κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Την οικογένεια Ξηρού εσείς τη γνωρίζετε κ. μάρτυς;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Την οικογένεια δεν την γνωρίζω. Γνωρίζω τον Βασίλη και τον Νίκο Ξηρό.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ποια είναι η γνώμη σας για τα παιδιά;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Η γνώμη μου είναι ότι ήταν πάρα πολύ καλά παιδιά όπως τα είδα, ήταν χαμηλών τόνων, ήσυχα παιδιά. Δεν έβλεπα κάτι το μεμπτό απέναντι τους.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Που τους βλέπατε ήσυχους και χαμηλών τόνων και σας έκαναν καλή εντύπωση; Που τους βλέπατε; Στο σπίτι σας, κάπου αλλού, που;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, εγώ στο σπίτι των παιδιών δεν έχω πάει. Στο σπίτι μου έρχονταν και εκεί πέρα τους έβλεπες. Μίλησα μαζί τους πολλές φορές και με τον Νίκο και με τον Βασίλη. Δεν είχαν κάτι το μεμπτό.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Είχε ιδιαίτερη φιλική σχέση ο Διονύσης με τον Βασίλη Ξηρό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο Διονύσης με τον Βασίλη δεν ήταν τόσο πολύ στις αρχές όσο ήταν με τον Νίκο. Η σχέση του Διονύση άρχισε όταν ο Διονύσης πήρε κάποιο μηχανάκι το οποίο το πήγαινε στον Βασίλη, του το διόρθωνε και εκεί πέρα άρχισε να γίνεται η σχέση πιο κοντινή.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν κατεβαίνει στην Αθήνα ακριβώς για να αναζητήσει κάτι καλύτερο και όσον αφορά τη μουσική και γενικότερα, εσείς ανησυχείτε σαν πατέρας; Υπάρχει ένα ερώτημα το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εύλογο. Είναι 21 χρονών παιδί, κατεβαίνει στην Αθήνα.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Καθόλου.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Γιατί κ. μάρτυς; Ξέρατε που θα πήγαινε στην Αθήνα;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Που θα πήγαινε να διδαχτεί;
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, που θα πήγαινε να μείνει στην Αθήνα.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Θα πήγαινε να μείνει με τον αδερφό του Βασίλη Ξηρού. Αυτό ήξερα εγώ τουλάχιστον.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Στον οποίο εσείς είχατε εμπιστοσύνη;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Γιατί να μην έχω εμπιστοσύνη; Τα έχω γνωρίσει τα υπόλοιπα παιδιά.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ήσασταν ήσυχος λοιπόν όταν ξέρετε ότι κατεβαίνει στην Αθήνα και θα μείνει με τον παιδικό του φίλο τον οποίον γνωρίζατε κι εσείς προσωπικά;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν ανησυχούσα καθόλου.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Είχατε είπατε κατά τη διάρκεια της παραμονής του εδώ στην Αθήνα επαφή μαζί του τηλεφωνική και άλλη;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Κατεβήκαμε και πήγαμε. Αργότερα αφού έφυγε από το σπίτι του Σάββα νοίκιασαν με τον Βασίλη στο Νέο Ηράκλειο και τότε τον επισκεφτήκαμε γιατί πήγαμε στο μικρό μου τον γιο ο οποίος ήταν στην Κόρινθο. Ήταν στρατιώτης και πήγαμε στην ορκωμοσία τον Φεβρουάριο και περάσαμε και είδαμε το παιδί εκεί πέρα.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Επιστρέφει από την Αθήνα πότε κ. μάρτυς στην Θεσσαλονίκη ο Διονύσης;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Την άνοιξη του 2001. Ανέβαινε συχνά επάνω.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν είχε απομονωθεί, δεν είχε ξενιτευτεί. Υπήρχε επαφή. Ανεβαίνει και εγκαθίσταται πλέον στη Θεσσαλονίκη μόνιμα στο σπίτι σας πότε; Τον Μάιο του 2001;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, τον Μάιο του 2001.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Με τι ασχολείται εκεί επιστρέφοντας;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ασχολείται με την μουσική πιο πολύ και συγχρόνως δουλεύει courier και βγάζει κάποιο χαρτζιλίκι για να μην επιβαρύνει εμένα. Μένει μαζί μας, δεν ήταν αλλού.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ώσπου έρχεται η μέρα της σύλληψης του;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πείτε στο Δικαστήριο, το είπατε και πιο πριν αλλά όχι με λεπτομέρειες, τι ακριβώς συνέβη τότε.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Με τη σύλληψη του;
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι. Πως έγινε η σύλληψη του;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Η σύλληψη του έγινε ως εξής: ήταν στην Σκιάθο με τη φίλη του. Γυρνώντας από τη Σκιάθο ήρθε η Αντιτρομοκρατική στο σπίτι μου και χτυπάει την πόρτα. Μου λέει «τον Διονύση›. Εγώ με τα γεγονότα αυτά που είχαν συμβεί περίμενα πολύ πιο μπροστά να έρθουν να τον ζητήσουν. Λέω «ρε παιδιά, λίγο αργά δεν ήρθατε;› Έτσι ακριβώς, έτσι όπως σας το λέω.
κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Το λέτε αυτό γιατί είχε συλληφθεί προηγουμένως ο Σάββας Ξηρός.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όταν βλέπω ότι πιάνεται ο Σάββας, πιάνεται ο Βασίλης, λέω θα πιάσουν και αυτόν, κι έτσι έγινε κιόλας. Εγώ ποτέ δεν είπα για το παιδί μου ότι θέλω να το αθωώσετε ή οτιδήποτε, θα δείξει ο καιρός και η διαδικασία.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Έγινε έρευνα στο σπίτι σας από τους αστυνομικούς;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Βεβαίως.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Έγινε κάποιο περιστατικό εκεί;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όταν ήρθε ο Εισαγγελέας και η Αντιτρομοκρατική στο σπίτι να ελέγξει, άνοιγαν τις ντουλάπες και ακουμπούσαν τα πράγματα, ούτε καν έψαχναν μέσα, με φωνάζει κάποιος κύριος και μου λέει «ελάτε να σας πω κ. Γεωργιάδη, μη στεναχωριέστε για το παιδί σας, είναι πολύ καλά, είναι καλό παιδί, αλλά έχει μπλέξει από άγνοια›. Επί λέξει, όπως σας το λέω. Εκεί πέρα καθησυχάζω εγώ, μένω λίγο ήσυχος και λέω «κάτι συμβαίνει εδώ πέρα›.
Κατεβαίνω στην Αντιτρομοκρατική και ο Υποδιευθυντής μου λέει πάλι τα ίδια. Αλλά όταν το παιδί πάει στον Εισαγγελέα δεν γράφουν κι από κάτω «από άγνοια› όπως μου τα είπαν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα έγραφαν «από άγνοια›....
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, αλλά εμένα γιατί μου το είπαν, το «από άγνοια›; Να με καθησυχάσουν; Δεν κατάλαβα για ποιο λόγο. Αν ήθελαν να με καθησυχάσουν τότε εντάξει, το δέχομαι.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Να σας ρωτήσω για τη δική σας την οικονομική κατάσταση και κυρίως οι δουλειές σας, ως επιπλοποιού το ’97, το ’98, πάνε καλά;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, μέτρια μπορώ να πω, το «καλά› είναι σχετικό.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δηλαδή εσείς το ’98 έχετε μεγάλη οικονομική ευχέρεια;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Έχετε αγοράσει κάποιο σπίτι; Υπάρχει κάτι σχετικό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, πουλήσαμε σπίτι, δεν αγοράσαμε. Πουλήσαμε όχι ένα, δύο σπίτια.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Επομένως, αν πουλήσατε σπίτι, επιτρέψτε μου να αναγάγω ότι μάλλον δεν πάνε πάρα πολύ καλά οι δουλειές σας.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Οπωσδήποτε. Προσπαθούμε να πάμε καλά. Ξεκινήσαμε και μια άλλη δραστηριότητα κι εκεί πέρα πάνω έγινε μια αποτυχία, χάσαμε κάποια χρήματα, για αυτό πουλήθηκαν και τα σπίτια.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πότε έγινε αυτό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αυτό ξεκινά το ’94 και η δραστηριότητα αυτή τελειώνει το ’95. Εκεί πέρα πάνω χάνουμε 25 εκατομμύρια.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Το σπίτι πότε το χάσατε;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Το ένα; Το πρώτο;
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δεν ξέρω αν υπάρχει δεύτερο.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δύο σπίτια. Το ένα το χάσαμε το 1995.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τί εννοείτε «το χάσαμε›; Το πουλήσατε ή είχε υποθηκευθεί και βγήκε σε πλειστηριασμό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είχε υποθηκευτεί και βγήκε σε πλειστηριασμό.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ποιο από τα δύο;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Το δεύτερο.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Το πρώτο το πουλήσατε λοιπόν.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Αυτό το οποίο είχε υποθηκευτεί, εκποιήθηκε με πλειστηριασμό. Πότε εκποιήθηκε με πλειστηριασμό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ή το ’99 ή το 2000, εκεί πέρα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: ¶ρα να υποθέσω ότι και οι δουλειές σας το ’98 δεν πάνε καλά.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σίγουρα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς όσο επικοινωνείτε με τον Διονύση, το 2000 και το 2001, αυτός σας αναφέρει κάτι για τη δουλειά που κάνει;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αναφέρει ότι δουλεύει με την ΚΙΝΟ.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τί είναι η ΚΙΝΟ;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι μια διαφημιστική εταιρεία και ο Διονύσης ασχολείται με αυτό που γνωρίζει, δηλαδή ως φροντιστής και βοηθά στο θέμα των σκηνικών. Πώς θα στηθούν κάποια σκηνικά, γιατί το παιδί γνωρίζει και έχει τεχνικές γνώσεις.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τί τεχνικές γνώσεις έχει παρεμπιπτόντως;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Να κατασκευάσει και μία έδρα, όπως τη βλέπετε αυτή.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Είναι τεχνίτης ξυλουργός λοιπόν.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι τεχνίτης καλύτερος από εμένα. Που εγώ στη Θεσσαλονίκης φημίζομαι απ’ τα πρώτα χέρια. Η συμβουλή που του είχα δώσει ήταν αυτή που λέει «τα αγαθώ κόποις κτώνται›. Εγώ γράμματα δεν ξέρω, αλλά αυτό το έμαθα, δουλεύω από έξι χρονών παιδάκι. Του είχα μάθει ότι η εργασία είναι εργασία και ποτέ ο Διονύσης δεν κάθισε, πάντα δούλευε. Ο Διονύσης δεν είναι παιδί που ζητά τα εύκολα, είναι πάντα στα δύσκολα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τον ελεύθερό του χρόνο πώς τον περνούσε; Ποιες ήταν οι ασχολίες του;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο ελεύθερός του χρόνος ήταν βασικά περιορισμένος, δηλαδή πιο πολύ όταν είχε ελεύθερο χρόνο ασχολείτο με τη μουσική. Με τίποτε άλλο.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο γιος σας πόσο διάστημα έμεινε στην Αθήνα;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έφυγε το ’98 τον Οκτώβριο και γύρισε την άνοιξη το 2001.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Σε όλο αυτό το διάστημα, οικονομικά τον ενισχύατε;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Πάντα.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Για ποιο λόγο;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Γιατί δεν του έφταναν τα λεφτά που έβγαζε. Όταν έκανε μια δουλειά, πληρωνόταν μετά από ένα, ενάμιση μήνα. Όταν τελείωναν τα χρήματά του, ποιος θα τον στήριζε;
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Γύρισε στη Θεσσαλονίκη με λεφτά;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ούτε μία δραχμή.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Επομένως η αναζήτηση της καλής τύχης δεν υπήρξε.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δε μπόρεσε να βρει, γι αυτό γύρισε κιόλας.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν ήρθε επάνω συζητήσατε για το διάστημα που έμεινε εδώ στην Αθήνα, να σας πει τις εντυπώσεις του, τον ρωτήσατε;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Φυσικά. Μου είπε: «Μπαμπά, είναι τρέλα η Αθήνα, δε μπορεί να ζήσει άνθρωπος. Κι εγώ που κάθισα τόσον καιρό τρελάθηκα και γύρισα πίσω›. Όταν ήρθε στη Θεσσαλονίκη επάνω, πάλι είχε συνεργασία με την ΚΙΝΟ.....
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Εγώ λέω για τις παρέες του που είχε εδώ στην Αθήνα.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Τί παρέες; Πέρα απ’ τον Βασίλη Ξηρό δεν είχε καμία παρέα. Και η ανιψιά μου η οποία έμενε στην Πεντέλη.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Τον αδερφό του, τον κ. Σάββα Ξηρό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δε νομίζω.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Είπε η μητέρα του εδώ προηγουμένως ότι οπωσδήποτε, αφού έμενε στο σπίτι θα είχε γνωρίσει και τον Σάββα.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ μπορεί να το ξέρω αυτό; Η μητέρα του μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Το τί είπε η μητέρα εγώ δεν το γνωρίζω. ¶λλα ξέρει η μητέρα κι άλλα ξέρω εγώ, έτσι θέλετε να μου πείτε.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Η σύζυγός εδώ σας εμφάνισε μια οικογένεια συγκροτημένη, ο ένας δεν έχει μυστικά απ’ τον άλλον κτλ.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μα δεν έχουμε μυστικά.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Σας είπε ότι είχε γνωρίσει και τον κ. Σάββα Ξηρό;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Φυσικά το ξέρω. Για παρέα μου είπατε.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Σας είπα αν στο διάστημα αυτό των δύο ετών υπέπεσε στην αντίληψή του καμία ασυνήθιστη δραστηριότητα, κίνηση κτλ.;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι.
Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Γι αυτή τη μίσθωση που κατηγορείται, αυτή δεν έπρεπε να σας την πει;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δε γνωρίζω αν έπρεπε να μου την πει ή όχι, αυτό το ξέρει ο ίδιος. Αν ήξερε ότι παρανόμησε και θα τον έμπλεκε κάπου, μήπως θα έπρεπε να μας το πει. Μήπως πίστευε ότι δεν έκανε κάτι και σκέφτηκε «δεν αξίζει τον κόπο να το πω›, μπορεί να είναι κι έτσι. Εγώ υποθέσεις κάνω, δεν μου είπε όμως.
κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Πως εξηγείτε το γεγονός ότι ο γιος σας έμενε σε κάποιο σπίτι με τέσσερις ανθρώπους και του έδιναν και χαρτζιλίκι;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Πως το εξηγώ ότι του έδιναν χαρτζιλίκι τέσσερις άνθρωποι;
κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Ο ίδιος το είπε τώρα. Κατέβηκε με τον Σάββα, την Αλίθια, πως το εξηγείτε;
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Το εξηγώ ότι μένω μαζί σας και όταν κάποια στιγμή θα πιάσω χρήματα, θα σας τα επιστρέψω. Ίσως να είναι και δανεικά. Δεν γνωρίζω.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Για κάποιες δουλειές που έκανε, έτσι ειπώθηκε. Δεν ήταν χαρτζιλίκι όπως δίνουμε στα μικρά παιδιά.
κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Δεν ρώτησα εσάς.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εκτός αυτού του έστελνα χρήματα, δεν περίμενα τα λεφτά που του έδινε ο Σάββας.
κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Δεν θέλετε να καταλάβετε. Δεν θελήσατε να καταλάβατε γιατί σας ρώτησα.
Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Για πέστε μου να το καταλάβω.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Να ρωτήσω τον κ. Διονύση Γεωργιάδη. Κύριε Γεωργιάδη αν θέλετε να απαντήσετε σε αυτά που θα σας ρωτήσω πολύ σύντομα. Επισκεφθήκατε ποτέ το σπίτι της Δαμάρεως και πότε; Έχει σημασία για εμένα η χρονολογία.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι το επισκέφθηκα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ποια χρονολογία;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ήταν σίγουρα το 2000.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Περίπου μήνα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν μπορώ να θυμηθώ με σιγουριά, νομίζω ότι ήταν 2 με 3 μήνες αφού είχα πάρει την ταυτότητα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Στο σπίτι της Δαμάρεως πήγατε μόνος σας, με κάποιον άλλον ή σας προσκάλεσε κάποιος;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Πήγα με το Σάββα Ξηρό όταν κάποια στιγμή συναντηθήκαμε στο εργαστήριό του και μου ζήτησε να τον πάω μέχρι το Παγκράτι γιατί είχε πάθει λάστιχο το παπί του.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Όταν πήγατε στη Δαμάρεως υπέπεσε κάτι στην αντίληψή σας σημαντικό που να σας έκανε εντύπωση; Αναφέρομαι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή για να βοηθήσω τη μνήμη σας.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Καταλαβαίνω τι ρωτάτε. Όταν έφτασα κάτω από το σπίτι και ήδη είχε φτάσει ο Σάββας Ξηρός, δηλαδή είχε εκπληρωθεί ο λόγος για τον οποίο πήγα εκεί, μου λέει ο Σάββας Ξηρός «ανέβα να δεις και το σπίτι που νοίκιασα› μ’ ένα τέτοιο ύφος. Ανέβηκα 10 λεπτά στο σπίτι και μέσα στο σπίτι είδα ένα τραπέζι, ένα ράντζο και δυο – τρεις καρέκλες. Δεν είδα τίποτα άλλο.
Αλλά όταν όλα αυτά τα έλεγα και επειδή είπε ο κ. Εισαγγελέας ότι ισχυρίζομαι ότι είμαι άσχετος, δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι είμαι άσχετος. Αυτό που προσπαθώ να κάνω από την πρώτη στιγμή, είναι να ξεκαθαρίσω ποια είναι η σχέση μου με αυτή την υπόθεση.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Στο ερώτημα απαντήστε μου. Αν είδατε κάτι.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σας λέω ότι είδα ένα τραπέζι, ένα ράντζο και δυο – τρεις καρέκλες. Δεν είδα τίποτα το ύποπτο. Έκατσα δέκα λεπτά μέσα στο σπίτι κι έφυγα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Θα κάνω συγκεκριμένη την ερώτηση: είδατε κάποια προκήρυξη και μάλιστα τη διαβάσατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι. Αυτά έχουν γραφτεί στην απολογία μου με τρόπο που θα εξηγήσω αργότερα, ή εξηγώ και τώρα αν θέλετε.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Δεν αναφέρομαι στην τακτική ανακρίτρια, στον Εφέτη ανακριτή.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ξέρω τι λέτε.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το επιβεβαιώνετε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ξέρω τι λέτε.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Δεν θα ρωτήσω ποιος αντέδρασε. Δεν με ενδιαφέρει. Εγώ ήθελα μόνο αυτό το πράγμα: εκτός από την προκήρυξη είδατε κάτι άλλο που να σας έκανε εντύπωση;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν είδα ούτε κάτι άλλο ούτε την προκήρυξη.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το δέχομαι.Για δύο ταχυβόλα, για ένα πιστόλι, για δύο σακ βουαγιάζ;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ δεν είδα τέτοια πράγματα. Μπορεί να υπήρχαν μέσα στο σπίτι, εγώ δεν τα είδα. Εγώ αυτό που είδα ήταν σε γενικές γραμμές ένα άδειο σπίτι με πολύ λίγα πράγματα, ένα ράντζο, ένα τραπέζι και δυο – τρεις καρέκλες. Αν μέσα σε μια ντουλάπα είχε οτιδήποτε, εγώ δεν την άνοιξα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εγώ τα ρωτώ αυτά γιατί είναι δεδομένο ότι τα είπατε στον κ. Εφέτη ανακριτή.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ξέρω για τι πράγμα με ρωτάτε.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Η τελευταία ερώτησή μου που συνδέεται με αυτά τα οποία είπατε σήμερα (δεν τα δέχεστε το αποδέχομαι απόλυτα) ποια σκέψη σας πέρασε όταν τα είδατε αυτά και το λέτε στο υπόμνημά σας την 4η ανακρίτρια «έμεινα έκπληκτος γιατί πίστευα ότι βρισκόμουν στην αυλή της 17Ν›. Το είπατε αυτό ή όχι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μιλάτε για το υπόμνημα στον κ. ανακριτή;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Για την 4η τακτική ανακρίτρια.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ από τη στιγμή που βρέθηκα στη ΓΑΔΑ και μετά, εκεί πέρα άρχισε να γίνεται ένα παιχνίδι. Εγώ ουσιαστικά κατάλαβα το τι ακριβώς διαδραματιζόταν όσο καιρό ήμουν εγώ στην Αθήνα...
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Συγγνώμη που σας διακόπτω, αλλά αυτό είναι η εξήγησή σας και τη δέχομαι. Το είπατε όμως αυτό το πράγμα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι. Αυτό γράφτηκε στο έτοιμο υπόμνημα που είχε συντάξει ο τότε συνήγορός μου.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Και υπογράψατε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι και υπέγραψα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Είναι γεγονότα δηλαδή τα οποία έβγαλε από το μυαλό του ο δικηγόρος σας.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν θα έλεγα ότι έβγαλε από το μυαλό του. Εγώ θα το έλεγα ως εξής: ο τότε συνήγορός μου έπρεπε να επιλέξει ένα υπερασπιστικό δρόμο ερήμην μου όχι επειδή έτσι ήθελε, αλλά επειδή δεν είχε άλλη επιλογή. Δεν μπορούσε να μιλήσει μαζί μου, δεν μπορούσε να συνεννοηθεί μαζί μου, με είχε δει μόνο 15 λεπτά παρουσία αστυνομικών, έπρεπε κάτι να πούμε στην ανακρίτρια και θεώρησε καλύτερο ένα τέτοιο ισχυρισμό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στην ανακρίτρια ή στον εφέτη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Για την ανακρίτρια μιλάμε αυτή τη στιγμή.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για τον εφέτη λέμε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Για τον εφέτη με ρώτησε πριν ο κ. εφέτης. Για την ανακρίτρια νόμιζα ότι μιλάμε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ήταν μια επιλογή που έκανε ο τότε συνήγορός μου μη μπορώντας να κάνει αλλιώς.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ένα ελάχιστο σχόλιο για τις μαρτυρικές καταθέσεις είναι το εξής: ο λόγος για τον οποίο ζητήθηκε από το δικαστήριό σας η εμφάνιση ενώπιόν σας των μαρτύρων οι οποίοι κατέθεσαν ό,τι κατέθεσαν, νομίζω από την αρχή τον έκανα γνωστό και ήταν στο δικαστήριό σας και ήταν ακριβώς αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός, εάν δηλαδή στις 22 Ιουνίου είχε και τι είδους εμπλοκή είχε με την πράξη για την οποία κατηγορείται.
Ο ισχυρισμός της Υπεράσπισης είναι ότι στις 22 Ιουνίου του 1998 ο κατηγορούμενος Γεωργιάδης δεν βρίσκεται στην Αθήνα ούτε corpore. Ήταν στη Θεσσαλονίκη. Έχει σημασία το εξής: η συγκεκριμένη αυτή πράξη της έκρηξης περιγράφεται προανακριτικά από τον κατηγορούμενο, στην προανακριτική του κατάθεση και ως μάρτυρα και ως κατηγορουμένου, αλλά και ενώπιον της κας Μπούρη της τακτικής ανακρίτριας και αποδέχεται, μ’ ένα τρόπο ειδητικού τύπου θα έλεγα από πλευράς δηλαδή λειτουργίας της μνήμης, ως σαν να είχε γίνει ολίγα λεπτά πριν και περιγράφεται μετά από 5 χρόνια.
Σε συνδυασμό κ. Πρόεδρε και κύριοι Δικαστές με το γεγονός ότι η συγκεκριμένη έκρηξη ουδέποτε ανελήφθη ως πράξη, ως ενέργεια από τη 17Ν έχουμε προσκομίσει στο δικαστήριο δημοσίευμα της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ› της επομένης ημέρας, η οποία δέχεται τηλεφώνημα με το οποίο αναλαμβάνεται η ευθύνη της συγκεκριμένης πράξης από άλλη Οργάνωση. Δεν πρόκειται απλώς για μια ορφανή ενέργεια, έχει πατέρα σ’ ένα επίπεδο ανακοίνωσης τουλάχιστον και είναι η Οργάνωση Μάης ’98.
Σε συνδυασμό με αυτά τα οποία κατέθεσαν οι μάρτυρες βεβαίως το αν ενισχύεται ή αποδεικνύεται πλήρως η θέση της Υπεράσπισης ότι δεν ήταν καν παρόν ο Γεωργιάδης στις 22 Ιουνίου στην Αθήνα, αυτό επαφίεται στην κρίση του δικαστηρίου σας.
Εγώ σχολιασμό απλώς θα κάνω και να μου επιτρέψετε να πω το εξής: όσον αφορά τη στάση του Γεωργιάδη προανακριτικά αλλά και ανακριτικά, η αντίφαση, η ανάκληση, η διαφορετική άποψη του κατηγορουμένου δεν ακούγεται το πρώτον μετά την απολογία του ενώπιον του κ. Ζερβομπεάκου. Αλλά και μεταξύ της απολογίας του ενώπιον της κας Μπούρη και ενώπιον του κ. Ζερβομπεάκου, παριστάμενος κ. Εισαγγελεύς με τον ίδιο συνάδελφο τον κ. Καραμανώλη, υπάρχουν αντιφάσεις διαφοροποίησης και αλλαγές οι οποίες είναι σημαντικές και πάρα πολύ σοβαρές και με την ίδια συμπαράσταση και υπερασπιστική άποψη.
Αυτά βεβαίως όταν απολογηθεί και όταν έρθει η ώρα και θα απευθυνθούμε κι εμείς στο δικαστήριό σας κατά την αγόρευσή μας και κατά την αξιολόγηση. Πάντως η ανάκληση δεν γίνεται το πρώτον μετά το συγκεκριμένο χρόνο, τον Οκτώβριο δηλαδή του 2002.
Υπάρχει αντίφαση και ενώπιον της κας Μπούρη στην οποία πάλι δέχεται αυτή την περιβόητη έκρηξη, η οποία περιγράφεται μ’ ένα τρόπο πραγματικά ο οποίος ξενίζει από έναν άνθρωπο συμμετείχε και έκανε πιο πριν μόλις την ενέργεια και για την οποία κατατέθηκαν σήμερα ενώπιον του δικαστηρίου σας και προσκομίστηκαν τα έγγραφα τα οποία προσκομίστηκαν, εννοώ τα τιμολόγια από τα οποία πράγματι προκύπτει εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον ότι το χρονικό διάστημα εκείνο ήταν στη Θεσσαλονίκη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κρατήσαμε σημείωση σε όλα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ένα πολύ σύντομο σχόλιο. Να επισημάνω το γεγονός ότι οι μάρτυρες οι οποίοι ήρθαν να καταθέσουν έχουν μια διαφορετική προέλευση και διαφορετική ηλικιακή κατανομή και επαγγελματική. Είναι άνθρωποι δηλαδή πέρα των δύο γονέων οι υπόλοιποι τρεις έχουν ένα προσωπικό δεσμό που όμως δεν θα ήταν τέτοιος, που θα δικαιολογούσε μια παρουσία σ’ ένα δικαστήριο όπου θα λέγονταν πράγματα τα οποία δεν έχουν κάποια βάση.
Το ουσιαστικό όμως είναι ότι η κατάθεσή τους για το που βρισκόταν και που είχε μόνιμη κατοικία -αυτό είναι που ενδιαφέρει- ο κατηγορούμενος Γεωργιάδης τον Ιούνιο του ’98, βρίσκει έρεισμα στις ίδιες τις προανακριτικές καταθέσεις του Γεωργιάδη.
Τι λέει ο Γεωργιάδης προανακριτικά όταν ομολογεί στην προανάκριση; Λέει ότι «εγώ τον Ιούνιο του ’98 ήμουν στη Θεσσαλονίκη, κατέβηκα στην Αθήνα το φθινόπωρο του ΄98› και εν συνεχεία η χρονική ανακολουθία της διήγησής του είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Περιγράφει μια διαδικασία μύησης στην Οργάνωση 17Ν και λέει «τρεις μήνες μετά, αφού κατεβαίνω στην Αθήνα, πηγαίνω και τοποθετώ βόμβα στο κατάστημα της Αχαρνών στην ALPHA BANK – Πίστεως› έκρηξη η οποία συνέβη 3 μήνες πριν από την κάθοδό του στην Αθήνα.
Επομένως τα όσα κατατέθηκαν σήμερα, βρίσκουν έρεισμα πραγματικά σε οφθαλμοφανείς αντιφάσεις που υπάρχουν στην προανακριτική κατάθεση και νομίζω ενόψει ακριβώς του γεγονότος ότι πράγματι είναι ενέργεια για την οποία ουδέποτε έχει αναληφθεί η ευθύνη από την Οργάνωση 17Ν πρέπει οπωσδήποτε να βάλει το δικαστήριό σας σε προβληματισμό.
Επιπλέον να πούμε το εξής: εμείς δεν ισχυριστήκαμε και θα ήταν πραγματικά παράλογο ότι οποιοσδήποτε από τους μάρτυρες που σήμερα εξετάστηκαν ενώπιόν σας, είδαν το Γεωργιάδη στις 22 Ιουνίου. Θα ήταν παράλογο ο καθένας να ισχυριστεί ότι «εκείνη τη μέρα εγώ τον είχα δει›. Δεν το είπε κανένας.
Αυτό το οποίο όμως λέμε ότι είναι ο Γεωργιάδης το διάστημα αυτό είχε μόνιμη διαμονή στη Θεσσαλονίκη. Δεν μπορεί να κατέβηκε μια μέρα και να έβαλε μια βόμβα και να επέστρεψε ξανά. Διότι η ίδια η προανακριτική κατάθεσή του η οποία περιγράφει τη διαδικασία υπό την οποία υποτίθεται ότι βάζει αυτή τη βόμβα σε αυτή την έκρηξη, είναι μια διαδικασία σταδιακής μύησης που δεν διακόπτεται από κάποιο περιστατικό, όπως είναι μια άνοδός του στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να δουλέψει.
Υποτίθεται, ότι ο Γεωργιάδης κάνει αυτή την ενέργεια μετά από δυο – τρεις μήνες διαμονής στην Αθήνα. Το κρίσιμο ζήτημα είναι: τον Ιούνιο του ’98 ο Γεωργιάδης μόνιμα που μένει. Στη Θεσσαλονίκη ή στην Αθήνα; Πέντε άνθρωποι ενώπιόν σας κατέθεσαν ότι έμενε στη Θεσσαλονίκη.
Επίσης κ. Πρόεδρε έχουμε άλλους τρεις μάρτυρες, δεν ξέρω αν έχουν προσέλθει όμως αυτή τη στιγμή. Θα παρακαλέσουμε το δικαστήριό σας να εξεταστούν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι άλλη μέρα όμως, σήμερα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Οι δύο θα έρθουν σήμερα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να εξεταστούν σήμερα για να μπορούμε κι εμείς να κρατάμε μια ενότητα. Ξέρετε, τον κάθε κατηγορούμενο τον θεωρούμε μια ξεχωριστή προσωπικότητα και θέλουμε να αναδεικνύονται αυτά τα οποία είναι για τον καθένα σαν μια ενιαία οντότητα.. Καταλάβατε;
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Απολύτως. Απλώς όταν δηλώνεται ένα κώλυμα όμως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί μετά δεν θυμόμαστε για ποιον το είπε. Εδώ τα σημειώνουμε όλα μαζί.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτός είναι και ο δικός μας στόχος να υπάρχει αυτή η ενότητα στη σκέψη του δικαστηρίου σας όσον αφορά τον κάθε κατηγορούμενο. Αλλά υπάρχει το θέμα του ότι δεν είναι κάτοικοι Αθηνών.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι να σας πω κι εγώ.
Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, επειδή τέθηκε το θέμα αυτό και με εμάς για τον κ. Τζωρτζάτο γιατί έχουμε μάρτυρες οι οποίοι θα εξεταστούν και δύσκολα δυο τρεις οι οποίοι θα έρθουν εκτός Αθηνών. Θα ήθελα την ίδια μεταχείριση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για τους εκτός Αθηνών έχουμε κάτι το ιδιαίτερο. Δεν θα τους κρατάμε εδώ πέρα δέσμιους τους ανθρώπους. Είδατε που ήρθε από τη Γαλλία κάποιος μάρτυρας, αφήσαμε όλα τα άλλα και τον εξετάσαμε.
Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Θα ήθελα την ίδια ισότητα και για μας. Ό,τι έγινε για τους μάρτυρες κατηγορίας, να ισχύσει και για εδώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι δεν μπορούν να γίνουν αυτά. Εγώ δεν θα ξαναγυρίζω πίσω και σας το είπα. Εκτός αν είναι κάπου από αλλού ένας μάρτυρας. Δεν θα κανονίζουμε ραντεβού τους μάρτυρες!
Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Εμείς μιλήσαμε για την ενότητα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν δεν είναι εδώ, τελείωσε. Αν είναι ένας βέβαια ο οποίος έχει να πει κάτι ειδικό, κάτι σημαντικό και μέχρι την τελευταία στιγμή εγώ θα τον εξετάζω, δεν θα τον αφήσω. Τα περισσότερα βλέπετε ότι είναι τετριμμένα.
Κάτι θέλετε κ. Σερίφη;
Γ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Κύριε Πρόεδρε έχω κι εγώ ένα πρόβλημα. Έχω ένα μάρτυρα συνδικαλιστή από τη Γερμανία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όποια μέρα έρθει θα τον εξετάσουμε.
Γ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Αν μπορούσε αύριο να καταθέσει και είναι και ο Μανώλης Γλέζος ο οποίος θέλει να έρθει κι αυτός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να έρθει κι αυτός. Είναι μεγάλος άνθρωπος ό,τι έρθει θα τον εξετάσουμε. Να φροντίσει να είναι ο συνήγορός σας εδώ πέρα. Κατά τα άλλα, να ξέρετε ότι όσο μπορούμε να τα συμμαζεύουμε, να μην διασκορπιζόμαστε δηλαδή γιατί θα χαθούμε.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εμφανίστηκαν στο δικαστήριό σας κάποιες φωτογραφίες που αφορούν τον κ. Τζωρτζάτο. Θα ήθελα να τις δω κι εγώ και μετά να κάνω ένα σχόλιο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το 57 που είπατε;
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν σας τις έδωσαν;
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Πήραμε φωτοτυπίες.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Επειδή έλειπα εγώ θα ήθελα να τις δω και να κάνω μετά ένα σχόλιο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ να δοθούν στα χέρια του κ. Μυλωνά αυτές οι φωτογραφίες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διάλειμμα 5 λεπτών.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που διεκόπη. Έχουμε έναν ακόμη μάρτυρα του κ. Γεωργιάδη, τον κ. Χρύσανθο Κασλή. Κάτοικος Φιλοθέης, γεννηθήκατε στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης και είστε υπάλληλος γραφείου. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Ορκίζομαι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ελάτε κ. Συνήγορε.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κατ’ αρχήν να σας ρωτήσω πότε και πώς έχετε γνωρίσει τον κατηγορούμενο Γεωργιάδη.
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Γνωριστήκαμε μέσω ενός κοινού γνωστού από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος μας σύστησε σε μία έξοδο, σε ένα καφέ. Ήταν τέλη Σεπτέμβρη με αρχές Οκτώβρη.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ποιας χρονιάς;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Του ’98. Λόγω της κοινής αγάπης για τη μουσική και κάποιων άλλων κοινών ενδιαφερόντων κάναμε παρέα αρκετά και αυτός είχε κατεβεί όπως κι εγώ για να προσπαθήσει κάτι σχετικά με τη μουσική, επειδή είχε κάποιο μεγάλο ταλέντο?.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς τί όργανο παίζετε;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Παίζω σε πάρτυ και δεξιώσεις, είμαι DJ, δεν είμαι ακριβώς μουσικός. Από κει κι ύστερα κάναμε πολλή παρέα. Είναι ένας άνθρωπος ειλικρινής, άνετος, χωρίς κάποιες ιδιαίτερες ακραίες πεποιθήσεις πολιτικές κτλ.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Θα ήθελα να σας ρωτήσω για το διάστημα που ζει στην Αθήνα. Εσείς έχετε επαφή όλον αυτό τον καιρό που ζει ο Γεωργιάδης στην Αθήνα;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Ναι, είχαμε επαφή, βγαίναμε συχνά, κατά διαστήματα απ’ ότι θυμάμαι δούλευε και σε μια εταιρεία ως σκηνογράφος.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ποια εταιρεία ήταν αυτή;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Νομίζω ότι λεγόταν KINO, ήταν μια διαφημιστική. Βέβαια, ανά περιόδους υπήρχαν χρονικά διαστήματα που είχε πολλή δουλειά, υπήρχαν διαστήματα που δεν είχε τόσο φόρτο εργασίας.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τι δουλειές έκανε συγκεκριμένα για την εταιρεία αυτή, θυμάστε καθόλου;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Έφτιαχνε σκηνικά επειδή έπιαναν και τα χέρια του όσον αφορά τα ξυλουργικά, θυμάμαι ότι δούλευε παλιά και με τον πατέρα του. Έβρισκε διάφορα αντικείμενα γι αυτούς, έφτιαχνε τα σκηνικά, κατασκεύαζε, τέτοια πράγματα.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δυο λόγια για την οικονομική του κατάσταση θα ήθελα να μου πείτε στο διάστημα που μένει στην Αθήνα.
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Η οικονομική του κατάσταση, τουλάχιστον στην αρχή όταν γνωριστήκαμε δεν ήταν και τόσο καλή, έτυχε φορές, επειδή είχα πιο σταθερή δουλειά, να του δανείσω και κάποια χρήματα. Από κει κι ύστερα, ήταν βέβαια και η φύση της δουλειάς του τέτοια, όταν υπήρχε δουλειά ήταν και πιο καλά οικονομικά, λογικό είναι , όταν ήταν μια περίοδος που δεν υπήρχε τόση δουλειά, όπως καταλαβαίνετε....
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Όταν λέτε ότι υπήρχε δουλειά, στις περιόδους εκείνες που πήγαινε καλύτερα οικονομικά, τα χρήματα σας τα επέστρεφε;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Ναι, δούλευε και τα επέστρεφε, βεβαίως. Ήταν φερέγγυος, αλλιώς δε θα κάναμε παρέα.
κ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Έχετε πάει καθόλου στο σπίτι του;
Χ. ΚΑΣΛΗΣ: Πήγα μετά από καιρό στο σπίτι του που έμενε στο Ν. Ηράκλειο μαζί με τον Βασίλη, ήταν αχώριστοι ως φίλοι.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Είδα τώρα και τις φωτογραφίες, τα πρωτότυπα και νομίζω ότι οι φόβοι μας αντί να διασκεδαστούν επιβεβαιώνονται και θέλω λίγο να το εξηγήσω αυτό γιατί είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο.
Είχαμε από την αρχή αμφισβητήσει το ότι οι συγκεκριμένες χειρόγραφες σελίδες επί των οποίων διενεργήθη μία γραφολογική πραγματογνωμοσύνη κατά την άποψη της οποίας είναι τα γράμματα του κ. Τζωρτζάτου, αυτές τις σελίδες μπορεί βέβαια να έχουν δοθεί στο αρμόδιο τμήμα που έκανε τη γραφολογική πραγματογνωμοσύνη, αλλά είχαμε από την αρχή αμφιβολίες ότι αυτές οι σελίδες που δόθηκαν για πραγματογνωμοσύνη έχουν βρεθεί όντως στην οδό Πάτμου.
Ζητήσαμε πρώτα να μας πουν πότε παραδόθηκαν αυτές οι σελίδες στο αρμόδιο τμήμα της ΕΔΕ για πραγματογνωμοσύνη. Πράγματι, μας ήρθε ένα έγγραφο που λέει ότι το πειστήριο αυτό παρελήφθη προς εξέταση την 9/8/2002.
Έχουμε λοιπόν ως δεδομένο ότι αυτές οι σελίδες τις οποίες ερεύνησαν οι γραφολόγοι της αστυνομίας και τις οποίες αποδίδουν στον κ. Τζωρτζάτο, παρ’ όλες τις ενστάσεις που έχουμε, δε μπαίνω τώρα στην ουσία της γραφολογικής, αυτές οι σελίδες παραδόθηκαν στις 9 Αυγούστου, δηλαδή ένα μήνα και περισσότερο από τη στιγμή που υποτίθεται ότι έχουν βρεθεί στην οδό Πάτμου.
Εδώ να σημειώσω επίσης ότι από τις φωτογραφίες προκύπτει ότι αυτές οι σελίδες όταν παραδόθηκαν ήταν ήδη ροζ, δηλαδή είχαν τύχει ήδη προηγούμενης επεξεργασίας. Εδώ να σημειώσω επίσης ότι από την σαφή απάντηση του κ. Γιαννακούρη αν θυμάμαι καλά έχουμε ως πρόσφατο δεδομένο ότι σ’ αυτές τις επίμαχες χειρόγραφες σημειώσεις με το σχεδιάγραμμα δεν βρέθηκε κανένα αποτύπωμα. Ούτε του κ. Τζωρτζάτου ούτε κανενός άλλου. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό και παράδοξο σημείο.
Έρχομαι όμως τώρα στις φωτογραφίες. Πολύ πρόσφατα ήρθε ένα δεύτερο έγγραφο προς το Δικαστήριο σας στο οποίο επισυνάπτονται συνολικά 8 φωτογραφίες. Αυτές τώρα λίγο θα σχολιάσω.
Η πρώτη φωτογραφία δεν μας αφορά γιατί όπως προκύπτει από το συνοδευτικό είναι μια φωτογραφία απεικονίζουσα το πειστήριο 57 εντός πλαστικής σακούλας όπως αυτό παρελήφθη από την Υπηρεσία μας. ¶ρα η φωτογράφηση έχει γίνει όταν παρελήφθη στις 9 Αυγούστου σύμφωνα με το άλλο έγγραφο από την Υπηρεσία. ¶ρα δεν μας δίνει απάντηση στο κρίσιμο μας ερώτημα.
Επίσης καμιά απάντηση δεν μας δίνουν και οι φωτογραφίες 2, 3, 4, 5, οι οποίες απεικονίζουν τις χειρόγραφες σημειώσεις (σχεδιαγράμματα) όταν αυτό το πειστήριο αποσυσκευάστηκε προς φωτογραφική τεκμηρίωση από την Υπηρεσία μας. ¶ρα σύμφωνα από το ίδιο το έγγραφο της Δ/νσης Εγκληματολογικών Ερευνών, οι φωτογραφίες 2, 3, 4, 5 έχουν ληφθεί όταν αποσυσκευάστηκαν στην Γραφολογική Υπηρεσία, δηλαδή από τις 9 Αυγούστου και μετά.
¶ρα αυτές οι 5 πρώτες φωτογραφίες δεν λύνουν το πρόβλημα μας. Αντιθέτως ενισχύουν την άποψη μας, γιατί από το πρωτότυπο προκύπτει ότι σε αυτό το στάδιο ήδη έχουν εμβαπτιστεί σε κάποιο υγρό και είναι ροζ.
Πάμε στις φωτογραφίες 6, 7, 8. Είναι τρεις φωτογραφίες απεικονίζουσες τον χώρο όπου σύμφωνα με την περιγραφή του τάδε εγγράφου βρέθηκε το πειστήριο Π57. Αυτές λοιπόν οι τρεις φωτογραφίες επιβεβαιώνουν πλήρως τις ανησυχίες μας. Γιατί; Πράγματι είναι τρεις φωτογραφίες απ’ ότι φαίνεται του χώρου στην οδό Πάτμου όπου βρέθηκαν μια σειρά από πειστήρια.
Πράγματι η μια από αυτές, η υπ’ αριθμόν 7, δείχνει από πάνω έναν πάγκο και από κάτω μια σειρά από αντικείμενα. Επίσης και η υπ’ αριθμόν 6 δείχνει δεξιά από πάνω έναν πάγκο, ο οποίος υποθέτω ότι είναι ο ίδιος πάγκος ο οποίος στην 7 έχει φωτογραφηθεί από κάτω. Όμως -κι αυτό είναι το καθοριστικό στοιχείο στην περίπτωση μας- και στις τρεις φωτογραφίες δεν υπάρχει κανένα χαρτί. Όχι τρία χαρτιά, ούτε ένα χαρτί δεν υπάρχει.
Αν λοιπόν θεωρήσουμε -και δεν θέλω να το αμφισβητήσω- ότι ο πάγκος ο οποίος φωτογραφίζεται την μια φορά από πάνω και την άλλη φορά από κάτω είναι ο πάγκος ο οποίος βρίσκεται όντως στο δωμάτιο Νο 6 της οδού Πάτμου και ότι όντως οι φωτογραφίες αυτές έχουν ληφθεί όταν έγινε η αυτοψία από τα αρμόδια Όργανα, πανηγυρικά αυτές οι φωτογραφίες αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει κανένα χαρτί.
Γι’ αυτό ήθελα να δω και το πρωτότυπο, γιατί από τις φωτοτυπίες τις ασπρόμαυρες κανείς μπορεί να μην έχει, σίγουρα δεν έχει σαφή εικόνα. Όμως κοίταξα προσεκτικά και τις τρεις αυτές φωτογραφίες, θα τις δείτε κι εσείς βεβαίως. Δεν υπάρχει ούτε ένα χαρτί.
Υπάρχουν κάποιοι σάκοι, κάποιες σακούλες, μια σειρά από αντικείμενα, όμως τα τρία λευκά χαρτιά που βρέθηκαν στο δάπεδο του δωματίου Νο 6 δεξιά της εισόδου κάτω από τον πάγκο δεν υπάρχουν σ’ αυτές τις φωτογραφίες. Μάλιστα η μια φωτογραφία, η Νο 7, φωτογραφίζει ακριβώς ό,τι υπάρχει κάτω από τον πάγκο. Βεβαίως υποθέτω ότι ο πάγκος είναι ο συγκεκριμένος πάγκος που μας αφορά.
¶ρα έχουμε μια πανηγυρική –το λέω και πάλι- απόδειξη ότι όταν μπήκαν τα αρμόδια Όργανα στο δωμάτιο Νο 6 στην οδό Πάτμου και φωτογράφησαν όπως προκύπτει από αυτές τις 3 φωτογραφίες τον χώρο και ειδικότερα δεξιά από την είσοδο τον χώρο κάτω από τον πάγκο, δεν βρέθηκε κανένα χαρτί.