Πολιτική
Τρίτη, 07 Οκτωβρίου 2003 21:05

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (07/10/2003) Μέρος 5/7

Και ότι, όπως διευκρίνισε στο ακροατήριο, οι δυο απ’ αυτούς σημάδευαν, ο ένας τον κ. Γεωργιάδη και ο άλλος, τον συνήγορό του. Θα προχωρήσω όμως λίγο παραπέρα. Έχουμε λοιπόν ως δεδομένο, όπως έχει προκύψει από την αποδεικτική διαδικασία, ότι οι συνθήκες διεξαγωγής της ανάκρισης στην κα Μπούρη, κάθε άλλο παρά δίκαιες ήταν. Ήταν παράνομες. Και το λέω με μια κουβέντα.

Γιατί; Γιατί είναι παράνομο, το να απολογείται κάποιος σε τακτικό δικαστή και να είναι μέσα πολλοί άνδρες της Αντιτρομοκρατικής, κουκουλοφόροι κάποιοι, και να τον σημαδεύουν με τα όπλα. Και θέλω να επισημάνω ότι, μια άλλη παρανομία της προδικασίας, ολοκληρώνεται η ανάκριση και για τον κ. Γεωργιάδη και για τον κ. Τζωρτζάτο, να επανέλθω στον εντολέα μου, και με σύμφωνη γνώμη του κ. Εισαγγελέα, διατάσσεται η προσωρινή κράτηση. Τι γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Εφόσον έχει διαταχθεί από το αρμόδιο όργανο η προσωρινή κράτηση, θα πρέπει ο προσωρινά κρατούμενος, να μεταχθεί στις φυλακές. Δεν νοείται έκτιση της προσωρινής κράτησης σε Αστυνομικό Τμήμα, ή στην Ασφάλεια. Θα πρέπει στην επόμενη ώρα, στο επόμενο απόγευμα, την επόμενη ημέρα αν θέλετε, ο κατηγορούμενος του οποίου έχει διαταχθεί η προσωρινή κράτηση, να πάει στις φυλακές των υποδίκων, εδώ στο Κορυδαλλό.

Όμως τί συνέβη για παράδειγμα στην περίπτωση του κ. Τζωρτζάτου; Υπάρχει η έκθεση φυλάκισης: «Δικαστική φυλακή Κορυδαλλού, Κορυδαλλός 29/7. Στο κατάστημα της Δικαστικής Φυλακής Κορυδαλλούς σήμερα την 29/7/2002 ημέρα Δευτέρα και ώρα 17:15, η Γραμματέας τάδε, εκτελώντας προφορική εντολή του προϊσταμένου κτλ., φυλάκισα τον Τζωρτζάτο Βασίλειο, με βάση το υπ’ αριθμ. τάδε, από 23/7/2002 ένταλμα προσωρινής κράτησης της κας Ανακρίτριας›.

Και ερωτάται κανείς: Γιατί στις 23/7 έχουμε ένταλμα προσωρινής κράτησης και περιμένουμε έξι μέρες, να πάει 29/7 το απόγευμα για να μεταφερθεί ο κ. Τζωρτζάτος στις φυλακές Κορυδαλλού; Μήπως για να εξασφαλίσουν τη σιωπή του και τον τρόμο του και την στάση του οι άντρες της Αντιτρομοκρατικής; Γιατί όπως καταλαβαίνετε εντελώς διαφορετικά μπορεί να αντιδράσει στην Ανακρίτρια κάποιος που ξέρει ότι «επιτέλους θα ξεφύγω από την Αντιτρομοκρατική και θα πάω στον Κορυδαλλό όπου δεν μπορούν να με βρουν οι άντρες της Αντιτρομοκρατικής› και εντελώς διαφορετικά θα αντιδράσει κάποιος όταν ξέρει ότι «και μετά την Ανακρίτρια δεν έχει δρόμο για σένα, δεν έχει οδό, πάλι στην Αντιτρομοκρατική θα καταλήξεις, στους γνωστούς βασανιστές σου›.

Το ήξερε αυτό ο κ. Τζωρτζάτος, το είχε πει από τον Οκτώβριο πέρυσι, ότι μετά από τα βασανιστήρια που υπέστη και την εν γένει τρομοκρατία και την άσκηση σωματικής και ψυχολογικής βίας, μέχρι και την ώρα που τον πήγαιναν στην Ανακρίτρια του έσφιγγαν τις χειροπέδες, ήξερε πολύ καλά ότι δεν είχε τελειωμό το βασανιστήριό του, θα γυρνούσε πάλι στο στόμα του λύκου, στην Αντιτρομοκρατική.

Φυσικά γύρισε και έξι ολόκληρες μέρες είχε τη φιλοξενία της Αντιτρομοκρατικής και την περιποίησή τους. Είναι και αυτό νομίζω ένα στοιχείο που πρέπει να εκτιμηθεί όσον αφορά την τήρηση της νομιμότητας στην προδικασία. Γιατί φυσικά, η νομιμότητα τί επιτάσσει; Όταν έχουμε ένταλμα προσωρινής κράτησης, μετά από μία ώρα, μετά από μία μέρα αν θέλετε, μεταφέρεται ο προσωρινά κρατούμενος στις φυλακές Κορυδαλλού, όχι μετά από έξι μέρες. Δεν είχε όχημα η Αντιτρομοκρατική να τον μεταφέρει στον Κορυδαλλό; Ας μην κοροϊδευόμαστε.

Αυτός ήταν ο πέμπτος λόγος για τον οποίο δεν ήταν δίκαιη η διαδικασία. Υπάρχει και ο έκτος λόγος βέβαια. Θα έλεγα να δούμε τον έκτο και τον έβδομο μαζί. Αφορά τον τρόπο διεξαγωγής της ανάκρισης από τους Εφέτες Ανακριτές και την ταχύτητα της διαδικασίας ενώπιον και των Εφετών Ανακριτών αλλά και του Συμβουλίου Εφετών. Εδώ είναι μια ηπιότερης μορφής παρανομία, που και αυτή όμως έχει τη σημασία της.

Για να δούμε λοιπόν κάποιες λεπτομέρειες από τον τρόπο διεξαγωγής της ανάκρισης σε επίπεδο Εφέτη Ανακριτή. Ήδη στις 10/4, είχα εκφράσει την αμφιβολία μου και την ανησυχία μου για τον τρόπο εξέτασης των μαρτύρων, τότε εξεταζόταν ο κ. Δουλγεράκης και είχα αναρωτηθεί, είναι δυνατόν πρώτα να του διαβάζουν τί έχει πει στην προανακριτική του πριν από κάποια χρόνια και μετά να του παίρνουν κατάθεση; Και μου είχε πει ο κ. Πρόεδρος «μην ανησυχείτε κ. Μυλωνά, αυτή είναι η πρακτική, έτσι γίνεται πάντα›.

Δεν ξέρω βέβαια πώς δρουν οι Ανακριτές, είχα πει τότε «ακόμα και αν είναι αυτή η τακτική, δεν μου φαίνεται ότι είναι και πολύ σύννομη›. Στις 11/4, πάλι ένας από τους σοβαρούς μάρτυρες σ’ αυτή τη Δίκη, ο κ. Τσερνόγλου, σαφέστατος ήταν, μας είπε ότι «πρώτα μου διάβασε την πρωτόδικη απόφαση, μου έκανε κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις και μετά γράψαμε κανονικά την κατάθεσή μου›. Σε ερώτηση του κ. Προέδρου «σας τη διάβασε κ. μάρτυς την κατάθεσή σας ο ανακριτής;› ο Τσερνόγλου λέει: «Βεβαιότατα›.

Να έρθουμε όμως σε κάτι άλλο που είναι πολύ πιο σημαντικό και δείχνει το πώς ακριβώς αντιλαμβάνονται το έργο τους και οι Εφέτες Ανακριτές σ’ αυτή την υπόθεση. Στις 14/4 εξετάστηκε στο ακροατήριό σας η μάρτυρας κα Στράτου. Είναι για την υπόθεση του εντολέα μου, του κ. Τζωρτζάτου. Εδώ λοιπόν έχουμε μία κατάθεση στον Εφέτη Ανακριτή, τον κ. Μπίρμπο εν προκειμένω, που φέρεται η κα Στράτου να έχει δηλώσει κατά λέξη τα εξής:

«Αναφέρομαι στην από 16/7/92 προανακριτική μου κατάθεση την οποία μου αναγνώσατε και επιβεβαιώνω το περιεχόμενό της. Συμπληρωματικά έχω να καταθέσω ένα από τα δύο άτομα στη μοτοσικλέτα για τα οποία έχω καταθέσει στην προανάκριση μοιάζει πάρα πολύ με τον Τζωρτζάτο όπως τον έχω δει στην τηλεόραση, στις εφημερίδες και στις φωτογραφίες που μου δείχνετε›.

Αυτά φέρεται να έχει καταθέσει στον Εφέτη Ανακριτή κ. Μπίρμπο η κα Στράτου. Ελάτε όμως που όπως προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία, αλλιώς γράφτηκαν και αλλιώς έγιναν. Εδώ λοιπόν είχαμε μία έκπληξη, ευχάριστη έκπληξη αν θέλετε για τους υπερασπιστές του κ. Τζωρτζάτου. Δείχνεται στο ακροατήριο η φωτογραφία του κ. Τζωρτζάτου και λέει η κα Στράτου: «Δεν μου έδειξαν αυτή τη φωτογραφία, δεν είναι αυτός ο κύριος που μου έδειξαν σε φωτογραφία›. Σαφώς λοιπόν λέει ότι «δεν είναι αυτή που μου επεδείχθη›.

Βέβαια δεν υπήρχε αρίθμηση στην ανακριτική της κατάθεση ότι είναι η συνημμένη φωτογραφία υπ’ αριθμ. 2 και να δούμε αν ήταν ο Τζωρτζάτος. Ήρθε λοιπόν στο ακροατήριο η κα Στράτου και της έδειξε ίσως ο κ. Μαρκής, δεν είμαι σίγουρος, μία φωτογραφία του Τζωρτζάτου. Και λέει η κα Στράτου στο ακροατήριο «δεν είναι αυτή η φωτογραφία που μου έδειξαν›. Να δούμε και τη συνέχεια όμως.

Γεννάται ένα θέμα και λέει μάλιστα «εγώ δεν είπα όνομα στον κ. Ανακριτή, εγώ είπα αυτός ο κύριος που μου δείχνετε› -που βέβαια δεν ήταν ο Τζωρτζάτος, όπως καταλάβαμε στο ακροατήριο- «αυτός ο κύριος μου μοιάζει με τον επιβάτη της μηχανής›. Και ρωτά ο κ. Πρόεδρος: «Είπατε όνομα;› Στράτου: «Όχι, δεν είπα όνομα›. Πρόεδρος: «Και έγραψε ο Ανακριτής όνομα χωρίς να το πείτε;› Στράτου: «Μου έδειξε τη φωτογραφία μετά και του λέω ότι μοιάζει εδώ, στους κροτάφους›. Πρόεδρος: «Το όνομα με ενδιαφέρει, το όνομα Τζωρτζάτος πώς προέκυψε;› Στράτου: «Όχι, δεν το είπα εγώ›.

Πιο κάτω. Στράτου: «Μόνο εκείνο που θυμήθηκα, τον άνθρωπο πάνω στη μηχανή, ήταν από τους άδειους κροτάφους, τίποτε άλλο, δεν το ήξερα το όνομά του›. Πιο κάτω διευκρινίζει η κα Στράτου: «Ωραία, είχα δει στην τηλεόραση ότι ένας απ’ όλους ήταν ο Τζωρτζάτος, αλλά δεν πήγα επειδή τον είχα δει στην τηλεόραση να πω στον Ανακριτή ότι ξέρετε, τον είδα στην τηλεόραση και είναι σώνει και καλά αυτός..... Δεν μπλέκω κανέναν. Μου λένε είναι αυτός; Αναγνωρίζεις κανέναν; Είδα τη φωτογραφία και από τους άδειους κροτάφους του είπα ότι μοιάζει σε αυτόν, δε λέω τίποτε άλλο παραπάνω›.

Είδε κάποια φωτογραφία και λέει «αυτός μοιάζει›. Δεν είπε βέβαια ότι ο Τζωρτζάτος είναι αυτός και μοιάζει. Καταλαβαίνετε τη σημασία της διαφοράς. Ο ομιλών εξετάζει την μάρτυρα τότε, τον Απρίλιο και ρωτώ: «Σας έδειξε κάποιες φωτογραφίες. Βέβαια είπατε ότι δεν ήταν η συγκεκριμένη φωτογραφία που σας επεδείχθη σήμερα, ήταν κάποιες άλλες›. Στράτου: «Ήταν μία άλλη φωτογραφία›. Μυλωνάς: «Βλέπετε λοιπόν εσείς κάποιες άλλες φωτογραφίες. Τί σας λέει ο κ. Ανακριτής;› Στράτου: «Η φωτογραφία που είχα δει εγώ στον κ. Ανακριτή που είχα πάει, είχε τον κ. Τζωρτζάτο πιο μακροπρόσωπο ενώ δεν είναι έτσι›. Μυλωνάς: «Πάντως δεν είναι η συγκεκριμένη που σας έδειξαν εδώ›. Στράτου: «Όχι, όχι›. Μυλωνάς: «Σας έδειξε μία ή περισσότερες φωτογραφίες;› Στράτου: «Μία φωτογραφία είδα›. Μυλωνάς: «Εσείς από μόνη σας αναφέρατε όνομα κατηγορουμένου;› Στράτου: «Όχι, εγώ όταν έφτασα στην τελευταία φωτογραφία είπα ότι μοιάζει σε αυτόν διότι έχει τους άδειους κροτάφους›. Μυλωνάς: «Ναι, αλλά δεν είπατε Μυλωνάς για παράδειγμα, είπατε αυτό το πρόσωπο μοιάζει σε κάποιον›. Στράτου: «Όχι, του έδειξα μόνο τη φωτογραφία›.

Για να μη σας κουράζω, συνεχίζονται οι ερωτήσεις, είναι σαφέστατη η μάρτυρας, «εμένα μου έδειξαν διάφορες φωτογραφίες. Για το συγκεκριμένο πρόσωπο, το συγκεκριμένο άτομο που αναγνώρισα ως οδηγό της μοτοσικλέτας, μία ήταν η φωτογραφία και σας διαβεβαιώνω κ.κ. Δικαστές, δεν είναι η φωτογραφία του κ. Τζωρτζάτου που σήμερα μου δείχνετε και σας διαβεβαιώνω ότι εγώ δεν είπα όνομα στον Ανακριτή, ο Τζωρτζάτος είναι αυτός εδώ, εγώ είπα αυτό το πρόσωπο μου μοιάζει με τον οδηγό της μοτοσικλέτας›.

Όμως είδαμε μία πλήρη αναντιστοιχία μεταξύ του τρόπου λήψης και των λεπτομερειών λήψης μιας κατάθεσης και του τρόπου που αυτή αποτυπώνεται στο χαρτί. Γιατί το είπαμε και στην αρχή, τί καταγράφεται στην ανακριτική κατάθεση σε Εφέτη Ανακριτή της κας Στράτου; Ότι «εγώ είδα τον κ. Τζωρτζάτο σε φωτογραφία, τον είχα δει και από την τηλεόραση και ο κ. Τζωρτζάτος μου μοιάζει με τον οδηγό της μοτοσικλέτας›. Ποια ήταν η πραγματικότητα όπως προέκυψε από την ζώσα ακροαματική διαδικασία; Εντελώς διαφορετική.

Η μάρτυρας ήταν σαφέστατη, «είδα κάποιες φωτογραφίες, μία από αυτές μου έμοιαζε με τον οδηγό της μοτοσικλέτας. Δεν είπα όνομα και βέβαια αυτή η φωτογραφία δεν ήταν του Τζωρτζάτου›. Να λοιπόν πώς γίνονται, με τί προσοχή λαμβάνονται οι ανακριτικές καταθέσεις. Θα μου πείτε, λεπτομέρεια. Λεπτομέρεια βέβαια, αλλά καθοριστική για την επιμέλεια με την οποία έγινε και η ανάκριση σε επίπεδο Εφέτη Ανακριτή.

Και να πούμε και τί μας είπε μια άλλη μάρτυς, ήταν νομίζω στην υπόθεση ΕΤΕ Χρεμωνίδου. Είναι η κα Πόλκα, στις 14/5. Λέει η κα Πόλκα: «Εγώ όταν είπα στον κ. Ανακριτή ότι δεν γνωρίζω κανέναν, μου λέει: Δεν σου θυμίζει; Μου έδειξε μια φωτογραφία και μου έλεγε: Δε σου θυμίζει αυτός τίποτα; Έχουν ομολογήσει ότι είναι αυτοί. Λέω, δεν ξέρω, γνωστοί μου φαίνονται στην τηλεόραση όπως τους βλέπω›. Και βέβαια στο ακροατήριο η κα Πόλκα δεν αναγνώρισε κανέναν από τους δράστες.

Γιατί την ανέφερα; Γιατί είναι χαρακτηριστικό, πηγαίνει στον Εφέτη Ανακριτή και της λέει: «Δε σου θυμίζει αυτός τίποτα; Τα έχουν ομολογήσει›. Προσέξτε λοιπόν τί είπε η κα Πόλκα, μια μάρτυρας που δεν αφορά τον κ. Τζωρτζάτο: «Μου λέει ο Εφέτης Ανακριτής: Σου θυμίζει αυτός τίποτα; Τα έχουν ομολογήσει ότι είναι αυτοί›. Αυτά λέει ο Εφέτης Ανακριτής και συμπληρώνει ο ομιλών τώρα: Αφού τα έχουν ομολογήσει, θα ψάχνουμε λεπτομέρειες, θα διασταυρώνουμε στοιχεία; Τί να τα κάνουμε όλα αυτά;

Μια άλλη λεπτομέρεια και τελειώνω από τους μάρτυρες: Ήρθε εδώ ο μάρτυρας, ο κ. Σωτηριάδης, νομίζω για την κα Σωτηροπούλου και μας λέει στις 9/7, όταν ρωτά ο κ. Αναγνωστόπουλος: «Παρατηρώ ότι στην κατάθεση που έχετε δώσει στον Ανακριτή δεν έχετε αναφέρει αυτές τις λεπτομέρειες που είπε στο ακροατήριο›. Και λέει ο κ. μάρτυρας: «Με έκοψε κ. δικηγόρε ο κ. Ζερβομπεάκος, έκανε άλλη δουλειά τότε στις 19 του μηνός, μου είπε: θέλω ονόματα, αν ξέρεις ονόματα, όχι αξιολογικές κρίσεις. Αυτό έχω να πω, είπα να πω κάτι και μου είπε: Σε παρακαλώ, ονόματα ξέρεις; Βιαστική ήταν η διαδικασία, μισή ώρα κράτησε αλλά με έκοψε εκεί ακριβώς›.

Βλέπουμε λοιπόν ότι οι κ.κ. Εφέτες Ανακριτές βιάζονται και όταν πάει ο μάρτυρας να πει και κάποιες λεπτομέρειες τον κόβουν και του λένε: «ονόματα ξέρεις;› Επιτρέψτε μου να θυμίσω, είναι και λίγο επίκαιρο, κάποιος σκηνοθέτης που πέθανε τώρα, σε μεγάλη ηλικία, κι αυτός κάποτε σε κάποιες άλλες συνθήκες, σε κάποιες Επιτροπές, ονόματα του ζητούσαν –κλείνω την παρένθεση.

Και βέβαια η ταχύτητα με την οποία έγινε η διαδικασία ενώπιον των Εφετών και του Συμβουλίου, είχε αντιδράσεις. Είχε αντιδράσεις όχι μόνο από τη μεριά του κ Τζωρτζάτου ή από τη μεριά των κατηγορουμένων, είχε αντιδράσεις και από τη μεριά της Πολιτικής Αγωγής. Χρειάζεται να ειπωθεί στο Δικαστήριό σας ότι στις αγορεύσεις τους οι συνήγοροι Πολιτικής Αγωγής έντονα διαμαρτυρήθηκαν για την ταχύτητα και την προχειρότητα της προδικασίας.

Έρχεται για παράδειγμα στις 16/9 ο συνήγορος στην υπόθεση Μάτη και τί μας λέει: «..... αξιοποιήσαμε κι εμείς τα κανάλια για να πούμε τις απόψεις μας και είχα την ευκαιρία να πω δημόσια, υπήρξε επείγον, υπήρξε βιασύνη, υπήρξε διαδικασία κατεπείγοντος στην ανάκριση, δεν είχαμε χρόνο να ερευνήσουμε πολλά πράγματα, δεν είχαμε χρόνο να κάνουμε αναπαραστάσεις, δεν είχαμε χρόνο να κάνουμε κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις, αιτήματα της Πολιτικής Αγωγής, τα οποία σωρηδόν απέρριπτε ο κ. Ανακριτής›.

Βλέπετε λοιπόν το παράπονο από την άλλη μεριά. Συνήγορος Πολιτικής Αγωγής διαμαρτύρεται τί είναι αυτή η ταχύτητα. Από τη μεριά του ήθελε να διερευνηθούν οι συνθήκες και μάλιστα είναι ο συγκεκριμένος που μας είπε με λεπτομέρεια και με ένταση «μα δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, άλλος ήταν ο δράστης στην υπόθεση Μάτη›.

Έρχεται όμως και ο κ. Κεχαγιόγλου στις 18/9 και τί μας λέει: «Έχουμε λοιπόν το παράπονο ότι έγιναν βιαστικά κάπως τα πράγματα και δεν μπορέσαμε να ασκήσουμε όπως έπρεπε κι όπως οφείλαμε τα καθήκοντά μας, από τη στιγμή που μας τίμησε ο εντολέας μας με την εντολή του να τον εκπροσωπήσουμε›. Λέει μάλιστα: «Κύριε Πρόεδρε, η υπεράσπιση της Πολιτικής Αγωγής, ζήτησε έγκαιρα τη διεξαγωγή σειράς ανακριτικών πράξεων που θα συνέβαλλαν ενδεχομένως στην πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης› -είναι η υπόθεση του κ. Πέτσου. «Είχαμε την τιμή και καταθέσαμε στο Δικαστήριό σας και στη δικογραφία, αίτημα των συνηγόρων του Γεωργίου Πέτσου για διενέργεια σειράς ανακριτικών πράξεων. Βεβαίως οι κ.κ. Ανακριτές, οι συνάδελφοί σας δεν τις έκαναν αποδεκτές, διότι είχαν την αδήριτη ανάγκη της ταχείας διεξαγωγής της ανακρίσεως› -κοιτάξτε πόσο κομψά το λέει ο συνήγορος Πολιικής Αγωγής, η αδήριτη ανάγκη της ταχείας διεξαγωγής της ανακρίσεως.

Όταν όμως αυτή η ανάγκη μας οδηγεί στο να μην κάνουμε καλά τη δουλειά μας, αντικειμενικά να μην την κάνουμε, να μη μπορούμε να την κάνουμε καλά τη δουλειά μας, όταν αφήνουμε απέξω μια σειρά από ενέργειες, τί γίνεται τότε; Και βέβαια το είπε αυτό και ο κ. Λίβος, ο εκλεκτός συνάδελφος για την υπόθεση του Αξαρλιάν και μάλιστα μας είπε ότι «ήταν τόσο μεγάλη η βιασύνη και η ταχύτητα που έγιναν και λάθη ορθού νομικού χαρακτηρισμού και παραπονέθηκε από τη σκοπιά του ότι υπήρχε κι άλλο θύμα κατά την άποψή του απόπειρας ανθρωποκτονίας, ο κ. Κήλης, και όμως εκεί στην ταχύτητα επάνω, προχώρησε γρήγορα-γρήγορα η ανάκριση και για μας δεν έγιναν όλες οι ενέργειες που έπρεπε να γίνουν›.

Βέβαια αυτή η βιασύνη είχε καταλυτική σημασία για την υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου. Σας είπα στην αρχή της σημερινής ημέρας, ότι η εμπλοκή μου σε αυτή την υπόθεση ξεκίνησε με την διαδικασία κατάθεσης μιας προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την ταχύτητα της προδικασίας, γιατί βέβαια δεν είστε εσείς αρμόδιοι να κρίνετε αν έγινε γρήγορα ή όχι η προδικασία. Γι αυτό λοιπόν και έκανε ο κ. Τζωρτζάτος μια προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, πολύ σύντομα θα σας πω ποιο ήταν το παράπονό του γιατί αφορά ακριβώς τις συνέπειες της ταχύτητας διεξαγωγής και της ανάκρισης και της διαδικασίας ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών.

Στις 23/10, ημέρα Τετάρτη, ο Εφέτης Ανακριτής κ. Πετρόπουλος έρχεται στις Φυλακές Κορυδαλλού και απαγγέλλει συμπληρωματική κατηγορία στον κ. Τζωρτζάτο για μια σειρά βαρυτάτων κακουργημάτων, άνω των 30. Οι κατηγορίες αυτές αναπτύσσονται σε 88 σελίδες στο σχετικό έγγραφο. Δεν είχε δικηγόρο τότε ο κ. Τζωρτζάτος, ζήτησε προθεσμία και ο Ανακριτής του όρισε ως ημέρα της απολογίας του την Τετάρτη 30 Οκτωβρίου, ώρα 10 το πρωί, μια εβδομάδα μετά.

Στις 25/10, διορίζει ως συνήγορο τον κ. Παπαδάκη. Η συνολική επικοινωνία που είχε μαζί του ήταν περίπου μιάμιση ώρα. Στις 26/10, ημέρα Σάββατο, καταφέρνει για πρώτη φορά ο κ. Παπαδάκης να πάρει ορισμένα αντίγραφα από τη δικογραφία, τα βασικότερα, τα στοιχειώδη, γιατί βέβαια δεν ξέρω αν το ξέρετε, η δικογραφία της παρούσας υπόθεσης ήταν κλειδωμένη σε συγκεκριμένο γραφείο στο Εφετείο και μόνο σε συγκεκριμένες ώρες μπορούσαν να έχουν πρόσβαση εκεί οι δικηγόροι και δεν μπορούσαν βέβαια όπως γίνεται στις άλλες υποθέσεις να πάρουν τα αντίγραφα και να βγάλουν φωτοτυπίες έξω, έπρεπε να βγουν στα φωτοτυπικά μηχανήματα τα εγκεκριμένα της Υπηρεσίας που ήταν εκεί τα οποία και συχνά χαλούσαν και στα οποία προσέτρεχαν όλοι οι συνήγοροι Υπεράσπισης και Πολιτικής Αγωγής και βέβαια σε ειδικό χαρτί που αποτυπώνει επάνω αντίγραφο από την δικογραφία.

Στις 26 και 17 Οκτωβρίου δεν υπήρχε επισκεπτήριο, ήταν Σαββατοκύριακο και δεν υπήρχε επισκεπτήριο και στις 28 Οκτωβρίου, εθνική εορτή όπως ξέρετε. Κατάφερε μια ώρα περίπου στις 29 Οκτωβρίου ο κ. Παπαδάκης να τον δει. Στις 30 Οκτωβρίου, εμφανίζεται ο Ανακριτής για να λάβει την απολογία του κ. Τζωρτζάτου. Ήταν παρών βέβαια ο κ. Παπαδάκης, με το ζόρι και μετά από διαμαρτυρία και παρέμβαση του Εισαγγελέα Εφετών κ. Καρούτσου, μπόρεσε να συνομιλήσει με τον εντολέα του κάτω από δέκα λεπτά. Ζητά προθεσμία – και εδώ είναι τα ενδιαφέροντα κ. Πρόεδρε- ο κ. Παπαδάκης ζητάει προθεσμία 15 ημερών για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του και το απολογητικό υπόμνημα. Ο Ανακριτής αρνείται και του δίνει μια διήμερη προθεσμία. Και βέβαια, εμπαιγμός είναι η διήμερη προθεσμία, μετά απ’ αυτό, απολογείται και ο κ. Τζωρτζάτος αμέσως προφορικά, χωρίς να καταθέσει απολογητικό υπόμνημα.

Στις 8 Νοεμβρίου, 8 μέρες μετά, γνωστοποιείται η ολοκλήρωση της ανάκρισης. Ήταν Παρασκευή. Στις 11 Νοεμβρίου Δευτέρα, ο συνήγορος ο κ. Παπαδάκης, υποβάλει αίτηση στον Ανακριτή, εκφράζοντας την διαφωνία για το πέρας της ανάκρισης και ζητώντας την διενέργεια συγκεκριμένων συμπληρωματικών ανακριτικών πράξεων. Και βέβαια – προσέξτε το αυτό - από τότε ζητάει ο κ. Παπαδάκης τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, σχετικά με τα δακτυλικά αποτυπώματα, τα οποία φέρονται ότι έχουν βρεθεί και αφορούν τον κ. Τζωρτζάτο.

Καμία απ’ αυτές τις ανακριτικές πράξεις δεν διενεργήθηκε. Και βέβαια δεν είχε δυνατότητα να λάβει ούτε αντίγραφα της δικογραφίας, γιατί με το 101 του Κ.Ποιν.Δ. μόνο όταν περάσει μήνας λαμβάνεις αντίγραφο. ¶ρα μεταξύ 30 Οκτωβρίου και 11 Νοεμβρίου δεν μπορούσε καν να λάβει πρόσθετα αντίγραφα της δικογραφίας. Μετά τις 11 βέβαια όταν τελείωσε η ανάκριση, μπόρεσε να λάβει αντίγραφα.

Στις 29/11 γνωστοποιείται στον συνήγορο η εισαγγελική πρόταση προς το Συμβούλιο Εφετών. Στις 9/12 ο κ. Παπαδάκης υποβάλει νέο υπόμνημα προς το Συμβούλιο Εφετών, στο οποίο ενσωματώνει το περιεχόμενο της αίτησης, άρα ζητάει και πάλι να γίνουν συγκεκριμένες ανακριτικές πράξεις, ζητάει και πάλι να γίνει η διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, φυσικά και πάλι καμιά απάντηση.

Να προσθέσω εδώ ότι, ήδη με το 1953/2002 Βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, είχε αρθεί το απόρρητο των επιστολών και της τηλεφωνικής και κάθε άλλης μορφής τηλεπικοινωνιακής επικοινωνίας και για τον κ. Τζωρτζάτο. Και στις 4 Νοεμβρίου μια ομάδα φυλάκων μπήκε στο κελί του κ. Τζωρτζάτου, έλεγξε όλα τα προσωπικά του έγγραφα και τις σημειώσεις και κατέσχεσε και όλες τις χειρόγραφες σημειώσεις, που αφορούσαν την παρούσα υπόθεση.

Μετά από διαμαρτυρία και αφού παραδόθηκαν τα έγγραφα στον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά, τον επόπτη φυλακών κ. Φραγκιαδάκη, κάποια στιγμή επιστράφηκαν. Και βέβαια στις 30 Οκτωβρίου εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα. Αυτό το διάστημα ο κ. Παπαδάκης μόνο μιάμιση ώρα κάθε εργάσιμη ημέρα μπορούσε να επικοινωνεί με τον κ. Τζωρτζάτο, αλλά ούτε και αυτό ήταν δυνατόν, γιατί στην πράξη υπάρχει ειδική απόφαση του Συμβουλίου Φυλακών, που κατανέμει τις ώρες και επιτρέπεται για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο, μόνο κάποιες ώρες, νομίζω 3 την εβδομάδα και σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

Βλέπουμε λοιπόν ότι, υπήρξε ένας πολύ μεγάλος περιορισμός στην επικοινωνία μεταξύ συνηγόρου και κατηγορουμένου, επιπλέον δεν μπορούσε να δώσει τα έγγραφα της δικογραφίας ο κ. Παπαδάκης στον κατηγορούμενο και δεν μπορούσαν γενικότερα να ανταλλάξουν έγγραφα, χωρίς να περάσουν από τον έλεγχο των φυλάκων και των αρμόδιων αρχών, είναι μια σοβαρότατη παραβίαση των δικονομικών δικαιωμάτων.

Το πιο σημαντικό όμως είναι, ότι στην υπόθεση Τζωρτζάτου και φαντάζομαι αντίστοιχα έχουν γίνει και με τους άλλους κατηγορουμένους, όχι μόνο ήταν ταχύτατη η διενέργεια της προδικασίας, αλλά ενώ ο επιμελής δικηγόρος ο κ. Παπαδάκης επανειλημμένα ζητάει με υπομνήματα να γίνουν συγκεκριμένες συμπληρωματικές ανακριτικές πράξεις και ειδικά η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για τα δακτυλικά αποτυπώματα, καμία απάντηση δεν παίρνει.

Βλέπουμε λοιπόν το πόσο πρόχειρα, το πόσο γρήγορα έγινε η προδικασία και βέβαια σε τι παραβίαση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, οδήγησε αυτή η κατάσταση. Έρχομαι στον όγδοο λόγο για τον οποίον δεν ήταν δίκαιη η προδικασία.

Αυτός ο λόγος έχει να κάνει με την προχειρότητα του παραπεμπτικού βουλεύματος. Δεν θα μιλήσω πολύ, τα έχει αναφέρει η κα Κούρτοβικ στην αγόρευσή της, θα επισημάνω μόνο τώρα ότι, δεν περιγράφει τις κατηγορίες για τον κ. Τζωρτζάτο, υπάρχει σαφής παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 3Α και βέβαια, η μεγάλη ντροπή – θα το πω έτσι – της ελληνικής δικαιοσύνης είναι ότι, για το διάστημα μετά το 1992 και για την υποτιθέμενη συμμετοχή του κ. Τζωρτζάτου στην 17Ν μετά το 1992, το παραπεμπτικό βούλευμα δεν λέει λέξη, δεν λέει τίποτα, δεν περιέχει, ούτε ένα πραγματικό περιστατικό, ούτε ένα νομικό χαρακτηρισμό.

Παραπέμπεται ο κ. Τζωρτζάτος και δικάζεται από το Δικαστήριό σας μεταξύ άλλων, για το ότι δήθεν συμμετείχε στην 17Ν μέχρι την ημέρα της σύλληψής του, που το παραπεμπτικό βούλευμα δεν λέει ούτε μια κουβέντα για τα πραγματικά περιστατικά που τεκμηριώνουν αυτή την άποψη, αυτή τη κατηγορία και για τα νομικά δεδομένα. Θα τα πω και στη συνέχεια και θα πω και στη συνέχεια τα λάθη που έχουν γίνει στην περιγραφή της πράξεως με αφορμή την ληστεία των ΕΛΤΑ Αιγάλεω. Και θα πω βέβαια ότι, ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας κ. Μαρκής στην αγόρευσή του, ο ίδιος επεσήμανε τα νομικά λάθη του παραπεμπτικού βουλεύματος για το θέμα της οπλοκατοχής.

Είναι τόσο πρόχειρο, που έχει τρανταχτά νομικά λάθη που το επισημαίνει ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας. Και βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή η προχειρότητα, ευλογείται από τον νομοθέτη, έχει ευλογηθεί από τον νομοθέτη, γιατί με το νόμο 2928/2001 καταργήθηκε ο αναιρετικός έλεγχος. Το βούλευμα αυτό ήταν αμετάκλητο. ¶ρα δεν χρειάζεται να έχει αιτιολογία, δεν ελέγχεται από τους έμπειρους δικαστές του Αρείου Πάγου, με άλλα λόγια οι 3 Εφέτες γράφουν ότι θέλουν και όπως το θέλουν, χωρίς να υπόκεινται στον έλεγχο για την τεκμηρίωση αυτών που λένε.

Και βέβαια ειδικά στην ελληνική έννομη τάξη, έχει πολύ μεγάλη σημασία να έχουμε ένα τεκμηριωμένο παραπεμπτικό βούλευμα. Γιατί το παραπεμπτικό βούλευμα είναι μια απόφαση. Υπάρχουν άνθρωποι που απηλλάγησαν από κατηγορίες, ο κ. Αυγουστίνος Ξηρός εν προκειμένω, βάση του παραπεμπτικού βουλεύματος.

¶ρα το να είναι αυτή η δικαστική απόφαση που έχει τη μορφή βουλεύματος πρόχειρα γραμμένη, χωρίς νομική τεκμηρίωση, έχει άμεση επίπτωση και στους άλλους κατηγορουμένους, οι οποίοι ενδεχομένως για κάποιες από τις πράξεις για τις οποίες κατηγορούντο, θα μπορούσαν να είχαν απαλλαγεί ήδη από το παραπεμπτικό βούλευμα, αν είχε γίνει μια πιο τεκμηριωμένη δουλειά.

Περνώ στον 9ο λόγο για τον οποίον δεν ήταν δίκαιη η προδικασία και έχει να κάνει με τις συνθήκες κράτησης. Και εδώ δεν θα επεκταθώ, τα είπε πολύ ωραία η κα Κούρτοβικ. Θα πω μόνο ότι και ο κ. Τζωρτζάτος όπως και οι άλλοι όλοι κατηγορούμενοι, στην αρχή, προσέξτε για προσωρινά κρατούμενους που έχουν και το τεκμήριο αθωότητας, ήταν για 22 ώρες την ημέρα εγκλωβισμένοι σε ένα υπόγειο κελί χωρίς να βλέπουν τον ήλιο. Βέβαια η πολιτεία είναι μεγαλόψυχη και κάποια στιγμή οι 22 ώρες έγιναν 21. Επί 21 ώρες λοιπόν, οι προσωρινά κρατούμενοι που τεκμαίρονται αθώοι, ήταν κλειδωμένοι μέσα σε ένα κελί χωρίς να τους βλέπει το φως του ηλίου.

Εδώ έχουμε μια παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, που και αυτή έχει τη σημασία της. Περνώ τώρα στον 10ο λόγο για τον οποίον δεν ήταν δίκαιη η προδικασία. Και έχει να κάνει με την επιβολή και την παράταση της προσωρινής κράτησης.

Εδώ κ. Πρόεδρε, κ. Δικαστές, είναι ένα από τα πιο μελανά σημεία της ελληνικής δικαιοσύνης. Εδώ, όπως θα σας τεκμηριώσω, αλλά το λέω από τώρα, η ελληνική δικαιοσύνη, όχι εσείς, άλλοι δικαστές, με μια λέξη απλώς αυθαιρετεί, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Αυθαιρετεί και παραβιάζει το νόμο. Γιατί το λέω αυτό.

Έχουμε ευτυχώς στην Ελλάδα ένα πολύ προχωρημένο και πολύ φιλελεύθερο νομοθετικό καθεστώς, σχετικά με τους όρους επιβολής της προσωρινής κράτησης. Μπορεί να μην αρέσει σε κάποιους από εσάς ή από εσάς, ή από τον νομικό κόσμο, μπορεί να έχει τις διαφωνίες του, αλλά το δίκαιο το ισχύον πρέπει να το εφαρμόζουμε.

Μας λέει λοιπόν το άρθρο 282, ότι η προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί, αντί για περιοριστικούς όρους, γιατί ο κανόνας είναι ότι πρώτα εξετάζουμε το εάν θα επιβάλουμε περιοριστικούς όρους και μόνο αν κρίνεται απολύτως αναγκαίο πάμε μετά στην προσωρινή κράτηση, μας λέει λοιπόν το άρθρο 282. Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου, δηλαδή εφόσον προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου, ας θεωρήσουμε ότι υπάρχουν οι σοβαρές ενδείξεις για τους κατηγορουμένους, δεν με αφορά, δεν με απασχολεί τώρα αυτό το θέμα.

Εφόσον λοιπόν συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις, επιβάλλεται προσωρινή κράτηση μόνο αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα, ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει την φυγή του, ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος, ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου, ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι εάν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του, ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα.

Μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης, δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης. Τα ξέρετε αυτά, σας τα διαβάζω όμως, γιατί φαίνεται ότι οι δικαστές που επέβαλαν προσωρινή κράτηση, ή αν θέλετε που παρέτειναν την προσωρινή κράτηση, τα είχαν λίγο ξεχάσει. Και θα κάνω λίγο πιο εύκολο το έργο μου, δεν θα μείνω στο θέμα της επιβολής της αρχικής, ή της προσωρινής κράτησης.

Ας θεωρήσουμε λοιπόν ότι εκεί δεν υπάρχει ζήτημα. Όμως το ότι κάποια στιγμή επιβάλλεται προσωρινή κράτηση, δεν σημαίνει ότι θα συνεχίζεται και επ’ αόριστον. Ο ίδιος ο νομοθέτης προβλέπει ότι, πριν λήξει το εξάμηνο, αυτεπαγγέλτως το Δικαστήριο, το Συμβούλιο, θα κρίνει αν πρέπει να παραταθεί η προσωρινή κράτηση.

Και βεβαίως, εδώ έρχεται και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που είναι πολύ σαφής και πολύ αυστηρή και λέει διάφορα πράγματα, αλλά έχει ένα πολύ βασικό δεδομένο. Λέει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε σωρεία αποφάσεων, είναι πάγια πια η νομολογία του ότι, ακόμα και αν υπήρχαν νόμιμοι λόγοι επιβολής της προσωρινής κράτησης, αυτό δεν σημαίνει τίποτα για την νομιμοποίηση της παράτασής της.

Αντιθέτως, πρέπει εκ του νόμου από μόνοι τους οι δικαστές, σε τακτά χρονικά διαστήματα να επανεξετάζουν το εάν συνεχίζουν να υφίσταται οι λόγοι, βάση των οποίων αρχικά επιβλήθηκε προσωρινή κράτηση. ¶ρα λοιπόν, ακόμα και αν στην αρχή υπήρχαν κάποιοι λόγοι, θα πρέπει ειδικά σε κάθε περίπτωση με την πάροδο του χρόνου, να δούμε αν συνεχίζουν να υφίστανται αυτοί οι λόγοι.

Και εδώ ο νομοθέτης θα έλεγα ότι συμπλέει με τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και θεσπίζει ο ίδιος, τον αυτεπάγγελτο έλεγχο της προσωρινής κράτησης στο 6μηνο επάνω. Και βέβαια υπήρχε και στην παρούσα υπόθεση ένα βούλευμα. Είναι ένα μνημείο κ. Δικαστές αυτό το βούλευμα, θα μείνει στην ιστορία της ελληνικής πολιτείας, ως παράδειγμα προς αποφυγή φυσικά. Είναι το υπ’ αριθμόν 205/2003 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, ας μην αναφέρω τους δικαστές δεν χρειάζεται να τους εκθέσω και ονομαστικά. Έχει εκδοθεί στις 30 Ιανουαρίου του 2003, όπου βέβαια δεν υπάρχει αυτοτελής εξέταση, κάθε μίας περίπτωσης, όλοι οι κατηγορούμενοι, για την ακρίβεια 17 κατηγορούμενοι, όχι 19, 17 κατηγορούμενοι, εξετάζεται για όλους μαζί, ο ισοτσουβάλης θα έλεγα εγώ, εξετάζεται η δυνατότητα και το νόμιμο της παράτασης της προσωρινής τους κράτησης. Μεταξύ αυτών φυσικά και ο κ. Τζωρτζάτος.

Τι μας λένε οι κ. Εφέτες, για τους λόγους που αναφέρονται στις εισαγγελικές προτάσεις, τους οποίους ως ορθούς και νόμιμους και το Συμβούλιο τούτο αναφέρεται εξ ολοκλήρου προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων πρέπει να πορευτούν οι αιτήσεις των κρατουμένων και φυσικά να διαταχθεί η εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης. Εδώ υπάρχει μια νομολογία που θεωρεί ότι είναι αποδεκτός αυτός ο τρόπος προσέγγισης.

Υπάρχει ένας εισαγγελέας, κάνει την πρότασή του, αν την βρούνε τεκμηριωμένοι οι δικαστές, για να μην κουραζόμαστε, αναφέρονται σ’ αυτήν. Για να δούμε λοιπόν τώρα τι έχει προτείνει ο κ. Εισαγγελέας, στον οποίον αναφέρονται εξ ολοκλήρου οι τρεις κύριοι Εφέτες. Υπάρχει μια αιτιολόγηση, είναι υποχρεωτική εκ του νόμου άλλωστε. Σας την διαβάζω ολόκληρη.

«Επειδή άπαντες οι ανωτέρω, τυγχάνουν μέλη της Επαναστατικής Οργάνωσης 17Ν και έχουν διαπράξει σωρεία εγκλημάτων, τα οποία αναφέρονται αναλυτικά και για ένα έκαστο στο παραπεμπτικό βούλευμα, προσθέτει δε, προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής εις βάρος των, όπως προκύπτει από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία, αλλά και από την απολογία των περισσοτέρων απ’ αυτούς.› Σχόλιο του ομιλούντος: παραπάνω δεν αναφέρεται ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο. Συνεχίζω την ανάγνωση της τεκμηρίωσης της εισαγγελικής πρότασης. « Επειδή όλοι είναι άτομα ιδιαίτερα επικίνδυνα και αν αφεθούν ελεύθερα, υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι θα διαπράξουν και νέα κακουργήματα, προσθέτει δε, είναι ύποπτοι φυγής και αν αφεθούν ελεύθεροι, θα υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι θα προσπαθήσουν να εξαφανιστούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο, για να αποφύγουν τις βαρύτατες συνέπειες των πράξεών των.›

Αυτό και μόνο αυτό. Αυτή είναι η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, που απαιτεί το Σύνταγμα και το άρθρο 139 του Κ.Ποιν.Δ. Και βέβαια, όπως γνωρίζετε και εσείς, στο άρθρο 139 του Κ.Ποιν.Δ. ο νομοθέτης μας λέει, μόνη η επανάληψη της διατύπωσης του νόμου, δεν αρκεί για την αιτιολογία. Τι μας λέει λοιπόν αυτή η μνημειώδης πρόταση του κ. Εισαγγελέα; Μας λέει δυο πράγματα. Αντιγράφει την διατύπωση του νόμου, είναι ύποπτοι φυγής, το ένα και το άλλο. Εδώ μπαίνω στον πειρασμό να σημειώσω, ότι ο κ. Τζωρτζάτος έχει συγκεκριμένη κατοικία, συγκεκριμένη εργασία, μένει με την γυναίκα του και το παιδί τους, είναι ηλεκτρολόγος, ποτέ δεν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος, ποτέ δεν έχει βέβαια προσπαθήσει να αποδράσει και βεβαίως ειδικά γι’ αυτόν, δεν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις.

Βέβαια δεν μπαίνει στον κόπο να μας πει, πώς πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου. Μας λέει κάτι άλλο βέβαια ο κ. Εισαγγελέας. Όλοι οι ανωτέρω τυγχάνουν μέλη της 17Ν και έχουν διαπράξει σωρεία εγκλημάτων. Μήπως εδώ έχουμε μια τρανταχτή παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, μήπως;

Έχουμε έναν εισαγγελικό λειτουργό, ο οποίος σε μια εκκρεμή υπόθεση είναι σαφέστατος. Όλοι αυτοί τυγχάνουν μέλη της οργάνωσης. Και έχουν διαπράξει και σωρεία εγκλημάτων, όχι απλά μέλη, έχουν διαπράξει σωρεία εγκλημάτων. Αυτός είναι ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας.

Και βέβαια και ένα άλλο επιχείρημα για να μην τον αδικήσω, αυτές οι κατηγορίες αναφέρονται αναλυτικά στο παραπεμπτικό βούλευμα, το οποίο έχει εκδοθεί βέβαια και δεν μας λέει τα στοιχεία τα οποία ανακύπτουν για καθένα απ’ αυτούς. Αλλά ανεξάρτητα απ’ αυτό, όταν εξετάζουμε το ενδεχόμενο συνέχισης και εξακολούθησης της προσωρινής κράτησης, δεν θα αναχθούμε σε ένα παραπεμπτικό βούλευμα που λέει ότι λέει, οφείλουμε τεκμηριωμένα να πούμε, γιατί πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, για την εξακολούθηση της προσωρινής κράτησης. Αντ’ αυτού μας λέει ο κ. Εισαγγελέας, αυτοί είναι τα μέλη έχουν διαπράξει εγκλήματα.

Κάποτε ίσχυε στην Ελλάδα το τεκμήριο αθωότητος κ. Πρόεδρε, αλλά βέβαια, από τότε έχει περάσει πολύς καιρός και υπάρχουν Εισαγγελείς που το αγνοούν κατάφωρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επειδή η ώρα είναι 12:30 θα διακόψουμε. Πάντως υπενθυμίζω ότι εμείς δεν είμαστε εδώ πέρα Δικαστήριο που να ελέγχει αυτά τα βουλεύματα. Μήπως πρέπει να πούμε κάτι και για την κατηγορία που μας αφορά.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Θα πούμε πολλά για την κατηγορία κ. Πρόεδρε, λίγο υπομονή να έχετε.

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ