Πολιτική
Τρίτη, 09 Σεπτεμβρίου 2003 19:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (09/09/2003) Μέρος 3/3

Αυτό το στοιχείο είναι σημαντικό για τη συμπεριφορά του Σάββα όταν ο ίδιος τραυματίστηκε. Ρωτούσε με αγωνία που βλέπει το δωμάτιο της εντατικής: εάν βλέπει στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας ή αν βλέπει στο Λυκαβηττό. Διότι εδώ κατά την κατάθεση της μάρτυρας Μαρίας Λουρίδα, ο σκοπός του Σάββα Ξηρού που πήγε στην εντατική δεν ήταν καλός. Δεν είχε καμία δουλειά ο κ. Σάββας Ξηρός να παριστάνει τον φοιτητή της ιατρικής και να πηγαίνει στην εντατική. Γι’ αυτό όταν τραυματίστηκε ο ίδιος είχε αυτή τη συμπεριφορά και ρωτούσε αν βλέπει στο Λυκαβηττό. Φαίνεται ότι φοβόταν καμιά ρουκέτα, αφού είχε επιβιώσει από την απόπειρα έκρηξης που είχε κάνει στον Πειραιά.

Στην έκρηξη λοιπόν κύριοι Δικαστές του λεωφορείου των ΜΑΤ αυτή η πράξη πληροί από την αντικειμενική υπόθεση των κακουργημάτων της τετελεσμένης ανθρωποκτονίας του Γεωργακόπουλου και της απόπειρας ανθρωποκτονιών όλων των ανδρών που επέβαιναν στο λεωφορείο. Επίσης σχετικά με το θέμα της έκρηξης, η πράξη αυτή όπως είναι γνωστό το άρθρο 270 στοιχειοθετεί τέσσερις περιπτώσεις έκρηξης: Η πρώτη και η δεύτερη είναι εγκλήματα διακινδύνευσης, η τρίτη και η τέταρτη είναι εγκλήματα εκ του αποτελέσματος.

Στην προκειμένη περίπτωση δεν συρρέει η έκρηξη εκ του αποτελέσματος με την απόπειρα της τετελεσμένης ανθρωποκτονίας και την απόπειρα. Διότι η έκρηξη εκ του αποτελέσματος, το αποτέλεσμα είναι αποδοτέο στην αμέλεια όπως είναι γνωστό, το αποτέλεσμα του θανάτου, της σωματικής βλάβης από την έκρηξη.

Επομένως η αντικειμενική υπόθεση είναι η τετελεσμένη ανθρωποκτονία και η απόπειρα ανθρωποκτονιών, η έκρηξη όμως η οποία συρρέει πραγματικά εκ των παραγράφων 1 και 2, οι οποίες όμως δεν τιμωρούνται με ποινή ισόβιας κάθειρξης επομένως είναι κακουργήματα τα οποία παραγράφονται εντός μιας 15ετίας. Επειδή η πράξη αυτή της έκρηξης έχει τελεστεί 26/11/85 και παρήλθαν 15 έτη, για τον λόγο αυτό πρέπει να παύσει οριστικώς η ποινική δίωξη για την έκρηξη.

Στην επίθεση εναντίον του Δημητρίου Αγγελοπούλου στις 8/4/86 στο Κολωνάκι στην οδό Κανάρη αυτουργός της πράξεως είναι ο Χριστόδουλος Ξηρός ο οποίος επιβαίνοντας σ’ ένα δίκυκλο το οποίο οδηγούσε ο Πάτροκλος Τσελέντης, τον περίμενε στην οδό Κανάρη το θύμα και όταν εμφανίστηκε ο Αγγελόπουλος, ο Χριστόδουλος Ξηρός τον πυροβόλησε από όπλο το οποίο είχε μέσα σε συσκευή για να μην φαίνεται το όπλο.

Έτσι οι κάλυκες από το όπλο δεν εξήλθαν από την κατοχή του και γι’ αυτό τον λόγο τότε κατά την σχετική έρευνα των στοιχείων της ανθρωποκτονίας δεν βρέθηκαν. Αφού πυροβόλησε στον Δημήτριο Αγγελόπουλο επέφερε το θάνατό επέβη στη μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο Τσελέντης και απομακρύνθηκαν.

Σε αυτή την πράξη απλοί συνεργοί ήταν ο Κουφοντίνας ο οποίος παρέμεινε στο χώρο για να επιβλέπει για να βοηθήσει τον αυτουργό σε κάποιο τυχόν πρόβλημά του κατά την εκτέλεση της πράξης του, ο Βασίλειος Τζωρτζάτος και ο Γιάννης Σκανδάλης ως απλός συνεργός και οι οποίοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι. Επίσης σαν απλός συνεργός είχε δράση και ο Γιάννης Σκανδάλης ο οποίος λόγω του θανάτου του δεν υπάρχει θέμα ποινικής ευθύνης.

Στου Ρέντη. Η έκρηξη έγινε στις 24/7/1987. Ο Πάτροκλος Τσελέντης επίσης έχει καταθέσει, καθώς επίσης έχει καταθέσει και ο Κων/νος Πλατάρας. Στην περίπτωση της εκρήξεως του Ρέντη οι κατηγορούμενοι είχαν σχεδιάσει να πλήξουν με έκρηξη βόμβας ένα αυτοκίνητο που μετέφερε Αμερικανούς στρατιωτικούς στη βάση τους στο Ελληνικό.

Η ενέδρα είχε στηθεί στη λεωφόρο Κηφισού στο ύψος του Ρέντη και εκεί οι κατηγορούμενοι Χριστόδουλος Ξηρός, Σάββας Ξηρός, Πάτροκλος Τσελέντης, Δημήτρης Κουφοντίνας και Βασίλειος Τζωρτζάτος ο οποίος έχει δράσει αποφασιστικά με την ιδιότητά του ως ηλεκτρολόγου στη συναρμολόγηση της βόμβας και τη σύνδεση με καλώδια τα οποία θα επέτρεπαν την από μακρού πρόκληση έκρηξης, αυτοί οι κατηγορούμενοι σ’ ένα κάδο μετέφεραν τη βόμβα στο ύψος του Ρέντη στη λεωφόρο Κηφισού, ακολούθως μετέφεραν στο άλλο ρεύμα προς Λαμία με καλώδιο το μπουτόν για την έκρηξη και περίμεναν τη διέλευση του λεωφορείου. Πράγματι όταν το λεωφορείο έφτασε στο ύψος όπου ήταν η βόμβα ο Χριστόδουλος Ξηρός πάτησε το μπουτόν και προκάλεσε μεγάλη έκρηξη με την παρουσία του Σάββα Ξηρού, του Πάτροκλου Τσελέντη, του Κουφοντίνα και του Τζωρτζάτου.

Και αυτή η έκρηξη όμως λόγω του ότι δεν ενήργησε το χρόνο που διήρχετο το λεωφορείο δεν πέτυχε του σκοπού, δηλαδή να προκαλέσει το θάνατο τον επιβαινόντων. Τραυματίστηκαν όμως αρκετοί, 16, οι οποίοι βεβαίως έναντι αυτών υπάρχει η απόπειρα ανθρωποκτονίας των κατηγορούμενων και την οποία απόπειρα ανθρωποκτονίας πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι με το ρόλο που προείπα.

Ειδικά για τον Κων/νο Πλατάρα έχω να εκθέσω στο Δικαστήριο ότι δεν επέβαινε του αυτοκινήτου το οποίο δέχτηκε το χτύπημα, αλλά προηγείται, ήταν με άλλο. Κατέθεσε ο Κων/νος Πλατάρας στο ακροατήριό σας τα εξής: «23 Απριλίου Παρασκευή 16:50 του ’87 καθ’ οδόν αμέριμνα και αμερόληπτα ερχόμουν από την Κηφισιά έγινε έκρηξη φανταστείτε ότι ένα τόσο μεγάλο και δυνατό ωστικό κύμα εκσφενδονίστηκε προς τα άνω έσκασε στο έδαφος συνεθλίβη το αυτοκίνητο, μου είπε και ο χειρουργός τότε στο Τζάννειο που πήγα για τις πρώτες βοήθειες, ότι θα μου έκοβε και την καρωτίδα, θα ήμουν σήμερα νεκρός. Μόνο αυτό σας λέω είχα τύχη από τον Θεό. Την ίδια τύχη είχαν και οι άλλοι οι οποίοι επέβαιναν στο λεωφορείο›.

Και στην πράξη αυτή ηθικός αυτουργός είναι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, είναι ο άνθρωπος ο οποίος κατεύθυνε όλη αυτή την εγκληματική δράση της συμμορίας, όλη αυτή τη δράση του κακού εναντίον αυτών των ανθρώπων, αλλά και όχι μόνο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συγγνώμη κ. Εισαγγελεύς αν δεν έχετε αντίρρηση να διακόψουμε για μισή ώρα;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Παρακαλώ κ. Πρόεδρε ό,τι πείτε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Ο κ. Εισαγγελεύς συνεχίζει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο Αλέξανδρος Αθανασιάδης Μποδοσάκης ήταν Πρόεδρος του Ιδρύματος Μποδοσάκη και επιχειρηματίας. Κατοικούσε στην Εκάλη Αττικής. Την 1η Μαρτίου του 1988, στις 8 το πρωί, δέχθηκε και αυτός την επίθεση των μελών της 17Ν, τη δολοφονική επίθεση.

Λίγο πριν από το φανάρι της Κηφισιάς, είχε φοβερό μποτιλιάρισμα και τα αυτοκίνητα αναγκαστικά είχαν σταματήσει. Δίπλα από το αυτοκίνητο του Αθανασιάδη, έτυχε από σύμπτωση να σταθεί, να σταματήσει και το αυτοκίνητο ενός φίλου του, του Δημήτρη Παπαρούνη.

Την ώρα εκείνη που λόγω της στάσεως οι δύο άντρες συζητούσαν, μεταξύ των δύο αυτοκινήτων, στο δεξιό του αυτοκινήτου του Αθανασιάδη κατά την κατεύθυνση προς Αθήνα και στο αριστερό, πάλι κατά την ίδια κατεύθυνση, του αυτοκινήτου του Δημητρίου Παπαρούνη, μεσολάβησε ένα δίκυκλο, μια δίκυκλη μοτοσικλέτα την οποία οδηγούσε ο Βασίλειος Τζωρτζάτος και στην οποία επέβαινε ο Δημήτριος Κουφοντίνας.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας ο οποίος δεν φαίνεται να γνώριζε τον Αλέξανδρο Αθανασιάδη ούτε να είχε τίποτε προηγούμενα μαζί του, και ο οποίος πιθανότατα να τον είχε δει τις προηγούμενες ημέρες που ετοίμαζε την εγκληματική του επίθεση, ο κατηγορούμενος αυτός κ. Πρόεδρε, προσήγγισε από τη δεξιά πλευρά όπως είπα του αυτοκινήτου του θύματος, το οποίο οδηγούσε το θύμα και με το πιστόλι το οποίο έφερε μαζί του, τον πυροβόλησε 5-6 φορές για να έχει βέβαιο το αποτέλεσμα του θανάτου και επέφερε τον θάνατό του.

Αυτό το περιστατικό, αυτή την πράξη, τη βεβαιώνει, πέραν των άλλων στοιχείων, η αυτόπτης μάρτυρας Δημήτριος Παπαρούνης, ο οποίος ήταν σε απόσταση μερικών εκατοστών του μέτρου και είδε και αντελήφθη τον κατηγορούμενο Δημήτριο Κουφοντίνα να πυροβολεί κατ’ επανάληψη με ανθρωποκτόνο σκοπό και να επιφέρει τον θάνατο του Αλεξάνδρου Αθανασιάδη. Ο μάρτυρας αυτός ανεγνώρισε και στην προδικασία και στο ακροατήριο τον αυτουργό της δολοφονίας, Δημήτριο Κουφοντίνα.

Στην πράξη αυτή, άμεσος αυτουργός υπήρξε ο Τζωρτζάτος ο οποίος επέβαινε στη μηχανή επί της οποίας επέβαινε επίσης ο δράστης και προσήγγισε το αυτοκίνητο του θύματος, καθώς επίσης απλός συνεργός ήταν ο Χριστόδουλος Ξηρός, ο οποίος βοήθησε με την παρουσία του τη δολοφονική αυτή ενέργεια.

Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος είναι ο ηθικός αυτουργός, ο άνθρωπος ο οποίος προκάλεσε την απόφαση στον φυσικό αυτουργό και στους συνεργούς, να τελέσουν το κακούργημα αυτό, το οποίο έκανε ο καθένας.

Διά την ιστορίαν, θέλω να θέσω στο Δικαστήριο ότι πέρα από το θύμα το οποίο έχασε τη ζωή του τόσο άδικα, επίσης εβλάβησαν και οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις, διότι μετά τη δολοφονία του Αλεξάνδρου Αθανασιάδη και λόγω του χαρακτήρα αυτών των επιχειρήσεων ως Ιδρυμάτων, αυτές οι επιχειρήσεις έπαψαν να λειτουργούν και οι εργαζόμενοι υπέρ των οποίων τόσο υποκριτικά ομιλούν οι κατηγορούμενοι, οι εργαζόμενοι σ’ αυτές τις επιχειρήσεις έχασαν τις δουλειές τους κύριοι Δικασταί, έχασαν το ψωμί τους. Αυτό είναι ένα ακόμη αποτέλεσμα της δράσης των κ.κ. κατηγορουμένων.

Στις 28/6/1988 σειρά είχε ο Ουίλλιαμ Έντουαρντ Νορντίν, ο Ναυτικός Ακόλουθος της Αμερικάνικης Κυβέρνησης στην Ελλάδα, που υπηρετούσε στην Πρεσβεία των ΗΠΑ. Ο άτυχος αυτός άνθρωπος, άγνωστο γιατί, επελέγη ως στόχος από τη 17Ν, από τον κ. Γιωτόπουλο. Κύριοι Δικασταί, δεν έχει ακόμα δοθεί απάντηση τί μεσολαβούσε, ποιος ήταν εκείνος ο οποίος απεφάσιζε ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει.

Στις 28/6/1988 ο Ουίλλιαμ Έντουαρντ Νορντίν εδέχθη την επίθεση από τους κατηγορουμένους Χριστόδουλο Ξηρό, Σάββα Ξηρό, Δημήτριο Κουφοντίνα, Βασίλειο Τζωρτζάτο και Πάτροκλο Τσελέντη. Ο πρώτος, ο Χριστόδουλος Ξηρός, έχει δράσει ως αυτουργός, δηλαδή είναι ο άνθρωπος ο οποίος πάτησε το μπουτόν και προκάλεσε την έκρηξη της βόμβας η οποία ήταν μέσα σε αυτοκίνητο το οποίο μετά την έκρηξη έπληξε το θύμα και του προκάλεσε το θάνατο.

Οι λοιποί κατηγορούμενοι, ο Σάββας Ξηρός, ο Κουφοντίνας, ο Τζωρτζάτος και ο Τσελέντης, συμμετείχαν σ’ αυτή την πράξη, δηλαδή ετοίμασαν τη βόμβα, μετάφεραν το αυτοκίνητο και ειδικότερα ο Βασίλειος Τζωρτζάτος, ως επαγγελματίας ηλεκτρολόγος, έκανε τις συνδέσεις με τη βόμβα με τα καλώδια, όλη τη σύνδεση με την οποία επετεύχθη η από απόσταση πυροδότηση της βόμβας με την οποία έγινε έκρηξη και επέφερε τον θάνατο του θύματος.

Για τη δράση των κατηγορουμένων αυτών, πέρα από την απολογία του Σάββα Ξηρού και των λοιπών, υπάρχουν οι καταθέσεις του Παπαπάνου και του Δημητρίου Καισάριου. Ο δεύτερο μάλιστα, βεβαιώνει την παρουσία της μοτοσικλέτας του Χριστόδουλου Ξηρού και μάλιστα τον περιγράφει όπως ήταν τότε, παχύς, βαρύς, με μαύρα μαλλιά, όχι μακριά αλλά πολλά, ατημέλητα, άσπρη φάτσα, ασπρουλιάρικη, «είχε μια φάτσα μωρού›. «Τότε› λέει, «για να τους αναγνωρίσω μου έδειξαν χίλιες φωτογραφίες μια μέρα ολόκληρη και δεν υπήρχε ο Ξηρός μέσα›.

Και μόνο όταν βγήκε στη φόρα η υπόθεση αυτή το καλοκαίρι, τότε τον είδε τον κ. Χριστόδουλο Ξηρό και αναγνώρισε ότι εκείνος ήταν ο δράστης και αυτού του κακουργήματος. Επίσης βεβαίωσε με πιθανότητες και την παρουσία του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου στον τόπο της εγκληματικής ενέργειας.

Κατά ταύτα, σε αυτή την εγκληματική ενέργεια η οποία έχει τη μορφή της ανθρωποκτονίας με πρόθεση όσον αφορά τον Χριστόδουλο Ξηρό και της συμμετοχής ως απλών συνεργών των λοιπών Σάββα Ξηρού, Κουφοντίνα, Τζωρτζάτου και Τσελέντη, και επίσης αυτή η πράξη πληρεί και την αντικειμενική υπόσταση του άρθρου 270, περίπτωση β’ καθ’ όσον από την έκρηξη αυτή υπήρξε κίνδυνος ανθρώπων, μάλιστα δε εξ αυτών ετραυματίσθη και ο καθηγητής του Εμπορικού Δικαίου ο οποίος έτυχε να διέρχεται εκεί. Γι αυτές τις πράξεις οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι.

Ο συνάδελφος, ο αείμνηστος Εισαγγελέας Κώστας Ανδρουλιδάκης ήταν πολλαπλώς άτυχος. ¶τυχος επειδή του χρεώθηκε μια δικογραφία η οποία κατά την αυθαίρετη κρίση των κατηγορουμένων δεν έτυχε του προσήκοντος ισχυρισμού και της προσηκούσης επεξεργασίας. Οι κατηγορούμενοι, σα να ήταν Εφετείο ή ¶ρειος Πάγος, συνήλθαν εκεί στις γιάφκες, ερήμην πάντων δίκασαν και καταδίκασαν εις θάνατον τον Εισαγγελέα Ανδρουλιδάκη, επειδή είχε κάνει μια πρόταση που δεν τους άρεσε. Σπουδαίοι άνθρωποι! Μεσαίωνας! Όποιος έχει αντίθετη γνώμη τον σκοτώνουμε! Γιατί; Για να πάψει να έχει αυτή τη γνώμη.

Αυτοί είναι οι κατηγορούμενοι κ.κ Δικασταί και υπήρξαν και άνθρωποι οι οποίοι προσπαθούν, δεν ξέρω γιατί, να πουν γιατί τα κάνουν αυτά, να δικαιολογήσουν τα εγκλήματα και άλλα τινά τα οποία θα σας πω παρακάτω. Αυτός λοιπόν ο δύστυχος ο Ανδρουλιδάκης, έτυχε να χρεωθεί μια υπόθεση.

Ελήφθη η απόφασις και την ημέρα εκείνη στις 10/1/1989 οι μεγάλοι επαναστάτες –δεν τους ειρωνεύομαι κ. Πρόεδρε, καθόλου, μόνο τους λυπάμαι-, ο κ. Κουφοντίνας, ο κ. Τζωρτζάτος και ο δυστυχώς Κων/νος Τέλιος –αυτόν τον λυπάμαι, ειλικρινά τον λυπάμαι, όχι μόνο για την εμπλοκή του αλλά και διότι έδειξε ότι τον άνθρωπο τον έχει μέσα του και είναι η απορία μου, γιατί έμπλεξε με αυτούς.

Αυτοί κ.κ Δικασταί απεφάσισαν ως τιμωροί να σκοτώσουν τον Εισαγγελέα. Πήγαν λοιπόν το πρωί στη οδό Γιαννοπούλου 2, έξω από την οικία του, είχε εισέλθει στο αυτοκίνητό του, άνοιξε την πόρτα ο κ. Κουφοντίνας, την κράτησε ανοιχτή και ο κ. Τζωρτζάτος, παλικάρι, ήρωας, με το 45άρι, άρχισε να του ρίχνει στα πόδια.

Ο κ. Κουφοντίνας έσκυψε, βεβαιώθηκε ότι είχε σακατευθεί ο Εισαγγελέας και ακολούθως αναχώρησαν από τον τόπο του εγκλήματος. Ο Κων/νος Τέλιος ήταν πιο πέρα και είπε απολογούμενος: «Βεβαιώνω μόνο τη φυσική μου παρουσία και όχι την ψυχική μου› δηλαδή δέχεται μόνο την corpore συμμετοχή, όχι και την animo. Τον τιμά αυτό.

Κύριοι Δικασταί, το Δικαστήριο κρίνει πάντοτε τους ανθρώπους και με αυτά που κάνουν και με αυτά είναι. Αυτό πρέπει να εκτιμηθεί, ότι τοποθετηθεί τον εαυτό του corpore και όχι animo σε αυτό το ανουσιούργημα. Ο κ. Κουφοντίνας λοιπόν έχει τον ρόλο του άμεσου συνεργού και ο κ. Τζωρτζάτος του άμεσου αυτουργού.

Η ατυχία του Εισαγγελέα ήταν ότι μετά ταύτα έτυχε κακής ιατρικής μεταχειρίσεως, κακών ιατροφαρμακευτικών υπηρεσιών. Ο θάνατος μπορούσε να αποφευχθεί. Τον θάνατο αυτόν τον αποδέχονταν οι κατηγορούμενοι. Δεν λέω ότι είχαν άμεσο δόλο, είχαν ενδεχόμενο δόλο, διότι όταν πλήττεις καίρια και σημαντικά μέλη του ανθρωπίνου σώματος από τα οποία γνωρίζεις ότι μπορεί να επέλθει ο θάνατος, το προβλέψεις και το αποδέχεσαι, τότε τελείς ανθρωποκτονία εκ προθέσεως με ενδεχόμενο δόλο.

Στις άλλες περιπτώσεις –και αναφέρομαι ειδικά στην περίπτωση του Εισαγγελέα Παναγιώτη Ταρασουλέα-, το ότι δεν επήλθε ο θάνατος ο οποίος μπορούσε κατά τη συνήθη των πραγμάτων πορεία να επέλθει- οφείλεται, όχι στους κατηγορούμενους, αυτοί έκαναν ό,τι έκαναν, αλλά στο ότι μεσολαβούν άλλοι, εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι αποτρέπουν το αποτέλεσμα αυτό το οποίο έχουν στο μυαλό τους οι άνθρωποι αυτοί, οι κατηγορούμενοι.

Για τον κ. Λευτέρη Παπαδημητρίου κύριοι Δικασταί, θα σας πω ότι είναι μια ειδική περίπτωση δόλου και θα σας πω παρακάτω γιατί. Εδώ λοιπόν, στην περίπτωση του Ανδρουλιδάκη, του αειμνήστου Εισαγγελέως, συναδέλφου μου, οι γιατροί δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο το οποίο προεβλέφθη από τους κατηγορουμένους και το απεδέχθησαν. Έτσι λοιπόν, εκεί στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ο αείμνηστος εξέπνευσε.

Εδώ είναι και το τραγικό κ.κ. Δικασταί: Ο Εισαγγελέας στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ εξέπνευσε, ο τρομοκράτης Σάββας Ξηρός ανασταίνεται. Κύριοι Δικασταί, τον Σάββα Ξηρό τον ανέστησε η πολιτεία εναντίον της οποίας έβαλε και βάλλει. Τον Εισαγγελέα, ο οποίος είχε λιγότερα τραύματα, δεν μπόρεσε να αποτρέψει το μοιραίο, είναι τα παράξενα, τα τραγικά της μοίρας και της ιστορίας.

Αποτολμήθηκε από μια πλευρά το επιχείρημα ότι για τον θάνατο του αειμνήστου Εισαγγελέως δεν φταίει η 17Ν, φταίνε οι γιατροί. Σε ποιον τα λένε αυτά κ.κ. Δικασταί; Σε ποιον τα λένε; Ποιον περιμένουν να τους ακούσει και να τους πιστέψει; Απλά πράγματα. Η μία πλευρά των γιατρών έπραξε ό,τι έπραξε, η άλλη πλευρά των δολοφόνων, έπραξε ότι έπραξε. Και θέλουν να τα συνδέσουν. «Φταίνε οι γιατροί κι εμείς είμαστε αθώοι για τον θάνατο›, έτσι λένε.

Δε θα ασχοληθώ περισσότερο, θα υποτιμήσω τη νοημοσύνη όχι μόνο του Δικαστηρίου αλλά και κάθε σκεπτομένου ανθρώπου. Και σε αυτή τη δολοφονία ο ίδιος ηθικός αυτουργός υπάρχει, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος,ο άνθρωπος του κακού, ποτέ του καλού.

Αλλά, κ.κ. Δικασταί, μετά από 8 μέρες δεν έφτανε το αίμα του άτυχου Ανδρουλιδάκη, που έπρεπε να σκοτώσει η 17Ν και άλλον Εισαγγελέα και άλλον λειτουργό της δικαιοσύνης. Αναφέρομαι εις τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ταρασουλέα. Στις 18 του Γενάρη 1989 στο Πολύδροσο Χαλανδρίου στις 8 η ώρα το βράδυ έξω από το σπίτι του στην οδό Ανθέων 25, πάλι οι κύριοι Σάββας Ξηρός, Δημήτριος Κουφοντίνας, υπάρχει και άλλος για να μην πω και άλλοι. Ο τρόπος της εγκληματικής δράσης των εγκληματιών της 17Ν αυτό λέει. Ότι οι εγκληματίες αυτοί πήγαιναν πάντοτε στα σίγουρα. Ύπουλα, απροειδοποίητα και χτυπούσαν πισώπλατα αθώα θύματα.

Εκείνη λοιπόν την ώρα ο Εισαγγελέας με την σύζυγό του εξήλθαν της οικίας τους και κατευθύνθηκαν προς το αυτοκίνητο για να κάνουν μια επίσκεψη εθιμοτυπική σε κάποιον εορτάζοντα, νομίζω ότι είναι του Αγίου Αθανασίου στις 18 του Γενάρη. Την ώρα λοιπόν που ο Εισαγγελέας έσκυβε στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου, πλησίασε ο Σάββας Ξηρός με το πιστόλι και άρχισε να του ρίχνει στα πόδια.

Κατέθεσε ο Εισαγγελέας: «όταν γύρισε τον είδα, κρατούσε ακόμα το πιστόλι πολύ κοντά. Του είπα, γιατί το κάνεις αυτό;› Έτσι, του είπε. «γιατί το κάνεις αυτό›; Νόμιζε ότι απευθύνεται σε άνθρωπο με αισθήματα ανθρώπινα. Γιατί; Και εξηγεί εις την κατάθεσή του ο κ. Παναγιώτης Ταρασουλέας, «όταν πυροβολείς έναν άνθρωπο και οι σφαίρες όχι χαμηλά στα πόδια και ψηλά και είναι σκυμμένος και τον πυροβολείς κατ’ επανάληψη, αποδέχεσαι τον θάνατό του. Δεν το κάνεις μόνο για να τον τραυματίσεις στο πόδι. Αποδέχεσαι εκ του γεγονότος, ότι πρώτον τον εγκαταλείπεις και μπορεί να αιμορραγήσει και να πεθάνει. Επίσης όταν πυροβολείς κάποιον 3, 4 φορές και αυτός είναι σκυμμένος κάτω και τον πυροβολείς ψηλά, στο αρτηριακό, διότι είναι κατεστραμμένες οι αρτηρίες όλες επάνω ψηλά, αποδέχεσαι τον θάνατο.›

Βεβαίωσε και το Τμήμα και η σύζυγός του η κα Ελπίδα Ταρασουλέα, ως δράση τον κατηγορούμενο Σάββα Ξηρό. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας σαν απλός συνεργός, ήταν τοιχίο του φυσικού αυτουργού του Σάββα Ξηρού και επόπτευε, του συμπαρίστατο, να τον βοηθήσει εάν τυχόν συνέβαινε κάτι και δεν πάει καλά το σχέδιο της δολοφονίας.

Σχετικά τώρα στο έγκλημα αυτό με άλλον κατηγορούμενο. Η κυρία Δήμητρα Τσαγκρώνη η μάρτυρας που εξετάστηκε εδώ πέρα, νέο άτομο, με καλή μνήμη, κατέθεσε τα εξής για τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο: «ήταν περίπου ηλικίας 50 χρονών. Ύψος κανονικό γύρω στο 1:80 και μου έκανε εντύπωση γιατί κρατούσε μια εφημερίδα. Πότε έκανε ότι την διάβαζε, πότε έκανε ότι περίμενε το λεωφορείο, κοιτούσε δεξιά – αριστερά. Και όλα αυτά τα συμπτώματα εμένα μου προξένησαν την εντύπωση ότι, κάπου φοβήθηκα να πω ότι ήταν αλήθεια, ήταν η μυρουδιά του αίματος που από μακριά ερχότανε, εννοώ σε χρόνο μακριά.› Το είπε και στην μητέρα της. Δεν ξαναεμφανίστηκε. «Αυτό γινόταν σας λέω περίπου ένα μήνα όσο πήγαινα εγώ σχολείο. Δεν ξέρω Σαββατοκύριακα. Γυρνούσα γύρω στις 8 παρά είκοσι ήμουν στην στάση βραδινή ώρα. Μετά από 14 χρόνια νομίζω ότι είναι λίγο δύσκολο βέβαια, αλλά είπα στον Ανακριτή όταν με ξανακάλεσε ο κ. Ζερβομπεάκος, από τις φωτογραφίες, χωρίς να είμαι σίγουρη εκατό τα εκατό, γύρω στο 70% αναγνωρίζω τον κ. Γιωτόπουλο.› Έδειξε τον κύριο της γωνίας, εδώ τον έδειξε. « Ο λόγος που το ταυτίζω είναι το πρόσωπό του, λίγο τα χρώματά του. Τον είδα σε μια απόσταση 70 μέτρων. Δεν ήταν επαρκής ο φωτισμός. Ο φωτισμός δεν ήταν τόσο επαρκής ώστε να φαίνεται καθαρά το πρόσωπό του. Συγκράτησα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και τα χρώματα. Βεβαιότητα δεν έχω.›

Και βεβαίως δεν μπορούσε να έχει βεβαιότητα. Δεν ήταν καμιά στημένη μάρτυρας εκείνο το κοριτσάκι. Ήταν μια μάρτυρας αληθείας. Και όπως οι μάρτυρες αληθείας, κατά κανόνα, έχουν δισταγμούς. Μόνο οι στημένοι έχουν απόλυτη βεβαιότητα. Το ξέρουμε όλοι όσοι υπηρετούμε την δικαιοσύνη, αλλά και γενικότερα όσοι έχουμε μια εμπειρία κοινή.

Ο κ. Ταρασουλέας ήταν πιο τυχερός από τον Κώστα Ανδρουλιδάκη. Διότι τη στιγμή εκείνη ήταν κοντά το Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ. Ήταν άνθρωποι οι οποίοι αμέσως τηλεφώνησαν και εντός ολίγων λεπτών, μπήκε στο χειρουργείο, αντιμετωπίστηκε το πρόβλημα της υγείας, το οποίο τον οδηγούσε κατευθείαν στον θάνατο. Και ακριβώς επειδή αντιμετωπίστηκε κατά τρόπο άψογο ιατρικά, απεφεύχθη ο θάνατος, τον οποίον απεδέχοντο οι κατηγορούμενοι.

Και εδώ κύριοι Δικασταί, έχουμε απόπειρα ανθρωποκτονίας, με αυτουργό τον Σάββα Ξηρό και απλούν συνεργό τον Δημήτριο Κουφοντίνα. Στις 26/9/1989. Υπηρετούσα στο Εφετείο Αιγαίου σαν Αντεισαγγελέας Εφετών και την ημέρα εκείνη, είχα μεταβεί εις την Λέσβον για την σύνθεση του Μεταβατικού Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων από την Σύρο. Το πρωί εκείνο ενθυμούμαι πόσον συγκλονίστηκε η κοινή γνώμη, αλλά και εγώ από το άγγελμα του θανάτου του Παύλου Μπακογιάννη.

Κύριοι Δικασταί, γι’ αυτόν τον άνδρα, γι’ αυτόν τον πολιτικό, θα κάνω μια ειδική μνεία, διότι η δολοφονία του μπορεί να δώσει εξήγηση για πολλά από όσα έχει κάνει αυτή η εγκληματική οργάνωση η 17Ν.

Το 1974 με την επιστροφή του χωρίς ταυτότητα κατηγορουμένου Γιωτόπουλου, μαζί με άλλους αγωνιστές της Αντίστασης κατά της δικτατορίας των συνταγματαρχών, επέστρεφε από το εξωτερικό και ο Παύλος Μπακογιάννης. Θέλω επαναλαμβάνω να αναφερθώ ιδιαίτερα σ’ αυτό τον άνδρα. Πρώτο για την ανεκτίμητη προσφορά του στον αντιδικτατορικό αγώνα. Όλοι μας θυμόμαστε εκείνη την αισιόδοξη φωνή του από τον σταθμό της Deutsche Welle να προσπαθεί να στηρίξει τις ελπίδες μας για την απομάκρυνση του δικτατορικού καθεστώτος. Αγώνα που του είχε στοιχίσει την αφαίρεση της ελληνικής ιθαγενείας.

Ο Παύλος Μπακογιάννης τότε, αρνήθηκε να λάβει την γερμανική ιθαγένεια όπου του προσφέρθηκε και προτίμησε να έχει ένα προσωρινό διαβατήριο για να μπορεί να κινείται ελεύθερα. Ήθελε πάντοτε να είναι Έλληνας. Ήταν υπερήφανος, όπως και όλοι μας, πρέπει να είμαστε περήφανοι που είμαστε Έλληνες. Και κύριοι Δικασταί μη σταματάτε στους κατηγορουμένους. Επαναλαμβάνω πρέπει να είμαστε υπερήφανοι.

Ο Παύλος Μπακογιάννης είχε ζήσει την αθλιότητα του Εμφυλίου Πολέμου και τις τόσες καταστροφές που έκανε στον τόπο μας. Είχε σπουδάσει εργαζόμενος, παιδί ενός φτωχού παπά από την Ρούμελη από την Ευρυτανία. Είχε ζήσει τις μετεμφυλιακές δυσκολίες του λαού. Τις αντιθέσεις, τα μίση και τα πάθη που είχε γεννήσει ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Ελλάδα.

Γι’ αυτό πάλεψε για την εθνική συμφιλίωση όσον ολίγοι σε αυτό το τόπο. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, αυτή την εθνική συμφιλίωση έθεσε ως πολιτική του προτεραιότητα. Ο Παύλος είχε το σπάνιο χάρισμα μαζί με τους υψηλούς στόχους να μπορεί να παράγει πολιτική.

Είχε την απαραίτητη φαντασία, την τόλμη, αλλά και το χάρισμα μιας σωστής, προσεκτικής, συναινετικής διαχείρισης των εξελίξεων και των διαπραγματεύσεων. Επεδίωκε – το επαναλαμβάνω – την εθνική συμφιλίωση και όχι νέο διχασμό οποιασδήποτε μορφής ή χρώματος.

Είχε δουλέψει, είχε πετύχει να σχηματιστεί στην Ελλάδα, κυβέρνηση στην οποία για πρώτη φορά μετά τον Εμφύλιο συμμετείχε η Αριστερά. Αυτό φαίνεται δεν μπόρεσαν να το αντέξουν οι εχθροί της πατρίδας μας. Οι εχθροί της δημοκρατίας. Οι εχθροί του λαού. Αυτοί οι οποίοι δηλώνουν υποκριτικά, οπαδοί της αριστερής ιδεολογίας. Και επίσης, ο Μπακογιάννης έψαχνε και ίσως ήταν κοντά τότε στην αποκάλυψη της 17Ν.

Έτσι εκείνη την αποφράδα ημέρα στις 26 Σεπτεμβρίου του 1989 το πρωί, η 17Ν υλοποίησε το σχέδιο της δολοφονίας του. Ο άνθρωπος που αποφάσισε την δολοφονία του, όπως προκύπτει από όλα τα στοιχεία της δικογραφίας ήταν ο κατηγορούμενος Γιωτόπουλος.

Δεν γνωρίζομε αν και άλλοι επηρέασαν ή υπαγόρευσαν την απόφασή του αυτή. Δεν γνωρίζομε πού πάρθηκε αυτή η τραγική απόφαση. Έτσι ο κατηγορούμενος Γιωτόπουλος μαζί με τους συγκατηγορουμένους του Δημήτριο Κουφοντίνα, Σάββα Ξηρό, Ηρακλή Κωστάρη και Βασίλειο Τζωρτζάτο, μετά από προετοιμασία μηνών και παρακολούθηση των κινήσεων του Μπακογιάννη, στις 26 Σεπτεμβρίου 1989 το πρωί, πραγμάτωσαν το στυγερό έγκλημα.

Το πρωί εκείνο οι, Δημήτριος Κουφοντίνας και Ηρακλής Κωστάρης, πήραν θέση στην οδό Ομήρου κοντά στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου βρισκόταν το γραφείο του Μπακογιάννη. Ο τρίτος συμμέτοχος Σάββας Ξηρός ήταν απέναντι και είχε οπτική επαφή μαζί τους για να τους ειδοποιήσει για την προσέλευση του Μπακογιάννη στο γραφείο του. Μόλις το θύμα βάδισε για να μπει στην πολυκατοικία, όπου το γραφείο του, ο Σάββας Ξηρός έδωσε το σήμα στους δυο δολοφόνους, τους δυο φυσικούς αυτουργούς, Δημήτριο Κουφοντίνα και Ηρακλή Κωστάρη, οι οποίοι τον πλησίασαν στο διάδρομο έξω από το ασανσέρ και με πέντε πυροβολισμούς στο σώμα, επέφεραν τον θάνατό του. Ακολούθως όλοι μαζί επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητο που τους ανέμενε με οδηγό τον συμμέτοχο Βασίλειο Τζωρτζάτο και απομακρύνθηκαν δια της περιφερειακής οδού του Λυκαβηττού.

Κύριοι Δικασταί, στην αίθουσα αυτή ακούστηκε ότι, και η τρομοκρατική οργάνωση ΡΑΦ της Δυτικής Γερμανίας τα προηγούμενα χρόνια είχε δολοφονήσει πολιτικό, ο οποίος εργαζόταν για την προσέγγιση Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας.

Τούτο νομίζω ότι στην δολοφονία Μπακογιάννη πρέπει να σταθμιστεί ιδιαίτερα, να δώσει εξήγηση για το ποιοι επιθυμούσαν τον θάνατό του. Για να δώσει εξήγηση γιατί αυτή η οργάνωση η 17Ν έπραξε όπως έπραξε επί 27 χρόνια σ’ αυτό το τόπο, στην πατρίδα μας.

Στις 20/11/1990 σειρά είχε ο επιχειρηματικός κόσμος της Ελλάδας να δεχτεί επίθεση: Ο επιχειρηματίας Βαρδής Βαρδινογιάννης. Αυτόν τον επιχειρηματία που -όπως όλοι οι επιχειρηματίες- παράγει πλούτο από τον οποίο όλοι ωφελούμαστε. Λέω τα αυτονόητα κύριοι Δικαστές, αλλά τα λέω για να ακουστούν διότι πολλές σαχλαμάρες ακούγονται και πολλές ανοησίες εναντίον των ανθρώπων που παράγουν.

Μάλιστα μερικοί νομίζουν ότι μπορεί να υπάρχουν επιχειρήσεις χωρίς επιχειρηματίες, σάματις δεν είδαν σε άλλες χώρες όπου δεν υπήρχαν επιχειρηματίες τι έγινε. Δεν θέλω να πω τίποτε, για άλλες χώρες, αυτοκρατορίες, με άλλα συστήματα μετά την κατάρρευση δεν έχουν να φάνε. Μερικοί εδώ νομίζουν ότι μπορούν να υπάρχουν επιχειρήσεις αλλά όχι επιχειρηματίες. Οι επιχειρηματίες είναι οι εχθροί του λαού. Τόσο μυαλό έχουν!

Αυτός λοιπόν ο επιχειρηματίας ήταν στο στόχαστρο της 17Ν επί πολλά έτη. Τον κυνηγούσαν να τον βρουν για να τον σκοτώσουν. Μου κάνει εντύπωση δεν είχαν τίποτα άλλο να κάνουν; Ο Βαρδινογιάννης τους έφταιγε; Ήθελαν –λέει- να σκοτώσουν το Βαρδινογιάννη.

Στις 20/11/1990 στις 09:20 το πρωί επιτέλους οι κατηγορούμενοι νόμιζαν ότι βρήκαν την ευκαιρία έχοντας παρακολουθήσει τις κινήσεις του υποψηφίου θύματος είχαν διαπιστώσει το δρομολόγιό του από την οικία του στην οδό Ρόδου στη Νέα Ερυθραία για το γραφείο της εταιρείας την οποία διηύθυνε στην πλατεία Συντάγματος. Είχαν διαπιστώσει ότι ο Βαρδής Βαρδινογιάννης συνοδευόταν και από άλλο αυτοκίνητο, δεύτερο, με ιδιωτικούς φρουρούς πέραν των φρουρών που επέβαιναν στο δικό του αυτοκίνητο το οποίο ήταν ευτυχώς θωρακισμένο.

Έτσι γνωρίζοντας αυτό το δρομολόγιο του υποψηφίου θύματος του Βαρδή Βαρδινογιάννη οι κατηγορούμενοι Σάββας και Χριστόδουλος Ξηρός, από κοινού και από απόσταση ασφαλείας πυροδότησαν εκρηκτικό μηχανισμό, ενεργοποίησαν την εκρηκτική ύλη με την οποία είχαν παγιδέψει κλεμμένο αυτοκίνητο που είχαν τοποθετήσει στη συμβολή των οδών Παπανδρέου και Βάρναλη στη Νέα Ερυθραία.

Ταυτόχρονα με την ενεργοποίηση της εκρηκτικής ύλης ενεργοποίησαν και τρία αντιαρματικά βλήματα των 2,36 ιντσών τα οποία επίσης ήταν στο παγιδευμένο αυτοκίνητο με σκοπό να πλήξουν το αυτοκίνητο του Βαρδινογιάννη. Όμως οι δύο αυτοί κατηγορούμενοι προκάλεσαν έκρηξη του πυροδοτικού μηχανισμού και των τριών αντιαρματικών βλημάτων από τα οποία αντιαρματικά βλήματα το ένα προσέκρουσε στο πίσω δεξιό φανάρι του αυτοκινήτου του παθόντος και δεν εξερράγη λόγω μη αποδέσμευσης της περόνης ασφαλείας, το δεύτερο αντιαρματικό βλήμα προσέκρουσε στο πίσω δεξιό μέρος του οχήματος μαζί με το μεταλλικό σωλήνα εκτόξευσης (έφυγε μαζί) δεν είχαν κάνει καλή σύνδεση εκεί φαίνεται ότι ο κ. Τζωρτζάτος κάπου βιάστηκε στις συνδέσεις με τους λοιπούς κατηγορούμενους κι έτσι έφυγε μαζί με την εκτόξευση και ο σωλήνας που ήταν μέσα η ρουκέτα και παρέμεινε στο οδόστρωμα χωρίς να εκραγεί η δεύτερη ρουκέτα.

Το τρίτο βλήμα εκτοξεύτηκε σε απόσταση 50 μ. περίπου δεν έφτασε το αυτοκίνητο και προσέκρουσε στο στηθαίο της βερέντας της απέναντι οικίας. Από την έκρηξη υπέστησαν σημαντικές υλικές ζημιές τα αυτοκίνητα του Βαρδή Βαρδινογιάννη καθώς και άλλα σταθμευμένα οχήματα. Ο Βαρδής Βαρδινογιάννης απέφυγε το μοιραίο διότι το αυτοκίνητό του ήταν θωρακισμένο κι έτσι το ωστικό κύμα από την έκρηξη δεν μπόρεσε να πλήξει καίρια το αυτοκίνητό του. Επίσης το συνοδευτικό αυτοκίνητο του Βαρδινογιάννη με τους αστυνομικούς πάλι κι εκείνο δεν επλήγη.

Με αυτά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία βεβαιώνονται από όλα τα στοιχεία και της δικογραφίας αλλά και από τους εξετασθέντες μάρτυρες θ’ αναφερθώ στον Ιωάννη Κανάρη ο οποίος εξετάστηκε εδώ στο ακροατήριο όλοι θυμάστε αυτός τον άνθρωπο μεσήλικας περίπου ο οποίος κατέθεσε ότι: «Εγώ εργαζόμουν τότε στο Δήμο Νέας Ερυθραίας, ήμουν προϊστάμενος των κήπων, στο σημείο ειδικά που ήταν παρκαρισμένο το αυτοκίνητο ένα MITSUBISHI όπως περνούσα εκείνη την ώρα κλειδωνόταν από κάποιον κύριο το αυτοκίνητο κι έφευγε, απομακρυνόταν. Ήμασταν πολύ κοντά γύρω στα 2 μ. μια απόσταση και μίλησα μάλιστα. Φυσικά είδα το πρόσωπό του αφού ήμουν 2 μ. κοντά του. Το πρόσωπο εγώ το αναγνώρισα, όταν είδα τις φωτογραφίες που δείξατε στην τηλεόραση. Ήταν περίπου στο δικό μου ανάστημα, η εικόνα του μένει χαραγμένη στη μνήμη μου, δεν συμβαίνει κάθε μέρα αυτό. Όταν είδα τη φωτογραφία στην τηλεόραση αναγνώρισα τον Σάββα Ξηρό. ¶κουσα που είπαν ότι όσοι γνωρίζουν το πρόσωπο να δώσουν πληροφορίες και ειδοποίησα κι εγώ την Αστυνομία της Κηφισιάς και πήγα στον ανακριτή και κατέθεσα›.

Θέλω να ξεχάσω αυτό που έγινε κατά την αναγνώριση, αναφέρομαι στη συμπεριφορά του κατηγορούμενου Σάββα Ξηρού πως συμπεριφέρθηκε στο μάρτυρα Ιωάννη Κανάρη. Όλοι θυμάστε ότι ο άνθρωπος αυτός υπέστη τέτοιο τρακάρισμα ψυχολογικό από αυτή τη συνάντηση με τον Σάββα Ξηρό που χρειάστηκε να πάρει φάρμακα για να συνέλθει! Περαιτέρω θυμάστε ότι επειδή αυτό έγινε κατά το χρόνο που προσήλθε στο Δικαστήριο να καταθέσει η άλλη μάρτυρας που ήταν παρούσα, μόλις είδε αυτό το περιστατικό λιποθύμησε από τον τρόμο της. Λιποθύμησε κύριοι Δικαστές και χρειάστηκε να έρθει αυτοκίνητο να την πάρει, να την πάει στο νοσοκομείο και έτσι δεν κατέθεσε σαν μάρτυρας στη δίκη αυτή.

Το ανέφερα αυτό, για να πω στο Δικαστήριο για την τρομοκρατία, πόσο η τρομοκρατία έχει επηρεάσει τους ανθρώπους και πόσο οι άνθρωποι οι οποίοι με την τρομοκρατία ζούσαν τόσα χρόνια είχαν αποκτήσει αυτή τη νοοτροπία του τρομοκράτη. Έτσι στην περίπτωση αυτή της επίθεσης εναντίον του επιχειρηματία Βαρδή Βαρδινογιάννη, η πράξη των κατηγορούμενων πληροί την αντικειμενική υπόθεση των κακουργημάτων της έκρηξης των παραγράφων α και β του άρθρου 270 του Ποινικού Κώδικα, δηλαδή της έκρηξης σε βαθμό κακουργήματος που είναι έγκλημα διακινδύνευσης και όχι οι περιπτώσεις γ και δ που είναι έγκλημα εκ του αποτελέσματος.

Η έκρηξη αυτή έχει τελεστεί στις 20/11/90 είναι εντός της 15ετίας, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι για την πράξη της έκρηξης περίπτωση α και β και βεβαίως ένοχοι απόπειρας ανθρωποκτονίας των επιβαινόταν εις τα δύο οχήματα, δηλαδή του Βαρδή Βαρδινογιάννη και των λοιπών που συνόδευαν νομίζω κι εγώ πολίτη, ενός πεζού. Έναντι του πεζού δεν υπάρχει άμεσος δόλος αλλά ενδεχόμενος, δηλαδή σκόπευαν άμεσα να σκοτώσουν τον επιβαίνοντα στο όχημα που είναι ο Βαρδινογιάννης και οι εντός δύο φρουροί, αλλά προς το δεύτερο αυτοκίνητο και τον τρίτο που βρέθηκε εκεί ο κ. Μακροδημήτρης έναντι αυτών υπάρχει η απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο.

Κύριοι Δικαστές ήθελα να πω γι’ αυτό το δύστυχο Αμερικανό υπήκοο τον Ρόναλντ Στιούαρτ τον λοχία της πρώην αμερικανικής βάσης στο Ελληνικό, ο οποίος κατοικούσε στην οδό Ταϋγέτου 4 στη Γλυφάδα από το 1986. Αυτός ο δυστυχής είχε δυο ατυχίες: η πρώτη ατυχία του ήταν ότι ήταν μαύρος και ο προπάππος του είχε μεταφερθεί από την Αφρική στις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από 150 χρόνια και έτσι είχε γεννηθεί ο Ρόναλντ Στιούαρτ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δεύτερη ατυχία του είναι ότι έτυχε να υπηρετήσει στην Ελλάδα την εποχή που δρούσε η εγκληματική Οργάνωση 17Ν.

Η Οργάνωση αυτή και δεν το λέω αυτό ειρωνικά, μην νομίσετε ότι ειρωνεύομαι δεν σηκώνει ειρωνεία στο θάνατο, δεν πάει η ειρωνεία με το αίμα, τονίζω απλά αυτό το πράγμα για να μείνει και για να αντιληφθούν οι κατηγορούμενοι τι επιτέλους έκαναν. Διότι φοβούμαι κύριοι Δικαστές ότι αυτούς τους 6 – 7 μήνες δεν πολυκατάλαβαν τι έκαναν, ή τουλάχιστον δεν δείχνουν οι περισσότεροι από αυτούς να κατάλαβαν.

Η Οργάνωση αυτή κάθισε και σκέφτηκε βαθιά και βρήκε ότι για όλα τα στραβά της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής φταίει ο έγχρωμος αυτός Αμερικάνος λοχίας και γι’ αυτό έπρεπε να πεθάνει. Είναι λοχίας, είναι μαύρος, είναι Αμερικάνος, πρέπει να πεθάνει. Όταν προχθές κ. Πρόεδρε ανέτρεξα στην Ιερά Εξέταση άκουσα μερικοί να λένε «Υπερβολικός ο Εισαγγελέας›. Γιατί είμαι υπερβολικός κ. Πρόεδρε; Τα ίδια δεν έκανε η Ιερά Εξέταση; Να σας πω και κάτι ακόμη; Πολλές φορές η Ιερά Εξέταση άκουγε αυτόν που επρόκειτο να τον σκοτώσει. Ο Γαλιλαίος ήταν αυτός που είπε «Και όμως κινείται›; Τον είχαν ακούσει. Ετούτοι εδώ, οι φονιάδες, ούτε δια τους τύπους δεν άκουσαν ποτέ ένα θύμα τους να δώσει εξηγήσεις προτού το σκοτώσουν.

Να πω κάτι κ. Πρόεδρε; Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες όταν είχαν απαγάγει τον ¶λντο Μόρο και τον είχαν αιχμαλωτίσει τον είχαν δικάσει. Έστω, αυτή τη δίκη, την όποια δίκη. Ετούτοι εδώ; Έκατσαν και σκέφτηκαν ότι αυτός ο άτυχος ο έγχρωμος Αμερικάνος λοχίας πρέπει να πεθάνει. Την απόφαση αυτή την πήρε ο μεγάλος επαναστάτης, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Κρύβεται πίσω από τη σκιά του κύριοι Δικαστές, όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε ο Πάτροκλος Τσελέντης. Κρύβεται πίσω από τη σκιά του!

Υλοποίησαν αυτή την απόπειρα για θανάτωση του Ρόναλντ Στιούαρτ ο Σάββας Ξηρός ως αυτουργός με την τοποθέτηση στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου έμενε ενός αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού τον οποίο και πυροδότησε περί ώρα 10:10 μ.μ. στις 12/3/91 με απλούς συνεργούς τον Δημήτρη Κουφοντίνα, τον Ηρακλή Κωστάρη και τον Χριστόδουλο Ξηρό οι οποίοι παρευρίσκονταν κατά το χρόνο τέλεσης της εγκληματικής αυτής πράξης τους στον τόπο του εγκλήματος, για να βοηθήσουν τον αυτουργό σε οτιδήποτε απρόοπτο θα χρειαζόταν σχετικά με την τέλεση αυτού του εγκλήματος.

Κύριοι Δικαστές, θα σας πω ότι 35 χρόνια είμαι στην Έδρα, ίσως φταίει ο χαρακτήρας μου, αλλά τούτο εδώ δεν το αντέχω. Ήταν αυτός ο νεαρός ο Τούρκος διπλωμάτης ηλικίας 28 ετών ο Cetin Gorgu. Αυτός ήταν βοηθός ακόλουθου του Τύπου της τουρκικής Πρεσβείας στην Αθήνα και αυτός διαγράφτηκε από την Οργάνωση 17Ν. Πάλι ο μεγάλος επαναστάτης ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος αυτός πήρε την απόφαση: Πρέπει να σκοτώσουμε τον Cetin Gorgu. Θα σας εξηγήσω περαιτέρω το πώς και το γιατί και αυτός και ο άλλος διπλωμάτης ο Ομέρ Σιπαχίογλου έπεσαν θύματα της δολοφονίας μανίας των κατηγορούμενων.

Στις 7/10/91 και περί ώραν 09:00 πρωινή ο Cetin Gorgu κατέβηκε από το διαμέρισμά του και τη στιγμή που είχε εισέλθει στο επιχειρησιακό του αυτοκίνητο που ήταν σταθμευμένο στην οδό Ναϊάδων 2 στο Παγκράτι δέχτηκε την επίθεση από τους δύο μεγάλους επαναστάτες της 17Ν: τον κ. Δημήτρη Κουφοντίνα και τον κ. Σάββα Ξηρό.

Ο πρώτος, ο κ. Δημήτρης Κουφοντίνας πλησίασε και από απόσταση λίγων εκατοστών με μεγάλη γενναιότητα κατέφερε και πυροβόλησε 6 φορές σχεδόν εξ επαφής στο κεφάλι με το 45ντάρι πιστόλι και τον σκότωσε. Έξι φορές κύριοι Δικαστές, του διέλυσε το πρόσωπο και το κρανίο του και μετά πήγε και ήπιε τον καφέ του και συνέχισε τις εργασίες του. Δεν θέλω να πω τίποτα άλλο, δεν θέλω να πω διότι σέβομαι και σταματώ εδώ πέρα κύριοι Δικαστές.

Κατά τη στιγμή της δολοφονίας κοντά του οπλισμένος ήταν ο κατηγορούμενος Σάββας Ξηρός για να τον βοηθήσει σε οτιδήποτε απρόοπτο θα προέκυψε. Έτσι την πράξη αυτή της τετελεσμένης με δόλο ανθρωποκτονίας αυτουργός είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας και απλός συνεργός ο Σάββας Ξηρός. Ποιος το λέει αυτό για τη δράση; Ο Σάββας Ξηρός το λέει κύριοι Δικαστές, δεν το λέω εγώ. Ο ίδιος στην απολογία του λέγει γι’ αυτή τη δολοφονία. Δεν το είπε κανένας άλλος, ο ίδιος έχει πει γι’ αυτή τη δολοφονία. Βέβαια τους είδαν ορισμένοι αλλά δεν τους γνώρισαν και απομακρύνθηκαν και υπήρχε και τρίτο πρόσωπο ενδεχομένως και τέταρτο, απλά η συμμετοχή του δεν διαπιστώθηκε.

Λέει ο Σάββας Ξηρός ότι υπήρχε λέει και τρίτο πρόσωπο. Δεν το μαρτυράει. Δεν το λέει αυτό. Ή δεν το θυμόταν, ή ποιος ξέρει γιατί το κράτησε αυτό και δεν το είπε. Αλλά περιορίστηκε να πει μόνο για την αυτουργία του κ. Κουφοντίνα και τη δική του την απλή συμμετοχή. Βέβαια και σε αυτή τη πράξη επαναλαμβάνω, ο ηθικός αυτουργός είναι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.

Κύριοι Δικασταί, δεν θα πω ότι αυτά τα λένε όλοι οι κατηγορούμενοι, διότι θα το πω και παρακάτω. Όμως σε αυτή την υπόθεση σε πρώτη φάση με εξαίρεση τον Γιωτόπουλο, τον Κουφοντίνα, τον Νίκο Παπαναστασίου και τον Κωστάρη, με εξαίρεση αυτούς τους τέσσερις, οι υπόλοιποι εμφανίστηκαν μεταμεληθέντες, πήγαν και τα είπαν όλα με το «ν› και με το «σ›, είτε στην προανάκριση, είτε στην κυρία ανάκριση, είτε και στις δυο δικαστικές Αρχές.

Το ότι δε μετά ταύτα, μετά την εμφάνιση του Κουφοντίνα στην φυλακή επεκράτησαν άλλες σκέψεις, και οι μεταμεληθέντες έκριναν –όχι όλοι, μερικοί –ότι η μεταμέλεια δεν τους πάει, δεν τους βγαίνει, είναι άλλο πράγμα. Αλλά σε πρώτη φάση –επαναλαμβάνω- όλοι ήταν μεταμεληθέντες.

Να σας πω και κάτι ακόμη; Εκ του λόγου τούτου, η προανάκριση δεν έψαξε περισσότερο για να βρει περαιτέρω. Εάν υπήρχε κάποια αντίδραση θα ερευνούσε περισσότερα. Αλλά όταν στο πιάτο δόθηκε η εγκληματική δράση, τα όργανα της προδικασίας έμειναν εκεί και αναφέρομαι κυρίως στην αστυνομική προανάκριση, δηλαδή αυτή η μεταμέλεια κατά κάποιο τρόπο, αδράνησε σε κάποιο σημείο την αστυνομική δράση. Επαναλαμβάνω βέβαια, με την εμφάνιση Κουφοντίνα, επέτυχε ο Κουφοντίνας να τους μαζέψει πάλι εκεί που είχαν σκορπίσει και τους ξαναέκανε ομάδα.

Λυπούμαι γι’ αυτούς, θα κριθούν και γι’ αυτό. Για όλα θα κριθούν.Διότι το Δικαστήριο κρίνει τα πάντα. Ακόμα και για τα χειροκροτήματα, για την αποδοκιμασία του Προέδρου όταν διέταζε την αποβολή του μάρτυρα Μπουκετσίδη ο οποίος ηρνείτο να εγκαταλείψει το ειδώλιο και εκείνοι χειροκροτούσαν. Και προχθές πάλι. Δικαίωμά τους. Απλά το Δικαστήριο κρίνει με βάση αυτό που έπραξαν και αυτό που είναι, όπως ορίζει ο Ποινικός Κώδικας.

Κύριοι Δικασταί, στις 12:50 νύχτα, το Νοέμβριο του ’91, εκτοξεύτηκε κατά του υπ’ αριθμ. ΕΑ10191 λεωφορείου της Διεύθυνσης Αστυνομικών Επιχειρήσεων, εντός του οποίου βρίσκονταν 15 αστυνομικοί σε διατεταγμένη υπηρεσία και το οποίο είχε σταθμεύσει σε ένα μικρό parking της οδού Χαριλάου Τρικούπη 37 εκτοξεύτηκε ένα αντιαρματικό βλήμα και το οποίον έπληξε το λεωφορείο, το διαπέρασε, και εξερράγη εκτός.

Ευθύς αμέσως μετά από λίγα λεπτά, υπολογίζοντας οι δράστες αυτής της βομβιστικής επίθεσης, ότι θα έχουν εξέλθει οι αστυνομικοί από το αυτοκίνητο και θα είναι εκτός, για να τους αποτελειώσουν έριξαν και μια χειροβομβίδα, η οποία επίσης εξερράγη.

Αποτέλεσμα αυτής της εγκληματικής ενεργείας ήταν, ο θανάσιμος τραυματισμός του αστυφύλακα Ιωάννη Βάρη ηλικίας 22 ετών και ο τραυματισμός 7 ακόμα αστυνομικών ήτοι: Κωνσταντίνο Λουμπάκα, Νικολάου Γκόγκου, Στεφάνου Καψάλη, Χρήστου Αβράζη, Ιωάννη Ανδρώνη, Πέτρου Δρουβάκη και Ιωάννη Αθανασοπούλου. Ο δράστης της εγκληματικής αυτής ενέργειας ήταν ο Σάββας Ξηρός, εκτόξευσε την ρουκέτα. Τώρα βέβαια την χειροβομβίδα εάν την έριξε αυτός, ή εάν την έριξε ο Χριστόδουλος, ή ο Τζωτζάτος, ή ο Κουφοντίνας, οι οποίοι ήσαν οι απλοί συνεργοί, δεν μπορώ να το βεβαιώσω.

Η ρήψη της χειροβομβίδας αποδίδεται εις τον Σάββα Ξηρό, δεν απεδείχθη κάτι το αντίθετο και το Δικαστήριο πρέπει να δεχθεί, ότι αυτής της συνολικής έκρηξης δια την οποίαν πρέπει να κριθεί ένοχος ο Σάββας Ξηρός, των περιπτώσεων α και β του άρθρου 270 της τετελεσμένης ανθρωποκτονίας του Ιωάννου Βάρη και της απόπειρας ανθρωποκτονίας του συνόλου των επιβαινόντων στο λεωφορείο, είναι επαναλαμβάνω ο Σάββας Ξηρός με συνεργούς τους άλλους κατηγορουμένους.

Ο άλλος δε ο Χριστόδουλος Ξηρός κ. Δικασταί είναι άμεσος συνεργός, γιατί πάνω στους ώμους του ανέβηκε ο Σάββας για να μπορέσει να αποκτήσει οπτική επαφή με το λεωφορείο και να κάνει χρήση του μηχανισμού με τον οποίο έριξε την ρουκέτα εναντίον του λεωφορείου.

Όπως είπα και προηγουμένως κ. Δικασταί η 17Ν νόμισε ότι δολοφονώντας και τραυματίζοντας διπλωμάτες κάνει κάποιο κατόρθωμα και ότι μπορεί να επηρεάσει την εξωτερική πολιτική της χώρας. Μου κάνει εντύπωση αυτοί οι άνθρωποι πώς σκέφθηκαν έτσι, αλλά και γιατί σκέφθηκαν έτσι. Τι είχαν στο μυαλό τους; Τι ήθελαν επιτέλους; Είχαν τόσο μεγάλη όρεξη για πόλεμο; Μπορούσαν να πάρουν από ένα όπλο και να πάνε. Γίνονται πόλεμοι, σε άλλα μέρη, να πάνε εκεί να πολεμήσουν και να δείξουν και την ανδρεία τους. Όχι εδώ να σκοτώνουν αθώους, ανυποψίαστους, ανυπεράσπιστους διπλωμάτες.

Συνέβη λοιπόν στις 26 Ιουλίου 1991 περί ώραν 8:10 το πρωί στην οδό Πασπαλιά στο Παλαιό Ψυχικό. Καθ’ ον χρόνον διήρχετο με το θωρακισμένο αυτοκίνητό του ο Τούρκος επιτετραμμένος Deniz Bouloukbasi, ήδη Διευθυντής στο Υπουργείο Εξωτερικών της γείτονος και φίλης Τουρκίας εις την ¶γκυρα -τότε επαναλαμβάνω επιτετραμμένος, το τονίζω αυτό ότι τον καιρό εκείνο απουσίαζε ο Πρέσβης της Τουρκίας- και ο ίδιος ο παθών ο Deniz Bouloukbasi εδώ καταθέτοντας είπε, πώς έμαθαν ότι αυτός αναπληρούσε τον Πρεσβευτή της Τουρκίας εις την Ελλάδα;

Το πρωί λοιπόν εκείνο, εντός του αυτοκινήτου όπου ήταν ο οδηγός του αυτοκινήτου Yildimir Alil και η Ακόλουθος της Πρεσβείας Keleci Nilgun Ayse τότε λοιπόν στην οδό Πασπαλιά οι κατηγορούμενοι επετέθησαν με βόμβα. Ήταν οι κατηγορούμενοι Σάββας Ξηρός, Δημήτρης Κουφοντίνας και Βασίλης Τζωρτζάτος. Ο Βασίλης Τζωρτζάτος όπως είναι γνωστό έκανε τις συνδέσεις, έκανε τα ηλεκτρολογικά, ο Σάββας Ξηρός ενεργοποίησε με τηλεχειρισμό την βόμβα και έτσι προκάλεσε έκρηξη του παγιδευμένου με εκρηκτικά οχήματος. Ήταν μεγάλη η τύχη του Deniz Bouloukbasi και των επιβαινόντων εις το όχημα, ότι αυτό το όχημα ήταν θωρακισμένο και έτσι απεφεύχθη ο θάνατος των επιβαινόντων και τραυματίστηκαν μόνο ο Τούρκος επιτετραμμένος και οι άλλοι δυο.

Επίσης τραυματίστηκαν και οι παρευρίσκοντες στο χώρο της έκρηξης, Χριστίνα Αρχοντή και Κωνσταντίνος Σακαλίδης. Έτσι οι κατηγορούμενοι δεν επέτυχαν το σκοπό τους, να δολοφονήσουν αυτούς τους τρεις Τούρκους. Και το σχέδιό τους για δολοφονία παρέμεινε στο στάδιο της απόπειρας.

Όμως έτσι η πράξη τους αυτή, η ενέργειά τους αυτή, πληροί την αντικειμενική υπόθεση και την υποκειμενική υπόθεση των εγκλημάτων, του άρθρου 270 περίπτωση α και β και βεβαίως της απόπειρας ανθρωποκτονίας αυτών των ανθρώπων, έναντι των οποίων των Τούρκων υπάρχει άμεσος δόλος και έναντι των παρευρισκομένων υπάρχει ενδεχόμενος δόλος. Δηλαδή για τους πρώτους επεδίωξαν τον θάνατο με την έκρηξη για τους άλλους το προέβλεψαν ως ενδεχόμενο, αλλά το απεδέχθησαν.

Κύριε Πρόεδρε θα παρακαλέσω μια διακοπή ει δυνατόν για αύριο, έχω κάποιους λόγους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για αύριο 09:00 το πρωί.