Πολιτική
Τετάρτη, 14 Μαΐου 2003 21:08

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (14/5/2003) Μέρος 8/9

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η Πολιτική Αγωγή.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Είναι αυτό το κρίσιμο θέμα της τεχνολογίας των μαρτυρικών καταθέσεων. Εγώ θα περιοριστώ σε πολύ λίγες επισημάνσεις. Στην ερευνόμενη ληστεία του γραφείου ΕΛΤΑ Αιγάλεω κατέθεσαν πέντε μάρτυρες. Ο κ. Κώστας Ξηντάρας, αστυνομικός –για την κατάθεσή του αναφέρθηκα εν εκτάσει χθες, θα προσθέσω μόνον αξιότιμοι κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες πως συγκρίνοντας την κατάθεσή του ενώπιον του Δικαστηρίου σας, με όλες τις άλλες καταθέσεις, την προανακριτική, την ενώπιον του Τακτικού Ανακριτού και την κατάθεσή του στο Μ.Ο.Δ. που μόλις προ ολίγου αποσπάσματα αναγνώσθηκαν από την αντίστοιχη απόφαση, τονίζω και υποραμμίζω ότι δεν προέκυψε συγκρίνοντας αυτές τις καταθέσεις, ούτε καν πολλοστημόριο αντίφασης ή χάσματος ή οποιουδήποτε άλλου κενού.

Βεβαίως, το Δικαστήριό σας όταν θα έρθει το δικονομικό πλήρωμα του χρόνου, θα αποφασίσει εάν με τα δεδομένα εκείνα που προέκυψαν κατά την ακροαματική διαδικασία, σύμφωνα με τα δεδομένα της κοινής λογικής και πείρας και μέσα στα όρια της διαγνωστικής διαδικασίας που σας παρέχει η ποινική δικονομία και πάντοτε με την αρχή της ηθικής απόδειξης και όταν θα συνδυαστούν και με άλλα στοιχεία όπως είπε και ο τιμών την Έδρα αξιότιμος κ. Εισαγγελέας, δηλαδή και τα άλλα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ακόμα δεν έχουν εξετασθεί, σεις, κατά την κυριαρχική σας κρίση, θα αποφασίσετε εάν στο συγκεκριμένο αυτό κεφάλαιο της απόπειρας ανθρωποκτονίας σε συνδυασμό με την πραγματοποιηθείσα ληστεία, εφελκείται σε εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 ή παρ. 2 του άρθρου 380 του Ποινικού Κώδικα.

Στα πλαίσια της ίδιας διαδικασίας εξετάστηκαν ενώπιόν σας ο κ. Στέφανος Γρίβας, συνταξιούχος υπάλληλος του ΕΛΤΑ, ήδη συνταξιούχος, ο κ. Απόστολος Γεροδήμος, επίσης συνταξιούχος υπάλληλος του ΕΛΤΑ, ο κ. Νικόλαος Μπερεδήμας ο οποίος πέρασε μία περίοδο από τα ΕΛΤΑ, σήμερα είναι ιδιωτικός υπάλληλος όπως ετόνισε και η μόνη υπάλληλος η οποία σήμερα κατέθεσε και είναι εν ενεργεία, είναι η κα Βασιλική Κιορόγλου.

Θα ήθελα απλώς να υπογραμμίσω ότι τα όσα υπέπεσαν στην αντίληψή τους, δεν έγιναν κάτω από συνθήκες ηρεμίας, κάποιας διημερίδας ή κάποιου συνεδρίου. Έγιναν κάτω από τρομακτικές συνθήκες βίας, απειλών, κακομεταχείρισης, επίδειξης όπλων και αυτόματων όπλων και επομένως, είναι φυσικό, δε χρειάζεται σε Δικαστήριο της δικής σας σύνθεσης να υπογραμμίσω κατά πόσο είναι δυνατόν οι άνθρωποι αυτοί να βρίσκονται ψυχολογικά σε μία ήρεμη κατάσταση ώστε να αποδώσουν μετά πλήρους βεβαιότητες εκείνα τα οποία αντελήφθησαν.

Απλώς μόνο επισημαίνω και το είπα κι εχθές, είναι δεδομένο, είναι της κοινής λογικής και πείρας, όσοι έχουμε ασχοληθεί κι ασχολούμαστε είτε θεωρητικά είτε πρακτικά και σε συνδυασμό, ότι για ένα γεγονός το οποίο γίνεται αντιληπτό, π.χ. από δέκα μάρτυρες, έχουμε και δέκα απόψεις. Όπως επίσης διασταυρούμενες οι διάφορες αυτές καταθέσεις, μπορούν να δώσουν το α ή β αποτέλεσμα και πολλές φορές μπορεί να είναι και ορισμένα τμήματα αποτέλεσμα πλάνης. Αναφέρομαι έτσι από την κλασική φιλολογία στις δικαστικές πλάνες του Γκιγερμέ με εισαγωγή του γίγαντα, του μεγαλύτερου ποινικολόγου που πέρασε τον περασμένο αιώνα από την Ελλάδα και καθηγητή μετά του Κων/νου Τσουκαλά.

Και για να πάμε πιο πέρα, να θυμηθούμε και τα φοιτητικά μας χρόνια, τα όσα αναπτύσσει συνοπτικά ο αείμνηστος καθηγητής μας Ηλίας Γάφος, εκεί εις τα περί των μαρτύρων, αλλά και ο Κων/νος Γαρδίκας, ο πατέρας της εγκληματολογίας και θεμελιωτής εδώ στην Ελλάδα, αλλά και ο Μέργκεν στη Γερμανία, τότε που εγώ έζησα στη μετεκπαίδευσή μου και τόσα άλλα που έχουν κατά κόρον γραφεί. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν να απαιτούμε σε αυτό το λεπτό, όπως λέγεται, μέσον απόδειξης της μαρτυρίας, να είμαστε τόσο πολύ ανεπιεικείς, ας μου επιτραπεί η έκφραση, όταν μάλιστα ορισμένα γεγονότα περιγράφονται στο Δικαστήριό σας ενώ έχουν λάβει χώρα πριν 12 χρόνια.

Επίσης θα ήθελα να υπογραμμίσω –και αυτό έχει μία ιδιαίτερη σημασία, μου κάνει εντύπωση- όταν έρχονται μάρτυρες οι οποίοι δεν ενθυμούνται καλώς ή δεν αναγνωρίζουν με υψηλά ποσοστά, αυτοί χειροκροτούνται τουλάχιστον νοερώς. Όταν έρχονται μάρτυρες οι οποίοι είναι πιο απόλυτοι, τρίτοι, αντικειμενικοί, που δεν προσδοκούν κανένα συμφέρον από την έκβαση της δίκης, οι μάρτυρες αυτοί κακοποιούνται τουλάχιστον φραστικά. Οι μάρτυρες αυτοί προπυλακίζονται, χαρακτηρίζονται επίσης στημένοι και σήμερα ακούσαμε και μία άλλη έκφραση: ρουφιάνοι. Όταν ο μάρτυρας καταθέτει εκείνο που αντελήφθη και δεν είναι σύμφωνο με τα συμφέροντά μας, τότε είναι ρουφιάνος.

Όταν όμως καταθέτει κάτι άλλο που συμπλέει με τα συμφέροντά μας, τότε ο μάρτυρας αυτός είναι αντικειμενικός, είναι τρίτος, είναι μάρτυρας αξιόπιστος.

Σχετικά με το δεδικασμένο, δεν θα απασχολήσω το Δικαστήριό σας, θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου που θα το αντιμετωπίσετε. Βεβαίως, ούτε χρειάζεται να αναφέρω την ερμηνεία του άρθρου 57 του Κ.Π.Δ. για τη θετική ή την αρνητική λειτουργία του δεδικασμένου. Είναι δεδομένο όμως, σε συνδυασμό με τα άρθρα 45 και επόμενα όπως είπε και ο αξιότιμος κ. Εισαγγελεύς του Ποινικού Κώδικα περί συμμετοχής και εκεί εμείς, τουλάχιστον ως Πολιτική Αγωγή δεν υποστηρίζουμε ότι πυροβόλησαν όλοι μαζί, παρόλο που μπορούσαν να είχαν πυροβολήσει και περισσότεροι. Εμείς δεχόμαστε ότι ένας πυροβόλησε. Αλλά όμως υπενθυμίζω στο Δικαστήριό σας, την κατάθεση ενός μάρτυρα και ιδιαιτέρως του αστυνομικού σε σχετικό ερώτημα που του έγινε στο τέλος της προανακριτικής του κατάθεσης, λίγες μόλις ώρες και στο κρεβάτι του πόνου «γιατί σε πυροβόλησαν ενώ ήταν σε τέτοια απόσταση, χρειαζόταν;› απήντησε: «κάποιος που κρατούσε τσίλιες με ειδοποίησε›.

Αυτό δεν είναι δυνατό να θέτει ένα ερώτημα, ότι τίθεται σε εφαρμογή κάποια από τις διατάξεις των παραγράφων του άρθρου 46 ή του άρθρου 47 περί απλής συνέργιας; Έχω την εντύπωση ότι δεν πρέπει να ταλαιπωρήσω το Δικαστήριό σας περαιτέρω, αυτό θα το κρίνετε εσείς όταν θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου και εμείς βεβαίως θα πάρουμε θέση την ώρα της αγόρευσης. Σας ευχαριστώ.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Οι μάρτυρες οι οποίοι έχουν δυσκολία να αναγνωρίσουν με απόλυτη βεβαιότητα, είναι καθ’ ημάς αξιόπιστοι μάρτυρες ως προς τούτο, διότι μετά και από την πάροδο χρονικού διαστήματος ικανού αλλά και με τις εντυπώσεις που τους έχουν δημιουργηθεί, τις οποίες μπορούν όσοι έχουν την ικανότητα τουλάχιστον την πνευματική να τις αξιοποιήσουν σαν δισταγμούς να αναγνωρίσουν κάποιους τους οποίους όπως έχει πολλές φορές κατατεθεί τους είναι οικείοι από τόσες πολλές εικόνες.

Αυτούς λοιπόν τους μάρτυρες οι οποίοι δείχνουν αυτή τη διστακτικότητα, εμείς τους κρίνουμε ως αξιοπίστους. Αντίθετα, οι μάρτυρες οι οποίοι με απόλυτη βεβαιότητα καταθέτουν και τέτοιοι μάρτυρες υπήρξαν και σ’ αυτή την υπόθεση η οποία εκδικάστηκε, θα έπρεπε να προβληματίσουν πάρα πολύ το Δικαστήριό σας, διότι αν ληφθεί υπόψη όλη αυτή η ένταση που υπήρχε, εφόσον ήταν πράγματι αυτόπτες μάρτυρες τη στιγμή που βίωσαν όλα αυτά τα πράγματα, εάν ληφθούν υπόψη όλες αυτές οι συνθήκες οι οποίες πολλές φορές εμείς έχουμε τονίσει ότι επηρεάζουν πάρα πολύ και τη μνήμη και την αποτύπωση στη μνήμη και την απόδοση του περιεχομένου αυτού της μνήμης ενώπιον του Δικαστηρίου σας, τότε αν πράγματι κάτι θα έπρεπε να δημιουργεί εντύπωση, είναι όχι οι μάρτυρες που εκφράζουν κάποιες αμφιβολίες, αλλά οι μάρτυρες που έρχονται με υπερβολική πεποίθηση και υπερβολική βεβαιότητα, να βεβαιώσουν ενώπιόν σας γεγονότα.

Βεβαίως, εμείς κάνουμε τη δουλειά μας και ελέγχουμε την αξιοπιστία αυτών των μαρτύρων, όμως επαίνους δεν ακούν αυτοί οι μάρτυρες από τη δική μας πλευρά. Οι συγκεκριμένοι που ήρθαν σήμερα να καταθέσουν –ήταν χαρακτηριστικός ο κ. Γρίβας- ο οποίος, εγώ του το είπα του ιδίου, «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού›, δεν ξέρω αν προσπαθεί για δεύτερη φορά να αποδείξει ότι δε θα κάνει λάθος και ότι ό,τι συνέβη ήταν ένα ολίσθημα της προσπάθειας που έκανε σώνει και καλά να βρει κάποιους δράστες, είχε ενδιαφέρον τότε να βρει κάποιους δράστες, το ομολόγησε κι ο ίδιος εδώ πέρα, έκανε ενέργειες, εν πάση περιπτώσει για δεύτερη φορά έρχεται ενώπιον ενός σοβαρότατου και υψηλότατου Δικαστηρίου να αναγνωρίσει ξανά, σχεδόν με τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας, καινούργια πρόσωπα αυτή τη φορά, τα οποία, από τη διαδικασία αποδείχθηκε ότι δεν έχουν καμία άλλη ομοιότητα με τα άτομα που έχουν ήδη αναγνωρισθεί από τον ίδιο, παρά μόνο το ανάστημα, το παράστημα.

Αυτό πρέπει να μας προβληματίσει. Καταδείχθηκε ότι χαρακτηριστικά προσώπου δεν μπορούσε να προσφέρει ως στοιχεία αναγνώρισης στο Δικαστήριό σας ο μάρτυρας, ίσως γι αυτό και κατέφυγε και στο ευφυολόγημα της κουκούλας, της διαφανούς όμως κουκούλας, για να μην τα πάρει και όλα πίσω, διότι δεν είχε πει τότε για κάποια κουκούλα που φορούσε. Κανένας από τους άλλους μάρτυρες όμως δεν αναφέρεται σε μία τέτοια παραλλαγή των χαρακτηριστικών με τη χρήση μιας κουκούλας. Είναι εμφανές ότι η έλλειψη χαρακτηριστικών του προσώπου –και τονίζω τη λέξη χαρακτηριστικών, αυτό είναι το ζητούμενο, αν οι μάρτυρες μπορούν να καταθέσουν χαρακτηριστικά των κατηγορουμένων εδώ πέρα- και βεβαίως το παράστημα δεν είναι χαρακτηριστικό, είναι ένα κοινότυπο χαρακτηριστικό που μοιράζονται πάρα πολλοί άνθρωποι και θα ήταν λίγο επικίνδυνο.

Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι -το Δικαστήριό σας θα το εκτιμήσει βεβαίως σωστά, εγώ είμαι υποχρεωμένος να το τονίσω-, πρέπει να παρασυρόμαστε σε πάρα πολύ απλουστευμένες λογικές του στυλ «ο δράστης, ο ληστής ήταν εύσωμος, ο Δαναλάτος είναι εύσωμος, άρα ο Δαναλάτος ήταν ο δράστης›. Μία φορά. Τώρα ερχόμαστε ξανά και λέμε «ο Δαναλάτος δεν ήταν ο δράστης, αποκλείσθηκε με απόφαση Δικαστηρίου, ο ληστής εξακολουθεί να παραμένει εύσωμος, έχουμε κάποιους κατηγορούμενους, ένας απ’ αυτούς είναι εύσωμος, άρα ο εύσωμος ήταν ο δράστης.

Είναι πολύ απλουστευτική αυτή η λογική διαδικασία, η αναγνώριση της αλήθειας όπως επιδιώκεται σ’ αυτή την αίθουσα, είναι μια διαδικασία που πρέπει να περάσει από πολλή βάσανο για να μπορεί να στηριχθεί σε τόσο απλές αναγνωρίσεις όπως προσφέρουν εδώ μ’ αυτό το βαθμό βεβαιότητος οι μάρτυρες και είναι ακριβώς αυτό το οποίο μας ανησυχεί, ο βαθμός βεβαιότητος ορισμένων εξ αυτών.

Ο κ. Γρίβας λοιπόν, εκτός του ότι μας προξένησε εντύπωση με τη σιγουριά του αυτή, δεν απέφυγε κι άλλες αντιφάσεις. Παρατηρητικότατος ων ο ίδιος και όπως δήλωσε, έμπειρος περί τα όπλα, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει το πιστόλι από το αυτόματο, διότι οι άλλοι μάρτυρες μιλούσαν για αυτόματο. Ο ίδιος όμως είπε για πιστόλι και μάλιστα για να το τονίσει, ότι του το κάρφωσε ο ληστής, όπως είπε, με μια χαρακτηριστική κίνηση στην κοιλιά. Αυτό αφήνει ερωτηματικά για το αν πράγματι εκείνη τη στιγμή είχε την ικανότητα να δει τίποτε παραπάνω εκτός από το παράστημα και τη συνολική παρουσία του δράστη.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό που προέκυψε από τη διαδικασία και πρέπει να τονιστεί διότι αναφέρθηκε από την Εισαγγελική ΄Εδρα, είναι το γεγονός ότι ένας από τους φερόμενους ως δράστες και σ’ αυτή την υπόθεση που εκδικάζεται τώρα και σε μία άλλη, φορούσε γυαλιά. Όλοι οι μάρτυρες –και συνειδητά τους ρώτησα- κατέθεσαν ότι ήταν γυαλιά μυωπίας, εκτός από έναν. Εάν πράγματι είναι έτσι, τότε ένας δράστης ο οποίος φορά γυαλιά, φακούς μυωπίας, γιατί διακρίνονται τα γυαλιά αν φέρουν φακούς μυωπίας ή όχι, εάν πράγματι φορούσε φακούς μυωπίας, τότε το έκανε μόνο επειδή είχε ανάγκη να φέρει τους φακού αυτούς και όχι για να καμουφλάρει το πρόσωπό του, διότι γνωστώ τω λόγω, όποιος φορά φακούς μυωπίας χωρίς να τους έχει ανάγκη, δε μπορεί να δει.

Πρέπει να τονίσω εδώ πέρα ότι ο φερόμενος ως δράστης, ο κατηγορούμενος Χριστόδουλος Ξηρός, έχει πολύ καλή όραση και ποτέ δεν έχει φορέσει γυαλιά μυωπίας. Από κει και πέρα δημιουργείται κι ένα άλλο θέμα το οποίο είναι λίγο ευρύτερο. Όλη η διαδικασία εξελίχθηκε υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η ληστεία έχει πράγματι διαπραχθεί από τα φερόμενα ως μέλη της Οργάνωσης 17Ν. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, αντίθετα με άλλες περιπτώσεις δεν υπάρχει κάποια προκήρυξη της Οργάνωσης που αναφέρεται σ’ αυτή την πράξη, αν ερμήνευσα καλά, ερωτήσεις των συναδέλφων της Πολιτικής Αγωγής και είναι κάτι το οποίο βεβαίως ήταν το πρώτο που πέρασε από το μυαλό των ανακριτικών αρχών όταν έγινε η ληστεία πριν από δέκα χρόνια.

Αυτή η ληστεία με τον τρόπο που έγινε, προδίδει έναν επαγγελματισμό, σε πολύ συγκεκριμένο αντικείμενο, ο οποίος νομίζω ότι λείπει από την Οργάνωση αυτή, με τα μέλη αυτά τα οποία ήθελε αποδειχθεί ότι έχει. Πράγματι, δεν είναι εύκολο πράγμα μια τέτοια ληστεία έχοντας μια τέτοια πληροφορία, ότι εκείνη την ημέρα, δεν περνάνε κάθε μέρα 300 εκατομμύρια δραχμές από ένα υποκατάστημα των ΕΛΤΑ στο Αιγάλεω, κι όμως εκείνη τη μέρα οι φερόμενοι ως δράστες, οι οποίοι δεν έχουν καμία ιδιαίτερη εξοικείωση με το να υφαρπάσσουν πληροφορίες τέτοιου είδους και να τις αξιολογούν όπως το οργανωμένο έγκλημα, φαίνεται ότι είχαν φοβερή τύχη, ήταν τρομερή σύμπτωση που μπήκαν μέσα και πέτυχαν αυτή την τρομερή και αξιόλογη λεία, ή εν πάση περιπτώσει, εγώ προσωπικά θα ήθελα να αφήσω κι ένα ενδεχόμενο να εξετάσει το Δικαστήριό σας, μήπως πραγματικά σε αυτή τη ληστεία δεν ήταν η Οργάνωση αυτή και άρα και όχι και τα μέλη για τα οποία κατηγορείται;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτονόητο ότι το πρώτο που ερευνούμε είναι αυτό. Δεδομένο δεν υπάρχει τίποτα εδώ. Δεν το έχετε συνειδητοποιήσει; Το έχετε αντιληφθεί φυσικά, αλλά να το έχετε μέσα σας αυτό. Αυτονόητο δεν υπάρχει τίποτα εδώ μέσα. Δηλαδή είναι κατηγορούμενοι, οπωσδήποτε έκαναν και τα εγκλήματα; Τότε να μην την κάναμε τη δίκη, να πάμε στο σπίτι μας, να πάρουμε το βούλευμα, όπως είπε και η άλλη πλευρά....

Μόνο, ξέρετε, έχω ένα μικρό τεχνικό πρόβλημα. Είναι δυο μάρτυρες, ας το πούμε «μίνι μάρτυρες›, των τριών λεπτών, η Πόλκα Μαρία, Χρεμωνίδου και εκρήξεις σε οικία, κ. Κατσιμίχας.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Το μόνο που θέλω να ξανατονίσω για να μείνει από την αξιολόγηση των μαρτύρων, γιατί όλα αυτά θα ξεχαστούν μέχρι να βγει η απόφαση, είναι ότι επισημαίνω και πάλι, η αναγνώριση που υποτίθεται ότι έγινε εδώ για τον κατηγορούμενο που υπερασπίζομαι, τον Χριστόδουλο Ξηρό, δεν στηρίζεται σε τίποτε άλλο, παρά μόνο στο παράστημά του, όλα τα άλλα νομίζω ότι αποδείχθηκε ότι δεν προσέφεραν κανένα στοιχεία, ούτε το πρόσωπό του, ούτε ο σβέρκος του, ούτε ο λαιμός του, δεν ήταν ούτε κοντός όπως περιγράφηκε, είναι ψηλός, το βλέπετε απέναντί σας, νομίζω λοιπόν ότι πρέπει να προσεχθεί αυτό το σημείο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Μυλωνά έχετε τον λόγο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Θα ξεκινήσω επισημαίνοντας την πολύ μεγάλη, την παραδειγματική, την διδακτική σημασία που είχε η κατάθεση του μάρτυρα Γρίβα για την δίκη αυτή. Νομίζω ήταν ένα χαρακτηριστικότατο παράδειγμα για τα προβλήματα και τις αδυναμίες και την πολύ μειωμένη αποδεικτική σημασία μιας ελλιπούς αναγνώρισης εκ μέρους μαρτύρων. Ο συγκεκριμένος μάρτυρας, πάντοτε ήταν απόλυτα βέβαιος. Αφήνω τι είπε στην προανακριτική του και έρχομαι μόνο το τι είπε στις δύο ζώσες ακροαματικές διαδικασίες ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου το 1995 «Αναγνωρίζω με βεβαιότητα κάποιους δράστες›, τον ρωτάει ο τότε Πρόεδρος ειδικά τρεις φορές «Είστε σίγουρος κ. μάρτυς ότι αυτοί είναι;› «Βεβαίως κ. Πρόεδρε δεν έχω καμία αμφιβολία με απόλυτη βεβαιότητα›. Τα διαβάσαμε από τα πρακτικά της Δίκης.

Όμως αθωώνονται οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι. Έρχεται τώρα το 2003 σ’ ένα άλλο Δικαστήριο, σε μια άλλη ακροαματική διαδικασία και λέει πάλι τα ίδια «Βεβαίως κ. πρόεδρε είμαι απολύτως σίγουρος έχω πλήρη βεβαιότητα αυτοί είναι οι δράστες›. Εδώ νομίζω –πέρα από το αυτονόητο δεδομένο ότι τη μία φορά αναγκαστικά θα πρέπει να έχει πει ψέματα- είναι μια παραδειγματική περίπτωση από την οποία φαίνεται πόσο επισφαλής, πόσο προβληματική είναι αυτή η αναγνώριση των κατηγορουμένων από τους μάρτυρες, όταν μάλιστα αυτή η αναγνώριση δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Θα μου επιτρέψετε να επισημάνω πάλι τον πάρα πολύ εύστοχο σχολιασμό που έχει κάνει ο τότε Εισαγγελέας κ. Μαρκογιαννάκης που διαβάσαμε από τα πρακτικά της Δίκης. Θα φύγω όμως από τον κ. Γρίβα γιατί δεν αναφέρει κάτι για τον κατηγορούμενο τον οποίο εκπροσωπώ.

Ας έρθω στο θύμα τον κ. Ξηντάρα ο οποίος δέχτηκε πυροβολισμούς. Ήταν σαφέστατος. Ένας με πυροβόλησε και αυτός ήταν ο ψευτο-αστυνομικός. Έχουμε ως δεδομένο πάντως ότι μόνο ένας πυροβόλησε τον κ. Ξηντάρα. Εδώ θα κάνω μια διευκρίνιση ότι όταν μίλησα για δεδικασμένο, αναφέρομαι στη θετική λειτουργία του ουσιαστικού δεδικασμένου, σύμφωνα με τους ορισμούς που δίνει ο Καθηγητής Καρράς και γενικότερα η θεωρία.

Βέβαια να επισημάνω ότι το παραπεμπτικό βούλευμα, δεν αναφέρει τίποτα για συμμετοχική δράση, λέει ότι οι πέντε συγκατηγορούμενοι πυροβολούσαν με τα περίστροφά τους. Βέβαια και σε αυτή την περίπτωση φαίνεται το τεράστιο έλλειμμα, το τεράστιο σφάλμα του παραπεμπτικού βουλεύματος που δεν συνοδεύει αυτή την περιγραφή από παράθεση των άρθρων του Ποινικού Κώδικα οι οποίοι εξειδικεύουν την κατηγορία, ώστε να μπορούμε να δούμε –όπως επεσήμανε ο εκλεκτός συνάδελφος της Πολιτικής Αγωγής- αν γίνεται λόγος για το άρθρο 46, το 47 ή 45 του Ποινικού Κώδικα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Εισαγγελέα πουθενά δεν υπάρχει παράθεση άρθρου ποινικού νόμου. Το έχει πει ο ομιλών ήδη στην αρχή της διαδικασίας. Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση προκύπτει με μια ανάγνωση ενός νομικού που μπορεί να συμπεράνει και κάποια πράγματα, ότι το βούλευμα μιλάει μόνο για συναυτουργία.

Όταν λέει ότι αυτοί οι συγκατηγορούμενοι πυροβολούσαν με τα περίστροφά τους δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα για απλή ή άμεση συνέργια. Το παραπεμπτικό βούλευμα κάνει λόγο για συναυτουργική δράση και εδώ όπως είπα και πριν, υπάρχει νομική υποχρέωση να διορθωθεί αυτό το σκέλος της κατηγορίας, βάσει των αμετάκλητων δεδομένων της απόφασης του Μ.Ο.Δ., η οποία δέχεται ότι μόνο ένας πυροβόλησε. Δεν ξέρουμε ποιος είναι, ξέρουμε ότι σίγουρα δεν είναι οι τρεις αθωωθέντες, αλλά έχουμε ως νομικά δεσμευτικό δεδομένο, ότι ένα μόνο άτομο πυροβόλησε. Κλείνω την παρένθεση κι έρχομαι πάλι στις μαρτυρικές καταθέσεις.

Ήρθε σήμερα ενώπιόν σας και ο κ. Μπερεδήμας. Εγώ θέλω να επισημάνω μια δευτερεύουσα ίσως αλλά από μια πλευρά καθοριστική λεπτομέρεια. Επιβεβαίωσε και πάλι αυτό που είχε πει τρεις ώρες μετά την ληστεία ότι ο ένας δράστης, μίλησε στον άλλον και του είπε «Μπάμπη κάνε αυτό›. Πουθενά όμως από τη δικογραφία της σημερινής υπόθεσης, δεν προκύπτει το όνομα Μπάμπης, είτε ως κύριο όνομα είτε ως παρατσούκλι. Αυτό νομίζω πρέπει να εκτιμηθεί από το Δικαστήριό σας.

Ερχόμαστε τώρα στην κατηγορία που βαρύνει τον κ. Τζωρτζάτο. Μέχρι στιγμής υπήρχε μόνο μία μαρτυρική κατάθεση η οποία –το τονίζω κι αυτό- με πολύ μεγάλη επιφύλαξη και περίσκεψη θα έλεγα, είχε πει στον ανακριτή –αναφέρομαι φυσικά στην κα Κιορόγλου- ότι «από τις φωτογραφίες που μου δείχνετε και από το τικ ίσως να είναι ο κ. Τζωρτζάτος›.

Χτες και σήμερα στο ακροατήριο τι προέκυψε; Ότι κανένας μάρτυρας δεν είπε τίποτα το επιβαρυντικό για τον κ. Τζωρτζάτο. Αντιθέτως η κα Κιορόγλου, η οποία είχε αναφερθεί σε αυτόν στον ανακριτή, επιβεβαίωσε και πάλι το καθοριστικό για τη συγκεκριμένη περίπτωση στοιχείο, το οποίο φυσικά το λέει από την αρχή και το είχε πει και στο Μικρό Ορκωτό Δικαστήριο, ότι ο ψευτο-αστυνομικός δράστης της ληστείας ήταν κοντύτερος από αυτήν, η οποία έχει ανάστημα 1.65 και βεβαίως όταν στάθηκε δίπλα της ο κατηγορούμενος Τζωρτζάτος που έχει ύψος 1.80, είχε την εντιμότητα, την ειλικρίνεια να πει ότι «φυσικά και δεν είναι αυτός, από τη στιγμή που ο παρών κατηγορούμενος είναι πολύ πιο ψηλός από εμένα›.

¶ρα από την παρούσα αποδεικτική διαδικασία δεν προέκυψε κανένα επιβαρυντικό στοιχείο για τον κ. Τζωρτζάτο. Αντιθέτως η μία μάρτυς που στην ανάκριση με πολύ περίσκεψη και επιφύλαξη είχε πει ότι μπορεί και να ήταν αυτός, πανηγυρικά διαβεβαίωσε στο Δικαστήριό σας σήμερα, ότι αποκλείεται να είναι ο κ. Τζωρτζάτος ο ψευτο-αστυνομικός, γιατί «ο ψευτο-αστυνομικός ήταν πολύ πιο κοντός από εμένα›, ενώ ήταν προφανές ότι ο κ. Τζωρτζάτος είναι πολύ πιο ψηλός από την ίδια.

Βεβαίως εδώ τελειώνω λέγοντας ότι και οι άλλοι τέσσερις μάρτυρες, ότι και ο μάρτυρας που εμφανίστηκε ενώπιόν σας ο κ. Γεροδήμος –αν θυμάμαι καλά, πάντως ένα μάρτυρας- είπε ότι ο ψευτο-αστυνομικός είχε ύψος 1.65 αλλά κι άλλοι 4 μάρτυρες που δεν ήρθαν ενώπιόν σας, αλλά των οποίων οι καταθέσεις ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου διαβάστηκαν, ήταν όλοι σαφέστατοι «Ο ψευτο-αστυνομικός είχε ύψος 1.65 και κάτω, 1.60 – 1.65›, μια μάλιστα είπε και πολύ πιο κάτω.

¶ρα από την παρούσα ακροαματική διαδικασία όχι μόνο δεν προέκυψε κανένα στοιχείο εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου, αλλά λύθηκε μια απορία που είχαμε όσον αφορά την αναφορά στο όνομα του κ. Τζωρτζάτου στην ανάκριση με επιφυλάξεις, αφού η συγκεκριμένη μάρτυς πανηγυρικά είπε «Δεν είναι αυτός, αφού ο ψευτο-αστυνομικός ήταν πιο κοντός από εμένα και ο κ. Τζωρτζάτος είναι πιο ψηλός›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παρασκευόπουλος έχει τον λόγο.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό που θέλω να πω είναι ότι προσυπογράφω την ένσταση του αξιότιμου και έγκριτου συναδέλφου, που εύχομαι τελευταία και την άνοδό του στην πανεπιστημιακή κοινότητα, ήδη πιστεύω ότι θα ανακηρυχθεί Λέκτορας. Πιστεύω ότι ήταν εμπεριστατωμένη η ένστασή του για τους εξής λόγους: είναι ακριβώς η αρχή αυτή η οποία τέθηκε από παλιά, από τα ρωμαϊκά χρόνια το «no bis etem›. Συνεπώς εδώ όταν μιλάμε για ταυτότητα προσώπων που επικαλέστηκε ο αξιότιμος κ. Εισαγγελέας με το 57, δεν λέμε γι’ αυτούς που αποκλείστηκαν.

Εάν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, θα λέγαμε «ναι έχετε δίκιο κ. Εισαγγελέα›. Εδώ αποκλείσαμε μία μετάκλητη απόφαση τέσσερα ή τρία πρόσωπα δεν ξέρω πόσα ήταν τα φερόμενα ως μετέχοντα και μείναμε στον έναν. Αυτόν θα τον εξετάσουμε, θα τον εξετάσει το Δικαστήριό σας αν μετέχει ή όχι. Εκεί θα λέγαμε πράγματι υπάρχει πρόβλημα.

Συνεπώς είναι πράγματι πιστεύω ορθή η ένσταση αυτή και από εκεί και πέρα θα δείτε εσείς. Το λέω αυτό για τον εξής λόγο: πράγματι η πλημμέλεια αυτή την οποία κι εγώ επισημαίνω οφείλεται στη σπουδή και το είπα από την αρχή, με την οποία έγινε όλη αυτή η προδικασία.

Πιστεύω, εύχομαι και ελπίζω το Δικαστήριό σας και το λέω και σε ημάς κ. Πρόεδρε διότι επανειλημμένα έχετε πει να σπεύδουμε, να επιταχύνουμε κλπ., όμως –και κλείνω αυτό το κεφάλαιο- είναι τόσο σοβαρά τα θέματα, κρίνονται τύχες, ελευθερίες, υπολήψεις και θα πρέπει να διαθέσουμε αρκετό χρόνο από το χρόνο μας και εμείς και εσείς, για να δώσουμε τη σωστή και ορθή λύση σε αυτά τα θέματα.

Για το πρόβλημα των μαρτυρικών καταθέσεων. Πιστεύω ότι με πάρα πολύ κομψό τρόπο ο κ. Μαρκογιαννάκης το έθεσε για τον κ. Γρίβα, μην επαναλαμβάνω τα ίδια τα οποία ορθώς παρατήρησε ο κ. Μυλωνάς και ίσως κι άλλοι εκ των συνηγόρων. Με πολύ κομψό τρόπο θέλησε ο κ. Μαρκογιαννάκης να πει ότι «κ. Γρίβα δεν τα λέτε καλά, εν πάση περιπτώσει κάποια ανακρίβεια υπάρχει›.

Προχωρώντας στο θέμα που ενδιαφέρει εμένα προσωπικά για τον κ. Τζωρτζάτο και παρατηρώντας μόνο αυτό το οποίο παρατήρησε ο κ. Μαρκής, να τονίσω μόνο τούτο: υπαινίχθηκε -ενδεχομένως από λάθος πιστεύω εκτίμηση- ότι η κυρία μάρτυς η κα Κιόρογλου είπε σε κάποια στιγμή ότι «ξέρετε, είπατε για κάποιον τον οποίο θεωρήσατε ότι είναι μετρίου αναστήματος ότι είναι 1.80›. Πράγματι στην ανακριτική κατάθεση τώρα είπε 1.75. Δεν απέχει πολύ για την κα Κιόρογλου η έννοια του μετρίου αναστήματος και δεν θα αποτελέσει λόγο αναξιοπιστίας και θα μπορούσα αντιστοίχως να πω κάτι.

Ξέρετε κάτι κύριοι Δικαστές; Για τον ίδιο άνθρωπο τον ψευτο-αστυνομικό η κα Κιόρογλου όταν μιλάει για την ηλικία αναφέρεται σε ηλικία 45 ετών περίπου. Τι θα πρέπει κι εγώ να πω ως υπερασπιστής; Ότι είναι αξιόπιστη ή αναξιόπιστη; Όμως αυτό που είναι βασικότατο στο ύψος, εκτός των 5 μαρτύρων που αναγνώστηκαν οι καταθέσεις από τα πρακτικά της Δίκης, αναφέρεται η ιδία σε ύψος 1.60, προσδιορίσει ότι «ήταν κοντύτερος από εμένα› και συνεπώς δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία ότι δεν είναι ο Τζωρτζάτος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παπαδάκης έχει τον λόγο.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε. Σε ό,τι αφορά την ένσταση δεν έχω να πω τίποτε άλλο από το να προσυπογράψω όσα είπε προηγουμένως ο κ. Μυλωνάς, κάνοντας και την υπόμνηση –μιας και αναφέρομαι στο πρόσωπό του- ότι χαίρομαι πραγματικά με τις εξηγήσεις που δόθηκαν σήμερα που έληξε αυτό το επεισόδιο που ελπίζω να είναι και το τελευταίο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν νομίζω να είναι επεισόδιο. Σε μια τέτοια Δίκη, είναι πολύ λίγα αυτά.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Πράγματι. Θα ήθελα να πω ότι δεν έχει την ανάγκη ο Ιπποκράτης Μυλωνάς κανενός.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το θέμα είναι να προχωρά η διαδικασία και να γίνεται σε ήρεμη πραγματικά ατμόσφαιρα, ώστε να μην γίνει κανένα λάθος για κανέναν. Καταλάβατε; Αυτό με ενδιαφέρει. Θέλω την ήρεμη ατμόσφαιρα. Τίποτε άλλο. Αντί αυτής είδατε να ανταλλάσσω τα πάντα, που λένε. Και να μου πείτε και καμιά κουβέντα, μου την είπατε. Δεν βαστάω και τη βελόνα από κάτω!

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Το βλέπω και το εκτιμώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει σας θύμωσα. Αφού σας δίνεται ο λόγος όση ώρα μου τον ζητάτε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Βγήκε το φίμωτρο σήμερα!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πρέπει η διαδικασία να προχωράει και σε ήρεμη ατμόσφαιρα.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Εξάλλου ο κ. Μυλωνάς πράγματι όποτε έχει μιλήσει, έχει περιοριστεί στα νομικά ζητήματα, έχω την άποψη ότι είναι ένας αδάμαντας του νομικού κόσμου τον οποίο σύσσωμος ο νομικός κόσμος και η Έδρα που αποτελεί εκλεκτό μέρος του, οφείλει να τον αντιμετωπίζει σαν τέτοιο και να τον προστατεύει.

Σε ό,τι αφορά τα πραγματικά ζητήματα. Κατ’ αρχήν θα ήθελα να μείνω σ’ ένα θέμα στο οποίο επιχείρησα μια παρέμβαση για την οποία ζητώ συγγνώμη κιόλας την ώρα που εκ δεξιών σας ο Εφέτης κ. Κουρκάκης έκανε κάποιες ερωτήσεις στη μάρτυρα κα Κιορόγλου. Η προσπάθειά μου να λάβω μέρος στη συζήτηση οφειλόταν όχι στο να αποτρέψω τον κ. Πρόεδρο από το να ρωτήσει, αλλά από το να επισημάνω κάτι για να φύγουν και οι τελευταίες αμφιβολίες και θα το κάνω τώρα.

Σε ό,τι αφορά τα του ύψους του Τζωρτζάτου ειπώθηκαν πάρα πολλά να μην προσθέσω κάτι άλλο, γιατί πραγματικά εξαντλήθηκε το θέμα. Σε ό,τι αφορά τα κριτήρια με τα οποία αναγνώρισε με επιφύλαξη, έστω τότε στον κ. Ζερβομπεκάκο, έλεγε για χαρακτηριστικά του προσώπου του, για κάτι σαν μορφασμό στο πάνω χείλος, κάτι σαν τικ κλπ. Θα ήθελα να υπενθυμίσω τα εξής:

Πρώτον. Η κα Κιορόγλου στην προανακριτική της κατάθεση, τότε που είχε γίνει το συμβάν, τον φερόμενο ως ψευτο-αστυνομικό δεν τον είχε περιγράψει με κανένα χαρακτηριστικό του προσώπου. Όλα όσα έλεγε ήταν τα εξής: «ακόμη βλέπω ένα αστυνομικό ηλικίας 45 ετών περίπου, μετρίου αναστήματος, αδύνατο, να κρατάει στα χέρια του ένα αυτόματο όπλο›. Κανένα χαρακτηριστικό του προσώπου δεν περιγράφεται και αυτό ήθελα να υπομνήσω τότε.

Κατά συνέπεια τα περί τικ, μορφασμών κλπ., νομίζω ότι είναι υστερογενείς εντυπώσεις και είναι αποτέλεσμα κάποιας πίεσης που ένιωθε η γυναίκα αυτή, για λόγους που θα εξηγήσω παρακάτω και όχι μόνο αυτή, κάπως να βοηθήσει το έργο της αποκάλυψης των δραστών και των ενόχων.

Η φωτογραφία την οποία φέρεται να έχει αναγνωρίσει και να έχει προσυπογράψει, εικονίζει τον κ. Τζωρτζάτο χωρίς να έχει κανένα τικ, τα χείλη του είναι κολλημένα το ένα με το άλλο, τα μάτια του είναι ακίνητα, και το είπε παρά το γεγονός ότι είναι γνωστό σε όλους μας ότι όταν μας φωτογραφίζουν κατά τρόπο στημένο είτε από αυτόματο μηχάνημα, είτε για φωτογράφηση για ταυτότητες κλπ., πολλές φορές κάνουμε τικ, ανοιγοκλείνουμε τα μάτια, κάνουμε μορφασμούς στο πρόσωπο και όταν ακόμη δεν είναι συνήθειά μας αυτό το πράγμα.

Όμως στις φωτογραφίες που φέρεται ότι αναγνώρισε, δεν έχουν κάτι τέτοιο. Εξάλλου το λέει και η ίδια με επιφύλαξη «σίγουρη δεν είμαι› και ήρθε εδώ πέρα και κατηγορηματικά είπε όχι. Και αν ακόμη θα μπορούσε κανένας –εδώ τώρα απαντώ στην παρατήρηση του κ. Εισαγγελέα κ. Μαρκή- να πει «μα αυτή τον άλλο τον είχε περιγράψει τη μία 1.80, την άλλη 1 τόσο...

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό δεν αφορούσε τον πελάτη σας.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Το ξέρω ότι δεν αφορούσε τον πελάτη μου, αφορούσε την αξιοπιστία της όμως και θα ήθελα να πω ότι αν σε εκείνο το πρόσωπο πράγματι εμφάνισε δύο διαφορετικές καταθέσεις αλλά σε διαφορά τόσων χρόνων, λάβετε υπόψη ότι ως προς το ύψος του φερομένου ως ψευτο-αστυνομικού συμπίπτει απολύτως όχι μόνο με τις δικές της καταθέσεις που σε όλες έχει πει τα ίδια ακριβώς, αλλά και με τις καταθέσεις το λιγότερο πέντε άλλων ανθρώπων, οι οποίοι είτε κατάθεσαν εδώ, είτε αναγνώστηκαν οι καταθέσεις τους από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, που τα διάβασε προηγουμένως ο κ. Μυλωνάς.

Αλλά εκτός αυτού πάρτε κι ένα άλλο υπόψη σας σε ό,τι αφορά τον Τζωρτζάτο από τη γενικότερη απόδοση των κατηγοριών. Ο φερόμενος ψευτο-αστυνομικός σύμφωνα με όλα όσα λένε οι μάρτυρες έχει παίξει ένα ηγετικό ρόλο στη ληστεία και είναι και εκείνος που με αυτόματο πυροβόλησε από 70 μ. τον αστυνομικό για να τον σκοτώσει.

Μα καλά – καλά τούτος ο άνθρωπος εδώ πέρα δύο φορές κατηγορείται ότι έπιασε πιστόλι στα χέρια του, ότι πυροβόλησε από 40 πόντους μία τον Εισαγγελέα Ανδρουλιδάκη και μία τον κ. Παπαδημητρίου και ότι απέτυχε και τις δύο φορές να τους σκοτώσει. Αν θεωρήσουμε αληθή αυτά τα οποία εν πάση περιπτώσει του προσάπτει το κατηγορητήριο, που είναι και οι μόνες περιπτώσεις που του προσάπτει χρήση όπλου, θα ήταν δυνατόν και όλα τα άλλα να παραβλέψουμε ακόμη, να λεχτεί ότι ο Τζωρτζάτος είχε αυτό το ρόλο; Προφανώς όχι.

Θα ήθελα να κλείσω το σχόλιό μου με κάτι γενικότερο. Κύριε Πρόεδρε η ληστεία των ΕΛΤΑ Αιγάλεω όλως περιέργως είναι η ογκωδέστερη δικογραφία από όλες όσες εκδικάζονται εδώ. Στη δική μου ταξινόμηση καταλαμβάνει 4 χοντρούς φακέλους και τον πόνο από τον κουβάλημά της το έχει νιώσει και η σωφρονιστική υπηρεσία εδώ, διότι αυτές τις ημέρες το αφήνουμε στο Τζωρτζάτο και οι άνθρωποι κουράζονται να ελέγχουν μήπως στη δικογραφία περιέχει τίποτα άλλο.

Δράττομαι της ευκαιρίας να πω μήπως μπορεί και με δική σας υπόμνηση αυτή η ντουλάπα που είναι εδώ να μπει μια κλειδαριά για να μπορούμε να αφήνουμε δικογραφίες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα έχω πει χίλιες φορές. Έχω παρακαλέσει να διευκολυνθείτε, μην τραβάτε όλα τα χαρτιά.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ήρθαν και οι αρμόδιοι εδώ πέρα της σωφρονιστικής υπηρεσίας. Κύριε Αντωνόπουλε λέω στον κ. Πρόεδρο να μπει μια κλειδαριά στην ντουλάπα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να δείτε κι εσείς τι βάζουν μέσα στο κάτω – κάτω. Θέλω οι συνήγοροι όσο μπορούμε να τους προσέχουμε. Διότι θα κάνουν τη δουλειά τους καλύτερα και η Δίκη θα είναι καλύτερη.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Θερμά ευχαριστώ για λογαριασμό όλων.

Κλείνοντας να πω γιατί είναι ο πιο ογκώδης φάκελος: διότι έχει προηγηθεί το περιστατικό της δίκης Δαναλάτου και διότι έχουν προηγηθεί πολλά άλλα περιστατικά εσωτερικά των ΕΛΤΑ, τα οποία καταδεικνύουν δύο σοβαρά συμπεράσματα που πρέπει κανείς να τα λάβει υπόψη του. Διότι εγώ, σε αυτήν ειδικά τη ληστεία δεν έχω γενικές, έχω ιδιαίτερες αμφιβολίες αν στο σύνολό της έχει γίνει από τη 17Ν ή έχει γίνει από κάποιους υπαλλήλους των ΕΛΤΑ. Και εξηγούμαι:

Ο κ. Γρίβας ήρθε εδώ πέρα και βεβαίωσε ότι τιμωρήθηκε με την ποινή της επίπληξης, διότι του καταλογίστηκαν τέσσερις τουλάχιστον σοβαρές πλημμέλειες. Πρώτον και κυριότερο ότι δεν είχε στείλει το έγγραφο στην αστυνομία για να υπάρχει ιδιαίτερη φύλαξη όταν αναμένονταν 300 εκατομμύρια. Δεύτερον, ότι ήταν τα φώτα αναμμένα και έβλεπαν οι απ’ έξω τί γίνεται. Τρίτον ότι δεν λειτουργούσε το σύστημα συναγερμού, τέταρτον ότι περνούσε στο γραφείο του κι εκεί που ήταν τα λεφτά όποιος ήθελε. Αυτά είναι πάρα πολύ σοβαρά πράγματα και ξέρετε κάτι; Αν δεν υπήρχε η ομάδα Δαναλάτου στην οποία φορτώθηκε τότε αυτό το αδίκημα, ως εξιλαστήρια θύματα, θα είχαν πάει μέσα κάποιοι άλλοι, δεν θα είχε γλιτώσει με μία επίπληξη μόνο και με μία στέρηση βαθμού.

Διότι έχει αν όχι δόλο, υπάρχει βαρύτατη αμέλεια υπηρεσιακή ως προς αυτά. Λέω λοιπόν, ότι έχει κάθε λόγο και αυτός και οι άλλοι υπάλληλοι, ευρισκόμενοι υπό πίεση, αν μη τι άλλο ηθική, για να αποκατασταθούν έστω και έναντι της συνείδησής τους, με κάθε τρόπο να συμβάλλουν στην αποκάλυψη των δραστών. Αυτή ακριβώς η υπόθεση εδώ απομυθοποιεί πλήρως την έννοια της αναγνώρισης όταν έρχονται οι ίδιοι άνθρωποι που έχουν αναγνωρίσει τέσσερις ανθρώπους στον ίδιο ρόλο εναλλάξ στην πάροδο των χρόνων και πραγματικά, τί άλλο να πω από το να θυμίσω τα λόγια του Εισαγγελέα του κ. Μαρκογιαννάκη σε εκείνη τη διαδικασία. Ευχαριστώ.