ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Ο κ. Γιαννίδης έχει τον λόγο και θυμίζω ότι έχει δηλώσει παραστάσεις Πολιτικής Αγωγής για Μπουλούκμπασι, Γιοργκού, Σιπαχίογλου, Βρανόπουλο, Μπακογιάννη και Βαρδινογιάννη.
Ι. ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε, κύριοι Εφέτες η Πολιτική Αγωγή κλείνει, ο θεσμικός της ρόλος τελειώνει εδώ πλην της περίπτωσης δευτερολογίας από τον κ. Εισαγγελέα. Η Πολιτική Αγωγή δεν θα μιλήσει πια, δεν μπορεί να μιλήσει και δεν δικαιούται να μιλήσει για την ποινή. Πριν από εμένα μίλησαν πολλοί έμπειροι, ικανοί και κάποιοι εμπνευσμένοι συνήγοροι Πολιτικής Αγωγής και προσπάθησαν να εντοπίσουν το αντικείμενο της δίκης και ειδικότερα το αντικείμενο της απόδειξης το οποίο είναι το κύριο έργο σας. Προσπάθησαν να εντοπίσουν όλα τα στοιχεία που συναπαρτίζουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων τα οποία αποδίδονται στους συγκεκριμένους κατηγορούμενους και ν’ αναλύσουν τα αποδεικτικά μέσα τα οποία εμφανίστηκαν στη διαδικασία αυτή.
Συγχρόνως όμως προχώρησαν –όπως ήταν φυσικό- από τη φύση αυτής της υπόθεσης και σε άλλες κρίσεις, προχώρησαν στο σχηματισμό υποθέσεων για τα αίτια που οδήγησαν στην εμφάνιση και μακρόχρονη δραστηριότητα της επαναστατικής Οργάνωσης 17Ν, καθώς και στην πρόταση για διάφορες μικροκοινωνιολογικές, ψυχολογίζουσες και πολιτικές θεωρίες που επιδιώκουν να ερμηνεύσουν τη γέννηση, τη δομή και τη λειτουργία της Οργάνωσης αυτής.
Το έργο της Πολιτικής Αγωγής υπό αυτή την έννοια υπήρξε ιδιαίτερα πολύπλοκο, διότι δεν περιορίστηκε μόνο στη συγκέντρωση και ανάλυση του αποδεικτικού υλικού σε σχέση με τις αντικειμενικές και υποκειμενικές υποστάσεις, αλλά προχώρησε και σε ιδέες, θεωρίες και συλλογισμούς. Έτσι μιλώντας τελευταίος έχω το καθήκον περισσότερο να συνοψίσω ένα υλικό το οποίο είναι πολύ πλούσιο, πολύ δύσκολο να πειθαρχηθεί τόσο στη σκέψη όσο και στο χρόνο.
Θα ήθελα εδώ να πω ότι πέρα από αυτή την ανάλυση τη θέση της Πολιτικής Αγωγής των δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής τη βαρύνει αναπόφευκτα -όσο κι αν υποθέσει κανείς ότι όλοι μας έχουμε ένα βαθμό επαγγελματικής σκλήρυνσης- η ευθύνη για τα συναισθήματα των εντολέων μας, συναισθήματα πόνου, πολύ συχνά απορίας, οργής και απελπισίας, συναισθήματα όλων των συζύγων, των παιδιών και των γονέων που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους.
Εδώ θα πρέπει να θυμίσω κάτι που σε εσάς βεβαίως είναι αυτονόητα γνωστό ότι η Πολιτική Αγωγή όπως άλλωστε και η Υπεράσπιση είναι μέρος δηλαδή δεν έχει ούτε καν την ευθύνη και την υποχρέωση που έχει η Εισαγγελική Αρχή να ερευνήσει και σε κάθε περίπτωση να προβάλλει αυτό το οποίο πιστεύει σαν αλήθεια. Η Πολιτική Αγωγή δεν βαρύνεται από κάτι τέτοιο, περιορίζεται μόνο από την άσκηση των καθηκόντων της στα πλαίσια του νόμου.
Αυτό το λέω γιατί πολλοί αρκετές φορές υπήρξε κάποια αγανάκτηση κατά συνηγόρου της Πολιτικής Αγωγής, κάποια παράπονα τα οποία πιστεύω ότι πηγάζουν εν μέρει τουλάχιστον από την παρεξήγηση του θεσμικού ρόλου της Πολιτικής Αγωγής που είναι αυτός, έτσι τον θέλει ο αστικός όπως χρησιμοποιεί τον όρο η 17Ν νόμους.
Προχωρώ και λέω ότι σύμφωνα με αυτά που είπα προηγούμενα η ιδιαιτερότητα αυτής της ποινικής δίκης πηγάζει από ένα συνδυασμό τριών παραγόντων. Πρώτον, από την πολυπλοκότητα της κατηγορίας σε συνδυασμό με την προσφορότητα του πραγματικού και αποδεικτικού υλικού για πολλαπλές συλλογιστικές πράξεις. Δεύτερον, τον πειρασμό που αντιμετωπίζουν όλοι οι συνήγοροι καταφυγής σε εξωδικανικούς συλλογισμούς πολιτικών, κοινωνιολογικών, ψυχολογικών περιεχομένων. Τρίτον, την ιδιαίτερη ψυχολογική φόρτιση που δημιουργεί η φύση και ο τρόπος τέλεσης των εγκλημάτων που αποδίδονται στους κατηγορούμενους. Έτσι θα προσπαθήσω πολύ σύντομα να προσδιορίσω αρνητικά και εν συνεχεία θετικά το αντικείμενο αυτής της δίκης, πάντοτε σε συνάφεια με τις έξι συγκεκριμένες περιπτώσεις των οποίων την Πολιτική Αγωγή οφείλω να υπερασπίσω.
Είναι απαραίτητο να επιβάλλουμε στον εαυτό μας ως συνήγοροι μια απόσταση από τα πράγματα, όσο αυτό είναι δυνατό. Έτσι θα οριοθετήσω και θα βγάλω εκτός αντικειμένου ορισμένες απορίες, ορισμένα ερωτήματα που εγείρονται αυτόματα από τη φύση της δραστηριότητας και της ενέργειας της επαναστατικής Οργάνωσης 17Ν. Δεν μπορούν όλα αυτά τα οποία θα εξαιρέσω, να αποτελέσουν αντικείμενο της κρίσης σας. Δεν είναι αντικείμενο της δίκης. Βεβαίως ιδέες μεμονωμένες, συλλογισμοί μεμονωμένοι που πηγάζουν από αυτά τα οποία θα πω, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εφόσον όμως τείνουν αποκλειστικά στη στήριξη ή στην αποδυνάμωση της κατηγορίας.
Έτσι πιστεύω ότι δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας, διάγνωσης και συστηματικής ενασχόλησης σε αυτή τη δίκη πρώτον η ιστορική πορεία της Οργάνωσης στο τμήμα της που βρίσκεται πίσω από την έναρξη της παραγραφής. Τα εγκλήματα δηλαδή που διαπράχθηκαν στο χρονικό διάστημα που βρίσκεται πριν από 1984 – ’84, οι δράστες τους, τα κίνητρά τους και κάθε είδους σχετική λεπτομέρεια, εκτός εάν κάποιο στοιχείο από αυτά, ως αποδεικτικό υλικό μπορεί να φανεί χρήσιμο για τη δράση της Οργάνωσης και για τα συγκεκριμένα εγκλήματα μετά το 1984.
Δεύτερον, η ανάλυση και κριτική των επιδόσεων των διωκτικών Αρχών παραλείψεων και σφαλμάτων τους και ιδιαίτερα η αδράνεια, η έλλειψη βούλησης για τη διαλεύκανση της υπόθεση και ακόμη η στάση των πολιτικών προϊσταμένων των διωκτικών Αρχών, Κυβερνήσεων και Υπουργών και η ενίοτε επιδεικτική σχεδόν έλλειψη πολιτικής βούλησης, θεωρώ ότι είναι εκτός αντικειμένου αυτής της δίκης. Οριοθετώ αρνητικά το αντικείμενο.
Βεβαίως οι πειρασμοί –όπως είπα- είναι μεγάλοι. Είμαι σίγουρος ότι εάν η περίπτωση Σάββα Ξηρού με την έκρηξη της βόμβας γινόταν το 1992 που έγινε το επεισόδιο Τζωρτζάτου, η 17Ν δεν θα είχε ξετυλιχτεί δεν θα είχε ξετυλιχθεί η υπόθεση και αντίστροφα εάν η υπόθεση Τζωρτζάτου γινόταν το 2002 η υπόθεση θα είχε ξετυλιχθεί. Με αυτό τελειώνω διότι το έφερα σαν παράδειγμα για τους πειρασμούς που μπορεί να έχει κανείς να φύγει έξω από το αντικείμενο. Δεν υποκύπτω σε αυτό τον πειρασμό και προχωρώ σ’ ένα τρίτο χώρο τον οποίο θα εξαιρέσω από το αντικείμενο της δίκης.
Η κατασκευή και ανάπτυξη υποθέσεων περί διαφευγόντων, σκοτεινών, γνωστών ή αγνώστων συναρχηγών ή μελών της Οργάνωσης των οποίων η ύπαρξη δεν αποδείχθηκε ξέρετε τη φημολογία η οποία επικρατεί, ξέρετε τις απορίες οι οποίες εγείρονται, δεν μας ενδιαφέρουν κύριοι Δικαστές. Θα πρέπει να συγκεντρωθούμε στο συγκεκριμένο αντικείμενο που έχουμε. Δεν θα μπούμε κι εγώ προσωπικά δεν θα μπω σε διάλογο για το τι και ποιος και γιατί. Μιλώ μόνο με αποδεικτικά μέσα.
Τέταρτον, εκτός αντικειμένου είναι μικροκοινωνιολογικές ψυχολογίζουσες αναλύσεις για τους λόγους εμφάνισης, μακροβιότητας και λειτουργίας της Οργάνωσης, δεν με ενδιαφέρει ο μπαμπάς του κ. Γιωτόπουλου, δεν με ενδιαφέρει η αγωγή των κυρίων Ξηρών, τι αγωγή πήραν από την οικογένειά τους. Δεν με ενδιαφέρουν, δεν είναι αντικείμενο της δίκης. Εκτός εάν –όπως όλα αυτά που ανέφερα- κάποιο πολύ συγκεκριμένο στοιχείο ή κάποια πολύ συγκεκριμένη σχέση μπορεί να συνδεθεί για να αποδυναμώσει τη συγκεκριμένη κατηγορία, ή να την ενισχύσει.
Τελευταίο εκτός λόγου αυτής της δίκης είναι θεωρητικές και πολιτικές αναλύσεις για την πραγματική ταυτότητα και ιδεολογία της Οργάνωσης, των μελών της, τη στενότερη ή λιγότερη σχέση με οποιοδήποτε κομμάτι της Αριστεράς χαρακτηρισμοί της Αριστεράς περί επιτιθέμενης ή αμυνόμενης ή οτιδήποτε άλλο και χαρακτηρισμοί άλλων πολιτικών χώρων. Το Δικαστήριο δεν είναι συζήτηση ούτε τόπος απολογίας ή στήριξης ιδεολογικών αρχών και ιδεολογικών θέσεων. ¶λλωστε εάν οι κατηγορούμενοι είχαν επιλέξει αυτή τη στάση, θα είχαμε μια διαφορετική δίκη. Δεν την επέλεξαν.
Όλα αυτά τα οποία ανέφερα -και με αυτό κλείνω το κεφάλαιο αυτό- μπορούν και θα αποτελέσουν πιστεύω αντικείμενο ιστορικών, πολιτικών επιστημόνων, κοινωνιολόγων και ψυχιάτρων. Όμως δεν αποτελούν παρά μόνο κατ’ εξαίρεση το αντικείμενο αυτής της δίκης.
Στο επόμενο σκέλος αυτών που θα σας πω, θα προχωρήσω στην προσπάθειά μου να περιγράψω θετικά όχι πλέον αρνητικά το αντικείμενο της δίκης. Θα το κάνω, στο παράδειγμα των υποθέσεων τις οποίες έχω την υπεράσπιση. Έχω την υπεράσπιση σε τέσσερις τετελεσμένες ανθρωποκτονίες εκ προθέσεως και σε δυο πολλαπλές απόπειρες ανθρωποκτονιών.
Δεν θα πω πολλά πάνω στην ανάλυση των αποδεικτικών μέσων, αφού πιστεύω ότι άλλοι ικανότατοι συνάδελφοι το έκαναν πληρέστατα πριν από εμένα. Αναφέρομαι στις συγκεκριμένες πάντα υποθέσεις στην κα Τσόλκα, στον κ. Τζαννετή, στον κ. Μαχά και στον κ. Βασιλακόπουλο. Ο στόχος που έχω εδώ είναι πρώτον να αποδομήσω κατά το δυνατό ένα μύθο για τον έξω κόσμο, μια στάση κι ένα παίγνιο λογικό για κάποια μέλη της Οργάνωσης το ότι τάχα η δήθεν αποδεικτική βάση ή η ενοχή κάποιων κατηγορούμενων είναι αδύναμη έως ανύπαρκτη και δεύτερον να προσπαθήσω να ενισχύσω τη νομική βάση κάποιων θεμάτων που εμφανίστηκαν χωρίς να είναι ιδιαίτερα προβληματικά.
Αρχίζω με την παλαιότερη υπόθεση την οποία εκπροσωπώ την Πολιτική Αγωγή τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. Τώρα θα πρέπει να έχει τελειώσει το μνημόσυνό του σήμερα είναι 14 χρόνια από τη δολοφονία του. Θα έλεγα ότι δεν υπήρξε ούτε ιδιαίτερα τυχερός ούτε ιδιαίτερα άτυχος. 14 χρόνια για ένα φόνο που θα μπορούσε και να μην διαλευκανθεί ποτέ, είναι ένα διάστημα χρονικό το οποίο το υπομένει κανένας.
Για την υπόθεση αυτή η κατηγορία είναι συναυτουργία, ο κατηγορούμενος Κουφοντίνας και ο κατηγορούμενος Κωστάρης, απλοί συνέργια ο κατηγορούμενος Σάββας Ξηρός και ο κατηγορούμενος Βασίλης Τζωρτζάτος, ηθικός αυτουργός ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.
Αποδεικτικά μέσα
Τα αποδεικτικά μέσα θα μου επιτρέψετε να τα χαρακτηρίσω ότι ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία την οποία θα χαρακτηρίσω σκληρά αποδεικτικά μέσα, άμεσα αποδεικτικά μέσα, δύσκολα αμφισβητούμενα αποδεικτικά μέσα, είναι τα δαχτυλικά αποτυπώματα, οι γραφολογικές εκθέσεις και τα άλλα πειστήρια.
Η δεύτερη κατηγορία στην οποία θα πρέπει κανείς να σκύψει συνδυαστικά πάνω της και κυρίως συλλογιστικά, είναι οι καταθέσεις των μαρτύρων και βεβαίως οι ομολογίες των ίδιων συγκατηγορουμένων των δραστών. Δεν θα υπεισέλθω εδώ, έχουν αναλυθεί ήδη αρκετά, οι νομικές αμφισβητήσεις για την εγκυρότητα κάποιων ομολογιών, οι οποίες ανακλήθηκαν.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω ότι υπάρχει ένας εύκολος κατάταξης των κατηγορουμένων. Οι κατηγορούμενοι κατηγοριοποιούνται σε δυο κατηγορίες: σε αυτούς που επέδειξαν σταθερή στάση και σε αυτούς που επέδειξαν μεταβαλλόμενη στάση. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η πλειοψηφία και είτε είναι κατηγορούμενοι οι οποίοι πάντοτε αρνήθηκαν την κατηγορία ή ομολόγησαν πάρα πολύ λίγα κι έμειναν σταθεροί σε αυτά. Σε αυτή την κατηγορία είναι οι κατηγορούμενοι Γιωτόπουλου, Ν. και Α. Παπαναστασίου, Γιάννης Σερίφης, Ηρακλής Κωστάρης, Κική Σωτηροπούλου, Ψαραδέλλης και βεβαίως ο κατηγορούμενος Δημήτρης Κουφοντίνας. Επίσης ομολογούντες πλήρως και εμμένοντες είναι οι κατηγορούμενοι Κονδύλης, Τέλιος και Τσελέντης, ειδική περίπτωση ο Θωμάς Σερίφης τον οποίο κατατάσσω σε αυτή την κατηγορία, διότι στην ουσία η στο ακροατήριο απολογία του ήταν επιβεβαίωση της προανακριτικής και ανακριτικής του απολογίας. Μη σταθερή στάση έχουν επιδείξει οι τρεις αδελφοί Ξηρού, ο Τζωρτζάτος στο μεγαλύτερο μέρος που εξακολουθεί να παραδέχεται το ανώδυνο δηλαδή τη συμμετοχή μέχρι το 1992, ο Καραστώλης, ο Παύλος Σερίφης και ο Γεωργιάδης.
Αυτή είναι μια εύκολη κατάταξη για να ξέρουμε που βρισκόμαστε χωρίς αξιολογικές κρίσεις, προσπαθώ και ελπίζω να μείνω σε όλο το μήκος της αγόρευσής μου μακριά από επίθετα δεν συμπαθώ τα επίθετα, δεν συμπαθώ τους χαρακτηρισμούς. Βεβαίως όταν κανείς βγάζει τα συμπεράσματά του δικαιούται στο τέλος εάν θέλει, να κάνει κάποιους χαρακτηρισμούς, θα τους αποφύγω και αυτούς.
Επανέρχομαι στην υπόθεση Μπακογιάννη. Για τον κατηγορούμενο Δημήτρη Κουφοντίνα υπάρχουν οι ομολογίες του Σάββα Ξηρού, του Χριστόδουλου Ξηρού, του Βασίλη Τζωρτζάτου. Για τον κατηγορούμενο Ηρακλή Κωστάρη υπάρχει η ομολογία του Σάββα Ξηρού, του Χριστόδουλου Ξηρού και του Βασίλη Τζωρτζάτου. Για την απλή συνέργια του Σάββα Ξηρού η ομολογία του ιδίου, του αδελφού του Χριστόδουλου και του Τζωρτζάτου. Για τον Βασίλη Τζωρτζάτο η ομολογία του ίδιου και μια πιθανολόγηση από τον Σάββα Ξηρό.
Η ιδιαιτερότητα σε αυτή την υπόθεση είναι ότι έχουμε άμεση αναφορά στην ηθική αυτουργία Γιωτόπουλου, οι ομολογίες Χριστόδουλου Ξηρού και Τζωρτζάτου ευθέως τον αναφέρουν ως αυτόν ο οποίος έφερε την πρόταση. Θα δούμε γιατί και πως μπορεί αυτό το πράγμα να είναι ηθική αυτουργία και όχι οποιοδήποτε άλλο είδους συμμετοχής, για να προλάβω ίσως κάποιους συλλογισμούς της Υπεράσπισης.
Ειδικότερα για τον Ηρακλή Κωστάρη ο οποίος εξ αρχής και με συνέπεια αρνείται μέχρι τέλους την ενοχή του, υπάρχει ένα σοβαρότατο αποδεικτικό μέσο και δεν αναφέρομαι βεβαίως στο μάρτυρα Μπερετάνο, του οποίου την κατάθεση θα την κρίνει το Δικαστήριο διότι εγώ δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός σε αυτή την υπόθεση, αλλά αναφέρομαι στο συγκατηγορούμενό του Θωμά Σερίφη.
Ο άνθρωπος ο οποίος ήταν ο φίλος του από μικρό παιδί, ο άνθρωπος τον οποίο σύμφωνα με τον ίδιο τον μύησε στην Οργάνωση και ο οποίος ποτέ δεν ήρξατο χειρόν αδίκον. Πρώτα τον ανέφεραν άλλοι και μετά στην προανακριτική του ανέφερε τους άλλους. Τι έκανε στο ακροατήριο ο κ. Θωμάς Σερίφης; Είπε «Εγώ θα σας πω αυτά που αφορούν εμένα και τα ομολογώ, για τα άλλα, για τους συγκατηγορούμενούς μου δεν θέλω να μιλήσω› . Δεν σηκώθηκε αγανακτισμένος, όπως σηκώθηκε στην περίπτωση του Κονδύλη να πει «Όχι δεν ήταν στο πατάρι, είναι ψέμα ότι ήταν στο πατάρι ο Κονδύλης› δεν είπε τίποτα. Δεν είπε τίποτα για τους παιδικούς του φίλους. Τα συμπεράσματα κ. Πρόεδρε και κύριοι Εφέτες είναι δικά σας, δεν θα τα βγάλω εγώ.
Ένα άλλο λεπτό σημείο θα θίξω εδώ. Η Πολιτική Αγωγή δεν βρίσκεται σε αυτό το σημείο εδώ για να απονείμει εύσημα ούτε για να ζητάει ελαφρυντικά, δεν είναι ο ρόλος της. Ακόμη και όταν βλέπει ότι ενδέχεται να υπάρχουν τέτοια. Πράγματι η περίπτωση του Θωμά Σερίφη όπως και η περίπτωση των κυρίων Τέλιου, Τσελέντη και Κονδύλη με προβλημάτισε ως προς τη διαφοροποίησή τους. Εμφανίστηκε εδώ το φαινόμενο να λέμε από διάφορους συναδέλφους ότι ο κ. Θωμάς Σερίφης είναι λεβέντης. Είναι. Εντάξει. Αλλά δεν σημαίνει ότι οι άλλοι είναι τα ανθρωπάκια του κ. Γιωτόπουλου. Η αντίληψη αυτή η οποία στην ελληνική κοινωνία λέει «ό,τι και να έχει κάνει ο άλλος δεν πρέπει ν’ ανοίξεις το στόμα σου γιατί είσαι χαφιές›, κάπου έχει τα όριά της.
Με αυτή την παρένθεση τελειώνω αυτό το σημείο. Βεβαίως στην ίδια υπόθεση υπάρχουν μάρτυρες οι οποίοι περιγράφουν, η κα Τσαγκάρη, η κα Βασδέκη, υπάρχουν ομοιότητες, τα ανέλυσε η κα Τσόλκα, δεν θα επιμείνω. Βεβαίως υπάρχει μια μεγάλη κατηγορία επιχειρημάτων τα οποία εγώ τα αποκαλώ συλλογιστικά επιχειρήματα και τα οποία θα τα δω στο τέλος, όταν φτάσω στις προκηρύξεις και στην ηθική αυτουργία.
Τώρα θα μου επιτρέψετε να περάσω γρήγορα στις υπόλοιπες υποθέσεις. Η δεύτερη κατά σειρά είναι η υπόθεση Βαρδή Βαρδινογιάννη. Συναυτουργία στην απόπειρα Βαρδή Βαρδινογιάννη, λέγεται έτσι αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι μόνο απόπειρα κατά Βαρδή Βαρδινογιάννη, είναι απόπειρα και κατά του συνόλου του προσωπικού που είχε μαζί του ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, δηλαδή των φρουρών και του οδηγού καθώς και κατά ενός περαστικού.
Συναυτουργία λοιπόν του Σάββα Ξηρού, του Χριστόδουλου Ξηρού, απλή συνέργια του Ηρακλή Κωστάρη, του Βασίλη Τζωρτζάτου και του Δημήτρη Κουφοντίνα. Ο Σάββας Ξηρός έχει ως αποδεικτικά μέσα εναντίον του την ομολογία του αδερφού του Χριστόδουλου και του ιδίου καθώς και την περιγραφή του μάρτυρος Κανάρη, την οποία εσείς θα αξιολογήσετε ενόψει όσων είχαν γίνει εκείνη την ημέρα στο ακροατήριο, στα οποία δε θέλω να μπω.
Η ενοχή του Χριστόδουλου Ξηρού πηγάζει από την ομολογία του ίδιου και του αδερφού του Σάββα. Η ενοχή του Ηρακλή Κωστάρη από την ομολογία Χριστόδουλου Ξηρού. Και θα επιμείνω πάλι, από την μη άρνηση Θωμά Σερίφη. Η απλή συνέργια του Τζωρτζάτου, από την ομολογία του Σάββα Ξηρού και η απλή συνέργια του Κουφοντίνα από τις ομολογίες του Σάββα και του Χριστόδουλου Ξηρού.
Η υπόθεση Βαρδινογιάννη παρουσιάζει κάποια μικρή ιδιαιτερότητα όσον αφορά την ηθική αυτουργία η οποία αποδίδεται στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Λέω μικρή, υπό την εξής έννοια –θα έπρεπε να πω μία ιδιαιτερότητα συχνά εμφανιζόμενη, ανήκει στις υποθέσεις όπου δεν αναφέρεται ρητώς πουθενά ο κ. Γιωτόπουλος. Επιπλέον κάποια μικρή κουβέντα πρέπει να γίνει για τον βαθμό δόλου όσον αφορά το δεύτερο αυτοκίνητο που περιείχε την ασφάλεια του Βαρδή Βαρδινογιάννη. Θα επανέλθω αργότερα, όταν θα κάνω τη νομική στήριξη.
Τρίτη υπόθεση, υπόθεση Μπουλούκμπαση, η οποία δεν είναι μόνο υπόθεση Μπουλούκμπαση, τείνουμε να το ξεχνάμε, τουλάχιστον η προκήρυξη της 17Ν δεν το είχε ξεχάσει, είναι προκήρυξη εναντίον τριών πρακτόρων, του Μπουλούκμπαση, τότε συμβούλου της τουρκικής Πρεσβείας και επιτετραμμένου απουσία του Τούρκου Πρέσβεως, της κας Τσε Τσε Τσι η οποία ήταν Ακόλουθος Εμπορική και όχι Διευθύνουσα Σύμβουλος και του οδηγού τους Γιλντιρίν.
Αυτουργός ο Σάββας Ξηρός, πάτησε το κουμπί για την έκρηξη. Προκύπτει η πράξη αυτή από τις ομολογίες του ίδιου και του Τζωρτζάτου. Απλή συνέργια Κουφοντίνα και Βασίλη Τζωρτζάτου, σύμφωνα με την ομολογία του Σάββα Ξηρού και του Τζωρτζάτου. Ηθική αυτουργία Αλέξανδρος Γιωτόπουλος όχι από τις αναφερόμενες περιπτώσεις ρητά. Εδώ δεν έχουμε άλλη ιδιορρυθμία για να εξετάσουμε, καμία καινούργια ιδιορρυθμία σ’ αυτή την περίπτωση.
Προχωρώ στην τέταρτη υπόθεση, υπόθεση Γκιοργκιού, ίσως μία από τις πιο τραγικές περιπτώσεις. 28 ετών, πράκτορας. Αυτουργός Δημήτρης Κουφοντίνας σύμφωνα με την ομολογία Σάββα Ξηρού. Απλός συνεργός Σάββας Ξηρός σύμφωνα με την ομολογία του. Ηθικός αυτουργός Γιωτόπουλος, χωρίς αυτό να αναφέρεται πουθενά.
Υπόθεση Βρανόπουλου: Αυτουργός Δημήτρης Κουφοντίνας, σύμφωνα με την ομολογία Σάββα Ξηρού και τη σοβαρή μαρτυρία του μάρτυρα Τσερνόγλου. Απλός συνεργός Σάββας Ξηρός με την ίδια του την ομολογία και σε μεγάλο ποσοστό, από τον μάρτυρα Τσερνόγλου. Ηθικός αυτουργός Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, πάλι χωρίς να αναφέρεται πουθενά.
Έκτη υπόθεση, Σιπαχίογλου, η τελευταία από τις υποθέσεις που έχω: Αυτουργός Σάββας Ξηρός σύμφωνα με την ίδια του την ομολογία, εν πάση περιπτώσει η συμμετοχή του ομολογείται και από τον Κονδύλη. Απλή συνέργια Δημήτρης Κουφοντίνας και Κονδύλης από την ομολογία Σάββα Ξηρού και Κονδύλη. Η ηθική αυτουργία του Γιωτόπουλου και εδώ άρρητη.
Αυτή είναι η περιγραφή των υποθέσεων και οι αποδείξεις που υπάρχουν γι αυτές. Στο Δικαστήριο αυτό κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες, όπως είδαμε πολλές φορές ανεκλήθησαν διάφορες στάσεις κατηγορουμένων, απερρίφθησαν οι ενστάσεις τους για τη νομιμότητα των προανακριτικών τους ομολογιών, ποτέ όμως δεν δημιουργήθηκε έξω τουλάχιστον, κάποια αμφιβολία για την ισχύ ή την εγκυρότητα των αποδεικτικών μέσων με μία εξαίρεση: Η εξαίρεση αυτή έχει ως ενεργό αιτία αυτό το οποίο εις το εξής θα αποκαλώ «λογική Γιωτόπουλου›.
Ο κ. Γιωτόπουλος σχεδόν με επιτυχή τρόπο πέτυχε να δημιουργήσει κάποιες αμφιβολίες για την ισχύ των αποδεικτικών μέσων τα οποία στρέφονται εναντίον του. Αλλά ας δούμε πρώτα τί αποδεικτικά μέσα υπάρχουν εναντίον του κ. Γιωτόπουλου.
Εντόπισα 32 αναφορές σε ομολογίες προανακριτικές, ανακριτικές και ακροατηρίου συγκατηγορουμένων του 9 τον αριθμό, σε άλλους συγκατηγορουμένους πολλές σε άλλους μία ή δύο αναφορές. Συγκεκριμένα στον Σάββα και στον Χριστόδουλο Ξηρό, στον Βασίλη Τζωρτζάτο, στον Πάτροκλο Τσελέντη, στον Κονδύλη, στον Τέλιο, τον Καρατσώλη, στο Θωμά Σερίφη και βεβαίως, για τις παραγεγραμμένες πράξεις, στον κ. Παύλο Σερίφη.
Από αυτές τις 32 αναφορές, 9 αναφορές συνιστούν άμεση ηθική αυτουργία. Κατά τον Σάββα Ξηρό στις υποθέσεις Μπακογιάννη, Στιούαρτ, Σόντερς. Κατά τον Χριστόδουλο Ξηρό στην επίθεση κατά της Αμερικανικής Πρεσβείας και στην υπόθεση Μομφεράτουυ κατά τον Βασίλη Τζωρτζάτο στην επίθεση κατά του λεωφορείου με τους Αμερικανούς αξιωματικούς το 1987, στο Α.Τ. Βύρωνα, στην υπόθεση Ανδρουλιδάκη, στην υπόθεση Αθανασιάδη, στην υπόθεση Μπακογιάννη, στην υπόθεση του Πολεμικού Μουσείου.
Οι υπόλοιπες αναφορές είτε αποτελούν γενικές κρίσεις για το ρόλο και τη λειτουργία του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου μέσα στην Οργάνωση, έχουν διαβαστεί και έχουν επικληθεί πολλές φορές από τους συναδέλφους μου που μίλησαν πριν από μένα, είτε αποτελούν ειδικότερες αναφορές για συμμετοχή, όχι ηθική αυτουργία, στη ληστεία, φερ’ ειπείν στη ληστεία των ΕΛΤΑ και στο Α.Τ. Βύρωνα από τον Σάββα Ξηρό ή στη ληστεία των ΕΛΤΑ από τον Τζωρτζάτο ή οπτική επαφή στη ληστεία του Βύρωνα και στη ληστεία της χρηματαποστολής του ΟΤΕ από τον Καρατσώλη.
Αλλά αυτές οι 32 αναφορές και 9 ηθικές αυτουργίες αναφερόμενες –θα δούμε αν είναι ηθικές αυτουργίες ή αν μπορούν να χαρακτηρισθούν αλλιώς- δεν είναι το μόνο εντυπωσιακό υλικό κατά του κατηγορουμένου Αλεξάνδρου Γιωτόπουλου αλλά πηγαίνουμε στις λεγόμενες σκληρές αποδείξεις, που βεβαίως για να παραχθούν παρανόμως, θέλει σκληρούς τρόπους. Εννοώ να παραχθούν παρανόμως από την Αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες.
Δακτυλικά αποτυπώματα, σύνολο 26 σε 26 κινητά έγγραφα. Τρία από αυτά, κοινά με άλλους συγκατηγορουμένους. Το ένα με τον Τζωρτζάτο και τον Σάββα Ξηρό, το ένα με τον Νίκο Παπαναστασίου και τον Σάββα Ξηρό και το τρίτο με τον Τσελέντη. Έγγραφα 12 κατά την έκθεση πραγματογνωμοσύνης όπου υπάρχει εγγραφή με τον γραφικό χαρακτήρα του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου.
Από αυτά 6 φέρουν συγχρόνως τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Συγκεκριμένα η αντιαρματική χειροβομβίδα, τα μέτρα ασφαλείας, το χειρόγραφο κείμενο Π 277 ΙΑ, το χειρόγραφο κείμενο Π 277 ΙΓ, το σχέδιο προκήρυξης MAC DONALD’ S και η προκήρυξη Περατικού. Επίσης κλειδιά Δαμάρεως, κάσα μεταξοτυπίες οδού Πάτμου με τα υδατογράμματα των πλαστών εγγράφων.
Διάβασα κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες έναν κατάλογο ο οποίος εάν απευθυνόταν σε οποιονδήποτε κοινό κατηγορούμενο, το μόνο που θα του έμενε να σκέπτεται είναι τι σόι ελαφρυντικό θα μπορούσε ενδεχομένως να ζητήσει από το Δικαστήριο. Διάβασα έναν κατάλογο σύμφωνα με τον οποίον η ενοχή βοά, κράζει, άδει και λέγει, και όμως ο κ. Γιωτόπουλος αντικρούει. Και πώς αντικρούει ο κ. Γιωτόπουλος: Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον κ. Πρόεδρε το πώς αντικρούει ο κ. Γιωτόπουλος, αντικρούει με την λεγόμενη από εμένα χαρακτηριζόμενη «λογική Γιωτόπουλου›.
Η λογική Γιωτόπουλου βασίζεται στα εξής λογικά σφάλματα: Λήψη ζητουμένου ως δεδομένου, αντιφατική επιχειρηματολογία, αοριστολογία και πρόληψη της κατηγορίας ότι είναι αόριστα τα όσα λέγει, και κάποια ψεύδη. Εν ολίγοις ο κ. Γιωτόπουλος χρησιμοποιεί την λογική αρχή «εκ του λανθασμένου οτιδήποτε›. Αλλά την λογική αυτή την χρησιμοποιεί και ο συντάκτης των προκηρύξεων. Εάν πάτε στις προκηρύξεις του κ. Γιωτόπουλου, αν είναι αυτός βεβαίως ο συγγραφεύς, αυτός το αρνείται, θα δείτε ότι βρίθουν διαφόρων λογικών σφαλμάτων του είδους που σας περιέγραψα.
Τα λογικά σφάλματα του είδους που σας περιέγραψα, έχουν μία μεγάλη αρετή: Δεν εντοπίζονται από τον μη εκπαιδευμένο. Λέγει ο κ. συγγραφεύς της προκήρυξης κατά του Μπακογιάννη, προκήρυξη 42η γνήσια, σελ. 456 του γνωστού έργου: «Σε συνθήκες λοιπόν τελείως δυσμενείς για εμάς και χωρίς καμία ουσιαστική προεκλογική εκστρατεία, τα άκυρα και τα λευκά υπερδιπλασιάζονται και περνούν από 57.372, 0,9% το ’85, σε 147.918, 2,22%. Πιστεύουμε ότι ένα μικρό μόνο μέρος από αυτά δεν ανήκουν στο επαναστατικό ρεύμα και τη 17Ν, αφού είχαμε κάνει τελείως ξεκάθαρο τι θα σημαίνουν αυτές οι ψήφοι. Στη χειρότερη λοιπόν για εμάς περίπτωση, οι ψήφοι που δεν μας ανήκουν, ορισμένες κυρίως λευκοί που είχαν κι άλλη έννοια, ανέρχονται συνολικά σε 19.367, 0,29% και δεν ξεπερνούν έτσι το 0,22%›.
Συνεπώς οι άκυρες και λευκές ψήφοι που έχουν δοθεί στο επαναστατικό ρεύμα και στη 17Ν ανέρχονται χονδρικά σε περίπου 130.000, δηλαδή 2%. Συνεχίζει όμως ο συγγραφέας της προκήρυξης: «Είναι άλλωστε πασίγνωστο ότι μετά το’ 74 πάρα πολλοί αγωνιστές της άκρας Αριστεράς δεν ψήφιζαν. Είναι λοιπόν τελείως λογικό και θεμιτό να θεωρήσουμε ότι από το 20,41% της αποχής, ένα ποσοστό που ανέρχεται τουλάχιστον στο 2-3% ανήκει στο επαναστατικό ρεύμα και έτσι η δύναμη του χώρου φτάνει στο 4-5%, σύμφωνα με το εκλογικό αποτέλεσμα της 18/6/1989 και συνεπώς καθίσταται η 17Ν η τέταρτη πολιτική δύναμη της χώρας›.
Ακούστε την λογική αυτής της απόδειξης: Όταν ανέβηκαν τα λευκά, «τα λευκά είναι δικά μας, είναι και κάποιο μικρό ποσοστό το οποίο δεν είναι δικό μας. Γιατί είναι δικά μας; Μα είχαμε πει, όποιος θέλει τη 17Ν να ψηφίσει λευκό›. Λες και όλοι όσοι ήθελαν να ψηφίσουν λευκό, θα άκουγαν τη 17Ν. Λήψεις ζητουμένου ως δεδομένο. Έτσι φτάσαμε στις 130.000. Μετά κόβουμε κι ένα ποσοστό από την αποχή, 2-3%, όχι πολύ, είμαστε σεμνοί. Πώς το βρίσκουμε αυτό το 2-3; Ποια είναι η λογική αυθαιρεσία που υπάρχει εδώ ώστε να φτάσουμε να λέμε 260-325.000 αναλογούν στη 17Ν;
Αυτό είναι ένα μικρό δείγμα της λογικής, αυτής που αποκαλώ «λογική συντάκτη των προκηρύξεων›. Ξέρετε γιατί διάλεξα αυτό το παράδειγμα; Γιατί υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα, υπάρχουν και παραδείγματα αμάθειας, δηλαδή δεν μπορώ να σας αποκρύψω αν και μάλλον είναι χαρακτηριστικό εγκυκλοπαιδικών γνώσεων, ότι όταν διαμαρτύρεται ο συντάκτης των προκηρύξεων για τους αποικιοκράτες που κρατούν ακόμα νησιά όπως η Μελανησία και δεν ξέρω ποιο άλλο στην κατοχή τους, μας αναφέρει και την αγγλική κατοχή στα Φόκλαντς, αλλά τα Φόκλαντς δεν είχαν ποτέ γηγενή πληθυσμό.
Αυτό είναι ένα μικρό δείγμα της έλλειψης βαθύτερης προσοχής θα έλεγα, αν όχι γνώσης, ενός ανθρώπου κατά τα άλλα πολύ γνωστικού. Το παράδειγμα το οποίο ανέφερα, το οποίο καθιστά η λογική του τέταρτη πολιτική δύναμη της χώρας το 1989 τη 17Ν, το ανέφερα γιατί: Για πηγαίνετε στις προκηρύξεις όσο περνά ο καιρός. Υπάρχει η pretension politic; Υπάρχει η προσποίηση ότι είμαστε πολιτική δύναμη; Όλα εγκαταλείπονται. Η Οργάνωση φθίνει και αποσύρεται. Δεν υπάρχουν ικανοί νέοι άνθρωποι.
Από εκεί που έμπαινε κάποτε ένα ταλέντο σαν τον Δημήτρη Κουφοντίνα ή ένα ταλέντο σαν τον Σάββα Ξηρό, δεν βρίσκονται πια. Οι βοηθοί μας πια είναι κάποια αγνά ίσως παιδιά αλλά εν πάση περιπτώσει περιορισμένων δυνατοτήτων τεχνικών, δεξιοτήτων. Ο Βασίλης Ξηρός, ο Γεωργιάδης, και συγχρόνως, κοιτάξτε, τίποτα στις προκηρύξεις. Πού είναι η πολιτική δύναμη των 325.000; Πού έμεινε ο στόχος; Μείναμε στο δρόμο. Ο συντάκτης όμως δεν έμεινε, γιατί συνεχίζει τους φόνους.
Οι προκηρύξεις είναι γεμάτες με τέτοια παραδείγματα ψευτολογικής. Για τον συντάκτη τους τα πράγματα είναι σαφή. Όλοι οι πολιτικοί είναι κλεφτρόνια, όλοι οι εφοπλιστές χωρίς καμία εξαίρεση είναι μαφιόζοι. Όλοι οι επιχειρηματίες με εξαίρεση στα δάκτυλα του ενός χεριού, είναι απατεώνες και ληστές, λυμεώνες του δημοσίου χρήματος. Όλα αυτά, προσέξτε, είναι δεδομένα. Γιατί είναι δεδομένα; Ποια πολιτική ανάλυση τα κάνει σε αυτή την απολυτότητα δεδομένα;
Δεν θα επιμείνω άλλο εδώ, παρά μόνο για τον εξής λόγο. Οργανώσεις σαν την επαναστατική οργάνωση 17Ν, έχουν έναν εύκολο και για τους πολλούς πειστικό λόγο, όταν χρησιμοποιούν τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, είτε αυτά είναι οικονομικής φύσεως, είτε οποιασδήποτε εκμετάλλευσης που αναμφισβήτητα υπάρχουν, όταν χρησιμοποιούνται για να αποδομήσουν το σύστημα.