Πολιτική
Παρασκευή, 12 Σεπτεμβρίου 2003 19:01

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (12/09/2003) Μέρος 2/6

Και γι’ αυτή την υπόθεση και μου κάνει εντύπωση αν οι κατηγορούμενοι και κυρίως αν η 17Ν θεωρούσε ότι αυτές οι ενέργειες πράγματι προσφέρουν κάτι, δεν μπορώ να καταλάβω πραγματικά γιατί άργησαν τόσο πολύ ν’ αναλάβουν την ευθύνη. Σας επισημαίνω ότι η ανάληψη ευθύνης γίνεται με την προκήρυξη Σόντερς, δηλαδή μια προκήρυξη που βγαίνει ένα χρόνο αργότερα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά έχει απαγγελθεί κατηγορία για έκρηξη με κίνδυνο προσώπων αλλά και πραγμάτων και επιπλέον για απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος των δύο ενοίκων και κυρίως των δύο ανθρώπων που βρίσκονταν μέσα στο γραφείο, το οποίο σε απόσταση 10 εκατοστών χτύπησε η ρουκέτα.

Βέβαια στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνω ότι κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης υπήρξε μια παρέμβαση του Σάββα, ο οποίος είπε «Αφήστε αυτά τα περί διακινδύνευσης και ότι κινδύνευσε ο Πρέσβης διότι η ρουκέτα χτύπησε ακριβώς εκεί που σκοπεύαμε δηλαδή στη μετώπη, 10 εκατοστά πάνω από την πόρτα›. Όσο κι αν αναγνωρίσω τις ικανότητες του Σάββα Ξηρού?

Σ. ΞΗΡΟΣ: Από κάτω δεν υπήρχε παράθυρο. Αν πήγαινε πιο κάτω θα χτύπαγε στο φράχτη, στον περίβολο δεν θα πήγαινε στο παράθυρο που λέτε.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Σου επαναλαμβάνω για μια ακόμη φορά και κυρίως απευθυνόμενος στο Δικαστήριο: εγώ δεν είμαι εκεί.

Σ. ΞΗΡΟΣ: Εγώ ήμουν εκεί αλλά και οι φωτογραφίες όλες το δείχνουν καθαρά. Δεν υπήρχε παράθυρο εκεί.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πάντως εγώ μπορώ να επισημάνω τη συγκεκριμένη μέρα και την συγκεκριμένη ώρα που ο κατηγορούμενος Ξηρός είπε: «Η ρουκέτα χτύπησε εκεί που σημάδευα›. Κοίταξε, κάθε φορά που μιλάμε, αυτά που λέμε δεν φεύγουν αλλά μένουν και παράγουν αποτέλεσμα. Αυτό δεν έχεις ίσως αντιληφθεί.

Σ. ΞΗΡΟΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μα σου λέω ότι εσύ ο ίδιος στα πρακτικά μπορώ να σου επισημάνω και τη συγκεκριμένη ώρα και ημέρα που ειπώθηκε, είπες ότι «Η ρουκέτα χτύπησε εκεί που σημάδευα. Στο γείσο›.

Θέλω να πω όμως ότι όποιες ικανότητες κι αν έχει και πραγματικά αναγνωρίζω αυτό που και οι μάρτυρες είπαν για τον κατηγορούμενο Σάββα Ξηρό ότι είχε εξαιρετικές ικανότητες ως άνθρωπος, δεν μπορώ να δεχτώ ότι αυτό που σημάδευε ήταν τα 10 εκ. πάνω από το παράθυρο και ως εκ τούτου πιστεύω ότι στοιχειοθετείται και η απόπειρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι εκεί που είχε σπάσει ο σωλήνας;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ναι είναι η γνωστή αυτή ιστορία. Έσπασε ο σωλήνας, βρέθηκαν αίματα κλπ., ο Σάββας στις 20 Ιουλίου περιγράφει λεπτομερώς τα γεγονότα γι’ αυτό είπα ότι όταν μιλάμε αυτά που λέμε μένουν, είτε είναι γραπτά είτε είναι προφορικά. Επίσης τα γεγονότα περιγράφει με εξαιρετική ενάργεια και δεν χρειάζεται να αναφερθώ με λεπτομέρειες ο Βασίλης Ξηρός στη δική του απολογία. Ο Βασίλης Ξηρός στη δική του απολογία περιγράφει λεπτομερώς πως εξελίχθηκαν τα γεγονότα.

Στην υπόθεση αυτή ως αυτουργός φέρεται ο Σάββας ο οποίος είναι ο άνθρωπος που πυροδότησε και συνεργοί ο Κουφοντίνας και ο Βασίλης Ξηρός που ήταν οι άνθρωποι που τον συνόδευαν στην ενέργεια αυτή. Η ενέργεια αυτή ήταν μια από τις ενέργειες που έκαναν πολύ θόρυβο ενόψει του στόχου και σας επαναλαμβάνω μου κάνει εντύπωση γιατί η Οργάνωση έκανε ένα χρόνο να αναλάβει την ευθύνη της.

Πιστεύω ότι όπως εισάγεται η κατηγορία έχει αποδειχθεί και οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι. Για την ηθική αυτουργία είναι η πάγια σκέψη μου.

Κύριοι Δικαστές μπαίνω σ’ ένα άλλο εντελώς διαφορετικό κεφάλαιο. Είναι το κεφάλαιο που αφορά τις ληστείες. Με δυο ληστείες δηλαδή τη ληστεία στα ΕΛΤΑ Αιγάλεω και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στην Πατησίων ασχολήθηκε ο συνάδελφός μου ο κ. Λάμπρου. Εγώ θα σας απασχολήσω με όλες τις άλλες περιπτώσεις ληστειών.

Οι ληστείες αυτές έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ναι μεν είναι ότι αυτή καθ’ αυτή μια ληστεία ως αδίκημα έχουμε συνηθίσει να θεωρείται και να είναι έργο εγκληματιών του κοινού Ποινικού Δικαίου, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις και στις συγκεκριμένες αυτές περιπτώσεις έχουμε και ειδικότερη συμπεριφορά που προσιδιάζει μόνο σε δράστες που λειτουργούν ως εγκληματίες του κοινού Ποινικού Δικαίου και εννοώ ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις που υπήρξε έστω και υπόνοια αντίστασης, ή υπόνοια παρεμπόδισης της ληστείας από οποιονδήποτε δεν υπήρξε κανένας δισταγμός ο άνθρωπος αυτός να πυροβοληθεί.

Θα τις δούμε μια – μια, αλλά αυτή είναι μια εικόνα η οποία πραγματικά με έχει εντυπωσιάσει. Η παραμικρή κίνηση που έδειχνε ότι είναι δυνατό να παρεμποδιστεί η ληστεία, ο υπάλληλος ή ο αστυνομικός ή ο ταμίας ο οποίος φαινόταν να κάνει αυτή την κίνηση, γινόταν στόχος επίθεσης με πυροβόλο όπλο. Να το πω ξεπεσμό; Αποφεύγω συνήθως να χαρακτηρίζω, με ενδιαφέρουν κυρίως τα γεγονότα. Αλλά πως αλλιώς μπορεί να πει κανείς αυτή τη λογική που είχε αναπτυχθεί στα μέλη αυτής της Οργάνωσης;

Η πρώτη περίπτωση που θα μας απασχολήσει είναι η περίπτωση της ληστείας που έγινε στην Τράπεζα Εργασίας στην οδό Πατησίων. Την ημέρα εκείνη το υποκατάστημα της Τράπεζας δέχτηκε επίθεση, οι δράστες ένοπλοι ακινητοποίησαν τους υπαλλήλους αλλά και πελάτες (σημειωτέον την ώρα εκείνη μέσα στην Τράπεζα ήταν 13 υπάλληλοι και 10 πελάτες) ακινητοποιήθηκαν όλοι συγκεντρώθηκαν σε μια γωνιά και οι δράστες πέτυχαν να αφαιρέσουν 23.570.000 συν ένα 1.860.000 σε συνάλλαγμα και διάφορες ταξιδιωτικές επιταγές.

Πως συνδέεται με τη 17Ν η ενέργεια αυτή; Γιατί όπως αντιλαμβάνεστε σε καμία από τις ληστείες δεν έχουμε αποδοχή της ευθύνης με προκήρυξη. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ήδη κάποιος μάρτυρας Υπεράσπισης θα έλεγα, είχε καταθέσει ότι είναι πάγια αρχή ακόμη και των Οργανώσεων που δρουν έτσι, αλλά και ο Τσελέντης επανέλαβε όταν ήρθε η ώρα της απολογίας του, ότι πάγια αρχή όλων των Οργανώσεων που δρουν όπως δρούσε η 17Ν είναι να προέρχεται η χρηματοδότηση της δραστηριότητάς της από ληστείες.

Αυτό βέβαια δεν ήταν κάτι εντελώς πρωτότυπο θα έλεγα ότι και ο ίδιος ο Κουφοντίνας είχε πει σε κάποια φάση της διαδικασίας «Από πού θέλατε να χρηματοδοτηθούμε; Θα κάναμε έρανο ή θα βγάζαμε κουπόνια; Οι ληστείες γίνονταν για να χρηματοδοτηθεί ο αγώνας μας›

Εδώ όμως θέλω να πω και σας το έχει επισημάνει ήδη ο συνάδελφός μου ότι πολύ φοβούμαι ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Εγώ θα ήμουν πρόθυμος να ακούσω κάποιους κατηγορούμενους που θα έκαναν μια κατάθεση εδώ και θα έλεγαν «Ναι κύριοι το κάναμε για τον αγώνα μας και τα λεφτά πήγαν εκεί, εκεί, εκεί κι εκεί› και να μην σέρνεται αυτή που για κάποιους είναι υπόνοια, αλλά για κάποιους είναι πεποίθηση ότι κάποιοι τουλάχιστον από τους κατηγορούμενους εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός αυτό και την τακτική αυτή την αντίστοιχων Οργανώσεων για να επιλύσουν τα προβλήματά τους, δηλαδή να αποκομίζουν προς το ζην και μάλιστα να αποκομίζουν το ευ ζην.

Γιατί κύριοι Δικαστές κακά τα ψέματα έχουμε κάποια τετράδια τα οποία ο Σάββας είπε ότι είναι πρόχειρες σημειώσεις που κρατούσε ο διαχειριστής που φαίνεται να είναι ο Κουφοντίνας για το που πήγαιναν κάποια χρήματα. Αυτά τα τετράδια φαίνεται να καλύπτουν ένα χρονικό διάστημα δύο ή τριών το πολύ ετών, δηλαδή πρέπει να είναι από το ’91 έως το ’95, αλλά τα ποσά που διακινούνται μέσω αυτών των τετραδίων είναι απειροελάχιστα σε σχέση με τα χρήματα που αποκόμισε η Οργάνωση από τις ενέργειές της.

Μένει έτσι το ερώτημα –και το ερώτημα αυτό πρέπει να το θέσω κι εγώ υπόψη- που βρίσκονται αυτά τα χρήματα και τι ρόλο παίζουν αυτά τα χρήματα και ποιοι διαχειρίζονται σήμερα αυτά τα χρήματα.

Δεν μου αρέσουν τα αστυνομικά σενάρια, αλλά από το μυαλό μου περνάει η ιδέα ότι ενδεχομένως τα χρήματα αυτά, το λιγότερο που κάνουν, είναι να βοηθούν στην ύπαρξη μιας πολυτελούς και πολυμελούς Υπεράσπισης.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Δεν μιλώ για όλους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για 5 λεπτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα ήθελα τον λόγο κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας δούμε τί θα πει ο κ. Εισαγγελεύς πρώτα και μετά θα έχετε τον λόγο.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Εάν ανακαλέσει οτιδήποτε απ’ όσα είπε δεν έχει καμία σημασία, γιατί το θέμα τέθηκε αυτή τη στιγμή και είναι επαναφορά του γνωστού παλιού θέματος που απευθύνθηκε σε οποιονδήποτε δικηγόρο της Αριστεράς που υπερασπίσθηκε ανθρώπους σε μια πολιτική υπόθεση για τα ρούβλια της Μόσχας. Τώρα τα ρούβλια της Μόσχας γίνονται λεφτά των ληστειών. Τα έχουμε ξανακούσει αυτά, τα έχουν ξανακούσει και οι παλαιότεροι, περιμέναμε ότι ζούμε σε διαφορετική εποχή, δεν ζούμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ, πρωτίστως έχει τον λόγο ο κ. Εισαγγελεύς και μετά θα σας δοθεί ο λόγος φυσικά.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, πίστευα ότι με γνωρίζουν όλοι εδώ και 35 χρόνια. Μαθήματα δημοκρατικότητος δεν δέχομαι από κανέναν. Μαθήματα προοδευτικότητος θα έλεγα δεν δέχομαι από κανέναν και κυρίως δε δέχομαι από κανέναν να διαστρεβλώνει τα λόγια μου. Δεν είπα τίποτα που να στρέφεται εναντίον των δικηγόρων.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Όταν λέτε ότι τα λεφτά των ληστειών είναι η αμοιβή των δικηγόρων, πώς δεν είπατε;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ θα απευθύνομαι προς το Δικαστήριο και αυτά που λέω προς το Δικαστήριο θα τα ακούν όλοι. Επαναλαμβάνω ότι αυτά που είπα δεν έχουν καμία μομφή για τους δικηγόρους. Οι δικηγόροι ήρθαν εδώ να υπερασπίσουν κατηγορουμένους σύμφωνα με τον κώδικα περί δικηγόρων και το δικαιακό σύστημα το οποίο έχουμε και το κάνουν με τον καλύτερο τρόπο όπως ο καθένας επέλεξε.

Από την άλλη πλευρά όμως εγώ δεν μπορώ να αφήσω χωρίς εκτίμηση ένα γεγονός που έχει προκύψει από τη διαδικασία. Το γεγονός που έχει προκύψει από τη διαδικασία είναι ότι σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες λειτουργίας αυτής της Οργάνωσης, ένα απ’ αυτά που αναλάμβανε να κάνει η Οργάνωση, ήταν να στηρίξει στο Δικαστήριο τα μέλη της. Δεν ξέρω αν πολλοί από τους δικηγόρους το έχουν υπόψη αυτό.

Σας επαναλαμβάνω ότι οι δικηγόροι δεν πρέπει να αισθάνονται ότι εθίγησαν από αυτή μου την παρέμβαση. Εγώ μάλιστα πιστεύω ότι οι περισσότεροι από σας έχετε έρθει εδώ χωρίς αμοιβή.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Απευθύνατε μία μομφή που είναι πολύ σοβαρή....

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Η παρέμβασή μου δεν είχε την έννοια της μομφής. Δεν είμαι άνθρωπος που μου αρέσουν οι εκρήξεις και οι ρήξεις. Η παρέμβασή μου δεν είχε την έννοια μομφής. Αν έτσι έγινε δεκτή από τμήμα της Υπεράσπισης ή από όλη την Υπεράσπιση, τότε απευθυνόμενος σε όλη την Υπεράσπιση σας λέω ότι το παίρνω πίσω και ζητώ συγνώμη.

Να μου επιτρέψετε να διαβάσω ένα κείμενο, που έχει ήδη αναγνωσθεί:

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να ολοκληρώσει ο κ. Εισαγγελέας, δεν σας δίνω τον λόγο κα Κούρτοβικ.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Έχει ήδη αναγνωσθεί. Αφού το θέλουν κάποιοι άνθρωποι έτσι, πώς θα έπρεπε να αντιδράσουμε εμείς τόσες μέρες όταν κατηγορούμαστε για χουντικοί, για πράκτορες των Αμερικανών, ευθέως εδώ μέσα κι από δικηγόρους; Πώς έπρεπε να αντιδράσουμε;

Σκύβουμε το κεφάλι και λέμε ότι είναι μέσα στα υπερασπιστικά καθήκοντα κι αυτό και κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε. Αλλά δεν θέλω τεχνικές οξύνσεις εδώ μέσα, όταν μάλιστα δηλώνω κατηγορηματικά ότι δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου. Ποια θα έπρεπε να είναι η αντίδραση δικαστού κ. Πρόεδρε που βρίσκεται σ’ αυτή την αίθουσα όταν κατηγορείται ως χουντικός; Όταν ο αδερφός του είναι από τους βασανισμένους και απεταγμένους του ΕΑΤ-ΕΣΑ αξιωματικούς του Ναυτικού; Όταν ο ίδιος έχασε το βαθμό που είχε όταν υπηρετούσε και υπηρέτησε απλός στρατιώτης από κει και πέρα και στωικά ακούει αυτή την επίθεση;

Αυτά δε σας ενδιαφέρουν. Δηλαδή αυτή η αμφισβήτηση που γίνεται συνεχώς προς το Δικαστήριο και το Δικαστήριο κάθεται και στωικά και σιωπηλά τα ακούει, αυτά δε σας ενδιαφέρουν. Είπα κάτι, δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου. Είναι ένα ερωτηματικό: Τί έχουν γίνει αυτά τα λεφτά; Προχώρησα σε ένα ερωτηματικό επιπλέον; Ας το πάρει το ποτάμι.

Μου θυμίζει η τακτική αυτή την τακτική των παλιών δικηγόρων. Δεν έκανα καθόλου δικηγόρος παρά ελάχιστο χρονικό διάστημα, αλλά ξέρω ότι η παλιά τακτική των Ποινικολόγω έλεγε το εξής: Όταν δεν μπορείτε να χτυπήσετε την υπόθεση ή δε μπορείτε να χτυπήσετε και να αντιμετωπίσετε αυτά που λέει κάποιος, χτυπήστε τον ως πρόσωπο.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Μήπως ισχύει και για εσάς αυτό;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ έχω μονάχα να διαβάσω το εξής κείμενο και να σας πω από πού πήρα αφορμή να δημιουργήσω αυτή τη σκέψη. Για να αντιληφθούν οι πάντες, είναι ένα κείμενο όπου έχει αναγνωρισθεί ότι αποτελούσε το καταστατικό της Οργάνωσης. Περιγράφει πώς πρέπει να λειτουργήσουν τα μέλη της και η Οργάνωση σε περίπτωση συλλήψεων. Προδιαγράφει μια μορφή ενεργειών όταν γίνει η σύλληψη και μετά λέει:

«Μετά από την πρώτη στιγμή, η Οργάνωση αναλαμβάνει να βοηθήσει σε όλες τις διαδικασίες: δικηγόρο, οικογένεια, επαφές, καμπάνιες κτλ. Αν μάλιστα καταδικαστεί, η Οργάνωση αναλαμβάνει να κάνει το παν για να τον βγάλει από τη φυλακή›. Έχοντας λοιπόν αυτό το καταστατικό και το γεγονός ότι μας λείπουν κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια, τί μπορεί να είναι αυτό τρωτό για τους επαγγελματίες δικηγόρους......

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (εκτός μικροφώνου)

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: (εκτός μικροφώνου)

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Εν πάση περιπτώσει εγώ αυτό είπα, αυτές ήταν οι προθέσεις μου, το θέμα είναι αν θα μου επιτρέψετε να συνεχίσω την τοποθέτησή μου επί της ουσίας της υπόθεσης. Αλλιώς ενεργήστε με τον τρόπο που νομίζετε ότι πρέπει να ενεργήσετε.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Ο κ. Πρόεδρος είπε ότι θα μας δώσει τον λόγο. Εάν τον έχουμε λοιπόν να πω ότι, κ. Μαρκή, επειδή εκτιμώ πραγματικά αυτή την πορεία σας μέσα στο ρόλο τον οποίο καλείστε να υπηρετήσετε το έργο σας, θεωρώ απαράδεκτη αυτή τη συμπεριφορά. Είναι απαράδεκτη και γίνεται από την πρώτη στιγμή που πήρατε τον λόγο. Μας αποκαλέσατε περιοδεύοντα θίασο ο οποίος γυρίζει ανά την Ελλάδα και συμμετέχει σε εκδηλώσεις για τη Δίκη.

Συμμετείχαμε, ναι, ανά την Ελλάδα ή όπως το θέλετε, σε πολιτικές εκδηλώσεις, όπως είχαμε κάθε δικαίωμα, όπως κάθε Έλληνας πολίτης, δεν καταλαβαίνω γιατί αυτό σας ενοχλούσε και δε σας ενοχλούσε το ότι η Πολιτική Αγωγή σύσσωμη από τις 2/7 πέρυσι, βρίσκεται συνεχώς σε κάθε δελτίο ειδήσεων από το πρωί και σε κάθε εκπομπή, από τις 7 το πρωί μέχρι τις 2 το βράδυ καταγγέλοντας τους κατηγορούμενους, τους μη κατηγορούμενους, όσους συνεργάζονται με τους συνηγόρους τους και όσους άλλους βρίσκονται στον εγγύτερο ή ευρύτερο κύκλο τους, για ταύτιση, συνοδοιπορία ή δεν ξέρω τί άλλο. Αυτό δε σας ενόχλησε. Σας ενόχλησε το ότι συμμετείχαν τρεις-τέσσερις συνήγοροι σε πολιτικές εκδηλώσεις εκφράζοντας τις απόψεις τους.

Επανειλημμένα κάνατε κριτική στον τρόπο με τον οποίο ασκεί τα καθήκοντά της η Υπεράσπιση. Κάνατε κριτική και κακή κριτική στον τρόπο με τον οποίο υπερασπίστηκαν συγκεκριμένοι συνήγοροι συγκεκριμένους κατηγορούμενους και απευθύνατε μομφές, πράγμα που το θεωρώ απαράδεκτο, στους συνηγόρους οι οποίοι ανέλαβαν μετά την παραίτηση άλλων συνηγόρων.

Δε νομίζω ότι έχει ξαναγίνει σε αίθουσες δικαστηρίου να απευθυνθεί τέτοια μομφή σε συνήγορο Υπεράσπισης. Δε νομίζω ότι έχει ξαναγίνει σε δίκες, σε δικαστήρια, ακόμα και στα τριμελή και στα πενταμελή που συνεδριάζουν στο Εφετείο, να απευθυνθεί μομφή σε συνήγορο ο οποίος υπερασπίζεται υπόθεση που έχει αντικείμενο χρηματικό. Δε φαντάζομαι ποτέ σε δίκες περί ναρκωτικών να απευθύνθηκε δικαστής σε συνήγορο Υπεράσπισης να του πει «από πού πληρώνεσαι κύριε που βρίσκεσαι εδώ μέσα›.

Θεωρώ ότι είναι ένα ζήτημα το οποίο θίγει ευρύτερα τους δικηγόρους, θίγει τον Δικηγορικό Σύλλογο, σαν Δικηγορικός Σύλλογος θα πρέπει να σας απαντήσουμε. Θέλω να σας πω κ. Μαρκή ότι μέσα σ’ αυτή την αίθουσα δεν καταγγείλαμε δικαστές, καταγγείλαμε διαδικασίες. Αν τις διαδικασίες, αν τις παρανομίες, τις παρατυπίες τις έκαναν δικαστές, δε φταίμε εμείς, εμείς τις διαδικασίες και τις παρατυπίες καταγγείλαμε. Δικαιώματα υπερασπιστήκαμε σ’ αυτές τις αίθουσες. Αν αυτό σας ενοχλεί, είναι δικό σας πρόβλημα. Αυτός όμως είναι ο ρόλος μας και δεν έχετε δικαίωμα γι αυτό να μας μέμφεστε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θυμάστε σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας στην αρχή, κάποιος δικηγόρος είχε κατά κάποιον τρόπο πει κάτι μειωτικό για τους συνηγόρους της Υπεράσπισης και είχα παρέμβει και είχα πει ότι είναι διακριτός ο ρόλος και η προσωπικότητα απ’ αυτόν των κατηγορουμένων και νομίζω ότι είχαμε πάει πάρα πολύ καλά μέχρι τώρα. Ο κ. Εισαγγελεύς εν τη ρήμι του λόγου του σας λέει «είπα κάτι που εσείς το παρανοήσατε, δεν είχα τέτοια πρόθεση›. Μην πυροδοτούμε άλλο.....

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν είναι μια τυχαία Δίκη, εσείς ο ίδιος το έχετε επαναλάβει πολλές φορές και επίσης δεν είναι τυχαίο το ότι από ομάδες ενδιαφερόντων μέσα στην κοινωνία, έχει εξαπολυθεί κατά των συνηγόρων Υπεράσπισης, ένας ανηλεής διωγμός κατά καιρούς και μια κατασυκοφάντηση. Αυτό έπρεπε να το έχει λάβει υπόψην η Έδρα και πραγματικά, όπως πολλές φορές τονίσατε ότι παίζουμε έναν θεσμικό ρόλο εδώ πέρα, πραγματικά το Δικαστήριο να μας προφυλάξει από τέτοιου είδους επιθέσεις.

Ο συσχετισμός της αμοιβής του δικηγόρου με τον ρόλο που έρχεται να παίξει σε μια ποινική υπόθεση, είναι πάρα πολύ ευαίσθητος. Εγώ θέλω να σας πω κ. Εισαγγελεύ το εξής: Βρισκόμαστε σε μία τραγική θέση, αν μεν όσους μας ρωτάνε πούμε ότι πληρωνόμαστε, εκτιθέμεθα στον κίνδυνο να μας πουν ότι εισπράττουμε από τα χρήματα των ληστειών. Εάν πούμε ότι δεν πληρωνόμαστε, να μας κατηγορήσουν για συνοδοιπόρους. Αυτό είναι ένα τραγικό δίλημμα και γι αυτό εγώ το θεωρώ άτοπο το ότι το αναφέρατε.

Δέχομαι τη συγνώμη σας και πραγματικά να προχωρήσει η διαδικασία, είναι όμως ένα πάρα πολύ ευαίσθητο ζήτημα, το οποίο σε αυτή την περίπτωση δεν έπρεπε να τεθεί. Επίσης, σας άκουσα χθες που αναφέρατε ότι δεν θα πρέπει να ξεχαστεί το θέμα ότι η Υπεράσπιση ζήτησε μια συγκεκριμένη στάση της πολιτείας απέναντι σε έναν Εισαγγελικό λειτουργό ο οποίος εξέφρασε την άποψή του.

Ξέρετε όμως πολύ καλά ότι δεν είναι έτσι απλά τα πράγματα. Η Εισαγγελία είναι ένα θεσμικό όργανο και δε μπορεί οποιοσδήποτε λειτουργός του κράτους να βγαίνει και με μία γνώμη του η οποία είναι τραβηγμένη από τα μαλλιά, να καταδικάζει έναν άνθρωπο παρανόμως να μένει έστω και μία μέρα στη φυλακή.

Είδατε λοιπόν η Υπεράσπιση καλώς ως τώρα έχει θεσμικά επιτελέσει τον ρόλο της και στην προηγούμενη λοιπόν περίπτωση που απέχαμε από τα καθήκοντά μας διαμαρτυρόμενοι για την παράνομη συνέχιση της κράτησης του Παπαναστασίου, επίσης πολύ σωστά λειτουργήσαμε υπερασπιζόμενοι τον θεσμικό μας ρόλο σ’ αυτή την αίθουσα. Αυτό λοιπόν πρέπει να γίνει κατανοητό και να γίνει σεβαστός αυτός ρόλος και από την Εισαγγελική διότι πραγματικά αυτή η Δίκη δεν μπορεί να λειτουργήσει και να φέρει ένα αποτέλεσμα, παρά μόνο εάν ο ένας σεβαστεί τον άλλον.

Εσείς έχετε συμφέρον κ.κ. δικαστές να γίνει σεβαστό το αποτέλεσμα αυτής της Δίκης. Γι αυτό λοιπόν τέτοια πράγματα, όσον αφορά ειδικά στα οικονομικά, είναι πολύ ευαίσθητα.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δε θα ρίξουμε λάδι στη φωτιά, παρακαλώ να τελειώνουμε.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Απευθυνόμενος στο Δικαστήριό σας θα έλεγα ότι εδώ δεν είμαστε Βουλή. Εδώ δε λέμε και διαγράφουμε από τα πρακτικά, ό,τι λέμε γράφεται στα πρακτικά κι έχει συνέπειες, και έχει συνέπειες και η τοποθέτηση του κ. Αναπληρωματικού Εισαγγελέα με αυτή την δήλωση, ότι εμείς οι δικηγόροι πληρωθήκαμε από βαμμένα με αίμα χρήματα. Εμένα αυτό με οργίζει. Με οργίζει ως άνθρωπο, με οργίζει ως Υπερασπιστή. Δεν το άκουσα υπερασπιζόμενος στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε υποθέσεις κατηγορουμένων για ναρκωτικά, δεν το άκουσα σε χιλιάδες άλλες υποθέσεις και ήρθα εδώ να το ακούσω σε αυτή την ιστορική Δίκη, ότι εμείς πληρωνόμαστε από αυτά τα χρήματα.

Δεν μπορώ να ηρεμήσω με αυτό κ. Πρόεδρε, διότι με ενοχλεί βαθύτατα η υποκρισία. Διότι όταν λέμε ότι σεβόμαστε τον θεσμικό ρόλο του δικηγόρου, να το εννοούμε. Δεν μπορούμε να λέμε ότι τον σεβόμαστε στα λόγια και στην πράξη να απευθύνουμε αυτές τις μομφές και μάλιστα σε μια περίοδο όπου σε αυτή τη Δίκη επιχειρείται θεσμική υποχώρηση σε όλα τα επίπεδα.

Όταν αντιδράσαμε για το θέμα του Παπαναστασίου, μας καταγγείλατε για εκβιαστές. Τώρα, που καθόμαστε ευλαβικά και ακούμε τις προτάσεις του κ. Εισαγγελέως και του κ. Τακτικού Εισαγγελέως με αυτούς τους χαρακτηρισμούς, με αυτόν τον τρόπο που αγόρευσε, ακούμε και ξαφνικά θα μας πείτε ότι πληρωθήκαμε... Εγώ προσφέρομαι και ομολογώ ότι πήρα τα χρήματα, να μου ασκήσει δίωξη ο κ. Εισαγγελεύς με τον 2331/95 για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Να τελειώνουμε επιτέλους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Χρυσικόπουλε δεν περίμενα από εσάς τέτοια αντίδραση.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τί περιμένατε κ. Πρόεδρε; Να παραδώσουμε στους νεότερους δικηγόρους λιγότερο κύρος απ’ αυτό που παραλάβαμε; Αυτό περιμένατε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω ότι αυτή η Δίκη ήταν μια δοκιμασία απ’ την οποία οι δικηγόροι βγήκαν με πολύ μεγαλύτερο κύρος.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δε βγαίνουν με αυτές τις τοποθετήσεις. Και εγώ δεν είμαι διατεθειμένος να παραδώσω λιγότερο κύρος στις επόμενες γενιές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας το αφήσουμε ετούτο το θέμα, δεν είναι αυτό που χαρακτήρισε ετούτη τη Δίκη. Τη χαρακτήρισε ο αλληλοσεβασμός περισσότερο.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εάν αυτή η Δίκη χαρακτηρισθεί πολιτισμένη δεν έχουμε συμμετάσχει κι εμείς; Δεν είναι κατάκτηση της δημοκρατίας ότι είναι επιλογής δικηγόροι εδώ και παρίστανται; Θέλατε μια Δίκη με διορισμένους αυτεπαγγέλτως δικηγόρους; Τί αξία θα είχε η όποια απόφαση θα βγάζατε με αυτεπαγγέλτως διορισμένους δικηγόρους;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είχα τονίσει σε κάποια στιγμή, όταν είπαν οι κατηγορούμενοι ότι δε μπορούμε να βρούμε μάρτυρες, δε μπορούμε να βρούμε δικηγόρους, ότι επιλέξατε τους καλύτερους δικηγόρους της Αθήνας και όλοι το θεώρησαν υπερβολή. Δεν είναι υπερβολή.

(διαλογικές συζητήσεις)

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ: Αισθάνομαι έντονη την ανάγκη να υπερασπίσω τον εαυτό μου αλλά και κάποιους από την Υπεράσπιση οι οποίοι δε λαμβάνουν το λόγο, από δυσφημιστικές και συκοφαντικές αιτιάσεις, πολύ μάλιστα όταν αυτές προέρχονται από Εισαγγελικό λειτουργό κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Δέχομαι οποιαδήποτε σκέψη μπορεί να κατατείνει από πλευράς κ. Εισαγγελέως στη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας. Δεν δέχομαι όμως την εκτόξευση ηθικής και νομικής απαξίας σε βάρος μου, όταν μάλιστα δεν προέκυψε αυτό από κανένα απολύτως στοιχείο της διαδικασίας.

Εγώ δέχτηκα την άποψη του κ. Εισαγγελέως ο οποίος ζήτησε συγνώμη. Το θέμα όμως είναι το εξής: Επανέρχομαι διότι είδα ότι η δήλωση συγνώμης δεν είναι δήλωση και αποδοχή, η δήλωση συγνώμης δεν δίνεται υπό προϋποθέσεις, η δήλωση συγνώμης δίνεται όταν κάποιος αναγνωρίζει ότι πράγματι αυτό το οποίο είπε ήταν ατόπημα.

Εάν τίθεται έτσι, εγώ τη δέχομαι αυτή τη δήλωση, γιατί όταν μιλάει κάποιος αρκετές ώρες μπορεί να κάνει ένα λάθος, αυτό είναι δεδομένο. Δεν δέχομαι όμως μετά τη δήλωση της συγνώμης, την αναφορά σε τετράδια από τα οποία κατά την άποψη του κ. Εισαγγελέως, προκύπτει αυτό το οποίο είπε. Και όχι μόνο σε τετράδια αλλά και στο καταστατικό. Δεν προκύπτει αυτό που είπε. Το τί λέει το καταστατικό δεν έχει σχέση με όλα αυτά. Εγώ θα τη δεχόμουν προσωπικά εάν χωρίς καμία προϋπόθεση και ανεξάρτητα αν κάποιοι από την Υπεράσπιση τη δέχονται ή όχι, ο κ. Εισαγγελεύς επαναλάμβανε την άποψή του ότι πράγματι ήταν μια λανθασμένη ατυχής έκφρασή του την οποία παίρνει πίσω.

Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Κύριε Πρόεδρε, έχοντας την πολυτέλεια να είμαι από τους νεότερους συναδέλφους, απλώς ένα ερώτημα ανέκυψε από την τοποθέτηση του κ. Εισαγγελέως και θα ήθελα κάποια στιγμή αν γίνεται να απαντηθεί. Χτες στην τοποθέτησή του αναφέρθηκε για το πως απευθύνεται και τι κατευθυντήριες γραμμές δίδει στους εκκολαπτόμενους νεότερους συναδέλφους του. Θα ήθελα πολύ να μάθω πως θα ερμήνευε τη σημερινή του τοποθέτηση, στους νεαρούς συναδέλφους του, ή έστω σε μέρος αυτών.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Ραχιώτης έχει τον λόγο, αλλά μην θυμώστε και κοκκινίσετε.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα ήθελα να πω δυο κουβέντες χωρίς σχόλια κ. Πρόεδρε, γιατί το θέμα είναι σοβαρό, δεν είναι απλό και δεν έχει σχέση με τα χρώματα των δερμάτων του καθενός μας.

Αυτό που θα ήθελα να πω είναι ότι το ότι αυτές οι φράσεις εκστομίστηκαν από Εισαγγελέα Εφετών και μάλιστα από το συγκεκριμένο Εισαγγελέα Εφετών που είναι συνδικαλιστής και Πρόεδρος του συνδικαλιστικού οργάνου των Εισαγγελέων έχει μια ιδιαίτερη σημασία, γιατί αυτό σημαίνει ότι έχει αίσθηση και της τακτικής και των λόγων και θα έλεγα έχει μια πολιτική αίσθηση των πραγμάτων την οποία έχει αποδείξει, οπότε δεν ξέφυγαν αυτά τα λόγια και κυρίως δεν απευθύνονται μόνο σε εμάς. Λέμε κάτι για να το ανακαλέσουμε μετά, αλλά να μείνει.

Βεβαίως η διαφορά με τον κ. Εισαγγελέα είναι ότι στερείται πρωτοτυπίας σε αυτά που είπε. Ο Κακαουνάκης αυτά τα έλεγε όλο το καλοκαίρι πέρσι και σας το θυμίζω αυτό το πράγμα. Σταμάτησαν βέβαια αυτοί να τα λένε, είναι πολύ λυπηρό που όταν κι αυτοί σταμάτησαν, όταν κατάλαβαν δηλαδή τι λένε τελικά, να επαναφέρονται αυτά από την εισαγγελική Έδρα και από έναν άνθρωπο που όπως είπα έχει αίσθηση της τακτικής κι έχει και ένα πολιτικό αισθητήριο, το οποίο έχει φανεί σε αυτή την αίθουσα.

Επειδή έχει αυτά τα προσόντα, το να κάνει μια τέτοια τοποθέτηση που θα μπορούσα να την ακούσω από έναν άλλο και να μην της δώσω τόσο σημασία, τη βλέπω ιδιαίτερα ανήθικη και αντιδεοντολογική. Αυτή είναι η γνώμη μου για την τοποθέτηση που έκανε ο κ. Εισαγγελέας.

Θα ήθελα να σας πω ότι δεν είναι προσωπικά μειονεκτήματα του κ. Εισαγγελέα αυτά, αλλά είναι αυτό που ζούμε εδώ πέρα: η αντίληψη που εκφράζει ο κ. Εισαγγελέας με αυτά που λέει, είναι ότι εδώ έχουμε μια πολιτική δίκη, δικάζουμε πολιτικούς αντιπάλους και σε τέτοιες συνθήκες όλα επιτρέπονται και όλα τα χτυπήματα κάτω από τη μέση και όλα τα μέσα μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις εναντίον τους και μπορεί να σπιλώσεις και υπερασπιστές και πρόσωπα και μάρτυρες και οποιονδήποτε να πεις οτιδήποτε. Αυτό βγαίνει από αυτές τις τοποθετήσεις.

Πλην όμως αυτό είναι θεσμικώς εκβαρβαρισμός. Όταν θεσμικά όργανα μπορούν και τοποθετούνται με τέτοιο τρόπο και μπορούν να κάνουν χτυπήματα κάτω από τη μέση στο όνομα της ασυλίας που δημιουργεί το ότι δικάζεις πολιτικό αντίπαλο και είσαι σε αρμονία με το πολιτικό αίσθημα των από πάνω και είσαι δικαιωμένος ό,τι και να κάνεις σε αυτή την κατεύθυνση, αυτό όμως είναι βαρβαρότητα τελικά. Δεν έχει καμιά σχέση με θεσμούς, δεν έχει καμιά σχέση με δημοκρατία, δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ευαγγελιζόμαστε και –υποτίθεται- πιστεύουμε στο δημόσιο λόγο μας. Έρχεται η ώρα που αποδείχνει ο καθένας ποια είναι η σχέση του με την εξουσία, ποια είναι η ψυχολογία του με το ρόλο που παίζει και αυτά είναι που θα μείνουν τελικά. Θα ξεχαστούν τα χτυπήματα κάτω από τη μέση, αλλά το τι ρόλο έπαιξε ο καθένας εδώ, θα μείνει.

Θα πω τώρα και για το δικό μας το ρόλο γιατί ουσιαστικά αυτό το ερώτημα τίθεται, δεν τίθεται πόσα πήρες, αλλά τι ρόλο παίζεις και εγώ θα σας πω ποιος είναι ο δικός μας ο ρόλος. Εδώ η πλειοψηφία των ανθρώπων που βλέπετε, που δεν είναι πολυτελής Υπεράσπιση και το ξέρετε και σαν απλή ειρωνεία μπορώ να το δεχτώ, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι δεν μπόρεσαν να έχουν τους τρεις δικηγόρους που δικαιούνται σε μια δίκη που κρατά 6 μήνες.

Δεν είναι οι καλύτεροι δικηγόροι της Αθήνας και όλα αυτά που λέτε, οι καλύτεροι δικηγόροι της Αθήνας όπως ξέρετε και οι επώνυμοι δικηγόροι βρίσκονται ή στην άλλη όχθη ή δεν βρίσκονται εδώ. Αυτές είναι οι αλλαγές των καιρών και εγώ μόνο σαν ειρωνεία δέχομαι αυτές τις τοποθετήσεις που κάνετε, γιατί γνωριζόμαστε και πολύ περισσότερο εσείς γνωρίζετε καλύτερα. Απλώς ειρωνεύεστε την Υπεράσπιση με αυτά που λέτε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ειρωνεύομαι κ. Ραχιώτη.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Να ολοκληρώσω κ. Πρόεδρε αν μου επιτρέπετε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μην μου λέτε εμένα προσωπικά ότι ειρωνεύομαι κανέναν.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αυτό λέτε όταν λέτε ότι «είστε οι καλύτεροι δικηγόροι της Αθήνας› μόνο ως ειρωνεία μπορούμε να το δεχτούμε, γιατί καταλαβαίνουμε πολύ καλά τι λέτε και ξέρουμε πρόσωπα και πράγματα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν όλα τα ερμηνεύετε κατ’ αυτό τον τρόπο, φοβάμαι ότι κανένα φαινόμενο

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα ήθελα να συνεχίσω σε αυτό το σημείο και να πω ότι όλος αυτός ο κόσμος έχει περάσει από πολλές πολιτικές δίκες της Αριστεράς και δεν είναι η πρώτη φορά που υπερασπίζεται ανθρώπους που προέρχονται από την Αριστερά, από οποιαδήποτε έκφρασή της από αναρχικούς μέχρι ανθρώπους του Συνασπισμού οποτεδήποτε, δεν ήρθε σε αυτά τα έδρανα για να πλουτίσει και το ξέρετε πολύ καλά, ακόμη κι όταν λέτε το αντίθετο. Γιατί είναι η πολιτική που ασκείται να πείτε το αντίθετο.

Αν βρέθηκαν αυτοί οι άνθρωποι εδώ, βρέθηκαν γιατί δεν πλούτισαν και το ξέρετε ότι δεν έχουν πλουτίσει γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίζονται σε τέτοιου είδους δίκες. Είμαστε χρόνια εδώ. Δεν ξέρω εσείς αν είστε και πόσες φορές έχετε δικάσει, αλλά η δική μας συμμετοχή σχετίζεται με τις αγωνίες αυτού του τόπου ν’ αλλάξουν πέντε πράγματα, να πάμε δυο πράγματα μπροστά και όχι για να γίνουμε πλούσιοι. Εμείς δεν έχουμε πρόθεση να πάμε στο Κολωνάκι, ούτε να πιάσουμε τους μεγάλους πελάτες της ελίτ. Τα ξέρετε αυτά τα πράγματα και κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε. Αλλού ψάξτε τα να τα βρείτε αυτά και ξέρετε που θα τα βρείτε.

Επιπλέον εμείς εδώ ήρθαμε για να αντισταθούμε σε ένα κλίμα που το δημιούργησε το κράτος, στο οποίο κι ένα κομμάτι του δικαστικού Σώματος είχε πολύ σημαντική συμμετοχή στο να διαμορφωθεί έτσι όπως διαμορφώθηκε αυτή η τρομο-υστερία. Αντιστεκόμενοι σε αυτό το πράγμα ήρθαμε εδώ και εν πάση περιπτώσει δεν θα μείνει τίποτα από αυτή την τοποθέτησή σας, ότι πληρωνόμαστε με λεφτά των ληστειών. Εσάς θα χαρακτηρίσει και κανένα άλλον.

Δεν είναι η πρώτη φορά -σας είπα και προηγούμενα- όταν δικαζόταν κόσμος στα στρατοδικεία τους λέγατε «μοσχαναθρεμένους› τότε ή οι συνάδελφοί σας που τότε ήταν εν πάση περιπτώσει, τους λέγατε ότι «πληρώνονται με ρούβλια της Μόσχας›. 50 χρόνια ακούγονται αυτά στην Ελλάδα! Δεν βαρεθείτε να τα λέτε; Αλλά ποιος σας πιστεύει πια;

Ποιος σας πιστεύει ότι εγώ πληρώνομαι με τα λεφτά των ληστειών της 17Ν αυτή τη στιγμή; Είμαστε γνωστοί σε αυτό τον κόσμο και η διαδρομή του καθενός μας είναι πολύ γνωστή. Εμείς δεν θα επικαλεστούμε τα παιδιά μας, τους πατεράδες μας και τους παππούδες μας αν ήταν φτωχοί ή πλούσιοι αλλά έχουμε συγκεκριμένες διαδρομές εδώ που είμαστε και αφήστε αυτά «τα λεφτά των ληστειών›, γιατί κι αυτά ακόμη είναι αυθαίρετα.

Πλαστογραφείτε την πραγματικότητα ακόμη και με όσες ληστείες δεχτείτε εσείς ότι τις έκανε η 17Ν και εκεί ακόμη πλαστογραφείτε την πραγματικότητα, εκμεταλλευόσαστε το ότι δεν μιλάει ο Κουφοντίνας, δεν λέει πως διαχειρίστηκε η 17Ν ό,τι χρήματα πήρε –αν πήρε και είναι αυτά τα πράγματα τελικώς αποδειχθούν ποτέ- και το χρησιμοποιείται αυτό για να λοιδορήσετε συνηγόρους. Αν το θεωρείτε εσείς αυτό το πράγμα ηθικό?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τελειώσατε.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αφήστε κ. Πρόεδρε να πω εγώ αν τελείωσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς δεν θα τελειώσετε ποτέ από ότι βλέπω, δεν έχετε σκοπό να τελειώσετε.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Ξέρετε ότι οι δικές μας τοποθετήσεις ήταν από τις συνοπτικότερες που έγιναν μέσα σε αυτή την αίθουσα παρ’ όλο που δέχτηκαν πάρα πολλές διακοπές και το έχω ξαναπεί αυτό, μην με αναγκάζετε να λέω τα ίδια.

Εγώ θέλω να πω γιατί με αφορά και προσωπικά αυτό, όπως αφορά και τον πελάτη μου και τον συνάδελφό μου, ότι η σύντροφος του Γιωτόπουλου προσπαθεί να πουλήσει το σπίτι της για να αντιμετωπίσει τα έξοδα των δικηγόρων, τα έξοδα αυτά που της δημιούργησε αυτή η κατάσταση και δεν πουλιέται το σπίτι της, δεν βρίσκεται μια Τράπεζα να δώσει δάνειο σε αγοραστή για να πουλήσει το σπίτι της και να μπορεί να ζήσει αυτή, να δώσει ό,τι χρειάζεται στον άνδρα της και να πληρωθούν αυτά τα έξοδα της δίκης. Για να ξέρετε ποιος είναι ο κόσμος.

Δεν ξέρω αν ο Αμερικάνος Πρέσβης προσπαθεί να πουλήσει κανένα περιουσιακό του στοιχείο για να πληρώσει τον κ. Αναγνωστόπουλο όπως πρόσθεσε προηγούμενα, ή οποιονδήποτε άλλο, αλλά να ξέρετε σε ποιο πλαίσιο είμαστε εμείς.