Πολιτική
Πέμπτη, 02 Οκτωβρίου 2003 20:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (02/10/2003) Μέρος 1/5

ΠΕΜΠΤΗ 2 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:15

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:15 – 10:20

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλημέρα σε όλους σας. Ο κ. Καρύδης;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, μόλις πέρασε την πύλη ο κ. Καρύδης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όποιος είναι εκτελεστικός εδώ, το ΧΠΑ τι είναι; Χρονικό Περιθώριο Ασφαλείας το λέγαμε στο στρατό όταν κάναμε μία επιχείρηση.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, ούτως ή άλλως ο κ. Καρύδης θα θέλει κάποια λεπτά να έρθει, να πάρει την θέση του. Να διακόψουμε για λίγα λεπτά.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πάντως αυτό το θέαμα, αυτό που συμβαίνει, θα περιμένω να έρθει ο κ. Καρύδης για να το ακούσει και εκείνος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ, δεν δικάζεται αγορανομικό εδώ μέσα. Θα κάνει ότι θέλει ο καθένας. Εμείς θα δούμε τι θα κάνουμε στο τέλος και βλέπουμε. Διακόπτουμε για λίγο.

ΔΙΑΚΟΠΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Για τον κ. Καρύδη όχι την μπάντα του Ναυτικού όπως για την κα Κούρτοβικ, την μπάντα της Αεροπορίας αυτή τη φορά.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Είναι όλα του γάμου δύσκολα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια είναι η καλύτερη μπάντα;

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Με συγχωρείτε πάρα πολύ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως αν ήσασταν στον Δικηγορικό Σύλλογο Λονδίνου και το κάνατε αυτό που έγινε σήμερα, το τυχαίο γεγονός βέβαια που σας συνέβη, δεν έγινε εκ προθέσεως ούτε το πιστεύω θα είχατε σοβαρή κύρωση από το Σύλλογο όχι από μας.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Θα δεχθώ την παρατήρηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμείς απλώς φαινόμαστε ελαφρώς θέατρο έτσι. Δεν πειράζει, ας μας υποβαθμίσετε ακόμα.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Ζητώ συγγνώμη, δέχομαι την παρατήρηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Θέλω να παρακαλέσω το Δικαστήριο να κάνει μία υπόδειξη η οποία και να καταγραφεί. Αυτά τα πράγματα είναι απαράδεκτα.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Ειδοποίησα πάντως κ. Πρόεδρε. Δεν σας ειδοποίησα;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είναι απαράδεκτα υπό οιασδήποτε εκδοχής. Κύριε Πρόεδρε, δεν γνωρίζω το λόγο που αποβλέπει. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό γίνεται από αμέλεια.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Δηλαδή τι σκοπιμότητα;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Η παράκλησής μου κ. Πρόεδρε είναι να υπομνήσετε να μην επαναληφθεί αυτό το πράγμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πείτε κι εσείς την εξήγησή σας.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Δεν απαντώ. Συζητάμε για τι είδους σκοπιμότητες κ. Εισαγγελέα; Δεν κατάλαβα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορώ να ξέρω εγώ.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Υπονομεύω την Αστική Δικαιοσύνη με καθυστέρηση πέντε λεπτών διότι κόλλησα στην κίνηση;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η καθυστέρηση είναι 20 λεπτά, δεν είναι 5.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Ήρθα την στιγμή που διακόψατε κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Φαίνεται θέατρο το Δικαστήριο, με συγχωρείτε πάρα πολύ. Εγώ σηκώνομαι 06:00 το πρωί για να είμαι εδώ πέρα 08:15.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Καμία αντίρρηση, έπρεπε να ξεκινήσω στις 07:00, αυτό το δέχομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι τώρα να καθόμαστε να συζητάμε συνέχεια γι’ αυτό. Παρακαλώ όμως καθ’ υπόδειξη και του κ. Εισαγγελέα, κατά πρόταση του κ. Εισαγγελέα να μην επαναληφθεί ούτε από κανέναν άλλο συνήγορο. Δεν δίνει προς τα έξω την καλύτερη εικόνα για τους δικηγόρους πρώτα. Το Δικαστήριο τι να κάνει; Το Δικαστήριο δεν μπορεί να κάνει αλλιώς ούτε μπορεί να έρθει σε σύγκρουση τώρα για 5 λεπτά ή για ένα τέταρτο μέσα σε μια διαδικασία 7 μηνών. Θα είναι αστείο δηλαδή να έρθω σε σύγκρουση μαζί σας.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Πάντως δεν είναι οι καλύτερες συνθήκες να ξεκινήσω μια αγόρευση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλό ήταν να το είχαμε στην Πλατεία Συντάγματος το Δικαστήριο για να έχουμε πρόσβαση όλοι.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Θυμάμαι στις αρχές της διαδικασίας παλιότεροι συνάδελφοι, ο κ. Οικονομίδης νομίζω είχε πει να πάμε στην επαρχία, κάτι σε σχέση με το ωράριο αν θυμάστε και είναι γεγονός. Είναι και στην Κόρινθο, δεν υπάρχει θέμα. Γνωρίζετε τις συνθήκες του κέντρου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά έχει η πατρίδα μας, αυτά μας δίνει, κινδυνεύοντας να θεωρηθώ πατριώτης διότι είναι μειωτικό να είσαι πατριώτης πάρα πολύ. Καίτοι και η 17Ν έδειχνε κάποιο πατριωτικό σε περιπτώσεις έξαρσης. Αλλά εγώ άμα το πω τώρα «η πατρίδα› κλπ αλίμονό μου, χάθηκα.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Δε νομίζω κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να πω τη λέξη «πατρίδα› εδώ πέρα;

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Στη διαδικασία έγινε κάποια διάκριση μεταξύ εθνισμού και εθνικισμού αν δεν κάνω λάθος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εθνικισμό δεν ξέρω αν θα πρέπει εμείς οι Έλληνες να είμαστε κάτι παραπάνω από τους άλλους. Εγώ λέω «ναι›, η 4η Διεθνής λέει «όχι, όλοι μαζί το ίδιο›.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Υπέρ του εθνισμού νομίζω κάποιοι μάρτυρες υπεράσπισης σαν τον κ. Καραμπελιά που δεν αναγκαστικά συμφωνώ μαζί του πάντως θυμάμαι ότι έκανε αναφορά και έκανε μια σαφή διάκριση σε αυτές τις δύο έννοιες θεωρώντας το πρώτο «πατριωτισμό› και το δεύτερο «διαστροφή›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είπα για τον εθνισμό τον ορισμό του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, το θυμάστε. «Ιδεολογική εκδήλωση πίστης αυτής ταύτης εθνικής συνείδησης προς εαυτήν›. Υπάρχει καλύτερος ορισμός;

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Και όχι κατά των άλλων, αυτό είναι το βασικό.

Πραγματικά δεν θα περίμενα με αυτόν τον τρόπο να αρχίσει η αγόρευση μετά από 7 μήνες. Θυμάμαι την πρώτη ημέρα που ήρθαμε όλοι εδώ χαμένοι, ο κόσμος, τα ΜΜΕ, μερικοί δεν μπόρεσαν να μπουν καλά-καλά, υπήρχε μία αναστάτωση και όλα ήταν ανοιχτά πραγματικά. Δηλαδή υποθέτω ακόμη περισσότερο εσείς δεν ξέρατε την ημέρα που θα λάμβαναν το λόγο οι συνήγοροι πώς θα ήταν το κλίμα, πώς θα ήταν η διαδικασία, τι θα είχε μεσολαβήσει κατά την έναρξη αυτής της δίκης, γι’ αυτό και τη θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά.

Την προηγουμένη είχε κυκλοφορήσει στο «ΒHMAGAZINO› η περίφημη συνέντευξη. Δεν θα μείνω καθόλου σε αυτή, υποθέτώ άλλοι συνάδελφοί μου θα την τιμήσουν δεόντως με τον κ. Διώτη-Τσολιαδάκη και όλη αυτή την θριαμβολογία της όντως επιτυχίας των Διωκτικών Αρχών.

Μπήκα εδώ, είδα αυτό το τερατώδη κλωβό. Μου προξένησε δέος. Όλα αυτά τα μέτρα ασφαλείας που εσείς δεν τα περάσατε τελικά, διαμαρτυρόταν κάποιος που έλεγε μπορεί να μας προκαλέσουν καρκίνο κλπ. Τελικά κι αυτά τα συνηθίσαμε. Ιδρυματοποιηθήκαμε που λέμε. Αναγκαστήκατε να ζητάτε βεβαιώσεις από τις εταιρείες των μηχανημάτων. Δεν σας κρύβω ότι πέραν αυτών που είναι οι εξωτερικές συνθήκες είχα και δικά μου ερωτηματικά.

Όταν λίγο πριν την δίκη αποφάσισα την εμπλοκή μου δεν σας κρύβω ότι είχα προβλήματα στο στενό, φιλικό, οικογενειακό περιβάλλον. Η αδελφή μου – ελπίζω δεν την εκθέτω – μου είχε πει «τι θα λέω εγώ; Είμαι η αδελφή του δικηγόρου του Κουφοντίνα;›. Σας το λέω υπεύθυνα, στενοί μου άνθρωποι μου επέστησαν την προσοχή. Θα πω πού θα καταλήξω, δεν είναι προσωπική αναφορά. Χρησιμοποιώ το παράδειγμά μου να μην πω άλλου. Το λέω από τώρα κ. Πρόεδρε. Μιλάω σε σχέση με το κλίμα που υπήρχε και με την διαμόρφωση, πολύ συγκεκριμένα θα πω και παρακάτω, συμπληρωματικά από την συνάδελφό μου την κα Κούρτοβικ, δεν θέλω να πω ίδια πράγματα.

Τουλάχιστον στην προσωπική μου περίπτωση αυτό πάντως το αισθάνθηκα καταρχήν στον πολύ στενό περίγυρο. Μου έλεγαν «τι θα γίνει με το Πανεπιστήμιο, θα έχεις προβλήματα›. Αυτή ήταν η νοοτροπία του κόσμου. Δεν έφταιγε ο κόσμος. Δράττομαι της ευκαιρίας, κάποιος συνάδελφος της πολιτικής αγωγής ζήτησε το λόγο γιατί αυτή η τρομο-υστερία που κάποια στοιχεία της είπα καλούμενος την προσωπική περίπτωση και θα επιμείνω λίγο σε αυτό, από τους κατηγορούμενους είπε «εσείς ευθύνεστε γι’ αυτήν την τρομο-υστερία, για κάμψη δικαιωμάτων, για σπίλωση ανθρώπων, για όλα αυτά που ζήσαμε. Τα ανέφερε η κα Κούρτοβικ, δεν θέλω να τα επαναλάβω.

Πραγματικά μου θύμισε το επιχείρημα κάποιων που λένε ότι για τον ρατσισμό ευθύνεται η παρουσία των μεταναστών. Βέβαια, η ελληνική κοινωνία ήταν μία πολύ ανεκτική κοινωνία όσο είχαμε Σουηδέζες τουρίστριες και Αμερικάνους με τα δολάρια και χορεύαμε συρτάκι κλπ. Όσο δεν είχαμε πρόβλημα δηλαδή, ένα «αρχικό πρόβλημα› (εντός ή εκτός εισαγωγικών).

Από αυτό το σημείο όμως να φτάνει κάποιος και να υποστηρίζει ότι εκτός από τα άλλα που κάνουν και μόνο με την παρουσία τους μας έκαναν ρατσιστές. Νομίζω ότι είναι οξύμωρο, όχι μόνο υπερβολικό, οξύμωρο και αντιστροφή της πραγματικότητας με το κεφάλι κάτω. Εγώ λοιπόν ήρθα να υπερασπίσω τον «φαρμακοχέρη› με βέλη ήδη φαρμακερά στην αίσθηση που με ανέμενε και με ανέμεναν πραγματικά χειρότερα. Αυτά τουλάχιστον ήταν απροσδόκητα για μένα.

Επαναλαμβάνω δεν θα ήθελα να είμαι αυτοαναφορικός, ποτέ δεν είμαι αλλά αναγκαστικά χρησιμοποιώ το προσωπικό μου παράδειγμα. Αν ήταν κάποιος που είχε τις αντίστοιχες ιδιότητες με μένα θα αναφέρουν στον άλλον. Χάριν του επιχειρήματος δηλαδή γίνομαι αυτοαναφορικός διότι με την έναρξη της διαδικασίας ξαφνικά βγήκαν έντυπα, ένα Κανάλι στην τηλεόραση διότι έγινε τρομερή αποκάλυψη, συγκλονιστική αποκάλυψη ήταν αυτή. Ότι δηλαδή ο Πανεπιστημιακός Δικηγόρος του «φαρμακοχέρη› συμμετείχε και σε κάποια Επιτροπή του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης υπό την επιστημονική του ιδιότητα για την πρόληψη του κοινού εγκλήματος.

Αυτό ήταν συγκλονιστική αποκάλυψη, ήταν το τρομερό ασυμβίβαστο σε σημείο που έγινε επερώτηση στην Βουλή. Δεν θα πω ούτε το όνομα του Βουλευτή, ούτε τα έντυπα να μην τους κάνω διαφήμιση. Μιλάω χάριν του επιχειρήματος. Το πρόβλημα πάλι όπως το επιχείρημα που ανέφερα περί τρομο-υστερίας ήταν ότι δεν μπορούσαν να αποφασίσουν τελικά. Ήμουν η 5η φάλαγγα των τρομοκρατών στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και στην καρδιά του κράτους ή ανάποδο ήμουν ο άνθρωπος του Χρυσοχοίδη στην Οργάνωση για να μεταφέρω πληροφορίες ή να ελέγξω την δίκη; Εκεί δεν ξέρω, δεν αποφάσισαν τελικά.

Αυτή η ταύτιση αναμενόμενη μέχρι ένα σημείο, αναμενόμενη από απλούς ανθρώπους για μένα ήταν μια αποκάλυψη συγκλονιστική και θεωρώ ότι ήταν προφανώς και συνειδητή από εκεί που έγινε. Εγώ ας πούμε έτυχε να υπερασπίσω τον Δουρή. Δεν είχα κανένα πρόβλημα. Ανεξάρτητα τώρα από την ουσία αυτής της περίεργης και σκοτεινής υπόθεσης όπως φαινόταν αρχικά η υπόθεση ήταν ιδιαίτερα ειδεχθές. Θυμόσαστε, δεν είχα κανένα πρόβλημα. Δεν με ταύτισε κανείς, δεν μου ζήτησε το λόγο.

Εδώ ο Πανεπιστημιακός ή δεν πρέπει να υπερασπίζεται κάποιες κατηγορίες κατηγορουμένων ή δεν πρέπει να συνεργάζεται υπό οποιαδήποτε μορφή όσο έμμεση και να είναι αυτή με το κράτος. Είναι λογική αυτή; Θα επανέλθω σε αυτό γι’ αυτό σας είπα χάριν του επιχειρήματος, όχι για την προσωπική μου περίπτωση.

Το χειρότερο ήταν ότι μεταφέρθηκε μέσα στην Δίκη. Δεν έδωσα ποτέ σημασία ούτε συνέχεια. Σχόλια, καρφιά περί δήθεν Συμβούλου, κάτσε κάτω Σύμβουλε κλπ. Και πάλι προβληματικό ήταν διότι οι άνθρωποι που αν θέλετε κάποιοι ιδεολογικοποιούσαν κακώς αυτή την αντιπαλότητα θα έπρεπε μέσα τους να χαίρονται. Ήταν αμήχανη η στάση. Δηλαδή σε τι με κατηγορούσαν; Σε αυτό που αυτοί θα ήθελαν να κάνουν ενδεχομένως;

Παρόλα αυτά έγινε και δεν ζητάω το λόγο, κανέναν λόγο. Είναι σοβαροί άνθρωποι. Μέσα στην διαδικασία μιας τέτοιας Δίκης με το φως της όποιας δημοσιότητας κλπ γίνονται σχόλια, εκφέρονται προτάσεις που την άλλη στιγμή ο άλλος το ξεχνάει, το μετανιώνει. Είμαι σίγουρος ότι θα κατανοήσουν γιατί όλοι είναι ευπρεπείς και σοβαροί άνθρωποι ότι τελικά με μια τέτοια στάση υπονομεύουν αυτό που υποτίθεται νομίζουν ότι υπερασπίζουν, δηλαδή τους θεσμούς και τη Δημοκρατία, αυτό το όποιο κράτος Δικαίου έχουμε καταφέρει να χτίσουμε τις τελευταίες δεκαετίες εν πάση περιπτώσει στη χώρα αυτή, ότι η λεγόμενη ασφάλεια του πολίτη και το δικαίωμα στην ασφάλεια αν θέλετε προϋποθέτει και την ασφάλεια των δικαιωμάτων.

Γιατί λοιπόν υπήρξε αυτή η ένταση με έναν άνθρωπο που λόγω αυτής της διπλής ιδιότητας «χαλούσε την σούπα;›. Ποια «σούπα› όμως; Ποιο ήταν το διακύβευμα αυτής της Δίκης; Πιστεύω ότι ήταν αυτά που είπα πριν και συμβάλλατε σε αυτό και θα έρθω κάποια στιγμή σε αυτό γιατί κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες σε τελευταία ανάλυση όλοι έχουμε ρόλους κοινωνικούς και στην αλληλεπίδραση την καθημερινή μας και στην μικροκοινωνία και στην μακροκοινωνία. Είμαστε οικογενειάρχες, είμαστε πατεράδες ή μανάδες, είμαστε επαγγελματίες, είμαστε επιστήμονες, είμαστε οπαδοί μιας ομάδας, είμαστε ψηφοφόροι ενός Κόμματος, είμαστε μέλος ενός Σωματείου, στην τοπική ιδιαίτερη πατρίδα μας έχουμε μία άλλη δραστηριότητα, έχουμε άλλες όψεις υπό μία έννοια κοινωνικά κάθε φορά.

Θα επανέλθω στο θέμα των ρόλων πάλι αλλά ήθελα να πω για να κλείσω αυτό το κομμάτι, στη συγκεκριμένη περίπτωση της επιλογής μου αυτής επικράτησε η ιδιότητα του Πανεπιστημιακού, ο ρόλος αυτός ας τον πω έτσι. Εγώ διδάσκω Σωφρονιστική και Σωφρονιστικό Κώδικα στο Πανεπιστήμιο επί παραδείγματι. Θέλω λοιπόν να κοιτάζω τους ?. με τα μάτια. Τι διάολο έλεγε αυτός ο περίφημος πολύ πρόσφατος ψηφισμένος Σωφρονιστικός Κώδικας;

¶ρθρο 4: κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο ατομικό δικαίωμα των κρατουμένων εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία. ¶ρθρο 15 παράγραφος 2: οι συνθήκες διαβίωσης υποδίκων στο Κατάστημα προσεγγίζουν κατά το δυνατόν συνθήκες ελεύθερης διαβίωσης. Και κάπου αλλού: δεν υπόκεινται σε άλλους περιορισμούς ελευθερίας εκτός από εκείνους που είναι απαραίτητοι για την ομαλή διεξαγωγή της ανάκρισης και ρητά για την δημιουργία άλλων κατηγοριών κρατουμένων πέρα των προβλεπομένων στο Σωφρονιστικό Κώδικα απαιτείται σχετικό Προεδρικό Διάταγμα.

Αυτά δίδασκα και όλα αυτά παραβιάζονται γιατί κάποιοι δεν σκέφτηκαν να κάνουν ειδική κατηγορία κρατουμένων. Να μείνω στο νομικό θετικισμό. Δεν το έκαναν όμως και εν ονόματι της σκοπιμότητας της υπαρκτής εγώ σας λέω κυνηγάγαμε λιοντάρια στον Νίγηρα αντί να δούμε αυτές τις διατάξεις.

Εδώ θα είμαι αυτοαναφορικός ειδικά, σε ανύποπτο χρόνο, δεν είχα καμία σχέση ούτε εμπλοκή, τον κ. Κουφοντίνα τον είδα την παραμονή της Δίκης. Έτυχε τότε να ήμουν μέλος του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου των Φυλακών εκείνη την εποχή. Είναι γνωμοδοτικό όργανο, το προβλέπει ο Σωφρονιστικός Κώδικας στο Υπουργείο Δικαιοσύνης σχετικά με την Σωφρονιστική Πολιτική. Πρώτη φορά το δημοσιοποιώ. Δεν ήθελα να απαντήσω εκτός Δίκης, εκτός θεσμών άσχετα σε επίπεδο προσωπικής αντιδικίας. Είναι ώρα όμως να το πω εδώ που πρέπει και σε σας που πρέπει.

9/9/2002 προς την Πρόεδρο του ΚΕΣ, Καθηγήτρια κα Σινέλη, κοινοποίηση Υπουργό Δικαιοσύνης και μέλη του ΚΕΣ.

«Αγαπητή κα Πρόεδρε, όπως γνωρίζετε παρά το γεγονός ότι έχω την ιδιότητα του Αναπληρωματικού Μέλους του ΚΕΣ επί σειρά ετών συμμετέχω περίπου ανελλιπώς στις συνεδριάσεις του και έχω συμβάλλει ουσιαστικά στο έργο του κατά το μέτρο των δυνάμεών μου. Επανειλημμένα κατά το παρελθόν ομόφωνα τα μέλη του Οργάνου έχουν διατυπώσει την δυσαρέσκειά τους εγγράφως και προφορικά για το γεγονός ότι η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης δεν αναγνώριζε εμπράκτως το σημαντικό θεσμικό ρόλο του Οργάνου του οποίου η σύσταση και οι αρμοδιότητες προβλέπονται στον ισχύοντα Σωφρονιστικό Κώδικα, άρθρο 8.

Το τελευταίο όμως διάστημα είδαν επανειλημμένα και από διάφορες πλευρές το φως της δημοσιότητας αιτιάσεις σχετικά με την de facto δημιουργία ιδιαίτερης κατηγορίας κρατουμένων στην Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού με ειδικό καθεστώς κράτησης χωρίς αυτό να προβλέπεται στον Σωφρονιστικό Κώδικα. Ανεξάρτητα από τη βασιμότητα αυτών των ισχυρισμών το ΚΕΣ θα έπρεπε να έχει εισηγηθεί ή να εκφέρει την άποψή του επί του ζητήματος καθώς αυτό εμπίπτει στις αρμοδιότητές του πράγμα το οποίο δεν έχει συμβεί. Κατόπιν τούτων θεωρώ ότι η συμμετοχή μου στο ΚΕΣ είναι πλέον περιττή και παρακαλώ να μην καλούμαι στις συνεδριάσεις. Σας εύχομαι καλή δύναμη και κάθε επιτυχία στο δύσκολο έργο σας›.

Αυτό έκανα λοιπόν εγώ για να κοιτάω στα μάτια του φοιτητές μου που τους διδάσκω Σωφρονιστική κ. Πρόεδρε. Και σαν καθηγητής εγκληματολογίας, γιατί είναι το άλλο γνωστικό αντικείμενο που διδάσκω, λέω στους φοιτητές ότι ο εγκληματίας, γενικά ο εγκληματίας και ακόμα περισσότερο αυτή η ειδική κατηγορία που θα μας απασχολήσει ενδεχομένως, πέραν των άλλων δεν είναι τέρας. Οι εγκληματίες είναι οι δικοί μας εγκληματίες, όπως οι φυλακές είναι δικές μας φυλακές, όπως η πολιτική βία είναι δική μας βία.

Τους διδάσκω δηλαδή την κατανόηση του κοινωνικού φαινομένου του εγκλήματος και όχι τη στερεοτυπική απεικόνιση ως του τερατικού άλλου όποιου παραβαίνει τους κανόνες τους δικούς μας. Δε θα ξεχάσω την παρατήρηση, την κριτική παρατήρηση ενός φίλου και συναδέλφου και προοδευτικού ανθρώπου που μου είπε ότι δεν περίμενε από μένα να χτυπήσω στον ώμο τον Κουφοντίνα όταν τελείωσε την απολογία του.

Ιδιωτικό είναι, δεν έχει σημασία, το δημοσιοποιώ χάριν του επιχειρήματος, γι αυτή την ταύτιση. Δεν περίμενε δηλαδή από έναν συνήγορο, ας μείνω σε αυτή την ιδιότητα, να χτυπήσει στον ώμο τον άνθρωπο που απολογήθηκε κι έβλεπε τη ζωή όλη εκείνη την ώρα να περνάει μπροστά από τα μάτια του. Δηλαδή υπεράσπισε μεν το «τέρας›, μην το ακουμπάς όμως, μην μολύνεσαι.

Εγώ διδάσκω αντίθετα σε τέτοιες αντιλήψεις, για την ανασκευή τέτοιων στερεοτύπων και νομίζω ότι αυτό βοηθά όχι μόνο το νομικό πολιτισμό, συνολικά τον πολιτισμό και την πρόοδο αυτής της κοινωνίας. Έτσι λοιπόν, επανέρχομαι στο αρχικό μου ερώτημα: Ποιος προσφέρει τελικά περισσότερο στη δημοκρατία; Όσοι ανατριχιάζουν στην όψη των τεράτων, όσοι συναινούν σε περιστολή δικαιωμάτων, όσοι ξεχνούν τις διατάξεις του αστικού κώδικα, όσοι παίζουν καθυστέρηση εντός του γηπέδου παραβιάζοντας δικαιώματα θεσπισμένα για να επιτύχουν το όποιο αποτέλεσμα; Ή σε τελευταία ανάλυση όσοι υπερασπίζονται τί; Τις αρχές του διαφωτισμού κ. Πρόεδρε υπερασπίζονται.

Όπως στη συνέχεια υλοποιήθηκαν, όπως διαχρονικά και διατοπικά περισσότερο ή λιγότερο έχουν εκδηλωθεί σε θεσμούς στις συνειδήσεις, στη συλλογική κοινωνική συνείδηση. Κι επειδή αναφέρθηκε στη διαδικασία και η περίφημη δίκη του Γλέζου, το είπε κάποιος συνάδελφος, -νομίζω κατέθεσε και ως μάρτυρας ο κ. Γλέζος- θέτω το ερώτημα: Ποιος προσέφερε στη δημοκρατία, τη δική μας δημοκρατία τότε; Όσοι κατηγορούσαν τους δικηγόρους του Γλέζου, τους απειλούσαν με τον τότε 509 για βοήθεια και εκθειασμό του Κομμουνισμού κτλ., ή αυτοί που μέσα στις αίθουσες των στρατοδικείων έδιναν τις μάχες για τις αρχές του Διαφωτισμού;

Ποιοι ήταν αυτοί οι δικηγόροι; Ήταν βέβαια ο Ηλίας Ηλιού, ήταν ο Κανελλόπουλος, ήταν όμως και ο αυτοπροσδιοριζόμενος εθνικόφρων Γεώργιος Μαγκάκης, ήταν ο νεαρός τότε Μανδηλαράς και ήταν οι συντηρητικοί, ο Βασιλάτος αν δεν κάνω λάθος Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά, ένας Τριανταφύλλου, φυσιογνωμίες στο νομικό κόσμο που δεν ιδεολογικοποιούσαν επί προσωπικού τους κατηγορουμένους.

Έμπαιναν στις αίθουσες και υποχρέωναν τα στρατοδικεία να κάνουν τη διαδικασία. Και νομίζω ότι αυτοί προσέφεραν περισσότερο στη νεαρή, την αδύναμη δημοκρατία, παρά οι άλλοι που ήθελαν να τους διώξουν με τον τότε ισχύοντα νόμο.

Διάβασα κ. Πρόεδρε χθες ένα εξαιρετικό κείμενο του καθηγητή κ. Κώστα Μπέη. Κάνει έναν απολογισμό, νομίζω ότι επειδή χρησιμοποιεί σαν κύριο επιχείρημα την υπόθεση γύρω από την κράτηση του Σάββα Ξηρού, είμαι βέβαιος ότι θα το χρησιμοποιήσουν οι συνάδελφοι και δε θα μείνω ιδιαίτερα, ήθελα όμως να πω κάτι: Κάνει μια δραματική προειδοποίηση. Ο Μπέης είναι αυτός που είναι, ο δάσκαλός μου ο σεβαστός πνευματικός άνθρωπος, πονεμένος άνθρωπος, θρησκευόμενος, δηλαδή δεν μπορεί να τον ακουμπήσει κανείς από πουθενά.

Είναι βέβαιο ότι σε ένα δεύτερο επίπεδο η ανάγνωση αυτού του άρθρου, θα το δείτε ελπίζω, δεν έχει καμία μομφή σε εσάς, στο συγκεκριμένο Δικαστήριο. Εγώ τουλάχιστον δεν το διαβάζω έτσι. Θα μου δοθεί η ευκαιρία ίσως να κάνω τη διάκριση στην πορεία. Όμως μερικές αλήθειες πονάνε. Επί μήνες τώρα μας προβληματίζει για τις περιπέτειες των θεμελιακών αρχών της δίκαιης δίκης στον τόπο μας. Μια χώρα που δεν μπορεί να σεμνύνεται για τις ιστορικές παραδόσεις της στο χώρο των ποινικών διώξεων, όταν το διωκόμενο έγκλημα είναι πολιτικά χρωματισμένο φυσικά.

Δε θέλω να σας ταλαιπωρήσω, είμαι βέβαιος ότι ο κ. Αγιοστρατίτης θα το χρησιμοποιήσει εκτενέστερα, αυτό όμως θα ήθελα και εγώ να το διατυπώσω, να ακουστεί η κατακλείδα του άρθρου.

«Οδυνηρό ήταν για όλους τους συναδέλφους της προαναφερόμενης συντροφιάς μας› -μιλά για Πανεπιστημιακούς και Νομικούς κτλ.- «το τελικό πόρισμα αυτών των συζητήσεων. Ότι ύστερα από μια πρωτόγνωρη άνθιση του δικαιϊκού πολιτισμού μας, 50 χρόνων στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, μόλις 30 χρόνων στην καθ’ ημάς Βαλκανική, βιώνουμε ήδη ραγδαία κατρακύλα, ότι ακόμα είμαστε στην αρχή αυτής της κατάρρευσης, ότι μας περιμένουν ακόμα χειρότεροι περιορισμοί και ανασφάλειες αναφορικά με τις ατομικές ελευθερίες και τις εγγυήσεις της δίκαιης δίκης.

Το αστυνομικό κράτος επανέρχεται με βήμα ταχύ. Δεν είναι υπερβολική η μελαγχολική παραδοχή ότι η Ευρώπη γυρίζει πίσω στο Μεσαίωνα της ποινικής πρόληψης και καταστολής, επειδή ούτως έδοξε τω Βασιλεί της παγκόσμιας αυτοκρατορίας και κανένας ούτε εδώ, στον ταλαίπωρο τόπο μας, μήτε στον κορμό της ιστορικής Ευρώπης δε μπορεί να αναχαιτίσει αυτή τη ραγδαία οπισθοδρόμηση›.

Δε θα συμμεριστώ αυτή την απαισιοδοξία. Είναι χειρότερα, λέει ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Είναι η δική του άποψη, πολύ σεβαστή. Είπα και πριν ότι αυτές οι διαπιστώσεις, έχω την αίσθηση ότι δεν στοχεύουν τη σύνθεση του συγκεκριμένου Δικαστηρίου σας. Θα μπορούσε κάποιος εύκολα νομίζω και επιπόλαια όμως, να πει «να το εντεταλμένο δικαστήριο›.

Εγώ δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Θα πω κάποια στιγμή της τοποθέτησής μου πώς βλέπω το ζήτημα δομικά. Όμως, επειδή ξεκίνησα με το κλίμα της πρώτης ημέρας, θα πρέπει να πω ότι μετά από 7 μήνες, το κλίμα σήμερα έχει ελάχιστη σχέση με εκείνη την ημέρα και ουδείς καλόπιστος και αντικειμενικός και προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να αρνηθεί ότι πέραν των άλλων, συνέβαλλε γι αυτή την αποκάθαρση, κατά το δυνατόν, της υπόθεσης αυτής και των όποιων συνεπειών και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, η στάση του Δικαστηρίου σας, του Προέδρου και όλων των μελών της Έδρας.

Αυτό είναι κάτι σημαντικό, μικρό, μεγάλο δεν ξέρω, θα κριθεί πολιτικά, ιστορικά, κοινωνιολογικά αργότερα, όταν κάτσει ο κουρνιαχτός, αλλά είναι ένα δεδομένο που πρέπει τουλάχιστον εγώ να το καταθέσω. Η σημειολογικά σημαντική απόφασή σας, η πρώτη, για την αφαίρεση του τερατώδους κλωβού, είχε σημασία για τη διαμόρφωση του κλίματος, για την εξέλιξη αυτής της Δίκης.

Η ευγένεια, όσο κι αν φαίνεται αστείο, υπήρξαν σχόλια, «ονομάζετε τον Κουφοντίνα κύριο, δικαστήριο είστε εσείς της ελληνικής πολιτείας;› Επιμείνατε έστω σε μικρά σημειολογικά, ενδεχομένως όμως πολύ πιο σημαντικά απ’ ότι φαίνονται σημεία και στοιχεία και όλοι πρέπει να αναγνωρίσουν ότι συμβάλλατε και κοινωνικά ωφέλιμα, όχι μόνο σε επίπεδο στενά δικαστηριακής πρακτικής, στην αποφόρτιση ενός κλίματος που δηλητηρίαζε και ακόμα γίνονται απόπειρες, αλλά πολύ πιο αναποτελεσματικές, στην περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα και την καθημερινή μας ζωή.

Πράγματι υπήρχε μια αγωνία να μη δοθούν προσχήματα για περαιτέρω περιστολή δικαιωμάτων. Ο κ. Κουφοντίνας δεν θα μιλήσει ενδεχομένως, αλλά είμαι βέβαιος, έχετε πει όλοι ότι μια τέτοια διαδικασία προσφέρει σχεδόν καθημερινά ή συχνά τέλος πάντων, δυνατότητες άλλου τύπου παρατηρήσεων. Είμαι βέβαιος ότι, μπορεί να μην πει τίποτα αλλά τα δέχεται αυτά που λέω. Αποκλείεται δηλαδή να μη τα αναγνωρίζει, ανεξάρτητα από την αντιπαλότητα που έχει σε σας, σε αυτό που εκπροσωπείτε, όχι σε εσάς προσωπικά.

Κάποια στιγμή μίλησα για ρόλους και είπα πώς εγώ στάθμισα την επιλογή μου να συμμετάσχω σε αυτή την Δίκη, προκρίνοντας εκείνη τη στιγμή την ευθύνη μου, την πανεπιστημιακή μου ιδιότητα απέναντι στους φοιτητές μου. Παραμένω καθηγητής όμως. Αν ήταν εδώ η Πολιτική Αγωγή θα έλεγε «μπράβο Καρύδη, ο ιππότης του διαφωτισμού, κοιτάζει τους φοιτητές στα μάτια, υπερασπίζεται τις αρχές, έρχεται εδώ και δίνει μάχες, δεν τον νοιάζει αν τον ταυτίσουν με τον φαρμακοχέρη›.

Παραμένω όμως καθηγητής. Δίνω το ένα σύγγραμμα, αυτό το μίζερο που κάθονται δυο μέρες πριν να το μάθουν απέξω μπας και περάσουν τα SOS. Έτσι είναι, το σχηματοποιώ λίγο κ. Πρόεδρε για να συνεννοηθούμε όμως. Δε λέω «κύριοι, αν δεν αλλάξει το σύστημα της διδασκαλίας εγώ θα παραιτηθώ, ξαναγυρίζω στη δικηγορία›. Ανέχομαι διαδικασίες περίεργες, εκλεκτορικά, κάνω τους δικούς μου μικροσυμβιβασμούς, δέχομαι τα μικροπρονόμια που η ιδιότητα προσφέρει.

Θέλω να πω ότι ανεξάρτητα από τις επιμέρους απόψεις μου, από περιστασιακές επιλογές, από διακινδυνεύσεις ή ρίσκα, παραμένω μέρος ενός συστήματος, αν θέλετε ενός υπο-συστήματος το οποίο έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Είμαι κι εγώ όχι με την υποκειμενική, την υπαρξιακή έννοια σε τελευταία ανάλυση, αλλά με την εργαλειακή έννοια.

Στον κανόνα αυτόν αναγκαστικά υπόκειται και το Δικαστήριό σας κ. Πρόεδρε. Γι αυτό μίλησα για ανάγνωση δευτέρου επιπέδου στο άρθρο του καθηγητή κ. Μπέη. Έχει αυτό το αναλυτικό εγχείρημα, ας το πω έτσι, ιδιαίτερο ενδιαφέρον πράγματι, δε θέλω να σας κολακέψω, δεν το χρειάζεστε, για τους πολύ συγκεκριμένους εσάς Δικαστές αυτής της συγκεκριμένης σύνθεσης.

Είπαμε, το 7μηνο πέραν των άλλων, εγώ μιλώ μέσα στη διαδικασία, πολλά διδάσκει. «Εξ όνυχος τον λέοντα› λέγαμε, εδώ είδαμε και όλο τον λέοντα βέβαια, αλλά έτσι έλεγαν οι αρχαίοι και είχαν δίκιο μεγάλο. Πράγματι θα πω ότι και εκεί δώσατε μάχες χαρακωμάτων. Κρατήσατε σαφώς την αρχή dubio proreo με την ευρύτερη έννοια, για να κάνω το λογοπαίγνιο, γιατί υπήρχε μια άποψη στον μεσοπόλεμο ότι dubio pro republica, στις αρχές του κράτους, στην προστασία του indubio, όχι proreo. Το υποστήριξαν νομικοί τότε. Αυτό το τεκμήριο υπέρ της εξουσίας που είπε η συνάδελφος.

Δεν φαίνεται ότι κινείστε με αυτό. Δηλαδή –ας το πω έτσι, αρνητικά- δεν κάνετε παραπάνω και αυτό είναι επίσης σημαντικό νομίζω. Θα μείνω εδώ, δε θέλω να επεκταθώ περισσότερο. Ταυτόχρονα όμως δεχθήκατε την εύκολη λύση της αντικειμενικής θεωρίας περί πολιτικού εγκλήματος. Παρότι στην ουσία διαμορφώνεται για πρώτη φορά νομίζω τη νομολογία σε αυτό το θέμα.

Είναι βέβαιο ότι αντιλαμβάνεστε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το 97 του συντάγματος –τα είπαμε αυτά, εξαντλήθηκαν νομίζω με τρόπο πολύ τεκμηριωμένο- καθίσταται άγριο κέλυφος με αυτή την απόφαση, δεν υπάρχει ζήτημα. Για να μη μας μείνει καμία αμφιβολία το διετύπωσε ο συνάδελφος Αναγνωστόπουλος. Είπε «τελείωσε, εσχάτη προδοσία και τα στενά με αυτήν συνδεόμενα›. Τελειώσαμε, δηλαδή φτάσαμε στο τέλος της ιστορίας υπό μία έννοια.

Είχα πει τότε στην τοποθέτησή μου όταν συζητιόταν η ένσταση της αναρμοδιότητας, ότι με αυτόν τον τρόπο στερείτε από μια μελλοντική πολιτεία τη δυνατότητα να απαλλαγεί ενδεχομένως από ένα σοβαρό πρόβλημα με τη χορήγηση αμνηστίας. Εύχομαι ειλικρινά, να μην φτάσουμε πάλι σε κάποιο τέτοιο σημείο, εννοώ στην κοινωνική εξέλιξη.

Όχι, δεν είμαστε στο τέλος της ιστορίας. Το αυτοκίνητο δεν είχε εφευρεθεί μέχρι την ημέρα που εφευρέθηκε. Δεν ήξεραν πώς είναι το αυτοκίνητο μέχρι να εφευρεθεί. Δε θα συνεχίσω να σας κουράζω, όμως ήταν πράγματι αποκαλυπτική και αφοπλιστική θα έλεγα κάποια τοποθέτηση του Προέδρου, έψαξα να τη βρω στα πρακτικά αλλά δε μπόρεσα. Λέει «πώς να μαζέψεις τη Γαλλική Επανάσταση με τα δικαστήρια;›, κάτι τέτοιο είχατε πει, αν δεν σας παρερμήνευσα.

Πραγματικά είναι αφοπλιστικό, έχει σχέση με αυτή την εργαλειακή διάσταση που αναφέρθηκα νωρίτερα. Εδώ θα διακινδυνεύσω μια εκτίμηση, ότι αποδυναμώνατε και λίγο –κατά τη γνώμη μου πάντα, την εκτίμησή μου- αυτή την εργαλειακή αποστολή, δε μπορώ να βρω μια καλύτερη λέξη τώρα. Δηλαδή αποφαινόμαστε μεν τα εγκλήματα δεν είναι πολιτικά, αντικειμενική θεωρία, αλλά δεν αρνούμαστε τον πολιτικό τους χαρακτήρα στη διαδικασία.

Ένας στατιστικολόγος θα έβγαζε ένα ποσοστό πολύ σεβαστό στην ανάλωση της διαδικασίας, σε ζητήματα καθαρά πολιτικά, ιστορικά, πολιτικής επιστήμης, κοινωνιολογίας κτλ., τα ζήσαμε όλοι εδώ. Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά μια γελοιογραφία στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ που έδειχνε έναν έμπορο ναρκωτικών στις φυλακές και είχε Καντ, Πλάτωνα, Μαρκούζε, Μπακούνιν κτλ. και του λέει ο άλλος «τί κάνεις;› Λέει «άσε, μελετάω, έχω αύριο δίκη›.

Στην ουσία ζωγραφίζοντας αυτό που είπε κάποια στιγμή σε μια δική του παρέμβαση ο Κουφοντίνας. «Είδατε κ. Πρόεδρε τί μαθαίνετε σε μια ποινική δίκη;› Έτσι είναι κι εγώ σέβομαι και τιμώ αυτό που κάνατε. Δεν είναι πολιτικά, αλλά αφήνω τον πολιτικό χαρακτήρα να παίξει, να βγει. Λέω σε μια κοινωνία ότι «δες αυτή τη Δίκη, είναι παιδευτική από πολλές πλευρές›, και από την πλευρά που εννοεί ίσως ο κ. Εισαγγελέας και από άλλες πλευρές που μπορεί να εννοώ εγώ ή ο καθένας μας.

Γιατί πράγματι ήταν και πολύ ευφυές σε τελευταία ανάλυση, η πολιτική φύση αυτής της Δίκης είναι δεδομένη. Υπάρχουν έρευνες της κοινής γνώμης πρόσφατες. Είναι κάτι άλλο τα πολιτικά εγκλήματα και η πολιτική φύση, είναι κάτι πολύ πιο αυτονόητο και σημαντικό για μένα η πολιτική φύση. Αλλά σε συγκεκριμένη ερώτηση «είναι πολιτικά ή ποινικά τα εγκλήματα που δικάζονται αυτή τη στιγμή;› «είναι πολιτικά› και «δεν γνωρίζω›, 55%.

Θυμήθηκα όταν διάβασα αυτή την έρευνα μια παροιμία αγγλοσαξωνική παλιά καταπληκτική που λέει: «Εάν μοιάζει σαν πάπια, περπατά σαν πάπια και φωνάζει σαν πάπια, τότε πρέπει να είναι πάπια›. Δηλαδή μη μας τρελάνετε, δε μπορεί να είναι κάτι άλλο, πάπια είναι. Μη μου δώσεις τον ορισμό, εγώ ξέρω ότι είναι πάπια. Αυτό έλεγαν οι σοφοί αυτοί βόρειοι. Δηλαδή η πολιτική φύση είναι αναπόδραστα εγγεγραμμένη στο DNA αυτής της Δίκης, ανεξάρτητα από υποκειμενικές προθέσεις, από επιστημονικές απόψεις, άλλες σκοπιμότητες, είναι το DNA της Δίκης.

Ένας παλιός ιστορικός Γάλλος, ο Γκιστιέν Τιερί, πρώιμος πολύ, του 1850, έγραψε ένα από τα πρώτα εγχειρήματα στο πεδίο αυτό το επιστημονικό, μια φανταστική βιογραφία, πραγματευόμενος τη ζωή ενός χωρικού που τον ονόμασε Ζακ στη διάρκεια 20 αιώνων ιστορίας, από την εποχή δηλαδή των Ρωμαίων μέχρι τότε, θέλοντας να τονίσει ότι οι κυρίαρχοι μπορεί να αλλάζουν, ήρθαν οι Ρωμαίοι, ήρθαν οι Φράγκοι κτλ., τα καθεστώτα επίσης αλλάζουν, είχαν απόλυτη μοναρχία, είχαν αυτοκρατορία, είχαν δημοκρατία, είχαν συνταγματική μοναρχία, κάτι όμως παραμένει αμετάβλητο στον Ζακ, τον βιογραφούμενο: η σχέση εκμετάλλευσης των αγροτών.

Με αυτόν τον τρόπο πάντα διαχρονικά παραμένει αμετάβλητη αναγκαστικά και η φύση μιας πολιτικής δίκης. Εδώ θέλω να είμαι πάρα πολύ σαφής και πάρα πολύ προσεκτικός γιατί μόνο γι αυτόν τον λόγο, μόνο χάριν αυτού του επιχειρήματος θα αναφερθώ ιστορικά σε αυτές κάποια στιγμή. Το έθεσαν στις δίκες αυτές στις αρχές της δεκαετίας του ’60 στην Ελλάδα όπως του κ. Γλέζου και πραγματικά εφιστώ πάρα πολύ την προσοχή κυρίως στους εκπροσώπους των Μέσων Ενημέρωσης, να παρακολουθήσουν το περιεχόμενο και όχι τη μορφή του επιχειρήματος.

Πραγματικά κατηγορηματικά με πλήρη ειλικρίνεια, με πλήρη συνείδηση των λεγομένων, οποιαδήποτε ταύτιση ή εξομοίωση –το λέω και είμαι πολύ προσεκτικός γιατί έγινε, έκανα μια αναφορά χάριν νομικού συλλογισμού γιατί τότε γι αυτό μιλούσαμε στην έναρξη της διαδικασίας με τις ενστάσεις και είπαν ότι εγώ ταυτίζω τη 17Ν με το ΚΚΕ λες και είμαι ανιστόρητος ή αφελής, όταν ο ίδιος ο Κουφοντίνας έλεγε δεν ταυτίζουμε το μικρό με το μεγάλο, δεν είμαστε παλαβοί. Κάναμε άλλα που μπορεί να διαφωνείτε, να τα καταδικάζετε, αλλά παλαβοί δεν είμαστε.

Γι αυτό το λέω και θα παρακαλούσα πάρα πολύ να γίνει σεβαστό. Οποιαδήποτε εξομοίωση, δεν είναι μόνο αντι-ιστορική, είναι άδικη και καταχρηστική. Θα κάνω μια αναφορά σύντομη γιατί ακριβώς σαν τον αγρότη του Τιερί υπάρχουν διαχρονικά χαρακτηριστικά ανεξάρτητα από την αλλαγή των καθεστώτων, την αλλαγή του κλίματος, τη μεταβολή των κοινωνικών συνθηκών, την υποκειμενική στάση των παραγόντων, των εμπλεκομένων.

Όταν η ουσία του ζητήματος είναι ίδια και το διακύβευμα είναι ίδιο, αντανακλάται τελικά και στη μορφή και θα μου επιτρέψετε να εξηγήσω τί εννοώ: Στη δίκη του Γλέζου, για τη δημοσιότητα της δίκης φώναζαν –γιατί τότε δεν υπήρχε η τηλεόραση βέβαια αλλά τους είχαν βάλει σε μια αίθουσα 4Χ4, στο παλιό Αρσάκειο, έμπαιναν 30 εκεί, γέμιζε η αίθουσα και φώναζαν οι δικηγόροι. Ιδού τί είπε ο Πρόεδρος: «Ομιλείτε διά την αίθουσα ότι είναι μικρή, αλλά προς τί η μεγαλύτερη αίθουσα; Ορίστε το φως› και δείχνει τους δημοσιογράφους «που πηγαίνει σε όλο τον κόσμο. Μην κατατριβόμεθα με αυτά τα πράγματα›.

Ρωτά έναν μάρτυρα ο δικηγόρος ο Βασιλάτος: «Όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα η κατάσταση στο ΚΚΕ, επιδιώκεται η ανατροπή του καθεστώτος;› Μάρτυς: «Δεν είμαστε σύμφωνοι σ’ αυτό›. Λέει ο Βασιλάτος: «Εγώ πιστεύω ότι επιδιώκει να επιβάλλει ο Πρόεδρος. Με ειρηνικά μέσα ή με κονσέρβες;› Κονσερβοκούτια έρχονταν συνέχεια όποτε υπήρχε ζήτημα μαρτύρων. Σε σχέση με διευκρινίσεις από Έδρας: Δαμασκηνός, κάποιος δικηγόρος: «Ο Ευθυμιάδης λέει στην απολογία του ότι ούτε κατέβηκε να κάνει κατασκοπία ούτε ξέρει τίποτε για κατασκοπία›. Μάρτυς: «Ως προς το σημείο τούτο δεν είναι ειλικρινής›. Δαμασκηνός: «Γιατί δεν το λέτε στην κατάθεσή σας;› Πρόεδρος: «Λέγει τώρα ότι σ’ αυτό το σημείο δεν είναι ειλικρινής›.

Συνέχεια αυτό, διευκρινίσεις τί και πώς οι μάρτυρες καταθέτουν. Κρίσεις αξιολογικές. Στεφανάκης, δικηγόρος: «Να αναγνωσθούν τα πρακτικά. Ο μάρτυς είχε πει επί λέξει ότι ο Κολιγιάννης άλλαξε ταξί και άλλαξε ο Βασιλόπουλος. Αλίμονο άλλα να λέμε τη μία και άλλα την άλλη›. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι η αποστροφή. Λέει ο δικηγόρος κάποια στιγμή: «Εδώ καταρρακώνεται η δικαιοσύνη›. Επίτροπος: «Ωραία θα ήταν να αφήσουμε ελεύθερους κομμουνιστές να μας σφάξουν›.

Αυτή ήταν η απάντηση σε σχέση με τη διεκδίκηση δικονομικών δικαιωμάτων. Νομιμοποίηση, υπό την ευρεία έννοια, παραβιάσεων. Ο Μαγκάκης ρωτά: «Το κελί είχε παράθυρο;› Μάρτυς: «Είναι τα συνήθη κελιά της ασφαλείας›. «Είχε;› Μάρτυς: «Προς το διάδρομο, δηλαδή προς το εσωτερικό›. Πρόεδρος: «Έτσι είναι τα κρατητήρια. Ποντίκια είχε;› Γέλωτες στο ακροατήριο.

Μια στάση αμφιλεγόμενη, γιατί υποτίθεται ήταν ο Γλέζος, που είχε κατεβάσει τη γερμανική σημαία στην κατοχή. Αλίμονο αν κανείς Έλληνας δεν αναγνωρίζει την ηρωική αυτή πράξη και ταυτόχρονα η υπεράσπιση του ρόλου, του νόμου, του θετικισμού. Καταθέτει ο Πασαλίδης, μιλά για τον 375: «Τους νόμους τους κάνουν οι άνθρωποι, όλη η αντιπολίτευση ζητά την κατάργηση του 375›. Πρόεδρος: «Γιατί δεν το καταργείτε να ησυχάσουμε κι εμείς;› και νομίζω ότι σ’ αυτό δεν ήταν υποκριτής.

Εκεί ήταν για να δικάσει μ’ ένα νόμο σε μια δίκη που είχε πολιτική φύση. Έπρεπε και εργαλειακά να υπερασπίσει αυτή την πολιτεία που είχε κάνει αυτό το νόμο, τον είχε τάξει να δικάζει έτσι. Γι αυτό πολλές φορές προσωπικά θεωρώ ότι είναι άδικο για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής, όταν δεν έδειχναν υπερβάλλοντα ζήλο ή δεν έκαναν άλλου τύπου ενέργειες, διαδικασίες κτλ.

Οι στρατοδίκες, δεν ξέρουμε τί απόψεις είχε ο κάθε άνθρωπος που αναγκαζόταν να δικάζει σ’ εκείνες τις Έδρες. Το ελληνικό έθνος θα είχε καταστραφεί αν αφηνόταν ελεύθερο να δράσει το ΚΚΕ. Ούτε το χιούμορ έλειπε. «Η πεποίθησή μου› λέει ένας μάρτυρας, «είναι ότι οι πληροφορίες των αστυνομικών, το λιγότερο αποδείχθηκαν ανακριβείς›. Πρόεδρος: «Τί είστε τώρα;› Δηλαδή το έχουμε βάλει βαθιά μέσ’ στην καρδιά μας και αναγκάζεται ο δικηγόρος και λέει «δεν είναι κομμουνιστής ο κύριος Διβάρης›, εννοούσε τον ύμνο του ΕΑΜ, «τό’ χουμε βάλει βαθιά στην καρδιά μας›.

Υπενθυμίζω ότι ειδικά σ’ αυτή τη δίκη είχε διωχθεί ο Γλέζος υποτίθεται διότι είχε συναντήσει τον Κολιγιάννη, τότε Γραμματέα του ΚΚΕ του παράνομου και είχε λάβει οδηγίες για κατασκοπεία, μετά από καταθέσεις της αδερφής του και του γαμπρού του, ότι ήταν στο σπίτι τους δηλαδή η συνάντηση, τις οποίες ανακάλεσαν στο ακροατήριο στη συνέχεια. Αυτός ο Δολιανίτης αν δεν κάνω λάθος είναι ο γαμπρός, ο οποίος προσπαθεί να εξηγήσει πώς ενοχοποίησε τον γαμπρό του.

Λέει: «Κύριε Πρόεδρε κοιμόμουν με δύο μόνο κουβέρτες πάνω στο τσιμέντο μέσα στο σκοτάδι›. Όλα αυτά και η συμπεριφορά των ανθρώπων αυτών, των αστυνομικών έδιναν την υφή ενός τρομερού μυστηρίου. Πρόεδρος: «Δεν έχετε δει στον κινηματογράφο πώς γίνεται η επιστημονική ανάκριση;› Δηλαδή αυτό που είπα νομιμοποίηση υπό την ευρεία έννοια και βέβαια δεν έλειψε ούτε το 21, το επικαλούνται βέβαια οι κατηγορούμενοι. Όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους αγωνιστές, θα το επικαλούνται πάντα το 21 όπως βεβαίως και εδώ αποδείχθηκε σε όλη τη διαδικασία, είναι κορυφαίες εθνικές στιγμές άρα δεν υπάρχει ζήτημα ότι θα είναι το πρόχειρο επιχείρημα κάθε κατηγορούμενου για πολιτική δράση.

Κάποιος δικηγόρος προσπαθεί να αντλήσει από εκεί ένα επιχείρημα: «Και ο Ανδρούτσος› λέει, τον διακόπτει ο Πρόεδρος «πάτε να παραλληλίσετε έναν εγκληματία με τον Ανδρούτσο;› Και αλλού ο Ηλιού κάνει τέτοιες αναφορές: «Μην κάνετε παραβολή των ηρώων με τους εγκληματίες›. «Και τον Κολοκοτρώνη αν δικάζατε το ίδιο θα του λέγατε›. Και βέβαια ο Ηλιού δεν έλεγε τον τότε κατηγορούμενο, -γιατί δεν ήταν μόνο ο Γλέζος, ήταν πάρα πολλοί- Κολοκοτρώνη όπως έβγαλαν τον Κουφοντίνα γιατί έκανε μια αναφορά, υποθέτω με μια ανάλογη λογική της φύσης τέτοιου είδους διαδικασιών.

Δε θα επιμείνω άλλο στο σημείο αυτό για να μη σας κουράσω και να μη σας στεναχωρώ, δε θέλω να παρεξηγηθώ. Σε άλλες δίκες ανάλογες, Φλωράκης κτλ., εσείς τί δικονομία είχατε; Το βουλγάρικο μαχαίρι ή το κονσερβοκούτι; Σέβεστε τη δημοκρατία; Επιδιώκεται τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος; Ναι ή όχι; Αυτό ήταν το νόημα ;

Οι κατηγορούμενοι γιατί δεν αποχωρίζουν τον δόλο; Αυτοί κάνουν εκμετάλλευση των υφισταμένων θεσμών για να τους καταργήσουν. Οι κύριοι αυτοί δεν διαχωρίζουν τον εαυτό τους από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Γιατί δεν ξεχωρίζουν τον εαυτό τους από το ΚΚΕ; Ας σηκωθεί ένας από τους κατηγορουμένους να αποσυνδέσει τον εαυτό του από το ΚΚΕ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο σημείο αυτό να διακόψουμε για 5 λεπτά.