως είναι φυσικό, η πολιτική διάσταση του έργου γιγαντώθηκε. Η Αντιγόνη, ως χαρακτήρας, ταυτίστηκε με τη γαλλική αντίσταση, ο Κρέων με την καταπιεστική εξουσία και το έργο απαγορεύτηκε ως αντιστασιακό. Με την πάροδο των χρόνων και αποφορτισμένο από το κλίμα της εποχής του, εκτιμήθηκε για τον πολύ βαθύ υπαρξιακό χαρακτήρα του, την τεράστια ευαισθησία του και τα μεγάλα ανθρώπινα ερωτήματα που θέτει, πέρα από την πολιτική με τη στενή της έννοια. Στην Ελλάδα ανέβηκε πρώτη φορά το 1947, από το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν.

Πώς διαμορφώνει ο Ζαν Ανούιγ την τραγωδία του Σοφοκλή, από την οποία εμπνεύστηκε;

Κρατάει τον μύθο. Αφαιρεί μόνο τον Τειρεσία από τους χαρακτήρες και προσθέτει τον ρόλο της παραμάνας των κοριτσιών – της Αντιγόνη και της Ισμήνης -, δύο φρουρούς - στην παράστασή μας εμφανίζεται ο ένας από τους δύο -  και ένα παιδόπουλο που ακολουθεί τον Κρέοντα. Η παρουσία της παραμάνας και του μικρού αγοριού, κατά τη γνώμη μου, δείχνουν την ανάγκη του συγγραφέα να φωτίσει την ομορφιά και τον ρομαντισμό της παιδικής ηλικίας, ως ένα από τα βασικά θέματα που πραγματεύεται.

Η Αντιγόνη είναι ακόμη ένα παιδί που όλοι αγαπάνε, αλλά «κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά». Ο Κρέων καταλήγει στο σπαρακτικό συμπέρασμα: «Θα 'πρεπε να μη μεγαλώνει κανείς ποτέ». Επίσης, ο Ανούιγ βάζει μία σκηνή ανάμεσα στην Αντιγόνη και τον Αίμωνα, που μας επιτρέπει να καταλάβουμε πόση σημασία έχει ο έρωτας για την ηρωίδα, πόσο απόλυτα αγαπάει, πόσο εν μέρει ανασφαλής είναι, όπως ο κάθε άνθρωπος, αλλά και πόσο ηρωική είναι, γιατί πεθαίνει έχοντας κάτι να χάσει, να θυσιάσει.

Σημαντικό στοιχείο του έργου είναι η παρουσία του Χορού, που παίζεται - από γραφής - από έναν ηθοποιό,  και του προλόγου που παρουσιάζει τα πρόσωπα τονίζοντας ότι αυτοί είναι ηθοποιοί που θα ερμηνεύσουν ρόλους, αλλά, ταυτόχρονα, ήρωες του έργου, καταδικασμένοι να παίζουν τους «ρόλους» της ζωής τους.

Ποια θέματα πραγματεύεται η σύγχρονη αυτή «Αντιγόνη»;

Το έργο θεωρώ ότι είναι αφάνταστα ρομαντικό. Η Αντιγόνη είναι πολύ μικρή σε ηλικία, «πολύ μικρή για όλα τούτα» και τολμά κάτι που είναι «ανώτερο από τις δυνάμεις της». Αντιτίθεται στη λογική, σε οποιονδήποτε συμβιβασμό, αρνείται να μεγαλώσει, αρνείται να ζήσει όπως περιμένουν οι άλλοι να ζήσει και πεθαίνει, ακριβώς επειδή έχει τεράστια αγάπη για τη ζωή. Λατρεύει τη ζωή, αλλά τη θέλει απόλυτα. Χωρίς περιορισμούς, χωρίς εκπτώσεις, χωρίς αυτά που εμείς αποκαλούμε «αναγκαία κακά». Η Αντιγόνη αμφισβητεί την αναγκαιότητα οποιουδήποτε κακού! Πιστεύει σε όσα εμείς σήμερα - και φαντάζομαι όλοι οι άνθρωποι σε όλες της εποχές - θεωρούμε παιδικά ρομαντικά όνειρα, ουτοπία, μάλλον επειδή δεν  έχουμε το θάρρος να τα διεκδικήσουμε και για να το κάνουμε πρέπει να κοιτάξουμε βαθιά, να κάνουμε θυσίες, «να βάλουμε τα χεράκια μας και να βγάλουμε τα ματάκια μας», να παλέψουμε με τα απόκρυφα, όπως λέει η Αντιγόνη.

Πώς αντικατοπτρίζει η παράσταση τη σημερινή κοινωνία;

Η παράσταση δεν έχει στόχο να αντικατοπτρίσει τη σημερινή κοινωνία, αλλά οποιαδήποτε κοινωνία. Το έργο είναι, θεωρώ, τόσο μεγαλειώδες, που θα ήταν άδικο να φωτίσεις μια πλευρά του, την πολιτική, ας πούμε. Φυσικά, ο συγγραφέας θέτει ερωτήματα σχετικά με την εξουσία, τοποθετεί τον βασιλιά Κρέοντα να συνομιλεί επί 17 σελίδες με ένα μικρό κορίτσι, με ένα παιδί, που μάλιστα είναι ανιψιά του και το οποίο τον φέρνει αντιμέτωπο με τον εαυτό του, τις φιλοδοξίες του, τη μικρότητά του, όπως, ίσως, κανένας άλλος στη ζωή του. Ο Κρέων, όμως, δεν είναι ένας αδίστακτος τύραννος. Πάνω από όλα, έχει το καθήκον να κάνει αυτό που θεωρεί σωστό για τον λαό, ακόμα και με μεγάλο προσωπικό κόστος και προσπαθεί απεγνωσμένα να σώσει την Αντιγόνη.

Επομένως, η Αντιγόνη δε συγκρούεται με ένα «λαμόγιο», έναν «κακό», αλλά με την ίδια τη φύση του επαγγέλματός του, έτσι όπως αυτός το ασκεί  - με φτηνές εκπτώσεις και φόβο, σε αντίθεση με τον Οιδίποδα -, εναντιώνεται σε κάθε Κρέοντα και κατά συνέπεια, σε κάθε άνθρωπο, εφόσον όλοι μας κάνουμε άπειρους συμβιβασμούς καθημερινά, προκειμένου να ζήσουμε.

Συνεπώς, η παράσταση προσπαθεί να προβάλει αυτήν ακριβώς την αντίθεση ανάμεσα στο «ναι» που λέμε στη ζωή, με ό,τι αυτό το «ναι» συνεπάγεται και στην τεράστια άρνηση της Αντιγόνης. Με άλλα λόγια, μιλάμε για τη ζωή και τον θάνατο.

Τι αισθάνεστε για την «τραγωδία» της σημερινής Ελλάδας;

Πολύ συχνά, φοβάμαι για το μέλλον, ακόμα και το άμεσο. Και με τρομάζει που αρχίζω να συνηθίζω στην εικόνα των ανθρώπων που ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό.

Πώς θα μπορούσαμε να σταθούμε απέναντί της και να την ανατρέψουμε;

Ειλικρινά, δεν ξέρω. Θα μπορούσα να σας πω πολλές σκέψεις ή γνώμες άλλων, που με βρίσκουν σύμφωνη θεωρητικά, αλλά δεν ξέρω πώς να τις στηρίξω πρακτικά, επομένως δεν έχω ιδέα. Νομίζω, πάντως, ότι δε βγάζει πουθενά το να κατηγορούμε ο ένας τον άλλον, καθαρά για να εκτονώσουμε τον θυμό μας.

Επειδή «ουδέν κακόν αμιγές καλού», τί έχει να μας διδάξει αυτή η εμπειρία;

Πιστεύω ότι αν τα πράγματα δε χειροτερέψουν, αν δεν οδηγηθούμε, δηλαδή, στην εξαθλίωση, μπορεί να υπάρξει κέρδος από όλο αυτό, ως προς τους στόχους μας. Για παράδειγμα, στην τέχνη, όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, παρατηρώ ότι οι νέοι άνθρωποι αρχίζουν να εστιάζουν σε πιο ουσιαστικά πράγματα από ότι παλιότερα.

Αναγκαστικά, το κακό κομμάτι που όλοι έχουμε μέσα μας - η κακώς εννοούμενη φιλοδοξία, η ανυπομονησία, ο ανταγωνισμός, η ζήλια, η ανασφάλεια - δεν έχει πια χώρο! Δίνει τη θέση του στο κομμάτι του καθενός από μας που είναι πιο ρομαντικό, που μας υπενθυμίζει ότι επιλέξαμε αυτήν τη δουλειά για να ζούμε πιο όμορφα, πιο μαγικά, για να έχουμε μία ξεχωριστή ρουτίνα, μια απρόβλεπτη καθημερινότητα, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και να έρθουμε σε βαθιά επικοινωνία με άλλους ανθρώπους.

Συνειδητά ή όχι, απολαμβάνουμε πιο πολύ το τώρα, γιατί, ακόμα και αν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα επιβίωσης, δε μας απασχολεί τόσο πολύ το μέλλον, είμαστε πιο εναρμονισμένοι με το σήμερα, επομένως, πιο ουσιαστικοί. Όταν δεν έχεις να περιμένεις πολλά δεν έχεις και τίποτα να χάσεις.

Βλέπετε κάποιο φως στην άκρη του τούνελ;

Ναι. Για τους παραπάνω λόγους, αλλά και γιατί, όσο γεννιούνται καινούριοι άνθρωποι, δεν μπορείς να απελπιστείς.

Ταυτότητα παράστασης : μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης, σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος, σκηνικά - κοστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν, μουσική: Σταύρος Γασπαράτος, φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος, βοηθός σκηνογράφος - ενδυματολόγος: Κατερίνα Τσακότα, βοηθός σκηνοθέτη: Δάφνη Σταυροπούλου, παραγωγή: Γιάννης Μπέζος. Παίζουν: Γιάννης Μπέζος, Γιάννης Στόλλας, Δημήτρης Κανέλλος, Ελένη Κούστα, Παναγιώτης Κατσώλης, Ηρώ Μπέζου, Κωνσταντίνα Νταντάμη, Ντένια Στασινοπούλου, Κώστας Τραφαλής.

Πληροφορίες

Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη, Σπ. Τρικούπη 34 & Κουντουριώτου, Εξάρχεια – Αθήνα, τηλ.: 210 8253489.  Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Σάββατο: 21:15, Κυριακή: 20:00. Τιμές εισιτηρίων: 18, 12 (φοιτητικό) ευρώ.

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης