Πολιτική
Τρίτη, 07 Οκτωβρίου 2003 21:04

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (07/10/2003) Μέρος 4/7

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Θα πω το εξής: για να είμαι ειλικρινής δεν θυμάμαι αν έχει ή αν δεν έχει αναγνωσθεί αλλά επειδή κ. Πρόεδρε εγώ μιλάω πάντα νομικά, ακόμα κι αν δεν έχει αναγνωσθεί αυτό δικονομικά τι σημαίνει; Ότι ένα μη αναγνωσθέν έγγραφο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το Δικαστήριο για την καταδίκη κάποιου κατηγορουμένου. Από κει και πέρα ο συνήγορος υπεράσπισης στην αγόρευσή του λέει ότι θέλει.

Αν ήταν ένα έγγραφο που θα οδηγούσε στην καταδίκη κάποιου κατηγορουμένου κι αν δεν έχει αναγνωσθεί βεβαίως δεν δικαιούσθε να το αξιολογήσετε. Από κει και πέρα με δεδομένο ότι εγώ δεν το επικαλούμαι για να ζητήσω την καταδίκη κανενός κατηγορουμένου, εγώ το επικαλούμαι για κάτι εντελώς διαφορετικό. Για να τεκμηριώσω, αν θέλετε για να κάνω την αυτοκριτική μου. Γιατί όταν ο Σάββας Ξηρός έλεγε «φέρτε τις κασέτες› εγώ από μέσα μου έλεγα «τώρα μην υπερβάλλεις και τόσο›. Κι όμως με διορθώνει η κα Μάνδρου και μάλιστα από της 11 Ιουλίου.

Εδώ κ. Πρόεδρε θα θυμηθώ κάτι και θα έρθω πάλι στην εύλογη αγωνία σας γιατί κατά την διάρκεια της δίκης νομίζω το είχατε εκφράσει ότι κι αν δεν είναι έτσι η διατύπωση, το νόημα νομίζω το αποδίδω σωστά ότι διέβλεψα εγώ τουλάχιστον από τα λεγόμενά σας ότι είχατε μία αγωνία και τι θα γίνει αν κάποτε βγει στην επιφάνεια ότι πράγματι υπήρχαν κασέτες και ότι πράγματι υπήρχαν καταθέσεις.

Βλέπετε λοιπόν τώρα ότι από της 11 Ιουλίου 2002 σε ανύποπτο χρόνο έχουμε ένα δεδομένο, μία έμπειρη δημοσιογράφος σε μία έγκυρη εφημερίδα μας λέει δύο φορές ότι όλα βιντεοσκοπούνται. Και όχι μόνο αυτό, μας λέει ότι πριν δώσει επισήμως κατάθεση για μία σειρά από νύχτες κουβεντιάζει για όλα τα πράγματα της ζωής του, τι έχει κάνει, τα παιδικά του χρόνια και την δράση του στη 17Ν ο Σάββας Ξηρός με τον Εισαγγελέα. Ποιες είναι αυτές οι νύχτες; Απλή λογική. Είναι η νύχτα 9 προς 10, είναι νύχτα 8 προς 9, 7 προς 8, 6 προς 7 όταν επισήμως τίποτα δεν γίνεται με τον Σάββα Ξηρό.

Είπα ότι η κα Μάνδρου είναι μια έμπειρη δημοσιογράφος και έχει και ειδική πρόσβαση στα θέματα που αφορούν την 17Ν. Δεν το λέω έτσι τυχαία. Η κα Μάνδρου είναι η δημοσιογράφος που έχει πάρει την περίφημη συνέντευξη από τον κ. Διώτη. Μάλιστα δεν είναι απλώς μία συνέντευξη, είναι κάτι πολύ παραπάνω. Αν δείτε εδώ το πρωτότυπο είναι ένα ειδικό ένθετο. Μάλιστα έχει φωτογραφία του κ. Διώτη σε νεαρή ηλικία, τσολιαδάκι ντυμένος και ο τίτλος ποιος είναι της συνέντευξης; «Γιάννης Διώτης, ο Εισαγγελέας της τρομοκρατίας μιλάει για πρώτη φορά› της Ιωάννας Μάνδρου. Μάλιστα ακόμα πιο κάτω, χορηγός Τράπεζα Πειραιώς.

Ελπίζω βέβαια ο χορηγός να αφορά την εφημερίδα και όχι τον δίνοντα την συνέντευξη. Έχουμε πάντως ως δεδομένο, έχουμε ένα πολύ σημαντικό ένθετο, μία συνέντευξη η οποία αποτελείται από 16 σελίδες, ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Ο κ. Διώτης σε όλες τις πρωτεύουσες του κόσμου, ο κ. Διώτης κάνει σκι, ο κ. Διώτης στην Εισαγγελία του Βερολίνου. Είναι πραγματικά ένα πορτρέτο. Βέβαια ακούστηκε σε αυτή τη διαδικασία «ξέρετε, δεν είναι συνέντευξη›. Θα διαφωνήσω βέβαια κ. Πρόεδρε. Όταν λέει ο τίτλος «ο Εισαγγελέας της τρομοκρατίας μιλάει για πρώτη φορά› τι σημαίνει; Ότι υπάρχει μία δημοσιογράφος, η κα Ιωάννα Μάνδρου στην οποία μιλάει εφ όλης της ύλης ο κ. Διώτης.

Θέλετε να το πούμε όχι συνέντευξη αλλά ένα ένθετο στο οποίο μιλάει για πρώτη φορά ο κ. Εισαγγελέας; Να το πούμε. Το παιχνίδι των λέξεων νομίζω είναι δευτερεύον. Η ουσία είναι το πρωτεύον. Το πρωτεύον είναι ότι στο ξεκίνημα της δίκης μία μέρα πριν ξεκινήσει αυτή η δίκη δημοσιεύεται αυτό το ειδικό ένθετο στο «ΒΗΜΑGAZINO›, ο κ. Διώτης μιλάει για τα πάντα. Βέβαια μιλάει για τα πάντα στη δημοσιογράφο που από την αρχή παρακολουθεί την υπόθεση και από την αρχή μας ενημερώνει, έχει πληροφορίες εκ των έσω η κα Μάνδρου για το πώς ακριβώς εξελίσσεται η επιχείρηση εξάρθρωση της 17Ν.

Εδώ λοιπόν ο κ. Διώτης και μάλιστα στην 4η σελίδα γράφει η κα Μάνδρου: Ο Γιάννης Διώτης μία ημέρα πριν από τη μεγάλη Δίκη, μία ημέρα προτού η αυλαία της ανοίξει, μία ημέρα προτού δούμε την 17Ν στο σκαμνί αποκαλύπτεται στο «ΒΗΜΑGAZINO›. Βέβαια θεωρητικά υπάρχει και ένα ενδεχόμενο. Να έχει κάνει την κομπίνα της χρονιάς ή της δεκαετίας αν θέλετε η κα Μάνδρου, να έχει κοροϊδέψει τους πάντες, να έχει φανταστεί τα πάντα και να έχει βγάλει από την φαντασία της όλα αυτά που λέγονται. Δεν το νομίζω γιατί είναι μία έμπειρη δημοσιογράφος που δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο αλλά έχουν περάσει 8 μήνες. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο φαντάζομαι ότι ο κ. Διώτης θα είχε στραφεί εναντίον της με όλα τα νομικά μέσα που υπάρχουν γιατί πραγματικά τον δυσφημεί αυτή η συνέντευξη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει κάνει όμως η κα Μάνδρου, κάτι έχει γράψει στο «ΒΗΜΑ› ότι δεν επρόκειτο περί συνέντευξης, αλλά περί συλλογής διαφόρων που έχουν δημοσιευθεί στις εφημερίδες. Σας είπα τι έχει πει η κα Μάνδρου σε εφημερίδα.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Σίγουρα δεν τα έβγαλε από το μυαλό της κ. Πρόεδρε. Από κύκλους της Εισαγγελίας έχει την πληροφόρηση.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Όχι κ. συνήγορε, μιλάει ο Γιάννης Διώτης, αυτό λέει. Δεν είναι κύκλοι Εισαγγελίας. Ο τίτλος τα λέει όλα. «Ο Εισαγγελές της τρομοκρατίας μιλάει για πρώτη φορά›. Βέβαια δεν το ξέρω αλλά δεν έχει καμία σημασία αν είναι μία συνέντευξη που έχει δοθεί στο πλαίσιο μιας ημέρας συνέχεια ή αν είναι κομμάτια συζητήσεων που παρουσιάζονται που έχουν γίνει διαδοχικά. Αυτό δεν το ξέρω αλλά το δεδομένο που μας ενδιαφέρει είναι ότι η μεγάλη επιτυχία της κας Μάνδρου γιατί για δημοσιογραφική επιτυχία πρόκειται, είναι ότι πρώτη και μόνη αυτή παρουσιάζει τις απόψεις του κ. Διώτη.

Το αν έκατσαν σε ένα γραφείο και μίλησαν επί 10-20 ώρες συνεχόμενα, αν της τα έχει πει σε διάστημα πολλών ημερών ή κάποιων μηνών δεν μας ενδιαφέρει. Τα πράγματα είναι σαφή. Μιλάει ο κ. Εισαγγελέας, τα λέει όλα στην κα Μάνδρου. Επιμένω σε αυτό, αν υπήρχε οποιοδήποτε σημείο στο οποίο θα είχε διαστρεβλώσει, παραποιήσει τα λεγόμενα του κ. Διώτη η κα Μάνδρου προφανώς δεν θα άφηνε 8 μήνες ο κ. Εισαγγελέας τα πράγματα έτσι. Θα έστελνε ένα εξώδικο, μία επιστολή προς δημοσίευση στο «ΒΗΜΑ› ότι «ξέρετε κύριοι ναι, εγώ τα είπα αλλά όμως δεν τα είπα έτσι ακριβώς και σε αυτό και σε αυτό το σημείο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα η απόδοση των λεγομένων μου›. Δεν είδα κάτι τέτοιο κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως και μία κυρία δημοσιογράφος που είναι και παρούσα εδώ αυτή την στιγμή σε ένα περιοδικό έχει βάλει κι εμένα μία φωτογραφία μου και σταχυολόγησε αυτά που λέγαμε εδώ στη Δίκη. Δεν είδα να διαμαρτυρηθεί κανένας σας βέβαια. Αυτά που λέγαμε εδώ δημόσια.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν είδα ποτέ δημοσίευμα να λέει « ο κ. Μιχάλης Μαργαρίτης μιλάει για πρώτη φορά στο ΒΗΜΑ›. Εσείς είχατε τη σύνεση βεβαίως. Εσείς είστε διαφορετικός, το ξέρουμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ αυτά που λέω εδώ πέρα που εσείς καμιά φορά μερικά τα λέτε για ειρωνεία εκείνοι τα θεώρησαν λίγο αστείο και τα έγραψαν.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Συγγνώμη, αν όμως έγραφε κάτι που δεν είπατε δεν θα την διαψεύδατε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πρώτα απ’ όλα δεν τα διαβάζω. Για να τα διαψεύσω πρέπει να τα διαβάσω.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Σας τα μεταφέρουν όμως οι φίλοι σας, το έχουμε πει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έλα ντε, δεν χρωστάνε καλό να κάνουν.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Απλώς σωστά επισημαίνετε ότι ?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και ότι τρέχω με το τούρμπο και τη σειρήνα και είναι και θωρακισμένο το αυτοκίνητο. Είναι;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Δεν το έχω ελέγξει κ. Πρόεδρε το αυτοκίνητο. Εσείς ξέρετε. Ο οδηγός σας που σας πηγαινοφέρνει κάθε μέρα το ξέρει, δεν το ξέρω εγώ. Σωστά βεβαίως κ. Πρόεδρε επισημαίνετε ότι εντελώς διαφορετική είναι η στάση των κ.κ. Τακτικών Δικαστών από την στάση της Εισαγγελίας. Αυτό σωστά κάνετε και το επισημαίνετε. Γιατί; Προσέξτε, η συνέντευξη του κ. Διώτη έχει αναγνωσθεί στην παρούσα δίκη, δεν γεννάται θέμα. Είναι έγγραφο που έχει αναγνωσθεί.

Όταν μιλάει για πρώτη φορά ο κ. Διώτης στην κα Μάνδρου και όταν λέει ο κ. Διώτης ότι ο Σάββας είναι πανταρισμένος, δεν βλέπει, το χέρι του ακρωτηριασμένο, ένας βαρύτατα τραυματισμένος άνθρωπος, δεν του λένε τις ιδιότητές τους ποιοι ακριβώς είναι. Εκείνος δεν έχει ιδέα τι γίνεται έξω. Αν αυτό ήταν φαντασία της κας Μάνδρου θα είχε τρέξει ο κ. Διώτης να το καταγγείλει. Δεν είναι δυνατόν να παρουσιάζεται ο αρμόδιος Εισαγγελέας, να πηγαίνει σε έναν βαριά τραυματισμένο και να τον κοροϊδεύει, να μην του λέει ποιος είναι. Αν δεν το έχει πράξει αμέσως θα είχε στείλει εξώδικο, να μην πω ότι θα είχε κάνει μήνυση και αγωγή για αποζημίωση.

Οι κουβέντες διαρκούν ώρες λοιπόν, οι επισκέψεις πολλές. Στις ανακρίσεις με τον Σάββα ο Διώτης ποτέ δεν είναι μόνος του. Πάντα έχει μαζί και τον Σύρο. Στις χιλιάδες ερωτήσεις που τον βομβαρδίζουν απαντά με ευχέρεια ο Ξηρός. Νομίζω έχει διαβαστεί η συνέντευξη, να μην επιμείνω σε αυτήν. Είναι ένα μνημείο θα έλεγα που αποτυπώνεται ο τρόπος, ο παράνομος τρόπος που αντιμετωπίστηκε ένας πολυτραυματίας από τις αρμόδιες Διωκτικές Αρχές.

Ας έρθω όμως λιγάκι στο θέμα των βασανιστηρίων γιατί αυτό που με ενοχλεί εμένα αφάνταστα και φυσικά έχει και δικονομικό ενδιαφέρον για τον κ. Τζωρτζάτο είναι ότι ο κ. Σάββας Ξηρός όταν ήταν στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ υπέστη βασανιστήρια. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το αφήσω έτσι ασχολίαστο ακόμα και στην αγόρευσή μου γιατί το άρθρο 137α του Ποινικού μας Κώδικα που μιλάει για τα βασανιστήρια μας λέει ότι βασανιστήρια συνιστούν κάθε μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία ή ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη.

Θεωρώ λοιπόν και το έχω πει και στο Δικαστήριό σας προβάλλοντας σχετική ένσταση ότι οι κύριοι Διώτης και Σύρος όταν ανέκριναν επί ώρες τη νύχτα τον κ. Σάββα Ξηρό τον βασάνιζαν. Γιατί; Γιατί του προκαλούσαν σωματική εξάντληση επικίνδυνη για την υγεία του. Προσέξτε την λεπτομέρεια.

Έχουμε έναν ασθενή ο οποίος δεν βλέπει, δεν ακούει, έχει βαρύτατα τραύματα στους πνεύμονες, έχει ακρωτηριαστεί το χέρι του και χίλια μύρια άλλα πράγματα. Αυτός ο ασθενής αναγκαστικά προκειμένου να σωθεί η ζωή του κατά την διάρκεια της ημέρας δεν μπορεί να αναπαυθεί γιατί συνεχώς γίνονται οι απαραίτητες ιατρικές επεμβάσεις. Το μόνο διάστημα που έχει για να ξεκουραστεί είναι η νύχτα. Όμως η νύχτα έχει άλλο ρόλο. Έχει ρόλο των εκμυστηρεύσεων, των συζητήσεων. Συνέχεια τον βομβαρδίζουν με ερωτήσεις ο κ. Σύρος και ο κ. Διώτης.

Τη νύχτα λοιπόν έναν εξαντλημένο πολυτραυματία δεν τον αφήνουν να ηρεμίσει αλλά τον βασανίζουν προκαλώντας του σωματική εξάντληση. Δεν έχει καμία σημασία κ. Πρόεδρε το αν ήθελε ή αν δεν ήθελε ο Σάββας να πει ή να μην πει. Είναι αντικειμενικό δεδομένο το αν με την συμπεριφορά σου εσύ κ. Εισαγγελέα, εσύ κ. Αρχηγέ προκαλείς βασανιστήριο. Ο άλλος μπορεί να θέλει και να αυτοκτονήσει. Θα τον αφήσεις; Όχι βέβαια. Έχεις υποχρέωση αντικειμενικά ανεξάρτητα από την όποια βούληση του κατηγορουμένου να μην του προκαλείς σωματική εξάντληση.

Βέβαια μας τα είπαν εδώ και οι γιατροί και ο κ. Πιταρίδης που κατέθεσε. Μας είπε ότι αν ήμουν εγώ εκεί γιατί βρισκόταν σε άδεια το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δεν θα επέτρεπα στον Στρατηγό και στον Εισαγγελέα να μπουν μέσα. Σε αυτό το χρονικό σημείο έχουμε επανειλημμένες όμως και πολύωρες νυχτερινές ανακρίσεις. Το λένε και οι μάρτυρες, το νοσηλευτικό προσωπικό. Μας λέει και ο γιατρός ότι «εγώ δεν θα το επέτρεπα›.

Να μην σας κουράζω. Θεωρώ κ. Πρόεδρε ότι η συμπεριφορά αυτή του κ. Διώτη και του κ. Σύρου συνιστά πρόκληση βασανιστηρίων όπως αυτά εννοούνται στο άρθρο 137α και βεβαίως όπως επικουρικά προβλέπονται στο άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. Το ξαναθέτω το ζήτημα γιατί στην απόφαση που βγάλατε επί των ενστάσεων που είχαν προβληθεί, εγώ είχα μιλήσει στις 25 Ιουλίου. Εκεί δεν είπατε κάτι για το θέμα αυτό. Το αφήσατε. Περιμένω να δω την αιτιολόγηση αυτού του συγκεκριμένου σημείου.

Εδώ θα αναφερθώ λιγάκι και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου γιατί βέβαια θα μπορούσε κανείς να μας πει «εντάξει τώρα, με τρομοκράτες έχουμε να κάνουμε, θα τηρούμε και τις δικονομικές εγγυήσεις έτσι αυστηρά;›. Έπ’ αυτού η θέση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου είναι σαφέστατη. Αναφέρω ενδεικτικά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Γκιουνάι και ¶λι κατά της Τουρκίας της 27ης Σεπτεμβρίου 2001. Την έχει παρουσιάσει ο ομιλών στο περιοδικό «ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ› το 2002, σελίδες 359 με 362.

Εκεί λοιπόν είχε υποστηρίξει η Τουρκική Κυβέρνηση ότι θα πρέπει να κάνουμε και έναν διαχωρισμό. Υπάρχουν ειδικές απαιτήσεις καταπολέμησης της τρομοκρατικής εγκληματικότητας και γι αυτό ας είμαστε έτσι κάπως πιο χαλαροί. Αυτόν τον ισχυρισμό δεν τον δέχθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και επανέλαβε την πάγια νομολογία του. Αναφέρομαι στην παράγραφο 21 της απόφαση Γκιουνάι και ¶λι που λέει το Δικαστήριο «έχει δεχθεί πολλές φορές το Δικαστήριο στο παρελθόν ότι οι έρευνες που αφορούν τρομοκρατικά εγκλήματα θέτουν αναμφίβολα τις αρχές ενώπιον ιδιαίτερων προβλημάτων› και παραπέμπει στις αποφάσεις του.

Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι σε αυτές, εννοείται τις αρχές δίνεται πράσινο φως ενόψει του άρθρου 5 για να συλλαμβάνουν και να θέτουν σε αστυνομική κράτηση του υπόπτους αδέσμευτες από κάθε αποτελεσματικό έλεγχο, από τα εσωτερικά Δικαστήρια και σε τελευταίο βαθμό από τα όργανα ελέγχου της Σύμβασης κάθε φορά που οι αρχές επιλέγουν να ισχυριστούν ότι υπάρχει τρομοκρατικό έγκλημα. Είναι πολύ σημαντικό αυτό κ. Πρόεδρε.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιμένει και λέει ότι ακόμα και όταν έχουμε τρομοκρατικά εγκλήματα οι εγγυήσεις του άρθρου 5 διατηρούν ακέραιη την ισχύ τους. Βέβαια είναι σταθερή η νομολογία. Ενδεικτικά αναφέρω και μια πιο πρόσφατη απόφαση, είναι η απόφαση Νουράι-Σεν κατά Τουρκίας της 17ης Ιουνίου 2003 όπου επαναλαμβάνεται αυτό που σας είπα στην παράγραφο 23, επαναλαμβάνεται πάλι η ίδια επιχειρηματολογία.

Να θυμίσω ότι από την απόφαση Μπρόγκαν το 1988 αν θυμάμαι καλά είναι πάγια η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ότι μία κράτηση πάνω από 4 ημέρες και 6 ώρες χωρίς προσαγωγή σε αρμόδιο Δικαστή είναι παράνομη. Εδώ λοιπόν είχαμε τρεις παραβιάσεις σοβαρότατες της δίκαιης Δίκης στο πρόσωπο του Σάββα Ξηρού.

Ο Σάββας Ξηρός ήταν κρατούμενος χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με δικηγόρο επί 40 ημέρες. Ο Σάββας Ξηρός υπέστη βασανιστήρια ενώ ήταν πολυτραυματίας. Θα έρθω όμως σε μία άλλη πτυχή της κράτησης του Σάββα Ξηρού που δεν έχει αναδειχθεί όσο θα έπρεπε. Υπάρχει και μία άλλη τεχνική αν θέλετε και γι’ αυτό πιο σημαντική ίσως και πιο σοβαρή, παραβίαση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας στην υπόθεση του Σάββα Ξηρού.

Ο Σάββας Ξηρός δεν προσάγεται σε Ανακριτή παρόλο που είναι κατηγορούμενος. Ξέρετε κ. Πρόεδρε, κ.κ. Εφέτες η ατράνταχτη απόδειξη ότι παραβιάστηκε κατάφορα και το Σύνταγμα και η ΕΣΔΑ και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας στην περίπτωση του Σάββα Ξηρού προκύπτει από αυτά τα δύο έγγραφα. Είναι οι λεγόμενες εσφαλμένα προανακριτικές καταθέσεις του Σάββα Ξηρού γιατί βέβαια κάποια στιγμή οι Αρχές έφτιαξαν και κάποια έγγραφα. Από το ίδιο το κείμενο αυτών των δύο καταθέσεων προκύπτει χωρίς καμία αμφιβολία μία σοβαρότατη παραβίαση. Ποια είναι αυτή;

Έχουμε μία έκθεση εξέτασης κατηγορουμένου σήμερα 11 Ιουλίου 2002 η οποία συνεχίζεται και στις 20 Ιουλίου. Εδώ λοιπόν από το ίδιο το κείμενο της εξέτασης προκύπτει ότι γνωρίσαμε στον εξεταζόμενο τον κ. Σάββα Ξηρό ότι κατηγορείται. Είναι λοιπόν κατηγορούμενος, το λέει το ίδιο το κείμενο της έκθεσης. Προσέξτε το, το ίδιο το κείμενο της έκθεσης εξέτασης κατηγορουμένου λέει ότι κατηγορείται για παράβαση των άρθρων τάδε, τάδε 187, 270, 272 του Ποινικού Κώδικα κλπ.

Κατηγορείται λοιπόν για τουλάχιστον 3 κακουργήματα. Να δούμε λοιπόν τι λέει το ισχύον Δίκαιο γιατί έχω αν θέλετε μία εμμονή. Κοιτάω πάντα τι λέει ο νόμος. Προσέξτε, δεν γεννάται θέμα αυτόφωρου κακουργήματος γιατί είμαστε στις 11 Ιουλίου και η έκρηξη έχει γίνει 29 Ιουνίου, άρα το αυτόφωρο το ξεχνάμε. Η κατηγορία για συμμετοχή σε Οργάνωση 17Ν είναι μέχρι στις 29. Δεν υπάρχει λοιπόν καμία δυνατότητα νομική να θεωρηθεί ότι στις 11 Ιουλίου έχουμε κατηγορούμενο για αυτόφωρο κακούργημα.

Έχουμε λοιπόν έναν απλό κατηγορούμενο, όχι για αυτόφωρο και βέβαια προσέξτε το, αυτός ο κατηγορούμενος απολογείται γιατί στη συνέχεια του λένε «τι απολογείσαι για τις κατηγορίες› ενώπιον ενός Ανώτατου Αστυνομικού, του Υποστράτηγου της ΕΛΑΣ Σύρου Στυλιανού παρισταμένου και του Εισαγγελέα Πρωτοδικών κ. Διώτη. Στην δεύτερη κατάθεση στις 20 απολογείται ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών κ. Διώτη παρισταμένου και του κ. Σύρου.

Ερωτώ εγώ ο μικρός και ασήμαντος δικονομολόγος, από πού προβλέπεται ότι όταν δεν έχουμε αυτόφωρο κακούργημα μπορεί να παίρνει απολογία Εισαγγελέας ή ακόμα χειρότερα Αστυνόμος; Μήπως μας λένε οι διατάξεις μας ότι όταν έχουμε κακούργημα στην ελληνική έννομη τάξη τουλάχιστον την ανάκριση και την απολογία την παίρνει μόνο ο Τακτικός Ανακριτής;

Για να δούμε τι λέει το 246, να το θυμηθούμε λιγάκι του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Την κύρια ανάκριση την ενεργεί μόνο ο Ανακριτής μετά από γραπτή παραγγελία του Εισαγγελέα. Μας λέει ο κ. Ανδρουλάκης, για να μην μας μείνει καμιά αμφιβολία στο βιβλίο του «Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης› στη σελίδα 235, με παραγγελία κύριας ανάκρισης κινείται η ποινική δίωξη, όπως ορίζει το άρθρο 246 επί κακουργημάτων. ¶λλος τρόπος να κινηθεί η ποινική δίωξη επί κακουργημάτων, δεν υπάρχει.

Αν στη συνέχεια, γιατί το βιβλίο είναι του ’94 έχει προβλεφθεί κάποιος άλλος τρόπος, παρακαλώ να μου τον υποδείξετε, ουδείς αλάθητος, ούτε βέβαια και ο ομιλών. Οι γνώσεις μου όμως οι δικονομικές, μέχρι στιγμής μου λένε, ότι όταν έχουμε κακούργημα, όπως είναι η περίπτωση του Σάββα Ξηρού, όταν δεν είναι αυτόφωρο το έγκλημα, ασκεί την ποινική δίωξη ο αρμόδιος Εισαγγελέας, και υποχρεωτικά παραγγέλνει κύρια ανάκριση σε τακτικό ανακριτή.

Εδώ όμως τι έγινε; Προφανώς έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, γιατί δεν νοείται απολογία κατηγορουμένου χωρίς άσκηση ποινικής δίωξης, προφανώς έχει ενημερωθεί ο αρμόδιος Εισαγγελέας, γιατί την μια φορά παρίσταται και την άλλη φορά διενεργεί ο ίδιος την ανάκριση και προφανώς παρανομούν, γιατί φαίνεται να έχουμε απολογία κατηγορουμένου για κακούργημα που την παίρνει, την μια φορά ανακριτικός υπάλληλος και την άλλη φορά ο Εισαγγελέας.

Πείτε μου παρακαλώ και θα ήθελα πραγματικά να κάνω λάθος, και θα ήθελα πραγματικά να μου έχει ξεφύγει κάτι, γιατί ντρέπομαι προσωπικά για το πώς παραβιάζονται οι στοιχειώδεις τεχνικοί δικονομικοί κανόνες. Πείτε μου παρακαλώ, είναι δυνατόν όταν έχουμε ποινική δίωξη για κακούργημα, ο αρμόδιος Εισαγγελέας, αντί να κάνει το αυτονόητο, να παραγγέλνει κυρία ανάκριση και να την στέλνει την υπόθεση στον Ανακριτή, να πηγαίνει ο ίδιος και να παίρνει απολογία; Ποιος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας τα λέει αυτά; Είναι μια απορία και παρακαλώ πολύ θα ήθελα να μου την λύσετε.

Απ’ ότι ξέρω, από τα λίγα που ξέρω, όταν έχουμε κακούργημα, ασκείται ποινική δίωξη, χρεώνεται την υπόθεση ένας Ανακριτής, ήταν η κα Μπούρη στη συνέχεια και αυτός και μόνο ο τακτικός Ανακριτής, κάνει τις απαραίτητες ανακριτικές πράξεις και λαμβάνει απολογία από τον κατηγορούμενο.

Όλα αυτά βέβαια δεν συνέβησαν στον κατηγορούμενο Σάββα Ξηρό και αυτό δεν το λέω εγώ, αυτό προκύπτει από την απλή ανάγνωση, αντίγραφο από την δικογραφία λένε τα χαρτιά μου, από την απλή ανάγνωση των δυο εκθέσεων εξέτασης του κατηγορουμένου.

Στις 11 Ιουλίου απολογείται για κακουργήματα ενώπιον ανακριτικού υπαλλήλου – αστυνόμου, στις 20 Ιουλίου απολογείται για κακούργημα ενώπιον του Εισαγγελέα, καινούργια δικονομία, υπάρχει στα χαρτιά όμως, ή μόνο στο μυαλό των μελών της Αντιτρομοκρατικής και του αρμοδίου Εισαγγελέα Πρωτοδικών;

Και μη μου πείτε ότι, την εποπτεία στην ανάκριση την έχει Εισαγγελέας, γιατί είναι ο Εισαγγελέας Εφετών, ενώ ο κ. Διώτης ως γνωστόν, είναι Εισαγγελέας Πρωτοδικών, άρα ούτε και από εκεί μπορούμε να βρούμε μια διέξοδο.

Το μόνο που μπορούμε να πούμε, αν μας ενδιαφέρουν σ’ αυτή τη χώρα και σ’ αυτή την αίθουσα οι δικονομικοί τύποι, ότι ο κ. Διώτης και ο κ. Σύρος παρανόμησαν. Όχι μόνο επειδή βασάνισαν με τις πολύωρες νυχτερινές ανακρίσεις τον κ. Σάββα Ξηρό, όχι μόνο επειδή επί 40 μέρες δεν μπορούσε να τον δει δικηγόρος, αλλά τον έβλεπαν οι ίδιοι, πολύ απλά και πολύ συγκεκριμένα, επειδή παίρνουν μια γραπτή απολογία, όπως την πήραν, υπάρχει κάτι σαν Σ εκεί, που φαίνεται ότι το έχει βάλει ο κ. Σάββας Ξηρός, εγώ δεν μπαίνω σ’ αυτό. Ας δεχθώ προσωρινά ότι ναι τα είπε ο κ. Σάββας Ξηρός, υπόθεση εργασίας. Ανάγεται στο χώρο της φαντασίας βέβαια, αλλά ας το δεχθούμε.

Είναι δυνατόν να παίρνει απολογία για κακούργημα, αστυνόμος και εισαγγελέας; Πείτε μου παρακαλώ πού κάνω λάθος; Και βέβαια αυτό για μένα έχει μια γενικότερη σημασία, γιατί όπως θα δούμε και στη συνέχεια, η προδικασία σ’ αυτή την υπόθεση, για κακουργήματα πάντα μιλάμε προσέξτε, βρισκόταν στα χέρια της αστυνομίας και όχι του δικαστή, ο οποίος έχει πολύ μεγαλύτερες εγγυήσεις βεβαίως προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και τον εμπιστευόμαστε βεβαίως πολύ παραπάνω.

Αν θέλετε, αυτός που προστατεύει τα ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα είναι ο δικαστής. Και ο συνήγορος υπεράσπισης τον δικαστή εμπιστεύεται, όχι τον αστυνόμο που έχει άλλα πράγματα στο μυαλό του, που άλλες είναι οι αρχές που κατευθύνουν την δράση της αστυνομίας.

Θα έρθω σε μια άλλη λεπτομέρεια. Απολογήθηκε και ο κ. Θωμάς Σερίφης εδώ και του έκανα μια ερώτηση. Τον ρώτησα, είναι αλήθεια αυτό που βγαίνει από την ανάγνωση των εγγράφων, ότι μόλις απολογηθήκατε στους αστυνόμους, αμέσως μετά σε 3 ώρες πήγατε και στην Ανακρίτρια; Ναι μου λέει, όχι όμως σε τρεις ώρες, σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα.

Πού προβλέπεται λοιπόν αυτό κ. Δικαστές, να έχουμε κακουργήματα, να παίρνουμε πρώτα εμείς οι αστυνόμοι, με τον τρόπο που ξέρουμε να παίρνουμε, δεν θα τον αναφέρω τώρα, με τον καλύτερο δυνατό, ας το υποθέσουμε κι αυτό, να παίρνουμε πρώτα μια απολογία από τον κατηγορούμενο και αμέσως μετά, να τον πηγαίνουμε και στην ανακρίτρια. Γιατί δηλαδή παρεμβάλλεται πάντοτε η απολογία στην αστυνομία, όταν υπάρχει ανακρίτρια, όταν έχει ξεκινήσει το έργο της, όταν έχει χρεωθεί μια υπόθεση και διεξάγει την ανάκριση;

Γιατί περνάμε πρώτα από την αστυνομία και δεν πάμε κατευθείαν στον φυσικό μας δικαστή τον ανακριτή; Έρχομαι τώρα στις συνθήκες ανάκρισης στην κα Μπούρη, εδώ και αν έχουμε παραβιάσεις. Εδώ είναι οι ένοπλοι αστυνομικοί. Και βέβαια όταν τα έλεγε ο Βασίλης Τζωρτζάτος όλοι τον κοροϊδεύανε, τώρα τι είναι αυτά που λες, τα είπες εκεί πέρα για τους δικούς σου λόγους και προσπαθείς να τα πάρεις πίσω.

Όταν μάλιστα σημειώνεται στην απολογία του την μεταγενέστερη, ότι ξέρετε κύριοι, εγώ ήμουν τόσο τρομοκρατημένος στην κα Μπούρη, που ενώ οι συνήγοροί μου ήθελαν να διαμαρτυρηθούν, εγώ δεν τους άφησα, τους είπα, μην πείτε τίποτα. Εκεί όταν τα έλεγε ο Βασίλης Τζωρτζάτος, όλοι τον αντιμετώπιζαν με μισό μάτι για να το πω έτσι απλά και όλοι αμφισβητούσαν την αξιοπιστία του. Τι προέκυψε όμως κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας; Να το δούμε και αυτό.

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πώς τέθηκε αυτό το θέμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου σας. Έρχονται στις 4 Ιουλίου οι συνήγοροι του κ. Γεωργιάδη και λένε, σας προσκομίζουμε για να αναγνωστεί ένα φύλλο της Απογευματινής της Δευτέρας 19.8.2002, στην οποία, ο τότε συνήγορος του κ. Γεωργιάδη, καταγγέλλει την ύπαρξη κουκουλοφόρων μέσα στην Ανακρίτρια, οι οποίοι σημάδευαν με τα αυτόματα τον κ. Γεωργιάδη. Μάλιστα ο ένας σημάδευε τον κ. Γεωργιάδη και ο άλλος σημάδευε τον συνήγορό του.

Είναι δυνατόν τέτοιο πράγμα; Ο κ. Πρόεδρος εξανέστη, τι είναι αυτά που μου λέτε; Πρόεδρος; Τι κλίμα των ημερών, τι λέτε τώρα, αυτόματα μέσα στον Ανακριτή; Θα ήμουν εγώ Ανακριτής και θα επέτρεπα αυτόματα εκεί; Ούτε τα χέρια του. Είναι επικίνδυνος λέει, να τον κρατήσουμε έτσι. Δεν με ενδιαφέρει αν είμαι επικίνδυνος, εγώ είμαι εδώ.

Και πολύ σωστά το λέει ο κ. Πρόεδρος, έτσι έπρεπε να πράξει κάθε Ανακριτής και αν θέλετε είμαι βέβαιος ότι έτσι θα έπραττε ο κ. Πρόεδρος. Ελάτε όμως που δεν έγινε έτσι στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Και επισημαίνει μάλιστα ο συνήγορος ο κ. Παπαστεργίου, αυτόματα και να σημαδεύουν, έτσι περιγράφεται εκεί. Και βέβαια η αντίδραση του κ. Προέδρου ήταν, είναι δική μου ερμηνεία αυτή, δεν είναι δυνατόν να λες τέτοια πράγματα, αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα. Δεν είναι δυνατόν να μπαίνουν μέσα στον ανακριτή, στην ανακρίτρια εν προκειμένω, κουκουλοφόροι και να σημαδεύουν. Όχι μόνο εγώ ο Μιχάλης Μαργαρίτης δεν θα το ανεχόμουν, αλλά και κανείς άλλος. Δεν συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Ελάτε όμως που συνέβαιναν.

Ελάτε όμως που το έφερε η μοίρα, το έφερε η τύχη και αυτό αποδείχθηκε από έγγραφα. Και από τι έγγραφα. Όχι από δημοσιεύματα των εφημερίδων μόνο. Ερχόμαστε στις 15 Ιουλίου. Ο κ. Χρυσικόπουλος προσκομίζει και διαβάζει ένα έγγραφο από την αστυνομία, από την οποία φαίνεται ότι, κατά την λήψη της απολογίας του κ. Γιωτόπουλου, παρίσταντο μέσα αστυνομικοί.

Βέβαια και εδώ ακόμα έχουμε μια γραμμή άμυνας, εντάξει ήταν αστυνομικοί, τι να κάνουμε, δεν είχαν όμως όπλα, δεν είχαν κουκούλα, δεν σημάδευαν τον κατηγορούμενο. Βέβαια, στη συνέχεια, εντελώς από άλλο λόγο, έρχονται και στην επιφάνεια κάποιες καταθέσεις. Κάποιες καταθέσεις που έχουν δώσει αστυνομικοί, οι αστυνομικοί που ήταν μέσα. Γιατί έγινε μια καταγγελία, ετέθη το θέμα ότι είχαν διαρρεύσει κάποιες καταθέσεις και διενεργήθη μια προανάκριση, για άλλη υπόθεση. Και προσκόμισε ο κ. Βλάχος νομίζω στο Δικαστήριό σας και διάβασε τις καταθέσεις αυτών των αστυνομικών.

Ένορκη εξέταση μάρτυρα στον Εισαγγελέα, προανάκριση έχουμε. «Στην Αθήνα σήμερα 15 του μήνα Ιανουαρίου του έτους 2003, ο κ. Τσερλεντάκης. Είμαι Αστυνόμος Α, υπηρετώ στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και με βάση την ιδιότητά μου αυτή, την περίοδο των συλλήψεων μελών της 17Ν, είχα την ευθύνη για τις συλλήψεις και τις μεταγωγές.›

Για την μεταγωγή τους και τις καταθέσεις που δίνανε ενώπιον Εισαγγελέα και Ανακριτή στο Πρωτοδικείο Αθηνών στο 16 και στο 10 κτίριο, είχα επιλέξει 4 αστυνομικούς, οι οποίοι παρίσταντο για λόγους ασφαλείας των κρατουμένων. Ο αρμόδιος αστυνόμος της Αντιτρομοκρατικής τα λέει αυτά στο αρμόδιο όργανο στον Εισαγγελέα. Έρχεται και ο κ. Αμοιρίδης ένορκη εξέταση μάρτυρα 15 Ιανουαρίου 2003. «Είμαι ανθυπαστυνόμος, υπηρετώ στην Αντιτρομοκρατική και με βάση την ιδιότητά μου αυτή, είχα εντολή να συνοδέψω τους κρατουμένους στην Ανακρίτρια και στη συνέχεια στον Εισαγγελέα. Κατά τη διάρκεια των καταθέσεων δεν υπέπεσε κάποια διαρροή. Οι διαδικασίες ήταν πολύ σύντομες.›

Και ο κ. Ανάργυρος Ιωαννίδης, τα ίδια πάλι, η ίδια ημερομηνία. Η φύλαξη των μελών λοιπόν, οι τομείς ευθύνες μας ήταν οι πόρτες ή τα παράθυρα, τα σημεία τα οποία μπορούσε να βληθεί το εν λόγω πρόσωπο, είτε να διαφύγει, καθώς και η προστασία της Ανακρίτριας. Και ο κ. Γάλλος και αυτός αρχιφύλακας στα ΕΚΑΜ. «Εγώ ήμουν κοντά στις πόρτες – εννοείται μέσα στην ανάκριση – και στα παράθυρα.›

Έχουμε λοιπόν μια πανηγυρική απόδειξη ότι, μέσα στο χώρο της ανάκρισης, ήταν οι αστυνόμοι της Αντιτρομοκρατικής με τα όπλα. Βέβαια δεν ομολογούν ότι σημαδεύαμε και τους κρατουμένους. Για να δούμε όμως τώρα τι έχει πει ο κ. Γεωργιάδης.

Πριν όμως πάω στον κ. Γεωργιάδη εκείνη την ημέρα στις 15/7 έτυχε να είναι ημέρα εξέτασης του κ. Ιωαννίδη. Ενός βουλευτή του Ελληνικού Κοινοβουλίου, αντιστασιακού, δικηγόρου και θα έλεγα μιας λαμπρής προσωπικότητας και αγωνιστή στη διάρκεια της χούντας και με γενικότερη παρουσία. Ενός λαμπρού κοινοβουλευτικού άνδρα θα έλεγα.

Όταν ρωτάται για το ζήτημα ο κ. Ιωαννίδης, για το θέμα αυτό τι γίνεται με την τήρηση του νόμου στην προδικασία και την ύπαρξη φρουράς στο Ανακριτικό Γραφείο έγινε εκείνο το θέμα συζήτησης, λέει: «η μόνη απάντηση που θα μπορούσα να δώσω είναι, ότι λέει η δικονομία πρέπει να τηρείται απαρέγκλιτα. Διότι κατ’ εξοχήν για τις διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας χύθηκε πολύ αίμα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι συνταγματικές εγγυήσεις της Ποινικής Δικονομίας και η τήρηση των κανόνων της Ποινικής Δικονομίας, είναι το κράτος δικαίου.›

Περιττό να πω ότι συμφωνώ απόλυτα μαζί του. Βέβαια δεν συμφωνώ καθόλου μ’ αυτό που στις 22 Ιουλίου λέει ο εκπρόσωπος των αμερικάνων. Έχω ήδη αναφέρει από χθες προς αποφυγήν παρεξηγήσεως, ότι για λόγους συντομίας, έτσι προσδιορίζω τον συνήγορο πολιτικής αγωγής, με θύματα άτομα αγγλικής κι αμερικανικής υπηκοότητας, τον κ. Αναγνωστόπουλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα προτιμούσα να τον λέτε, ο κ. Αναγνωστόπουλος.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ο κ. Αναγνωστόπουλος λοιπόν, ο οποίος εκπροσωπεί τους αμερικάνους και άγγλους. Νιώθει την ανάγκη να πάρει το λόγο και να μας πει ότι, η απολογία κατηγορουμένου ο οποίος φυλάσσεται από αστυνομική δύναμη, δεν απαγορεύεται από την δικονομία και συμβαίνει και στην αίθουσα αυτή. Δηλαδή το γεγονός ότι, στο Ανακριτικό Γραφείο παρίσταντο αστυνομικοί, ουδόλως σημαίνει ότι οι κατηγορούμενοι εμποδίζονταν να εκφραστούν ελεύθερα επί της κατηγορίας. Αυτή είναι η θέση της πολιτικής αγωγής, από έναν εκλεκτό νομικό και πανεπιστημιακό. Δυστυχώς έτσι δικαιολόγησε τις παρανομίες που έγιναν στην κα Ανακρίτρια, την κα Μπούρη.

Να δούμε όμως τώρα πώς παρουσιάζει παραστατικά και γλαφυρά το τι έγινε στην κα Μπούρη όχι ο κ. Τζωρτζάτος, γιατί ας πούμε ότι αυτός είναι προκατειλημμένος, λέει τα δικά του, ένας άλλος συγκατηγορούμενος ο κ. Γεωργιάδης. Στην απολογία του στις 8 Αυγούστου. Και βέβαια και στον ίδιον έχουν πει ότι, όταν ζητάει δικηγόρο, του λένε δεν θα σου κάνει καλό ο δικηγόρος, ότι πρόβλημα υπάρχει πρέπει να το λύσουμε εμείς εδώ μαζί να μην φοβάσαι. Γράφουν ότι γράφουν, υπογράφει και ερχόμαστε τώρα στην κα Μπούρη την Ανακρίτρια.

«Με πήγαν σε ένα γραφείο κάπου στην Σχολή Ευελπίδων, περίμενα πόση ώρα. Κάποια στιγμή μου λένε, σήκω, έλα πάμε στην Ανακρίτρια. Μπαίνουμε στην Ανακρίτρια. Εν τω μεταξύ είχε ένοπλους απέξω, ένοπλους μέσα, στους διαδρόμους, στα δωμάτια, στα παράθυρα, στις ταράτσες. Όπου γυρνούσα να κοιτάξω, έβλεπα όπλα. Μπαίνω μέσα στο γραφείο της Ανακρίτριας, εκεί ήταν τότε οι δυο μου δικηγόροι. Με έπιανε ο ένας αγκαζέ από εδώ, όχι δικηγόρος βέβαια, αστυνόμος, ένας αγκαζέ από εκεί, δυο αστυνομικοί και άλλοι δυο ή τρεις, αν θυμάμαι καλά ήταν μέσα. Με το που κάθομαι στη καρέκλα, αυτός που με κρατούσε από αριστερά, μου κάνει αυτό το πράγμα, - εννοεί ότι τον σημαδεύει – κάθισα στην καρέκλα και κάθεται ακριβώς μπροστά μου κάνει αυτό το πράγμα. Εννοείται ότι με σημαδεύει.

Είχα το όπλο σ’ αυτή την απόσταση.› Προφανώς δείχνει ο κ. Γεωργιάδης την απόσταση που ήταν το όπλο. «Του λέει εκείνη την ώρα η Ανακρίτρια, τι κάνεις ρε; Κάνει αυτός ένα βήμα πίσω με το όπλο έτσι και συνεχίζει και κάθεται εκεί πέρα. Λέει ο δικηγόρος μου, τι πράγματα είναι αυτά, πώς θα κάνουμε έτσι; Λέει η Ανακρίτρια – προσέξτε το αυτό – δε μπορώ να κάνω τίποτα, έχω εντολές από πάνω και δεν μπορώ να τους διώξω.›

Εδώ να σημειώσω για να ακριβολογώ, ότι ενώ αυτό γράφτηκε στις εφημερίδες, όπως σας το είπα, από τύχη αν θέλετε για να μην κάνω άλλες πονηρές σκέψεις, στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά έχει την εξής καταγραφή. Λέει η ανακρίτρια, «δεν μπορώ να κάνω τίποτα από πάνω δεν μπορώ να τους διώξω.› Ενώ όπως προκύπτει από τις εφημερίδες της επομένης έχει πει η κα Ανακρίτρια, σύμφωνα με όσα λέει ο κ. Γεωργιάδης. «Έχω εντολές από πάνω, δεν μπορώ να τους διώξω.›

Γι’ αυτό θα παρακαλέσω και τον κ. Γραμματέα, σ’ αυτό το σημείο δηλαδή στα πρακτικά της 8 Αυγούστου να το ελέγξει και σε συνδυασμό και με τα όσα έχουν γράψει και οι εφημερίδες και με τα όσα θυμάται και ο ίδιος από τη διαδικασία, να υπάρχει η πλήρης καταχώρηση, δηλαδή ότι η Ανακρίτρια, σύμφωνα με όσα κατέθεσε στην απολογία του ο κ. Γεωργιάδης είπε: «Δεν μπορώ να κάνω τίποτα, έχω εντολές από πάνω δεν μπορώ να τους διώξω.› Νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει στα πρακτικά αυτό που είπε ο κ. Γεωργιάδης. Το έχω εντολές δηλαδή.

Να μην προχωρήσω άλλο για τις λεπτομέρειες του πως έγινε η ανάκριση του κ. Γεωργιάδη. Να θυμίσω βέβαια ότι έχει πει, ότι το πρώτο πράγμα που του είπε, όταν μπήκε στο γραφείο που ήταν ο κ. Διώτης ότι «με άσπρα μαλλιά θα βγεις από εδώ μέσα όπως τα δικά μου›, αυτό το έχει πει ο κ. Γεωργιάδης. Και βέβαια διαβάστηκε στο ακροατήριό σας, το υπόμνημα που από τότε είχε καταθέσει ο κ. Γεωργιάδης και στο οποίο καταγράφεται από τότε, από τον Οκτώβριο, ότι οδηγήθηκε παρουσία πέντε ένοπλων αστυνομικών εντός του γραφείου της ανακρίτριας, εκ των οποίων οι δυο φορούσαν μαύρες κουκούλες και όλοι είχαν προτεταμένα αυτόματα.