Πολιτική
Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου 2003 19:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (10/09/2003) Μέρος 1/3

ΔΙΚΗ 17Ν

ΤΕΤΑΡΤΗ 10 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:05 – 10:30

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Ο κρατούμενος Τζωρτζάτος Βασίλειος και Γεωργιάδης Διονύσιος θα εισέλθουν στην αίθουσα εντός ολίγων λεπτών, ο δε κρατούμενος Ξηρός Βασίλειος αδυνατεί να προσέλθει στην αίθουσα για λόγους υγείας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επομένως να πούμε τον κ. Σταμούλη να τους εκπροσωπήσει προσωρινά μέχρι να έρθουν οι συνήγοροί τους.

Ο κ. Εισαγγελεύς έχει τον λόγο να συνεχίσει την αγόρευσή του.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριοι Δικαστές συνεχίζοντας την ανάπτυξη της πολύχρονης εγκληματικής δράσης των κατηγορούμενων, επιθυμώ να αναφερθώ σε ένα σύνολο εγκλημάτων με τον τίτλο «Εκρήξεις›. Οι εκρήξεις καταλαμβάνουν μεγάλο όγκο της όλης εγκληματικής δράσης των κατηγορούμενων, έχουν μεγάλη κοινωνική απαξία. Η μεγάλη κοινωνική απαξία διαπιστώνεται στις περιπτώσεις όπου οι πράξεις αυτές στρέφονται κατά πολλών ανθρώπων.

Ειδικότερα στις επιθέσεις με εκρήξεις κατά του λεωφορείου των ΜΑΤ στην Καισαριανή και με τη ρήξη ρουκέτας και χειροβομβίδας επίσης κατά του λεωφορείου των ΜΑΤ που ήταν σταθμευμένο στο parking της Χαριλάου Τρικούπη οι δράστες αποδεδειγμένα είχαν δόλο θανατώσεως απάντων των επιβαινόντων εις τα οχήματα.

Πέρα του ότι με τις προκηρύξεις τους όπως είπα και χτες είχαν διακηρύξει πανηγυρικά το δόλο θανατώσεως των αστυνομικών. Μάλιστα σε δύο προκηρύξεις για να μην καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι έργο δικό τους θα ήταν η θανάτωση των αστυνομικών των ΜΑΤ. Η Αστυνομία πλήρωσε βαριά την εγκληματική δράση των κατηγορούμενων, βλέπετε μαζί με τη Δικαιοσύνη ήταν το εμπόδιο στα σχέδιά τους για επικράτηση.

Όπως επίσης εμπόδιο ήταν η πολιτική και οι πολιτικοί για τους οποίους θα αναφερθώ παρακάτω. Το ότι κατά τις επιθέσεις τους εναντίον των λεωφορείων των ΜΑΤ σκοτώθηκαν μόνο δύο στην περίπτωση του λεωφορείου στην Καισαριανή ο Γεωργακόπουλος και στην περίπτωση του λεωφορείου στην Χαριλάου Τρικούπη ο Ιωάννης Βάρης οφείλεται αποκλειστικά στην καλή τύχη των επιβαινόντων.

Τούτο καθ’ όσον κατά τη συνήθη των πραγμάτων πορεία τα των εκρήξεων εκτοξευθέντα μεταλλικά θραύσματα θα μπορούσαν κάλλιστα να πλήξουν καίρια σημεία του σώματος του οποιουδήποτε επιβαίνοντος λόγω χάριν το κεφάλι, την καρδιά κι άλλα καίρια σημεία για τη ζωή του ανθρώπου και το ότι βέβαια δεν επλήγησαν θανατηφόρα άπαντες επιβαίνοντες, αλλά μόνο οι προαναφερθέντες δεν αίρει τον ανθρωποκτόνο δόλο των κατηγορούμενων, απλά επιβεβαιώνεται η καλή τύχη των παθόντων.

Χαρακτηριστική επίσης της μεγάλης κοινωνικής απαξίας όχι μόνο για τις βλάβες σε ανθρώπους που προκάλεσε, αλλά και για τους μεγάλους κινδύνους θανατώσεως δεκάδων ανθρώπων που εγκυμονούσε είναι η επίθεση με ρουκέτα το 1992 στις 14 Ιουλίου αργά το μεσημέρι στην πλατεία Συντάγματος κατά του τότε Υπουργού Οικονομικών Ιωάννη Παλαιοκρασσά έξω από το Υπουργείο Οικονομικών.

Είναι γνωστό το κακό που προκάλεσε η έκρηξη που έριξαν οι κατηγορούμενοι επιδιώκοντας τη θανάτωση του Παλαιοκρασσά. Αν η ρουκέτα που ήταν εναντίον του αυτοκινήτου του τότε Υπουργού έβρισκε το στόχο της και χτυπούσε το αυτοκίνητο, τότε όχι μόνο αυτός, αλλά και οι υπόλοιποι τρεις επιβαίνοντες του υπουργικού αυτοκινήτου όχι απλά θα εφονεύοντο, θα διαμελίζονταν τα σώματά τους.

Αλλά και τα θραύσματα από τη ρουκέτα και το διαλυμένο πλέον αυτοκίνητο θα χτυπούσαν και θα σκότωναν όχι μόνο τις δεκάδες των κυκλοφορούντων ανυποψίαστων πολιτών αλλά και τους εντός των παρακειμένων καταστημάτων εργαζόμενους και πελάτες. Η βενζίνη δε του αυτοκινήτου που θα εφλεύγετο αναγκαία ασφαλώς κατά την λογική πορεία των πραγμάτων θα διεδίδετο στα σταθμευμένα και διερχόμενα αυτοκίνητα και το κέντρο της Αθήνας θα γινόταν κόλαση. Ιδού κύριοι Δικαστές οι κατηγορούμενοι και οι πράξεις τους.

Συνεπώς το γεγονός ότι από την έκρηξη επλήγησαν θανάσιμα ο αείμνηστος φοιτητής ο 20χρονος Θάνος Αξαρλιάν, συγκινούμαι κύριοι Δικαστές γι’ αυτό το παιδί. Το ότι λέγω επλήγη θανάσιμα ο αείμνηστος Θάνος Αξαρλιάν και τραυματίστηκαν οι δεκάδες που αναφέρονται στο παραπεμπτικό βούλευμα, ήταν το ελάχιστο της έκρηξης αυτής σε σχέση με τα χειρότερα που μπορούσαν να συμβούν και από πολύ καλή τύχη δεν συνέβησαν. Θυμάστε την κατάθεση του πρώην Υπουργού κ. Ιωάννη Παλαιοκρασσά: η ρουκέτα έσκασε μπροστά στο αυτοκίνητο και έλιωσε η άσφαλτος. Εγώ –είπε- ο κ. Παλαιοκρασσάς σχεδόν ανεφλέγη, έπιασαν τα μαλλιά μου φωτιά και έσπευσε ο οδηγός ή κάποιος άλλος δεν θυμάμαι να με προστατέψει να μου ρίξει ένα σακάκι για να μην καώ.

Κύριοι Δικαστές θέλω να πω ότι οι πράξεις των εκρήξεων, τα κακουργήματα των εκρήξεων διότι ο ποινικός νομοθέτης τα εγκλήματα αυτά τα χαρακτηρίζει, τα τιμωρεί σε βαθμό κακουργήματος και τις τέσσερις περιπτώσεις των εκρήξεων: πρώτη, δεύτερη που είναι πράξεις διακινδύνευσης, τρίτη και τέταρτη (γ και δ δηλαδή) που είναι πράξεις εκ του αποτελέσματος και τις τέσσερις τις τιμωρεί σε βαθμό κακουργήματος. Την πρώτη με κάθειρξη, τη δεύτερη μεγαλύτερη των 10 ετών, την τρίτη και την τέταρτη με ισόβια κάθειρξη και με θανατική ποινή, εύλογα ενόψει της μεγάλης κοινωνικής απαξίας που έχουν αυτές οι πράξεις για το κοινωνικό σύνολο.

Στο κεφάλαιο των εκρήξεων θέλω να σας εκθέσω τη φρίκη μου. Εφρικίασα κατά την κατάθεση του μάρτυρα εργάτη στην υπόθεση του εργοστασίου ΧΑΛΙΨ στην Ελευσίνα. Κατέθεσε ο μάρτυρας εδώ ότι ευτυχώς με τη ρουκέτα που δεν επλήγη το κάρβουνο. Εάν το κάρβουνο επλήγετο από τη ρουκέτα, η έκρηξη, η ανάφλεξη η οποία θα προκαλείτο θα ήταν τόσο μεγάλη αναγκαία, λόγω της μεγάλης ποσότητας, που θα μεταδίδονταν της παραπλεύρως υπάρχουσας αποθήκης βενζίνης και εκεί περαιτέρω κύριοι Δικαστές θα θρηνούσε η Αθήνα, θα θρηνούσε η Αττική τα κατορθώματα του κ. Κουφοντίνα, του κ. Γιωτόπουλου, του κ. Σάββα και των λοιπών.

Κύριοι Δικαστές νομίζουν οι κατηγορούμενοι ότι ο Εισαγγελέας έχει κάτι μαζί τους, τόσο λίγο αντιλαμβάνονται το ρόλο του Εισαγγελέα, το ρόλο της πολιτείας, τόσο λίγο καταλαβαίνουν τι έκαναν και σε πόσο μεγάλη διακινδύνευση έθεσαν μεγάλα έννομα αγαθά.

Τι να πω; Τα είπαν οι ίδιοι με τις πράξεις τους και με τη συμπεριφορά τους και εδώ ακόμη και πριν από μια στιγμή. Ο κ. Σάββας Ξηρός, αυτό το παπαδοπαίδι, με τον άριστο πατέρα τον ιερέα, ενώπιον του οποίου υποκλίνομαι (για τον πατέρα ομιλώ) σχολίασε και τώρα ακόμη.

Κύριοι Δικαστές κόλαση θα γινόταν η Αττική. Περαιτέρω οι μεγάλες ζημιές στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που επλήγησαν με ρουκέτες από τη 17Ν ποιον έβλαψαν; Είναι πρόδηλο. Τους εργαζομένους έβλαψαν, τους εργάτες υπέρ των οποίων υποκριτικά και ανόητα λένε ότι? Τι να πω;

Περαιτέρω με αυτές τις επιθέσεις τους εναντίον των βιομηχανιών και των εργοστασίων εμπόδισαν έτσι τις επενδύσεις και την αναπτυξιακή πορεία των βιομηχανιών αυτών και της χώρας κατ’ επέκταση. Ποιος θα έρθει να επενδύσει σε μια χώρα η οποία κυριαρχείται από ανθρώπους που χτυπούν με ρουκέτες στα εργοστάσια; Αυτό είναι λογική; Θα έρθει ο άλλος με τα κεφάλαιά του, με την τεχνογνωσία του να πάει σε μια χώρα η οποία αναρχοκρατείται, ή ορθότερα βγάζει την εικόνα ότι αναρχοκρατείται; Διότι εάν δείτε τον αριθμό των εκρήξεων, θα δείτε ότι ήταν πάρα πολλές.

Δεν θυμάμαι ακριβώς στον Πειραιά είχαν ένα αυτοκίνητο, είχαν κάνει μια εγκατάσταση και σε 10 λεπτά χτύπησαν τρεις τράπεζες. Γιατί τις χτύπησαν; Τι ήθελαν να δείξουν; Καταλάβαιναν τι είχαν στο μυαλό τους; Αντίσταση έκαναν;

Έτσι δυσκόλεψαν την παραγωγή, την αύξηση του εθνικού πλούτου αλλά και την τσέπη καθενός εργαζομένου. Να το καταλάβουν, να το ακούσουν και οι κατηγορούμενοι αυτό. Ό,τι γίνεται καλό ή κακό τελικά έχει αντανάκλαση στον κάθε πολίτη συγκεκριμένα στην τσέπη του, στην υγεία του και γενικότερα.

Δημιούργησαν ανέργους και αναταραχή. Αλλά και περαιτέρω ποιος διερεύνησε να βρει το μέγεθος του κακού που έκαναν συγκεκριμένα στους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις των επιχειρηματιών Δημήτρη Αγγελόπουλου, Αλέξανδρου Αθανασιάδη, Νικολάου Μομφεράτου και Κωστή Περατικού; Σκέφτεται κανείς ποτέ ότι με το θάνατο του Αλέξανδρου Αθανασιάδη έκλεισαν οι επιχειρήσεις; Και ποιοι εβλάβησαν; Οι εργαζόμενοι. Ο μακαρίτης Αθανασιάδης; Πήγε εις τα αιωνίους Μονάς και εκεί μας περιμένει όλους και τους κατηγορούμενους. Αυτή είναι η ανθρώπινη μοίρα.

Ή με το θάνατο του Δημήτρη Αγγελόπουλου κάθισε κανείς κάτω να κάνει ανάλυση; Να μετρήσει τις συνέπειες; Δεν γνωρίζω επ’ ακριβώς, σκέφτομαι όμως πολλά πράγματα και με το θάνατο του Νικολάου Μομφεράτου και εκείνη η εφημερίδα και οι εκδόσεις της εφημερίδας ξέρετε κ. Κουφοντίνα πόσοι δημοσιογράφοι απολύθηκαν, διότι πλέον δεν είχε δουλειά στην εφημερίδα; Ξέρετε ότι αυτή η εφημερίδα φυτοζωεί; Λέτε να είναι άσχετο το ότι έχασε τον εκδότη της η εφημερίδα εκείνη;

Να ρωτήσω τον κ. Γιωτόπουλο να μου πει γιατί έδωσε την εντολή να θανατωθεί ο Νικόλαος Μομφεράτος; Τι να ρωτήσεις και τι απάντηση να πάρεις από τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο; Ο άνθρωπος που ούτε το όνομά του δεν ήθελε να λέει.

Ακόμη εάν στην πορεία της ρουκέτας που ερίφθη από τους κατηγορούμενους Δημήτριο Κουφοντίνα, Σάββα Ξηρό και Βασίλειο Τζωρτζάτο δεν υπήρχε ο κορμός του πεύκου που εμπόδισε την είσοδο της ρουκέτας στο ξενοδοχείο ΠΕΝΤΕΛΙΚΟΝ στις 31 Μαρτίου του ’91, είδατε το είπε ο ιδιοκτήτης, θα θρηνούσαμε θύματα πολλά.

Γιατί; Διότι οι άνθρωποι είχαν δεχτεί ένα τηλεφώνημα για βόμβα και έψαχναν για βόμβα μέσα στο ξενοδοχείο, ενώ οι κύριοι κατηγορούμενοι το είχαν πει αυτό παραπλανητικά, για να τους βάλουν μέσα στο ξενοδοχείο για να τους σκοτώσουν. Αυτοί είχαν αποφασίσει να πλήξουν όχι με βόμβα, αλλά με ρουκέτα το ξενοδοχείο και ευτυχώς που βρέθηκε ο κορμός του πεύκου και έσωσε τη ζωή 10 – 15 ανθρώπων.

Αυτή ήταν η 17Ν. Έτσι σκέφτονταν και ενεργούσαν οι κατηγορούμενοι, αυτοί ήταν οι λαϊκοί αγωνιστές. Έτσι πάλευαν να πάρουν το ψωμί και το φαγητό από το στόμα και το τραπέζι του εργαζόμενου συμπολίτη μας.

Αλλά και τις ληστείες εις βάρος των Ελληνικών Ταχυδρομείων και του ΟΤΕ, τα εκατοντάδες εκατομμύρια που έβαλαν στις τσέπες τους ο Γιωτόπουλος, ο Κουφοντίνας και η παρέα τους. Δεν ξέρουν ποιος τα πλήρωσε; Δεν ξέρουν από ποιες τσέπες βγήκαν; Τι λέτε κύριοι Δικαστές να μην το ξέρουν, όπως υποκριτικά ακούστηκε σε αυτή την αίθουσα σε σχετικές ερωτήσεις του συνηγόρού του κ. Ευαγγελάτου για το θέμα αυτό;

Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι τα χρήματα αυτά τα κατέβαλλε ο λαός, ο εργάτης, ο φτωχός, από το υστέρημα. Αυτός πλήρωσε. Αυτά τα κλεμμένα, τα ληστευθέντα, αφαιρέθηκαν από το πορτοφόλι κάθε εργαζόμενου για να μπορεί να καλοπερνάει ο άνεργος, ο φυγόπονος Γιωτόπουλος. Μια ζωή άνεργος, αλλά bonne viveur, κομφορμιστής, με διαμέρισμα, με εξοχικό και δεν ξέρω κι εγώ με τί άλλα και οι εν μέρει εργαζόμενοι συγκατηγορούμενοί του.

Κύριοι Δικασταί, όπως έχω αναφέρει, οι κατηγορούμενοι δεν είχαν καμία σχέση με το λαό. Ιδού γιατί: Η Βουλή, οι Βουλευτές, δεν είναι απλά το νομοθετικό όργανο της ελληνικής δημοκρατίας, είναι ο ίδιος ο λαός και μάλιστα στην πιο σημαντική διάστασή του. Η Βουλή και οι Βουλευτές είναι ο ίδιος ο λαός, το επαναλαμβάνω, είναι οι αντιπρόσωποι του λαού.

Οι κατηγορούμενοι επέλεξαν να δολοφονήσουν 4 Βουλευτές, 4 εκπροσώπους του λαού: Τον Μπακογιάννη, τον Πέτσο, τον Λευτέρη Παπαδημητρίου και τον Ιωάννη Παλαιοκρασσά. Γιατί; Γιατί οι κατηγορούμενοι αισθάνονται ότι είναι όχι υπεράνω από το λαό, αλλά από πάνω από το λαό. Αυτοί οι Βουλευτές κ.κ. Δικασταί που επλήγησαν από τη 17Ν, αντιπροσώπευαν σχεδόν το σύνολο του ελληνικού λαού καθώς ανήκαν στην κυβερνητική πλειοψηφία και στην αντιπολίτευση.

Κύριοι Δικασταί, ο πρώτος πολιτικός που επλήγη από τη δολοφονική μανία των κατηγορουμένων, είναι ο Γιώργος Πέτσος. Ένας νέος λαμπρός πολιτικός, τιμημένος από το λαό κατ’ επανάληψη. Αυτόν τον άνδρα επέλεξε ο κ. Γιωτόπουλος. Έχει καταθέσει ο Σάββας Ξηρός ότι «μας είπε ο Γιωτόπουλος ότι πρέπει να σκοτώσουμε δύο, έναν της κυβέρνησης κι έναν της αντιπολίτευσης. Ο ένας κυβερνητικός Βουλευτής είναι ο Πέτσος, ο άλλος ο Μπακογιάννης›.

Αυτοί οι άνθρωποι, αφού παρακολούθησαν επί μακρόν τις κινήσεις του Γεωργίου Πέτσου ο οποίος τότε κατοικούσε στην Φιλοθέη, στην οδό Σταδίου 7, στις 8/5/1989 υλοποιώντας το εγκληματικό του σχέδιο ο Σάββας σαν αυτουργός προκάλεσε έκρηξη στο παγιδευμένο αυτοκίνητο, απαλλοτριωμένο ήταν, πρώην ιδιοκτησίας Παπασταμάτη. Προκάλεσε έκρηξη η οποία έπληξε το αυτοκίνητο του Γεωργίου Πέτσου καθώς και άλλα πράγματα. Αυτή η έκρηξη έγινε με ανθρωποκτόνο σκοπό, με σκοπό τη θανάτωση του Γεωργίου Πέτσου.

Κύριοι Δικασταί, για τον κ. Γεώργιο Πέτσο, πριν από εμένα έχει μιλήσει ο Σάββας Ξηρός. Είπε προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα: «Δεν ήθελα›, -επειδή ήταν της εκκλησίας λέει-, «δεν το έλεγε η ψυχή μου να σκοτωθεί ο Πέτσος›. Ψεύδεται. Ψυχρός και εκεί ήταν ο Σάββας και οι συνεργοί του, ο Χριστόδουλος Ξηρός, ο Δημήτρης Κουφοντίνας και ο Βασίλειος Τζωρτζάτος.

Ψυχρός, πάτησε το μπουτόν επιδιώκοντας τη θανάτωσή του σύμφωνα με το σχέδιο που είχαν καταστρώσει όλοι και με την ηθική αυτουργία του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Η μεγάλη τύχη του Πέτσου και των λοιπών επιβαινόντων στο αυτοκίνητο ήταν η εξής: Τότε πρόσφατα είχε γίνει μία τομή στο δρόμο προ του παγιδευμένου αυτοκινήτου, πράγμα που ανάγκασε τον οδηγό να ανακόψει την ταχύτητα του αυτοκινήτου. Έτσι το ωστικό κύμα δεν έπληξε καίρια το αυτοκίνητο και ο πρώην Υπουργός και Βουλευτής, ο κ. Γεώργιος Πέτσος, απέφυγε το μοιραίο.

Είναι από τους λίγους που βοήθησε τώρα λόγω και της ιδιότητός του ως δικηγόρου να είναι σ’ αυτή την αίθουσα για να πει και εκείνος το «κατηγορώ› όταν δικονομικά φτάσει η ώρα του για τους κ.κ. κατηγορουμένους.

Κύριοι Δικασταί, συνεχίζοντας την εγκληματική τους δράση οι κατηγορούμενοι απεπειράθησαν να δολοφονήσουν και τον έτερο Βουλευτή, τον Ελευθέριο Παπαδημητρίου. Αυτή εδώ η απόπειρα δολοφονίας, παρουσιάζει ένα εξαιρετικό ενδιαφέρον για τον εξής λόγο: Οι δύο συναυτουργοί, Σάββας Ξηρός και Τζωρτζάτος, ενώ μέχρι τότε η πρακτική ήταν ένας να χτυπά το υποψήφιο θύμα στα πόδια, στην περίπτωση του Παπαδημητρίου, στην επίθεσή τους στις 21/12/92, τον έπληξαν και οι δύο.

Κύριοι Δικασταί, εδώ επεδίωκαν τον αργό θάνατο. Τέτοια ψυχή, τέτοια αισθήματα! Επεδίωκαν τον αργό θάνατο, να αδειάσει το αίμα, να ξεψυχήσει, να εκμετρήσει το ζειν ο Παπαδημητρίου! Δεν του έριξαν στο στήθος ή στο κεφάλι, αλλά στα πόδια. Επεδίωκαν τον αργό θάνατο.

Το ότι δεν επέτυχαν του σκοπού τους να θανατώσουν τον Λευτέρη Παπαδημητρίου, αυτοί οι συναυτουργοί Σάββας Ξηρός και Τζωρτζάτος με την απλή συνέργια του Κουφοντίνα, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι εκεί πλησίον υπήρχε νοσοκομείο και με μεγάλη σπουδή μετεφέρθη ο Βουλευτής εκείνος και έτσι χάρις και στη μεγάλη ικανότητα των γιατρών κατέστη δυνατόν να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος της ζωής του.

Κύριοι Δικασταί, κρίνω απαραίτητο να αναφερθώ πέρα από όσα είπα και θα είπω, και σε δύο επιμέρους ζητήματα δικονομικής φύσεως. Το πρώτο αφορά στην αποδεικτική αξία της απολογίας συγκατηγορουμένου (άρθρο 211α του Κ.Ποιν.Δ.). Το δεύτερο αφορά στην αποδεικτική αξία της λεγόμενης ανακληθείσας απολογίας κατηγορουμένου. Το ζήσαμε σε αυτή την Δίκη. Πολλά ζήσαμε σε αυτή την Δίκη.

Ως προς το πρώτο ζήτημα, η διάταξη του άρθρου 211α του Κ.Ποιν.Δ. ορίζει ότι: «Μόνη η κατάθεση ή η απολογία συγκατηγορουμένου δεν αρκεί για την καταδίκη του κατηγορουμένου›. Από τη σαφή διατύπωση αυτής της διάταξης, προκύπτει ότι μόνη η κατάθεση ή η απολογία συγκατηγορουμένου αρκεί για την άσκηση ποινικής δίωξης. Η κατάθεση ή η απολογία συγκατηγορουμένου αρκεί για την άσκηση ποινικής δίωξης, για την προσωρινή κράτηση, για την παραπομπή σε δίκη, ενώ φυσικά δεν αρκεί για την καταδίκη.

Κατά συνέπεια, η συχνά προβαλλόμενη άποψη ότι η απολογία του συγκατηγορουμένου δεν έχει καμία αποδεικτική αξία, είναι άποψη προδήλως εσφαλμένη, αφού μία τέτοια απολογία σύμφωνα και με την απλή γραμματική ερμηνεία της παραπάνω διάταξης, είναι αρκετή, δηλαδή μπορεί να οδηγήσει στην άσκηση ποινικής δίωξης, στην προσωρινή κράτηση και στην παραπομπή σε δίκη.

Μόνη η συγκατάθεση ή η απολογία του συγκατηγορουμένου δεν είναι αρκετή για να οδηγήσει στην καταδίκη άλλου συγκατηγορουμένου, όπως ρητά αναφέρει, επαναλαμβάνω, η διάταξη του άρθρου 211α του Κ.Ποιν.Δ. Επομένως, ερευνητέο είναι να προσδιορίσουμε με σαφήνεια πότε θεωρείται ότι είναι μόνη της η απολογία; Θεωρώ ότι είναι αυτονόητο πως η απολογία είναι μόνη όταν δεν επιστηρίζεται σε κανένα άλλο αποδεικτικό μέσο από εκείνα που ρητά και ενδεικτικά αναφέρονται στο άρθρο 178 του Κ.Ποιν.Δ. και το οποίο άρθρο ορίζει ότι: Το κυριότερο αποδεικτικό μέσο είναι α) οι ενδείξεις, β) η αυτοψία κτλ.

Συνεπώς όταν η απολογία του συγκατηγορουμένου στηρίζεται, συμφωνεί, συμπορεύεται, συνδυάζεται έστω και με μία ένδειξη ή οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, έγγραφο, μαρτυρική κατάθεση, τότε παύει να είναι μόνη. Αν λάβουμε υπόψη ότι ο όρος «ένδειξη› υποδηλώνει κάθε σημείο ανθρώπινης συμπεριφοράς ή παρουσίας στο χώρο το οποίο λογικά διεργαζόμενο οδηγεί στην κρίση περί ενοχής ή αθωότητας, τότε γίνεται κατανοητό ότι η απολογία του συγκεκριμένου κατηγορουμένου Σάββα Ξηρού αλλά και των άλλων κατηγορουμένων, δεν είναι πλέον μόνες γιατί επιστηρίζονται και συνοδοιπορούν με πλείστες ενδείξεις και πάρα πολλά άλλα αποδεικτικά μέσα τα οποία προσήχθησαν στην αποδεικτική διαδικασία.

Τέλος, κύριοι Δικασταί, με την ισχύ του λεγόμενου αντιτρομοκρατικού νόμου, υπάρχει μία σιωπηρά κατάργηση αυτού του άρθρου 211α προκειμένου για τις πράξεις τρομοκρατίας. Κατά τον κανόνα, ο νεότερος νόμος υπερισχύει του παλαιοτέρου και μάλιστα ο νεότερος ειδικός, ο legis specialis.

Αν, κύριοι Δικασταί, δεν εφαρμοστεί το άρθρο 211α τότε η διάταξη του αντιτρομοκρατικού νόμου η οποία δίνει ορισμένα ευεργετήματα εις τον μεταμεληθέντα κατηγορούμενο στις περιπτώσεις της τρομοκρατίας, δεν θα έχει καμία πρακτική σημασία. Επομένως, σ’ αυτές τις περιπτώσεις το άρθρο 211α δεν ισχύει, θεωρείται σιωπηρά καταργηθέν.

Τέλος, η διάταξη του άρθρου, ο περιορισμός ότι δεν αρκεί η απολογία συγκατηγορουμένου κτλ., φαίνεται να πλήττει και τη συνταγματική κατοχυρωμένη λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών, κατά το άρθρο 87 παρ. 2 του συντάγματος, της οποίας ουσιώδες περιεχόμενο είναι η αρχή της ειδικής αποδείξεως που κατοχυρώνεται στο άρθρο 177 του Κ.Ποιν. Δ. και κατά την οποία δεν επιτρέπονται οι νομικοί κανόνες της αποδείξεως.

Με το άρθρο όμως 211α τίθεται ένας νομικός κανόνας αποδείξεως, ο οποίος οδηγεί σε τελικό αποκλεισμό της αρχής της ειδικής απόδειξης, επομένως είναι αντισυνταγματικός. Υπάρχει θέμα αντισυνταγματικότητος, διότι το σύνταγμα είναι νόμος ηυξημένης τυπικής και ουσιαστικής δυνάμεως.

Ως προς το δεύτερο ζήτημα δικονομικής φύσεως που προανέφερα, δηλαδή ως προς την αποδεικτική δύναμη και αξία της ανακληθείσας καταθέσεως ή απολογία του κατηγορουμένου, θα ήθελα να σημειώσω το εξής: Καταρχήν ο όρος «ανάκληση απολογίας› ή κατάθεσης, δεν απαντάται πουθενά στην ποινική δικονομία. Έψαξα, δεν βρήκα πουθενά «ανάκληση› και αν κάποιος βρήκε, θα τον παρακαλέσω να μου το υποδείξει.

Πουθενά στην Ποινική Δικονομία δεν υπάρχει ο όρος «ανάκληση απολογίας› ή «ανάκληση κατάθεσης›. Θεωρείται ωστόσο αυτονόητο δικονομικό δικαίωμα του κάθε κατηγορουμένου ο οποίος, όπως δικαιούται να αρνείται ή να παραδέχεται την κατηγορία ή και να σιωπά, έτσι δικαιούται και να προσθέτει ή να αφαιρεί παραδοχές ή αρνήσεις ή να τροποποιεί προηγούμενη απολογία του και να ανασκευάζει αρχική ή μεταγενέστερη απολογία του.

Επομένως, αν ο κατηγορούμενος δώσει διαδοχικά μία, δύο, τρεις και εκατό διαφορετικές απολογίες, είναι αυτονόητο ότι απλώς θα απωλέσει την αξιοπιστία του.

Κύριοι Δικασταί το Δικαστήριο όχι μόνο δεν δεσμεύεται από τυχόν νεότερος απολογίες, αλλά στην υποχρέωσή του να αναζητήσει την ουσιαστική αλήθεια, είναι υποχρεωμένο να επιλέξει και να αποδειχθεί όποια από όλες τις διαδοχικές και διαφορετικές απολογίες κρίνει ως ειλικρινή και αξιόπιστη, σύμφωνα πάντα με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ειδικής απόδειξης και την αρχή της ελεύθερης εκτίμησης των αποδείξεων.

Επομένως ματαιοπονούν, ματαιοπονούσαν και θα ματαιοπονούν οι κατηγορούμενοι εάν νομίζουν ότι «θα τινάξουν› -έτσι ακούστηκε- «την ανάκληση στον αέρα›. Ανακαλώντας δικές τις δικές τους απολογίες και αντικαθιστώντας με άλλες νεώτερες. Οι αρχικές απολογίες τους παραμένουν πάντα πειστικές και αλώβητες, δικονομικά εγκυρότατες και αποκαλυπτικότατες.

Να σημειώσω κάτι κ.κ. Δικαστές και για τους μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων. Ήσαν πράγματι πολυάριθμοι οι μάρτυρες υπεράσπισης αλλά η συνεισφορά όλων τους ήταν πενιχρή όσον αφορά στην ουσιαστική έρευνα της εν γένει κατηγορίας και τούτο διότι ανέφεραν γενικές απόψεις και κρίσεις καθώς και προσωπικές γνώμες υπέρ των κατηγορουμένων και κατά της κατηγορίας χωρίς όμως να έχουν προσωπική γνώση των συμβάντων και των συνθηκών υπό τις οποίες τελέστηκαν τα εγκλήματα και έδρασαν οι κατηγορούμενοι.

Κύριοι Δικαστές, έχετε δεχθεί και ορθά ότι τα εγκλήματα της 17Ν δεν είναι πολιτικά. Για το κεφάλαιο αυτό έγινε μεγάλη συζήτηση εις αυτήν την αίθουσα. Όλοι οι παράγοντες είπαν τις απόψεις τους τεκμηριωμένα ο καθένας όπως αντιλαμβανόταν αυτό το θέμα. Το Δικαστήριο όμως είπε και ορθά ότι δεν είναι πολιτικά και τούτο είναι αυτονόητο αφού δεν νοείται πράξη εναντίον της εκπεφρασμένης λαϊκής κυριαρχίας η οποία να αποβλέπει στην ανατροπή του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και αυτή η πράξη να μπορεί να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης. Δεν νοείται.

Το Σύνταγμά μας, το Δημοκρατικό μας Σύνταγμα το απαγορεύει. Θα ήταν παραλογισμός. Αντίθετα οι κατηγορούμενοι στην απέλπιδα προσπάθειά τους να αποδείξουν την δήθεν πολιτική φύση των εγκλημάτων τους προσπάθησαν, ξέρετε μέχρι πού; Μέχρι την κακοποίηση της λογικής. Κακοποιήθηκε η λογική εις αυτή την αίθουσα και εις το θέμα αυτό και σε πολλά άλλα. Κακοποιήθηκε η λογική, η απλή λογική του απλού ανθρώπου.

Επαναλαμβάνω, προχώρησαν ως την κακοποίηση της λογικής η οποία έτσι κι αλλιώς έχει δεινοπαθήσει γενικότερα από την έναρξη της δίκης όπως δεινοπάθησε ο Ελληνικός λαός από την δράση της 17Ν. Ακούσατε, έφτασαν ακόμα να ισχυριστούν ότι οι ληστείες τραπεζών που διέπραξε η 17Ν και μάλιστα ληστείες που συνοδεύτηκαν με αίμα, που τα χρήματα που λήστεψαν βγήκαν κόκκινα. Κόκκινα τα χρήματα από το αίμα. Αιματοβαμμένα τα χρήματα από το αίμα των θυμάτων.

Έφτασαν κ.κ. Δικαστές να ισχυριστούν ότι οι ληστείες τραπεζών που διέπραξε η 17Ν είναι ληστείες πολιτικές. Πράγμα εντελώς παράλογο δεδομένου ότι αυτή η Οργάνωση δεν ήταν απελευθερωτικό Κίνημα. Κύριοι Δικαστές, όπως είναι αυτονόητο ο Ελληνικός λαός μετά την πτώση της Δικτατορίας και υπό καθεστώς Δημοκρατίας πλέον δεν τελούσε ούτε υπό καθεστώς αναστολής των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Αντιθέτως. Αν η Ελλάδα είναι υπερήφανη, αν το πολίτευμά μας είναι υπερήφανο και είναι υπερήφανο για πάρα πολλά, αν η Δημοκρατία μας είναι υπερήφανη και είναι υπερήφανη είναι ακριβώς για όλες αυτές τις ελευθερίες, την αφθονία των ελευθεριών που αναφέρονται και στα ατομικά δικαιώματα και σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δράσης η οποία και προστατεύεται συνταγματικά.

Λέγω λοιπόν ότι δεν τελούσε υπό καθεστώς αναστολής των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών ώστε να χρειαζόταν ένα απελευθερωτικό Κίνημα. Είμαι βέβαιος ότι κανένας ηγέτης απελευθερωτικού Κινήματος δεν θα κολακευόταν από τον παραλληλισμό του με τους κατηγορουμένους, ειδικώς δε ο μηδέποτε πορισθείς τα προς το ζην δια ληστειών Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Κύριοι Δικαστές, συγκινούμαι αναμνημισκόμενος αυτού του μεγάλου Έλληνα. Θα μου επιτρέψετε να τον αποκαλέσω «Πατέρα της Πατρίδας›. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είναι ο «Πατέρας της Πατρίδας μας›. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κ.κ. Δικαστές μηδέποτε επορίσθη τα προς το ζην με ληστείες. Μάλιστα σας λέω ότι είχε εργαστεί στα Επτάνησα και ως κρεοπώλης. «Αργία το όνειδος εργασία ουδέν όνειδος› αντιθέτως κρεοπώλης κ.κ. Δικαστές και όχι τροτσκιστής και σουλατσαδόρος, παίχτης του Χρηματιστηρίου και ληστής τραπεζών αποκλειστικής απασχόλησης.

Μην σκεφτείτε ότι δεν μπορούσαν και τότε να ληστέψουν τράπεζες. Οι τράπεζες πάντα υπήρχαν. Οι άνθρωποι όμως ήσαν διαφορετικοί. Έλεγαν «είμαστε ληστές› και δεν φορούσαν μάσκες, ούτε κουκούλες. Οι ίδιοι το έλεγαν. Οι ίδιοι έλεγαν ότι είναι κλέφτες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελέα, «μάνα μου τα κλεφτόπουλα› δεν έλεγαν και οι ίδιοι ; Θεωρούσαν περηφάνια να είμαστε κλέφτες με την εκεί έννοια. Κι εσείς το ίδιο; Να πω συγχαρητήρια; Δεν μπορώ, δεν μου επιτρέπετε. Αυτή την στιγμή όμως επειδή ο κ. Εισαγγελεύς έχει συγκεντρωθεί να πει αυτά τα οποία έχει στο μυαλό του.... Σας παρακαλώ πολύ.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έχω το λόγο κ. Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε το λόγο αλλά κι εγώ πρέπει να σας εξασφαλίσω συνθήκες να μπορείτε να εκφέρετε το λόγο σας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Σας ευχαριστώ κ. Πρόεδρε. Μην σκεφτείτε κ.κ. Δικαστές ότι δεν μπορούσαν και τότε να ληστέψουν τράπεζες. Οι τράπεζες πάντα υπήρχαν, οι άνθρωποι όμως ήσαν διαφορετικοί. Έλεγαν «είμαστε ληστές› και δεν φορούσαν μάσκες, ούτε κουκούλες κυριολεκτικά και λεκτικές όπως η μάσκα του «γιαλαντζί› κοινωνικού επαναστάτη. Ούτε προσπαθούσαν να καλύψουν εκ των υστέρων τις ληστείες τους πίσω από σπαραξικάρδιες επαναστατικές ρητορείες.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα της 17Ν από τις ληστείες και στα λειτουργικά της έξοδα ήταν τόση ώστε οι εργασίες της να ήταν εξαιρετικά κερδοφόρες. Αδιάφορα αν θα ήταν δίκαιη η κατανομή των κερδών διότι κατά την διάρκεια της δίκης τέλος πάντων δεν έχει προκύψει ότι η 17Ν ενίσχυε οικονομικά τον αγώνα κάποιου απελευθερωτικού Κινήματος και συνεπώς τα χρήματα από τις ληστείες κατέληγαν σε τσέπες των μελών.

Μια και μιλάμε για ληστείες θα αναφερθώ και σε μία ακόμη περίπτωση αδυναμίας παρακολούθησης της λογικής. Πρόκειται για την ομαδική έκκληση Γάλλων διανοουμένων και για τα ομαδικά πυρά των αλλοδαπών μαρτύρων που εξετάστηκαν ενώπιόν σας αλλά και δημοσιογράφων στην Γαλλία υπέρ της αθωότητας του Θεολόγου Ψαραδέλλη και του κ. Γιωτόπουλου.

Όσον αφορά τον Θεολόγο Ψαραδέλλη όλοι αυτοί έχουν ισχυριστεί ότι το κατηγορητήριο εναντίον του είναι αυθαίρετο. Όμως έτσι φαίνεται να αγνοούν πως η συμμετοχή του στη μία από τις δύο ληστείες για τις οποίες κατηγορείται την ομολόγησε ο ίδιος κατά την σύλληψή του όταν όλα σχεδόν τα μέλη της 17Ν ομολογούσαν. Μάλιστα για να γίνει πειστικός στην ομολογία του αιτιολόγησε γιατί έκανε τη ληστεία. Δηλαδή ισχυρίστηκε ότι συμμετείχε στη ληστεία αυτή που πίστευε ότι την έκαναν κοινοί κακοποιοί και το έκανε αυτό για να βρει τα χρήματα, 500.000 δραχμές που θα του επέτρεπαν να επανεκδώσει ένα παλαιό τροτσκιστικό βιβλίο του Πουλόπουλου.

Ισχυρίζεται και περαιτέρω ο κ. Ψαραδέλλης ότι αν γνώριζε ότι η ληστεία ήταν της 17Ν, δηλαδή πολιτική κατά την άποψη των κατηγορουμένων, όπως αυτός τώρα υποστηρίζει δεν θα συμμετείχε. Αλλά και εις την άλλη ληστεία οδήγησε τους Ανακριτές να διαπιστώσουν την παρουσία του κ. Ψαραδέλλη όταν διεκδίκησε τον τίτλο του ευγενικού ληστή λέγοντας ότι κατά την ληστεία μία έγκυος γυναίκα πανικοβλήθηκε και αυτός έσπευσε να την βοηθήσει για να ηρεμίσει.

Προσέξτε, παρά όλες τις ομολογίες και τα στοιχεία αυτά οι εκ Παρισίων διανοούμενοι παρά ταύτα θεωρούν αβάσιμη την κατηγορία κατά του Ψαραδέλλη. Ο κ. Ψαραδέλλης απολογούμενος στο ακροατήριο αρνήθηκε τα πάντα και συγκεκριμένα για την μία κατηγορία, τοποθέτησε τη μία ληστεία στο ΄83, έτσι τον βόλευε και την άλλη βέβαια για τα χρήματα.

Εν πάση περιπτώσει ο κ. Ψαραδέλλης είναι ο μόνος που στηρίζει τις απόψεις των αξιοτίμων διανοουμένων εκ Παρισίων. Όμως οι διανοούμενοι αυτοί δεν σκέφτηκαν ότι και εδώ εις τα Βαλκάνια η ζωή των ανθρώπων είναι το ίδιο πολύτιμη όπως και εις Παρισίους και ότι κι εδώ πονάμε το ίδιο και υποφέρουμε το ίδιο. Ότι και εδώ έχουμε τις αξίες μας και ότι τα ιδεολογήματά τους δεν μπορεί να είναι ισοπεδωτικά για μας.

Εμείς οι Βαλκάνιοι δεν επιτρέπουμε εκπτώσεις. Δεν υπάρχουν κείμενα και μανιφέστα καλά μόνο για την Ανατολή οι διανοούμενοι. Όπως δεν θα διανοούνταν οι διανοούμενοι αυτοί να υπογράψουν τέτοια κείμενα στη Γαλλία υπέρ κλειστών τραπεζών για να αναγνωστούν αυτά στο Παρίσι, έτσι και η ελληνική κοινωνία πρέπει να τα απολακτίσει και να τους στείλει το μήνυμα.

Εάν κύριοι διανοούμενοι η ληστεία υπέρ της έκδοσης τροτσκιστικών βιβλίων δεν είναι κοινωνικώς ανεκτή εις Παρισίους, ούτε και στα Βαλκάνια είναι. Εάν για το Παρίσι δεν θα τολμούσατε να υπογράψετε κείμενο που να δικαιολογεί τέτοια ληστεία, γιατί εκεί θα αντιμετωπίζατε τουλάχιστον το ειρωνικό μειδίαμα. Ούτε κι εδώ μπορείτε. Ούτε και εδώ είναι ανεκτό και η ελληνική κοινωνία σας αντιμετωπίζει με το ίδιο ειρωνικό μειδίαμα. Δεν είμαστε υποβαθμισμένης ποιότητας άνθρωποι οι εδώ αποδέκτες του αφ’ υψηλού μηνύματός σας.

Κύριοι Δικαστές όλοι αυτοί που τόσο εύκολα και με τέτοιο πάθος εκπληκτικά προσπαθούσα να αντιληφθώ κατά την κατάθεσή τους ως μαρτύρων τι συμβαίνει. Σας βεβαιώνω κύριοι Δικαστές γιατί τέτοιο πάθος υπέρ δολοφόνων, ληστών, κλεφτών και τρομοκρατών; Γιατί; Γιατί αυτό το ενδιαφέρον; Όλοι αυτοί που τόσο εύκολα υπερασπίστηκαν τρομοκράτες, που μάλιστα κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο αποδέχτηκαν την ενοχή τους, έχουν ομολογήσει. Το ότι δεν τα είπε ο Κουφοντίνας και τους μάζεψε στη στρούγκα?

???.: (Εκτός μικροφώνου)

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο καθένας έχει την άποψή του. Εσείς κρατήστε τη δική σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είπαμε να μην μιλάμε; Μην είμαστε μικρά παιδιά! Μην νιώθουμε δηλαδή ότι είμαστε δάσκαλοι σε Νηπιαγωγείο. Τέτοια απαξιωτικά λόγια δεν επιτρέπονται. Μετά από λίγο θα αρχίσουν να μιλούν οι συνήγοροι. Τα ίδια θα γίνονται;

???.: (Εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν υπάρχει πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι πάντα εικονική.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριοι Δικαστές όλοι αυτοί οι οποίοι αποδέχτηκαν την ενοχή τους, ή η ενοχή τους αποδεικνύεται περίτρανα από ατράνταχτα στοιχεία, έβαλαν ποτέ τους εαυτούς τους στη θέση των μελών των οικογενειών των θυμάτων της τρομοκρατίας; Μπήκαν ποτέ στη θέση του Μιχάλη Περατικού και των άλλων, του αδελφού του Μπακογιάννη και όλων των άλλων να μην ξεχάσω να τους μνημονεύσω; Γιατί οι ψυχές των νεκρών θυμάτων της 17Ν πλανώνται εις την αίθουσα ταύτην και ζητούν δικαίωση. Ζητούν δικαίωση οι ψυχές των νεκρών εκεί όπου είναι το σώμα τους, οι ψυχές τους είναι σε αυτή την αίθουσα.

Να σας πω και κάτι κύριοι Δικαστές; Στη διάρκεια της δίκης -γι’ αυτούς που πιστεύουν στην αθανασία της ψυχής- εδώ ήταν οι ψυχές. Δικαίωση. Όχι εκδίκηση. Έβαλαν οι εκ Παρισίους διανοούμενοι ποτέ τους εαυτούς τους στη θέση των μελών των οικογενειών των θυμάτων της τρομοκρατίας; Όχι φυσικά. Αν όμως είχαν χάσει το παιδί τους, το γονιό τους, ή το σύζυγό τους από μια τρομοκρατική πράξη σίγουρα άλλα πράγματα θα έλεγαν.

Με συγχωρείτε κ. Πρόεδρε για το μικρό χάσμα, αλλά να βάλω λιγάκι τα χαρτιά μου σε τάξη. Επανερχόμενος στην εξελικτική πορεία των γεγονότων σημειώνω ότι οι κατηγορούμενοι με τα σαθρά προσχήματά τους, με τη συνεχιζόμενη εγκληματική τους δράση επί 27 έτη και υπό αυτές τις συνθήκες που προανέφερα κατόρθωσαν να δρουν και να επιβιώνουν όλα αυτά τα χρόνια στην Ελλάδα, να λυμαίνονται την ασφάλεια και την ευταξία του τόπου. Να προκαλούν ασύλληπτοι την έννομη τάξη και τη δικαιοσύνη.

Αλλά είναι γνωστό όλα τα πράγματα έχουν αρχή και τέλος. Έτσι και στην προκειμένη περίπτωση της 17Ν έφτασε η ώρα για να ξεκινήσει η αντίστροφη πορεία για τους τρομοκράτες και άρχισε εκείνο το βράδυ της 29ης Ιουλίου του περασμένου χρόνου, τότε που μετά την τοποθέτηση της πρώτης βόμβας από τον Σάββα Ξηρό ως αυτουργό και με την παρουσία του Δημήτρη Κουφοντίνα ως συνεργού τότε, η δεύτερη βόμβα που κρατούσε στα χέρια του ο Σάββας Ξηρός και την είχε έτοιμη να την τοποθετήσει, πάντα για τρομοκρατικούς σκοπούς, στο επιλεγμένο από τη 17Ν και από τους τρομοκράτες αυτούς σημείο του Πειραιά.

Τότε, τη στιγμή εκείνη που τη μετέφερε στα χέρια του εξεράγη ξαφνικά και λίγο πριν την τοποθέτησή της. Εξεράγη στα χέρια του και τότε άρχισε το ξήλωμα της τρομοκρατίας. Φάνηκε η αρχή του τέλους της 17Ν της οποίας τα μέλη βρίσκονται ήδη κατηγορούμενοι ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Τα αποτελέσματα της έκρηξης εκείνης ήταν ιδιαίτερα οδυνηρά για το μεταφορέα της βόμβας Σάββα Ξηρό. Τα θραύσματα και τα αέρια της έκρηξης του προκάλεσαν βαρύτατο, σχεδόν καθολικό πολυτραυματισμό και έντονη αιμορραγία ιδίως στο στήθος, στο πρόσωπο, στα αυτιά και στα μάτια.

Έτσι πολυτραυματισμένος και αιμόφυρτος μεταφέρθηκε από τον τόπο της έκρηξης στο Τζάνειο νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες. Στη διαδρομή μέσα στο ασθενοφόρο βρισκόμενος στο σκοτάδι της προσωρινής τύφλωσης ακούστηκε να ψελλίζει όπως ειπώθηκε την ίδια βραδιά από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης «Θέλω να ζήσω›.

Ήταν η κραυγή αγωνίας ενός ανθρώπου που βλέπει μπροστά του το θάνατο. Την ώρα εκείνη το Σάββα Ξηρό δεν τον ενδιέφερε τίποτε άλλο, παρά ο ανθρώπινος πόθος του για ζωή. Δεν τον απασχολούσε και δεν σκεφτόταν τίποτε άλλο παρά την ίδια την επιβίωση, τη σωτηρία του, την αποφυγή του θανάτου του, την ίδια του τη ζωή που καταλάβαινε ότι έσβηνε από στιγμή σε στιγμή.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Ούτε το όνομά μου δεν είπα!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: «Θέλω να ζήσω› μονολογούσε ο πολυτραυματίας.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Χωρίς πνευμόνια μιλούσα!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Χωρίς να τον ενδιαφέρει τότε ούτε η Οργάνωση, ούτε οι σύντροφοι, ούτε οι γιάφκες, ούτε οι βόμβες, ούτε τα 45ντάρια. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε για νοσηλεία στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ όπου χάρις στις υπεράνθρωπες φροντίδες του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού απεφεύχθη ο κίνδυνος για τη ζωή του και πλέον αντιμετωπίστηκαν με αποτελεσματικό τρόπο οι βαρύτατες βλάβες της ακοής και της όρασής.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Και δημιουργήθηκαν άλλες χειρότερες!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έτσι μπορεί τώρα να ζει, να ακούει, να μιλάει και να σχολιάσει.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Δεν με αφήσατε να απολογηθώ και γι’ αυτό λέτε ό,τι θέλετε τώρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε αυτό το σημείο ο Πρόεδρος συνιστά να μην εξακολουθήσετε αυτό το πράγμα διότι άλλως είμαστε υποχρεωμένοι να σας απομακρύνουμε.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Δεν με αφήσατε να απολογηθώ, σας τα λέω τώρα!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ σας είπα απολογίες υπό αίρεση και με όρους δεν δέχεται το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο δεν είναι δέσμιο κανενός, ούτε εκβιάζεται από κανέναν, έχει την εντολή από τον ελληνικό λαό και από το Σύνταγμα να δικάσει. Δεν πρόκειται εσάς να σας ακούσουμε, ούτε να φοβηθούμε κανένα σας. Δεν υπολογίζουμε κανέναν σας! Σας σεβόμαστε ως κατηγορούμενοι, σεβαστείτε κι εσείς το Δικαστήριο, έστω και λίγο, το ένα δέκατο από ότι σας σέβεται να το σεβαστείτε!

Σ. ΞΗΡΟΣ: Δεν θέλετε να μάθετε ό,τι έγινε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ζητήσαμε από την αρχή, θυμάστε τι λέγατε και τι δεν λέγατε και την άλλη μέρα τα ανακαλούσατε πάλι. Αφήστε μας ήσυχους να κάνουμε τη διαδικασία, διαφορετικά σας έχω προειδοποιήσει ότι θα σας κατεβάσω κάτω.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Κάντε ό,τι θέλετε εγώ θα μιλάω όταν ακούω μπαρούφες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε συνήγορε παρακαλώ συστήστε του, εσείς είστε ένας ήπιος άνθρωπος δεν πρέπει.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Να του συστήσω, αλλά από την έννοια των συνηγόρων οι οποίοι κατά την ώρα που αγορεύει ο κ. Εισαγγελέας δεν παρακολουθούν αλλά διαβάζουν εφημερίδες. Αυτή είναι η προσβολή. Από τη στιγμή την οποία εμείς βάζουμε κάποιο προσωπικό θέμα ενός ανθρώπου ο οποίος ανακρίθηκε όχι για να σωθεί η ζωή του, αλλά για να αποσπάσουν πληροφορίες, συγχωρέστε του τουλάχιστον μια αντίδραση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτή η ιστορία για το Δικαστήριο έχει τελειώσει.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εμείς δεν διαβάζουμε εφημερίδες όταν αγορεύει ο αξιότιμος κ. Εισαγγελέας, εμείς παρακολουθούμε. Αυτή είναι η ποιοτική διαφορά.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ πολύ ούτε εφημερίδες να διαβάζουν, ούτε όμως να διακόπτει κανένας.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ πάρα πολύ, διακόπτουμε 5 λεπτά για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.