Πολιτική
Παρασκευή, 19 Σεπτεμβρίου 2003 21:01

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (19/09/2003) Μέρος 2/6

Σάββας Ξηρός.

Ο κ. Ξηρός ομολόγησε κατά την προανάκριση ότι πράγματι συμμετείχε στη συγκεκριμένη ανθρωποκτονία. Οι ισχυρισμοί του ότι οι απολογίες αυτές ήταν ένα προϊόν βασανιστηρίων, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο. Διαβάστηκε εδώ το πόρισμα της ΕΔΕ, ακούστηκαν όλοι οι μάρτυρες ιατροί και δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι ο κ. Σάββας Ξηρός ελεύθερος, ανεπηρέαστος κατέθεσε ό,τι κατέθεσε.

Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι την πρώτη φορά, 11/7, ο κ. Σάββας Ξηρός είναι πιο συνοπτικός και μάλιστα τότε, στις 11/7, αρνείται, λέει κιόλας ρητά ότι «δε θα σας αποκαλύψω› τότε, που υποτίθεται ότι εξαναγκαζόταν από την Αντιτρομοκρατική και δεν είχε την ικανότητας της μνήμης, της αντοχής, τίποτα. «Δε θα σας αποκαλύψω› είχε τότε το θάρρος να πει «ποιος είναι ο Μανόλης›. Έρχεται λοιπόν στις 20/7 και περιγράφει τη συγκεκριμένη ανθρωποκτονία.

Συγχωρήστε με που θα την αναγνώσω, αλλά είναι η πιο αναλυτική: «Ο Λάμπρος αποφάσισε ότι έπρεπε να γίνουν δύο ενέργειες με στόχους έναν του ΠΑΣΟΚ και έναν της Ν.Δ. Μετά τον Πέτσο, η επόμενη ενέργεια ήταν σε βάρος του Βουλευτή Μπακογιάννη. Στην ενέργεια αυτή πήραμε μέρος εγώ, ο Λουκάς και ο Χάρης, ίσως και τέταρτο άτομο που χρησιμοποιήθηκε ως οδηγός αυτοκινήτου διθύρου κίτρινου χρώματος με δύο πόρτες. Στο σημείο πήγαμε εγώ, ο Λουκάς και ο Χάρης. Εγώ έμεινα απέξω, στο απέναντι από την είσοδο πεζοδρόμιο επί της οδού Σόλωνος. Η αποστολή μου ήταν να δω όταν φτάσει το αυτοκίνητο του Βουλευτή. Εγώ ειδοποίησα σύμφωνα με το σχέδιο, παρόλα αυτά ο Λουκάς και ο Χάρης μπήκαν στην είσοδο κι εγώ άκουσα δύο πυροβολισμούς. Από το σημείο βαδίζονας φύγαμε και αφού επιβιβαστήκαμε στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο τέταρτος, κινηθήκαμε στην περιοχή του Λυκαβηττού και εγκαταλείψαμε το αυτοκίνητο στη Νεάπολη. Εδώ θυμήθηκα ότι λίγο μετά τους πυροβολισμούς μια γυναίκα έπαθε υστερία και τσίριζε. Εγώ της συνέστησα ψυχραιμία›.

Η λέξη αυτή, «ψυχραιμία›, είναι χαρακτηριστική του κ. Σάββα Ξηρού. Και είναι χαρακτηριστική γιατί: Καταρχήν το γεγονός ως γεγονός ουδείς το αμφισβητεί και από τους αυτόπτες μάρτυρες, ότι πράγματι κάποια κυρία φώναζε, απευθύνθηκε ένας εκ των συμμετόχων της ανθρωποκτονίας και της συνέστησε να ηρεμήσει. Η ψυχραιμία αυτή, τη λέξη αυτή, επαναλαμβάνει ο κ. Σάββας Ξηρός και στην συνέντευξή του, αυτή την περίφημη συνέντευξη στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο.

Ρωτά ο κ. Τριανταφυλλόπουλος: «Είπα ότι ήσουν πολύ ψύχραιμος, ήρεμος, ψύχραιμος όπως πάντα και όπως σε όλες τις ενέργειες, έτσι και τώρα›. Ο κ. Σάββας Ξηρός ομολογεί, η ομολογία του είναι ένα νόμιμο αποδεικτικό μέσο και συνδυαζόμενη με όλα τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία συνηγορούν στην στοιχειοθέτηση της κατηγορίας που του αποδίδεται.

Τζωρτζάτος: Ο κ. Τζωρτζάτος και εκείνος στις 18/7 ομολογεί ότι ήταν εκείνος που ήταν στο αυτοκίνητο, στο SEAT, στην οδό Σκουφά και Σόλωνος. Το περιεχόμενο δε της προανακριτικής του αυτής απολογίας επιβεβαιώνει και ενώπιον της Ανακρίτριας στις 19/7 παρουσία βεβαίως και δύο συνηγόρων. Συνδυάζεται δε από τις απολογίες και των λοιπών συγκατηγορουμένων και μη, όπως του Χριστόδουλου Ξηρού.

Ο ισχυρισμός του κ. Τζωρτζάτου περί βασανιστηρίων απορρίφθηκε και αυτός ορθώς από το Δικαστήριό σας. Μάλιστα δε θα ήθελα να υπογραμμίσω το εξής στο σημείο αυτό. Ο κ. Τζωρτζάτος στην απολογία του ενώπιον του Επίκουρου Εφέτη Ανακριτή κ. Πετρόπουλου στις 23/10/2002 όπου εκεί κάνει λόγο για ό,τι είναι δυνατόν, άσκηση βίας, κατάποση πορτοκαλάδας, ό,τι είναι δυνατόν, ό,τι είχε ακουστεί μέχρι τότε και συνεχίζει και λέει ότι είχε πρόβλημα δισκοπάθειας και μάλιστα λέει ο κ. Τζωρτζάτος «έχω δώσει και στον γιατρό του Κορυδαλλού αξονική τομογραφία για να μου επιτραπεί να φορώ ειδική ζώνη›.

Δηλαδή τον κ. Τζωρτζάτο τον είδε γιατρός του Κορυδαλλού και όπως εδώ αποδείχθηκε κατά τη διαδικασία, όλους τους κ.κ. κατηγορουμένους ο γιατρός του Κορυδαλλού τους έβλεπε τις πρώτες ημέρες που είχαν προσαχθεί στη φυλακή. Πώς λοιπόν ο κ. Τζωρτζάτος δεν έδειξε σε κάποιον από τους γιατρούς αυτούς, αυτούς τους μώλωπες που είχαν απομείνει μέχρι τον Δεκέμβριο όπως ισχυρίζεται στο σώμα του;

Γιατί ακριβώς δεν υπήρχαν, γιατί ακριβώς οι μώλωπες αυτοί από την ίδια την σύζυγο του κ. Τζωρτζάτου μετατρέπονται σε έκζεμα. Αυτό που είδε η σύζυγος του κ. Τζωρτζάτου και κατέθεσε ενώπιόν σας ήταν ένα έκζεμα, ένα δερματικό νόσημα και όχι μώλωπας. Επιτέλους, ο παραλογισμός έχει κι αυτός τα όριά του.

Ο κ. Τζωρτζάτος και η Υπεράσπισή του ισχυρίστηκε ενώπιόν σας ότι δεν ήταν αυτός που ήταν στο SEAT και μάλιστα εναγωνίως έψαχνε η Υπεράσπιση να αποδείξει ότι δεν υπήρχε τέταρτο άτομο στο αυτοκίνητο. Μάλιστα ζήτησε να κληθεί και η κα Αγγελοπούλου. Η κα Αγγελοπούλου ήρθε εδώ και κατέθεσε στις 23/4 ενώπιόν σας, θυμόταν κατά το ακροατήριο μόνο τον έναν, είπε δε ότι «από αριστερά, δηλαδή από την πόρτα του οδηγού, δεν μπήκε κανένας›. Πράγμα που σημαίνει ότι στη θέση του οδηγού ήταν πράγματι ένα τέταρτο πρόσωπο, ο κ. Τζωρτζάτος.

Αυτό δεν το λέει το πρώτον η κα Αγγελοπούλου ενώπιόν σας, αλλά ήδη το είχε καταθέσει και στην προανακριτική της κατάθεση 28/9/1989. Είδε τρεις άντρες να βαδίζουν. Είδε ότι ο ένας απ’ αυτούς ήταν μελαχρινός, με σπαστά μαύρα μαλλιά χτενισμένα και είχε και χειρουργικά γάντια. Αυτός άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού, μπήκαν οι άλλοι δύο και μετά μπήκε κι αυτός. Και είναι απολύτως λογικό να ανοίξει αυτός την πόρτα του συνοδηγού, διότι όπως προκύπτει και από τη σχετική έκθεση το αυτοκίνητο χρώματος κίτρινου που όλοι το αναγνώρισαν, το SEAT, ήταν δίπορτο.

Ανοίγει λοιπόν η πόρτα του συνοδηγού, μπαίνουν οι άλλοι δύο μέσα, η θέση του οδηγού δεν ανοίγει διότι πράγματι στη θέση αυτή ήταν ο Βασίλειος Τζωρτζάτος. Κατά την κατηγορία και οι δύο άνθρωποι αυτοί έφεραν όπλα, χαρακτηρίζονται ως ένοπλοι. Δηλαδή ο Βασίλης Τζωρτζάτος και ο Σάββας Ξηρός. Νομίζω ότι αυτό πράγματι ευσταθεί διότι απ’ όλη την αποδεικτική διαδικασία προκύπτει και έχει κατατεθεί ότι σε όλες τις ενέργειες, εκείνοι που συμμετείχαν έφεραν όλοι μαζί τους όπλα για λόγους άμυνας, για λόγους οργάνωσης. Αυτό το επιβεβαιώνει και ο ίδιος ο Τζωρτζάτος στην ανακριτική του κατάθεση.

Αλέξανδρος Γιωτόπουλος: Σύμφωνα με την κατηγορία, με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη και έχει και φυσική παρουσία κατά το βούλευμα. Η φυσική του παρουσία είναι άγνωστο –βεβαίως ο Χριστόδουλος Ξηρός τον αναφέρει αλλά αυτό ας το αξιολογήσει το Δικαστήριο, εξάλλου η νομική του σημασία είναι ελάχιστη ενόψει της κατηγορίας που του αποδίδεται, δηλαδή της ηθικής αυτουργίας.

Όπως ήδη ο αξιότιμος Αναπληρωματικός κ. Εισαγγελέας, ο κ. Μαρκής εξέθεσε για το θέμα της ηθικής αυτουργίας, η σχετική διάταξη του Ποινικού Κώδικα δεν απαριθμεί πλέον περιοριστικά τους τρόπους πρόκλησης της απόφασης στον φυσικό αυτουργό. Αρκείται στο αποτέλεσμα της δημιουργίας αυτής της απόφασης με οποιονδήποτε τρόπο.

Στην υπόθεση του Παύλου Μπακογιάννη, όπως ήδη αναγνώστηκε το κομμάτι της απολογίας του Σάββα Ξηρού, οι ίδιοι οι συγκατηγορούμενοι ομολογούν ότι ηθικός αυτουργός είναι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Εδώ όμως θα ήθελα να γίνει μια διάκριση: Αυτό το ομολογεί ο κ. Σάββας Ξηρός, στη συνέχεια δε ο κ. Τζωρτζάτος αναφέρει ότι «με πρόταση του Λάμπρου και του Λουκά αποφασίσαμε να εκτελέσουμε τον Παύλο Μπακογιάννη›.

Αυτό τί σημαίνει: Ότι ως προς τον Τζωρτζάτο και τον κ. Κωστάρη, η ηθική αυτουργία τελείται κατά συναυτουργία με τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο και τον κ. Δημήτριο Κουφοντίνα. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αυτό στηρίζεται στη λογική. Διότι πράγματι, όπως πολύ σωστά εξέθεσε ο κ. Αναγνωστόπουλος, από ένα χρονικό σημείο και μετά, ο κ. Αλέξανδρος Γιωτόπουλος δεν έβλεπε όλα τα μέλη. Τη γραμμή την έφερνε πλέον ο κ. Κουφοντίνας στο υπόλοιπα μέλη και συγκεκριμένα και στον κ. Κωστάρη.

Αυτό επιβεβαιώνεται και από την κατάθεση του Καρατσώλη, αφού στις συζητήσεις αυτές, όταν ο Κωστάρης πλέον συζητούσε το καλοκαίρι του ’89, -να θυμίσω ότι ο κ. Σάββας Ξηρός αναφέρεται για την πρόταση του Λάμπρου ήδη πριν από την απόφαση για την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του κ. Πέτσου, δηλαδή είναι ένα χρονικό στάδιο το οποίο προηγείται το στάδιο στο οποίο αναφέρεται ο κ. Τζωρτζάτος.

Το ερώτημα που τίθεται πέραν από τις απολογίες αυτές καθαυτές, είναι και με ποιον τρόπο ο κ. Αλέξανδρος Γιωτόπουλος προκάλεσε την απόφαση στους συγκεκριμένους κατηγορουμένους να τελέσουν τη συγκεκριμένη πράξη. Νομίζω ότι δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία στο Δικαστήριό σας ότι σε συνδυασμό με την όλη αποδεικτική διαδικασία, για την ψυχική επίδραση η οποία ασκούσε ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος στα υπόλοιπα μέλη.

Ο Κουφοντίνας όπως αναφέρει και ο Πάτροκλος Τσελέντης, κατέθεσε ενώπιόν σας κατά την απολογία του, ο Κουφοντίνας σεβόταν τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Ο Σάββας αισθανόταν σαν πνευματικό του παιδί, όπως ο ίδιος λέει. Η ιεραρχική του θέση και η προσωπικότητα του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου στη Οργάνωση, η αρχική του θέση και η εν γένει προσωπικότητά του ήταν εκείνη που υπέβαλλε σε όλους τους συγκατηγορουμένους του ότι η συγκεκριμενοποίηση του στόχου που εκείνος επέλεγε ήταν η σωστή επιλογή.

Το ίδιο το καταστατικό της Οργάνωσης συνηγορεί για την άποψη αυτή. Τέθηκε εδώ ένα θέμα «μα είναι δυνατόν, είχαν αλλεργία στους αρχηγούς, είχαν αλλεργία στην ιεραρχική Οργάνωση›. Όχι, είναι σαφές, στο καταστατικό αναφέρεται: «Η Οργάνωσή μας δεν είναι όμιλος συζητήσεων, αλλά μαχητική Οργάνωση και είναι απαραίτητο για λόγους στοιχειώδους αποτελεσματικότητας και πάλης ένα κέντρο εξουσίας της Οργάνωσης. Αυτό το κέντρο χρειάζεται να είναι παρόν στην καθημερινή δουλειά.

¶εργοι ο κ. Κουφοντίνας και ο κ. Αλέξανδρος Γιωτόπουλος για να απασχολούνται μόνο με την καθημερινή δουλειά της Οργάνωσης. Να είναι ευέλικτο, δηλαδή ολιγομελές, ώστε να μπορεί να αποφασίζει γρήγορα, χωρίς αυτό το κέντρο δεν μπορεί να γίνει καμία σοβαρή ένοπλη δράση. Αυτό το κέντρο, αυτή η εκτελεστική γραμματεία. Και λέει: «Συλλογικός προβληματισμός στους κόλπους της Οργάνωσης; Βεβαίως. Αλλά οι απόψεις των πυρήνων ξαναγυρίζουν στην εκτελεστική γραμματεία που αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη τις μερικές απόψεις και τον προβληματισμό αλλά χωρίς αυτές να αποτελούν επιτακτική εντολή. Σε κάθε περίπτωση η εκτελεστική γραμματεία έχει την πολιτική ευθύνη της απόφασης και λογοδοτεί στη συνδιάσκεψη›.

Το ίδιο λοιπόν το καταστατικό διαψεύδει τον ισχυρισμό ότι δεν υπήρχε ιεραρχική δομή. Το κέντρο αυτό της εξουσίας, αποτελείτο από δύο πρόσωπα: Τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο και τον Δημήτρη Κουφοντίνα, με διαφορετικούς ρόλους ο καθένας. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας σεβόταν τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο γιατί ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ήταν εκείνος που χάραζε το ιδεολόγημα της Οργάνωσης, το ιδεολόγημα της Οργάνωσης το οποίο φαινόταν στις περιβόητες προκηρύξεις, όπως κι απ’ αυτές προκύπτει, αποδείχθηκε ότι κάθε φορά αναβαθμίζεται ποιοτικά ο κύκλος των υποψηφίωιν θυμάτων.

Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να μην συγκεκριμενοποιεί τον στόχο εκείνος ο οποίος χαράζει και το ιδεολόγημα; Εκείνος ο οποίος ποιοτικά αναβαθμίζει τον κύκλο των υποψηφίων θυμάτων; Κυρίως όμως ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος έχει αφήσει τα αποτυπώματά του στις προκηρύξεις, το μόνο συγγραφικό έργο που έχει να μας επιδείξει. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία. Τα αποτυπώματά του, η διαστρέβλωση της ιστορίας. Το πάθος του για την ένοπλη βία και τον Μπαλζάκ. Τη συκοφάντηση της Αριστεράς και ιδίως τις προσβολές κατά των αντιστασιακών οργανώσεων στην περίοδο της δικτατορίας.

Τα αποτυπώματα αυτά τα άφησε και στις δύο προκηρύξεις που ακολούθησαν τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. Πρώτη προκήρυξη και στο τέλος αυτής. Εδώ οφείλουμε να δώσουμε μια απάντηση σε μια ερώτηση που μας είχαν απευθύνει ορισμένοι δημοσιογράφοι στα πρώτα χρόνια της δράσης μας. Ρωτούσαν τότε θέλοντας να αποδείξουν ότι δεν είμαστε Αριστεροί: «Γιατί δεν έγιναν στη διάρκεια της δικτατορίας τέτοιες ενέργειες σαν τις δικές σας;› Η απάντηση λέει ο κ. Γιωτόπουλος, είναι σήμερα προφανής: Με τέτοιος ανθρώπους σαν τον αντι-εξουσιαστή μας, μπορούσαν ποτέ αντιστασιακές οργανώσεις της άκρας Αριστεράς να αναπτύξουν ένοπλη αντιστασιακή δραστηριότητα;

Αυτό που δυστυχώς πέτυχαν τότε εμποδίζοντας αυτή την ένοπλη αντιστασιακή δράση, προσπαθούν να το πετύχουν και σήμερα. Και συνεχίζει στην δεύτερη προκήρυξη, διαστρεβλώνει πλήρως το μήνυμα του Πολυτεχνείου και λέει γιατί πήραν τον τίτλο αυτό, γιατί πήραν αυτή την ονομασία: «Θέλοντας να προβάλλουμε ότι το βασικό δίδαγμα της εξέγερσης του Νοέμβρη, της αναγκαιότητας, της μελλοντικής σοβαρής αντιμετώπισης του οπλισμού των μαζών και της σοβαρής προετοιμασίας του, επιλέξαμε το όνομά μας Επαναστατικό Οργάνωση 17Ν›.

Αντιμετώπιση οπλισμού των μαζών και σοβαρής προετοιμασίας γιατί σε περίοδο δικτατορίας; Ποιος ήταν ο λόγος αυτός της επανάστασης κατ’ αυτούς, της ψευδο-επανάστασης; Ήταν απλώς για να υπάρχουν, ήταν ο λόγος της ύπαρξής τους. Και συνεχίζει και δεν αντέχει ο κ. Γιωτόπουλος, το έχουμε δε σε όλη την ακροαματική διαδικασία, πολλές φορές να επεμβαίνει και να παρεμβαίνει. Έτσι λοιπόν δεν αντέχει σε όλους τους άσχετους περί Μπαλζάκ και αφιερώνει τρεις παραγράφους να μας μιλά, -για να μην γίνουν ανιαροί λέει για το πλατύ κοινό με μια συζήτηση περί Μπαλζάκ- να μας αναλύει το έργο του Μπαλζάκ, ποιο ήταν το πρώιμο, ποιο ήταν το ύστερο, σε ποιους τόμους, σε ποια βιβλία. Τρεις παραγράφους να δείξει αυτός ότι πράγματι είναι ο μόνος αυθεντικός του έργου.

Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο αυτό το μίσος που φαίνεται στις προκηρύξεις για όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις στην περίοδο της δικτατορίας. Αυτό το λέω διότι η ιστορική πορεία του ανθρώπου που σκότωσαν την 26/9/1989, σφραγίζεται από την αποδεδειγμένη αντιστασιακή του δράση στην περίοδο της δικτατορίας. Ο Παύλος Μπακογιάννης δεν επέστρεψε στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο ή πλαστό πιστοποιητικό αλλά με το μπλε διαβατήριο των προσφύγων του ΟΗΕ, σε αντίθεση με τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ο οποίος φοβόταν μάλλον τον ίσκιο του.

Μετά το 1974 ο Παύλος Μπακογιάννης, όλη του η πορεία χαρακτηρίζεται από τον αγώνα για την ελευθερία, τη δημοκρατία, τον διάλογο τον κοινωνικό. Την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, τον τόπου του που πράγματι αγαπούσε όπως αγαπούσε και τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που επικαλείται η Οργάνωσης 17Ν αλλά το μέλλον του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος και όχι τα πτώματα, οι ακρωτηριασμοί, τα 45άρια. Αυτό μάλλον το ξέχασε η 17Ν ή δε θέλει καν να το θυμάται. Και έτσι τα καταπιεσμένα συναισθήματα του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου βρήκαν διέξοδο στην εχθρότητα και στην βίαιη εκδήλωσή της με την τέλεση ανθρωποκτονιών. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι εναγωνίως η υπεράσπιση του κ. Κουφοντίνα και του κ. Τζωρτζάτου προσπαθούσε να βρει ένα πολιτικό σκεπτικό σε αυτή τη δολοφονία.

Προσπαθούσε, το είδαμε σε όλη την κατάθεση της κας Μπακογιάννη να βρει το πολιτικό σκεπτικό και να το εντοπίσει. Ο κ. Κουφοντίνας όπως ήδη ανάφερα σηκώθηκε και επικαλέστηκε τις προκηρύξεις. Ποιο είναι το πολιτικό σκεπτικό, το ανύπαρκτο κατά την άποψή μου; Ξέχασε ο κ. Κουφοντίνας να μας πει γιατί αναγκάστηκε η Οργάνωση 17Ν να γράψει την δεύτερη προκήρυξη. Η απάντηση είναι απλή.

Η δεύτερη προκήρυξη γράφτηκε ακριβώς επειδή ξεσηκώθηκε λαϊκή οργή για την συγκεκριμένη δολοφονία. Πού είναι λοιπόν το περιβόητο λαϊκό έρεισμα το οποίο επικαλείται ο κ. Κουφοντίνας; Φυσικά είναι ανύπαρκτο και αυτό επιβεβαιώνεται ακόμη και ότι ο Παύλος Μπακογιάννης ήταν μόλις 2 μηνών Βουλευτής. Ένας άνθρωπος τον οποίο επέλεξε ο λαός της Ευρυτανίας για να προασπίσει τα συμφέροντά του και τα δικαιώματά του στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Έτσι λοιπόν οι προκηρύξεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσχηματική δικαιολόγηση των ανθρωποκτονιών. Όμως οι ανθρωποκτονίες παρέμειναν και παραμένουν τραγικά αδικαιολόγητες. Η δε προκήρυξη, το περιεχόμενό της απλώς επιβεβαιώνει την έλλειψη οιασδήποτε ιστορικής λογικής και πολιτικής βάσης.

Εξάλλου και θα ήθελα να το επισημάνω, ο πολιτικός τεντιμποϊσμός όταν αυτός εκδηλώνεται με την τέλεση ανθρωποκτονιών και επιβιώνει από ληστείες δεν είναι πολιτική πράξη, ούτε επαναστατική πράξη. Αλίμονο γιατί ακούστηκε εδώ για το φυσικό δικαίωμα, την άμυνα, αμύνεται ο κ. Κουφοντίνας και ο κ. Γιωτόπουλος και τα μέλη της 17Ν σε υποτελείς του συστήματος. Αλίμονο! Να φορτώσουμε σε ένα φυσικό δικαίωμα την χυδαιότητά μας και την αγριότητά μας βεβαίως. Αυτό ασφαλώς δεν είναι πολιτική πράξη ούτε επαναστατική. Είναι καπήλευση της ιστορίας και της λογικής.

Έτσι λοιπόν οι προκηρύξεις αυτές δεν είναι τίποτε άλλο παρά διαστρέβλωση της ιστορίας και της πολιτικής, κατασυκοφάντηση και ψευδολογία. Η ψευδολογία προκύπτει όχι μόνο από τα ιστορικά δεδομένα που τίθενται τις προκηρύξεις αυτές αλλά ακόμη στην δεύτερη προκήρυξη του Παύλου Μπακογιάννη ο κ. Γιωτόπουλος – ίσως αυτό το κομμάτι είναι και του κ. Κουφοντίνα – μας λέει το εξής: «ο απατεώνας Μπακογιάννης όπως και όλοι οι άλλοι δέχθηκε όλες τις σφαίρες από μπροστά›. Μόνο μία σφαίρα ίσως η τρίτη τον πέτυχε μπροστά και στα πλάγια προς την μασχάλη όπως άλλωστε αυτό είχε γίνει και με τον Ουέλς, το ξέρει ο κ. Γιωτόπουλος και με τον Μάλλιο.

Ας σταματήσει λοιπόν να ψεύδεται για πισώπλατους πυροβολισμούς. Ποιος ψεύδεται; Τα μέλη της 17Ν ή η ιατροδικαστική. Η ιατροδικαστική έκθεση είναι σαφής. Δεν έχουμε κανέναν πυροβολισμό από μπροστά. Όλοι είναι πίσω και πλάγια πίσω. Ο πλάγια πίσω, ειδικά ο τρίτος αυτός θανατηφόρος, θα μου επιτρέψετε, προσπάθησα να καταλάβω πώς πράγματι σκοτώθηκε ο Παύλος Μπακογιάννης. Όχι ότι έχει σημασία. Είναι παλικαριά; Ισχυρίζονται ότι είναι παλικαριά, προφανώς γι’ αυτό το γράφουν, να σκοτώνουν άοπλους ανθρώπους από μπροστά. Τί σημασία έχει αν είναι από μπροστά ή από πίσω; Ποια είναι η παλικαριά στην προκειμένη περίπτωση αν αυτός είναι ένοπλος και όπως είπα προηγουμένως είναι δύο μαζί, μόνος του άοπλος με έτοιμο τρόπο διαφυγής.

Για ποια παλικαριά λοιπόν τίθεται θέμα; Το θέμα εδώ που τίθεται είναι ακόμη και μετά την δολοφονία συνεχώς συνεχίζουν και ψεύδονται, ακόμη και στο σημείο αυτό. Προσπάθησα να καταλάβω και η τρίτη θανατηφόρα είναι σαφές ότι έγινε όταν ο Παύλος Μπακογιάννης ήδη είχε πέσει στο πάτωμα. Αυτή είναι η παλικαριά των μελών της 17Ν και το ψεύδος.

Όλη η Οργάνωση εξάλλου χαρακτηρίστηκε από το ψεύδος και τη βία. Το είπε ο κ. Τέλιος ενώπιόν σας. Αυτό το οποίο έζησε στην Οργάνωση αυτή είναι μόνο ψεύδος και βία και αυτή είναι η αλήθεια. Ο κ. Γιωτόπουλος ισχυρίστηκε εδώ ενώπιόν σας από την πρώτη στιγμή ότι δεν έχει καμία συμμετοχή. Ακολούθησε την υπερασπιστική τακτική που ο ίδιος ήταν ο εμπνευστής στο καταστατικό. Θα βρούμε μια ιστορία «λεζάντα›.

Ποια είναι η ιστορία «λεζάντα› του κ. Γιωτόπουλου; Σκευωρία. Όλοι, Μυστικές Υπηρεσίες, Αστυνομία, ακόμα και πολιτική αγωγή προφανώς αφού δεν θέλησε να απαντήσει σε ερωτήσεις της πολιτικής αγωγής, όλοι αυτοί συνωμότησαν για να ανασύρουν από την ανωνυμία, ποιον; Τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Μα ποιος ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος για να γίνει ξαφνικά χωρίς κανένα πραγματικό έρεισμα μέλος της 17Ν ψευδώς όπως εκείνος ισχυρίζεται;

Στην απολογία του ασχολήθηκε με δύο θέματα. Πρώτον, να μας αποδείξει τη σκευωρία, να μας μιλήσει για την περιβόητη αντιστασιακή του δράση και εδώ παθαίνει την πρώτη κρίση αμνησίας. Συνολικά ο κ. Γιωτόπουλος έχει τρεις βασικές κρίσεις αμνησίας. Πρώτη κρίση, δεν θυμάται πότε έβαλε τη βόμβα. Δεν θυμάται ένα γεγονός το οποίο όπως ο ίδιος ισχυρίζεται σφράγισε όλη του την ζωή. Ήταν το γεγονός αυτό που τον οδήγησε να κυκλοφορεί με άλλο όνομα. Δεν πρόκειται για ψευδώνυμο όπως ακουγόταν συνέχεια εδώ.

Ψευδώνυμα έχουν οι καλλιτέχνες, λογοτέχνες. Ψευδώνυμα μπορεί να έχουν για λόγους συνωμοτικούς τα μέλη της Οργάνωσης. Δεν είναι ψευδώνυμο το όνομα Μιχάλης Οικονόμου. Είναι ένα όνομα το οποίο το κυκλοφορούσε κανονικά με πλαστά πιστοποιητικά. Ήταν ένα ψεύτικο όνομα. Έτσι λοιπόν ο κ. Αλέξανδρος Γιωτόπουλος αυτό το φοβερό γεγονός της ζωής του δεν το θυμάται. Μου κάνει εντύπωση ότι αυτό δεν το θυμήθηκε ο κ. Γιωτόπουλος ούτε 23/7, εξετάστηκε ενώπιον της 4η Ανακρίτριας.

Μας είπε ότι αναγκάστηκε να έχει αυτό το όνομα επειδή δεν είχε πάει στον στρατό, επειδή είχε μία εμπλοκή αλλά ούτε τότε καμία αναφορά στην όποια βόμβα. Η βόμβα είναι ανακάλυψη σημερινή στο ακροατήριο με την γνωστή κρίση αμνησίας του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Η δεύτερη κρίση αμνησίας είναι για ένα άλλο σημαντικό γεγονός της ζωής του, την σύλληψή του. Δεν θυμήθηκε ο κ. Γιωτόπουλος πότε συνελήφθη. Δεν το θυμάται.

Τρίτη κρίση αμνησίας, ποιος ήταν ο γραφολόγος που απευθύνθηκε. Ο κ. Γιωτόπουλος στηρίζει όλη του την επιχειρηματολογία στην σκευωρία. Σε επανειλημμένες ερωτήσεις «κύριε απευθυνθήκατε, δεν απευθυνθήκατε σε γραφολόγο› μία μας είπε ότι «ξέρετε, είναι δυνατόν όλοι εδώ, θα έρθουν και θα πουν τα ίδια διότι οι Μυστικές Υπηρεσίες, δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση›. Μετά μας είπε «είναι πολλά τα χρήματα, 3-4 εκατομμύρια, δεν μπορεί να τα βρει›.

Όμως στις 5 Ιουνίου 2003 κατά την εξέταση του γραφολόγου του κ. Μακρή και μετά από ερωτήσεις της Εισαγγελικής Αρχής ο κ. Γιωτόπουλος λέει «δεν έχω πάνω μου στοιχεία. Με ρωτάτε για κάτι που έγινε πριν από 8 μήνες. Όταν ξεκίνησε αυτή η ιστορία έγινε τον Σεπτέμβριο. Να θυμάμαι τώρα εγώ ποια ονόματα είναι αυτών. Τί μου λέτε τώρα. Τον Σεπτέμβριο έγινε αυτή η ιστορία›. Για ποια ονόματα μιλάμε; Για το όνομα του γραφολόγου, για την αγωνία του να αποδείξει τον ισχυρισμό του;

Ο κ. Γιωτόπουλος υποτίθεται ότι αγωνίστηκε να ψάξει έτσι ώστε να καταρρίψει την δήθεν σκευωρία και δεν θυμόταν από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Ιούνιο τα ονόματα των ανθρώπων αυτών; Στη συνέχεια όμως είπε «όμως μην ανησυχείτε, τα έχω και θα σας τα φέρω›. Ούτε στην απολογία του άκουσα κάτι, ούτε ένα όνομα.

Όλα τα πειστήρια τα οποία υπάρχουν σε βάρος του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, όλα τα αποδεικτικά μέσα, ο γραφικός του χαρακτήρας σε μια σειρά εγγράφων, τα δακτυλικά του αποτυπώματα σε μία σειρά πραγμάτων αποδεικνύουν τη συμμετοχή του καθώς και καταδεικνύουν τα συγκεκριμένα έγγραφα στα οποία βρέθηκαν δακτυλικά αποτυπώματα και ο γραφικός του χαρακτήρας. Κυρίως καταδεικνύουν την δράση του στο πλαίσιο αυτής της Οργάνωσης.

Ως προς τα δακτυλικά αποτυπώματα θα ήθελα να σημειώσω το εξής: έγινε πολύς λόγος για μεταφορά αποτυπωμάτων και μάλιστα πολλές φορές οι συνήγοροι της υπεράσπισης επικαλέστηκαν τον γνωστό καθηγητή κ. Αλεξιάδη. Ίσως δεν πρόσεξαν, ίσως δεν ήθελα να μας πουν ότι ο κ. Αλεξιάδης στην καινούρια έκδοση στη σελίδα 193 και στην υποσημείωση 39 ως τον μόνο ειδικό για τα λανθάνοντα αποτυπώματα αναφέρει τον κ. Γιαννακούρη, τον μάρτυρα που εξετάστηκε ενώπιόν σας και ο οποίος με απόλυτη βεβαιότητα μίλησε για τις συγκεκριμένες εκθέσεις και για τα αποτυπώματα που ήταν καθ’ όλα γνήσια των συγκεκριμένων κατηγορουμένων.

Ο κ. Γιωτόπουλος αναφέρθηκε και για το θέμα της ταυτότητάς του και είπε και στην κα Ανακρίτρια ότι πράγματι από ένα σημείο και μετά εξέλειπαν οι κίνδυνοι. Το είπε κι εδώ ενώπιόν σας «δεν είχα λόγο, πώς θα μπορούσα να πάω και να πω, ξέρετε δεν είμαι ο κ. Οικονόμου αλλά είμαι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος;›. Αυτό είναι αντιφατικό και σε σχέση με άλλα επιχειρήματα που έχει αρθρώσει ο κ. Γιωτόπουλος, ότι δηλαδή τον ήξεραν εδώ, κυκλοφορούσε και μπορεί κάποιος να τον ήξερε και ως Γιωτόπουλο και ως Μιχάλη Οικονόμου και να τον χαιρετούσε και ως Μιχάλη και ως Αλέκο.

Επομένως γιατί ο κ. Γιωτόπουλος δεν μπορούσε να πει ποιος είναι; Χρειαζόντουσαν συγκεκριμένες διατυπώσεις; Μία πλαστή ταυτότητα είχε την οποία θα μπορούσε να πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων, να απευθυνθεί στο δημοτολόγιό του και να εκδώσει τη νέα του ταυτότητα. Ποιες είναι αυτές οι διατυπώσεις οι οποίες εμπόδισαν τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο να κυκλοφορεί νομίμως στους δρόμους της Ελλάδας;

Μάλιστα ο κ. Γιωτόπουλος μας είπε επίσης ότι «ξέρετε, εγώ έμεινα από το ΄75 που ήρθα στην Ελλάδα συνεχώς εδώ›. Σε επανειλημμένες ερωτήσεις που τέθηκαν «αν είχε ποτέ διαβατήριο› μας είπε «όχι›. Αναρωτιέμαι, μάρτυρας υπεράσπισης η κα Μισέλ Βιβιάν, το 1978 είχε δει επί τρίμηνο τον κ. Γιωτόπουλο με την κα Peynaud στην Γαλλία, στο Παρίσι. Πώς ταξίδεψε ο κ. Γιωτόπουλος προς το Παρίσι το 1978 για τρεις μήνες; Το 1978 για τρεις μήνες ταξίδεψε σε μία χώρα που υποτίθεται ότι τον καταδίωκε. Τον καταδίωκε, ήταν διωγμένος. Με ποιο διαβατήριο; Αυτό δεν μας το εξηγεί ο κ. Γιωτόπουλος.

Αυτό το οποίο πάλι θα ήθελα να επισημάνω είναι ότι στην απολογία του αυτή 23/7/2002 ο κ. Γιωτόπουλος δεν κάνει απολύτως καμία αναφορά σε τυχόν βασανιστήρια άλλων συγκατηγορουμένων του. Λέει ότι αυτή είναι μία σκευωρία των ιδίων οι οποίοι σε συνεργασία με τις Διωκτικές Αρχές και προκειμένου να απαλλαγούν ή να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης ενέπλεξαν τον αθώο αυτό άνθρωπο.

Ξαφνικά θυμάται πάλι πολύ αργότερα εδώ ενώπιόν σας ότι το κατηγορητήριο βασίζεται σε ομολογίες κατηγορουμένων που αποσπάστηκαν με βασανιστήρια. Πότε το έμαθε αυτό ο κ. Γιωτόπουλος; Ίσως στις συζητήσεις που όπως μας είπε εδώ έκανε κάτω με τα παιδιά. Ενώ ο κ. Γιωτόπουλος λοιπόν στην απολογία του επανέλαβε γύρω στις 10 φορές για τον άθλο που δεν συνελήφθη στην περίοδο της Χούντας, ένας άθλος, τόσες φορές που αναφέρθηκε στον άθλο της μη σύλληψής του δείχνει πράγματι το ποιος είναι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.

Επαίρεται γι’ αυτό γιατί πράγματι και σε όλη του την πορεία, σε όλη την δράση της 17Ν όπως προκύπτει από τις προκηρύξεις, από το καταστατικό, από τα μέτρα ασφαλείας, αυτό που τον ενδιέφερε κυρίως είναι η οργάνωση, το οργανωτικό κομμάτι και το ιδεολογικό βεβαίως της Οργάνωσης. Στη συνέχεια δε το δεύτερο μέρος του κ. Γιωτόπουλου το αφιέρωσε στην αναξιότητά του τόσο σε μορφωτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Δηλαδή για πολύ ώρα ο κ. Γιωτόπουλος αναφέρθηκε εδώ και ήθελε να καταδείξει ότι είναι ανάξιος, δεν γνωρίζει γράμματα, είναι αμόρφωτος και πολιτικά και επιστημονικά και γενικά. Γιατί το έκανε αυτό ο κ. Γιωτόπουλος; Όταν ήδη προηγουμένως από την συνέντευξή του στον «ΛΑΜΙΑΚΟ ΤΥΠΟ› μέχρι και την απολογία του εκφράζει την πολιτική του άποψη, δηλώνει ο ίδιος στην αρχή της απολογίας του ότι είναι αντισυστημικός, κατά του συστήματος. Καταγγέλλει τους πάντες, εργοστάσια, κράτος, τα πάντα. Το μόνο που δεν μπορεί να καταγγείλει ο κ. Γιωτόπουλος είναι την 17Ν. Αυτή δεν μπορεί να την καταγγείλει.

Είναι και λογικό διότι ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί τα παιδιά του να μην τα υπερασπιστεί έστω δι’ ολίγον και αυτό προκύπτει στην απολογία του. Λέει: «η δράση της 17Ν δεν ήταν εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου αλλά ένοπλη πολιτική πάλη για την ανατροπή του συστήματος›. Κι έτσι δεν την καταγγέλλει και ούτε την καταδικάζει. Πώς άλλωστε κανείς να καταδικάσει ένα δικό του έργο, ένα έργο το οποίο στηρίζεται σε σημαντικά κομμάτια της προσωπικότητας του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου;

Κύριοι Δικαστές, τελειώνοντας θα ήθελα να σημειώσω το εξής, καλείστε πράγματι σήμερα με την απόφασή σας αυτή να δώσετε μία απάντηση. Να δώσετε μία απάντηση στο κράτος δικαίου, να δώσετε μία απάντηση στους κατηγορουμένους. Να δώσετε μία απάντηση στα θύματα αλλά και στους νεκρούς που η φωνή τους δεν μπόρεσε να ακουστεί σε αυτήν εδώ την αίθουσα. Καλείστε να δώσετε μία απάντηση και στις γενιές που ίσως αργότερα διαβάσουν τα πρακτικά αυτής της δίκης. Είμαι βεβαία για την δίκαιη απόφασή σας. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε την κα Τσόλκα. Το Δικαστήριο διακόπτει για 5 λεπτά.

ΔΙΑΚΟΠΗ