Την δυσαρέσκεια των δικαστών και των εισαγγελέων προκάλεσαν οι επικριτικές δηλώσεις του υπουργού Δημόσιας Τάξης με αιχμή την απόφαση να αφεθούν ελεύθεροι ένας 29χρονος και μία 25χρονη που κατηγορούνται για συμμετοχή στη «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς».
Την δυσαρέσκεια των δικαστών και των εισαγγελέων προκάλεσαν οι επικριτικές δηλώσεις του υπουργού Δημόσιας Τάξης με αιχμή την απόφαση να αφεθούν ελεύθεροι ένας 29χρονος και μία 25χρονη που κατηγορούνται για συμμετοχή στη «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς».
«Μια μειοψηφία λειτουργών της Θέμιδος επιλέγει να εθελοτυφλεί, απέναντι στην πρόκληση, που συνιστά για το πολίτευμα και τη ζωή των πολιτών η ένοπλη τρομοκρατική δράση», είχε δηλώσει συγκεκριμένα ο κ. Δένδιας σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα, πυροδοτώντας την αντίδραση τόσο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων όσο και της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.
«Οι πολιτικοί γενικότερα και ειδικότερα εάν αυτοί αποτελούν και μέλη της κυβέρνησης οφείλουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και συγκρατημένοι όταν αναφέρονται στους χειρισμούς ή στις αποφάσεις των δικαστικών λειτουργών», δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλική Θάνου.
«Δηλώσεις που αποδοκιμάζουν ή επικροτούν τις δικαστικές αποφάσεις, ανάλογα με το εάν αυτές είναι ή όχι κατά περίπτωση αρεστές, επιβάλλεται να αποφεύγονται. Πολύ περισσότερο δε, να αποφεύγονται δηλώσεις με απαξιωτικό για τους δικαστικούς λειτουργούς περιεχόμενο, όπως η πρόσφατη δήλωση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, σε βάρος του Δικαστού (Προέδρου Εφετών), ο οποίος, ως ειδικός Ανακριτής, χειρίζεται τις υποθέσεις της τρομοκρατίας και ο οποίος, σημειωτέον, με τους μέχρι σήμερα χειρισμούς του, έχει αποδείξει, κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, ότι διαθέτει το ηθικό ανάστημα και την τόλμη, που απαιτούνται και ότι ασκεί με ακεραιότητα και αυξημένη ευσυνειδησία τα ιδιαίτερα επαχθή και επικίνδυνα καθήκοντα, που έχει αναλάβει», ανέφερε η πρόεδρος της ΕΔΕ.
Υπογράμμισε τέλος ότι δηλώσεις σαν κι αυτές του κ. Δένδια «προκαλούν κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και αποτελούν πλήγματα στο κράτος δικαίου και στην ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος».
Για «απαράδεκτη παρέμβαση» έκανε λόγο με τη σειρά της και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος. «Δηλώσεις αυτού του περιεχομένου, προερχόμενες από μέλος της κυβέρνησης που έχει, μάλιστα, διατελέσει υπουργός Δικαιοσύνης, δεν συνάδουν με τον αυτονόητο –προεχόντως για εκπρόσωπο μιας από τις λειτουργίες της Πολιτείας– απόλυτο σεβασμό της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, συνιστούν απαράδεκτη παρέμβαση στη λειτουργία αυτής και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους λειτουργούς της (δικαστές και εισαγγελείς) καθώς και την πεποίθησή τους ότι οι δικαστικές αποφάσεις δεν εκδίδονται καθ' υπαγόρευση ή κατ' αρέσκειαν της εκτελεστικής ή όποιας άλλης πολιτειακής εξουσίας», επισήμαναν οι εισαγγελείς.
Η Ένωση Εισαγγελέων κάλεσε τέλος «τα πλέον αρμόδια και σώφρονα όργανα της Πολιτείας, σε σχέση με εκείνα από τα οποία προήλθαν οι δηλώσεις, να ανακαλέσουν άμεσα αυτές».
«Και οι κρίνοντες κρίνονται», αντέτειναν κύκλοι του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις των δικαστών και των εισαγγελέων. «Το σίγουρο είναι ότι εξαιτίας παραλείψεων μιας μειοψηφίας δικαστικών λειτουργών, σήμερα διαφεύγουν των συνεπειών του νόμου όχι μόνο τρομοκράτες, αλλά και κατηγορούμενοι για πάσης φύσεως εγκληματικές πράξεις», πρόσθεσαν οι ίδιοι κύκλοι.
Υπενθύμισαν παράλληλα ότι ο υπουργός Δημόσιας Τάξης διευκρίνισε στη συνέντευξή του ότι δεν στρέφεται κατά της συντριπτικής πλειονότητας των δικαστικών λειτουργών, αλλά «σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει τα εύλογα ερωτήματα των Μέσων Ενημέρωσης, της κοινής γνώμης και κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου στη χώρα, μεταξύ των οποίων και πολλών δικαστών». «Η απονομή της Δικαιοσύνης απαιτεί όντως αίσθηση του καθήκοντος. Αλλά αυτό αποδεικνύεται στην πράξη και όχι διά των ανακοινώσεων των δικαστικών ενώσεων», κατέληξαν.