Πολιτική
Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2003 21:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (24/09/2003) Μέρος 2/4

Μάλιστα κάποιος έγκριτος δημοσιογράφος τον οποίο θεωρώ εγώ ότι ίσως έχει τις περισσότερες έγκυρες πληροφορίες για την τρομοκρατία, πήγε στην τηλεόραση και είπε ότι εξ αυτής της στάσεως καταλάβαινε κανείς ότι είναι ποινικός. Αντίθετα, ήταν άτομο το οποίο έτρεμε την κατακραυγή διότι είχε μετανοήσει, έτρεμε να γίνει αντικείμενο σχολίων και αν πάτε στην Κεφαλλονιά, εμένα με πλησίασαν 100 άνθρωποι να μου πουν «πώς το έκανε αυτό ο Πάτροκλος›. Τον μέμφομαι όμως στο σημείο αυτό.

Αν είναι ειλικρινής, που για μένα είναι 95% ειλικρινής, δηλαδή με πιθανότητα αγγίζουσα τα όρια της βεβαιότητος, όταν αποκτήσει την ευκαιρία, να γράψει ένα βιβλίο. Αυτό το χρωστάει στη δικαιοσύνη και στον εαυτό του, εάν κάποτε βγει από τη φυλακή. Αλλά και από τη φυλακή μπορεί ωραία να γράψει.

Ο Γιωτόπουλος σπουδάζει, κάνει διδακτορικό μέσα στη φυλακή, δεν το λέω ειρωνικά, δεν έχει κανένα πρόβλημα. Μπορεί να κάνει από τη φυλακή διδακτορικό. Δε θέλω να μιλώ για τον κ. Γιωτόπουλο διότι στην αίθουσα αυτή το 50% ήταν ο Γιωτόπουλος. Να προσθέσω εγώ τί; Θα πω ορισμένα πράγματα που με εντυπωσίασαν μονάχα. Εμφανίζονται στο Δικαστήριο διανοούμενοι για να τον υπερασπίσουν ως μάρτυρές του και εντυπωσιάζομαι. Βλέπω έναν Βίκτωρα Αναγνωστόπουλο ο οποίος έχει γράψει μάλιστα υπέρ αυτού και ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, βλέπω έναν Σκαρπαλέζο, βλέπω έναν Στάικο και δε βλέπω πολλούς από την παρέα των Παρισίων οι οποίοι τον επηρέαζαν και ήταν φίλοι του χωρίς όμως να του λένε ότι πρέπει να κάνει ένοπλο αγώνα, κατά τη μαρτυρία των ίδιων.

Για να υπερασπίσει τον εαυτό του, για να αποδειχθεί η «αθωότης› του πρέπει να καταργηθεί ολόκληρη η ποινική δικονομία. Στα αποδεικτικά μέσα δεν υπάρχει ένδειξη η οποία βαπτίζεται και προάγεται όπως η αξιωματική σε απόδειξη, η διαδικασία της αποδείξως είναι ένα εσωτερικό φαινόμενο το οποίο συμβαίνει στον δικαστικό εγκέφαλο ο οποίος κρίνει και σχηματίζει πεποίθηση. Όλα ενδείξεις είναι, τίποτε δεν υπάρχει που να μην είναι ένδειξη, και η αυτοψία είναι ένδειξη, και η μαρτυρία είναι ένδειξη, και η πραγματογνωμοσύνη είναι ένδειξη.

Είναι δηλαδή ένα γεγονός, το οποίο με μία γενική ακολουθία ερευνούμενο, οδηγεί σε ένα άλλο γεγονός, το οποίο είτε αποδεικνύει την ενοχή είτε αποδεικνύει την τέλεση της πράξεως. Βεβαίως, βάσει του νόμου, ο δικαστής ο οποίος αισθάνεται ότι αυτή η ένδειξη απετέλεσε απόδειξη, τότε οφείλει να την αιτιολογήσει. Αυτό είναι, δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Τώρα εάν ο κ. Παπαδάκης πει μεθαύριο για το 282 ομιλεί περί ενδείξεων, τί γίνεται εκεί;

Το 310 ομιλεί περί ενδείξεων, αυτές είναι άλλου είδους ενδείξεις, δεν έχουν σχέση με την αποδεικτική ένδειξη, δεν έχουν σχέση με την ένδειξη ως αποδεικτικό μέσο. Αυτό σημαίνει ότι όταν εκ του συνόλου των αποδεικτικών μέσων ανακύπτει η υπόνοια ότι μπορεί να είναι ένοχος, τότε παραπέμπεται στο ακροατήριο ή όταν δεν υπάρχουν παντάπασιν ενδείξεις, στέλνεται στο Συμβούλιο για να εκδώσει απαλλακτικό βούλευμα, δεν έχουν σχέση οι ενδείξεις του 282, οι ενδείξεις του 310 κτλ. με την ένδειξη ως αποδεικτικό μέσο το οποίο αναφέρεται σε ένα αποδεικτικό μέσο και δεν αποτελεί αποτέλεσμα της εντυπώσεως από πλειάδα αποδεικτικών μέσων. Αυτά δεν υπάρχει κανένας να μην τα λέει και πρώτος απ’ όλους ο δάσκαλός σας, ο άξιος δάσκαλός σας, ο Αργύρης Καράς, ο οποίος τα διατυπώνει κατά τον πληρέστερο τρόπο στο βιβλίο του.

Νομίζω ότι στην περίπτωση Παλαιοκρασσά, πέραν του ότι έπρεπε να απαγγελθούν κατηγορίες για δεκάδες απόπειρες φόνων, άλλος έχασε το μάτι του, ο άλλος κόντεψε να χάσει τη ζωή του από χτύπημα στο λάρυγγα, άλλος έμεινε παράλυτος, όλα αυτά αγνοήθηκαν. Ο Φωτεινόπουλος, ο Παλαιοκρασσάς, η Ναταλία Παλαιοκρασσά, η φίλη της κόρης, είναι όλες απόπειρες φόνου οι οποίες συντρεχουσών αναμφισβητήτως των παραγράφων 2, μετατρέπουν τη μεν απόπειρα σε τετελεσμένη πράξη, επιβαλλομένης της ποινής της τετελεσμένης πράξεως, την δε συμμετοχή, οιαδήποτε συμμετοχή –τί θα πει συμμετοχή, είναι συνεργός ο Τζωρτζάτος ο οποίος πήγε και έστησε το κανόνι; Είναι συνεργός ο Χριστόδουλος ο οποίος έδωσε το σήμα για να περάσουν από μπροστά να δολοφονηθούν;

Καταρχήν αυτοί όλοι ήταν συναυτουργοί πλην του Τέλιου, ο οποίος υποστηρίζει ότι δεν έχει λάβει μέρος, αυτό θα το κρίνετε εσείς κ.κ. Δικασταί. Όμως υπάρχει η απορία: για γούρι τον έπαιρναν μαζί; Είναι σε 5-6 υποθέσεις μαζί. Εκτός αν ο κ. Κουφοντίνας είχε βρει ότι είναι γουρλής κι όταν είναι μαζί ουδείς τους θίγει. Γι αυτό έχω κάποιες επιφυλάξεις, αλλά αυτό επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου.

Η μετάνοια λοιπόν των τρομοκρατών, έχει έναν άλλο χαρακτήρα από την μετάνοια των κοινών ποινικών. Είναι ειλικρινής και αισθάνεται την ανάγκη ο μετανοήσας να αποδείξει, να δείξει ότι πράγματι μετανόησε, για να ωφελήσει και τον εαυτό του, όχι μόνο από φυσικής πλευράς αλλά και από ηθικής. Γι αυτό νομίζω ότι πλησιέστερος προς ελαφρυντικόν, που ίσως θα έπρεπε να του απονεμηθεί από το Δικαστήριό σας, είναι ο Πάτροκλος Τσελέντης.

Δε μπορώ να κρύψω ότι με εντυπωσίασε και η σοβαρότητα του Κονδύλη, ο οποίος σας έδειξε ότι ξέρει τη γλώσσα που μιλάτε στην Ελλάδα, ξέρει δουλεύει το μυαλό του, γιατί αυτό που σας είπε ότι με απογοήτευσε από τη 17Ν, είναι η έλλειψη μαζικότητας. Αυτό σας είπε και είναι ορθό. Έκανε μια απολογία ευπρεπή θα τον κρίνετε εσείς, είναι μεταξύ των υποψηφίων, περισσότερο μάλιστα από τον κ. Τέλιο ο οποίος είχε και κάποια εκπαιδευτικά καθήκοντα, να βοηθήσει τους νέους να αποκτήσουν ορθές ιδέες.

Κύριοι Δικαστές προχωρώ για να μην σας απογοητεύσω κ. Πρόεδρε. Πάμε στο Σάββα Ξηρό. Για εμένα κύριοι Δικαστές ο Σάββας Ξηρός είναι επαναστάτης, είναι τρομοκράτης. Μόνο που είχε το ατύχημα να μετανοήσει πραγματικά για τους φόβους που διέπραξε και για τις τρομοκρατικές πράξεις που διέπραξε –επαναλαμβάνω να μετανοήσει ειλικρινώς- και μετά εξίσου ειλικρινώς όταν άκουσε τη φωνή του Κουφοντίνα να μετανοήσει. Οπότε είχαμε δύο ειλικρινείς μετάνοιες μέσα στην ίδια προσωπικότητα και να οδηγηθεί σε αυτή την προσωπική τραγωδία και να αναζητήσει αίτιο στην τραγωδία όχι εαυτόν, αλλά τα φάρμακα.

Νομίζω ότι υποτιμώ τον εαυτό μου να κάθομαι να αναπτύσσω τι δουλειά έκαναν ή δεν έκαναν τα φάρμακα. Ο Σάββας Ξηρός εμφανίζεται στον τακτικό ανακριτή πολύ χρόνο μετά τα φάρμακα και αρχίζει με το νι και με το σίγμα και καταθέτει αυτά τα οποία είχε καταθέσει και αναφέρεται και στις καταθέσεις και κακώς η πρώτη κατάθεση δεν ανεγνώσθη, άλλωστε δεν έλεγε και τίποτα.

Δεν θέλω τώρα να πάρω την κατάθεσή του ενώπιον του επόπτη ανακριτή, για να δείτε ένα κι ένα λεπτομέρειες οι οποίες δεν αφήνουν καμία σκέψη ότι μετά από τόσες μέρες μετά από ένα μήνα ζούσε υπό την επήρεια των φαρμάκων, όπως ο ίδιος θέλησε να μας πει και μάλιστα ότι διατηρείται επί μακρόν. Μετά όταν έδωσε τη περίφημη συνέντευξη στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο του είπε μεταξύ άλλων και ότι πολύ θα ήθελε να πάει στον Διώτη (εννοούσε με το 45ντάρι). Που είναι αυτή η επήρεια των φαρμάκων η οποία τον κάνει να αγαπάει το Διώτη και το στρατηγό περισσότερο από τους γονείς του και η επαφή τους και η ομιλία τους να τον κάνουν να μισεί τους συντρόφους του;

Εδώ φτάνουμε σε αυτό το οποίο πιστεύω ότι είναι αληθές. Είναι ειλικρινής ο Δημήτρης Κουφοντίνας και να σας το πει. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας παρουσιάστηκε με την ιδίαν του θέληση στην Αστυνομία όχι για να βοηθήσει τη Σωτηροπούλου και γι’ αυτό, όχι μόνο για να βοηθήσει το παιδί του και γι’ αυτό. Εμφανίστηκε όταν είδε ότι διαλύεται η Οργάνωση, όταν είδε ότι ο ένας κατηγορούσε τον άλλον, όταν είδε ότι ο ένας αποκάλυπτε τον άλλον και τότε θυσιάστηκε και παραδόθηκε και πέτυχε μέσα στη φυλακή αυτό το οποίο είπατε από την Έδρα: να τους ξανακάνει ομάδα.

Βέβαια άρχισαν ν’ αναιρούν σαν η Δικαιοσύνη να ήταν κανένα πλάσμα, ένα ον χωρίς σκέψη, χωρίς βούληση, χωρίς τίποτα και να λέει «Τι λες παιδί μου τώρα; Το παραδέχεσαι; Να το σβήσουμε. Το άλλο το παραδέχεσαι; Να προσθέσω κι αυτό, να το γράψουμε. Όταν σκεφτείς ότι δεν είναι, να μας το πεις να το σβήσουμε›. Αυτό το παιχνίδι έγινε. Ο κ. Χριστόδουλος έφτασε να λέει ότι «μου τα έγραψαν οι αστυνομικοί›.

Του έγραψαν οι αστυνομικοί πράγματα που δεν ήξεραν. Η ληστεία της Τράπεζας στη Δροσοπούλου δεν την ήξερε η Αστυνομία, προκήρυξη δεν είχαν δώσει. Η Αστυνομία δεν είχε κάνει καμία ανακοίνωση. Υπήρχε μια ληστεία όπως ο Ψηλός και ο Κοντός, όπως κάθε μέρα είχαν μια ληστεία. Μην ξεχνάμε που λέμε «Η ληστεία της ημέρας›.

Δεν το ήξερε η Αστυνομία και έρχεται ο Χριστόδουλος στις 17 και λέει «Κάναμε και τη ληστεία εκεί› και ήταν μέσα για πρώτη φορά και ο Φώτης και δεν του έφτανε αυτό και λέει «Ο Φώτης είναι ο Θεολόγος Ψαραδέλλης που τον έβλεπα για πρώτη φορά και εκεί ήταν και ο Τσελέντης› και ακούω από την Υπεράσπισή του από κάποιες ερωτήσεις που υπέβαλλε «Η Αστυνομία έκανε κατάλογο των μη αποκαληφθεισών στο φως υποθέσεων και όταν είχε ένα βολικό, εκεί του έβαζε και κανά δυο από αυτές και στη συγκεκριμένη περίπτωση έβαλε στο Χριστόδουλο αυτή τη ληστεία και συνέπεσε να είναι όντως και ο Φώτης μέσα, όντως και ο Τσελέντης μέσα› και έχει το θράσος να έρχεται στο Δικαστήριο και να σας λέει ότι «Μου τα έγραψαν› ότι του τα έγραψε η Ασφάλεια. Όταν τον πήγαν στην τακτική ανακρίτρια του στήριξαν τα όπλα στον κρόταφο.

Ή, να επιμένει για να ελαφρύνει τις τύψεις του ο Σάββας Ξηρός ότι έπεσε θύμα πιέσεων, απειλών. Παρακάτω όμως στον Τριανταφυλλόπουλο λέει ότι ο Ζερβομπεάκος είναι έντιμος δικαστής και όταν τον ρωτάνε αν θα σκότωνε, λέει το εξής χαρακτηριστικό: «Και όταν σκότωνα αυτούς που σκότωνα δεν τους μισούσα› για να δείξει ότι ήταν το καθήκον του όπως το θεωρούσε αυτός να σκοτώσει. Αυτό βέβαια δεν συζητείται ότι αποτελεί σε καμιά περίπτωση τρομοκρατικό γνώρισμα, για τον απλούστατο λόγο ότι αυτό το οποίο ωθεί ένα τρομοκράτη στο έγκλημα, είναι το μίσος εναντίον της πολιτείας, είναι το μίσος εναντίον της κοινωνίας, είναι το μίσος με κεφαλαία γράμματα και δεν σκότωνε ίσως ως παπαδοπαίδι να είχε μπλέξει ορισμένες θρησκευτικές έννοιες με ορισμένες άλλες τρομοκρατικές.

Ότι ζει δράμα, ζει αλλά είναι μεταγνώσας ειλικρινώς είναι μεταγνώσας και συνεργασθείς με την Ασφάλειας με τις δυνάμεις τις αντιτρομοκρατικές ειλικρινώς. Δεν αρκεί, παρά να δείτε μόνο την κατάθεσή του στο κ. Ζερβομπεάκο και την συνέντευξή του στον Τριανταφυλλόπουλο, γιατί όποιος δίνει πολλές συνεντεύξεις κάπου θα πει διαφορετικά από αυτά που είπε την πρώτη φορά. Είναι τα αναδυόμενα από αυτή την κατάθεση και αυτή τη συνέντευξη τέτοια, ώστε δεν επιτρέπουν ούτε σκέψη αμφιβολίας και αυτός είναι ο άνθρωπος ο οποίος σας οδήγησε στο εδώλιο. Ο Τσελέντης κι αυτός συνελήφθη. Από τον Σάββα Ξηρό συνελήφθη, όπως ο Ψαραδέλλης συνελήφθη από την κατάθεση, μόλις έδωσε την κατάθεση αυτή στις 17 πήγε η Αστυνομία την επομένη μέρα και τον τσίμπησε πρωί – πρωί από το σπίτι του και παραδέχτηκε. Τα υπόλοιπα αφορούν τον ίδιο αν του έταξαν να του δώσουν χρήματα για να τυπώσει βιβλίο, αυτά θα τα κρίνει το Δικαστήριό σας. Εμένα η υπόθεση Ψαραδέλλη δεν με αφορά.

Το μεγάλο λάθος των κυρίων της 17Ν είναι ότι δεν έδειξαν αυτό που λέμε ειλικρινή μετάνοια. Κανείς από αυτούς που μετάνιωσαν ειλικρινώς βρίσκεται σήμερα στην Ιταλία στις φυλακές. Ούτε καν ο Ρενάτο Κούρτσιο. Κανείς. Ούτε ο ιδρυτής της πρώτης γραμμής ο Βινιάμι, ούτε αυτός είναι στη φυλακή, διανύουν τη φυλάκισή τους μέχρι προ ολίγων ετών σε μια κατάσταση ελευθερίας. Συμβάλλουν μάλιστα σε καθολικές Οργανώσεις και βοηθούν κόσμο. Γιατί αυτό ήταν τόσο απεχθές ώστε να ψεύδεστε μέσα σε αυτή την αίθουσα λέγοντας πράγματα που δεν είναι δυνατό να γίνουν πιστευτά; Πείτε την αλήθεια.

Σας διαβεβαιώ κ. Πρόεδρε ότι στοιχημάτισα και έχασα το στοίχημα με ένα διαπρεπή δημοσιογράφο τον Τάσο Παππά ότι όταν έρθει η στιγμή της αγόρευσης ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος θα σηκωθεί με αυτό το εξουσιαστικό βήμα το οποίο έχει και τον αέρα του ηγεμόνα και θα σας πει «Κύριοι Δικαστές φτάνουν τα ψέματα και οι κοροϊδίες έχετε μπροστά σας τον αρχηγό της 17Ν›. Έχετε την εντύπωση ότι θα κακόπεφτε περισσότερο και έτσι ακόμη από ότι θα κριθεί αρνούμενος τα πάντα;

Και μόνο ότι οι Γερμανοί και οι Ιταλοί τρομοκράτες ίδρυσαν τις τρομοκρατικές τους Οργανώσεις μέσα στις χώρες τους οδήγησε στο αρχικό στάδιο της μαζικότητας. Από κάποιο Café De Pari των Παρισίων με λόγιους και διανοούμενους φίλους δεν μπορεί κανείς να φτιάξει Οργάνωση που να στέκεται στα πόδια της και κυρίως Οργάνωση που να έχει πραγματικούς. Βρίσκει όποιον ψαρέψει -όπως είναι όλοι όσοι ανήκουν στη 17Ν θα το κρίνετε εσείς- πέρα από τον Χριστόδουλο, τον Τζωρτζάτο και τον Κωστάρη είναι κι αυτός πιστόλι όπως φαίνεται από τη δικογραφία καίτοι μικρό πιστόλι. Μεγάλο δηλαδή, αλλά μικρό κατά το εγκληματικό μέγεθος. Οι άλλοι είναι προφεσόροι της δολοφονίας.

Κύριοι Δικαστές να προσθέσω ακόμη κάτι. Μου έκανε εντύπωση ότι ήρθαν διανοούμενοι άνθρωποι φίλοι του κ. Γιωτόπουλου και δεν τον βοήθησαν. Είπαν ότι επ’ ουδενί λόγο ήταν αρχηγός. Μα είναι Υπεράσπιση αυτή; Πως θα πείσουμε ότι ένας δεν είναι αρχηγός ή δεν είναι ηγέτης όταν έχουμε αποτυπώματα, φράσεις γραμμένες δια χειρός σε προκήρυξη, έχουμε όλα αυτά τα πράγματα, έχουμε τις μαρτυρίες των άλλων οι οποίες συμπίπτουν. Και μόνο να διαβάσει κανείς τη συνέντευξη του Σάββα Ξηρού στον Τριανταφυλλόπουλο –για να φύγω από τα έγγραφα- «Τον είχαμε σαν πατέρα› λέει. Γιατί να το πει αυτό; Υπό την επήρεια τίνος το Σεπτέμβριο έλεγε αυτά τα πράγματα, όταν η φαρμακευτική αγωγή –υποτίθεται- του δόθηκε στις αρχές της σύλληψής του;

Εδώ να διαφωνήσω λίγο και με το μαθητή μου, φίλο μου, εκλεκτό συνήγορο τον Ηλία Αναγνωστόπουλο ο οποίος επιμένει ότι δεν συνελήφθη. Γιατί δεν συνελήφθη; Όταν ένας άνθρωπος πέφτει κάτω με μια βόμβα στα χέρια τραυματισμένος και τον σηκώνουν οι αστυφύλακες και τον πηγαίνουν στο νοσοκομείο γιατί αλλιώς θα πεθάνει, συλλαμβάνεται και από εκεί πηγαίνει στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ όπου αρμόζει ως τραυματίας και εκεί έρχεται ο αρμόδιος εισαγγελεύς και λέει «Δεν κρατείται. Διατάσσω προανάκριση και είμαι εγώ ο οποίος θα τη διεκπεραιώσω›. Δικαίωμά του. Μπορούσε ο πατέρας του να πάει να τον πάρει και να τον πάει στο Λονδίνο.

Για να είμαι απολύτως ειλικρινής τότε να έβγαζε κανένα ένταλμα από το συρτάρι του. Αλλά δεν μπορεί κανείς να πει ότι δεν κρατήθηκε. Γι’ αυτό έρχεται μετά 8 μέρες ο Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου ο κ. Κρουσταλλάκης και λέει όλα έγιναν νομότυπα. Διότι αν δεν είχαν γίνει νομότυπα, τότε στην 6η μέρα θα είχε διαταχθεί δίωξη για παρακράτηση παρά το Σύνταγμα.

Αυτά τα είπε την 8η την 9η μέρα και ο Ξηρός από το ενδιαφέρον που του έδειχναν για την υγεία του ο Διώτης και ο Σύρος νομίζοντας και ότι είχε εξαερωθεί η 17Ν και μετενόησε και απεκάλυψε τα πάντα και επηρέασε και τον Χριστόδουλο και τον Τζωρτζάτο. Διότι είπαμε ότι παπαδοπαίδι ήταν, είχε ήδη τις προκαταλήψεις του τις θρησκευτικές, αγιογράφος ήταν, μετενόησε.

Δεν έδειξε ο Σάββας Ξηρός πουθενά ότι φοβόταν και σκότωνε με τη μεγαλύτερη ψυχραιμία, συναγωνιζόταν ακόμη και το Δημήτρη Κουφοντίνα και μετά άκουσε τη φωνή του Κουφοντίνα ο οποίος ήρθε επί τούτου για να διασώσει τη συνοχή της Οργάνωσης και πήγε από την άλλη μεριά πάλι ειλικρινώς και η ειλικρίνεια αυτών των δύο αντιθέτων ροπών στον ίδιο εγκέφαλο δημιούργησαν το θέαμα το οποίο είδατε, ζήσατε και το οποίο τον οδήγησε σε αδιέξοδο τελευταία στα φάρμακα.

Δεν μου ξεφεύγει πως σας παρακαλούσε «Αφήστε με να απολογηθώ, θα σας πω αλλά δεχτείτε τα φάρμακα›. Αυτά δεν τα λένε άνθρωποι που έχουν σκοτώνει καμιά δεκαριά ανθρώπους. Πόση είναι η δύναμη των τύψεών του ότι ήταν ανάλογος με τη δύναμη των τύψεων που τον οδήγησαν στις ειλικρινείς αποκαλύψεις και στην εξάρθρωση. Είναι ο μόνος ο οποίος καλώς εχόντων των πραγμάτων θα δικαιούται του ελαφρυντικού, όχι του ελαφρυντικού της ευνοϊκής μεταχειρίσεως του 2928/03.

Όσο για τον κ. Τσελέντη πιστεύω ότι πρέπει να σταθμίσετε και να του δώσετε ελαφρυντικό και πέρα τούτου καμία ευνοϊκή μεταχείριση βέβαια από το νόμο. Να σταθμίσετε την ενοχή και την ειλικρίνεια της μεταμελείας του Τέλιου και να φερθείτε ίσως θεωρώντας τον πιο κοντά στο ελαφρυντικό τον Κονδύλη.

Πριν τελειώσω θέλω ν’ αναφερθώ σ’ ένα ακόμη κατηγορούμενο. Θυμούμενος την κραυγή του μέσα στην αίθουσα ότι ο Κουφοντίνας ενδιαφέρεται πρώτα για την Οργάνωση. Αυτό το οποίο επίσης με εντυπωσίασε –να κάνω μια μικρή παρεκβολή- είναι η συμπεριφορά μεταξύ Τσελέντη και Κουφοντίνα. Ένας υποβόσκων σεβασμός και στον έναν και στον άλλον. Γιατί; Γιατί είναι τρομοκράτες. Διότι ο ένας είναι τρομοκράτης νοθευμένος με κάποια συναισθήματα ανθρωπισμού που δεν πρέπει να έχουν οι τρομοκράτες για να είναι τρομοκράτες, ο άλλος μεταγνώσας τρομοκράτης. Και ο Σάββας Ξηρός επίσης. Αυτοί οι τρεις είναι. Δεν υπάρχει άλλος.

Ο Βασιλάκης Ξηρός θα είναι τρομοκράτης, ο οποίος ενδιαφέρεται περισσότερο για τον έρωτα από ό,τι φαίνεται και λιγότερο για τις τρομοκρατικές επιδόσεις του κι αυτοί μέσα στο κόλπο είναι κ. Πρόεδρε, για να σπάσουμε τη μονοτονία για να τελειώσω με ηρεμία. Όταν κάποτε κάποιος Αλγερινός τρομοκράτης διαμαρτυρήθηκε διότι κάποιες συντρόφισσσες επειδή είχε λιακάδα στο μέρος που ήταν γδύθηκαν και έκαναν ηλιοθεραπεία, λέει στον Βάτερ «Έλα εδώ δεν ντρέπεσαι; Τουρισμό κάνετε;› και ο Βάτερ του απάντησε διότι είχε κι αυτός αυτή τη νοοτροπία που είχε ο Βασίλης Ξηρός «Δεν ξέρεις ότι το να γα... είναι σαν να σκοτώνεις;›. Αυτές οι δυο πράξεις μοιάζουν και αυτό που ήταν το νόημα, ήταν η ηδονή την οποία αισθανόταν ο Ανδρέας Βάτερ όταν άδειαζε τα πιστόλια του πάνω στα θύματά του. Γι’ αυτό το είπε αυτό. Αυτό είναι που συνέκρινε, τον έκανε να συγκρίνει τη σεξουαλική επίδοση με τη δολοφονική επίδοση.

Θα τελειώσω επανερχόμενος στο θέμα της Αγγελικής Σωτηροπούλου. Κύριοι Δικαστές στο βάθος της ψυχής μου ειλικρινώς κατ’ αρχήν η συμπεριφορά της στο ακροατήριο υπήρξε αποτρόπαιη, δεν το εξετάζω δεν είναι στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Αυτό το οποίο με κάνει να διερωτώμαι είναι: ο Κουφοντίνας ο οποίος προσέφερε τα πάντα στην Οργάνωση, ακόμη τον εαυτό του, τη γυναίκα του, το παιδί του, τα πάντα -γιατί πιστεύω ότι επέστρεψε ακριβώς χάριν συνοχής για να διατηρήσει τη συνοχή- αυτός ο άνθρωπος θα ανέθετε στη γυναίκα του δραστηριότητα αξιόποινη βάσει του νόμου 2928 πέραν της ης επιτρέπει ο νόμος ψυχική συνέργια, η οποία εδώ ενισχύεται και με την ιδιότητά του ως συζύγου και εν πάση περιπτώσει φαίνεται μια γυναίκα η οποία δεν έχει στον κόσμο τίποτα άλλο, από τον Κουφοντίνα και όχι την τρομοκρατία, όπως ακριβώς για τον Κουφοντίνα υπάρχει η τρομοκρατία και δεν υπάρχει ούτε η γυναίκα του κι αυτή έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

Δεν είναι όμως τόσο ανόητος όταν μπορεί να στείλει, να πει του Καρατσώλη «¶ντε πετάξου› πρέπει να έχει τη γυναίκα του κοντά, να την πάρει κανά μάτι; Εδώ έχω έναν ενδοιασμό κύριοι Δικαστές. εσείς που κρίνετε έχετε το βάρος, σταθμίστε κατά πόσο το ότι το ήξερε δεν υπάρχει συζήτηση, ότι ήξερε ότι ο άνδρας της σκότωνε και ότι το ήξερε και ο προηγούμενος σκότωναν, αυτό είναι ασυζητητί. Αλλά αυτό μήπως συνιστά ψυχική συνέργια, μήπως δεν υπερβαίνει τα επιτρεπόμενα από το νόμο όρια της ψυχικής συνέργιας, όταν μάλιστα είναι σύζυγος. Γι’ αυτό εγώ έχω κάποιες αμφιβολίες νομίζω βάσιμες περί την ενοχή της κατά το σημείο της κατηγορίας ότι μετείχε στην Οργάνωση.

Έφτασα σχεδόν στο τέλος κύριοι Δικαστές δεν μπορώ να επεκταθώ διότι θα κλείσω όλη την ημέρα και θα συγκρουστώ με το φίλο μου τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, ο οποίος θα μου πει ότι τον περιόρισα. Θέλω να επισημάνω ότι αυτός ο οποίος εξάρθρωσε την Οργάνωση ήταν ένα γιαπωνέζικο ρολόι QUARTZ τύπου TOSHIBA και ότι αν δεν υπήρχε αυτό να σκάσει στα χέρια του.

Κάποτε οι άνθρωποι αυτοί οι οποίοι σκότωναν για πολιτικό κίνητρο είναι μοιραίο να δουν ότι το να ανατινάξεις μια κοινωνία στον αέρα για να φτιάξεις μια καινούρια, δεν παρέχει καμία απολύτως εγγύηση ότι αυτή η καινούρια που θα φτιάξεις, θα είναι καλύτερη από αυτήν που ανατίναξες. Γι’ αυτό μόνο ένα καθεστώς, μόνο ο σχηματισμός μιας πλειοψηφίας η οποία θα αποδεχτεί αξίες οι οποίες εδραιώνουν μια κοινωνία καλύτερη, μόνο αυτή έχει την τύχη να ευδοκιμήσει και αυτό όταν το βλέπει ο τρομοκράτης το βλέπει καθαρά, βλέπει ότι σκότωσε ανθρώπους, αφαίρεσε ζωές τζάμπα, μετανιώνει. Όταν μετανιώνει, λέει τα πάντα για να ελαφρύνει τον εαυτό του και αυτό νομίζω έκανε μια φορά ο Τσελέντης και μία φορά, κατά τρόπον αντίστροφο, ο τραγικός αυτός Σάββας Ξηρός. Το Δικαστήριό σας κ.κ. Δικασταί, θα κρίνει μεταξύ των άλλων αν υπάρχει πολιτικό έγκλημα.

Μόνο δυο λόγια: Μέσα σε ένα ποινικό Δικαστήριο, να συζητάμε για πολιτικό έγκλημα σε τρομοκρατική ενέργεια είναι τουλάχιστον αστείο. Θα σας διαβάσω δύο λέξεις από τον Μανωλιδάκη, ο οποίος λέει το πολύ σωστό, ότι «κατά το λάθος αυτής της απόψεως, δηλαδή της απολύτως υποκειμενικής, η οποία οδηγεί στο έγκλημα, στον χαρακτηρισμό ως πολιτικό του κοινού εγκλήματος με κίνητρο, είναι φανερό. Σε ένα σύστημα αντικειμενικού αδίκου, η υποκατάσταση του εννόμου ορατού από τον σκοπό και επαγγελματικά ελατήρια και κίνητρα, δεν επιτρέπεται›.

Όταν ο μακαρίτης ο Χωραφάς πήγε να σπουδάσει στο Μόναχο, πήρε την απλή και σοφή διδασκαλία του και επάνω δόμησε τον ελληνικό ποινικό κώδικα. Έλεγε λοιπόν ο μακαρίτης ο Μπέλι, ένας από τους μεγαλύτερους νομικούς που πέρασε ποτέ από τον κόσμο, «πάρε τα στοιχεία του εγκλήματος, χώρισε τα αντικειμενικά για να στηρίξεις το άδικο, χώρισε τα υποκειμενικά για να στηρίξεις τον καταλογισμό και προχώρα να δεις ότι υπάρχει έγκλημα›.

Εδώ ποια είναι τα αντικειμενικά στοιχεία στο πολιτικό έγκλημα, αντικειμενικά στοιχεία που καταλύουν τον άδικο χαρακτήρα των πράξεων που επετελέσθησαν, τους νεκρούς, την προσβολή των εννόμων αγαθών; Ποια είναι αυτή η δύναμη, η υποκειμενική βούληση του δράστη; Πιστεύω ότι δεν είναι μόνο λάθος το να μιλάμε για πολιτικό έγκλημα σ’ αυτή την αίθουσα, μπορούμε να μιλήσουμε για πολιτικό έγκλημα κατά την δική μου αντίληψη ή του κρεοπώλη που θα πάω να ψωνίσω, του μικροπωλητή απ’ τον οποίο θα αγοράσω μία τσατσάρα. Ναι, κατά την αντίληψη αυτών. Αλλά κατά νομική αντίληψη να μιλάμε για πολιτικό έγκλημα σ’ αυτήν εδώ την περίπτωση, πιστεύω ότι δεν είναι μόνο λαθεμένο. Πιστεύω, ίσως να κάνω λάθος, ότι εκθέτει και αυτόν που τα αναπτύσσει.

Δυο λέξεις ακόμη, διότι υποπτεύομαι ότι σε αυτή την αίθουσα θα ακουστούν επικλήσεις ότι τα αίτιά τους δεν είναι ταπεινά. Δεν είναι πλούσια η νομολογία σε σχέση με τα ταπεινά αίτια, όμως στον ομιλούντα έχει σχηματισθεί η εικόνα, η νομική εικόνα ότι όπως υπάρχει η σχέση κατά τον ίδιο νομικό τρόπο μεταξύ του 84.2γ της αναρμόστου συμπεριφοράς και της γνωστής νομικής πλάνης του 31 παρ. 2, όπως γειτνιάζει η έννοια του 84.2γ με την έννοια του βρασμού ψυχικής ορμής, την β’ παράγραφο του 299, γειτνιάζει και το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων με τη γνωστή νομική πλάνη.

Υπάρχουν δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου που συνηγορούν, η απόφαση αυτή τη Αρείου Πάγου αφήνει να εννοηθεί ότι όπως ο πλανόμενος συγγνωστός κατά το ότι μπορεί να προβεί στην ενέργεια, όπως ο πλανόμενος συγγνωστός δεν έχει διάθεση εχθρική προς την έννομο τάξη, έτσι και ο εκ μη ταπεινών αιτίων ενεργών, μόνον αν ενεργεί υπ’ αυτήν την έννοια, λέει η απόφαση του Αρείου Πάγου, η υπ’ αριθμ. 649/97, από την οποία διαφαίνεται η πραγματική έννοια των μη ταπεινών αιτίων, ότι δεν μπορεί ο νόμος να εννοεί ευγενή αίτια σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, εκτός εάν πάμε αλλού που ισχύουν άλλοι κανόνες, σε τυραννοκτονίες και σε τέτοια, τα οποία μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμεταλλεύσεως πολιτικής, αλλά όχι αντικείμενο νομικής χρήσης.

Έχουμε και δεύτερη απόφαση, αυτή όμως είναι η κυριότερη, που πρόκειται, αν δεν απατώμαι, για κάποιον ο οποίος έχτισε χωρίς άδεια κάπου, δίπλα από κτήμα το οποίο είχε κτίσει με άδεια και είπε ότι «αφού δεν έχει αντίρρηση η Αρχαιολογική Υπηρεσία, κτίζω κι εγώ παραπέρα›. Δεν είχε εχθρική διάθεση προς την έννομη τάξη. Είναι δυνατό να λέμε ότι εδώ υπάρχουν μη ταπεινά αίτια, όταν ξαπλώνουμε ανθρώπους νεκρούς, όταν βάλλουμε με όπλα τέτοια που μπορούν να επιφέρουν εκατόμβη νεκρών; Όταν Τοποθετούμε βόμβες δίπλα σε λεωφορεία των ΜΑΤ για να φτιάξουμε «μελιτζανοσαλάτα› από ανθρώπους;

Τελειώνω με μια λέξη ακόμα: Είμαι υποχρεωμένος -το έχω γράψει άλλωστε επανειλημμένως- να παραδεχθώ τον άψογο χαρακτήρα με λίγες, ελάχιστες εξαιρέσεις οι οποίες δεν μπορεί να κλονίσουν ουδέ κατ’ ελάχιστον τη γενική συνολική άποψη, ότι οι συνάδελφοί μου της Υπερασπίσεως ενήργησαν κατά τρόπον δικονομικώς άψογο και αυτό το λέω κ. Πρόεδρε, διότι αν ήθελαν και δεν ήταν οι δικηγόροι που είναι, της ποιότητος που είναι και ήταν οι κόκκινοι δικηγόροι της RAF, τότε δεν ξέρω αν θα βγάζατε ποτέ απόφαση.

Ακόμη θέλω να πω ότι ευτυχώς κ. Πρόεδρε δεν μπήκε η ιδιωτική τηλεόραση εδώ μέσα. Διότι τότε θα συνεκρούοντο τα 45άρια της Οργανώσεως με τα 45άρια της ενημερώσεως, ορισμένα τουλάχιστον, και το αποτέλεσμα θα ήταν παραπλάνηση. Θα είχε γίνει αποπληροφόρηση. Θα είχε γίνει κάτι που έγινε και κατά την εποχή των ανακρίσεων.

Οφείλω να καταλήξω στο ότι τα παιδιά του έντυπου Τύπου απέδωσαν με νηφαλιότητα, συναίσθημα ευθύνης και πολλοί απ’ αυτούς και με πληρότητα, ένας δημοσιογράφος διαθέτει στο κάτω-κάτω το χώρο που του δίνει ο αρχισυντάκτης του. Όσο μπορούσαν έκαναν το καθήκον τους και πράγματι ενημέρωσαν.

Νομίζω ότι θα ήταν υποχρέωση να σκεφτεί κανείς τελειώνοντας και τα θύματα τα οποία έπεσαν νεκροί από τα χέρια του Σάββα ο οποίος τα πυροβόλησε χωρίς να μισεί, του Κουφοντίνα, ο οποίος δεν ξέρω από ποια συναισθήματα διήπετο, εν πάση περιπτώσει, αυτά τα θύματα πρέπει να δικαιωθούν. Όχι τιμωρώντας αθώους, αλλά τιμωρώντας κατά το μέτρο της ενοχής τους, ενόχους. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μεταξύ ημών ευτυχώς υπάρχουν και θύματα όχι αποτελέσματα εξόντωσης, αλλά αποπείρας. Υπάρχει ο Πέτσος, υπάρχει ο Παλαιοκρασσάς, υπάρχει ο Παπαδημητρίου, άνθρωποι οι οποίοι είδαν το χάρο με τα μάτια τους και αυτοί μπορεί να συνυπολογισθούν με τους άτυχους που έχασαν τη ζωή τους.

Θα ήθελα να σας πω ότι για τον κ. Γιάννη Σερίφη δεν έχω κανένα λόγο, τον έχει κρίνει η Δικαιοσύνη, θα τον κρίνετε κι εσείς τώρα για την τρέχουσα κατηγορία, υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι δεν με αφορούν καθόλου όπως είναι ο τελευταίος συλληφθείς. Αυτά δεν με αφορούν. Αυτό που με αφορά είναι οι δολοφόνοι, είτε τρομοκράτες, είτε μη τρομοκράτες, να κριθούν κατά το μέτρο της ενοχής τους για τα εγκλήματα τα οποία διέπραξαν.

Στο θέμα της Σωτηροπούλου θα κρίνετε εσείς. Εγώ σας είπα την άποψή μου και στο κάτω-κάτω της γραφής, υπάρχει και κάποιο παιδί. Αν πούμε ότι είχαν και οι άλλο παιδιά, που δικαιούμεθα να το πούμε, τότε, με συγχωρείτε, ασπαζόμαστε κάτι από τη νοοτροπία της 17Ν. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε τον κ. Κατσαντώνη. Το Δικαστήριο διακόπτει για 5 λεπτά.

ΔΙΑΚΟΠΗ