Πολιτική
Δευτέρα, 26 Μαΐου 2003 18:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (26/05/2003) Μέρος 1/8

ΔΕΥΤΕΡΑ 26 ΜΑΪΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:00 – 11:10

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Έχουν έρθει μάρτυρες.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να εκφράσω εκ μέρους των συνηγόρων την βαθιά μας λύπη και την συμπαράστασή μας στον κ. Ζαϊρη για την απώλεια του προσφιλούς του προσώπου, από την πλευρά όλων των συνηγόρων και των μη ακόμα προσελθόντων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και η Έδρα από προχθές έχει εκφραστεί. Και πάλι θερμά συλλυπητήρια.

Έχουμε την Τράπεζα Εργασίας Περιστερίου, κάποιον ένοικο πολυκατοικίας Δαμάρεως 73, γραφεία ΕΟΚ, Πρεσβεία Ολλανδική, κλοπή αυτοκινήτου Τζομάκας, ιδιοκτήτης διαμερίσματος Δαμάρεως, ανατίναξη και βύθιση πλοίου Καραπιπέρης, ALPHA Τράπεζα Πίστως, LOWENBRAU και Καψαλάκης. Αυτά έχουμε σήμερα. Δεν υπάρχει κώλυμα για καμία. Μπορούμε να προχωρήσουμε.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, θα περίμενα να ακούσω και μία διευκρίνιση σχετικά με τα αιτήματα που είχε υποβάλλει την περασμένη βδομάδα η πολιτική αγωγή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια είναι τα αιτήματα;

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Τα αιτήματα για ενημέρωση και για την προσκόμιση του πορίσματος από την ταυτοποίηση της φωνής της κας Μαρίας Τσιντέρη και επίσης για την παρουσία κάποιων άλλων μαρτύρων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ζητήθηκαν όλα αυτά.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Θα ήθελα να πω κ. Πρόεδρε ότι το Δικαστήριό σας την περασμένη βδομάδα δυστυχώς παγιδεύτηκε διότι εδώ κάποιοι μεθόδευσαν ώστε για μια υπόθεση απλής κλοπής αυτοκινήτου να ‘ρθουν τέσσερις Στρατηγοί της ΕΛ.ΑΣ οι οποίοι κάθε άλλο παρά για την κλοπή του αυτοκινήτου μας είπαν. Ήρθαν εδώ να μας πουν για το φιάσκο της Ριανκούρ γιατί κάποιοι διάλεξαν να τους στείλουν εδώ να μας το πουν, ενώ κανείς δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να μας δώσει εξηγήσεις για το φιάσκο Πρέκα, για το φιάσκο Τσουτσουβή, για το φιάσκο της γιάφκας Καλαμά.

Επίσης κ. Πρόεδρε θέλω να πω ότι επειδή σας έχω ασκήσει σκληρή κριτική εντός και εκτός αιθούσης, δεν αμφισβήτησα όμως ουδέποτε δύο πράγματα, την ειλικρίνεια και την εντιμότητά σας. Σας παρακαλώ λοιπόν εσάς προσωπικά να μας ενημερώσετε υπεύθυνα εάν, πού και πότε διεβιβάσθη αίτημα για ταυτοποίηση της φωνής της κας Μαρίας Τσιντέρη και εάν, πού και πότε διεβιβάσθη το ανακριτικό υλικό. Με μία συμπλήρωση και θα παρακαλούσα να μας πει τί γνωρίζει περί αυτού ο αξιότιμος κ. Εισαγγελεύς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω το Δικαστήριο έχει ζητήσει. Υπάρχει απόφαση κ. Γραμματεύς; Έχετε την καλοσύνη, έχουμε πει να έρθει αυτή η ταυτοποίηση φωνής και μάλιστα είπαμε στην κα Τσιντέρη «όταν θα έρθει η ταυτοποίηση θα έρθεις πάλι εδώ. Δεν τελείωσες.› της είχαμε πει.

Σ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Βρίσκομαι στην δυσάρεστη θέση τότε κ. Πρόεδρε να πληροφορήσω το Δικαστήριό σας ότι σε καμία ελληνική αρχή μέχρι σήμερα καίτοι υπάρχουν σχετικές υπηρεσίες θεσμοθετημένες δεν έχει διαβιβαστεί ούτε υλικό, ούτε αίτημα για την ταυτοποίηση της φωνής της κας Τσιντέρη. Εάν υπάρχει οποιαδήποτε αντίρρηση περί αυτού παρακαλώ να κληθεί από το Δικαστήριό σας ο Στρατηγός ο κ. Σταυρακάκης, ο Διευθυντής των Εγκληματολογικών Υπηρεσιών για να παράσχει τις σχετικές διευκρινήσεις στο Δικαστήριό σας. Ποιος παίζει με ποιον, ποιος κοροϊδεύει ποιον;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καταρχήν ο κ. Ανακριτής θα πρέπει να μας δώσει μία ευθύ απάντηση αν αυτός έχει στείλει διότι εδώ πέρα ετέθη το θέμα ότι ο κ. Ανακριτής πήρε την φωνή. Μόνο αυτό είναι αρμόδιος να μας πει. Ο κ. Σταυρακάκης αν δεν τα έλαβε ο άνθρωπος τί να πει; Κύριε Εισαγγελεύ, έχετε το λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν υπάρχουν μυστήρια κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μυστήρια τί να υπάρχουν; Απλώς να δώσουμε διευκρινήσεις διότι έχει απορίες η πολιτική αγωγή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είπατε προηγουμένως ότι η κυρία ανάκριση, οι κ.κ. Εφέτες Ανακριτές ασχολούνται με το θέμα της Ριανκούρ. Δεν ξέρω από ποιας πλευράς. Ήδη έχει σταλεί σχετικό αίτημα της πλευράς εκείνης για το θέμα της φωνής. Έτσι δεν είναι κ. Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι, θα το βρει ο κ. Γραμματεύς. Εμείς διατάξαμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, η κυρία ανάκριση, το ανακριτικό γραφείο θα μας απαντήσει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μόνο από κει θα περιμένουμε την απάντηση. Διότι η πληροφορία ήταν ότι ο κ. Ανακριτής πήρε δείγμα φωνής. ¶ρα ο κ. Ανακριτής είναι αυτός ο οποίος θα ζητήσει την ταυτοποίηση. Εμείς δεν έχουμε εδώ πέρα τις μαγνητοταινίες.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Παρακαλώ να ρωτήσετε τον κ. Εισαγγελέα να απαντήσει εάν έχει ενημερωθεί από υπηρεσιακό παράγοντα ότι δεν υπάρχει σχετικό αίτημα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχει σημασία.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Έχει μεγάλη σημασία κ. Πρόεδρε διότι ο κ. Εισαγγελεύς την προηγούμενη φορά μας έλεγε περιμένουμε, έχει ζητηθεί, εκκρεμεί κλπ. Παρακαλώ εγώ να ερωτηθεί εάν από αρμόδιο υπηρεσιακό παράγοντα έχει ενημερωθεί ότι δεν έχει γίνει καμία τέτοια ενέργεια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εσείς γνωρίζετε ότι το σχετικό αίτημα το πήρα και το έθεσε υπόψιν του Δικαστηρίου σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως. Έχουμε πάρει απόφαση πάνω σε αυτό;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Απορώ γιατί λέγονται αυτά από την πλευρά της πολιτικής αγωγής;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είπαμε να ζητηθεί από τον κ. Ανακριτή η έκθεση ταυτοποίησης της φωνής εφόσον υπάρχει βέβαια; Κύριε Εισαγγελεύ, μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τον κ. Ανακριτή ή δεν μπορούμε; Νομίζω ότι μπορούμε. Να πάρουμε στην διακοπή ένα τηλέφωνο και να μας πει ο κ. Ανακριτής αν υπάρχει ή δεν υπάρχει τέτοια εκκρεμής διαδικασία; Δεν είναι το καλύτερο;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ θα παρακαλούσα το Δικαστήριο να στείλει ένα έγγραφο και να μας απαντήσει ο κ. Εφέτης Ανακριτής, όπως άλλωστε έχει ζητήσει η πλευρά της πολιτικής αγωγής με το αίτημά της. Να καταχωρηθεί κι αυτό το αίτημα κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχουμε αντίρρηση εμείς. Αλίμονο! Ότι είναι για την ανακάλυψη της αλήθειας το ψάχνουμε έστω κι αν είναι παράπλευρο. Προτείνετε να ζητηθεί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Παρά το ότι δεν συνδέεται κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν συνδέεται, το είδα κι εγώ. Δεν πειράζει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εν πάση περιπτώσει θα ζητηθεί.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, δεν πήρα απάντηση εάν ο κ. Εισαγγελεύς επικοινώνησε με υπηρεσιακό παράγοντα για το θέμα αυτό και υπήρξε η διαβεβαίωση ότι καίτοι υπάρχει θεσμοθετημένη υπηρεσία ουδέποτε στην υπηρεσία αυτή διεβιβάσθη σχετικό αίτημα και σχετικό ανακριτικό υλικό. Δεν πήρα απάντηση. Δεν πειράζει, το αν συνδέεται ή όχι κ. Πρόεδρε όταν εδώ εξευτελίστηκε η ηγεσία της Αστυνομίας σχετικής χρονικής περιόδου για τον τρόπου που αντιμετώπισε κάποια θέματα, λέτε και άλλων χρονικών περιόδων επί 27 χρόνια η Αστυνομία ήταν.....

Θα παρακαλέσω πάρα πολύ έχουμε πει να έρθουν κάποιοι άνθρωποι εδώ. Θα πρέπει. ¶κουσα ότι ο κ. Ανακριτής ασχολείται με το αν υπήρξε διασπάθιση του δημοσίου χρήματος καίτοι δεν είναι αυτή η εντολή που πήρε από την Ολομέλεια Εφετών. Εν πάση περιπτώσει σας παρακάλεσα και την περασμένη εβδομάδα. Ας ερευνήσουμε εμείς την πλευρά της τρομοκρατίας στην υπόθεση Ριανκούρ. Κάποιοι έστω ενώπιόν σας ας λογοδοτήσουν έστω και ως μάρτυρες γιατί άφησαν τους ανθρώπους αυτούς να φύγουν με αποτέλεσμα να κυλήσει άφθονο αίμα μετά από αυτή την αποτυχημένη ενέργεια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε δίκιο. Το Δικαστήριο αποφάσισε να ζητήσει......

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έχει αποφασίσει κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχουμε λάβει απόφαση λέει εδώ. Να ζητηθεί από τον κ. Εφέτη Ειδικό Ανακριτή κ. Ζερβομπεάκο οτιδήποτε σχετικά υπάρχει με την ταυτοποίηση της φωνής της κας Μαρίας Τσιντέρη με υπάρχουσες σε αυτόν τυχόν μαγνητοταινιών, εφόσον έχει φυσικά διαταχθεί κάτι τέτοιο. Ότι υπάρχει να μας το στείλει. Από κει και πέρα είναι και θέμα προσωπικής επικοινωνίας και του κ. Εισαγγελέα με τον κ. Ανακριτή φυσικά. Αν θέλει. Για να μην συνεχίζουμε με αυτά μπορούμε να προχωρήσουμε παρακάτω.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, έχω ένα αίτημα πριν μπείτε στην εξέταση των μαρτύρων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Το οποίο αφορά μία έκθεση όπως ονομάζεται εργαστηριακής εξέτασης κλειδιών με ημερομηνία 31 Μαρτίου 2003 και το αίτημά μου γύρω από αυτή την έκθεση νομίζω αποσαφηνίστηκε για ποια έκθεση πρόκειται. Αυτή που είχα ρωτήσει και τον κ. Εισαγγελέα την προηγούμενη εβδομάδα.

Έχω το εξής αίτημα: όπως γνωρίζετε στο δικό μας δικονομικό σύστημα η δίκη και η προδικασία είναι απολύτως ξεχωριστές μεταξύ τους και η δίκη έχει ως προϋπόθεση την ολοκλήρωση της προδικασίας. Στην προδικασία ακόμα έχουμε δύο στάδια που το ένα είναι προϋπόθεση του άλλου. Νομίζω ότι λέω τα αυτονόητα αυτή την στιγμή. Προανάκριση και ανάκριση εννοώ.

Εδώ έχουμε την καινοφανή κατάσταση να συνεχίζετε η προανάκριση, ούτε καν η ανάκριση και να γίνονται ανακριτικές πράξεις για δίκη, για πράξη η οποία ήδη βρίσκεται στο στάδιο της δίκης της με ημερομηνία 21 Μαρτίου 2003. δηλαδή 20 μέρες περίπου μετά την έναρξη της δίκης φαίνεται ότι η προανακριτικές αρχές, οι αστυνομικές αρχές διεξήγαγαν ανακριτική πράξη για την υπόθεση που δικάζεται και συγκεκριμένα εξέτασαν κατασχεμένα κλειδιά από το σπίτι του κ. Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, τα αντιπαρέβαλλαν με κλειδιά του κ. Σάββα Ξηρού και βρήκαν ότι ομοιάζουν. Αυτό είναι φυσικά ανακριτική πράξη και έτσι το ονομάζουν και οι ίδιοι. Θεωρούν ότι συνέταξαν έκθεση γι αυτό το ζήτημα την οποία και την υπέβαλλαν στο Δικαστήριο.

Αυτό καταργεί κάθε έννοια δίκης γιατί ακριβώς δίκη σημαίνει ότι έχει ολοκληρωθεί η ανάκριση και η προανάκριση μιας πράξης και το αποτέλεσμά της εισάγεται προς κρίση στο Δικαστήριο. Δεν μπορούμε κάποιον να τον ανακρίνουμε για το αν υπάρχουν αποχρώσεις, ενδείξεις για να δικαστεί και ταυτόχρονα να τον δικάζουμε για την ίδια πράξη.

Νομίζω ότι αυτά τα πράγματα είναι τελείως έξω από τις θεμελιώδεις ιδέες που έχει το δικονομικό μας σύστημα και κάθε δικονομικό σύστημα και θα πρόσθετα και κάθε λογικό σύστημα. Επιπλέον το να στηρίζεται μια κατηγορία η οποία ήδη δικάζεται και η εκδίκασή της έχει φτάσει ήδη και στην μέση, έχουν ολοκληρωθεί αρκετά στάδια με νέα αποδεικτικά στοιχεία, αυτό ουσιαστικά κάνει την δίκη κινούμενη άμμο. Απαγορεύει στον κατηγορούμενο να έχει σαφές το πεδίο της κατηγορίας των στοιχείων που στηρίζουν την κατηγορία και να ξέρει σε τί θα αμυνθεί.

Αυτό είναι σαφώς αντίθετο με το exit της ΕΛΒΕ και αναφέρομαι στην παράγραφο 3α και 3β που επιβάλλει ο κατηγορούμενος να ξέρει ακριβώς την κατηγορία για την οποία δικάζεται και να έχει και έναν ικανό χρόνο και τις αναγκαίες ευκολίες για να προετοιμαστεί να αντικρούσει την κατηγορία. Αυτό όπως καταλαβαίνετε κουρελιάζεται στο βαθμό που ο κατηγορούμενος έχει δικαστεί, έχει προτείνει ήδη τους μάρτυρες υπεράσπισής του, έχει συγκεντρώσει τα αποδεικτικά του μέσα και τότε εισάγονται με ανακριτικές πράξεις νέα στοιχεία.

Θα πρόσθετα εδώ και το εξής ζήτημα: είναι σαφώς παράνομο ο Εισαγγελέας οποιουδήποτε Δικαστηρίου να έχει στα χέρια του ανακριτικές εκθέσεις, δικόγραφα δηλαδή και να μην τα συσχετίζει αμέσως με την δικογραφία. Εδώ δεν πρόκειται για την περίπτωση του 364 που αναφέρεται στα έγγραφα που κάθε διάδικος όποιο έγγραφο θέλει μπορεί να το καταθέσει στο Δικαστήριο και να ζητήσει να αναγνωστεί. Πρόκειται για ανακριτικές εκθέσεις. Έτσι επονομάζεται αυτό το έγγραφο και από το περιεχόμενό του αυτό ακριβώς είναι.

Εκθέσεις δεν μπορεί κανένας λειτουργός και πολύ περισσότερο η Εισαγγελία να τις κρατάει στο συρτάρι της και να κρίνει το χρόνο που θα τις συσχετίσει, θα τις εισάγει στην δικογραφία ή στο Δικαστήριο. Την περασμένη εβδομάδα, ακούσαμε εδώ από τον Εισαγγελέα της Έδρας ότι για περίπου 45 μέρες κράτησε αυτή την έκθεση στα χέρια του χωρίς να την φέρει στο Δικαστήριο. Κατά την γνώμη μου αυτό είναι απολύτως παράνομο.

Έχω αίτημα. Δεν τα θέτω έτσι απλώς για να κάνω μία δήλωση. Ενόψει αυτών νομίζω ότι το Δικαστήριο πρέπει να επιστρέψει ως απαράδεκτο κάθε έγγραφο, κάθε έκθεση που ενσωματώνει ανακριτική πράξη η οποία έγινε μετά την έκδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος, πολύ περισσότερο μετά την έναρξη της δίκης και να εκδοθεί απόφαση επί αυτού. Αναφέρομαι σε αυτό το συγκεκριμένο έγγραφο, σε αυτή την συγκεκριμένη έκθεση και σε όλες αυτές τις εκθέσεις των 12 τόμων οι οποίες φέρουν ημερομηνίες μεταγενέστερες από την ημερομηνία έναρξης της δίκης.

Ρητά επιφυλάσσομαι για το περιεχόμενο αυτών των εκθέσεων. Το μόνο που μπορώ να πω από τώρα είναι ότι σαφώς με μια απλή ανάγνωση καταδεικνύει ότι είναι κατασκευασμένο. Είναι γελοίο το περιεχόμενο αυτής της έκθεσης. Αυτό αποδεικνύεται με έγγραφα και με λογικούς συνειρμούς αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης.

Της παρούσης είναι αν παραδεκτά μπορεί ένα Δικαστήριο να αντιμετωπίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο από τις προανακριτικές αρχές. Ουσιαστικά να του στερείτε την εξουσία και να το δέχεται ή όχι αυτό το Δικαστήριο να δικάζει με αυτούς τους όρους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ, έχετε το λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Δικασταί, ακούω την υπεράσπιση και διαβλέπω την αγωνία της. Αγωνιά σαν να φοβάται. Δεν θα πω τίποτα περισσότερο στο σημείο αυτό. Η Εισαγγελία ενδιαφέρεται να χυθεί άπλετο φως, πολύ φως, όσο το δυνατόν περισσότερο φως. Σε αυτή της την επιδίωξη κ. Δικασταί προσήγαγε στο Δικαστήριό σας και αυτές τις εκθέσεις πριν από τον χρόνο κατά την διαδικασία που θα γίνει η έρευνα αυτών των εκθέσεων, πολύ πριν. Αυτές τις εκθέσεις τις έθεσε υπόψιν των κ.κ. υπερασπιστών και των κατηγορουμένων ακριβώς για να λάβουν γνώση και να προετοιμαστούν.

Αυτές οι εκθέσεις δεν θίγουν την κατηγορία. Η κατηγορία είναι μία και ιδία. Από την στιγμή που ασκήθηκε από τον κ. Εισαγγελέα Εφετών τον αρμόδιο μέχρι την στιγμή που απολογήθηκαν οι κατηγορούμενοι και παραπέμφθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου σας. Δεν μεταβάλλεται η κατηγορία. Μία είναι η κατηγορία. Ώστε δεν τίθεται θέμα προδικασίας όπως ισχυρίζεται η υπεράσπιση.

Απλά στην πορεία διαπιστώθηκε η ύπαρξη και αυτών των εκθέσεων, οι οποίες επαναλαμβάνω τίθενται στην απόρριψη των στοιχείων της κατηγορίας είτε έτσι, είτε αλλιώς. Προσπάθησε να μεμφθεί την Εισαγγελία η υπεράσπιση, ότι την είχε την έκθεση στα χέρια της και δεν την έθεσε υπόψη του Δικαστηρίου. Ναι, την είχαμε πράγματι. Δεν ήταν η ώρα της ούτε ακόμα η ώρα έχει έρθει. Ακόμα δεν έχει έρθει η ώρα της. Ακριβώς την είχαμε στην κρίση του Δικαστηρίου και την θέσαμε υπόψη του Δικαστηρίου.

Απορώ λοιπόν γιατί όλα αυτά τα περί ΕΣΔΑ και άλλα τινά της υπεράσπισης; Κύριε Πρόεδρε, τα πράγματα είναι απλά. Στοιχεία τα οποία συνδέονται με την κατηγορία και τους κατηγορουμένους αυτά ενδιαφέρουν το Δικαστήριο και την κατηγορία και τους κατηγορουμένους. Οι κατηγορούμενοι έχουν ένα αίτημα. Να δικαστούν δίκαια. Να κριθεί η ενοχή ή η αθωότητά τους δίκαια. Το ίδιο αίτημα έχει και η Εισαγγελία. Ενδιαφέρεται για την δικαιοσύνη, για το φως.

Δεν θα πάψω κ. Πρόεδρε να το επαναλαμβάνω έστω κι αυτό ακούγεται παλαιομοδίτικο. Τα στοιχεία αυτά επαναλαμβάνω είναι στοιχεία της δικογραφίας. Πρέπει να το Δικαστήριο να τα ερευνήσει, να τα εξετάσει, να τα συνδυάσει με τα άλλα αποδεικτικά στοιχεία. Τα υπόλοιπα τα οποία λέει η υπεράσπιση βεβαίως και τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το νόμο πρέπει να απορριφθούν.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: Δεν νομίζω ότι είναι καινοφανές αυτό. Έχει γίνει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις και δεν άκουσα από τον συνάδελφό μου να μας αναφέρει την διάταξη του Κ.Π.Δ. συγκεκριμένα που παραβιάστηκε από την συγκεκριμένη ενέργεια δεδομένου ότι ο κ. Εισαγγελεύς μπορεί και μάρτυρες να προτείνει και έγγραφα να προσκομίζει. Βέβαια εδώ αναφερόμεθα σε μία πολύμηνη δίκη και η αναφορά που έγινε στην ευρωπαϊκή σύμβαση σίγουρα αναφέρεται σε δίκες μάλλον πολύ σύντομες όπου δεν υπάρχει χρόνος. Η διάρκεια αυτής της δίκης σαφέστατα δίνει το χρόνο στους κατηγορούμενους τον επαρκή να προετοιμαστούν για οτιδήποτε τίθεται υπόψη τους.

Όσον αφορά την επίκληση ότι ήδη έχουν οι μάρτυρες υπεράσπισης προταθεί, κ. Πρόεδρε οι μάρτυρες υπεράσπισης έχουν προταθεί αλλά δεν έχει προταθεί το περιεχόμενο των καταθέσεών τους. Σαφώς και μπορούν να καταθέσουν επί παντός του επιστητού.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, συμπληρωματικώς δυο κουβέντες. Επειδή ακούγεται η πλευρά εκείνη, οι μάρτυρες υπεράσπισης δεν εξετάζονται στο τέλος των αποδεικτικών στοιχείων; ¶λλα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία θα φέρει η πλευρά εκείνη δεν θα εξετάσει το Δικαστήριο; Πρέπει να τα έχει σώνει και καλά στην αρχή της αποδεικτικής διαδικασίας; Εάν τα ανακαλύψει στην πορεία δεν έχει καθήκον να τα φέρει; Στοιχεία τα οποία ή τείνουν στην αθώωση των κατηγορουμένων; Και αν δεν τα φέρει δεν θα διαπράξει ακόμα και αξιόποινη πράξη; Το ίδιο κάνει και η Εισαγγελία κ. Πρόεδρε.

Εάν η Εισαγγελία έχει στοιχεία και δεν τα προσαγάγει στο Δικαστήριο τότε δεν κάνει καλά την δουλειά της. Γι αυτά τα έφερε, επειδή θέλει να κάνει καλά την δουλειά της και επειδή σέβεται το Δικαστήριο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να κάνουμε μία ανατομία της περίπτωσης. Εσείς στηρίζεστε βέβαια στο δικονομικό σύστημα καταρχήν το οποίο λέει ότι κάποτε τελειώνει η προδικασία και μετά αρχίζει η διαδικασία και δεύτερον, η αρχή της δίκαιης δίκης η οποία παραβιάζεται όμως πότε: Όταν φέρουμε κάποιο στοιχείο και δεν έχουμε καιρό να το αντικρούσουμε ή όταν φέρουμε οπωσδήποτε καινούργιο στοιχείο στη δίκη;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Όταν συνεχίζεται η ανάκριση της υπόθεσης, ουσιαστικά και αυτό που υποκρύπτεται είναι ότι υπάρχει ένας προανακριτικός μηχανισμός ή αρχή η οποία παρακολουθεί τη δίκη και ανάλογα με την πορεία της δίκης διεξάγει ανακριτικές πράξεις και τις εισφέρει για να καθοδηγήσει πια το αποτέλεσμα της δίκης ανάλογα με αυτό που βλέπει. Αυτό φυσικά δεν έχει καμία σχέση με δίκαιη δίκη. Δηλαδή πρακτικά –για να γινόμαστε και πρακτικοί καμιά φορά- γίνεται μια διαδικασία δυόμισι μηνών, κάποιο κέντρο, αυτό που υπογράφει, μη λέμε κάποιο κέντρο, η αστυνομία που βάζει τις υπογραφές της, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, βλέπει ότι τα στοιχεία για τον Γιωτόπουλο φερ’ ειπείν δεν είναι επαρκή, διεξάγει τώρα νέες ανακριτικές πράξεις και έρχεται στο Δικαστήριο και λέει «πάρτε υπόψη σας και αυτό›.

Αν το επέτρεπε το δικονομικό μας σύστημα θα συζητούσαμε την ουσία, κατά πόσον είναι κατασκευές, πλαστά και τέτοια. Δεν πρόκειται περί αυτού όμως εδώ. Αυτό που πρόκειται εδώ είναι αν μπορούμε να έχουμε δίκη και προανάκριση μαζί για την ίδια πράξη και μετά την Εισαγγελική αγόρευση νομίζω ότι συνομολογήθηκε η βάση του αιτήματός μου. Ο κ. Εισαγγελέας στην αγόρευσή του μίλησε όντως για εκθέσεις προανακριτικών υπαλλήλων, αυτό είπα κι εγώ, ότι τώρα που εσείς δικάζετε κάποιοι κάνουν προανακριτικές εκθέσεις εδώ γιατί φυσικά δεν τις έχετε διατάξεις εσείς, τις κάνουν στο πλαίσιο του ότι ενήργησαν προανάκριση για το συγκεκριμένο αδίκημα και σας τις εισφέρουν, περί αυτού πρόκειται.

Είναι άλλο το ζήτημα αν εκ της διαδικασίας προέκυπτε κάποιο κενό και διέτασσε το Δικαστήριο να γίνει οποιαδήποτε πραγματογνωμοσύνη, αυτοψία και άλλο οίκοθεν ο προανακριτής που δεν είναι πλέον προανακριτής, έχει επικριθεί κάθε εξουσία για τη δικαζόμενη πράξη, αυτά είναι τα αυτονόητα και εδώ απαντώ και στον συνάδελφό μου της Πολιτικής Αγωγής, αυτή είναι η δομή της δίκης κι έρχεται και ο κ. Εισαγγελέας και συνομολογεί ότι, ναι, είναι έκθεση των προανακριτικών υπαλλήλων. Αυτό λέω κι εγώ, αλλά εκείνο που προσθέτω είναι: πού τους βρήκαν τους προανακριτικούς υπαλλήλους τώρα; Γίνεται προανάκριση καμιάς υπόθεσης ή δικάζεται;

Δεύτερο θέμα: Μας λέει ο κ. Εισαγγελέας και συνομολογεί το αίτημά μου και σ’ αυτό, ότι δεν ήταν η ώρα τους. Ποια είναι η ώρα για να μπαίνουν οι εκθέσεις των ανακριτικών υπαλλήλων στη δικογραφία; Δεν είναι η ώρα, μέχρι να εισαχθεί στο αρμόδιο συμβούλιο, για να εκδοθεί βούλευμα; Εμείς ζητήσαμε να συσχετισθούν, μετά την έκδοση του βουλεύματος, ορισμένά πολύ αναγκαία έγγραφα με αυτή τη δικογραφία, με έγγραφη αίτησή μας που θα υπάρχει μέσα στη δικογραφία και η απάντηση που λάβαμε είναι ότι μετά την έκδοση του βουλεύματος κανένα έγγραφο δε μπορώ να βάλω μέσα στη δικογραφία.

Εδώ σήμερα έχουμε το γεγονός ότι έχουμε ανακριτικές πράξεις που έγιναν στο πλαίσιο της δίκης και ο κ. Εισαγγελέας έκρινε ότι οι εκθέσεις θα αποφασίσει αυτός πότε είναι η ώρα τους να μπουν στη δικογραφία και να γίνουν κτήμα των διαδίκων. Κι αν αποφάσιζε ότι ήταν αργότερα δηλαδή; Εκεί είναι δικαίωμά του; Για εκθέσεις μιλάμε, δε μιλάμε για έγγραφα και να μη γίνεται σύγχυση με τη διάταξη του 364 που αναφέρεται στα έγγραφα που εισφέρουν οι διάδικοι. Είναι άλλο το ζήτημα αν βρει κάτι σε μια εφημερίδα φερ’ ειπείν, ένα δημοσίευμα και το προσκομίσει μια οποιαδήποτε πλευρά. Νομίζω ότι λέω τα αυτονόητα πια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα κατανοήσαμε πλήρως.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Νομίζω ότι πρέπει να πάρετε απόφαση μετά από όσα εξέθεσε και η Εισαγγελική έδρα να επιστρέψετε ως απαράδεκτα αυτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επιφυλάσσεται το Δικαστήριο να το σκεφθούμε κι εμείς, να το μελετήσουμε, διότι πράγματι ετέθη ένα θέμα σοβαρό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Η αστυνομική αρχή διεξάγει έρευνες γενικώς για την τρομοκρατία και στην πορεία ανακαλύπτει διάφορα στοιχεία. Και άλλα στοιχεία θα δείτε για την τρομοκρατία, στην εγκληματική δράση της τρομοκρατίας. Όταν τα ανακαλύπτει θα τα κρατήσει στο συρτάρι της εάν τυχόν αυτά συνδέονται με αυτή τη δίκη; Δεν έχει καθήκον κ. Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή η διευκρίνισή σας είναι ότι δεν γίνεται ειδικά γι αυτό, αλλά διεξάγει γενικά για την τρομοκρατία, «βρήκαμε κάτι, να το φέρουμε εδώ πέρα›. Αυτή είναι η θέση του κ. Εισαγγελέα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Νομίζω ότι υπάρχει κάποια σύγχυση ως προς τη φύση του Δικαστηρίου σας από την Εισαγγελική έδρα. Δεν είστε το Δικαστήριο που δικάζει την τρομοκρατία γενικώς, εδώ αν έχω καταλάβει καλά δικάζετε 19 κατηγορουμένους για πράξεις που περιγράφονται σε ένα συγκεκριμένο βούλευμα. Ο κ. Εισαγγελέας λέει ότι η αστυνομία κάνει έρευνες για την τρομοκρατία και ό,τι βρίσκει το φέρνει σε σας να το συσχετίζετε. Εσείς τί είστε; Το Δικαστήριο της τρομοκρατίας εν γένει; Νομίζω ότι πάλι πρέπει να πω τα αυτονόητα, ότι όταν διαπιστώνεται παράνομη πράξη είτε για έναν δικαζόμενο κατηγορούμενο είτε για οποιονδήποτε πολίτη αυτής της χώρας, ασκείται νέα δίωξη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά θα τα δούμε. Σας αρκεί ότι κατανοήσουμε τις θέσεις σας. Νομίζω ότι μπορούμε να προχωρήσουμε γιατί έχουμε πολλή ιστορία σήμερα, είναι κόσμος εδώ, μη τον κρατάμε.

Έχουμε μάρτυρες από την Τράπεζα Εργασίας Περιστερίου. Ο κ. Κονδύλης και ο κ. Κωστάρης δεν είναι εδώ. Κύριε Αγιοστρατίτη τους εκπροσωπείτε εσείς τους απόντες.

Ο κ. Χρηστίδης Χρήστος. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πού ήσαστε εκείνη την ημέρα που έγινε κάποια ληστεία; 18/7/90 το πρωί.

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Δούλευα στο υποκατάστημα της Τράπεζας Εργασίας στο Περιστέρι στον 1ο όροφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί καθήκοντα είχατε στην Τράπεζα;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Υπάλληλος Εμπορικού τμήματος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κάποια στιγμή ήρθαν τίποτε περίεργοι πελάτες εκεί μέσα; Ποιοι ήταν αυτοί;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Ανέβηκαν αν θυμάμαι καλά, γιατί έχει περάσει καιρός, δύο άτομα στον ημιώροφο, ο ένας πήγε προς το γραφείο του κ. Διευθυντή, ο άλλος κάθισε στη σκάλα, ακούστηκε ξαφνικά μια φωνή «ληστεία› από κάτω, απ’ το ισόγειο και με το που σηκωθήκαμε από τις καρέκλες να δούμε τί γίνεται από το μπαλκόνι που έχει η Τράπεζα, μας κατέβασαν κάτω και μας συγκέντρωσαν κοντά στα χρηματοκιβώτια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσα πρόσωπα ήταν που είδατε εσείς;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Εγώ σαφώς θυμάμαι τους δύο κι άλλους τρεις που ήταν κάτω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αναγνωρίζετε κανέναν; Μπορείτε να μας περιγράψετε κανέναν απ’ αυτούς;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Το μόνο που θυμάμαι αλλά δε μπορώ να το πω με βεβαιότητα 100%, ήταν ένας λεπτός αδύνατος τύπος ο οποίος ανέβηκε πάνω στον ημιώροφο. Αδύνατος, κοντός.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να αναγνωρίσετε ποιος είναι εδώ ο αδύνατος κοντός;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Όχι, δε μου λέει κάτι κανένας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε πει για κάποιον όμως, ονομαστικά. Θυμάστε ποιον έχετε πει;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Μου είχαν δείξει κάποια φωτογραφία και λέω «μοιάζει παιδιά, δεν είμαι βέβαιος›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ξέρετε ποιος κύριος ήταν;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Κονδύλης μου είχαν πει....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον κ. Κονδύλη είχατε πει ότι μοιάζει. Λέτε: «Η φωτογραφία που μου επιδεικνύεται μοιάζει με το πρόσωπο του ενός από τα δύο άτομα›.

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Τώρα όμως που κοιτάζω εδώ δε μου φέρνει κάτι στο μυαλό το οποίο να πιστοποιήσει 100%.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε τώρα ποιος είναι ο κ. Κονδύλης ο οποίος δεν σας φέρνει στο μυαλό... Κοιτάξτε και πείτε, ποιος λέτε ότι είναι ο κ. Κονδύλης;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Δε μπορώ να σας πω, έχει φοβερή διαφορά με αυτό που είχα συγκρατήσει εγώ εκείνη τη στιγμή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θυμάστε πότε ήταν όμως; Ήταν το ’90. Σε 12 χρόνια δεν αλλοιώνεται η φυσιογνωμία;

Χ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Ναι, αλλά δεν μπορώ να πω με πεποίθηση ότι κάποιος από τους κυρίους....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί απ’ ότι θυμάμαι ο κ. Κονδύλης λέει ότι δεν ήταν σε αυτή την πράξη. Κύριε Κονδύλη, μπορείτε να μου πείτε, ήσαστε εσείς εκεί;

Σ. ΚΟΝΔΥΛΗΣ: Όχι, σας το έχω ξαναπεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχω τίποτε άλλο, πηγαίνετε στο καλό.

Ο κ. Λιάκουρας Αθανάσιος. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πού ήσαστε εκείνη την ημέρα που έγινε κάποια ληστεία στην Τράπεζα Εργασίας στο Περιστέρι;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Εργαζόμουν στην Τράπεζα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί εργασία κάνατε;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Υπάλληλος χορηγήσεων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήρθαν τίποτα περίεργοι πελάτες για «χορήγηση› εκείνη την ημέρα;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Δεν είχε προλάβει ακόμα να ξεκινήσει η ροή της ημέρας, γιατί ήταν αρκετά πρωί που έγινε η ληστεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπήκαν όμως μια ομάδα ανθρώπων. Πόσοι ήταν;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Επτά. Αυτό το διαπιστώσαμε εκ των υστέρων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Οι οποίοι τί ζήτησαν;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Κάποιος έδωσε το σύνθημα ότι γίνεται ληστεία μέσα στην Τράπεζα, είχαν ακροβολιστεί στην Τράπεζα στο ισόγειο και στο πατάρι επάνω, συγκέντρωσαν όλον τον κόσμο στο ισόγειο και στη συνέχεια εξελίχθηκε η ληστεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς τί κάνατε; Δώσατε χρήματα, δεν δώσατε;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ήμουν σε μία άκρη του καταστήματος και κάποιος από τους επτά είχε μια ομάδα ανθρώπων με ένα όπλο που μας κρατούσε εκεί στην άκρη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον θυμάστε αυτόν ποιος ήταν;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς τον ξεχάσατε; Μήπως στον ανακριτή αναγνωρίσατε κάποιον;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Οι συνθήκες είναι αρκετά δύσκολες εκείνη την ώρα. Να σας πω μόνο ένα χαρακτηριστικό: Ότι όταν δώσαμε καταθέσεις, μετά που δίνονται ξεχωριστά οι καταθέσεις, για το ίδιο άτομο που κρατούσε εμάς τους τέσσερις, υπήρχαν τέσσερις διαφορετικές καταθέσεις για τα χαρακτηριστικά του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για να δούμε εσείς τί είχατε πει τότε: «Ο ένας ήταν ψηλός, 1,80 περίπου, γεμάτος, στρογγυλό πρόσωπο, μαύρα μαλλιά, λεπτό μουστάκι και ελαφρά αξύριστος, ηλικίας 35-40 ετών. Το δεύτερο που ήταν δίπλα στην πόρτα, ήταν ηλικίας περίπου 30 ετών με κοντά καστανόξανθο μαλλί, σπαστό, χτενισμένο προς τα πίσω. Φορούσε ένα πολύχρωμο μπλουζάκι σε αποχρώσεις κίτρινου-πορτοκαλί και σε όλη τη διάρκεια της ληστείας φορούσε ....... τα οποία κατέληγαν σε μια τσάντα. Αυτός ήταν το μόνο άτομο ανοιχτόχρωμο εν συγκρίσει με τους άλλους και είχε γαλανά μάτια. Το τρίτο άτομο ήταν μετρίου αναστήματος, αδύνατος, καστανόξανθο μαλλί, ίσιο, με μπεζ πουκάμισο και υφασμάτινο παντελόνι γκρι χακί. Κρατούσε περίστροφο με μύλο του οποίου η κάνη ήταν πιο μακριά από την κάνη του άλλου περιστρόφου. Μου έκανε εντύπωση η ψυχραιμία τους, η μεθοδικότητα› κτλ.

Αυτή είναι η περιγραφή. Τα θυμάστε τώρα; Πήγατε όμως και στον ανακριτή και λέτε: «Μου είναι αδύνατο να θυμηθώ μετά από 12 χρόνια χαρακτηριστικά των δραστών εκτός από την περίπτωση του Χριστόδουλου Ξηρού, τον οποίο είδα στην τηλεόραση και στη φωτογραφία που μου επιδεικνύεται, ο οποίος νομίζω τότε είχε ένα μουστάκι›. Πώς το είπατε αυτό στον ανακριτή; Ελαφρά τη καρδία ή έτσι ήταν όταν το είπατε, ή φοβάστε τώρα, ή αλλάξατε γνώμη τώρα;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Τίποτε απ’ όλα αυτά δε συμβαίνει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έρχεστε και κατονομάζετε έναν άνθρωπο και με βάση αυτόν γίνεται και η παραπομπή. Τώρα τί λέτε; Ήταν ή δεν ήταν;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Λέω το εξής: Ότι μετά από 12 χρόνια, βλέποντας κάποιες φωτογραφίες και προσπαθώντας να ανακαλέσω στο μυαλό μου εκείνη την ημέρα τη συγκεκριμένη, υπό κάποιες προϋποθέσεις, ο κύριος ο οποίος αναφέρω θα μπορούσε να ήταν αυτός που ήταν στο κέντρο της αίθουσας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί δεν είπατε κανέναν άλλον; «Μου είναι αδύνατο να θυμηθώ μετά από 12 χρόνια χαρακτηριστικά των δραστών, εκτός από την περίπτωση του Χριστόδουλου Ξηρού τον οποίο είδα στην τηλεόραση και στη φωτογραφία που μου επιδεικνύεται, ο οποίος νομίζω τότε είχε ένα μουστάκι›. Δε δείχνετε να έχετε αμφιβολία, μόνο για το μουστάκι λέτε «νομίζω ότι είχε και μουστάκι›.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Τα χαρακτηριστικά του, ο όγκος του, το ύψος του κτλ., στο μυαλό μου μου έφεραν εκείνη την εικόνα που είχα εκείνη τη στιγμή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αλλά δε μπορείτε να είστε βέβαιος ότι είναι αυτός όμως.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Σωστά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως ακόμα μπορείτε να πείτε ότι ήταν ο Χριστόδουλος χωρίς να είστε βέβαιος ή λέτε ότι σίγουρα δεν ήταν ο Χριστόδουλος ή «δε ξέρω αν ήταν ο Χριστόδουλος› ή οτιδήποτε άλλο;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Πριν από μερικά χρόνια ακριβώς την ίδια αίσθηση είχα στο μυαλό μου και για τον κ. Δαναλάτο που έχει κάποια τέτοια χαρακτηριστικά, όταν διάβασα στις εφημερίδες ότι ήταν μέσα σε μια διαδικασία ληστειών. Δεν είναι αυτό το κριτήριο που σε κάνει να πεις ότι είναι ή δεν είναι. Αυτό που πιστεύω αυτό λέω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή με λίγα λόγια μοιάζει στη σωματοδομή, στον όγκο, στο σώμα κτλ. με αυτόν αλλά δεν είστε βέβαιος.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ακριβώς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν εγώ σας πω ότι ο ίδιος παραδέχτηκε τη ληστεία με την απολογία του τί θα πείτε εσείς;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Τί θα μπορούσα να πω;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Στην απολογία του έχει ομολογήσει ότι μαζί με τον Βασίλη Ξηρό..... Έχει ομολογήσει. Τί λέτε εσείς τώρα;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Καλώς έχει ομολογήσει αν το έχει κάνει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Καλώς ομολόγησε;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ρωτάτε εμένα αν καλώς ομολόγησε ο κ. Ξηρός; Δεν την καταλαβαίνω την ερώτηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πώς δεν την καταλαβαίνετε; Εσείς λέτε ότι έμοιαζε και ο ίδιος ομολογεί.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Αυτό πρέπει να επιβεβαιώσει το δικό μου επειδή ομολογεί ο ίδιος;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν ξέρω, εσείς θα μου το πείτε.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Συγνώμη, αλλά όλα αυτά ήταν ένας συγκερασμός γεγονότων που νομίζω εσάς θα οδηγήσει να βγάλετε συμπεράσματα, όχι να ομολογήσω εγώ αυτό το πράγμα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτό λέτε;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Αυτό λέω.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε μάρτυς θέλω να μου πείτε πώς σκέφτεστε, γιατί αυτή η βεβαιότητα στον ανακριτή, γίνεται πλήρης αμφιβολία στο ακροατήριο. Αυτό θέλω να εξηγήσετε.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Συγχωρήστε με, στον ανακριτή δεν υπήρξε καμία βεβαιότητα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό να το εξετάσουμε, αλλά όπως έχει διατυπωθεί η κατάθεσή σας στον ανακριτή δείχνει κάποια βεβαιότητα. Εξηγήστε μας λοιπόν εσείς τί είπατε στον ανακριτή.

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Να σας πω τί ακριβώς έγινε στον ανακριτή: Μου έδωσαν τις φωτογραφίες τις πρόσφατες που είχα δει και σε όλες τις εφημερίδες και λέω «παρακαλώ αν θέλετε να με βοηθήσετε για να πω κάτι παραπάνω, θα ήθελα να είχα αν έχετε κι εσείς, υλικό και φωτογραφίες της εποχής εκείνης›. Μου είπε ότι δεν υπάρχει υλικό, τελείωσε η συζήτηση κι έφυγα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Η κατάθεση που υπογράψατε, ότι μετά από τόσα χρόνια δε μπορείτε να αναγνωρίσετε κανέναν εκτός από τον τάδε με επιφύλαξη μόνο για το αν είχε ή δεν είχε μουστάκι;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Είπα αυτό ακριβώς που πίστευα ότι θα μπορούσε να βοηθήσει στις ανακριτικές αρχές, στο έργο το οποίο έχουν να κάνουν.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Το πιστεύατε για να βοηθήσει ή γιατί ήταν πεποίθησή σας αυτό που καταθέσατε; Η απορία μου είναι αυτή: Πώς η πεποίθησή σας που καταχωρήθηκε σε μια κατάθεσή σας, ανατρέπεται σήμερα στο ακροατήριο;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ποτέ δε μίλησα για πεποίθηση και ότι είπα χωρίς αμφιβολία ότι αυτός είναι. Έδωσα το στίγμα εκείνου που πιστεύω ότι θα μπορούσε να βοηθήσει τις ανακριτικές αρχές.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τί στίγμα δηλαδή;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Ότι υπό όρους και προϋποθέσεις.....

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ποιους όρους και ποιες προϋποθέσεις;

Α. ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ: Αν είχα το υλικό του 1991 να το δω και να ξαναθυμηθώ μια σειρά από πράγματα, εξάλλου στην κατάθεσή μου υπάρχει κι ένα άλλο στοιχείο από το 1991 που λέω ότι ο τρόπος που ενήργησαν αυτοί οι άνθρωποι που μπήκαν μέσα στο κατάστημα, η συμπεριφορά τους κι όλα αυτά τα πράγματα, με έκαναν να πιστεύω ότι είναι μέλη τρομοκρατικής Οργάνωσης. Αυτό το έχω πει το 1991.