Πολιτική
Δευτέρα, 28 Ιουλίου 2003 21:04

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (28/07/2003) Μέρος 4/7

Και βέβαια η ίδια πρακτική δεν ακολουθήθηκε μόνο στις 11/7 αλλά και στις 16 που συνεχίστηκε η κατάθεση της 11/7 και έχει μία σημασία αυτή η συνέχεια στις 16/7 που θα αναφερθώ παρακάτω και στις 20/7 και στις 21/7 και στις 27/7. Συνελήφθη στις 7/8, λίγες μέρες πριν δώσει κατάθεση ενώπιον του Ανακριτή, για να νομιμοποιηθεί τυπικά εκεί η ανακριτική κατάθεση με αναδρομική νομιμοποίηση των προανακριτικών και εκεί θα φτάσω πιο κάτω.

¶ρα λοιπόν, ο ισχυρισμός ότι είχαμε έναν άνθρωπο δεκτικό σύλληψης και αληθής υποτιθέμενος, δεν αποδίδει κανένα απολύτως επιχείρημα υπέρ της εγκυρότητας των προανακριτικών καταθέσεων, διότι όπως είπα κάποιος ο οποίος δεν είναι δεκτικός σύλληψης, κατά μείζονα λόγο δεν είναι δεκτικός υποβολής σε εξέταση κατηγορουμένου και μάλιστα πολύωρη, βασανιστική κτλ.

Το δεύτερο επιχείρημα το οποίο χρησιμοποιήθηκε από τον ίδιο συνάδελφο, αξιόλογο και αυτό και πρέπει να το δούμε, είναι ότι υπήρχαν συνθήκες επείγουσας ανάκρισης διότι υπήρχε κίνδυνος για τη ζωή του Σάββα Ξηρού και ως εκ τούτου έπρεπε να μιλήσει. Αντιπαρέρχομαι βέβαια το ότι εδώ πέρα υπάρχει η σκοπιμότητα η οποία υπερισχύει της νομιμότητας σε αυτό το επιχείρημα αλλά και η σκοπιμότητα αυτή δε βγαίνει από τα πραγματικά περιστατικά και δεν επαληθεύεται διότι:

Υπάρχει ισχυρισμός ότι τάχα ο Σάββας Ξηρός από τις 5-6 του μηνός Ιουλίου ζητούσε και δη κατά το μεσονύκτιο να επικοινωνήσει με τους ανακριτές και να δώσει απολογία. Θα ήθελα να θυμίσω ότι και κάποιος άλλος κατηγορούμενος φέρεται ότι ζήτησε μεταμεσονύκτια επαφή με την ανακρίτρια και δεν πρόλαβε να τη ζητήσει και έφεραν την ανακρίτρια στην Ευελπίδων και πήγε και έδωσε κατάθεση νυχτιάτικα και έχει γίνει κατά κόρον συζήτηση γι αυτό και μάλιστα εκείνος ήταν ο 7ος, 8ος, 9ος στη σειρά των συλληφθέντων.

Είχαν τόσο μεγάλη αμέλεια οι κύριοι Σύρος και Διώτης όταν έπιασαν τον πρώτο που είχε σκάσει η βόμβα στα χέρια του, που είχαν βρει το περίστροφο με το οποίο δολοφονήθηκε ο Μάτης και τα κλειδιά και όλα αυτά, για να έχουν την πολυτέλεια να αφήσουν πέντε μέρες να περάσουν και να πάνε στις 11 του μηνός να τον εξετάσουν; Ποιος τα πιστεύει αυτά τα πράγματα; Και εν πάση περιπτώσει, εάν το επείγον συνέτρεχε τότε που ο Σάββας Ξηρός ήταν μεταξύ ζωής και θανάτου, ήταν σε κίνδυνο και ήταν αβέβαιη η εξέλιξη της έκβασης της ζωής του, όταν πια είχε αρχίσει να επικοινωνεί με το περιβάλλον, όταν είχε όπως λένε πλήρη δυνατότητα διανοητικής κατάστασης, πλήρη επικοινωνία με το περιβάλλον και πλήρη και ακέραιη βούληση, γιατί δεν υπήρχε κανένα θέμα επείγον, είχε διαφύγει από τον κίνδυνο και κατά συνέπεια εξέλειπε ο λόγος ο επείγων εκείνος, ο οποίος δήθεν θα επέβαλλε την παραβίαση των συνταγματικών και δικονομικών δικαιωμάτων, προκειμένου να μη χαθεί η συντηρητική απόδειξη, να το πούμε έτσι της αλήθειας.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω, επειδή κατά κόρον από την άλλη πλευρά, όταν επισημαίνουμε διάφορες παραβιάσεις της προδικασίας, ακούμε την απάντηση ότι «αυτά δεν έγιναν, διότι αν γίνονταν, θα διαμαρτυρόταν ο Δικηγορικός Σύλλογος και αφού δεν διαμαρτυρήθηκε ο Δικηγορικός Σύλλογος, άρα δεν έγιναν›, αυτά τα λογικά άλματα ακούγονται από την Πολιτική Αγωγή συχνότητα. Σήμερα θα σας πω τί έκανε ο δικηγορικός σύλλογος εκείνες τις μέρες και θα σας καταθέσω και δημοσιεύματα και αποφάσεις

Εκείνες τις μέρες λοιπόν, είχε δοθεί πρώτα απ’ όλα μια συνέντευξη τύπου στον Δικηγορικό Σύλλογο από πέντε παρατάξεις του Δικηγορικού Συλλόγου, μεταξύ των οποίων και εκείνη την οποία τον καιρό εκείνο εκπροσωπούσα και ήταν παρών στη συνέντευξη –δεν έχει σημασία τί λένε μόνο οι παρατάξεις, προκύπτει και αυτό από το δημοσίευμα, «παρών ήταν και ο δικηγόρος Γιώργος Αγιοστρατίτης από τον οποίο ζήτησε να χειριστεί›, διαβάζω επί λέξει το δημοσίευμα του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, έχω και της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ να σας καταθέσω, «από τον οποίο ζήτησε να χειριστεί την υπόθεση η οικογένεια του Σάββα Ξηρού, κατήγγειλε ότι παρ’ όλες τις προσπάθειές του να έρθει σε επαφή με τον 40χρονο αγιογράφο, δεν του επετράπη ούτε να πλησιάσει στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ, ενώ για τους γονείς του κρατούμενου Σάββα Ξηρού, δήλωσε ότι τους επετράπη μόνο δύο φορές να πλησιάσουν στο γιο τους›.

Υπάρχει ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου της Θεσσαλονίκης στις 11/7/2002 της οποίας απόσπασμα διαβάζω: «Αναφορικά ωστόσο με τη μέχρι σήμερα δικονομική μεταχείριση του κατηγορουμένου Σάββα Ξηρού, οφείλουμε να σημειώσουμε τα ακόλουθα: Από το υφιστάμενο δικονομικό πλαίσιο, βλ. ιδίως τις διατάξεις των άρθρων 72, 101-105 και 243 Κ.Ποιν.Δ., είναι απολύτως σαφές ότι ο κ. Σάββας Ξηρός έχει αποκτήσει την ιδιότητα του κατηγορουμένου, καθώς του αποδίδονται συγκεκριμένες αξιόποινες πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα. ¶λλωστε το ίδιο αυτό πρόσωπο κατελήφθη επ’ αυτοφώρω κατά τη διάπραξη μιας τέτοιας αξιόποινης πράξεως›.

Σύμφωνα με τα όσα είναι γνωστά, μη κίνηση της ποινικής διώξεως εναντίον του ή μη έκδοση σχετικού εντάλματος συλλήψεως, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετο συμπέρασμα και μάλιστα ανεξαρτήτως του ζητήματος εάν οι συγκεκριμένες επιλογές είναι σύμφωνες με την υιοθετούμενη από τον Ποινικό δικονομικό νομοθέτη αρχή της νομιμότητας, αλλά και ανεξαρτήτως της τύχης παλαιότερων και εκκρεμών διώξεων που είχαν ασκηθεί κατ’ αγνώστων για τις συγκεκριμένες πράξεις.

Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση είναι σαφές ότι διενεργείται αστυνομική προανάκριση, στο πλαίσιο της οποίας, το πρόσωπο στο οποίο αποδίδονται οι σχετικές εγκληματικές πράξεις, μπορεί σύμφωνα με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, να ασκήσει όλα τα κατά νόμο απονεμόμενα στον κατηγορούμενο δικαιώματα. Κατά συνέπεια, ο κ. Σάββας Ξηρός μπορεί και πρέπει να αφεθεί εφόσον επιθυμεί όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την ιδιότητά του ως κατηγορουμένου, ανάμεσα στα οποία κορυφαία θέσει κατέχει η απόλυτη επικοινωνία με συνήγορο της επιλογής του.

Είναι εξάλλου σαφές ότι τα λεγόμενα περί ατύπων συναντήσεων μεταξύ του ως άνω προσώπου και των αρμοδίων Εισαγγελικών προανακριτικών ή ανακριτικών οργάνων, κινούνται εκτός του υφισταμένου νομικού πλαισίου, το οποίο και καταστρατηγούν αφόρητα. Τα παραπάνω αποτελούν στοιχειώδεις παραδοχές του νομικού μας πολιτισμού και δεν μπορούν να παραμεριστούν στο όνομα οποιασδήποτε υπαρκτής ή ανύπαρκτης αναγκαιότητας για την προστασία αντίρροπων συμφερόντων.

Ας σημειωθεί εξάλλου ότι η πρόσφατη σχετική πρωτοβουλία του Έλληνα νομοθέτη, καμία απολύτως εξαίρεση δεν επεφύλαξε για τα εμπλεκόμενα σε σχετικά εγκλήματα πρόσωπα. Οι διασφαλίσεις του κράτους δικαίου δοκιμάζονται και αποκτούν νόημα όχι μόνο κατά τη συνήθη και ανώδυνη εφαρμογή τους, αλλά κυρίως στις περιπτώσεις όπου αντίθετες παράμετροι πιέζουν για τον παραμερισμό τους. Οι ίδιες αυτές διασφαλίσεις είναι αυτονόητο ότι πρέπει να αποτελούν πραγματικότητα και όχι απλώς διακηρύξεις φραστικού χαρακτήρα.

¶λλωστε είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν με τον παραμερισμό των συγκεκριμένων εγγυήσεων, διευκολύνεται εν προκειμένω η ανακάλυψη της αλήθειας. Η διαφαινόμενη συνεπώς σιωπηρή συναίνεση για τη δικαιολόγηση της συγκεκριμένης δικονομικής πρακτικής στο όνομα της σοβαρότητας της υποθέσεως, αποτελεί άκρως επικίνδυνο φαινόμενο το οποίο και καταδικάζουμε. Αντίθετα, η σοβαρότητα και η φύση της υποθέσεως επιβάλλουν την ευλαβική τήρηση των άνω αρχών.

Ακολούθησε και ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας με την οποία εζητείτο να διευκρινιστεί αμέσως εκ μέρους των Εισαγγελικών Αρχών η νομική διαδικασία που ακολουθείται στην προκειμένη περίπτωση, στις 17/7/2002. Αλλά διευκρίνιση δεν υπήρξε καμία και οι κ.κ. Διώτης και Σύρος, συνέχισαν το έργο τους, παρά το γεγονός ότι το σύμπαν είχε αναστατωθεί και απαιτούσε εξηγήσεις του είδους διαδικασία ακολουθούσαν, φοβούμενοι να απονείμουν στον κατηγορούμενο Σάββα Ξηρό, τα δικαιώματα τα οποία απορρέουν από την ιδιότητά του ως κατηγορουμένου, με τη γνωστή μεθόδευση της μη τυπικής απονομής της ιδιότητας του κατηγορουμένου, ούτως ώστε να μην έχει τα εξ αυτής απορρέοντα δικαιώματα.

Ο Σάββας Ξηρός κατά τα λοιπά, και αν ακόμα βρισκόταν σε διανοητική κατάσταση η οποία από ένα σημείο και μετά του επέτρεπε, βέβαιον είναι ένα και προέκυψε από την διαδικασία των καταθέσεων των μαρτύρων του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ, την ΕΔΕ, τα πάντα εδώ, ότι εκείνος ο παράγοντας ο οποίος ασκούσε εξουσία στο όλο καθεστώς διαβίωσης του Σάββα Ξηρού, δεν ήταν το νοσοκομείο, δεν ήταν ούτε οι γιατροί ούτε οι διοικητικοί παράγοντες του νοσοκομείου, αλλά ήταν η αντιτρομοκρατική υπηρεσία, υπό την εποπτεία του κ. Διώτη.

Τί σημαίνει αυτό για μένα: Γίνεται λόγος και εμμονή μονομερής σε ένα επιχείρημα, το κατά πόσον περιήχθη ο Σάββας Ξηρός με τη χορήγηση επί τούτου ενεργούντων φαρμακευτικών ουσιών σε κατάσταση αδυναμίας της βούλησής του. Εγώ θέλω να θέσω ένα άλλο επιχείρημα υπόψη, διότι γίνεται λόγος τί φάρμακα πήρε κτλ. Έγινε και μία συζήτηση εδώ πέρα για το αν υπάρχουν φαρμακευτικές ουσίες οι οποίες κάμπτουν τη βούληση, ακούστηκαν εκατέρωθεν απόψεις, βεβαίως ουσίες τέτοιες υπάρχουν και δεν τα λένε μόνο οι γιατροί, τα λέει και ο Αλεξιάδης στην ανακριτική που έχει κεφάλαιο ολόκληρο για τη ναρκο-ανάλυση και για την υπο-ύπνωση και για τους ορούς αλήθειας και τους πολυγράφους και τη σκοπολαμίνη και τα πάντα, θα τα καταθέσουμε και αυτά.

Αλλά εγώ παίρνω την πλέον ανώδυνη δυνατή εκδοχή: Έπαιρνε κατά κοινή ομολογία φάρμακα, τα οποία συνέδραμαν μία κατάσταση καταστολής στην οποία έπρεπε να βρίσκεται για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα υγείας που είχε. Έπαιρνε φάρμακα συνεπώς τα οποία τον οδηγούσαν σε κατάσταση ημι-ύπνωσης και σε κατάσταση αντίστασης της βουλητικής του δυνατότητας, να αντιδράσει σε οποιαδήποτε επιδρομή κάποιου ανθρώπου ο οποίος ήθελε ντε και καλά να τον βάλει να πει κάτι.

Δε λέω ότι του τα έδιναν τα φάρμακα αυτά για να του αποσπάσουν ομολογία, δέχομαι την παραδοχή ότι οι γιατροί του τα έδιναν διότι αυτά ήταν αναγκαία για τον σκοπό της αποκατάστασης της υγείας του. Είχαν όμως παράλληλα και αυτή την παρενέργεια, γνωστό αυτό το πράγμα και βεβαίως δεν είναι οι γιατροί τους οποίους θα κατηγορήσω. Ποιος μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτή την παρενέργεια; Ποιος μπορούσε να κάνει καταχρηστική άσκηση της εξουσίας που ο ίδιος έδωσε στον εαυτό του, να φρουρεί, να κρατά και να περιορίζει τον Σάββα Ξηρό; Μα φυσική αντιτρομοκρατική.

Είδατε όλους τους γιατρούς που μπήκαν εδώ πέρα, με τί φόβο και με τί επιφύλαξη, κανένας δεν είναι σε θέση να καταθέσει υπεύθυνα τίποτα το οποίο συνέβη πριν από την ώρα που έμπαινε και μετά από την ώρα που έβγαινε για λίγα λεπτά από τον θάλαμο του Σάββα Ξηρού. Πείτε μου έναν παράγοντα που πήρε την ευθύνη για όλη τη διαδικασία και για όλο τον ενδιάμεσο χρόνο και για όλη την περίοδο θεραπείας του από την αρχή ως το τέλος. Έναν που να πει «ναι, γι αυτό επιτρέπαμε να μπαίνουν οι αστυνομικοί μέσα, γι αυτό επιτρέπαμε να του παίρνουν καταθέσεις›, αν του επέτρεπαν και το ξέραμε, γι αυτό δεν αφήναμε τους συγγενείς, γι αυτό δεν αφήναμε άλλους γιατρούς να μπαίνουν μέσα, γι αυτό δεν αφέθηκε ο κ. Αγιοστρατίτης να πάει να τον δει, έναν άνθρωπο που να είναι σε θέση να δώσει εξηγήσεις στο Δικαστήριό σας.

Κανείς δεν είναι σε θέση. Εκείνοι οι οποίοι πραγματικά θα ήταν ενδεχομένως σε θέση, φρόντισαν διά της προσδώσεως της ιδιότητας του ανακριτικού υπαλλήλου στον εαυτό τους, να είναι ασυμβίβαστοι ως μάρτυρες. Κάποιοι άλλοι που θα έρθουν εδώ είναι απλώς υφιστάμενοι και εκτελούσαν εντολές, δεν είναι σε θέση να πουν τίποτε.

Μπαίνει λοιπόν το εξής ερώτημα: Είναι σύννομη η παρουσία ανακριτικών υπαλλήλων πάνω από το κρεβάτι ενός αρρώστου που τελεί υπό φαρμακευτική αγωγή σε κατάσταση καταστολής και έχει ελλιπή κατ’ επιεικέστατη έκφραση επικοινωνία με το περιβάλλον, οι οποίοι τον υποβάλλουν σε ερωτήσεις και απαντήσεις καθημερινά και πολυήμερα; Δεν έχει πιο πέρα, απαντά η συνείδησή σας αλλά κρίνει και ο κόσμος, από πέρυσι και φέτος.

Ακούστηκαν μερικά άλλα επιχειρήματα. Πρώτα από όλα ότι ο Σάββας Ξηρός εκείνη τη στιγμή υπέστη υπαρξιακή κρίση και ξύπνησε το παπαδοπαίδι μέσα του και ξαφνικά μετάνιωσε διότι η καταραμένη επαναστατική πάλι δεν εξαφάνισε όλα τα στοιχεία της καλοσύνης και της ηθικής και είπε «φέρτε να τα πω επιτέλους να εξιλεωθώ›. Έτσι γίνονται οι επαναστάτες παπαδοπαίδια!

Ένας άνθρωπος ο οποίος 20 τόσα χρόνια κατά δική του ομολογία έχει υπερβεί τη ζωή του κι αυτό το λέει ο ίδιος ότι ανήκει εκεί, ανήκε σε μια Οργάνωση η οποία στο θέμα της ανθρώπινης ζωής έχει τοποθετηθεί όπως τοποθετείται.

Και το κυριότερο; Έχει απαρνηθεί πράγματα από τη ζωή του χάριν του σκοπού στον οποίο υπηρετεί. Έτσι, σε μια βραδιά, επειδή ήρθε αντιμέτωπος με το θάνατο; Σάμπως θα ήταν η πρώτη φορά; σκέφτομαι εγώ από μέσα μου. Ξύπνησε μέσα του ο Χριστιανισμός, το παπαδοπαίδι και τα ανέτρεψε όλα; Και δεν ξύπνησε μόνο ο Χριστιανισμός και το παπαδοπαίδι, αλλά έφτασε και πιο πέρα: να τους καταδώσει όλους και όχι μόνο ο ίδιος να διαφοροποιηθεί αλλά να οδηγήσει και στην εξάρθρωση και σε όλα αυτά τα πράγματα; Ποιον πείθουν όλα αυτά;

Τρίτο επιχείρημα: δεν είπε –λέει- το Μανόλη στις 11/7 πράγμα το οποίο σημαίνει ότι είχε και μια δυνατότητα να μην αποκαλύψει πέντε πράγματα, που είναι η πίεση αφού είπε κι ένα όνομα και αρνήθηκε αυτό να ξεφανερώσει ποιος ήταν ο Μανόλης κλπ. Απαντώ και σε αυτό και απαντώ με δύο εκδοχές.

Η μία εκδοχή είναι ότι από τη στιγμή που οι ανακριτικοί υπάλληλοι είχαν την εξουσία να τον χειρίζονται όπως επιθυμούσαν, είχαν και την πολυτέλεια να αφήσουν το Μανόλη προς το παρόν ανέγγιχτο προκειμένου να του αποσπάσουν άλλου είδους πληροφορίες, δεν χρειάζεται δα και μεγάλη φιλοσοφία για να το σκεφτεί κανένας αυτό το πράγμα, δεν θα κολλήσουμε στο Μανόλη τώρα που έχουμε τη δυνατότητα να ακούσουμε πέντε – δέκα – είκοσι πραγματικά. ¶σε το Μανόλη για μετά, θα πέσει σαν ώριμο φρούτο, όπως και έγινε.

Δεύτερον. Προσωπικά μου γεννάται πολύ μεγάλη αμφιβολία για το εάν ο Σάββας Ξηρός ενεργούσε ενσυνείδητα, κατέθετε ενσυνείδητα και ήταν πράγματι αποφασισμένος, έστω και υπό τις ελαττωματικές συνθήκες τις οποίες προεξέθεσα και προεξέθεσαν όλοι οι συνάδελφοι να καταθέσει. Δείτε τι λέει στις 16/7 που πάμε 5 μέρες μετά από την 5ωρη κατάθεση της 11/7, του ζητάνε συμπληρωματική και εκεί λέει ότι «Επιφυλάσσομαι να τα πω σε μια επόμενη απολογία› κλπ. και ξαναπάνε στις 17 του μηνός.

Βάζω το ερώτημα στον εαυτό μου και σε όλους σας: μεταξύ 16 και 17 είχε δει τον κ. Αγιοστρατίτη ή όποιον δικηγόρο ήθελε, κάτω από τις συνθήκες που προβλέπει η δικονομία και το Σύνταγμα θα είχε τη συμπεριφορά που είχε στη συνέχεια; Τον κ. Αγιοστρατίτη τον θυμόμαστε όλοι να τρέχει, να μην αφήνεται να δει τον εντολέα του, να καταγγέλλουν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι όπως είπα προηγούμενα και βεβαίως να μην έχει καμία δυνατότητα επικοινωνίας ο Σάββας Ξηρός μαζί του.

Ακόμη θα ήθελα να πω το εξής: η ανακριτική διαδικασία στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Αγιοστρατίτης κι έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία που θεωρείται το ισχυρό των επιχειρημάτων της άλλης πλευράς ότι τα ίδια τα επικύρωσε και στον ανακριτή, δεν έχει καμία ουσιαστική διαφορά από όλο το προηγούμενο στάδιο, εξακολουθεί η νοσηλεία υπό φρούρηση, εξακολουθεί η νοσηλεία υπό κράτηση, απλώς η κράτηση από άτυπη πλέον έχει γίνει τυπική και το μόνο που αλλάζει είναι ότι τυπικά έχει αποκτήσει την ιδιότητα του κατηγορούμενου και παρίσταται ένας συνήγορος ο οποίος ουσιαστικά –το είπα και ο ίδιος- ο Σάββας βρισκόταν σε μια κατάσταση που ήθελε άλλα πράγματα και μου έλεγε όταν ήμουν εγώ, αλλά μετά όταν πήγαινε και τον έβλεπε ο κ. Σύρος και ο κ. Διώτης και τελικά εκείνο το οποίο κατέληξε ήταν απλώς και μόνο μια παράσταση η οποία τυπικά επιδιώχθηκε από τους προανακριτικούς υπαλλήλους να νομιμοποιήσει αυτά τα οποία είχαν γίνει.

Έρχομαι στο άλλο επιχείρημα το εάν ο Σάββας Ξηρός αποφάσισε και κάτω από ποιες συνθήκες να ανακαλέσει την προανακριτική του κατάθεση, τουλάχιστον κατά το μέρος που αποτελεί διαμόρφωση των κινήτρων της βούλησής του δεν είναι ερευνητέο.

Δηλαδή να πω το εξής: έστω και ότι μετά από την παράδοση του Κουφοντίνα, διαμορφώθηκαν κάποιες άλλες σκέψεις στα μυαλά κάποιων κατηγορούμενων. Αυτό μας απαλλάσσει αυτομάτως από την υποχρέωση αναζήτησης των πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν τις ακυρότητες των απολογιών της προδικασίας; Προφανώς όχι. Τότε γιατί λέγεται; Γιατί είναι ένα επιχείρημα περισσότερο πολιτικό παρά νομικό.

Εν πάση περιπτώσει αφήνοντας ότι δικαίωμά τους ήταν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να αποκαταστήσουν την πραγματικότητα, εδώ κατατέθηκε και είναι γνωστό αυτό, ότι ήδη από τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου προτού έρθει καν σε οποιαδήποτε επαφή με τον Κουφοντίνα και ίσως καν να γνώριζε ότι έχει παραδοθεί εξέφρασε αυτή την βούληση. Τα είπε ο κ. Αγιοστρατίτης δεν χρειάζεται να τα επαναλαμβάνουμε.

Τέλος θα ήθελα να πω τα εξής: έγινε άλλη μια φορά λόγος για τα βασανιστήρια εδώ -είναι ένα θέμα που θα μας απασχολήσει και σε άλλη απολογία- επιχειρήθηκε μια επιχειρηματολογική μπλόφα θα τη χαρακτήριζα προχθές από τον κ. Βασιλακόπουλο ο οποίος επιδίωξε μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 19 του Συντάγματος. Του τα είπα και του ίδιου κατ’ ιδίαν, οπότε εντάξει μπορώ να τα πω και δημόσια. Επιδίωξε να ερμηνεύσει το άρθρο 19 του Συντάγματος κατά τρόπο περιοριστικό των περιπτώσεων στις οποίες απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων.

Το άρθρο 19 του Συντάγματος κύριοι Δικαστές έχει μια ρυθμιστέα ύλη συγκεκριμένη η οποία αναφέρεται στο απόρρητο των επιστολών και επικοινωνιών και δευτερογενείς διατάξεις που ρυθμίζουν τις έννομες συνέπειες των απαγορεύσεων αυτών, είναι και εκείνες που περιέχονται στο άρθρο 3 που απαγορεύουν. Αυτό δεν σημαίνει ούτε ότι καταργείται το άρθρο 7 παρ. 2 που προβλέπει για τα βασανιστήρια, ούτε βεβαίως οι νόμοι εξαρτημένοι από αυτόν, που με πλήρη νομοθετική εξουσία, εφόσον το άρθρο λέει ότι απαγορεύονται και τιμωρούνται τα βασανιστήρια ως ο νόμος ορίζει, απαγορεύουν και τη χρήση των αποδεικτικών μέσων που προέρχονται από βασανιστήρια.

Είναι σαφές τόσο από το άρθρο 13 παρ. δ’ του Ποινικού Κώδικα όσο και από το άρθρο 177 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ., ότι αφ’ ενός μεν η άσκηση φυσικής βίας συνιστά και η περί αγωγή κάποιου σε κατάσταση τέτοια που κάμπτεται η δυνατότητα βουλητική του αντίστασης, αφ’ ετέρου δε ότι και η χρήση χημικών και φαρμακευτικών ουσιών η οποία διώκει στο ίδιο αποτέλεσμα, συνιστά βασανιστήριο.

Θέλω να πω ότι το μόνο επιχείρημα το οποίο απομένει στην πλευρά που υποστηρίζει την εγκυρότητα των απολογιών της προδικασίας του Σάββα Ξηρού είναι εκείνο που σας έχει ξεφύγει κι εσάς κάποιες φορές από το στόμα διότι βέβαια η αλήθεια ξεφεύγει κάποιες φορές και είναι το εξής: «Μα τι λέτε τώρα; Να πιάσουμε ένα τρομοκράτη με μια βόμβα και να τον αφήσουμε έτσι;›. Αυτό πέστε το στην κοινωνία, η κοινωνία θα κρίνει και θα καταλάβει. Ήταν το μόνο επιχείρημα το οποίο ουσιαστικά αποτέλεσε τον οδηγό όλων αυτών των ενεργειών και των χειρισμών των προανακριτικών Αρχών.

Και προσθέτω κι εγώ: όταν έχουμε τον Πρέσβη της Αμερικής 15 μέρες πριν να ζητά όχι απλώς συλλήψεις αλλά και καταδίκες, όταν έχουμε τους συγγενείς των θυμάτων να ζητούν μέχρι και εκτέλεση των ποινών με επιστολή τους ανοιχτή στον κ. Σημίτη και όταν πάλι πέρσι τέτοιο καιρό λίγο πριν από την έκρηξη στα χέρια του Σάββα Ξηρού ετοιμάζονταν να συλλάβουν τα μέλη του ΕΛΑ με βάση την κατάθεση της κας Σοφίας Κανά – Κυριακίδου το Μάιο του 2002 με μηδαμινά στοιχεία διότι τόσο μεγάλη ήταν η πίεση για συλλήψεις που έπρεπε ντε και καλά να κάνουν κι είχαμε κυριακάτικα δημοσιεύματα στις 30 Ιουνίου τα οποία προανήγγειλαν συλλήψεις και φωτογράφιζαν αρχηγός, θα άφηναν το «δώρο› να τους ξεφύγει; Αυτό και μόνο είναι η όλη πραγματικότητα και τίποτα παραπάνω.

Κλείνοντας την αγόρευσή μου θα ήθελα να πω επειδή όντως το θέμα αυτό φυσικό ήταν να μην αναδειχθεί διότι ήταν μια από τις εκπλήξεις της δίκης την παρασμένη Παρασκευή ότι ο Σάββας Ξηρός μίλησε για δυο περιπτώσεις οι οποίες αφορούν τον εντολέα μου Τζωρτζάτο. Η μία είναι η περίπτωση της ανθρωποκτονίας Μπακογιάννη και η άλλη η περίπτωση της ανθρωποκτονίας Παπαδημητρίου. Παρακαλώ πολύ να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη από το Δικαστήριο.

Βεβαίως στη μεν περίπτωση της ανθρωποκτονίας Μπακογιάννη τα πράγματα σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του Τζωρτζάτου είναι απολύτως καθαρά μετά από την ανάγνωση της μαρτυρικής κατάθεσης του θανόντος μάρτυρα κ. Λέκκα, ο οποίος μιλά για 3 δράστες που μπήκαν στο αυτοκίνητο χωρίς οδηγό να τους αναμένει. Τα δε πράγματα σε ό,τι αφορά την περίπτωση Παπαδημητρίου με τον κ. Βουτζαλή νομίζω ότι από τότε ήταν προφανή ότι ένας άνθρωπος ο οποίος τότε περιέγραφε δύο άτομα και σήμερα ανακάλυψε κι ένα τρίτο και το ενσάρκωσε στο πρόσωπο του Τζωρτζάτου.

Ένας προς ένας η ελάχιστη λήθη της αξιοπιστίας του κατηγορητηρίου σε βάρος του πελάτη μου καταρρέουν κι αυτή ήταν η τελευταία επισφραγίδα και απόδειξη. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Καρύδης έχει τον λόγο.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Και εγώ καταλαβαίνω τις μεγάλες δυσχέρειες, ειλικρινά κατανοώ και τα διλήμματα που αντιμετωπίζει το Δικαστήριο ενόψει μιας τόσο σοβαρής ένστασης, καταλαβαίνω επίσης και ότι ενόψει του όγκου του αποδεικτικού υλικού που προέκυψε κατά την ακροαματική διαδικασία σε σχέση με αυτή την ένσταση, η μόνη διέξοδος αποφυγής του τύπου των ήλων, είναι μια γενική αφοριστική στάση περί υπονόμευσης θεσμών, ή περί υπεράσπισης της δημοκρατίας.

Κάτι, που επανειλημμένα ο κ. Εισαγγελέας έχει επιστρατεύσει, ή όπως μια έγκριτη δημοσιογράφος χτες μας λέει στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ› ότι για λόγους προφανείς βεβαίως στις ομολογίες αυτές στηρίζεται ο πυλώνας της κατηγορίας εν πολλοίς, η Υπεράσπιση των κατηγορούμενων επιχειρεί να τις κλονίσει, αλλά όχι προσκρούοντας στη λογική, στην πραγματικότητα και κλονίζοντας θεσμούς που δεν προσφέρονται για μεθοδεύσεις.

Νομίζω ότι αυτή η λογική δεν προσφέρει καλές υπηρεσίες ούτε στην υπόθεση της δημοκρατίας, ούτε στην προαγωγή του κράτους δικαίου. Μου θυμίζει αυτό το παλιό δικαστικό ανέκδοτο αυτού που είχε σκοτώσει τους γονείς του κι έλεγε λυπηθείτε το ορφανό!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για ελαφρυντικό!

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Ακριβώς. Είναι αντιστροφή της λογικής υπεράσπισης της δημοκρατίας για εμένα ένα τέτοιο επιχείρημα. Η ενίσχυση των θεσμών ακριβώς προκύπτει από τον εντοπισμό των δυσλειτουργιών τους και των αδυναμιών τους.

Σε αυτό όμως που πράγματι καλείται, πρέπει να κληθεί κάποιος να απαντήσει γιατί τίποτα δεν λειτουργεί in vacum, ούτε και το σύστημα απονομής της ποινικής Δικαιοσύνης να θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, είναι σ’ ένα ερώτημα που τίθεται από καλόπιστους ανθρώπους και δημοκρατικούς ανθρώπους γιατί ειδικά σε αυτή τη δίκη; Τι πάθατε πια με αυτή τη δίκη και τα δικονομικά δικαιώματα; Εδώ παραβιάζονται κατά καιρούς και σωρηδόν και σε όλα τα επίπεδα δικαιώματα φτωχο-διαβόλων και δεν γίνεται αυτή η συζήτηση. Δηλαδή με ένα τρόπο έμμεσο αυτό το επιχείρημα που είναι καλόπιστο βάζει το ζήτημα της στάθμισης.

Σε μια τόσο σοβαρή δίκη με τόσο σοβαρές κατηγορίες, που στρέφονται κατά των συγκεκριμένων εννόμων αγαθών, τι τα σκαλίζετε και τα ανακατεύετε. Ως απάντηση σε αυτό βρήκαμε μια ενδιαφέρουσα σκέψη και ανάπτυξη του νυν συνηγόρου του πολίτη του κ. Γιώργου Κανίνη σε μια πολύ σημαντική μελέτη του παλαιότερη «Παράνομα αποδεικτικά μέσα και συνταγματική κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων› ασχολείται ad hoc με αυτό το ζήτημα.

Θα μου επιτρέψετε να διαβάσω ένα απόσπασμα: «Όταν κατά τη συλλογή των αποδείξεων από κρατικά όργανα έχουν παραβιαστεί οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που απορρέουν από την αρχή του κράτους δικαίου, η απαγόρευση αξιοποίησης των αντίστοιχων πληροφοριών εις βάρος του κατηγορούμενου είναι απόλυτη. Η αμυντική διάσταση των ατομικών δικαιωμάτων δεν επιτρέπει εν προκειμένω καμία στάθμιση με το δημόσιο συμφέρον στην ανακάλυψη της αλήθειας ακόμη και όταν το εκδικαζόμενο έγκλημα είναι σοβαρό. Η στάθμιση μάλιστα πρέπει να αποκρουστεί ιδίως σε αυτή την περίπτωση αφού είναι μεγαλύτερη η επαπειλούμενη ποινή εις βάρος του κατηγορούμενου, κατέχοντας παράνομα την πληροφορία που άντλησε από τον κατηγορούμενο η κρατική εξουσία συνεχίζει να προσβάλλει το δικαίωμα.

Περαιτέρω η χρήση της πληροφορίας εις βάρος του συνιστά εμβάθυνση της αρχικής προσβολής, καθώς ο κατηγορούμενος φέρεται εγγύτερα στην καταδίκη. Όσο βαρύτερη είναι η προβλεπόμενη ποινή τόσο βαθαίνει και η προσβολή του ατομικού δικαιώματος του κατηγορούμενου›.

Με άλλα λόγια η στάθμιση έχει δύο όψεις και θα έχει πολύ ενδιαφέρον και από αυτή τη συνταγματική άποψη η όποια απόφασή σας. τελειώνω με το εξής: πράγματι στις δημοκρατικά φιλελεύθερα συντεταγμένες πολιτείες είναι δεδομένη η εγγενής αντίφαση μεταξύ της επιδιωκόμενης αποτελεσματικότητας ενός συστήματος ποινικής καταστολής και της οφειλόμενος νομιμότητας. Είναι εκ των πραγμάτων δυο μεγέθη σε μια συνεχή ένταση σε μια σύγκρουση μεταξύ τους.

Θεωρώ πάντως ότι και αυτό έχει επίπεδα και πρέπει να έχει επίπεδα. Δηλαδή καταλαβαίνω αν θέλετε εντός ή εκτός εισαγωγικών, τον απλό αστυνομικό που στη φούρια του, στην πίεση, στην αίσθηση του τι εκπροσωπεί και τι προσπαθεί να προσφέρει κοινωνικά να παραβιάσει κάποια δικαιώματα.

Πάλι στο Συνήγορο του Πολίτη θα αναφερθώ. Πόρισμα – σοκ πυροβολεί τις αυθαιρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. Ένα πολύ τεκμηριωμένο πόρισμα για παράνομες προσαγωγές, έρευνες κλπ. Με την αναγκαία επισήμανση εδώ γιατί έχει κάποια έμμεση σχέση με την υπόθεση που συζητάμε με την ένσταση, ότι δεν υπήρξε καμία ΕΔΕ καταδικαστική για όλες τις περιπτώσεις της καταγγελίας παραβίασης δικαιωμάτων πολιτών από τους υπεύθυνους της ΕΛΑΣ και αυτό επισημαίνει και το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη.

Εν πάση περιπτώσει το καταλαβαίνω σε αυτό το επίπεδο. Καταλαβαίνω η ανάγκη, η διάθεση, η κουλτούρα αν θέλετε του αποτελέσματος να κάνει τη νομιμότητα να υποχωρεί περισσότερο προς το βάθος. Ακόμη και ειδικά για τη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ξέρω κι εγώ αν ήμουν στη θέση του εισαγγελέα κ. Διώτη, θα μπορούσα να ήμουν έχουμε την ίδια ηλικία ανήκαμε παλιά στον ίδιο πολιτικό χώρο, είμαι σίγουρος ότι έχει τις δημοκρατικές αρχές, είμαι σίγουρος ότι σέβεται τις αξίες του κράτους δικαίου χωρίς να τον γνωρίζω.

Όμως κι εγώ ενόψει του συγκεκριμένου ρόλου, ενόψει της πίεσης, ενόψει της όποιας σκοπιμότητας και εγώ δεν ξέρω τι θα μπορούσα να κάνω, ή πώς να χειριστώ. Ο Μπεκαρία ο ίδιος μπορεί να υπέκυπτε σε μια ψυχολογία ενός άμεσου αποτελέσματος σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση.

Κάνω μια παρένθεση εδώ κ. Πρόεδρε για να πω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί προγράμματα για την εκπαίδευση των διωκτικών και ανακριτικών Αρχών στην Τουρκία να συγκροτούν δικογραφίες και όχι να αποσπούν ομολογίες. Αυτό το κρατάμε για το πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει οι ποινικές δίκες να έρχονται στα ακροατήρια και να κρίνονται και να μην πέφτει το επίπεδο του πολιτισμού για ευνόητους λόγους όταν η κουλτούρα των διωκτικών Αρχών είναι η πάση θυσία απόσπαση ομολογίας για να ξηλωθεί το πουλόβερ, όπως χαρακτηριστικά είπε ο κ. Εισαγγελέας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είδατε για την Ευρωπαϊκή Ένωση κάποια έρευνα που έκανε εδώ στην Ελλάδα και σε όλες τις χώρες, ποιους θεσμούς εμπιστεύεται ο Έλληνας; Είδατε τι υψηλή αξιοπιστία έδωσε στην Αστυνομία; Είδατε τι υψηλή αξιοπιστία έδωσε στη Δικαιοσύνη; Εκτός αν δεν λαμβάνονται υπόψη οι Έλληνες. Αλλά όταν μου φέρετε την Τουρκία ξέρετε λιγάκι με προσβάλλετε.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Καμία αντίρρηση. Δεν έκανα καμία εξομοίωση και παρακαλώ να μην διαστρεβλώνετε. Μίλησα για τη σημασία που δίνει ο ενιαίος νομικός πολιτισμός στο να δημιουργούνται δικογραφίες με τεκμηριωμένη την κατηγορία, να διαπαιδαγωγηθούν τα όργανα των διωκτικών και ανακριτικών Αρχών ότι η ομολογία δεν είναι το παν, δηλαδή να υπάρξει μια άλλου τύπου αντίληψη περί νομικού πολιτισμού. Αυτός και μόνο ήταν ο λόγος της αναφοράς μου για τη σημασία, την αξία που δίνει η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση σε τέτοια ζητήματα.

Όταν όμως φτάνει η ώρα του δικαστή κ. Πρόεδρε σε αυτή τη διελκυστίνδα θα έλεγα ότι εδώ η αποτελεσματικότητα πρέπει να πάει στο βάθος. Το Δικαστήριο είναι εξ αντικειμένου –και γι’ αυτό εμπιστεύεται ο Έλληνας τη δικαιοσύνη και γι’ αυτό αυτή μου η τοποθέτηση είναι υπέρ της δικαιοσύνης, να την εμπιστεύεται ακόμη περισσότερο, το σύνολο του λαού αν ήταν δυνατό- στο σημείο όμως της δικαστικής κρίσης το Δικαστήριο και μάλιστα ένα τέτοιας σημασίας Δικαστήριο όπως το δικό σας, είναι και πρέπει να είναι ο συνταγματικός θεματοφύλακας των ατομικών δικαιωμάτων. Η αποτελεσματικότητα πρέπει να πάει στο μακρινό βάθος.

Γι’ αυτό θεωρώ τη θέση σας πάνω σε αυτή την πράγματι σοβαρή ένσταση, τεράστιας παιδευτικής σημασίας. Θα καλούσα τους καλούς Έλληνες δικαστές να τολμήσουν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Ραχιώτης έχει τον λόγο.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα σας κουράσω λίγο κ. Πρόεδρε. Νομίζω ότι ο βασικός λόγος που θα ήθελα να σας κουράσω λίγο είναι γιατί θα έπρεπε να αποσαφηνιστεί στον βαθμό που ίσως δεν έχει γίνει – εσείς θα το κρίνετε αυτό – το δικονομικώς ζητούμενο αυτής της συζήτησης που κάνουμε σήμερα. Λέω κατευθείαν την θέση μου πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Νομίζω ότι το αποτέλεσμα αυτής της συζήτησης μπορεί να είναι μόνο αν θα κριθεί ή όχι παραδεκτή η χρήση των προανακριτικών απολογιών του κ. Ξηρού προς κατάδειξη ενδεχόμενων αντιφάσεων, διαφορετικών πραγματικών περιστατικών που θα κατέθετε στην ενδεχόμενη απολογία του μπροστά σας κατά το 366 παράγραφος 2.

Θα ήθελα να κάνω εδώ ορισμένες επισημάνσεις. Πρώτον, ότι πέρα από αυτή την χρήση των προανακριτικών, των απολογιών στην προδικασία για να είμαι ακριβέστερος, πέραν αυτής της χρήσης των απολογιών στην προδικασία που διαγράφει το 3.66 παράγραφος 2 δεν προβλέπεται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κάποια άλλη χρήση. Δηλαδή δεν προβλέπεται ανάγνωση των απολογιών της προδικασίας σε περίπτωση κωλύματος του κατηγορουμένου ή σε περίπτωση άρνησης του κατηγορουμένου να απολογηθεί, το δικαίωμα σιωπής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά θα τα δούμε.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Δεν προβλέπεται επίσης η χρήση των απολογιών στην προδικασία σε περίπτωση που χρειάζεται να υποβοηθηθεί η μνήμη του κατηγορούμενου. Υπάρχει ένα όρια λοιπόν αυτή την συζήτηση. Αντιθέτως τέτοια ανάγνωση μαρτυρικών καταθέσεων προβλέπεται από το 365 για τους μάρτυρες. Δεν υπάρχει όμως ανάλογη διάταξη στο 366 και λόγω της κολοσσιαίας διαφοράς μεταξύ της θέσης του μάρτυρα και του κατηγορουμένου, δεν νομίζω ότι μπορούμε να πάμε σε αναλογικές εφαρμογές.

Επίσης θα σημείωνα σε αυτό το σημείο ότι δεν προβλέπεται από πουθενά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας υποκατάσταση της προφορικής απολογίας από απολογία που δόθηκε στην προδικασία και είναι σαφής ο λόγος γιατί θα παραβίαζε και την αρχή της αμεσότητας και της προφορικότητας αλλά και το δικαίωμα της σιωπής. Ένα δεύτερο σημείο πάνω σε αυτό δεν προβλέπεται επιλογή μεταξύ των περισσότερων απολογιών που έχει δώσει κάποιος στην προδικασία ιδιαίτερα σε περίπτωση που έχουμε αντιφατικές απολογίες. Ο νόμος απαιτεί ο κατηγορούμενος να απολογείται ενώπιον του Δικαστηρίου και να απολογείται προφορικώς γιατί αυτό συνάπτεται με τις αρχές που είπα παραπάνω.

Τί συμπέρασμα βγάζω εγώ από αυτές τις θέσεις; Ότι η συζήτηση μάλλον είναι πρόωρη αυτή που έγινε εδώ γιατί δεν έχουμε έναρξη κάποιας απολογίας ώστε να μπορεί να τύχει ή να μην τύχει εφαρμογής, να κριθεί αν είναι αναγκαίο το 366 παράγραφος 2. Εδώ τέθηκε και από την πολιτική αγωγή αυτό το ζήτημα και απαντήσατε κ. Πρόεδρε, αφού ξέρουμε τί θα πει τώρα οπότε κάπως νομιμοποιούμαστε να κάνουμε προώρως αυτή την συζήτηση. Εγώ δεν είμαι τόσο σίγουρος γι αυτό ότι ξέρουμε τί θα πει και δεν βλέπω και βάση σε αυτή την συζήτηση με αυτό το επιχείρημα.

Δεύτερον, θεωρώ όλη αυτή την συζήτηση που έγινε άνευ αντικειμένου σε δύο περιπτώσεις. Στην περίπτωση που λέει τα ίδια την οποία ορθώς την έχετε επισημάνει και συνάπτεται με το προηγούμενο που σας είπα, οπότε δεν έχει πεδίο εφαρμογής το 366 παρ.2 αλλά και στην περίπτωση που ασκεί το δικαίωμα της σιωπής, γιατί σε αυτή την περίπτωση δεν μπορείτε να παραβιάσετε εκ πλαγίου την 2.73 παράγραφος 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που προβλέπει το δικαίωμα της σιωπής και να εφεύρετε ένα υποκατάστατο που ουσιαστικά θα εξουδετερώνει αυτό το δικαίωμα. Υποκατάστατο εδώ είναι η όποια απολογία του κατηγορουμένου στην προδικασία γιατί αν κάθε φορά που ο κατηγορούμενος για τη προστασία των δικαιωμάτων του σιωπούσε, εξουδετερώναμε αυτό το δικαίωμά του, πρακτικά δεν θα υπήρχε αυτό το δικαίωμα.

Από αυτή την άποψη δεν νομίζω ότι έχετε περιθώριο σε αυτή την περίπτωση και πάνω σε αυτό θα ήθελα να πω και μία σκέψη για το ποια είναι κατά την γνώμη μου η νομική φύση της απολογίας στην προδικασία. Θα έλεγα ότι ο κύριος σκοπός που δίνεται το δικαίωμα της απολογίας στον κατηγορούμενο στην προδικασία είναι να του χορηγηθεί ένα υπερασπιστικό μέσο, όχι ένα αποδεικτικό μέσο. Δηλαδή η φύση της απολογίας κυρίως είναι η φύση υπερασπιστικού μέσου και όχι αποδεικτικού μέσου.

Στην προδικασία αυτό συνιστά ουσιαστικά αμυντικό όπλο του κατηγορούμενου για να μην παραπεμφθεί στην δίκη. Για να αμυνθεί δηλαδή κατά της κατηγορίας και να οδηγήσει με την απολογία του και με όποια άλλα υπερασπιστικά μέσα προσκομίσει σε ένα βούλευμα το οποίο δεν θα τον παραπέμπει στην δίκη.