Πολιτική
Τετάρτη, 20 Αυγούστου 2003 21:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (20/08/2003) Μέρος 2/7

Αυτό έγινε σε συνεργασία της 4ης Διεθνούς που έφτιαξε μια οργάνωση που την έλεγαν ΔΕΑ (Δημοκρατικές Επιτροπές Αντίστασης) με την οποία συνεργάστηκαν ακόμα και αστοί δημοκράτες μαζί της, και αυτοί είχαν μπει σε ένα πλαίσιο απομόνωσης. Τα ΔΕΑ ήταν μια πλατιά οργάνωση η οποία έκανε μέτωπο και με άλλες οργανώσεις. Σ’ αυτή την οργάνωση εγώ έπαιξα κάποιο σημαντικό ρόλο με την έννοια την εξής: Επειδή υπήρχαν γύρω στα 15-20 άτομα που έκαναν την πρώτη συνεδρίαση και αποφασίσαμε να παλέψουμε ενάντια στη χούντα, έγινε μία μικρή αλλαγή, ένας διαχωρισμός πρακτικής.

Υπήρχε η πρακτική όπως την είχα ονομάσει τότε της κροτίδας, υπήρχε η πρακτική της ενημέρωσης του λαού μέσα στα εργοστάσια με εφημερίδες, περιοδικά και προκηρύξεις και συνθήματα στους τοίχους «Έξω οι Αμερικάνοι›, «Κάτω η χούντα› και αυτά που έχετε ακούσει κατά καιρούς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα εγώ να συλληφθώ κάποια στιγμή στις αρχές του 1967 νομίζω ήταν Αύγουστος μήνας αν θυμάμαι, αλλά δεν πιάστηκα με τις Δημοκρατικές Επιτροπές Αντιστάσεως, πιάστηκα μαζί με το ΠΑΜΕ.

Αυτό είχε σαν συνέπεια να περάσω το πρώτο μου στρατοδικείο στη χούντα και μάλιστα ήταν κάπου εκεί στην Ακαδημίας. Εκεί μαζί με το ΠΑΜΕ είχαμε συλληφθεί 5-6 αλλά εγώ ήμουνα άμυνα, κάνοντας μέτωπο ακόμα με την πιο ευρύτερη Αριστερά που ήταν το ΠΑΜΕ. Εγώ είχα αρκετές γνωριμίες, όλα τα βόρεια προάστια τα ήξερα και ονομαστικά, μάλιστα έχουν έρθει εδώ πέρα και καταθέσει μάρτυρες υπερασπίσεως που με ξέρουν εδώ και πολλά χρόνια.

Αυτές οι εφημερίδες που μοιράσαμε εκείνη την εποχή είχαν ως αποτέλεσμα να συλλάβουν εμένα και να περάσω το στρατοδικείο. Η σύλληψή μου αυτή με οδήγησε στις φυλακές Αβέρωφ. Εκεί ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με την Αντίσταση την πιο πλατιά, αν και τους πιο πολλούς τους ήξερα γιατί ήμουν χρόνια στη Νεολαία Λαμπράκη, ήταν παιδιά της Νεολαίας Λαμπράκη.

Μεταξύ αυτών όμως εκείνη την εποχή υπήρχε και μία πολιτική συζήτηση τί πρακτική πρέπει να ακολουθήσουν για να πέσει η χούντα. Μέσα στις φυλακές γνώρισα πιο ανθρώπινες αξίες, δηλαδή γνώρισα πέρα από τον Γιώργο Βότση που ήρθε να καταθέσει και ήμαστε μαζί, γνώρισα τον γιατρό Τσιρώνη, έναν αγωνιστή που για μένα εκείνη την εποχή ήταν κάτι σαν ήρωας, να το πω έτσι, δεν μπορώ να τον χαρακτηρίσω διαφορετικά, όταν ένας άνθρωπος έχει περάσει τις φυλακές, τις εξορίες φροντίζοντας κομμουνιστές χωρίς να είναι ο ίδιος κομμουνιστής?

Ήταν και οι πρώτες διαφωνίες που άκουσα από άνθρωπο με τη σταλινική ιδεολογία της εποχής, του 1967, γιατί ο άνθρωπος αυτός άρχισε να κάνει μια κριτική στο σταλινικό μοντέλο το οποίο εμείς το είχαμε κάνει πολλά χρόνια. Νόμιζα ότι ήταν κάποιος συνοδοιπόρος του τροτσκισμού, αλλά αυτό ήταν ένας συνοδοιπόρος του κομμουνισμού χωρίς να είναι κομμουνιστής. Με τις πολλές συζητήσεις που κάναμε, κάποια στιγμή νόμιζα ότι βρήκα κάποιον σύμμαχο για να μπορέσω κι εγώ να αντιπαραταχθώ απέναντι σε αυτή την ιδεολογία που δεν συμφωνούσαμε και δεν ήταν συμβατή με τον σοσιαλισμό που θέλαμε εμείς και αυτό που ονειρευόμαστε βασικά ακόμα και σήμερα.

Έμεινα πάρα πολύν καιρό στις φυλακές Αβέρωφ. Όταν δικαστήκαμε στο δικαστήριο, ξέχασα να σας πω ότι μερικοί έμειναν μέσα στη φυλακή 7, 8, 10 χρόνια, εγώ βγήκα με 5ετή αναστολή νομίζω, ή 3ετή, γιατί μου είχαν βρει μόνο μία εφημερίδα στα χέρια μου. Είχα περάσει αυτή τη φάλαγγα γιατί φορούσα κόκκινο πουκάμισο, τόσο πολύ ήταν? Εφόσον βγήκα έξω και δρώντας ως μέλος της 4ης Διεθνούς, είχαμε την πρωτοβουλία ακόμα και βγάζαμε εφημερίδες, που είχε μείνει ένα κομμάτι του Κινήματος που ήταν άθικτο ακόμα.

Εκείνη την εποχή πριν τη δικτατορία είχαμε ένα μεγάλο κομμάτι του συνδικαλιστικού κινήματος κάτω από την επιρροή των τροτσκιστών, ήταν οι λιθογράφοι και οι τυπογράφοι, οι οποίοι έπαιξαν έναν σημαντικό ρόλο για εμάς που δεν ήμαστε υπέρ της κροτίδας και ήμαστε υπέρ της έντυπης προπαγάνδας, να βάλουμε στη διάθεσή μας όλους αυτούς τους συντρόφους και μη, δεν ήταν όλοι τροτσκιστές, οι οποίοι μας βοήθησαν ακριβώς σε αυτές τις εκδόσεις των περιοδικών, των εφημερίδων και των προκηρύξεων.

Αυτό είχε ένα άλλο αποτέλεσμα. Όταν βγήκα εγώ ξανά το 1967, ξαναδημιούργησα μια ομάδα. Βρήκα τους παλιούς συντρόφους που δεν είχαν πιαστεί και μέσα στα πλαίσια πάλι της 4ης Διεθνούς συνεχίσαμε αυτή την προπαγάνδα την έντυπη. Παρόλο που μια ομάδα μικροαστών διανοούμενων ήταν πολύ ανυπόμονοι για να φέρουν το σοσιαλισμό, φτάσαμε στο σημείο να έχουμε φοβερές διαφωνίες, γιατί εμείς λέγαμε, η ομάδα των εργατών που ήταν σε αυτό το γκρουπ ότι δεν είναι «μπήκες κι εσύ μέσα και αύριο είναι ο σοσιαλισμός›. Έχουμε μια υπομονή που δεν την έχουν οι αστοί ούτε οι μικροαστοί.

Αυτό το έδειξε η δικτατορία με την εξής έννοια: Οι πρώτοι που άρχισαν να βάζουν κροτίδες ήταν οι αστοί, γιατί δεν είχαν καμία εμπιστοσύνη. Πώς να πάνε να κάνουν μια προπαγάνδα στην εργατική τάξη; Να αυτοκαταρριφθεί η αστική τάξη για να μπορέσουν να ρίξουν τη χούντα; Αυτό θα ήταν σα να αυτοκτονεί η αστική τάξη. Να τους κατεβάσει σε απεργίες; Αυτό ήταν αδιανόητο για την αστική τάξη, να κατεβάσει τους εργάτες σε απεργίες, γιατί η ίδια η αστική τάξη, επειδή τους είχε αφήσει να κάνουν απεργίες και υιοθέτησαν ιδέες του Κομμουνισμού, ήρθε ο Παπαδόπουλος, η χούντα και τις κατήργησε όλες.

Αυτό το βάζω σαν παρένθεση. Ξαναγυρίζω στο ίδιο θέμα και λέω ότι το 1969 έχουμε φτιάξει την Οργάνωση και τον «Έντυπο λόγο› το οποίο το προπαγανδίζουμε. Είχαμε σαν σύνθημα να κάνουμε τις ξαφνικές διαδηλώσεις, δεν ξέρω αν έχετε ακούσει γι αυτές, οι οποίες κρατούσαν δυο-τρία λεπτά. Το σύνθημά μας ήταν «όχι κροτίδες› γιατί αναλωνόμαστε σε διάφορες ώρες να πάμε να βρούμε τα καλάθια και να τα βάλουμε στα καλάθια μέσα, αυτά ήταν μία μικροαστική αντίληψη για εμάς τους τροτσκιστές εκείνη την εποχή.

Κάναμε αυτές τις ξαφνικές διαδηλώσεις, όπου 3-4 άτομα μαζί, φώναζαν μερικά συνθήματα και έριχναν τις προκηρύξεις ή μοίραζαν τις εφημερίδες. Αυτό κράτησε για αρκετόν καιρό. Αυτό που δεν έχει πιστέψει η αστυνομία μετά την αποφυλάκισή μου την πρώτη, ήταν ότι θα ήμουν ένα καλό παιδί. Δεν το είχε πιστέψει με τίποτα. Γι αυτό προσπάθησε στην εργασία μου, εκεί που δούλευα, στο υφαντουργείο της περιοχής μου, που ήμουν και συνδικαλιστής, να στέλνει κάθε τόσο κάποιον χαφιέ ή κάποιον να ζητά δουλειά για να μπορούν να με παρακολουθούν από πολύ κοντά.

Όσοι έρχονταν μου το έλεγαν, «με έστειλε ο τάδε μπάτσος›. Μου το έλεγαν οι πιο πολλοί, γιατί νομίζω ήμουν και ο πιο αγαπητός μέσα σε εκείνη την κοινωνία. Τουλάχιστον μέσα σε αυτό το χώρο των υφαντουργών γιατί είχα βοηθήσει πάρα πολύ κόσμο να δουλέψει, άνθρωποι που έρχονται από την επαρχία να τους βρω σπίτι κτλ. Αυτό δεν ικανοποίησε την Ασφάλεια του Χολαργού εκείνη την εποχή και προσπάθησε με έναν άλλον τρόπο να πείσει κάποιον γραμματέα μιας Τοπικής Οργάνωσης Λαμπράκηδων, να έρθει να μου προτείνει διάφορες εκδηλώσεις.

Του είπαμε το πρόγραμμά μας αλλά σε αυτή την ιστορία, είναι λιγάκι μπερδεμένη αλλά θα την πω γιατί θέλω να ξεθυμάνω, έβαλαν κάποιον Λαμπράκη ο οποίος, εγώ ήξερα ότι ήταν Αντιδήμαρχος του Χαλανδρίου επί χρόνια, ήξερα ότι πήγαινε τακτικά εξορίες και μάλιστα εκείνη την εποχή ήταν πάλι εξορία και η αστυνομία για να μπορέσει να του πει «θα τον φέρω πίσω›, είπε να «πας να παρακολουθείς τον Ψαραδέλλη›.

Αυτό είχε σαν συνέπεια στη μεγάλη μας εκδήλωση που κάναμε την Πρωτομαγιά του 1969, να συλληφθώ, με αυτές τις ξαφνικές διαδηλώσεις, πέφτοντας μία βομβούλα στο Χαλάνδρι απ’ ότι μου είπαν, το οποίο ήταν μια προβοκάτσια για να με συλλάβουν. Αυτό το λέω σαν περιστατικό γιατί εκείνη την εποχή ο πρώτος που ήρθε να με ειδοποιήσει ότι θα με πιάσουν και να βγω στην παρανομία, ήταν αυτός. Μάλιστα του είπα «θα είμαι στο τάδε μέρος, άμα με χρειαστείς να με βρεις, θα φύγω δυο-τρεις μέρες ώσπου να περάσει η μπόρα των συλλήψεων›.

Την άλλη μέρα πρωί-πρωί με έπιασαν όμως και ο μόνος που δεν το ήξερε ήταν αυτός, δεν ήταν κανένας άλλος. Ο μόνος που ήξερε πού ήμουν και πού κρυβόμουν, ήταν αυτός που του το είχα πει, το προηγούμενο βράδυ στις 12 η ώρα και το πρωί στις 6 η ώρα με έπιασαν. Όπως καταλαβαίνετε, όταν με έπιασαν με πήγαν συνοδεία πάλι στη Νέα Ιωνία, όχι πια στο Χολαργό, γιατί είχα περάσει σε πιο μεγάλα στάδια.

Στην Υποδιεύθυνση Νέας Ιωνίας-Περισσού με ανέκρινε κάποιος που νομίζω ήταν και κατηγορούμενος στη δίκη των χουντικών, κάποιος Φαφατάς, κάπως έτσι. Εκείνη την περίοδο για να μπορέσεις να πάρεις μια ομολογία περνούσες από κάποια ηλεκτροσόκ και κάποια φάλαγγα, τα έχετε ακουστά πιστεύω και οδηγήθηκα στην απομόνωση σε ένα αστυνομικό τμήμα της Νέας Φιλαδέλφειας.

Στη Νέα Φιλαδέλφεια έμεινα γύρω στις 40 ημέρες στην απομόνωση. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία για μένα εκείνη την εποχή και μπορώ να το θυμάμαι πάντα, σε όλη μου τη ζωή, ήταν δύο γεγονότα χαρακτηριστικά:

Εκείνη την εβδομάδα, στις αρχές Ιουνίου, εγώ κατάφερα να αποδράσω. Τις προηγούμενες 15-20 μέρες μου είχε φέρει η μητέρα μου μία σούπα να τη φάω και μου έφερε κι ένα κουτάλι μεγάλο το οποίο το κράτησα μέσα και έσπασα κάποια στιγμή την πόρτα. Εκείνη την εβδομάδα, το χαρακτηριστικό είναι το εξής: Ότι ακριβώς δίπλα μου, στο κελί, ήταν ο Ενωμοτάρχης, αυτός που κάνει υπηρεσία, ο Αξιωματικός υπηρεσίας και είχε ένα ραδιάκι και άκουγε.

Κάποια στιγμή άκουσα ότι είχε δραπετεύσει ο Αλέκος Παναγούλης. Θυμάμαι εγώ έκανα την απόδρασή μου Σάββατο, ο Παναγούλης πρέπει να ήταν δυο-τρεις, γι αυτό λέω στις αρχές Ιουνίου, κάπου εκεί πέρα. Ένα άλλο μεγάλο γεγονός για μένα εκείνη την εποχή, ήταν ότι είχε αναγγείλει την κάθοδο στις εκλογές ένας ηγέτης του Γαλλικού Μάη κι ένα μέλος της 4ης Διεθνούς, ο Αλέν Γκριβίν, που ήρθε ως μάρτυρας υπερασπίσεως εδώ.

Για μένα ήταν δυο μεγάλα σημαντικά γεγονότα, μπορεί να έχω ξεχάσει διάφορα πράγματα αλλά αυτά δεν μπορώ να τα ξεχάσω. Μετά την απόδρασή μου, όπως βρήκε κλειστές πόρτες κι ο Παναγούλης, έτσι βρήκα κι εγώ μερικές πόρτες κλειστές. Η μόνη ανοιχτή πόρτα ήταν ενός μπάρμπα μου στο Λόφο Αξιωματικών που μου έδωσε κάτι λεφτά, ήταν αναγκαστική η φυγή μου.

Όταν έφυγα από τη Νέα Ιωνία, γύρισα πολλά σπίτια αλλά όλοι φοβήθηκαν να με κρύψουν, ακόμα και πρώην σύντροφοι που είχα πάει να ζητήσω βοήθεια. Ο μόνος που βρήκα βοήθεια σας είπα ήταν ένας μπάρμπας μου τον οποίο είχα να τον δω πάρα πολλά χρόνια κι ούτε το σπίτι του ήξερα, το βρήκα τυχαία τελείως και μου έδωσε κάτι χρήματα για να φύγω για τη Μυτιλήνη. Και του είπα ότι επειδή δεν μπορώ να μείνω πουθενά, θα πάω στα χωριά της Μυτιλήνης να καθίσω κάπου εκεί. Είχα επισκεφθεί τη Μυτιλήνη στο παρελθόν αρκετές φορές για λόγους οργανωτικούς με την έννοια ότι είχαμε φτιάξει διάφορα χωριά Λαμπράκηδων, τους πηγαίναμε βιβλία κτλ. για να αναμορφώσουμε και να ανεβάσουμε το επίπεδο των ανθρώπων.

Θέλαμε να κάνουμε σοσιαλισμό βασικά, δε θέλαμε να κάνουμε μια καρικατούρα κι ένα μοντέλο σταλινικό, εμείς θέλαμε κάποιον σοσιαλισμό ανθρώπινο. Αυτό είναι μια περιπέτεια που οδηγεί στο εξής: όταν έφυγα εγώ από τη Μυτιλήνη από το κάστρο πίσω από λιμάνι που έχει εκεί, είχα μια ανάγκη και έκλεψα μια βάρκα να περάσω απέναντι στην Τουρκία.

Ξεκινώντας σε κάποιο σημείο στη γενέτειρα της μητέρας μου που είχε γεννηθεί στη Σμύρνη, έφτασα στο Αϊβαλί. Στα παράλιά του συνάντησα -μετά από 18 ώρες με δίψα και πείνα- Τούρκους ψαράδες, οι οποίοι μιλούσαν ελληνικά. Εγώ δεν ήξερα σε ποιο σημείο έχω βγει αν ήταν ελληνικό έδαφος ή αν ήταν τούρκικο.

Έφτασα εκεί, ήρθε ένας αξιωματικός που ήταν σ’ ένα φρούριο από πάνω και με οδήγησε στο στρατό της Τουρκίας το 1969. Με οδήγησε στο στρατό και η πρώτη μου ανάκριση έγινε από έναν αξιωματικό υπηρεσίας και κάποιον Έλληνα ηλικιωμένο που είχε ξεμείνει από το ’22 που ήξερε ελληνικά και έκανε το διερμηνεία και μάλιστα από ό,τι μου είχε δηλώσει ήταν δημοκράτης με το Βενιζέλο.

Μου ρώτησαν «τι έκανα› και μόλις τους είπα ότι έχω αποδράσει από την Ελλάδα και ζητώ πολιτικό άσυλο στην Τουρκία σηκώθηκαν οι τρίχες του στρατηγού. Η δεύτερη ερώτηση «Τι έχω κάνει τον Αλέκο Παναγούλη›, λέω «δεν έχω καμιά σχέση με τον Αλέκο Παναγούλη, έχω ακούσει ότι έχει αποδράσει κι αυτός όπως έχω αποδράσει κι εγώ από άλλο σημείο› μου λέει «δεν είσαι ο φαντάρος του Παναγούλη;› λέω «δεν είμαι εγώ›. Τελείωσε εκεί, δεν ήταν αρμόδιος αυτός.

Την άλλη μέρα το πρωί ήρθε πάλι ο στρατός με πολιτικά και με πήγαν στην έδρα τους. Εκεί οι ανακρίσεις κράτησαν δυο τρεις μέρες, αλλά στις ανακρίσεις τότε είχε πάρει μέρος η ΜΥΤ. Η επιμονή της τελικά τι έχω κάνει τον Αλέκο Παναγούλη γιατί δεν είχα στοιχεία να αποδείξω ποιος ήμουν και έπρεπε κάποιον πράκτορα να στείλουν στην Ελλάδα να μάθουν, σε αυτές τις ανακρίσεις κάποια στιγμή τη δεύτερη μέρα εμφανίστηκαν και οι Αμερικάνοι, γιατί υπήρχε τριπλή μετάφραση ήταν στα τούρκικα, στα ελληνικά και στα αγγλικά.

Έφτασε αυτή η ιστορία εκεί και εμένα ο Γολγοθάς μου με τις ανακρίσεις ήταν για οτιδήποτε θέματα αφορούσαν και την Ελλάδα και τις διεθνείς σχέσεις με την Τουρκία είχαν μπει μέσα στα θέματα που με ανέκριναν για το τι γνώμη έχουν οι Έλληνες για την Τουρκία, για την Κύπρο κλπ. Εκεί τελικά τους είπα τις πολιτικές μου απόψεις. Τους είπα «Κοιτάξτε, εγώ είμαι διεθνιστής δεν με ενδιαφέρει ποιος διοικεί, νομίζω να αφήσουν το λαό να τα βρει μόνος του. Εμείς δεν είμαστε υπέρ των επεμβάσεων›.

Εν πάση περιπτώσει αυτή ήταν μια θέση που την έχουμε πάγια για το διεθνισμό, ότι εμείς δεν υπερασπίζουμε τα εθνικά συμφέροντα της Κύπρου ή της Ελλάδας, εμείς θέλουμε να υπερασπίσουμε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, γιατί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα οι Τούρκοι ή οι Έλληνες εργάτες.

Αυτό κράτησε αρκετές ημέρες μέχρι που πρέπει να συνέλαβαν τον Παναγούλη ή να ρώτησαν για εμένα. Μου έδωσαν πολιτικό άσυλο μετά από 15 – 20 μέρες και με οδήγησαν σε ένα στρατόπεδο μέσα στην Ασία που ήταν κι άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι οι οποίοι ήταν από διαφορετικό στρατόπεδο ήταν από τα Ανατολικά κράτη Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Ούγγροι και μέναμε σε μια πολυκατοικία όλοι μαζί.

Αλλά υπήρχαν ανθρώπινες αξίες παρ’ όλο που ήμασταν σε αντίθετα στρατόπεδα. Μάλιστα εκείνη την εποχή κάποιος Έλληνας χωροφύλακας νομίζω το Δεκέμβριο πριν πάω εγώ στην Τουρκία είχε δραπετεύσει από τη Χίο, μάλιστα είχε κι ένα θύμα μέσα εκεί, γιατί είχε ανυπακοή αν και τότε –από ό,τι έλεγε- ήταν με το βασιλιά. Ήταν δηλαδή ανυπακοή σε ανωτέρους ότι δεν μπορούσε να πάει κάποιο κρατούμενο στη φυλακή. Σαν αποτέλεσμα ήταν η φυγή του, αλλά να σκοτωθεί ένας ναύτης τότε.

Εγώ τον βρήκα εκεί, του είπα ότι είμαι κομμουνιστής, έχω αυτές τις ιδέες αλλά ξέρετε οι ανθρώπινες αξίες εκεί μετρούνται. Κάναμε παρέα. Και με τους άλλους πολιτικούς φυγάδες από τα Ανατολικά κράτη κάναμε παρέα, δεν είχαμε τίποτα να χωρίσουμε, απλώς κάναμε την αυτό-εξορία μας από μόνο μας και δημιουργήσαμε σχέσεις πάρα πολύ καλές. Γιατί εγώ πίστευα σ’ έναν σοσιαλισμό που μπορεί να πίστευαν κι αυτοί κι είχαν προδοθεί.

Σε αυτή την ιστορία επειδή μαθεύτηκε στην περιοχή ότι ήμουν κομμουνιστής μου έκαναν την πρώτη επίθεση οι Γκρίζοι Λύκοι, όπως λέγαμε η ΕΠΕΝ εδώ και μου είπαν «Θα σε σφάξουμε αν εξαφανιστείς›. Ένας αστυνομικός από αυτούς που με φυλούσαν, μου είπε «Καλύτερα να μην τους μιλάς και να μην βγαίνεις έξω› και εγώ αναγκάστηκα να σηκωθώ να φύγω να πάω να ζητήσω αλλού βοήθεια.

Σηκώθηκα κι έφυγα και πήγα στη Βουλγαρία μετά από μια μεγάλη περιπέτεια ζητώντας μια προστασία με την έννοια να με προωθήσουν κάπου στην Ευρώπη για να μπορέσω να αγωνιστώ. Γιατί τι να αγωνιστείς στην Βουλγαρία, γιατί με την Ελλάδα υπήρχαν πολύ σκληρές διμερείς συμφωνίες.

Πέρασα 40 μέρες κι εκεί από ανάκριση στη Βουλγαρία και είδα από πρώτο χέρι τι σημαίνει σταλινικό μοντέλο και τι σημαίνει σταλινική ιδεολογία. Γιατί αν φοβάσαι κάποιον που τον κυνηγάνε και έρχεται σε μια χώρα να σου ζητήσει βοήθεια, νομίζω ότι είναι έξω από την πραγματικότητα των σοσιαλιστικών ιδεωδών που πιστεύω εγώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όλων των ιδεών.

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Μπορεί και όλων των ιδεών. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να με παραδώσουν στη Χούντα μετά από 40 μέρες αφού με ανακήρυξαν κατάσκοπο και ανεπιθύμητο και εφόσον ρώτησαν αυτές τις 40 μέρες πάρα πολύ κόσμο και έμαθαν ότι εγώ προέρχομαι από τη 4η Διεθνή και τους Τροτσκιστές, ήταν το κόκκινο πανί γι’ αυτούς.

Έφυγα από εκεί και κάποια στιγμή έφτασα στην Ελλάδα τα τέλη του 1969 και για πρώτη φορά πάλι στα κρατητήρια της Νέας Ιωνίας. Εκείνη τη εποχή έχει πάρει μια άλλη τροπή το Κίνημα, έχει πιαστεί ένα μεγάλο μέρος της δημοκρατικής άμυνας, στα κελιά εκεί ήμασταν τουλάχιστον στη Νέα Ιωνία αφού πέρασα σε διάφορα τμήματα ώσπου να φτάσω από τη Βουλγαρία που ήμουν, πέρασα δέκα τμήματα από ένα σημείο και μετά μια μέρα στο ένα και μια μέρα στο άλλο, να με παραλάβει ο ένας και ο άλλος, είχα φτάσει στη Θεσσαλονίκη που έμεινα μια εβδομάδα ώσπου να έρθουν να με ξαναπάρουν.

Φτάνοντας στη Νέα Ιωνία ήταν η στιγμή, εκείνους τους μήνες που είχαν πιάσει τη Δημοκρατική ¶μυνα, που όταν εμφανίστηκα εγώ σε αυτό στην υποδιεύθυνση Ασφαλείας γνώρισα δυο – τρεις ανθρώπους που νόμιζα ότι ήταν αξιόλογοι, αλλά είχαμε πολιτικές διαφωνίες, μεταξύ αυτών –νομίζω θα σας έχει κατατεθεί- γνώρισα στον στρατηγό Ιορδανίδη που ήμασταν στα διπλανά κελιά.

Πρώτον συνάντησα εκεί τον στρατηγό Ιοδρανίδη έναν Ελληνογάλλο που έχει γράψει ένα βιβλίο και με αναφέρει μέσα, εγώ ούτε το ήξερα, τώρα το έμαθα στη φυλακή, νομίζω ήταν και ο Ιωάννης Παπαδόπουλος που ήταν μετέπειτα στην Κυβέρνηση. Πρέπει να ήταν Δεκέμβριος που είχα γυρίσει από τη Βουλγαρία και θυμάμαι ότι σε λίγες μέρες ήταν τα Χριστούγεννα.

Επειδή ήμουν ο μόνος τελικά που διαφωνούσε με αυτή την ομάδα, διαφωνούσα με την πρακτική βασικά αντιμετώπισης για την πτώση της Χούντας. Κάναμε πάρα πολλές συζητήσεις, σας λέω ότι όλες τις νύχτες κελί με κελί μιλάγαμε. Εμένα δεν με έβγαζαν έξω, ήμουν στην απομόνωση, αυτοί έβγαιναν έξω ένα τέταρτο – είκοσι λεπτά σ’ ένα μικρό προαύλιο.

Γιατί εγώ είχα πάει στη Νέα Ιωνία νομίζω μια δυο μέρες πριν τον στρατηγό Ιορδανίδη και μάλιστα όταν είδα ότι έφεραν ένα γεροντάκο, νόμιζα ότι μάζεψαν κάποιο μεθύστακα από το δρόμο γιατί ζήτησε κρασί εκείνη την ώρα. Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι ότι στις συζητήσεις μας αυτές ο στρατηγός είχε μια άποψη η οποία την είχαμε σαν Δημοκρατική ¶μυνα γιατί πρώτη φορά γνώρισα από κοντά τους ένθερμους υποστηρικτές της κροτίδας όπως τους έλεγα εγώ και το Κίνημά μας.

Στις συζητήσεις αυτές ο στρατηγός είχε μια άποψη η οποία έφτανε γι’ αυτόν για να πέσει η Χούντα, μια ομάδα γερή «σαν κι εμένα› έλεγε που είχα το θάρρος ήμουν 25 – 26 χρονών παιδί, σαν τον Παναγούλη να «καθαρίσουμε› τον Παπαδόπουλο και να πέσει η Χούντα. Του απάντησα «Δεν είναι θέμα να βρούμε κάποιον να καθαρίσουμε τη Χούντα και να τελειώσει η Χούντα γιατί θα έρθει άλλη Χούντα. Αυτό χρειάζεται μόνο πολιτική βούληση. Αν έχεις λίγο πολιτική βούληση θα καταλάβεις. Γιατί εμείς σαν 4η Διεθνή υποστηρίζουμε -και μέχρι τώρα και δεν το αρνιόμαστε- ότι μέσα στο στρατό πρέπει να μπουν άνθρωποι, να ελέγχεται ο στρατός από τους φαντάρους και θέλουμε η πολιτική να μπει μέσα στο στρατό, οι πολιτικές ιδέες να μπουν μέσα στο στρατό για να μην μπορούν να κάνουν κάποιοι αξιωματικοί όποτε θέλουν κάποιο πραξικόπημα. Να ελέγχονται›. Αυτό ήταν ένα από τα κύρια συνθήματά μας εδώ και δεκαετίες.

Μάλιστα μετά από το γαλλικό Μάη κάπου για να μπορέσουμε να το προχωρήσουμε αυτό το σύνθημα φέρναμε στρατιώτες, ναύτες ή αεροπόρους στις διαδηλώσεις μας. Αυτό δεν έχει γίνει ποτέ, αυτή η πολιτική βούληση. Γιατί λέω «Εσείς ακριβώς αυτό το σύστημα είστε υπεύθυνος με την έννοια ότι εσείς έχετε δημιουργήσει κι αυτό το σχήμα της πυραμίδας του στρατού και ο στρατιώτης υπακούει στον αξιωματικό και ο αξιωματικός υπακούει στο στρατηγό›.

Δεν ξέρω αν έπεισα το στρατηγό, αλλά νομίζω ότι ούτε μπορούσα να του δώσω μάθημα σαν στρατηγός γιατί εγώ είμαι μόνο του δημοτικού, δεν έχω κάνει πολιτικές επιστήμες. Απλώς η γνώση μου τελικά είναι από τη θέλησή μου να διαβάζω βιβλία καθημερινά δεν έχω κάποια άλλη παιδεία, είμαι απόφοιτος δημοτικός και μάλιστα μπόρεσα μόνο να διαβάζω, δεν μπορούσα να γράφω ούτε και να σχεδιάσω κείμενα.

Αυτή ήταν και μια από τις μεγάλες στερήσεις μας της εποχής εκείνης, που έλεγε «Τα βιβλία στην πυρά›. Εγώ είχα φτιάξει μια βιβλιοθήκη που τη λάτρευα, την οποία μου κατέσχεσαν όλη και δεν ξέρω τι έγιναν αυτά τα βιβλία. Πρέπει να γέμισε τις αποθήκες η Χούντα με παράνομα βιβλία και δεν ήταν όλα παράνομα, άμα διαβάζεις Καζαντζάκη δεν νομίζω ότι είναι παράνομο, αλλά ο Καζαντζάκης ήταν κομμουνιστής. Μέχρι ο Γεωργαλάς είχε περάσει στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Αυτά τα λέω γιατί αυτή η ιστορία με τον στρατηγό Ιορδανίδη τελείωσε κάποια στιγμή, δηλαδή έγινε μια συζήτηση, πήγαν οι διάφοροι στις φυλακές και στις εξορίες, η Δημοκρατική ¶μυνα θυμάμαι ότι είχε μείνει σε μια πτέρυγα εδώ στον Κορυδαλλό που εγώ τον επισκέπτομαι πάλι μετά από 30 χρόνια. Εδώ στον Κορυδαλλό ήμασταν στην απέναντι πτέρυγα, ήμασταν σε δύο πτέρυγες: οι κομμουνιστές και οι αστοί που έλεγαν οι δημοκράτες.

Γιατί για να περάσουν εκείνη την εποχή την πόρτα των φυλακών έπρεπε να κάνουμε μια δήλωση. Ήταν η δήλωση του 509 για την αποκήρυξη των κομμουνιστικών ιδεών και συνήθως επειδή δεν ήταν κομμουνιστές οι αστοί εκείνη την εποχή, υπέγραφαν μια δήλωση τελικά για να μην ξεφύγει κανένας. Δηλαδή αν υπόγραφε κάποιος μια δήλωση θα τα έβαζαν με τους κομμουνιστές, ας ήταν και αστός και ας μην πίστευε στον κομμουνισμό. Αλλά απλώς για να μπορεί να ελέγξει τότε το σύστημα τους κομμουνιστές και τους μη κομμουνιστές τους υποχρέωνε να κάνουν μια δήλωση και γι’ αυτό μπαίναμε σε διαφορετικές πτέρυγες.

Αφού μείναμε μερικές μέρες εκεί στη Νέα Ιωνία κάποια στιγμή ήρθα πάλι να δικαστώ, επειδή είχαν δικαστεί οι προηγούμενοι σύντροφοί μου που μας είχαν πιάσει τότε το ’69 ήταν 5 – 6 ακόμη και νομίζω ότι και 2 – 3 έχουν έρθει μάρτυρες Υπεράσπισης εδώ, εμένα μου είχαν διαχωρίσει τη δίκη μου γιατί είχα τη δραπέτευση και έφτασαν στον Κορυδαλλό αρχές του 1970.

Αρχές έφτασα εδώ πέρα και μετά από 2-3 μήνες έγινε η δίκη μου. Εκείνη την εποχή όπως ξέρετε, αν έχετε διαβάσει ή έχετε ακούσει, υπήρχε έντονη πολιτική συζήτηση γύρω από την πρακτική ανατροπής του καθεστώτος της χούντας. Υπήρχε η πολιτική συζήτηση με τι τρόπους πρέπει να ανατρέψουμε την χούντα.

Σαν ομάδα της 4ης Διεθνούς Τροτσκιστών στη φυλακή, ήμασταν καμιά 15αριά αν θυμάμαι καλά και νομίζω ήμαστε και η πλειοψηφία σε αναλογία με τα άλλα τα Κόμματα. Γιατί αν είχε 100.000 μέλη κάποιο Κόμμα και είχε 10 μέσα ήμασταν 15. Εμείς ήμασταν όλοι μέσα και η Οργάνωση μέσα. Κάναμε συζητήσεις. Τουλάχιστον με αυτούς που μπορούσαμε γιατί με την ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΜΥΝΑ και με τους άλλους είχαμε ξεκόψει κάποια στιγμή.

Τουλάχιστον εκείνη την εποχή υπήρχαν οι Οργανώσεις οι οποίες ήταν υπέρμαχοι των βομβιστικών ενεργειών και μάλιστα επηρεασμένοι πάρα πολύ από τον Τσε Γκεβάρα, τους λέγαμε Γκεβαριστές. Εμείς λέγαμε Γκεβαριστές βασικά ένα σύνολο αγωνιστών. Το σύνολο αυτών των αγωνιστών προερχόντουσαν από την «20η Οκτώβρη›, από μια ομάδα που τη λέγανε «¶ρης›, κάτι ΚΚΕ Μ-Λ, Μ-Λ ΚΚΕ και διάφορες, αλλά είχαμε όμως μια συζήτηση εποικοδομητική μάλιστα.

Γιατί εγώ νομίζω ότι εκείνη την εποχή αρκετούς συντρόφους τουλάχιστον τους πείσαμε ότι αυτός ο αγώνας δεν έχει κανένα αποτέλεσμα. Έστω κι ένας θάνατος ενός στρατοκράτη θα τον αντικαταστήσουν με κάποιον άλλο στρατοκράτη. Εμείς θέλουμε την ανατροπή όλου αυτού του συστήματος που την γεννάει αυτή και γι’ αυτό επιμένουμε σ’ αυτές τις ιδέες.

Έχετε ακούσει από μάρτυρες υπεράσπισης ότι δεν είμαστε διωγμένοι μόνο από τα αστικά καθεστώτα, αλλά είμαστε και από τα στρατιωτικά καθεστώτα με την έννοια ότι για να μιλήσεις τουλάχιστον στην φυλακή εκείνη την εποχή έπρεπε να είχες κότσια, να έχεις θάρρος μεγάλο για να αντιπαρέρχεσαι στην πολιτική της στρατιωτικής ιδεολογίας του 1967 ή του 1969. Το 1969 είχε γίνει μια διαφοροποίηση με την έννοια ότι έχει γίνει μια μεγάλη διάσπαση στο Κομμουνιστικό Κόμμα.

Μετά από τη δίκη μου και αφού κάναμε αυτές τις συζητήσεις, νομίζω πείσαμε πάρα πολύ κόσμο να σταματήσει αυτές τις ενέργειες και μάλιστα όταν βγήκαν τελικά τις σταμάτησαν και έμπρακτα κιόλας. Κάποια στιγμή εγώ είχα βγει και στο προαύλιο το 1972 νομίζω, Ιούνιο, Ιούλιο, μετά από 5-6 αιτήσεις για την υγεία μου τότε επειδή κάτι είχε η καρδιά μου κλπ.

Παρ’ όλες τις προτροπές που μου έδιναν οι άλλοι από το ΚΚΕ μη φύγω, μη την κοπανήσω στο εξωτερικό, εγώ αγνόησα όλα αυτά τα πράγματα γιατί υπάρχει και μια λογική να μείνουμε μέσα και να δικαστούμε, αλλά να μείνεις μέσα για να έχει κάποια αξία. Εγώ ήθελα να φύγω έξω για να πάω να αγωνιστώ.

Κατάφερα να φύγω να φτάσω κάποια στιγμή με την εμπειρία που έχω αποκτήσει κιόλας να περάσω τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας με τα πόδια, να περάσω της Ιταλίας με τα πόδια, να περάσω τις ¶λπεις με τα πόδια και να φτάσω στη Γαλλία κάποια στιγμή. Γιατί δεν ήμουν υπέρ των λύσεων περίμενε 2 μήνες να σου φέρουμε ένα διαβατήριο πλαστό και να φύγεις.

Και έφτασα νομίζω και πολύ νωρίς απ’ ότι θα έφτανα με ένα διαβατήριο πλαστό και μπορεί να με έπιαναν και στον δρόμο γιατί εγώ δεν ήξερα γλώσσες. Προς μεγάλη απογοήτευση τότε των ανακριτών στην Ασφάλεια τελευταία που δεν ήξερα γαλλικά και δεν ήξερα συντακτικό.

Έφτασα στο Παρίσι. Στο Παρίσι δεν μπορείς να καθίσεις φρόνιμα. Μου έδωσαν κάποια στιγμή πολιτικό άσυλο με την μεσολάβηση ορισμένων παραγόντων και μάλιστα παράγοντες οι οποίοι ήταν συνδεδεμένοι με την Ελλάδα σε κάποια Επιτροπή για υποστήριξη πολιτικών φυγάδων κλπ.

Μη σας κρύβω τελικά μέσα στις οποίες ήταν ο Γαβράς, ο Υβ Μοντάν. Και στο ελληνικό τμήμα που είχαμε και επαφές με τους Έλληνες είχε αναλάβει την έκδοση του διαβατηρίου ο Ριχάρδος Σομερίτης που δεν έχει εμφανιστεί σ’ αυτή τη δίκη και μου κάνει εντύπωση γιατί έχω ακούσει το όνομα του, λέει διάφορα. Ήταν ένας από τους ανθρώπους που μεσολάβησε για να μου φέρουν το διαβατήριο -αυτός, ο Σταυράκης, που είχε φύγει κι αυτός- να μου φέρουν το διαβατήριο στο σπίτι που λέμε.

Εκεί δεν έπαψα να αγωνίζομαι. Υπήρχε ο Σύλλογος των Φοιτητών και Εργατών νομίζω, δεν θυμάμαι ακριβώς καλά, οι οποίοι εμείς μετά από λίγο καιρό επειδή υπήρχαν και άλλες θέσεις στην Ευρώπη ήρθαμε σε επαφή, βγάλαμε ένα περιοδικό που το έλεγαν «Κομμουνισμός›, βγάλαμε κάτι τετράδια της 4ης Διεθνούς, βγάζαμε έντυπα, τα μοιράζαμε στους αυτοεξόριστους -πώς να τους πω- του Παρισιού και ήταν μάλιστα και πολλοί, ήταν 500-600 κάθε φορά που μαζευόμαστε στα αμφιθέατρα και μιλάγαμε.

Πάντα είχαμε μια άποψη τελικά γύρω από τα θέματα της πρακτικής αντιμετώπισης της πτώσης της χούντας. Αυτό εμένα μου είχε δώσει μια αίγλη με ποια έννοια. Ήμουν δραπέτης, ήμουν και ο πρώτος που είχα ξεφτιλίσει την Αστυνομία της Ελλάδας και ο Παναγούλης ο πρώτος που είχε ξεφτιλίσει τον Στρατό της Ελλάδας, τους στρατοκράτες βασικά.

Τους είχε ξεφτιλίσει με την έννοια ότι βρέθηκε κάποτε ένας άνθρωπος ο οποίος πίστευε πραγματικά στις ανθρώπινες αξίες. Όπως έχω γνωρίσει και κάποιον Νοματάρχη μέσα στην Νέα Ιωνία που πέταξε τα γαλόνια του και έφυγε όταν είδε τον Στρατηγό να τον υπηρετεί. Εγώ λέει δεν κάνω γι’ αυτά τα πράγματα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και άλλοι ήσαν. Και άλλοι πολλοί που δεν το λένε κιόλας.

Θ. ΨΑΡΑΔΕΛΛΗΣ: Αυτούς ξέρω εγώ προσωπικά, τους έχω ζήσει και γι’ αυτό λέω. Όλη αυτή την περίοδο τα 2 χρόνια παραμονής μου στην Γαλλία επισκέφτηκα αρκετές φορές, δεν σας το κρύβω. Πήγα και στην Ιταλία, πήγα και στην Γερμανία, πήγα και στην Γιουγκοσλαβία, στο Βέλγιο πάντα αντιπροσωπεύοντας κάτι.

Σαν διεθνιστής πιστεύω ότι πρέπει να παλεύεις για όπου υπάρχει καταπίεση, όπου υπάρχουν μοντέλα καταπίεσης. Κι επειδή, σας έχουν πει, εμείς δεν τα είχαμε πάρα πολύ με τον συμβατό σοσιαλισμό της εποχής, είχαμε μια κριτική αντιμετώπιση αρκετά μεγάλη. Φτάσαμε να επιβεβαιωθούν οι απόψεις μας κάποια στιγμή.

Τα χρόνια της εποχής αυτής υπήρχαν αρκετές δικτατορίες. Υπήρχε του Φράνκο η δικτατορία και ήμουν με τους συντρόφους τους Ισπανούς πολλές φορές μαζί. Επειδή είχα αλλάξει επάγγελμα, ξέχασα να σας πω, είχα γίνει τυπογράφος, λιθογράφος και στα γραφεία μάλιστα της 4ης Διεθνούς των Τροτσκιστών που είχαν τυπογραφεία και έβγαζαν εφημερίδες και περιοδικά και βιβλία. Σαν τεχνική με έστειλαν σε κάποιο σχολείο και την έμαθα.

Επειδή δεν ήξερα να διαβάζω και να γράφω και δεν μπορούσαν να μου βρουν σε ένα υφαντουργείο δουλειά γιατί ήμουν πολιτικός φυγάς και ποιος θα πάρει έναν πολιτικό φυγά και άλλη τεχνική στην Ελλάδα και άλλη τεχνική στην Αθήνα, αποφάσισα να γίνω τυπογράφος στα γραφεία της Οργάνωσης, ο οποίος ήμουν μισθωτός τυπογράφος που δούλευα όπως δουλεύει κάποιος για βιοποριστικούς λόγους. Γιατί δεν μπορούσα να περιμένω πότε θα μου δώσει η Επιτροπή της αλληλοβοήθειας των Ελλήνων κλπ.

Εκείνη την εποχή γνώρισα και πολλούς επώνυμους αγωνιστές. Εκείνη την εποχή ήμασταν, τουλάχιστον η ομάδα που δούλευε μέσα στους Συλλόγους ήταν -θα τους πω χαρακτηριστικά- ήταν ο Γιώργος Βότσης, ο Καραμπελιάς, που ήταν από τον Γαλλικό Μάη, αυτός είχε μείνει μέσα, ήταν ο Σκαρταλέζος, ήταν ο Περικλής Κοροβέσης, η Ελένη Βαρίκα που ήταν κι εδώ πέρα. Ήταν ένα κράμα ιδεών με αντίθετες απόψεις, αλλά όπως εμείς έχουμε μια ξεκάθαρη άποψη, είχαμε και μια ιδεολογική πάλι μεταξύ αυτών των απόψεων. Αυτό κράτησε 1-2 χρόνια στο Παρίσι μέχρι την μεταπολίτευση.

Αλλά ήμουν πολύ ικανοποιημένος για τις ιδέες μου γιατί την χούντα δεν την έριξε ούτε η κροτίδα, ούτε τίποτα. Την έριξε ο ελληνικός λαός με την εξέγερση του, αυτό που λέγαμε εμείς στην Αγγλία και στα περιοδικά. Γι’ αυτό έχουμε μια άλλη πείρα, η οποία λέμε όχι σ’ αυτή γιατί δεν μας ικανοποιεί κατ’ αρχήν. Εμείς θέλουμε ανατροπή αυτού του συστήματος, να μη γεννήσει άλλη χούντα. Αυτό είναι εν περιλήψει.

Γύρισα κάποτε στην Ελλάδα. Δεν σας λέω πάρα πολλά για την Γαλλία, γιατί είναι γνωστά, έχουν περάσει πάρα πολλοί μάρτυρες εδώ πέρα και σας έχουν μιλήσει γι‘ αυτούς τους αγώνες.

Μάλιστα θυμάμαι το χαρακτηριστικό την ημέρα της μεγάλης εξέγερσης του Πολυτεχνείου σαν Διεθνιστές εμείς η Οργάνωση έβαλε εκτάκτως το θέμα να έρθουν όλες οι αντιπροσωπείες οι ιταλικές, οι ισπανικές, ό,τι υπήρχε στην Ευρώπη που δρούσαν τότε ενάντια στα δικά τους καθεστώτα για να έρθει σ’ αυτή τη διαδήλωση. Και μάλιστα για πρώτη φορά έγινε διαδήλωση στη Γαλλία με 15-20.000 κόσμο.

Νομίζω πρέπει να το ξέρουν πάρα πολλοί, ότι σ’ αυτή τη διαδήλωση εγώ ήμουν στα μεγάφωνα και κάποιοι έριξαν κάτι γιαούρτια σε κάποιους μπροστά. Κάποιοι ευχαριστήθηκαν και κάποιοι δεν ευχαριστήθηκαν. Αυτοί ήταν ο Ντασέν και η Μελίνα Μερκούρη που έφαγαν τα γιαούρτια. Αυτό είναι χαρακτηριστικό. Τα θυμάμαι αυτά τα γεγονότα γιατί ήμουν μπροστά εκεί πέρα. Μάλιστα επενέβη λιγάκι ότι δεν είναι τρόπος αυτός. ¶λλο να διαφωνείς. Μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε τελικά. Έφαγε και ένα γιαούρτι προχθές ο δημοσιογράφος αυτός.

Αυτά τα λέω για να σας δείξω ορισμένες αξίες οι οποίες για μένα είναι το Α και το Ω της ζωής μου. Γιατί αν δεν πίστευα στις ανθρώπινες αξίες δεν θα πάλευα 40 χρόνια για να μαθαίνει ένας λαός, για να αποκτήσει αξίες τέτοιες που να μη μπορούν να επιβάλλουν οι άλλοι με το πιστόλι την ιδεολογία.

Γυρνώντας από τη Γαλλία έφτασα στην Ελλάδα το 1974 έχοντας μαζί μου και μια γραφομηχανή την οποία την έχουν κατασχέσει εδώ η Αστυνομία. Και θα ήθελα πάρα πολύ τελικά να κάνουν κάποιο έλεγχο που έχουν κάνει σε όλα τα γραφικά, να δουν ότι με αυτή την γραφομηχανή εμείς βγάζαμε το περιοδικό «Κομμουνισμός›, βγάζαμε την «Εργατική Πάλη›, το «Οδόφραγμα›, τον «Σπάρτακο›. Θα τα έχουν δει τελικά ότι έχουν βγει αυτές οι εφημερίδες. Ήμασταν τόσο πολύ γνωστοί. Έβλεπαν ότι κάθε μήνα έβγαινε η «Εργατική Πάλη›.

Όταν γυρίζω από τη Γαλλία, έχοντας μάθει αυτή την καινούρια μου εργασία στο τυπογραφείο, πήγα και απευθύνθηκα σε παλιούς συντρόφους που ήταν τυπογράφοι που δεν είχαν πιαστεί, δεν είχαν θιχθεί από την δικτατορία και μου βρήκαν την πρώτη μου δουλειά στα «Επίκαιρα› στην Μπουρνάρα, νομίζω εδώ στην λεωφόρο.

Εκεί τελικά με κράτησαν 45 μέρες. Εκεί έγινε και η προθεσμία για να μην μπορώ να πάρω αποζημίωση κλπ. Γιατί σας έχω πει ότι δεν ήμουν καλό παιδί, ήμουν πάντα υπέρ του συνδικαλισμού. Αυτό το λέω γιατί έχετε πει πολλές φορές «σαν καλό παιδί› ή όχι.