Πολιτική
Πέμπτη, 19 Ιουνίου 2003 21:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (19/06/2003) Μέρος 2/7

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κυρία Βαρήκα, μόνοι τους τα έλεγαν. Ο ένας έδειχνε και άλλους 2-3. Πού τους ήξερε η Αστυνομία; Εδώ είχαν μεσάνυχτα. Δεν θα έπιαναν κανέναν ποτέ. Αν δεν έβρισκαν κι εκείνες τις λεγόμενες γιάφκες και να βρίσκανε και ορισμένα πράγματα, στοιχεία με αποτυπώματα δεν θα είχαν πιάσει τίποτα, ούτε δίκη θα είχαμε τώρα. Μια χαρά θα ήμασταν. Έλα όμως που έσκασε μία βόμβα στο χέρι κάποιου από τους κατηγορουμένους ο οποίος άρχισε να λέει, να λέει. Ο ένας έλεγε μετά τον άλλον κι έτσι τους βρήκαν. Μην νομίζετε ότι θα έβρισκαν τίποτα. Εδώ είχαν άγρια μεσάνυχτα οι Αστυνομικές Αρχές.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ναι, αλλά όπως γνωρίζετε στα δημοκρατικά συστήματα η μαρτυρία δεν αρκεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι η μαρτυρία.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Μιλώντας λοιπόν για τον κ. Ψαραδέλλη ελπίζω η απόφαση σας, φαντάζομαι ότι η απόφασή σας να στηρίζεται σε αδιάσειστα στοιχεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να είστε απόλυτα σίγουροι.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Είχα την εντύπωση ότι από το κατηγορητήριο δεν υπήρχαν αυτά τα αδιάσειστα στοιχεία. Αυτό λέω μόνο, δεν λέω τίποτε άλλο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Οι μαρτυρίες πράγματι δεν αρκούν. Αν πάτε όμως στα νεκροταφεία θα δείτε τάφους με ονόματα νεκρών. Αν πάτε σε τράπεζες θα δείτε ότι εκεί υπάρχουν ισολογισμοί με κατάλογο ληστειών και τραυματίες αστυνομικοί και νεκροί. Με καταλάβατε; Όλα δε αυτά δένουν αρμονικά με τις καταθέσεις των κατηγορουμένων, με αυτά που είπαν οι κατηγορούμενοι. Έχω εδώ ενώπιόν μου κατάθεση κατηγορουμένου που λέει για τον κ. Ψαραδέλλη.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εγώ σας λέω το εξής, ότι οι καταθέσεις, το είπατε κι εσείς, δεν αρκούν. Ανάμεσα λοιπόν στις υποψίες και στους νεκρούς για τους οποίους μιλάτε και στις ληστείες που πράγματι έγιναν και στους κατηγορούμενους, υπάρχει ένα κενό το οποίο πρέπει να πληρωθεί, δηλαδή να αποδειχθεί ότι αυτοί οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι έκαναν αυτά τα συγκεκριμένα πράγματα. Εγώ πάνω σ’ αυτό μιλώ. Η κατάθεση, η μαρτυρία δεν αρκεί κατά τη γνώμη μου.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Σε σχέση με αυτό που λέγαμε τώρα, σε ένα πολύ ανώτερο επίπεδο από αυτή τη Δίκη η οποία είναι άκρως σημαντική γι αυτούς τους κατηγορούμενους, αλλά μιλώ σε άλλο επίπεδο τώρα, χρησιμοποίησε ο Μπλερ ψέματα για να πείσει την κοινή γνώμη στην πατρίδα του για να κάνει τον πόλεμο στο Ιράκ και σήμερα γίνεται αυτή η συζήτηση στο ελληνικό Κοινοβούλιο; Είπε ότι υπάρχουν εκεί όπλα και παραποίησε αυτή την έκθεση των μυστικών υπηρεσιών; Έτσι λένε οι εφημερίδες.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Αυτό είναι διεθνώς γνωστό, όπλα δεν έχουν βρει ακόμα και ξέρουμε ότι έγινε ο πόλεμος. Επιπλέον είναι φοβερό σκάνδαλο στην Αγγλία και κάνει πολύ εύθραυστη τη θέση του Μπλερ. Υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα στο οποίο επιμένω, αυτή η χειραγώγηση για την οποία μιλάτε, δηλαδή ουσιαστικά ο φόβος της τρομοκρατίας ωθεί όλο και περισσότερο τις κυβερνήσεις και τις διωκτικές αρχές ακόμα περισσότερο, αλλά εγώ αυτό που φοβάμαι είναι οι κυβερνήσεις, να δρουν σαν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και οι έκτακτοι νόμοι όπως ξέρουμε όλοι από την πείρα μας, κι εσείς θα ξέρετε καλύτερα από μένα, είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα για τη Δημοκρατία.

Αυτό μόνο θέλω να πω και νομίζω ότι βρισκόμαστε σε αυτήν ακριβώς την εποχή. Υπάρχουν πολλές αποδείξεις, δε θέλω να σας πάρω το χρόνο σας, αν θέλετε μπορώ να σας δώσω παραδείγματα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία μάρτυς, πότε γνωρίσατε τον κ. Ψαραδέλλη;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Τον κ. Ψαραδέλλη τον γνώρισα το 1972.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πόσο χρόνων ήσασταν τότε εσείς;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εγώ είχα γεννηθεί το ’49, δηλαδή ήμουν 23 χρονών.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Τι δουλειά κάνατε τότε εσείς;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ήμουν φοιτήτρια.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Ψαραδέλλης τι δουλειά έκανε τότε εκεί;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Στην αρχή ήταν εργάτης κλωστοϋφαντουργίας κι εκεί έμαθε μια άλλη δουλειά, τη δουλειά του τυπογράφου.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εργαζόταν ως τυπογράφος. Πότε έφυγε από τη Γαλλία;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Το ’74.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και που πήγε;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Στην Ελλάδα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εσείς;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Κι εγώ.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Τώρα είστε καθηγήτρια στο Παρίσι;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Μάλιστα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πότε ξαναπήγατε εσείς στο Παρίσι;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Πήγα στο Παρίσι το ’80.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επομένως όσα ξέρετε για μετά το ’80 είναι από κάποιες εξιστορήσεις, από πληροφορίες.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εξαρτάται για ποια πράγματα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Για όσα μέχρι τώρα είπατε και ανάγονται μετά την αναχώρηση σας από την Ελλάδα.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Βεβαίως. Ερχόμουν όμως συχνά εδώ και τον έχω συναντήσει τον κ. Ψαραδέλλη κατά καιρούς αυτή την εποχή και έχω συζητήσει μαζί του. Επομένως από συζητήσεις μαζί του.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Για ποια ληστεία εκείνος παραδέχεται ξέρετε; Σε ποιο τόπο; Όχι τον χρόνο, ας τον αφήσουμε προσωρινά. ’83 λέει σήμερα ελέχθη εδώ για το ’86, κατηγορείται για το ’88, σας είπα εγώ τις ημερομηνίες. Εσείς για ποια ληστεία, σε ποιο τόπο, σε ποιο δρόμο, σε ποια περιοχή μας μιλάτε για το βιβλίο του Πουλιόπουλου;

???.: Αυτός είναι την εποχή του μεσοπολέμου;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι, ο Πουλιόπουλος εκτελέστηκε από τους καλούς.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι. Είπατε για να εκδώσει το βιβλίο τίνος; Δικό του;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι, του κ. Πουλιόπουλου.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ρωτώ λοιπόν: για ποια ληστεία εσείς μας μιλάτε, για ποιο χώρο, σε ποιο δρόμο, σε ποια περιοχή, σε ποια πόλη;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εγώ δεν ήμουν εδώ για να ξέρω, αλλά νομίζω ότι και όσοι ήταν εδώ δεν ξέρουν το δρόμο και την πόλη.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία μάρτυς, μιλήσατε για μια ληστεία το ’83. Η ερώτηση μου είναι: ξέρετε σε ποιο κτίριο, σε ποιο δρόμο, σε ποια πόλη μιλάτε για ληστεία εκείνη του ’83;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι, δεν γνωρίζω σε ποιο κτίριο, αλλά νομίζω ότι δεν χρειάζεται να γνωρίζω κτίριο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία μου, το τι χρειάζεται ή όχι είναι σε μας που θα αποφασίσουμε, δεν είναι δικό σας θέμα.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Το λέω για μένα, δεν το λέω για σας.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εσείς δεν θα αποφασίσετε, εσείς είστε μάρτυρας, καταθέτετε.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Το λέω για μένα, δεν χρειάζεται.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Καταθέτετε κα μάρτυς και μου είπατε ότι δεν ξέρετε για ποια ληστεία ομιλεί.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι, για ποια ληστεία ξέρω. Δεν ξέρω το κτίριο και την διεύθυνση.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Για ποια ληστεία; Σε ποιο ίδρυμα, υπηρεσία, μαγαζί;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Το 1983 στην οποία γνωρίζω ότι υπήρξε μια γυναίκα ... Τα γνωρίζω τα γεγονότα. Δεν ξέρω τη διεύθυνση.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αφήστε τα αυτά. Αυτά δεν τα θέλω. Εγώ θέλω αν ξέρετε σε ποιο χώρο -τον χρόνο τον είπατε, ’83- για ποιο ίδρυμα και σε ποιο δρόμο.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν ξέρω τον δρόμο. Δεν τον γνωρίζω.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Τράπεζα ήταν, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι. Αυτό δεν το γνωρίζω.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν τα ξέρετε. Μου φτάνουν εμένα αυτά. Πάω παρακάτω να σας ρωτήσω. Εδώ κατηγορείται για μια ληστεία του ’88, ούτε του ’86, ούτε του ΄83. Εσείς ξέρετε κάτι γι’ αυτή τη ληστεία του ‘88;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Γι’ αυτή τη ληστεία του ’88 ξέρω ό,τι γράφουν οι εφημερίδες, οι οποίες γράφουν και πολύ.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Από τον ίδιον;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Από τον ίδιον όχι. Που να το ξέρω;

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ήσασταν τόσο κοντά, τα μαθαίνατε όλα και δεν σας είπε «εγώ έκανα εκεί ένα λάθος πολιτικό› όπως είπατε;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν θα μπορούσε να μου το πει αφού λέει ότι δεν συμμετείχε σ’ αυτή τη ληστεία. Ακριβώς επειδή το θεωρούσε πολιτικό λάθος νομίζω ότι δεν ήταν υπερήφανος γι’ αυτό και γι’ αυτό δεν θα μιλούσε.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Καλώς. Ερωτηθήκατε, αλλά θέλω να το ξεκαθαρίσω στο μυαλό μου, για εκείνη τη ληστεία που εσείς λέτε. Κρατούσε και όπλο και τέτοια πράγματα και που το βρήκε ξέρετε; Γιατί δεν ξέρω αν σας έχει πει αν είχε αγοράσει όπλο, αν είχε άδεια, τέτοια πράγματα.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όχι, δεν μου έχει πει. Σας είπα ότι δεν μου έχει μιλήσει για καμία ληστεία.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Καλώς. Για άλλη ληστεία κατηγορείται. Εκτός από του ’88 και για μια άλλη. Περί αυτής ξέρετε κάτι να μας πείτε γι’ αυτές τις κατηγορίες που έχει ο άνθρωπος; Αυτό σας ρωτάω.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ξέρω ότι κατηγορείται για ληστείες τις οποίες δεν παραδέχεται κι εγώ βρίσκομαι εδώ για να πω τι γνωρίζω για τον κ. Ψαραδέλλη και όλα τα στοιχεία τα οποία με κάνουν να τον πιστεύω. Καταλάβατε; Δεν μπορώ να σας πω ?

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι χρήσιμα αυτά που είπατε, αλλά εμείς έχουμε κάποιες κατηγορίες και γι’ αυτό σας ερωτώ πιο συγκεκριμένα. Δεν ξέρετε λοιπόν ούτε και για τη ληστεία του ’91.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ναι. Νομίζω ότι αυτές οι ληστείες τα στοιχεία που ψάχνετε για να το συζητήσετε δεν θα ρωτήσετε εμένα, θα ζητήσετε κάποια αδιάσειστα στοιχεία.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αφού τον ξέρετε έντιμο, ευθύ ?

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Βεβαίως, τον θεωρώ έντιμο και ευθύ και πιστεύω ότι είναι. Επίσης πιστεύω ότι είναι και έντιμος και ευθύς και έχει το τεκμήριο της αθωότητας. Αυτό πιστεύω και γι’ αυτό είμαι εδώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Οπωσδήποτε. Τι έγινε με αυτά τα βιβλία του Πουλιόπουλου τέλος πάντων; Εκδόθηκαν, δεν εκδόθηκαν; Εφόσον πήγε, όπως το λάθος του ομολογεί, στην ληστεία, του έδωσαν ή τον γελάσανε κιόλας στο τέλος; Δεν έκανε και καμία αγωγή εκεί να τα πάρει;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Απ’ ότι λέει και τον πιστεύω γιατί ξέρω ότι έχει μια παιδικότητα δεν πήρε τίποτα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί δεν πήρε;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν πήρε. Τώρα γιατί δεν πήρε αυτό δεν μπορώ να σας το πω, όπως και τα υπόλοιπα γιατί δεν γνώριζα ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν του λέγατε «πήρες τώρα μέρος στη ληστεία, πήγες εκεί, δεν έπαιρνες τουλάχιστον να βγάλεις του Πουλιόπουλου το βιβλίο εκεί να τα έχουμε κι εμείς εδώ πέρα θησαυρό ολόκληρο;›

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Κύριε Πρόεδρε, από τότε που ο κ. Ψαραδέλλης συνελήφθη όπως γνωρίζετε κι εσείς δεν τον έχω δει. Επομένως είναι πολύ δύσκολο να τον ρωτήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, τότε λέω. Μου είπατε ότι παραδέχτηκε σε σας ότι είναι πολιτικό λάθος. Και σας ρωτάω: δεν του λέγατε «ρε παιδί μου γιατί είναι πολιτικό λάθος;› Η απάντηση είναι «ήθελα να εκδώσω αυτά τα βιβλία›.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Πότε να του το πω; Δεν τον έχω δει. Όταν με το καλό αθωωθεί, τότε θα τον ρωτήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τόσο καλή φίλη και έμπιστη δεν σας έλεγε ότι «άστα, εγώ έκανα ένα λάθος, έκανα μια ληστεία και τελικά δεν μου έδωσαν ούτε τα λεφτά›; Δεν σας το είπε αυτό; Γιατί ακούω παράδοξα πράγματα ξέρετε.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν είναι καθόλου παράδοξο ένας άνθρωπος ο οποίος συμμετείχε σε μια πράξη την οποία θεωρεί πολιτικό λάθος να μην είναι υπερήφανος και να μην την διαδίδει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν το λέει.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Έτσι νομίζω εγώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς είπατε ότι είχε θάρρος και παραδεχόταν τα λάθη του. Που δεν τα παραδέχεται; Ένας που τα αποκρύπτει δεν τα παραδέχεται. Ή, μπορεί να είναι και τα δυο μαζί;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Γνωρίζετε εσείς πολύ καλά από τη θέση που έχετε ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κι εσείς γνωρίζετε καλά τη διαλεκτική.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Αν με ρωτάτε θα πρέπει να απαντάω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σίγουρα θα απαντήσετε. Απαντήστε όμως σ’ αυτό που σας ρωτάω.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Βεβαίως. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι κανένας δεν είναι αναγκασμένος αυθορμήτως να ομολογήσει μια πράξη αξιόποινη σύμφωνα με το δίκαιο που υπάρχει.

Εγώ δεν καταλαβαίνω καν την ερώτηση. Θα καταλάβαινα την ερώτηση αν ήταν μια πολιτική πράξη την οποία διεκδικούσε, για την οποία ήταν υπερήφανος και θα μπορούσε επομένως να τη συζητήσει, να τη μοιραστεί με τους συντρόφους του κλπ. Αλλά το γιατί δεν έβγαινε στους δρόμους να μιλήσει με τους φίλους του και να λέει ότι «έκανα μια ληστεία›, αυτό είναι κάτι το οποίο νομίζω ότι είναι αυτονόητο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπατε ότι είναι ειλικρινής και ότι παραδέχεται τα λάθη του και μόνος του τα λέει. Διότι το να παραδέχεται αυτά τα οποία είναι σωστά και να τα βγάζει προς τα έξω, αυτό είναι αυτοδιαφήμιση.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Όταν ρωτήθηκε ομολόγησε την πράξη την οποία έκανε. Εγώ δεν πιστεύω ότι θα έπρεπε να ομολογήσει την πράξη την οποία δεν έκανε και πιστεύω επειδή τον γνωρίζω ότι αυτή την πράξη που ομολόγησε αυτήν έκανε. Δεν μπορώ να σας πω τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω ότι είναι αρκετά αυτά και μπορούμε να σταθούμε.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Γνωρίζετε χρόνια τον κ. Ψαραδέλλη, είναι φανερή η εκτίμηση που έχετε στο πρόσωπο του. Έχετε σκεφτεί ποτέ σε τι οφείλεται η εμπλοκή του σ’ αυτή την υπόθεση; Γιατί είναι αναμφισβήτητο ότι οι συγκατηγορούμενοι του τον εμπλέκουν πράγματι στις δραστηριότητες αυτές και επιπλέον και ο ίδιος έχει αποδεχτεί ότι σε έναν χρόνο προγενέστερο παραδέχεται και ο ίδιος ότι συμμετείχε σε μια ενέργεια. Γιατί αυτή η εμπλοκή;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Πως εξηγείται το ότι συμμετείχε;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πως εξηγείται ότι άλλοι συγκατηγορούμενοι του που αποδέχονται τη συμμετοχή του εμπλέκουν κι αυτόν. Και μάλιστα να σας βάλω τα δεδομένα για να έχουμε και μια συμμετοχή, τον εμπλέκουν με ένα ψευδώνυμο «Φώτης› που ο ίδιος έχει παραδεχτεί ότι ήταν πράγματι το ψευδώνυμο με το οποίο έδρασε στη ληστεία που ομολόγησε.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Τα ψευδώνυμα όπως γνωρίζετε ήταν πολύ διαδεδομένα την περίοδο της δικτατορίας, αλλά και στην πρώτη περίοδο –θα σας απαντήσω ακριβώς σ’ αυτό που λέτε- αλλά και στην πρώτη περίοδο μετά τη δικτατορία για την οποία δεν ήταν καθόλου σίγουρο που έβαιναν τα πράγματα.

Το γεγονός ότι είχε το ψευδώνυμο «Φώτης› μπορούσαν να το γνωρίζουν πολλοί άνθρωποι. Δεν ήταν κάτι το οποίο ήταν πολύ μυστικό. Μόνο οι άνθρωποι που έχουν ψευδώνυμο νομίζουν ότι δεν το ξέρει κανένας, κυρίως όταν κάποιος δρα σε ένα μαζικό χώρο όπως δρούσε ο Ψαραδέλλης.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Είστε ένας άνθρωπος με οξυμένη νοημοσύνη, σας λέω λοιπόν το εξής: Ο ίδιος αποδέχεται ότι σε μια ενέργειά του, ακριβώς επειδή δίσταζε, ντρεπόταν, δεν ξέρω τί έκανε, είπε «εμένα με λένε Φώτη›. Έδρασε με όσους νόμιζε ότι έδρασε, με τους στόχους που ο ίδιος επικαλείται και αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να τους κρίνω, έλαβε μέρος σε μια ληστεία, είχε κάποιο αποτέλεσμα, ο ίδιος λέει ότι δεν πήρε λεφτά, τελειώνουμε εκεί πέρα.

Αυτό που με προβληματίζει και θέλω αν έχετε εσείς μια εξήγηση, πώς κάποια χρόνια αργότερα, άνθρωποι που παραδέχονται ότι λειτουργούν μέσα στη 17Ν μιλάνε και για κάποιον Φώτη ως άνθρωπο που μετέχει και αυτός.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δε μπορώ να γνωρίζω γιατί αυτοί οι άνθρωποι μιλούσαν για κάποιον Φώτη ή γιατί ενέπλεξαν τον κ. Ψαραδέλλη γιατί δεν ήμουν στην προδικαστική διαδικασία και γιατί έχω την εντύπωση ότι αυτή η προδικαστική διαδικασία δεν αποτελεί ικανό επιχείρημα για μένα, αλλά γενικότερα –γι αυτό γίνεται και η δίκη φαντάζομαι- για να μας υποδείξει την εμπλοκή του Ψαραδέλλη στην Οργάνωση. Κυρίως γιατί απ’ ότι γνωρίζω δεν την έχει διεκδικήσει αυτή τη ληστεία η 17Ν.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτήν που ομολογεί.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ακριβώς.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μας είπαν κάποιοι μάρτυρες τις προάλλες που ασχολούνται με αυτά τα πράγματα, ότι είναι πάγιος κανόνας και πρακτική, οι επαναστατικές ή εν πάση περιπτώσει όπως οι ίδιες χαρακτηρίζονται Οργανώσεις, χρησιμοποιούν τη μέθοδο αυτή της απαλλοτρίωσης για την χρηματοδότησή τους αλλά ποτέ δεν αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη γιατί ό,τι αναλαμβάνουν το αναλαμβάνουν ως πολιτική ευθύνη. Η ληστεία είναι κάτι το οποίο είναι μεν στην πρακτική για να χρηματοδοτηθούν, αλλά δεν βγαίνουν να πουν «ξέρετε, κάναμε κι αυτό το πράγμα›. Έτσι μας είπαν μάρτυρες που ασχολούνται με αυτά τα πράγματα. Μάρτυρες υπερασπίσεως εννοώ.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Ο Θεολόγος Ψαραδέλλης ομολόγησε όμως μια ληστεία.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Η ιδεολογική τοποθέτηση του κ. Ψαραδέλλη θα τον απέτρεπε να κάνει παρέα με ανθρώπους που έχουν διαφορετικές απόψεις απ’ αυτόν;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Η αντίληψη που έχει ο Ψαραδέλλης για την πολιτική δεν τον έχει εμποδίσει να έχει φίλους σε άλλα ρεύματα, ακόμα και στο Κομμουνιστικό Κόμμα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Σας λέω γιατί σας το ρωτώ: Υπάρχουν άλλοι άνθρωποι οι οποίοί δεν τον εμπλέκουν σε ενέργεια συγκεκριμένη αλλά λένε ότι στην τάδε ταβέρνα τον συναντήσαμε μαζί με τον τάδε και κάναμε παρέα.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Αυτό είναι πάρα πολύ πιθανό γιατί δεν ήταν αναγκασμένος να γνωρίζει την εμπλοκή των ανθρώπων με τους οποίους έπινε ένα κρασί.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μια και είστε υπερασπιστής τώρα βλέπω του κ. Γιωτόπουλου, θα κάνω μια τρίτη ερώτηση που αφορά τον κ. Γιωτόπουλο: Τα χρόνια του αγώνα του αντιδακτατορικού και της Οργάνωσής του εκεί στο Παρίσι, έτυχε να συναντήσετε κάπου ή να γνωριστείτε με τον κ. Γιωτόπουλο;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν έτυχε να τον γνωρίσω, παρόλο που δεν πιστεύω ότι είναι κάτι ατιμωτικό, θα μπορούσα να τον είχα γνωρίσει.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κάθε φορά που σας υποβάλλεται μία ερώτηση και ετοιμάζεστε να απαντήσετε, διακρίνω ένα σταμάτημα στο μυαλό σας ψάχνοντας να βρείτε μια δικαιολογία. Γιατί μας αντιμετωπίζετε με τέτοια καχυποψία; Δεν είμαστε άνθρωποι που προσπαθούμε να παγιδεύσουμε κανέναν.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν σας αντιμετωπίζω εσάς με καχυποψία, το λέω αυτό επειδή σε μια προηγούμενη μαρτυρία ενός άλλου μάρτυρα, ο Τύπος παρανόησε την απάντηση του μάρτυρα και είπε ότι γνώριζε τον κ. Γιωτόπουλο με διαφορετικό όνομα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Εγώ δεν σας είπα ούτε με συγκεκριμένο όνομα ούτε τίποτα. Εγώ σας λέω σαν προσωπικότητα.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν το λέω για σας. Δεν έτυχε να τον γνωρίσω.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ο κ. Γιωτόπουλος είναι γνωστό ότι είχε δράση αντιδικτατορική και μάλιστα στο Παρίσι. Σας ρωτώ λοιπόν, μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον αν τον γνωρίσατε.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δεν τον είχα γνωρίσει.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Στη διάρκεια της δικτατορίας, είναι δεδομένο αυτό, πολλοί κυκλοφορούσαν για ευνόητους λόγους με ψευδώνυμα και στα πρώτα χρόνια μετά τη δικτατορία, δηλαδή μετά το ’74. Συνέχισαν να κυκλοφορούν με ψευδώνυμα και το 1991; Υπήρχε λόγος;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Δε νομίζω.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Δεν βρίσκετε ότι θα έπαιζε κανένα ρόλο, ας πούμε αν εγώ ήμουν στη δικτατορία με κάποιο ψευδώνυμο και το 1991, πριν δέκα χρόνια δεν θα υπήρχε καμία σκοπιμότητα να κυκλοφορώ με το οποιοδήποτε ψευδώνυμο.

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εκτός αν κάποιοι με ήξεραν με το παλιό ψευδώνυμο και με φώναζαν έτσι.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Συμβαίνει αυτό;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Βεβαίως, φιλικά.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Εγώ γίνεται ένας αγώνας αποδείξεων. Θέλω να μου πείτε το εξής: Αν είναι δεδομένο ή αν περιλαμβάνεται στην κατηγορία, ότι 7 ένοπλοι άνθρωποι μπήκαν μέσα σε ένα κατάστημα του ΕΛΤΑ και πήραν το 1991, τις παραμονές των Χριστουγέννων, 289 εκατομμύρια τα οποία προορίζονται για τις συντάξεις ανθρώπων του ΙΚΑ και δε χρειάζεται σε σας να σας πω τί είναι αυτοί οι άνθρωποι του ΙΚΑ που συνταξιοδοτούνται, πόσο χαμηλά οικονομικά είναι. Εσείς, γιατί κάνατε και κάποιες παρατηρήσεις νομικές, είστε και πολιτικός επιστήμων, πώς θα το χαρακτηρίζατε αυτό; Πολιτικό λάθος;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Αυτή τη συγκεκριμένη πράξη λέτε ή γενικώς;

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Σας λέω, αν εγώ ήμουν μέσα σε 7 ένοπλους και εισέβαλλα όχι σε τράπεζα, στο ΕΛΤΑ και αποκόμιζα 289 εκατομμύρια, σκεφτείτε με την τιμή μονάδος του 1991, εδώ και 12 χρόνια, αυτή την πράξη θα τη θεωρούσατε ένα πολιτικό λάθος;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Νομίζω ότι απάντησα, διαφωνώ με αυτή την πρακτική γενικότερα, όχι μόνο γι αυτή την απαλλοτρίωση, τη ληστεία για την οποία μιλάτε. Όσον αφορά τους συνταξιούχους, απ’ ότι γνωρίζω οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες.....

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Δε σας μιλώ για ληστεία τράπεζας, σας μιλώ για το ΕΛΤΑ το οποίο έχει αναλάβει να μοιράζει τις συντάξεις και μάλιστα τις παραμονές των Χριστουγέννων, των συνταξιούχων του ΙΚΑ.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Οι συνταξιούχοι δεν τα πήραν τα λεφτά κ. Ευαγγελάτε; Ξέρουμε πολύ καλά ποιοι κλέβουν τις συντάξεις. Να μας πείτε αν είναι πολιτικό λάθος τα 21 δις του Νεονάκη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ για απόντες δε θέλω να γίνεται συζήτηση.

(διαλογικές συζητήσεις)

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Οι συνταξιούχοι ούτως ή άλλως θα τις έπαιρναν τις συντάξεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τις πήραν τις συντάξεις. Αν δεν τις έπαιρναν;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Το ζήτημα δεν είναι εκεί.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Επειδή πήραν τις συντάξεις αλλά τις πλήρωσε ο Οργανισμός του ΕΛΤΑ, αυτό σημαίνει ότι η πράξη δικαιολογείται;

Ε. ΒΑΡΗΚΑ: Εγώ δεν είπα ότι η πράξη δικαιολογείται. Αλλά έχει σημασία γιατί δεν δικαιολογείται.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Κύριε Ψαραδέλλη, επιβεβαιώνετε το περιεχόμενο της απολογίας που δώσατε στην Αντιτρομοκρατική στις 18 Ιουλίου;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Βεβαίως.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Επιβεβαιώσατε το περιεχόμενο αυτής και στην Δ’ Τακτική Ανακρίτρια;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Μάλιστα.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Γνωρίσατε και πότε, αν γνωρίσατε κάποιον με το όνομα «Γιαννάκης›; Το έτος με ενδιαφέρει, αν θυμάστε.

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Το ’82-’83.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μήπως ήταν μεταγενέστερα; Αν σας πω ότι είναι δεδομένο και από την απολογία στον κ. Ζερβομπεάκο και στην προανακριτική ότι τον γνωρίσατε το ’86, ποιο είναι το αληθές;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Το 1983.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Επιμένετε. Στις 23 Οκτωβρίου έχετε αναφερθεί για το περιστατικό της γνωριμία με τον «Γιαννάκη›. Ποιο έτος, επαναλαμβάνω;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Δε θυμάμαι.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τη ληστεία πότε την κάνατε;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Απ’ ότι διαπίστωσα, με αυτά τα δεδομένα που είχα εγώ, το 1983.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το δέχομαι. Λέτε λοιπόν στην απολογία σας στον κ. Μπίρμπο, στο 18ο φύλλο: «Αρνούμαι οποιαδήποτε συμμετοχή στην Οργάνωση της 17Ν και στις πράξεις που μου αποδίδονται εκτός από τη ληστεία στην ΕΤΕ Δροσοπούλου το 1986›.

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Παίρνω την εκδοχή που λέτε ότι έγινε το 1983. Αυτή η ληστεία έγινε μαζί με τον «Γιαννάκη›;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Μάλιστα.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Πριν την ενέργεια αυτής της ληστείας το’ 83 που λέτε, είπατε εσείς στον Γιαννάκη με ποιο ψευδώνυμο να σας αποκαλεί; Με ποιο όνομα;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Φώτης.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Επανέρχομαι στο υπόμνημα το οποίο υπογράφεται και από εσάς και από την συνήγορό σας. Το περιστατικό της ληστείας το αναφέρετε χρονικά το 1986. Λέτε ότι: «Εγώ ομολόγησα τη συμμετοχή μου στη ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στην οδό Δροσοπούλου στα Πατήσια, το έτος 1986›, το οποίο υπογράφετε εσείς. Με δύο λόγια μπορείτε να πείτε για το περιστατικό της εγκύου;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Πήγαμε μέσα τέσσερα άτομα, δεν τους γνώριζα τους άλλους δύο, ήξερα μόνο τον Γιαννάκη, ήταν μία έγκυος μέσα και πήραμε 3 εκατομμύρια, ούτε 6,5 ούτε 11 που γράφουν. Πήραμε 3,1 εκατομμύρια.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μια κυρία, η φερόμενη ως έγκυος το χρόνο εκείνο, δε μπορώ να κάνω χρήση του ονόματός της γιατί ούτε αναγνώστηκε ούτε κατέθεσε, αναφέρει κάποιο άλλο χρόνο. Χρήματα πήρατε τελικά από τη ληστεία;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Τρία εκατομμύρια περίπου.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εσείς προσωπικά ο ίδιος;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Όχι, τίποτα εγώ.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Διαμαρτυρηθήκατε στον Γιαννάκη γιατί δεν πήρατε χρήματα;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Βεβαίως.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τί είπατε;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Μου είπε ο Γιαννάκης ότι υπάρχουν μεγαλύτερες ανάγκες στην Οργάνωση.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Είπατε ότι σας έπιασαν κορόιδο;

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Βεβαίως.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Δεν θέλω τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είστε η κα Pauwels Eliane του Maurice, γεννηθήκατε το ’46, υπάλληλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση κάτοικος Βελγίου.

Ε. PAUWELS: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Ε. PAUWELS: Διαβεβαιώνω στη συνείδησή μου ότι θα πω την αλήθεια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να ρωτήσετε.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Πότε γνωρίσατε τον κ. Ψαραδέλλη;

Ε. PAUWELS: 27 χρόνια γνωριζόμαστε. Το ’76 γνώρισα τη Νάντια Ψαραδέλλη σ’ ένα γραφείο εδώ στην Αθήνα και από τότε μέχρι σήμερα δηλαδή είμαστε καλοί φίλοι.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Με βάση αυτή τη γνωριμία, διατηρήσατε και είχατε στενές οικογενειακές επαφές;

Ε. PAUWELS: Ναι.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Μπορείτε να ξέρετε πως ζούσε και τι έκανε η οικογένεια Ψαραδέλλη από το ’76 και εντεύθεν;

Ε. PAUWELS: Κρατούσαμε επαφή πάντα. Πιο πολύ την περίοδο του ’85 που μάλιστα ζούσαμε στην ίδια συνοικία στο κάτω Χαλάνδρι εγώ με τα παιδιά μου, αυτοί με τα παιδιά τους. Μετά έφυγα εγώ για το Βέλγιο.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Το ’85 λέτε που ήσασταν στην Ελλάδα.

Ε. PAUWELS: Ναι.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Την ίδια περίοδο εσείς είχατε και μια πολιτική δραστηριότητα ή ήσασταν μια πολιτικά ενεργός πολίτης και κάνατε σχετικές συζητήσεις ώστε να μπορείτε να πείτε στο δικαστήριο για τις ιδέες και τις απόψεις του Ψαραδέλλη εκείνη την περίοδο, σχετικά με το θέμα που αφορά αυτή τη δίκη;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε συνήγορε, να μας πείσετε ότι είναι της 4ης Διεθνούς; Σας παρακαλώ να πείτε ότι είναι στην 4η Διεθνή ο κύριος και να μην θέλει τη βία, όμως τα είπαμε τόσες φορές. Εδώ τώρα είναι ήταν ή δεν ήταν στη 17Ν. Μην ροκανίζουμε το χρόνο χωρίς λόγο.

Ε. PAUWELS: Όταν ήμουν στο Βέλγιο ήμουν στο ΚΚΕ Βελγίου ουσιαστικά και ήρθα στην Ελλάδα και γνώρισα τον Έλληνα άνδρα μου που παντρευτήκαμε κλπ. Όταν ήρθα εδώ μετά τη μεταπολίτευση ήθελα να μπω στο ΚΚΕ και δεν το δέχτηκαν. Ήμουν λιγάκι ταλαντευόμενη και ταλαιπωρημένη.

Στα πλαίσια αυτά είχα την ευκαιρία να συζητήσω ώρες πολλές με τους φίλους μου Ψαραδέλλη. Εγώ ήμουν αρκετά συγχυσμένη, κατάλαβα ότι ο κ. Ψαραδέλλης είχε δομημένο μυαλό, ήταν σταθερός.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Ο Ψαραδέλλης εκείνη την περίοδο ήταν πολιτικά ενεργός; Δεν θέλω να μου πείτε αν ήταν στην 4η ή στην 5η Διεθνή, αλλά αν ήταν ένας άνθρωπος που εκτίθεται δημόσια σε σχέση με τις απόψεις του. Ήταν ενεργός στο χώρο του είτε στο Χαλάνδρι είτε στην ελληνική κοινωνία; Ήταν γνωστός δηλαδή ότι ήταν ένας πολιτικός ενεργός είτε ως αντιστασιακός, είτε στο Σωματείο του, είτε σε δημόσιες εκδηλώσεις, σε θέατρα και πλατείες; Εκτίθονταν και έλεγε ποιος είναι;

Ε. PAUWELS: Όπως τον γνώρισα τότε ήταν αρκετά ενεργός.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Υπερασπιζόταν αυτές τις απόψεις;

Ε. PAUWELS: Ναι.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Αυτές οι απόψεις που υπερασπιζόταν είχαν κάποια σχέση με αυτό που ήταν εκείνη την περίοδο οι απόψεις της 17Ν είτε ως πολιτική άποψη, είτε ως πρακτική;

Ε. PAUWELS: Προσωπικά έχω φοβερή απέχθεια σε ό,τι αφορά την τρομοκρατία είτε είναι από αριστερά, από δεξιά. Πραγματικά αν είχα διαπιστώσει τότε ότι οι φίλοι μου, ο Ψαραδέλλης και η Νάντια είχαν τέτοιες τάσεις, θα το είχα καταλάβει, δεν θα είχαμε γνωριστεί.

Δ. ΖΩΤΟΣ: Ωστόσο ο Ψαραδέλλης δέχεται είτε το ’83 είτε το ’86 που υπάρχει αυτή η αμφισβήτηση εδώ, ότι συμμετείχε σε μια ληστεία, επικαλείται ως αιτία. Εσείς το θεωρείτε αυτό ότι ήταν μέσα στα χαρακτηριστικά του Ψαραδέλλη που γνωρίζατε; Πως το κρίνετε; Γιατί έρχεστε με μια πεποίθηση ότι ο Ψαραδέλλης δεν έχει σχέση με τη 17Ν και τις τρομοκρατικές ενέργειες, αλλά λέει ο ίδιος ότι έχω σχέση με μια ληστεία. Πως το εξηγείτε αυτό;

Ε. PAUWELS: Ήμουν στο Βέλγιο όταν έμαθα τη σύλληψη και έμεινα άναυδη. Μετά έμαθα και για τη ληστεία και στεναχωρήθηκα πολύ. Ήταν μεγάλη η έκπληξη. Διάβασα αυτή την υπόθεση ότι ήθελε να εκδώσει ένα βιβλίο που ήταν αρκετά ιδεαλιστικό και από αυτή την άποψη κάπου ταιριάζει με το χαρακτήρα του Ψαραδέλλη. Έχει μια δόση αφέλειας ιδεαλισμού που μας το κάνει και αγαπητό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει. Να πάτε στο καλό.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε ο οργανισμός τον οποίο εκπροσωπώ παρίσταται και συγκεκριμένα για 9 κατηγορουμένους, οι οποίοι φέρονται ότι εμπλέκονται σε 9 ληστείες και θα παρακαλέσω με όλο το σεβασμό όταν κρίνω να μπορώ να ασκώ τα δικαιώματά του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεκτό.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Όταν κρίνω ότι δεν χρειάζεται και καλύπτομαι από της Έδρας, όπως βλέπετε δεν μιλώ. Όπως και η περίπτωση του κ. Τζωρτζάτου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ό,τι κρίνετε εσείς.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Ευχαριστώ πολύ.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να προσέλθει ο κ. Κλέαρχος Σμυρναίος. Είστε ο κ. Κλέαρχος Σμυρναίος.

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είστε καθηγητής, του Δημητρίου και της Στέλλας, γεννηθήκατε και μένετε στην Αθήνα.

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζεστε ή διαβεβαιώνετε;

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Διαβεβαιώνω στη συνείδησή μου ότι θα πω όλη την αλήθεια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Παπαδάκη, έχετε την ευγενή καλοσύνη να αρχίσετε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε μάρτυς κατ’ αρχήν θα ήθελα να πείτε στο δικαστήριο με πρωτοβουλία ποιανού παράγοντα της δίκης βρίσκεστε εδώ, για να καταθέσετε τι. Αν γνωρίζετε τον κατηγορούμενο Βασίλη Τζωρτζάτο και ποιος είναι ο λόγος της παρουσίας σας στη δίκη, ως μάρτυρας Υπεράσπισής του.

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Έχω κι εγώ περάσει από εδώ, έχω παραμείνει στη φυλακή 19 μήνες, έχω δικαστεί σε αυτή την αίθουσα και έχω συμμετάσχει σε όλες τις Επιτροπές Αλληλεγγύης σε πολιτικούς κρατουμένους από το 1985 και μετά. Συνεπώς έχω περάσει και ο ίδιος αυτά τα πράγματα και ξέρω τι αξία έχει η αλληλεγγύη ιδιαίτερα μέσα στις δικαστικές αίθουσες.

Όσον αφορά τον Βασίλη Τζωρτζάτο, τον γνώρισα το 1983 – ’83, ήμουν μαθητής και είχε κάποια φιλική σχέση με κάποιο συγγενικό μου πρόσωπο, τον είχα συναντήσει δυο τρεις φορές. Με τον κ. Παπαδάκη γνωριζόμαστε από κοινούς αγώνες που έχουμε δώσει για τα δημοκρατικά δικαιώματα και μου ζήτησε να καταθέσω για τον κ. Τζωρτζάτο, θα ήθελα όμως να καταθέσω και για τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πολύ ευχαρίστως.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Σε ό,τι με αφορά για τον κ. Τζωρτζάτο εγώ θα ήθελα τα εξής πράγματα. Κατ’ αρχήν φαντάζομαι ότι θα έχετε παρακολουθήσει από την επικαιρότητα, από τις εφημερίδες από τα ΜΜΕ τις καταγγελίες του Βασίλη Τζωρτζάτου σε ό,τι αφορά τις συνθήκες ανάκρισής του στην Ασφάλεια και τις συνθήκες υπό τις οποίες φέρεται ότι ομολόγησε πράξεις, τις οποίες εν συνεχεία ανακάλεσε και είπε ότι δεν τις είχε κάνει και ότι ανακρίθηκε κάτω από ορισμένες συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην απόσπαση ομολογίας με χρήση αθέμιτων μέσων, όπως βία, εκβιασμοί, ψυχολογική βία, διάφορες στερήσεις κλπ.

Ήθελα να μου πείτε με βάση τη δική σας εμπειρία κατά πόσο κρίνετε ως βάσιμες τις καταγγελίες αυτές, διότι εδώ τέθηκα και τις προηγούμενες μέρες τέτοια ζητήματα και εκφράστηκε μάλιστα και μια απορία από την Έδρα και από άλλους παράγοντες της δίκης, ότι αυτά εν πάση περιπτώσει επί Χούντας γίνονται, αλλά είναι ερώτημα αν στην περίοδο από το ’74 και μετά, έχουν γίνει επί ελληνικής μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.

Θέλω να μου πείτε αν εσείς κρίνετε βάσιμες τις καταγγελίες αυτές και αν είχατε παρόμοια εμπειρία από τη μεταχείριση που υποστήκατε στην Ασφάλεια όταν είχατε συλληφθεί.

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Πριν από αυτή την υπόθεση υπήρξαν πάρα πολλές ανάλογες υποθέσεις. Αν δεν είχαν προηγηθεί οι προηγούμενες, είμαι βέβαιος ότι σε αυτή την υπόθεση θα ήταν τελείως διαφορετικά τα χαρακτηριστικά και θα ήταν δεκάδες οι κατηγορούμενοι σήμερα και θα ήταν άλλοι οι όροι της δίκης.

Το γεγονός ότι προηγήθηκαν πολλές αθωωτικές αποφάσεις για σοβαρότατες κατηγορίες, ανάλογες αυτών καίτοι αρχικά από τις διωκτικές Αρχές παρουσιάζονταν ως βέβαιες επιτυχίες δημιούργησε κλίμα στην κοινή γνώμη τέτοιο, ώστε να είναι δύσπιστη και καχύποπτη σε κάθε περίπτωση που η Ασφάλεια παρουσίαζε το ψέμα ως επίσημη αλήθεια.

Σε ό,τι αφορά τη δική μου υπόθεση. Συνελήφθηκα το 1987 τότε η υπόθεση αυτή είχε παρουσιαστεί ως εξάρθρωση της 17Ν, ΕΛΑ κλπ. Εάν τότε υπήρχε η αντιτρομοκρατική νομοθεσία, εάν η δίκη γινόταν σε σύντομο χρονικό διάστημα, εάν δεν είχα δηλαδή το χρόνο να οργανώσω την υπεράσπισή μου νομίζω ότι ακόμη θα ήμουν στη φυλακή. Γιατί και σε εμάς υπήρξε κατασκευή στοιχείων, υπήρξε προανακριτική διαδικασία που μπορούσε να προκαλέσει αυτές τις συμπεριφορές τις οποίες ρωτάτε κ. Παπαδάκη.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Να ρωτήσω συγκεκριμένα τα εξής στοιχεία ανακριτικής συμπεριφοράς: πρώτα από όλα το κλίμα το οποίο έχει δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη από τα ΜΜΕ την ώρα που κάποιος συλλαμβάνεται, προτού ακόμη προσαχθεί στην Αστυνομία. Παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της ψυχολογικής του κατάστασης και ποιο ρόλο παίζει;

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Καθοριστικό ρόλο.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δηλαδή;

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Ο τρόπος που προαναγγέλλονται οι συλλήψεις και ιδιαίτερα στην συγκεκριμένη περίπτωση για την οποία μιλάμε, εγώ γνωρίζω πολλούς αντιδικτατορικούς αγωνιστές με ιστορία, οι οποίοι ήταν βέβαιοι ότι θα συλληφθούν και φοβούνταν την ανακριτική διαδικασία, δεδομένου ότι ασκείται τρομακτική πίεση από τον αμερικάνικο παράγοντα στην Ελλάδα.

Το όλο σκηνικό μιας κοινωνίας που καθηλώνεται και παρακολουθεί κάθε μέρα με τρομοκρατικό τρόπο συλλήψεις με την απόλυτη βεβαιότητα με τους κουκουλοφόρους και τα αυτόματα, νομίζω ότι οποιονδήποτε άνθρωπο που έχει δώσει αυτό που μέσα στα όρια αυτής της νομιμότητας αγώνες, αλλά έχει μια συνέπεια, ευθύνη και συνέχεια στον αγώνα αυτό, τον έκανε να αισθάνεται ανασφαλή.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Με ποιο τρόπο επιδρά αυτή η προσδοκία της σύλληψης με την ύπαρξη αυτού του κλίματος στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς αυτού που συλλαμβάνεται; Να το πω αλλιώς: δηλαδή υποβαθμίζει τη δυνατότητα αντίστασής του; Τι ψυχολογία του διαμορφώνει;

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση αυτό εξαρτάται από τις ψυχικές αντοχές του κάθε ανθρώπου. Αλλά στη ζωή τα μεγέθη δεν είναι απόλυτα. Προσωπικά αδιέξοδα μπορεί να συντελέσουν σε συγκεκριμένες στιγμές να κάνουν ανθρώπους να ομολογήσουν ακόμη και πράξεις με τις οποίες δεν έχουν καμία σχέση, ή και να ενοχοποιήσουν άλλους ενδεχομένως.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Να περάσω σε πιο συγκεκριμένες ανακριτικές μεθόδους. Αν γνωρίζετε από την εμπειρία σας, υπάρχει ως στοιχείο ανακριτικής συμπεριφοράς η δημιουργία πεποίθησης ότι υπάρχουν ατράνταχτα στοιχεία ενοχής ιδίως ότι φερόμενοι ως συγκατηγορούμενοι τον έχουν ενοποιήσει, τον έχουν καρφώσει και δεν έχει άλλη επιλογή, από το να ομολογήσει;

Κ. ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: Βέβαια. Αυτή είναι η προανακριτική αρχή.