Πολιτική
Τετάρτη, 08 Οκτωβρίου 2003 20:00

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (08/10/2003) Μέρος 01/07

ΤΕΤΑΡΤΗ 8 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:05 – 10:55

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε οι κρατούμενοι Γεωργιάδης Διονύσιος και Ξηρός Βασίλειος δεν θα εισέλθουν στην αίθουσα του Δικαστηρίου σήμερα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελέα, για την εκπροσώπηση τί λέτε

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Βεβαίως.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Από ποιον εκπροσώπηση κ. Πρόεδρε; Είναι μεν συνάδελφοι δύο αλλά δεν έχουν σχέση με την υπόθεση. Δηλαδή και θα αγορεύω και θα εκπροσωπώ;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δε νομίζω ότι υπάρχει πρόβλημα. Το έχουμε κανονίσει και άλλη φορά που είχαν αγορεύσει και άλλοι συνήγοροι. Θα έρθει ο κ. Παπαδάκης.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου).

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αν θυμάστε χθες, στους δύο από τους τρεις Τακτικούς δικαστές έπλεξα και το εγκώμιο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι αλλά μετά πλέξατε και στέφανον εξ ακανθών αφού είπατε ότι παραβιάσαμε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν πειράζει όμως, δικαίωμά σας είναι, συνήγορος είστε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Σημασία έχει ότι τα πρόσωπα των δικαστών τα τιμώ εξαιρετικά. Τώρα αν οι αποφάσεις τους δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές γιατί παραβιάζουν κάποια δικαιώματα, τί να κάνω, πρέπει να το επισημάνω?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο τέλος μπορεί να την αποδεχθείτε, να βγουν όλοι αθώοι, δε θα πείτε τί ωραία απόφαση είναι, έστω και αν είπαμε δυο κουβέντες παραπάνω;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Όπως ξέρετε, πρέπει να αιτιολογήσετε και την αθωωτική κρίση σε κάποιο βαθμό, φαντάζομαι θα το κάνετε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για εσάς θα δυσκολευτείτε να πειστείτε άμα πούμε αθώοι, το ξέρω?

Παρακαλώ λοιπόν, έχετε τον λόγο κ. Μυλωνά.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Να ξεκινήσω με ένα παραλειπόμενο της χθεσινής ημέρας. Δεν είχα πρόχειρα τα πρακτικά που αφορούν την απολογία του κ. Γιωτόπουλου στις 4/9 και είχε εγερθεί ένα ζήτημα αν όντως τον είχε διακόψει, τον είχε προσβάλλει ο κ. Εισαγγελέας, κάτι είχατε πει εσείς ότι απλώς είχε ζητήσει να μη διαβάζει την απολογία του. Βέβαια τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, έχουμε τέσσερις ή πέντε διακοπές, μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι στα πρακτικά καταφέρνει να αρθρώσει μία φράση ο κ. Γιωτόπουλος και αμέσως μετά τον διακόπτει ο κ. Τακτικός Εισαγγελέας.

Θα περιοριστώ στην πρώτη διακοπή που είναι και η πιο ενδιαφέρουσα. Διαβάζω κατά λέξη από τα πρακτικά –μάλιστα έχει προλάβει να πει ο κ. Γιωτόπουλος οκτώ λέξεις. Λέει ο κ. Γιωτόπουλος: «Πριν απ’ όλα πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα?›, ένατη λέξη δεν προλαβαίνει να πει, ο κ. Εισαγγελέας «κύριε Πρόεδρε με συγχωρείτε, η διαδικασία στο ακροατήριο όλη γίνεται προφορικά, ειδικότερα δε η απολογία του κατηγορουμένου η οποία είναι μέσο υπεράσπισης και μέσο απόδειξης. Επίσης άλλη αρχή εξίσου σημαντική είναι η αμεσότητα των αποδεικτικών μέσων› -λέει κάποιες απόψεις για την προφορικότητα και την αμεσότητα, θα δείτε σε κάποιο άλλο σημείο της αγόρευσής μου ότι κι αυτές νομικά είναι εσφαλμένες και προχωρά ο κ. Εισαγγελέας: «Είναι πρόδηλο ότι ο κατηγορούμενος με το γραπτό προσπαθεί να περάσει τα ψέματα και την απάτη του, φοβάται την αλήθεια, την τρέμει. Γι αυτό ακριβώς κύριοι Δικαστές εμφανίζεται με το γραπτό και ποιος; Ο λαλίστατος ο κ. Γιωτόπουλος, ο οποίος μια ζωή έχει μάθει να αγορεύει και να λέει αυτά που λέει στους διάφορους και σε διάφορες εποχές και χώρους. Κύριε Πρόεδρε, θεωρώ προσβολή για το Δικαστήριο το να δεχτεί να διαβάσει ο κ. Γιωτόπουλος αυτά που έχει γράψει›.

Βλέπετε λοιπόν κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές, ότι δεν περιορίζεται στο να διακόψει τον απολογούμενο για να εκφραστεί επί ενός νομικού θέματος ο κ. Εισαγγελέας, τον προσβάλει για μία ακόμα φορά. Όταν λέει βεβαίως ότι προσπαθεί να περάσει τα ψέματα και την απάτη του, φοβάται την αλήθεια και την τρέμει, αυτά δεν είναι κολακευτικά λόγια, δεν είναι αντικειμενικές κρίσεις, είναι απλώς και μόνο προσβολές.

Αυτά ως παραλειπόμενο από την χθεσινή μου τοποθέτηση. Να θυμηθούμε λιγάκι πού είχαμε μείνει χθες. Είχαμε μείνει στην αναφορά που έκανα, την λυπηρή για μένα αναφορά, -αλλά τί να κάνουμε, η αλήθεια μερικές φορές έχει και μια διάσταση που στενοχωρεί ακόμα και τον ομιλούντα-, είχα μείνει λοιπόν στο ότι η στάση της Εισαγγελικής Αρχής σ’ αυτή την Δίκη για πολλούς λόγους, οκτώ είχα αναφέρει, ήταν απογοητευτική και επιπλέον παραβίαζε βασικούς κανόνες Δικαίου.

Εδώ θα ήθελα να αναφέρω παρενθετικά και έναν ένατο λόγο ο οποίος βέβαια δεν είναι απογοητευτικός, απλώς συνιστά κατά την άποψή μου μία παρερμηνεία του Δικαίου, αν θέλετε μία εσφαλμένη εφαρμογή του Δικαίου. Έχει να κάνει με την συστηματική προσπάθεια εκ μέρους της Εισαγγελικής Αρχής να μαρτυροποιηθούν οι συγκατηγορούμενοι.

Επανειλημμένα ζήτησαν οι κ.κ. Εισαγγελείς το δικαίωμα να απευθύνουν ερωτήσεις στους κατηγορουμένους, μάλιστα με μία διασταλτική θα έλεγε ερμηνεία του άρθρου 357 του Κ.Ποιν.Δ., κάποιες άλλες φορές χωρίς να λάβουν τον λόγο απηύθυναν ερωτήσεις διαδοχικά σε συγκατηγορουμένους, αναφέρθηκα χθες στην περίπτωση που ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας κατά την απολογία του Θωμά Σερίφη διέκοψε και απηύθυνε ερωτήσεις σε τρεις άλλους συγκατηγορουμένους, υπήρχε λοιπόν μία συνειδητή θα έλεγα προσπάθεια σε όλη τη διάρκεια της Δίκης εκ μέρους της Εισαγγελίας να μαρτυροποιηθούν οι συγκατηγορούμενοι.

Αυτή η προσπάθεια όμως δεν βρίσκει έρεισμα στο ισχύον Δίκαιο γιατί –θα το αναφέρω και στη συνέχεια, σε κάποιο άλλο στάδιο τη αγόρευσής μου- οι συγκατηγορούμενοι είναι διάδικοι, δεν είναι μάρτυρες ούτε γίνονται μάρτυρες και μάλιστα εσφαλμένα, να το πω κι από τώρα, το Δικαστήριό σας σε μία απόφασή του αναφέρθηκε στο άρθρο 6 παρ. 3δ της ΕΣΔΑ και συμπέρανε από αυτό ότι έχουμε μαρτυροποίηση των συγκατηγορουμένων. Όχι, άλλα πράγματα μας λέει το άρθρο 6 παρ. 3δ της ΕΣΔΑ, θα τα δούμε κι αυτά στην ώρα τους.

Αυτή ήταν λοιπόν η παρένθεση. Είχα αναφέρει αν θυμάμαι καλά τους έξι λόγους για τους οποίους ήταν απογοητευτική η στάση της Εισαγγελικής Αρχής και παραβίασε τους κανόνες του Δικαίου, άρα μου μένουν άλλοι δύο λόγοι. Για να δούμε ποιοι είναι αυτοί οι δύο, και οι δύο νομίζω είναι σημαντικοί.

Ο έβδομος λόγος –ας προσπαθήσω να βρω μια κομψή διατύπωση-: υπήρχαν περιπτώσεις, όχι πάρα πολλές είναι η αλήθεια, αλλά υπήρχαν και έχουν μια ιδιαίτερη βαρύτητα, που η Εισαγγελική Αρχή με τον τρόπο που αντιμετώπισε κάποια ζητήματα και μπορούμε να πούμε ότι έθεσε παραπειστικές ερωτήσεις σαν το πρώτο παράδειγμα που θα αναφέρω και δυστυχώς, πρέπει να το πω, σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις η εντύπωση που σχημάτισα, δεν ξέρω ποιες ήταν οι προθέσεις της, θέλω να νομίζω ότι οι προθέσεις της Εισαγγελικής Αρχής ήταν αναντίστοιχες με την εντύπωση που σχηματίστηκε, η εντύπωση όμως που σχηματίστηκε ήταν ότι θέλησε να παραπλανήσει το Δικαστήριό σας.

Να γίνω πιο συγκεκριμένος και να έρθω πρώτα στο θέμα των παραπειστικών ερωτήσεων. Αφορά τον εντολέα μου τον κ. Τζωρτζάτο και τα περίφημα τετράδια, τα επονομαζόμενα τετράδια της 17Ν. Εκεί ο κ. Τακτικός Εισαγγελέας, ο κ. Λάμπρου, απηύθυνε μια ερώτηση στον κ. Τζωρτζάτο: «Στα τετράδια το 1993 ο κ. Τζωρτζάτος φέρεται να έχει εισπράξει κάποια χρήματα›.

Αυτή η διατύπωση της ερώτησης όμως ήταν παραπειστική γιατί όπως ξέρετε πολύ καλά, στα τετράδια πρώτον δεν υπάρχει συγκεκριμένη καταγραφή «Μάρτιος 1993›, μπορούν να βγουν κάποια συμπεράσματα ως προς το έτος, αλλά το πιο σημαντικό, δε λέει πουθενά ότι ο Βασίλης Τζωρτζάτος πήρε χρήματα. Υπάρχουν κάποιες καταγραφές, υπάρχει μία σημείωση «Σταμ› ούτε καν «Σταμάτης› και κατά μία εκδοχή την οποία βεβαίως αρνείται ο κ. Τζωρτζάτος αυτή η αναφορά «Σταμ› αναφέρεται στον Βασίλη Τζωρτζάτο.

Όπως καταλαβαίνετε –και θα θυμίσω τί ακριβώς είχα πει την 1/8 όταν ετέθη το θέμα: Μυλωνάς: «Να μη διαστρεβλώνουμε τα δεδομένα, υπάρχει ένα τετράδιο, δεν υπάρχει καμία ημερομηνία του ’93, δεν υπάρχει καμία αναφορά σε Τζωρτζάτο, υπάρχουν κάποιες αναφορές σε «Σταμ›. Ας μας πει ο κ. Εισαγγελέας, υπάρχει ένα τετράδιο που χωρίς ημερομηνία υπάρχουν κάποιες αναφορές σε «Σταμ›. Να μη μας λέει ο κ. Εισαγγελέας ότι για τον κ. Τζωρτζάτο υπάρχουν αναφορές στο 1993, γιατί είναι η μέρα με τη νύχτα›.

Αυτά είχα πει τότε και αυτά επαναλαμβάνω και τώρα. Όπως καταλαβαίνετε έχει πολύ μεγάλη σημασία, αυτό το ξέρει πολύ καλά ο κ. Ζαϊρης και τον τιμώ γι αυτό, έχει πολύ μεγάλη σημασία το πώς ακριβώς θα διατυπώσουμε τις ερωτήσεις μας και έχει πολύ μεγάλη σημασία να ακριβολογούμε και να μην παραποιούμε τα δεδομένα. Αυτό αν θέλετε ήταν ίσως το λιγότερο σημαντικό από τα τρία στοιχεία που θα σας αναφέρω σχετικά με την παραπλάνηση όπως σας είπα του Δικαστηρίου.

Έρχομαι στο δεύτερο ζήτημα, αφορά και πάλι τον κ. Τζωρτζάτο και αφορά αυτή την περίφημη σύλληψη του 1993 που βέβαια δεν ήταν σύλληψη, ήταν κλήση στην Ασφάλεια για να δώσει κάποιες εξηγήσεις και μία άτυπη κατάθεση που έδωσε μετά από την οποία δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη. Θα αναφερθώ και σε αυτό το σημείο όταν έρθει η ώρα του διεξοδικά.

Εκεί όμως είχαμε ένα πολύ μεγάλο ατόπημα εκ μέρους της Εισαγγελικής Αρχής, να το πω έτσι κομψά, γιατί είναι κάτι πολύ παραπάνω. Εκεί λοιπόν, με δεδομένο ότι στο Δικαστήριό σας είχε διαβαστεί μόνο το διαβιβαστικό της Αστυνομίας, κάποια στιγμή ρωτά νομίζω ο Τακτικός κ. Εισαγγελέας τον κ. Τζωρτζάτο: «Και τί λέτε γι αυτή την προκήρυξη που βρέθηκε το ’93;›. Στη συνέχεια διευκρινίζεται, νομίζω και μετά από την συμπλήρωση από κάποιον συνήγορο Πολιτικής Αγωγής, ότι πρόκειται για προκήρυξη της ΛΕΑ.

Παρένθεση και ερωτηματικό: Από κι ως πού η Πολιτική Αγωγή ξέρει τη δικογραφία που έχει ο κ. Εισαγγελέας και δεν την ξέρουμε εμείς; Κλείνω την παρένθεση. Ρωτά λοιπόν ο κ. Εισαγγελέας: «Κύριε Τζωρτζάτο τί μας λέτε γι αυτή την προκήρυξη της ΛΕΑ που βρέθηκε τότε στα χέρια σας;› Και διαμαρτύρεται ο ομιλών και λέει: «Κύριε Εισαγγελέα τί είναι αυτά που λέτε; Από πού προκύπτει ότι έχει βρεθεί προκήρυξη τότε στα χέρια του κ. Τζωρτζάτου ή και στο σπίτι του κ. Τζωρτζάτου, δεν έχει σημασία, στην κατοχή του κ. Τζωρτζάτου;›

Εκεί ενισχύει τον συνάδελφό του ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας και με το γνωστό ύφος το ψιλο-ειρωνεικό, ψιλο-επιτιμητικό, μου λέει:

Β. ΜΑΡΚΗΣ: (εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ, κάνω σύσταση να μην αναφέρεστε επιτιμητικά στα πρόσωπα των παραγόντων της Δίκης. Τον έναν θέλατε να τον πείτε χθες εκπρόσωπο των Αμερικανών, σας είπα έχει όνομα?..

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, διαστρεβλώνετε αυτά που έχω πει. Το έχω διευκρινίσει από προχθές, αναφέρομαι στον κ. Αναγνωστόπουλο που είναι ο συνήγορος των θυμάτων με αγγλική και αμερικανική υπηκοότητα και για να μην λέω όλο αυτό το μακρινάρι, λέω ότι είναι εκπρόσωπος των Αμερικανών.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορούσατε, σας συνέστησα να πείτε ο κ. Αναγνωστόπουλος, που είναι πιο κοντό. Δε μου χρειάζονται εμένα τέτοια συμβολικά, ούτε να λέτε «ψιλο-ειρωνικά› και τέτοια και να προκαλείτε διαμαρτυρίες. Γιατί διαμαρτύρονται οι Εισαγγελείς; Σας παρακαλώ πάρα πολύ.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε για άλλη μια φορά χρησιμοποιείτε την ξεχωριστή ικανότητα που έχετε να μεταφέρετε αλλού το θέμα της συζήτησης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούστε, έχουν αξιοπρέπεια και αυτοί που κάθονται επάνω εδώ, όχι μόνο οι κατηγορούμενοι. Σας το υπενθυμίζω γιατί καμιά φορά το ξεχνάτε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Για άλλη μια φορά λοιπόν εκτρέπετε το θέμα σε άλλους δρόμους. Είναι πολύ συγκεκριμένη η αναφορά μου και επανειλημμένα μας έχει ως Υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου ειρωνευτεί ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας, αυτό είναι ένα δεδομένο που προκύπτει από τα πρακτικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκείνη την ώρα έπρεπε να προσφύγετε στο Δικαστήριο και αν ο Πρόεδρος δεν σας ικανοποιούσε, στα Δικαστήρια.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αν θυμάστε εκείνη την ώρα είχα διαμαρτυρηθεί έντονα και είχατε διακόψει τη συνεδρίαση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και συνεδριάσεις έχουμε διακόψει και όλα. Ωφελεί τίποτα τον πελάτη σας στο κάτω-κάτω αυτό; Τί θα κάνουμε εδώ μέσα;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Μου κάνετε δηλαδή και υπόδειξη για το πώς θα πρέπει να κάνω ορθή Υπεράσπιση;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ό,τι θέλετε κάνετε, δε μ’ ενδιαφέρει. Αλλά ξέρετε, στα έδρανα έχω καθίσει κι εγώ αυτά. Εσείς εδώ πάνω δεν έχετε καθίσει. Σας παρακαλώ λοιπόν.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Όχι, δικαστής δεν υπήρξα ποτέ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ υπήρξα όμως δικηγόρος. Λοιπόν, ακούτε με κι εμένα.

Χ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: (εκτός μικροφώνου). Είναι τόσο απαραίτητο για την Υπεράσπιση αυτό;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ναι κ. Πρόεδρε, είναι απαραίτητο όταν παραποιεί την πραγματικότητα η Εισαγγελική Αρχή είναι απαραίτητο αυτό να θιχθεί, γιατί βλέπουμε την ποιότητα της διαδικασίας και η στάση της Εισαγγελικής Αρχής προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία. Όπως έχω πει και προηγουμένως, θα το πω και στη συνέχεια, ήταν εντελώς διαφορετική η στάση του Δικαστηρίου, προς τιμήν σας το λέω αυτό και εντελώς διαφορετική η στάση της Εισαγγελικής Αρχής.

Μία κορυφαία στιγμή όμως των μη νόμιμων, να το πω έτσι, ενεργειών της Εισαγγελίας, ήταν αυτή που ξεκίνησα να λέω. Όταν λοιπόν ο Τακτικός Εισαγγελέας ο κ. Λάμπρου λέει «κύριε Τζωρτζάτο, τί έχετε να πείτε γι αυτή την προκήρυξη που βρέθηκε τότε;› και εγώ παρεμβαίνω και λέω «κύριε Εισαγγελέα, από πού προκύπτει ότι υπάρχει προκήρυξη;› και παρεμβαίνει ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας και με ένα οποιοδήποτε ύφος, το γνωστό του ύφος, μου λέει: «κύριε Μυλωνά, δεν ήσαστε εδώ όταν διαβάστηκε το διαβιβαστικό, στο διαβιβαστικό γράφονται αυτά›.

Και βεβαίως επειδή για καλή μου τύχη και κακή τύχη της Εισαγγελικής Αρχής είχα φροντίσει να έχω στα χέρια μου το διαβιβαστικό και να το έχω μπροστά μου, εκεί διαμαρτυρήθηκα έντονα γιατί στο διαβιβαστικό αυτό δεν υπάρχει η λέξη «προκήρυξη›. Αυτό συνιστά τήρηση της διαδικασίας; Αυτό συνιστά ορθό χειρισμό μιας υπόθεσης από την Εισαγγελική Αρχή; Ή μήπως συνιστά παραποίηση της πραγματικότητας; Ή μήπως αναφέρονται σε δεδομένα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;

Σας ενόχλησε όταν είπα «ξέρετε κύριοι, ψεύδεται η Εισαγγελία›, έχει κάποια διαφορά αν πω «ξέρετε κύριοι, αυτά που λέει η Εισαγγελία δεν ανταποκρίνονται καθόλου στην πραγματικότητα›; Θλίβομαι βαθύτατα γιατί η Εισαγγελική Αρχή χρησιμοποίησε τέτοια τερτίπια αν θέλετε, γιατί προφανώς φανταζόταν ότι δεν θα έχω μπροστά μου το διαβιβαστικό και προφανώς φανταζόταν ότι από τη στιγμή που ο Εισαγγελέας λέει «μα κ. Μυλωνά το λέει το διαβιβαστικό›, εγώ δεν θα αντιδρούσα. Ελάτε όμως που το είχα μπροστά μου το διαβιβαστικό! Ελάτε όμως που το διαβιβαστικό ούτε ανέφερε καν την προκήρυξη!

Είναι αυτή η πρέπουσα στάση εκ μέρους της Εισαγγελικής Αρχής, όταν όχι μόνο ο Τακτικός Εισαγγελέας λέει «κύριε Τζωρτζάτο πείτε μας για την προκήρυξη›, όταν όχι μόνο παρεμβαίνει ο συνήγορος και επισημαίνει στην αρχή με κομψό τρόπο «πείτε μας πού το λέει αυτό κ. Εισαγγελέα;› -δεν είπα από την αρχή «γιατί παραποιείτε την πραγματικότητα;›, έδωσα τη δυνατότητα να κρατηθεί πίσω η Εισαγγελία. Και τότε όχι μόνο δεν κρατήθηκε πίσω, αλλά έκανε επίθεση ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας και λέει «κύριε Μυλωνά, δεν ήσαστε εδώ, διαβάστε το διαβιβαστικό, εκεί μέσα βρίσκεται›.

Πώς θα αξιολογήσω αυτή τη στάση; Και δεν έχει σημασία αυτή η στάση για να δούμε το πώς αντιμετώπισε τους κατηγορουμένους η Εισαγγελική Αρχή όλο αυτό το διάστημα και ειδικά τον εντολέα μου, τον κ. Τζωρτζάτο όταν μιλά για προκήρυξη που βρέθηκε σύμφωνα με το διαβιβαστικό που έχει διαβαστεί και όταν το διαβιβαστικό δε λέει ούτε μία φορά τη λέξη «προκήρυξη›; Πώς θα χαρακτηρίσω αυτή τη στάση κ. Πρόεδρε; Πείτε μου, να δω ποιος είναι ο σωστός τρόπος, εσείς που έχετε μεγαλύτερη πείρα και που ήσαστε και δικηγόρος. Εσείς τί θα κάνατε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είπα τί θα έκανα. Ό,τι κάνατε εσείς τότε. Είπατε να μη διαβαστούν αυτά τα χαρτιά κι εμείς δεν τα διαβάσαμε. Τί άλλο θα έκανα;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Και πάλι ξεφεύγετε. Αυτό είχε γίνει όταν ήδη είχε πάρει απόφαση το Δικαστήριο να μη διαβαστούν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχετε καταλάβει ότι δεν είναι κατηγορούμενοι οι Εισαγγελείς. Φαίνεται ότι δεν το κατανοήσατε αυτό.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Έχω καταλάβει όμως πολύ καλά ότι μία βασική συνιστώσα της δίκαιης δίκης στο ακροατήριο αφορά την δράση και την τοποθέτηση της Εισαγγελικής Αρχής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είπα, οι Εισαγγελείς μπορεί να προτείνουν και μπορεί να κάνουν και κάτι λάθος, όπως μπορείτε κι εσείς να προτείνετε ό,τι σας αρέσει.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Δεν είναι λάθη κ. Πρόεδρε να διαστρεβλώνεις την πραγματικότητα και να μιλάς για προκήρυξη στο διαβιβαστικό όταν το έχεις μπροστά σου. Δεν είναι λάθος αυτό, είναι κάτι πολύ χειρότερο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν το είχα μπροστά μου, εσείς που το δώσατε, το είδαμε και ήταν έτσι και τελείωσε. Τί θέλετε τώρα;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Δεν έδωσα εγώ το διαβιβαστικό, το διαβιβαστικό το έχει στα χέρια της η Εισαγγελία, το προσκομίζει, αναγιγνώσκεται και μας λέει ότι μέσα στο διαβιβαστικό μιλάμε και για προκήρυξη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ωραία, και τελικά δε μιλούσαμε για προκήρυξη και τελείωσε το θέμα. Τώρα τί είναι αυτό;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Θέλετε να δεχτώ ότι δεν το είχε διαβάσει το διαβιβαστικό ή ότι όταν είχε αναγνωσθεί το διαβιβαστικό η Εισαγγελική Αρχή δεν άκουγε την ανάγνωση;

Χ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μιλήστε για την υπόθεση παρακαλώ.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Για την υπόθεση μιλώ κ. Πρόεδρε, σας είπα, μιλώ μόνο νομικά και σημειώνω το πώς επηρέασαν κάποια πράγματα την εξέλιξη της διαδικασίας.

Χ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: (εκτός μικροφώνου).

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Δε σας βοηθούσε πολύ περισσότερο να ήταν αντικειμενική η στάση της Εισαγγελικής Αρχής;

Χ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Το ξέρω, έχετε ιδιαίτερες ικανότητες, είστε ιδιαίτερα ευφυής, μην ξεφεύγετε όμως από το αντικείμενο της τοποθέτησης. Η τοποθέτησή μου είναι σαφής: Η Εισαγγελική Αρχή σε κάποιες, όχι πάρα πολλές, όχι εκατοντάδες, όχι δεκάδες, σε αρκετές πάντως περιπτώσεις –και αναφέρω τις τρεις πιο χοντρές- προσπάθησε να παραπλανήσει το Δικαστήριό σας. Το αν εσείς θα επηρεαστείτε ή όχι είναι δικό σας ζήτημα, δεν το θίγω.

Αν θέλετε, η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι έχετε την πείρα να μην επηρεαστείτε. Αλλά οι εντυπώσεις μένουν. Σας το λέω και πάλι, έχει μία αυτοτελή σημασία για να δούμε αν ήταν δίκαιη αυτή η Δίκη, το πώς συμπεριφέρεται η Εισαγγελική Αρχή γιατί είναι ένας βασικός παράγοντας αυτής της Δίκης.

Έρχομαι στο τρίτο και χειρότερο αν θέλετε, σημείο που θέλω να αναφέρω. Αφορά πάλι τον Αναπληρωτή Εισαγγελέα. Στην αγόρευσή του στις 11/9, ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας είπε μεταξύ άλλων τα εξής, πάλι βέβαια για τον εντολέα μου, αναφερόμενος στην έκρηξη στα γραφεία της ΕΟΚ. Εδώ έχουμε ένα στοιχείο, καταθέτει ο μάρτυρας Γρηγορόπουλος ο οποίος λέει ότι ήταν εκεί στα γραφεία ως θυρωρός του κτιρίου, «κινδύνεψα και είναι θέμα τύχης ότι δεν έπαθα κάτι›. Αλλά εδώ υπάρχει κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον.

Λέει κατά λέξη ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας, είναι η κατάθεση του μάρτυρα Δαρμή: «Είναι ο άνθρωπος ο οποίος δούλευε στο συνεργείο που επισκεύαζε το διαμέρισμα από το οποίο έγινε η εκτόξευση. Αυτός λοιπόν καταθέτοντας και ενώπιόν μας, περιέγραφε την επίσκεψη εκεί στο συνεργείο ενός καθολικού παπά και συνδύασε την επίσκεψη του παπά και τη συζήτηση που προσχηματικά είχε με τα μέλη του συνεργείου με την απώλεια του κλειδιού του διαμερίσματος. Το συνδύασε με την παρουσία του παπά γιατί λέει: «Μόλις έφυγε ο παπάς, εξαφανίστηκε το κλειδί›. Ο ίδιος αυτός άνθρωπος, εννοείται ο κ. Δαρμής, δεν ξέρω αν είναι τόσο σπουδαίο στοιχείο, αλλά σας είπα ότι όλα τα στοιχεία θα τα θέσω υπόψη του Δικαστηρίου σας, είπε εδώ, είχε πει και στον Ανακριτή, ότι στο πρόσωπο του παπά αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο›.

Με δυο λόγια τί μας είπε ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας; Ήρθε ένας μάρτυρας στην υπόθεση για τα γραφεία της ΕΟΚ και επιβεβαίωση στο ακροατήριο αυτό που είχε πει στην ανάκριση. Είπε εδώ ότι στο πρόσωπο του παπά αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο. Λυπάμαι, αλλά κάτι τέτοιο δεν ειπώθηκε από τον κ. Δαρμή και αυτό είναι ένα κραυγαλέο παράδειγμα, υπάρχουν κι άλλα δύο τα οποία θα τα αναφέρω στην πορεία της ανάπτυξής μου. Τα άλλα δύο αφορούν την υπόθεση Μπακογιάννη και Καψαλάκη -πάλι αναφέρομαι στον κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα.

Σ’ αυτό το στάδιο λοιπόν της αγόρευσής μου θα περιοριστώ στο να πω τί ακριβώς είχε καταθέσει ο μάρτυρας Δαρμής στο ακροατήριο στις 26/5: Δαρμής: «Στο άλμπουμ που μας έδειξαν στην Ασφάλεια αναγνώρισα τον κ. Τζωρτζάτο που έμοιαζε η φυσιογνωμία του. Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν αυτός, ούτε μία τοις χιλίοις δεν μπορώ να αναγνωρίσω ότι είναι αυτός›. Πρόεδρος: «Σήμερα δεν μπορείτε;› Δαρμής: «Όχι›. Πρόεδρος: «Έχετε την καλοσύνη να ρίξετε μια ματιά πίσω να δείτε αν είναι ο κ. Τζωρτζάτος;› Δαρμής: «Πιο πολύ έμοιαζε σ’ εκείνον αλλά δεν είμαι σίγουρος›. Πρόεδρος: «Σε ποιον;› Δαρμής: «Στον κ. Τζωρτζάτο›. Πρόεδρος: «Πού είναι; Είναι εδώ ο κ. Τζωρτζάτος σήμερα ή λείπει;› Δαρμής: «Εδώ είναι›. Πρόεδρος: «Ποιος είναι;› Δαρμής (δείχνει): «Ο κύριος›. Πρόεδρος: «Με το κίτρινο μπλουζάκι;› Δαρμής: «Όχι, το μαύρο, αλλά δεν μπορώ να είμαι σίγουρος›. Πρόεδρος: «Δεν είστε σίγουρος;› Δαρμής: «Όχι›. Πρόεδρος: «Ούτε το αποκλείετε ούτε είστε σίγουρος;› Δαρμής: «Δεν είμαι σίγουρος καθόλου›.

Αυτά κ.κ. Δικαστές, κύριε Πρόεδρε, είπε ο μάρτυρας Δαρμής στην κατάθεσή του στις 26/5. Τί συγκράτησε από αυτή την κατάθεση ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας; Ήρθε λέει ο κ. Δαρμής και είπε εδώ ότι αναγνωρίζει τον κ. Τζωρτζάτο. Αυτός είναι ο τρόπος που η Εισαγγελική Αρχή ασκεί τα καθήκοντά της. Αυτός είναι ο τρόπος που μελετά με νηφαλιόητα, με αντικειμενικότητα όλα τα δεδομένα της αποδεικτικής διαδικασίας. Αυτό συνιστά προσπάθεια παραπλάνησης του Δικαστηρίου σας, ναι ή όχι;

Όταν στην αγόρευσή του, στην κορυφαία στιγμή τοποθέτησης της Εισαγγελικής Αρχής έρχεται ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας και λέει σαφέστατα «ο μάρτυρας Δαρμής είπε εδώ ότι αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο› κι όταν διαβάζουμε από τα πρακτικά στις 26/5 ακριβώς τί είπε ο Δαρμής, που μετά από επανειλημμένες ερωτήσεις του Προέδρου, ενώ έχει πει στην αρχή «ούτε μία τοις χιλίοις δεν είναι ο Τζωρτζάτος›, τον ρωτά συνεχώς ο Πρόεδρος: «μήπως έχετε κάποια αμφιβολία;› «Όχι, είμαι σίγουρος, δεν είναι αυτός›. Σας τα διάβασα πριν από λίγο. Αυτή είναι η αντικειμενικότητα κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές με την οποία η Εισαγγελική Αρχή αντιμετωπίζει το αποδεικτικό υλικό αυτής της Δίκης.

Θα δείτε και δύο άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, υπόθεση Μπακογιάννη και υπόθεση Καψαλάκη, που είναι παρόμοιας αντικειμενικότητας και σαφήνειας και πιστής μεταφοράς των δεδομένων της αποδεικτικής διαδικασίας, η εισήγηση του κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα. Να δούμε λοιπόν πώς λειτούργησε η Εισαγγελική Αρχή σ’ αυτή την ιστορία.

Έρχομαι στον τελευταίο λόγο, αν θέλετε αυτόν που έχει τις βαρύτερες συνέπειες. Είναι ο λόγος που κατεξοχήν με απογοήτευσε για την στάση της Εισαγγελικής Αρχής και που με έκανε να τοποθετηθώ ενώπιον του Δικαστηρίου σας και να πω ότι δυστυχώς παραβίασε το νόμο και τις υποχρεώσεις της η Εισαγγελική Αρχή.

Ποιο ήταν το περιεχόμενο των εισαγγελικών προτάσεων; Είχαμε την τύχη να έχουμε, προβλέπεται από το νόμο δύο εισαγγελικές προτάσεις. Εδώ πρέπει να το πω ότι κυρίως η τοποθέτηση του κ. Τακτικού Εισαγγελέα αλλά και σε κάποιο βαθμό του κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα δεν είχαν καμία τεκμηρίωση, καμία ανάλυση αποδεικτικών στοιχείων. Ουσιαστικά ο κ. Τακτικός Εισαγγελέας αρκέστηκε στο τι λέει το παραπεμπτικό βούλευμα, άντε και από αυτά που κατέθεσε ο κ. Τσελέντης στο ακροατήριό σας και δεν εκπλήρωσε το πρωταρχικό του, το βασικό καθήκον. Ποιο είναι αυτό; Να μελετήσει με αντικειμενικότητα, με νηφαλιότητα. Σας διάβασα χθες αυτά τα ωραία που είπε ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και λεπτολόγοι σε μια τέτοια υπόθεση. Ούτε προσεκτική ήταν η Εισαγγελική Αρχή, ούτε λεπτολόγος.

Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπήρξε καμία επεξεργασία του αποδεικτικού υλικού. Να μας πει η Εισαγγελική Αρχή, προτείνει την ενοχή του κ. Τζωρτζάτου για παράδειγμα στην υπόθεση Αγγελοπούλου για παράδειγμα. Τι προέκυψε όμως από την αποδεικτική διαδικασία; Τον αναγνώρισαν μάρτυρες; Υπήρχαν μάρτυρες στη μία ή στην άλλη υπόθεση που ο ένας είπε άσπρο, ο άλλος είπε μαύρο; Γιατί θεωρούμε ότι αυτός ο μάρτυρας είναι πιο πιστευτός και όχι ο άλλος; Τι στοιχεία έχουμε; Μήπως υπάρχουν αντιφάσεις στα όσα ειπώθηκαν και από τους συγκατηγορουμένους;

Εδώ περίμενα να ακούσω μία λεπτομερή επεξεργασία του αποδεικτικού υλικού από μία έμπειρη Εισαγγελική Αρχή. Ο Τακτικός Εισαγγελέας έχει εισαχθεί στο Εισαγγελικό Σώμα το 1969, ο Αναπληρωτής το 1971, πολλά χρόνια κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές. Μεγάλη πείρα έχει σωρευτεί. Θα έπρεπε λοιπόν να επεξεργαστούν το υλικό όχι του παραπεμπτικού βουλεύματος, να επεξεργαστούν το υλικό που προέκυψε από μια αποδεικτική διαδικασία 8 μηνών και να μας πουν για κάθε έναν από τους κατηγορουμένους, για κάθε μία από τις βαρύτατες κακουργηματικές πράξεις που αντιμετωπίζουν, πώς προέκυψε η ενοχή γιατί βεβαίως όχι για όλους, πλην ελαχίστων πρότειναν την ενοχή τους. Να μας το πουν όμως, έχουν την υποχρέωση.

Γιατί είναι ένοχος για τόσο κακουργήματα ο κ. Τζωρτζάτος που εκπροσωπώ; Από πού προέκυψε ότι αυτός τέλεσε τη μία ή την άλλη πράξη; Όπως ξέρετε και όπως θα δούμε και στη συνέχεια το βάρος απόδειξης ενώπιον του Δικαστηρίου το φέρει η Εισαγγελική Αρχή. Δεν υποχρεούται ο κ. Γιωτόπουλος ή ο κ. Τζωρτζάτος να αποδείξουν αυτοί την αθωότητά τους. Η Εισαγγελική Αρχή πρέπει να αποδείξει με στοιχεία, με δεδομένα ότι ο κ. Τζωρτζάτος τέλεσε τη μία ή την άλλη πράξη κι αν υπάρχουν αμφιβολίες κι αν υπάρχουν κενά κι αν υπάρχουν αντιφάσεις τότε υποχρεούται εκ του νόμου να προτείνει την απαλλαγή του κ. Τζωρτζάτου ακόμα κι αν νομίζω ότι μπορεί να το έκανε, μπορεί να μην το έκανε αυτή η αμφιβολία, τα κενά της δικογραφίας, τα κενά του αποδεικτικού υλικού είναι υπέρ του κατηγορουμένου.

Τίποτα από αυτά κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές δεν συνέβη. Υπήρχε μία επιφανειακή, μία επιδερμική προσέγγιση για τις περισσότερες των πράξεων. Ας μην αναφερθώ πάλι στις 52 πράξεις που απλά ξεχάστηκαν και δεν υπήρχε καν τοποθέτηση εκ μέρους της Εισαγγελικής Αρχής γιατί εκεί βέβαια έχουμε την εξήγηση. Μην πονοκεφαλιάζεται κ. Πρόεδρε, ότι ξεχάσαμε, ότι παραλείψαμε είναι ένοχοι οι κατηγορούμενοι. Αυτή είναι η στάση της Εισαγγελικής Αρχής.

Να δούμε εντελώς ενδεικτικά, θα αναφερθώ στη συνέχεια, στις υποθέσεις τι ειπώθηκε από τον κ. Τακτικό Εισαγγελέα για την υπόθεση Αγγελοπούλου. Ανθρωποκτονία, κακούργημα για την οποία κατηγορείται και ο εντολέας μου. Βεβαίως η πρόταση του κ. Εισαγγελέα ήταν εις βάρους του, να κηρυχθεί ένοχος. Τι μας είπε λοιπόν ο κ. Εισαγγελέας; Νομίζω 9 Σεπτεμβρίου ήταν η αγόρευσή του σε αυτό το κομμάτι.

«Στην επίθεση εναντίον του Δημητρίου Αγγελοπούλου στις 8/4/86 στο Κολωνάκι στην οδό Κανάρη αυτουργός της πράξεως είναι ο Χριστόδουλος Ξηρός ο οποίος επιβαίνοντας σε ένα δίκυκλο το οποίο οδηγούσε ο Πάτροκλος Τσελέντης τον περίμενε στην οδό Κανάρη το θύμα και όταν εμφανίστηκε ο Αγγελόπουλος ο Χριστόδουλος Ξηρός τον πυροβόλησε από όπλο το οποίο είχε μέσα σε συσκευή για να μην φαίνεται το όπλο. Έτσι οι κάλυκες από το όπλο δεν εξήλθαν από την κατοχή του και γι αυτό το λόγο τότε κατά την σχετική έρευνα των στοιχείων της ανθρωποκτονίας δεν βρέθηκαν. Αφού πυροβόλησε τον Δημήτριο Αγγελόπουλο επέφερε το θάνατο, επέβη στην μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο Τσελέντης και απομακρύνθηκαν. Σε αυτή την πράξη απλοί συνεργοί ήταν ο Κουφοντίνας ο οποίος παρέμεινε στον χώρο για να επιβλέπει, για να βοηθήσει τον αυτουργό σε κάποιο τυχόν πρόβλημά του κατά την εκτέλεση της πράξης του, ο Βασίλειος Τζωρτζάτος και ο Γιάννης Σκανδάλης ως απλός συνεργός και οι οποίοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι. Επίσης σαν απλός συνεργός είχε δράσει και ο Γιάννης Σκανδάλης ο οποίος λόγω του θανάτου του δεν υπάρχει θέμα ποινικής ευθύνης›. Τίποτε άλλο.

Ένα βαρύτατο κακούργημα, ανθρωποκτονία. Συμμετέχει κατά το κατηγορητήριο ο κ. Τζωρτζάτος και τι μας λέει η Εισαγγελική Αρχή στην κορυφαία στιγμή της στην αγόρευση; Στην επίθεση αυτουργός ήταν ο Χριστόδουλος. Καταλαβαίνουμε ότι βασίζεται μάλλον στην μαρτυρία του κ. Τσελέντη και στη συνέχεια απλοί συνεργοί ήταν ο ένας, ο άλλος και ο Βασίλειος Τζωρτζάτος. Χαίρω πολύ, αυτή είναι η κατηγορία. Κατηγορείστε κύριε ότι είσαι απλός συνεργός.

Πώς αποδεικνύεται όμως κ.κ. Δικαστές ότι όντως ο κ. Τζωρτζάτος ήταν απλός συνεργός στην υπόθεση Αγγελοπούλου; Από πού προκύπτει κάτι τέτοιο; Μας το λέει συγκατηγορούμενος και ποιος; Για να ελέγξουμε την αξιοπιστία του. Υπάρχουν μάρτυρες; Σας το λέω από τώρα, κανείς μάρτυρας δεν αναγνωρίζει τον κ. Τζωρτζάτο.

Αναφέρθηκα ειδικά στην υπόθεση Αγγελοπούλου γιατί εδώ όπως θα δείτε στη συνέχεια υπάρχει και ένα πολύ μεγάλο νομικό θέμα που ούτε το υποψιάστηκε η Εισαγγελική Αρχή. Σύμφωνα με την χειρότερη εκδοχή που υπάρχει για τον κ. Τζωρτζάτο αυτός περίμενε σε ένα αυτοκίνητο 300 μέτρα μακριά από τον τόπο του εγκλήματος και έχουμε ως δεδομένο ότι οι αυτουργοί όποιοι και να ήταν έφυγαν με μοτοσικλέτα.

Από πού και ως πού κ. Πρόεδρε θεωρείτε αυτονόητο ότι κάποιος που ίσως κατά την χειρότερη εκδοχή περιμένει 300 μέτρα μακριά σε ένα αυτοκίνητο είναι απλός συνεργός; Έχουμε απλή συνέργια μετά την τέλεση της πράξης; Καινούριος Ποινικός Κώδικας, καινούρια νομικά θα ακούσουμε; Δεν ακούστηκε όμως κάτι τέτοιο. Ούτε καν υποψιάστηκε κανείς, σημειωτέον ούτε η Πολιτική Αγωγή υποψιάστηκε ότι υπάρχει εδώ ένα ζήτημα. Θα επανέλθω σε αυτό όμως αργότερα. Παραμένω σε αυτό που για μένα αυτή την στιγμή είναι καθοριστικό. Η υπόθεση Αγγελοπούλου είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα.

Προτείνει η Εισαγγελική Αρχή την ενοχή για τον κ. Τζωρτζάτο, μοιράζει ισόβια και καθείρξεις 20 ετών, με ποιο σκεπτικό; Με ανύπαρκτο σκεπτικό κ.κ. Δικαστές. Μας λέει ότι ναι εδώ ήταν αυτουργός ο τάδε και απλός συνεργός ήταν και ο Βασίλης Τζωρτζάτος. Ειδικά για τον απλό συνεργό τον Τζωρτζάτο που εκπροσωπώ δεν μπαίνει στον κόπο να αναφέρει τίποτε άλλο.

Αυτή είναι η ποιοτική συνεισφορά της Εισαγγελικής Αρχής στο έργο του Δικαστηρίου σας; Έτσι βοηθιέστε από την Εισαγγελική Αρχή να διεκπεραιώσετε το δύσκολο έργο σας; Με το να μας λέει ο εκπρόσωπος της Εισαγγελίας, της Εισαγγελικής Αρχής «ναι, σε αυτή τη υπόθεση ήταν και απλός συνεργός ο Τζωρτζάτος, να κηρυχθεί ένοχος›. Αυτό κ. Πρόεδρε λυπάμαι που το λέω συνιστά παρωδία Εισαγγελικής πρότασης. Δεν συνιστά Εισαγγελική πρόταση. Γιατί μία Εισαγγελική πρόταση το ελάχιστο που έχει να κάνει είναι να παρουσιάζει τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, να αξιολογεί τα δεδομένα που εμφανίστηκαν ενώπιόν σας στην ακροαματική διαδικασία και να θίγει τα νομικά ζητήματα που γεννώνται.

Το πιο εύκολο πράγμα είναι να πούμε «ήταν απλός συνεργός, κηρύξτε τον ένοχο›. Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να πει «δεν ήταν απλό συνεργός, κηρύξτε τον αθώο›. Καμία επιχειρηματολογία, καμία βάσανος, κανένας νομικός προβληματισμός. Αυτή ήταν η συνεισφορά της Εισαγγελικής Αρχής κ. Πρόεδρε στην Δίκη μας.

Βέβαια όπως σας είπα και χθες το άρθρο 32 παράγραφος 4 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επιτάσσει το αυτονόητο έτσι κι αλλιώς. Πάντοτε οι Εισαγγελικές προτάσεις να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένες και μάλιστα μας λέει ότι δεν επιτρέπεται να επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου ο Εισαγγελέας.

Εδώ θα μου επιτρέψετε μία παρέκβαση γιατί πραγματικά με πονάει ο τρόπος που η Εισαγγελική Αρχή σε αυτή τη Δίκη τοποθετήθηκε και με πονάει γιατί ο ρόλος του Εισαγγελέα είναι ένα αντικείμενο που έχει τύχει να με απασχολήσει ιδιαίτερα και συγγραφικά. Το αντικείμενο της μεταδιδακτορικής μου έρευνας ήταν αυτό ακριβώς, ήταν προβληματισμοί για το ρόλο του Εισαγγελέα στην ποινική Δίκη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αν μετά από όσα ακούσατε κ. Πρόεδρε το μόνο που σκεφτήκατε είναι αυτό, τι να πω; Εκεί λοιπόν με είχε απασχολήσει έντονα ποιος είναι ο ρόλος του Εισαγγελέα στην ποινική Δίκη. Η κρατούσα άποψη αν θέλετε είναι ότι είναι κάτι σαν βοηθός του Δικαστή ότι δεν είναι διάδικος. Σε αυτό εδώ το βιβλίο, κυκλοφόρησε τώρα τον Ιούλιο, προσπάθησα να θεμελιώσω την άποψη, αναφερόμουν και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ότι ο Εισαγγελέας είναι ένας δημόσιος διάδικος.

Επιτρέψτε μου να πω πώς τον αντιμετωπίζω για να δούμε αν ήταν αυτός ο ρόλος του στην συγκεκριμένη περίπτωση. Αναφέρομαι στις σελίδες 608. Εκεί λοιπόν συνοψίζω την προσωπική μου άποψη ως εξής: ο Εισαγγελέας είναι Δικαστικός Λειτουργός με περιορισμένη ανεξαρτηρία, έχει προσωπική δεν έχει λειτουργική ανεξαρτησία. Ο Εισαγγελέας δεν είναι Δικαστής ούτε εντάσσεται στη δικαστική λειτουργία. Πιο πειστική φαίνεται η άποψη ότι αυτός βρίσκεται ανάμεσα στην εκτελεστική και στην δικαστική λειτουργία.

Ο Εισαγγελέας είναι κατηγορούσα αρχή. Ως κατηγορούσα αρχή έχει ειδικότερα την ιδιότητα του δημόσιου διάδικου στην ποινική δίκη. Αυτό σημαίνει ότι ο Εισαγγελέας κατά την άσκηση της ποινικής αγωγής δεν εκπροσωπεί κάποιο δικό του ατομικό αλλά το δημόσιο κρατικό συμφέρον. Αυτό το συμφέρον έγκειται στην αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας και στην επιδίωξη καταδίκης του κατηγορουμένου μόνο εφόσον αποδειχθεί πλήρως η ενοχή του.