Πολιτική
Τρίτη, 17 Ιουνίου 2003 18:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (17/06/2003) Μέρος 1/7

ΤΡΙΤΗ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003

ΔΙΚΗ 17Ν

ΔΕΥΤΕΡΑ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:05 – 10:50

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Έχουμε τους μάρτυρες του κ. Γεωργιάδη.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε ζήτησα τον λόγο προκειμένου να θέσω υπόψη του δικαστηρίου σας και των παραγόντων της δίκης, ένα σοβαρό κατά τη γνώμη μου ζήτημα, όπως είναι η επικείμενη από σήμερα διακοπή της ηχογράφησης και απομαγνητοφώνησης των πρακτικών της δίκης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το έμαθα κι εγώ.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Όπως έχει γραφτεί σε δημοσιεύματα την Πέμπτη και την Παρασκευή και συμπληρωματικά σε προφορική ενημέρωση που είχα από δημοσιογράφους, η πρόφαση –γιατί κατά τη γνώμη μου πρόκειται για πρόφαση- είναι πρόβλημα οικονομικό. Συγκεκριμένα από ό,τι πληροφορούμαι η Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών είναι εκείνη στην οποία έχει επιτραπεί από το Υπουργείο Δικαιοσύνης η κάλυψη της δίκης, την έχει αναθέσει σε μια τεχνική εταιρεία έναντι αμοιβής 4 εκ. το μήνα.

Τα χρήματα αυτά αρχικώς τα πλήρωναν όλες οι εφημερίδες και επιμερίζονταν το ποσό κι έβγαινε μικρό. Στη διάρκεια του χρόνου της δίκης άρχισαν μία – μία οι εφημερίδες να αποσύρονται, έτσι που τελικά έμειναν 4, νομίζω η «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ›, το «ΒΗΜΑ›, η «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ› και κάποια άλλη, με αποτέλεσμα να πρέπει να πληρώνουν 1 εκ. το μήνα και από ό,τι λένε το ποσό αυτό πλέον το θεωρούν δυσβάστακτο και δεν μπορούν να πληρώνουν περισσότερο.

Έχω την πεποίθηση ότι εάν είναι πράγματι έτσι –που δεν μπορώ να το ελέγξω αλλά και δεν έχω και λόγο να το αμφισβητώ- είναι το Υπουργείο Τύπου εκείνο και γενικά η πολιτεία η οποία πρέπει να δώσει τη λύση και να πληρώσει και 4 και 8 και 12 εκ. Η δίκη δεν έχει κατά την εκτίμησή μου διάρκεια πάνω από 2 – 3 μήνες ακόμη το πολύ και τα οποία ποσά μπροστά στα 700 εκ. (ενδεικτικά το λέω) δαπανηθεί για τη διαμόρφωση της αίθουσας αυτής, είναι ψιχία.

Αντίθετα η αναγκαιότητα να μείνουν τα ηχογραφημένα πρακτικά μιας δίκης -η οποία ανεξάρτητα από το ποια θέση παίρνει κανείς- είναι σίγουρα ιστορική, είναι αναγκαία, ιδίως μετά από την απαγόρευση της τηλεοπτικής κάλυψης, διότι πραγματικά η έλλειψη των πρακτικών, θα βυθίσει στο σκοτάδι απόλυτα τη δίκη αυτή.

Θέλω την ευαισθητοποίηση του δικαστηρίου και των παραγόντων της δίκης. Δεν μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι απέναντι σε αυτό.

Πρέπει να ενημερώσω ακόμη ότι έχω αποστείλει επιστολή από προχθές στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου τον κ. Παξινό, τον οποίο και καλώ να πάρει άμεσα κάθε αναγκαία πρωτοβουλία για να αποκατασταθεί το πρόβλημα αυτό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και εγώ εκεί θα απευθυνόμουν.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Και μαζί και με την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων βεβαίως, την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων των Αθηνών και κάθε αρμόδιο φορέα. Αλλά νομίζω ότι θα πρέπει και οι παράγοντες της δίκης να εκφράσουν με κάθε τρόπο την άποψή τους γι’ αυτό.

Να κάνω έκκληση στην εταιρεία η οποία έχει αναλάβει την ηχογράφηση να μη τη διακόψει από σήμερα -διότι υποτίθεται ότι από σήμερα επίκειται η διακοπή- να εξακολουθήσει να ηχογραφεί μέχρι να βρεθεί κάποια λύση. Βεβαίως από εκεί και πέρα αναμένω -και νομίζω ότι όλοι αναμένουμε- την εκδήλωση της πρωτοβουλίας της πολιτείας. Γιατί διαφορετικά, νομίζω ότι θα πάμε σε άλλη λύση. Καταργείται η δημοσιότητα, δεν έχουμε τηλεοπτική κάλυψη, δεν ξέρω και αν μπορούμε να μιλάμε για δημόσια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αρκετά μας προβληματίζουν αυτά και οπωσδήποτε ό,τι μπορούμε θα πράξουμε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βέβαια περισσότερο εγώ ελπίζω στον Πρόεδρο του Συλλόγου. Έχει σημασία. Ως προς το άλλο, με την εταιρεία που λέτε, δεν ξέρω ποιοι είναι εδώ, μήπως κι εμείς τους παρακαλέσουμε για δυο – τρεις – τέσσερις μέρες να την κάνουν, να μην τα δίνουν βέβαια αφού δεν έχουν συμβατική υποχρέωση.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Να προσυπογράψουμε την έκκληση να μην χάνονται τουλάχιστον οι μαγνητοφωνήσεις και οι απομαγνητοφωνήσεις. Αναμφισβήτητα πρέπει να πάρει τα λεφτά της η εταιρεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι μια αντίληψη την οποία θα τη δούμε κι εμείς κ. Παπαδάκη.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Αλλά έχω την εντύπωση ότι η πολιτεία πρέπει να αναλάβει το οικονομικό βάρος, για χιλιάδες λόγους που δεν χρειάζεται να αναλύσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, θα ζητούσαμε από την πλευρά της Υπεράσπισης του κ. Γεωργιάδη αν είναι δυνατό να εξεταστούν πρώτα οι μάρτυρες οι οποίοι είναι κάτοίκοι Θεσσαλονίκης και πρέπει να φύγουν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι τους έχετε φέρει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πλην τους γονείς εννοώ. Είναι οι κ.κ. Ευαγγέλογλου, Κερατσόπουλος και Γκαλέρας, μου το ζήτησαν οι ίδιοι δηλαδή για να μπορέσουν να φύγουν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως κανένα πρόβλημα.

Να προσέλθει ο κ. Ευαγγέλογλου Αντώνιος. Είναι ο κ. Ευαγγέλογλου Αντώνιος του Αθανασίου και της Δέσποινας κάτοικος Θεσσαλονίκης Πολυβίου Ιστορικού 31, γεννηθείς το ’49 στην Ανδριανή Δράμας, επιπλοποιός.

«Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ρωτήσετε τον καλύτερα εσείς κ. συνήγορε.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η πρώτη ερώτηση είναι η εξής: γνωρίζετε πότε, πως και που τον κ. Γεωργιάδη.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Γνωρίζω τον πατέρα, με τον οποίο συνεργάζομαι διότι κάνω κατασκευή επίπλων, είμαστε ομόρρυθμη εταιρεία δύο άτομα τα οποία δουλεύουμε εγώ και ο συνέταιρός μου. Δίνουμε τα λούστρα, τη βαφή επίπλων στον πατέρα του. Κατά τη συνεργασία με τον πατέρα του έβλεπα και το παιδί το οποίο από μικρό εργαζόταν στον πατέρα του μετά από το σχολείο.

Αρχές του ’98 ο Διονύσης αποφάσισε να ανοίξουν ένα παράρτημα το οποίο να αναλάβει ο Διονύσης. Δεν είχε παραστατικά, δεν είχε χαρτιά. Εμείς κόβαμε το τιμολόγιο, το δελτίο αποστολής στον πατέρα σε συνεργασία με τον πατέρα πήγαινα και παρέδιδα τη δουλειά και τη δουλειά που μου έκανε, ήμουν πολύ ευχαριστημένος.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πως τον γνωρίσατε; Τι παιδί φαινόταν;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ήταν πολύ καλό παιδί, συνεργάσιμο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλωνε με τον κόσμο;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ήμουν πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά του και γι’ αυτό έδωσα ορισμένες δουλειές, τις οποίες σταματήσαμε γύρω στον Αύγουστο του ’98. Γιατί εγώ έδινα τη δουλειά μου, την έπαιρνα, ήμουν ευχαριστημένος. Από εκεί και πέρα δεν μπορούμε να ξέρουμε.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Εκείνο το οποίο ενδιαφέρει την Υπεράσπιση και το λεώ εκ προοιμίου είναι ο χρόνος στον οποίο αποδίδεται στον κ. Γεωργιάδη η πρώτη πράξη της εκρήξεως. Γι’ αυτό και η ερώτησή μου και ο λόγος που σήμερα ζητήσαμε από το δικαστήριό σας να εξεταστούν οι μάρτυρες, είναι ακριβώς που βρισκόταν ο Γεωργιάδης το χρονικό εκείνο διάστημα.

Κύριε μάρτυρα η συνεργασία αυτή που είπατε ότι είχατε, την είχατε με τον πατέρα ή με το Διονύση Γεωργιάδη στο παράρτημα το οποίο είχε δημιουργηθεί.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Στο παράρτημα είχα με το Διονύση. Έκοβα το χαρτί στο όνομα του κ. Γεωργιάδη της συζύγου Δέσποινας και με τον πατέρα παράδιδα τη δουλειά στον ίδιο το Διονύση.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Στην πραγματικότητα ποιος ήταν αυτός ο οποίος σας εξυπηρετούσε: ο πατέρας ή ο γιος;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ο Διονύσης.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Από πότε άρχισε η συνεργασία σας αυτή;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Τον 3ο μήνα του ’98. Από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Στο διάστημα αυτό του παραδώσατε έπιπλα προκειμένου να τα βάψουν;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πόσες φορές;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ήταν γύρω στις 8 με 10 δουλειές. Έχω παραστατικά.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Υπάρχουν παραστατικά για σας;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως υπάρχουν. Υπάρχει η ώρα παράδοσης, υπάρχει το είδος του επίπλου.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Τον Ιούνιο του 1998 είχατε παραδώσει εργασία;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Θυμάστε πότε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Αυτό ήταν γύρω στις 3 με 15 Ιουνίου που είχα δώσει ορισμένες δουλειές, δηλαδή γιατί από τον 3ο μήνα του ’98 μέχρι και τον Αύγουστο που έδινα τις δουλειές. Υπάρχουν παραστατικά στα οποία υπάρχει ημερομηνία συγκεκριμένη που έδωσα τη δουλειά μου και μου την είχε παραδώσει.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Από τον Ιούνιο –γιατί αυτό είναι το επίμαχο για μας διάστημα- μέχρι και τον Αύγουστο του ’98 εσείς τον βλέπατε τον κ. Γεωργιάδη; Συνεργαζόσασταν μαζί του; Αναλάμβανε εργασίες;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως και τις δουλειές που παρέδιδα, τις παρέδιδα στον ίδιο.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ δεν έχω άλλη ερώτηση κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παπαστεργίου έχει τον λόγο.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Σε συνέχεια των προηγούμενων. Μέσα στον Ιούνιο του ’98 θυμάστε μήπως κάποια παραγγελία να του έχετε δώσει;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Έχω δώσει μια μεγάλη παραγγελία γύρω στα 30 πορτάκια συν κάτι άλλα, για τα οποία υπάρχουν παραστατικά. Τα έχω καταθέσει μπορείτε να τα δείτε.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Αυτή η παραγγελία που δώσατε απαιτούσε μια μεγάλη ενασχόληση και πόσων ημερών, προκειμένου να λουστραριστούν αυτά τα έπιπλα που δώσατε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως όταν δίνουμε μια δουλειά 30 πορτάκια κουζίνας όπως είναι μέσα στο τιμολόγιο, στο δελτίο αποστολής και τα υπόλοιπα, αυτό οπωσδήποτε απαιτεί χρόνο. Ο χρόνος που υπάρχει είναι μέχρι 8 - 10 μέρες, εκεί περίπου είναι όταν δουλεύεται αυτή η δουλειά.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς στο παράρτημα αυτό που λέτε, δηλαδή στο εργαστήριο που δούλευε ο Διονύσης Γεωργιάδης είχατε πάει προσωπικά για να παραλάβετε έπιπλα;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως και είχα πάει και συγκεκριμένα και την τελευταία δουλειά την παρέλαβε ο συνέταιρός μου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς πόσες φορές πήγατε στο διάστημα αυτό μεταξύ Μαρτίου και Αυγούστου του ’98.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Έχω πάει γύρω στις 5 με 6 φορές. Τα χαρτιά όλα τα έχω κόψει εγώ, σαν υπεύθυνος της εταιρείας και τις ημέρες που πήγα εγώ, παρέδωσα εγώ. Τις υπόλοιπες παρέδωσε ο συνέταιρός μου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Η εικόνα που είχατε από το εργαστήριο αυτό ήταν ότι ήταν εργαστήριο το οποίο είχε κάποια δουλειά; Το βλέπατε να δουλεύει δηλαδή να έχει μια ενασχόληση;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Οπωσδήποτε δούλευε το παιδί και ούτως ή άλλως εγώ ήμουν και πολύ ευχαριστημένος από τον άνθρωπο αυτό. Αν δεν ήμουν ευχαριστημένος, δεν θα έδινα άλλη δουλειά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς έχει τον λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πως τα θυμάστε αυτά τα πράγματα ειδικά για το ’98;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Όταν συνεργάζεσαι με κάποιον άνθρωπο σαν ελεύθεροι επαγγελματίες που είμαστε -δηλαδή ομόρρυθμη εταιρεία είμαστε δυο άτομα εγώ και ο συνέταιρός μου, επειδή η δουλειά μας είναι βαριά- ξέρουμε ποιες δουλειές δίνουμε σε κάθε άνθρωπο και συγκεκριμένα για τη δουλειά επειδή ήμουν και πολύ ευχαριστημένος από το παιδί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Για το χρόνο εγώ ρωτάω.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ήταν μια δουλειά η οποία συγκεκριμένα ήταν για δικό μου άνθρωπο η τελευταία δουλειά τις ημερομηνίες εκείνες και τη θυμόμουν πολύ καλά. Υπάρχουν παραστατικά, υπάρχουν δελτία αποστολής με παράδοση την ώρα κλπ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Γεωργαντόπουλος έχει τον λόγο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εσείς τα όσα ξέρετε είναι για την εποχή του 1998. Από αρχές μέχρι τέλος. Το κατάλαβα καλά;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μετά ξέρετε αν συνέχισε να ασχολείται με τη δουλειά αυτή, ή αν ασχολήθηκε με κάποια άλλη δουλειά στη Θεσσαλονίκη ή κάπου αλλού; Αν ξέρετε και από που το ξέρετε.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Είχα μάθει ότι πήγε Αθήνα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πότε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Μετά από τις δικές μου δουλειές. Γιατί ήμουν ευχαριστημένος για τη δουλειά και γι’ αυτό ρωτούσα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Στην Αθήνα τι έκανε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Δεν ξέρω.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν ρωτήσατε τον πατέρα του ενόψει του ότι θα ερχόσασταν μάρτυρας να μάθετε πέντε πράγματα για μετέπειτα; Δεν ήταν απαραίτητο, αλλά λέω αν πήγε το μυαλό σας.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Δεν ξέρω. Διότι κόβοντας τη δουλειά από το γιο συνέχισα με τον πατέρα. Το παιδί το είδαμε κι άλλες φορές. Ερχόταν, περνούσε κάπου – κάπου και από το μαγαζί, μας καλημέριζε, από εκεί και πέρα δεν ξέρω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να πάτε στο καλό. Να προσέλθει κ. Γκαλέρας Νικόλαος. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ορκίζομαι.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Είναι παραπλήσιες οι ερωτήσεις με τις προηγούμενες κ. Πρόεδρε. Εσείς έχετε επαγγελματικά συνεργαστεί με τον Διονύση Γεωργιάδη;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι. Είχαμε συνεργασία πρώτα με τον πατέρα του και μετά με το Διονύση.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς έχετε κάποια εταιρεία; Με ποιον συνεργάζεστε επαγγελματικά;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Με τον Ευαγγέλογλου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τι δουλειά κάνετε ακριβώς;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Η δουλειά μας είναι έπιπλα κουζίνας.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κατασκευάζετε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Κατασκευάζουμε. Βαφές δίνουμε έξω στον Παναγιώτη Γεωργιάδη και από εκεί πήγαιναν στο γιο του.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς προσωπικά το ’98 –για το χρόνο για τον οποίο συζητάμε- είχατε συνεργαστεί με το Διονύση Γεωργιάδη και πως;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Είχαμε συνεργαστεί από το Μάρτιο που άνοιξαν ένα παράρτημα, το άνοιξε ο πατέρας του και του πηγαίναμε τα έπιπλα εκεί, για να τα βάψει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Στο διάστημα αυτό πόσες παραγγελίες είχατε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Γύρω στις 10 παραγγελίες.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς έχετε παραλάβει, προσωπικά έχετε πάει στο κατάστημα που κρατούσε ο Διονύσης Γεωργιάδης;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Βεβαίως έχω πάω.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τι ακριβώς συνεργασία είχατε εκεί; Τι κάνατε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Του πήγαινα τα έπιπλα, τον έβλεπα για μισή ώρα, μέχρι να τα κατεβάσω και από εκεί έφευγα. Η παραλαβή χρειαζόταν γύρω στις 10 μέρες για να δίνει η δουλειά, ανάλογα με τη δουλειά.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Μετά από όλα αυτά τα πράγματα τα οποία συνέβησαν που συνελήφθη ο Διονύσης Γεωργιάδης και εσείς προσπαθώντας να θυμηθείτε τι είχε συμβεί στο διάστημα εκεί το ’98, έχετε θυμηθεί έστω εκ των υστέρων κάποιες συγκεκριμένες παραγγελίες που εκτελέστηκαν σε κάποιο συγκεκριμένο χρόνο; Κάποιες μέρες συγκεκριμένες που σας έδωσε έπιπλα προσωπικά αυτός.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Θυμάμαι την τελευταία δουλειά που πήραμε που ήταν τον Αύγουστο του ’98.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Στην παραγγελία αυτή παραλάβατε τα έπιπλα εσείς προσωπικά ή ο Ευαγγέλογλου;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Εγώ πήγα και τα παρέλαβα από τον ίδιο το Διονύση.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, υπάρχουν εδώ ορισμένα δελτία αποστολής, να τα δείξουμε στο μάρτυρα αν είναι δικά του. Αν τα αναγνωρίζει και τι σημαίνουν αυτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως. Πλησιάστε το μάρτυρα.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Τα αναγνωρίζετε αυτά κ. μάρτυρα;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι τα αναγνωρίζω.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Τι αφορούν;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Αυτά αφορούν δελτία αποστολής και τιμολόγια.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Με ημερομηνία 1/6/98.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι το ’98.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Και 15/6/98 είναι η μεγάλη παραγγελία.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Είναι η δουλειά που δώσαμε.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Υπάρχει και τον Αύγουστο.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε να σας τα καταθέσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς να μου τα δώσετε. Αναγνώστηκαν για να μπορείτε να κάνετε χρήση. Ευαγγέλογλου και Γκαλέρας είστε συνεταίροι;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι συνεταίροι είμαστε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Διαβάζει): Πορτάκια, κουτιά, πορτάκια πλαϊνά, κορνίζα, βιβλιοθήκη 0,80 Χ 1,32, γραφείο, όλα είναι Δέσποινα Γεωργιάδου σύζυγος Παναγιώτη. Στο όνομα της μητέρας του δηλαδή.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι θεωρημένα όλα από την Εφορεία και μπορούμε να τα επικυρώσουμε κι εμείς, είναι από το μπλοκ της επιχείρησης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν ήταν αυτός εκεί όλες τις μέρες ή όχι που να ξέρω εγώ, θα μου πείτε.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Εγώ πήγαινα μισή ώρα που φόρτωνα και μισή που πήγαινα να τα πάρω μετά τη δουλειά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκεί τον βλέπατε εσείς.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Εκεί τον έβλεπα.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Οι εργασίες αυτές οι οποίες αποτυπώνονται στα τιμολόγια, τα πράγματα αυτά τα πηγαίνατε εσείς ο ίδιος;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Εγώ ο ίδιος τα πήγαινα.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ποιος τα παραλάμβανε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ο Διονύσης Γεωργιάδης.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Και τον Ιούνιο και τον Αύγουστο του 1998;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Όλες τις δουλειές;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Όλες τις δουλειές.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ίδιος ο Γεωργιάδης προσωπικά;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τις συμφωνίες με ποιον τις κάνατε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Με τον πατέρα του.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο πατέρας του εκτός από το Διονύση είχε άλλο υπάλληλο;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Δεν είχε κανένα υπάλληλο. Ο πατέρας και ο Διονύσης ήταν μαζί και μετά άνοιξαν ένα παράρτημα για να μπορεί να ξεκινήσει ο Διονύσης.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το άνοιξαν;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Το άνοιξαν ναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι έγινε με το παράρτημα αυτό;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Δούλευε μέχρι ένα ορισμένο σημείο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πόσο;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: 6 – 7 μήνες.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ποιο χρόνο;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Το ’98.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πότε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Από ό,τι θυμάμαι από το Μάρτιο που του πήγαμε εμείς δουλειές μέχρι τον Αύγουστο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μάρτιο με Αύγουστο δούλεψε.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μετά τι έγινε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Μετά το έκλεισε το παιδί, έφυγε, πήγε για άλλη δουλειά.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όχι λοιπόν όλο το ’98, αλλά από Μάρτιο μέχρι Αύγουστο.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Εγώ τις δουλειές που του πήγα ήταν από Μάρτιο μέχρι και Αύγουστο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μετά τι έγινε.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Μετά το έκλεισαν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μετά;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Τι θέλετε να σας πω; Τι δουλειά έκανε;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δούλευε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Από ό,τι ξέρω δούλευε. Δούλευε σε μια εταιρεία με διαφημιστικά.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι είδους διαφημιστικά;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Μεγάλη εταιρεία που έστηνε περίπτερα σε εκθέσεις.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο πατέρας του τι δουλειά έκανε;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ο πατέρας το εργαστήριο το είχε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο πατέρας λοιπόν πήγαινε στο εργαστήριο. ¶λλη δουλειά ο πατέρας, άλλη δουλειά το παιδί. Έτσι είναι;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Έτσι είναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Που είναι ο προηγούμενος μάρτυρας;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα τον θέλετε μπορούμε να τον φωνάξουμε. Ο κ. Ευαγγέλογλου είναι εδώ; Έχετε την καλοσύνη να έρθετε κ. Ευαγγέλογλου;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Ευαγγέλογλου, είστε συνεταίροι με τον κύριο Γκαλέρα;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βεβαίως. Τα παραστατικά υπάρχουν τα οποία είναι με ημερομηνίες. Γιατί αν δείτε τα γράμματα είναι όλα δικά μου. Ο συνέταιρός μου απλώς πήγαινε τις δουλειές ορισμένες από αυτές. Τις υπόλοιπες ή θα τον έστελνα να τις πάρει, ή θα πήγαινα ορισμένες δουλειές που πήρα εγώ. Αυτά τα χαρτιά αν δείτε τα γραπτά που έχουμε, όλα είναι δικά μου.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ξέρετε τι λέει; Ότι ο Διονύσης Γεωργιάδης είχε άλλη δουλειά.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Όχι. Εγώ ήμουν ευχαριστημένος με τη δουλειά που μου έκανε το παιδί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ποιο χρονικό διάστημα;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο που έχω δώσει τις δουλειές αυτές, ήμουν ευχαριστημένος από το παιδί. Σας είπα και πιο πριν ότι περισσότερο ευχαριστημένος ήμουν από το παιδί, γιατί ένας νέος άνθρωπος ξεκίνησε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μετά τι έγινε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Δεν το ξέρω αυτό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι ακριβώς δουλειά έκανε πάνω σε αυτά;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Εμείς δίναμε για τη βαφή επίπλων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έκανε βαφές;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Βαφές και λούστρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μετά άλλαξε επάγγελμα, έγινε διαφημιστής;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Δεν το ξέρω κ. Πρόεδρε. Έτσι μας είπατε εσείς;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Δούλευε σε κάποια άλλη δουλειά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δώστε μια εξήγηση για να δέσουν όλα αυτά, για να καταλάβουμε κι εμείς.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Και σε μουσική πήγαινε το παιδί.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε να το διευκρινίσω εγώ. Μετά τον Αύγουστο και οι δύο μάρτυρες δεν έχουν προσωπική γνώση, διότι φεύγει ο Γεωργιάδης και πηγαίνει στην Αθήνα.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Στο Ωδείο συνέχιζε τη μουσική το παιδί. Γιατί όταν δούλευε στη δική μας τη δουλειά που μας εξυπηρετούσε ως βαφέας, γιατί ήταν ένας νέος άνθρωπος που ήθελε να βγάλει το μεροκάματο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λουστραδόρος που λέμε.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ναι λουστραδόρος.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Και είναι ανθυγιεινό επάγγελμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παράλληλα και μουσική. Μετά πως πετάχτηκε διαφημιστής;

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ: Δεν έχουν προσωπική γνώση οι μάρτυρες για το διάστημα αυτό. Είναι το διάστημα που ο Γεωργιάδης έχει κατέβει στην Αθήνα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά. Ο κ. Γεωργιάδης δηλαδή πότε ήρθε στην Αθήνα καθ’ υμάς;

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Αυτό θα το καταθέσουν άλλοι μάρτυρες για το τι έκανε στην Αθήνα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καθ’ υμάς λέω, να ξέρουμε κι εμείς που τείνει ο ισχυρισμός.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Φθινόπωρο του ’98 τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Όπως το λέει και σε όλες του τις καταθέσεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το μισθωτήριο κατά την κατηγορία πότε το πήγε;

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Φεβρουάριο του 2000.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η παρουσία των μαρτύρων αφορά το σκέλος της κατηγορίας της 22ης Ιουνίου, ημερομηνία κατά την οποία κατηγορείται για την έκρηξη στην ALPHA BANK στην Αχαρνών.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς μπορούσατε να ξέρετε κάθε μέρα που είναι αυτός; Ανεβαίνουμε στο αεροπλάνο και πάμε στην Αθήνα, που να τα ξέρουμε μετά.

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Αυτό δεν το ξέρω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς βλέπω ότι είστε ειλικρινείς άνθρωποι. 22/6 υπάρχει τιμολόγιο;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Υπάρχει 15/6 παράδοση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: 15/6 είναι η τελευταία παράδοση. Από εσάς προς εκείνον είναι αυτή;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ναι. Γράφω την ώρα ακριβώς και την ημερομηνία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Οπότε πότε σας τα επιστρέφει έτοιμα λουστραρισμένα;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Ανάλογα με τη δουλειά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συνήθως πόσο κρατάει;

Ν. ΓΚΑΛΕΡΑΣ: Γύρω στις 10 μέρες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσες μέρες κρατά μια τέτοια δουλειά;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Αυτή η δουλειά θέλει 8 με 10 μέρες.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, μπορείτε να διευκρινίσετε ορισμένα πράγματα. Εγώ πρώτη φορά μπαίνω μέσα στο Δικαστήριο. Γι αυτό ήρθα.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Παρακαλώ όταν σας επιστρέφει ο κ. Γεωργιάδης λουστραρισμένα υπάρχει έγγραφο συνοδευτικό;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Υπάρχει τιμολόγιο.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Γιατί οι 8 μέρες που λέτε συμβαδίζουν με 22-23 Ιούνη.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Υπάρχει τιμολόγιο από τον ίδιο. Εγώ έχω τα δελτία αποστολής.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εσείς στις 22 θυμάστε αν τον είδατε τον κ. Γεωργιάδη;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Ναι, τον είχα δει εκείνη την ημέρα, στις 15/6/98, ώρα 19:20. Δεν γράφει 22.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τί είναι εκείνο που σας κάνει να θυμάστε ότι στις 22 τον είδατε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Είναι από τις δουλειές και συγκεκριμένα γι αυτή την δουλειά που φτιάξαμε ήταν δουλειά της κουνιάδας μου.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σήμερα τον είδατε τον κ. Γεωργιάδη;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Τον Διονύση;

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ναι, σήμερα τον είδατε από μακριά;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Την ώρα που γύρισα....

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μην γυρίσετε. Θυμάστε τί χρώμα πουκάμισο φοράει;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Την ώρα που γύρισα....

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τί χρώμα πουκάμισο φοράει σήμερα;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Δεν το είδα κ. Πρόεδρε. ¶μα γυρίσω τότε θα τον δω. Τί να σας πω;

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Στις 22 τον είδατε κύριε; Από το τιμολόγιο λέτε ότι τον είδατε στις 16.

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Όχι, στις 15.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: 22 τον είδατε;

Α. ΕΥΑΓΓΕΛΟΓΛΟΥ: Όχι, δεν το είδα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πηγαίνετε στο καλό. Ο κ. Κερατσόπουλος Γεώργιος του Στυλιανού και της Κυριακής. Κάτοικος Θεσσαλονίκης. Γεννηθείς στην Θεσσαλονίκη το ΄78, Μουσικός. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί όργανο παίζετε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ηλεκτρική κιθάρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί ξέρετε για τον κ. Γεωργιάδη; Μας είπε ότι είναι και αυτός μουσικός.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Καταρχήν η γνωριμία σας με τον κ. Γεωργιάδη από πότε ξεκινά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Από το 1995 γνωριστήκαμε με τον Διονύση.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Με ποιο τρόπο έχετε συνδεθεί; Είχατε κάτι κοινό;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Μέσω της μουσικής. Ο Διονύσης τραγουδούσε και έπαιζε φυσαρμόνικα. Εγώ έπαιζα ηλεκτρική κιθάρα και φτιάξαμε ένα συγκρότημα μαζί.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ταυτόχρονα κάνατε και εμφανίσεις με το συγκρότημα αυτό; Είχατε κάποια δραστηριότητα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, μετά από ένα χρονικό διάστημα που ξεκινήσαμε πρόβες, ξεκινήσαμε να κάνουμε και ζωντανές εμφανίσεις στην Θεσσαλονίκη.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Για το 1998 λέω στο Δικαστήριο ότι η κατάθεση του μάρτυρα αφορά το διάστημα του καλοκαιριού και του φθινοπώρου του ΄98. Στο διάστημα του καλοκαιριού του 1998 εσείς θυμάστε να έχετε κάποια επαφή με τον κ. Διονύση Γεωργιάδη;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, είχαμε επαφή γιατί είχαμε μαζί το συγκρότημα. Κάναμε πρόβες. Τον έβλεπα τακτικά. Ήμασταν φίλοι κιόλας, πολύ φίλοι με τον Διονύση και κάναμε 2-3 φορές πρόβες την βδομάδα. Πήγαινα στο εργαστήρι που δούλευε. Έχω πάει 5-6 φορές. Τον έβλεπα εκεί πέρα.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Μήπως μπορείτε να περιγράψετε στο διάστημα αυτό του καλοκαιριού του ΄98 με τί ασχολείται ο Διονύσης; Δηλαδή η ημέρα του πώς περνάει, τί κάνει;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Το πρωί πήγαινε στο εργαστήρι που δούλευε από το πρωί ως το βράδυ. Το βράδυ ή βγαίναμε άλλες φορές μαζί ή ήμασταν μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά από το συγκρότημα και κάναμε πρόβες.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Από την εικόνα που είχατε εσείς, η δουλειά με την δουλειά ασχολιόταν, το λουστράρισμα των επίπλων ήταν μία δουλειά που την έκανε εντατικά ή την έκανε part time;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Κάθε μέρα ήταν στο εργαστήρι. Το θυμάμαι αυτό.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τον Αύγουστο μήπως τον είχατε στο διάστημα εκείνο; Ας αφήσουμε τον Ιούνιο. Τον Αύγουστο του ΄98 έχετε κάποια συγκεκριμένη επαφή με τον Διονύση;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, έχουμε συγκεκριμένη επαφή διότι του είχα δανείσει λίγο πριν τον 15Αύγουστο την μηχανή την δικιά μου, του είχα δώσει την άδεια κυκλοφορίας για να πάει διακοπές.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πότε την επέστρεψε αυτή;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Γύρω στα τέλη Αυγούστου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Στο διάστημα αυτό σαν μόνιμη κατοικία ποια έχει ο κ. Διονύσης Γεωργιάδης;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Της Θεσσαλονίκης, στην Καλαμαριά που έμενε.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς σε αυτό το εργαστήριο τον «Φοίνικα› που κάνει λουστράρισμα επίπλων έχετε πάει προσωπικά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ προσωπικά έχω πάει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πόσες φορές έχετε πάει;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Γύρω στις 5-6 φορές.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Έχετε κάποια εικόνα του χώρου; Είχε εργαλεία, φαινόταν να δουλεύει εκεί πέρα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, δούλευε. Είχε αρκετή δουλειά μέσα στο μαγαζί. Όποτε πήγαινα δούλευε πάρα πολύ.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πότε φεύγει πια ο κ. Γεωργιάδης από την Θεσσαλονίκη και εγκαθίσταται στην Αθήνα με βάση τα όσα θυμάστε εσείς;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Απ’ ότι θυμάμαι γύρω στις αρχές Οκτωβρίου, τέλη Σεπτεμβρίου του 1998.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Αυτό πώς μπορείτε να το προσδιορίσετε χρονικά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Το θυμάμαι γιατί εγώ είχα φύγει Γερμανία το διάστημα του Αυγούστου, του είχα δώσει την μηχανή μου. Όταν γύρισα τέλη Αυγούστου συνεχίζαμε βλεπόμασταν και τον Σεπτέμβριο αρχίσαμε να αραιώνουμε γιατί εγώ θα έφευγα φαντάρος τον Ιανουάριο του ΄99. Σταματήσαμε να κάνουμε τόσες πολλές πρόβες και ο Διονύσης μου είχε πει ότι ήθελε να πάει στην Αθήνα να εργαστεί.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Στην Αθήνα τον είδατε στην συνέχεια;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, είχα κατέβει να τον δω. Είχα πάει φαντάρος τον Ιανουάριο του ΄99.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς τον βλέπετε μετά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, είχα παρουσιαστεί στο Μεσολόγγι και στην πρώτη άδεια που είχα πάρει είχα πάει στο σπίτι του και τον είχα δει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κρατήσατε επικοινωνία όλα αυτά τα χρόνια όσο ήταν στην Αθήνα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, βλεπόμασταν, τηλεφωνικώς μιλούσαμε.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Επιστρέφει κάποια στιγμή ο κ. Γεωργιάδης στην Θεσσαλονίκη και πότε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, επέστρεψε γιατί ξανά ξεκινήσαμε το παλιό συγκρότημα που είχαμε παλιά, από το ΄95 που είχαμε ξεκινήσει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πότε έγινε αυτό; Πότε γύρισε δηλαδή;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Είχε επιστρέψει νομίζω τον Μάιο του 2001 αν θυμάμαι καλά.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δυο πράγματα γενικότερα τώρα σε σχέση με το άνθρωπο που ξέρετε, την προσωπικότητα του ανθρώπου. Τί γνώμη έχετε σχηματίσει για τον κ. Γεωργιάδη;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Πολύ καλή γνώμη. Τον ξέρω μια δεκαετία. Ήμασταν σχεδόν παιδικοί φίλοι. Του αρέσει πάρα πολύ η μουσική. Αυτό ήταν που τον ένοιαζε πιο πολύ, να κάνει καριέρα στην μουσική. Όλη μέρα στο μυαλό του είχε την φωνή και την φυσαρμόνικα. Τον ενδιέφερε πολύ η μουσική, πάρα πολύ.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Από μας δεν υπάρχει άλλη ερώτηση.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εσείς είπατε ότι είχατε στενή φιλία οι δυο σας.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Μπορεί να χρησιμοποιήσουμε την λέξη «κολλητοί›;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εκτός από σας τον κοντινό επιστήθιο φίλο είχε κανέναν άλλον;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εκτός από τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, είχε κολλητούς φίλους. Δεν γνωρίζω τα ονόματά τους. Δεν θυμάμαι δηλαδή επίθετα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο ίδιος λέει ότι είχε πολύ στενή φιλία με τον κατηγορούμενο τον κ. Βασίλη Ξηρό.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, το γνωρίζω αυτό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Πώς το γνωρίζετε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Το γνωρίζω αυτό. Ο Διονύσης ξέρω ότι έκανε παρέα με τον Βασίλη και με τον αδελφό του τον Νίκο γιατί εγώ είχα μία μηχανή BMW παλιά του 1950 και την πήγαινα πολλές φορές εκεί πέρα για επισκευή στη Θεσσαλονίκη.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Μαζί από κοινού παρέα βρεθήκατε ποτέ; Μαζί και με τον κ. Βασίλη Ξηρό;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, στη Θεσσαλονίκη.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Στην παρέα που κάνατε καμιά φορά συζητούσατε για την πολιτική, για τα πολιτικά πράγματα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, ποτέ με τον Διονύση. Δεν είχε τέτοια ενδιαφέροντα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν ήταν παρέα και ο κ. Βασίλης Ξηρός;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν έχουμε κάνει ποτέ τέτοια συζήτηση.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Τα οικονομικά του πώς ήταν όλον αυτό τον καιρό;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν δούλευε;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ναι και την δουλειά που του άνοιξε ο πατέρας του και με την μουσική. Πόσα κέρδιζε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Με την μουσική δεν βγάζαμε πολλά λεφτά. Όταν εμφανιζόμασταν ζωντανά σε ένα μαγαζί παίρναμε 80.000.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Τον μήνα θέλω να δω.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Από το συγκρότημα;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Από το συγκρότημα.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Από το συγκρότημα γύρω στις 60.000 το πολύ να βγάζαμε το μήνα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Τον μήνα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο καθένας; Τόσα λίγα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Από την δουλειά του που πήγαινε καλά όπως μας είπαν οι προηγούμενοι μάρτυρες;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Από την δουλειά του πόσα έβγαζε δεν μπορώ να το γνωρίζω αυτό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Δηλαδή βλέπατε εσείς να αντιμετωπίζει καμιά φορά πρόβλημα οικονομικό;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Στην δουλειά του;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Να σας πει ότι «δυσκολεύομαι›.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, μου το είχε πει αυτό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Να μην σας τα λέω εγώ και λέτε «ναι, σας το είπε›. Τί σας είπε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Μου έχει πει ότι δεν πήγαινε καλά. Δηλαδή του έδιναν δουλειές οι μαραγκοί και μετά αργούσαν να του δώσουν τα λεφτά.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Θα τους φωνάξουμε, είναι εδώ οι συνεταίροι.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, φωνάξτε τους.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Αν δεν ισχύει αυτό που λέτε; Καταλαβαίνετε πόσο αναξιόπιστος θα είστε. Αν πουν ότι τα χρήματα όταν παρέδιδε την δουλειά τα έπαιρνε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εμένα μου έχει πει αυτά τα πράγματα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν τα έπαιρνε πόσα συγκέντρωνε το μήνα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν μπορώ να το γνωρίζω. Δεν το ξέρω αυτό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Σας το ρωτάω αυτό, αν είχε κανένα λόγο να φύγει από την Θεσσαλονίκη, από το σπίτι του και να έρθει στην Αθήνα.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό μου είχε πει. Το Σεπτέμβριο του ΄98 είχαμε μιλήσει και μου είχε πει ότι δεν πήγαινε καλά οικονομικά. Αυτό το ξέρω, το γνωρίζω, μου το έχει πει. Είχαμε μιλήσει.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Τί θα έκανε στην Αθήνα; Είχε έρθει καμία άλλη φορά στην Αθήνα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό δεν το γνωρίζω.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Φίλοι ήσασταν.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν θυμάμαι να είχε έρθει.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν δυο καλοί φίλοι συζητάνε τα προβλήματα τα προσωπικά τους και λέει κάποιος ότι «εγώ φεύγω από εδώ, σταματάμε και την φιλία και πάμε στην Αθήνα, στο χάος› δεν τον ρωτάτε εσείς «γιατί Διονύση, πού θα πας, πού θα μείνεις, πού θα βρεθείς, τί θα κάνεις›;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Τον είχα ρωτήσει. Η Αθήνα επειδή είναι μια πιο μεγάλη πόλη από την Θεσσαλονίκη είναι πιο πολλές οι δυνατότητες πάνω στην μουσική και στο χώρο εργασίας.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Χωρίς κανέναν εδώ; Πού θα απευθυνόταν εδώ στην Αθήνα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό δεν μπορώ να το γνωρίζω.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εάν το συζητήσατε, λέω.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Θα ερχόταν να βρει δουλειά διότι ήξερε τον κ. Βασίλη Ξηρό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο Βασίλης πού ήταν; Δεν ήταν στη Θεσσαλονίκη;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν θυμάμαι πού ήταν το συγκεκριμένο διάστημα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Είχε έρθει κάτω;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό δεν μπορώ να το θυμάμαι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Για να δικαιολογήσετε τον ερχομό του στην Αθήνα είπατε ότι ήταν ο κ. Βασίλης Ξηρός.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι. Σας είχα πει προηγουμένως ότι δεν πήγαινε καλά οικονομικά και μου είχε πει αυτό το πράγμα.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Δεν λέει τίποτα. Αν δεν πάμε καλά φεύγουμε και πάμε στον Καναδά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Για μια καλύτερη ευκαιρία ζωής.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ξεκινάμε έχοντας κάποια βάση να πάμε κάπου. Λέμε «θα πάμε στην Αθήνα, θα πάμε στην Καλαμάτα διότι εκεί έχω έναν ξάδελφο, έχω έναν θείο ο οποίος κάνει αυτή την δουλειά›. Ήταν μουσικός και λουστραδόρος. Στην Αθήνα τί θα έκανε; Τον λουστραδόρο θα έκανε, τον μουσικό θα έκανε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Και τα δύο μπορεί να τα κάνει.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Σας τα είπε ο ίδιος;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, γιατί;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Στην Αθήνα να κάνει τί;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Να δουλέψει και να ασχοληθεί και πάνω στην μουσική.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο φίλος του ο κ. Βασίλης Ξηρός τί δουλειά έκανε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Στην Θεσσαλονίκη που τον ήξερα ήταν επισκευαστής στις μηχανές.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν ήρθε στην Αθήνα στα αδέλφια του με το ίδιο αντικείμενο δεν ασχολήθηκε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν το γνωρίζω.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο κ. Διονύσης τί θα έκανε; Με τί θα ασχολούνταν;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Σας είπα. Δεν ξέρω συγκεκριμένα τί δουλειά θα έκανε.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να έρθει εδώ να πάει σε κάποιο συγκρότημα.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εδώ υπάρχουν οι δισκογραφικές εταιρείες, πιο πολλές στην Αθήνα. Έχεις πιο μεγάλες δυνατότητες να κάνεις κάτι πάνω στην μουσική στην Αθήνα απ’ ότι στην Θεσσαλονίκη.