Πολιτική
Πέμπτη, 09 Οκτωβρίου 2003 20:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (09/10/2003) Μέρος 03/04

¶ρα λοιπόν, ένα κεκτημένο το οποίο κινδυνεύει να τρωθεί πολύ σοβαρά από τη δική σας απόφαση, αφορά τις αποδεικτικές απαγορεύσεις. Δεν μπορείτε να αξιοποιήσετε αποδεικτικά κ.κ. Δικαστές κάποια αποδεικτικά μέσα, όταν αυτά έχουν ληφθεί παράνομα και κατά παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Δεν εξετάζουμε το περιεχόμενό τους, η παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, αυτή καθαυτή αποκλείει την λήψη υπόψη αυτών των δεδομένων.

Δεν θα πω άλλα για την υπόθεση ¶λαν, τα έχω πει την 1η Αυγούστου, αν θέλετε ξανακοιτάτε. Θα προχωρήσω λίγο παραπέρα. Για να δούμε το πόσο μεγάλη σημασία δίνει τώρα ποια το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στα θέματα αποδείξεων θα αναφερθώ τώρα στην ελληνική υπόθεση που σας είπα. Είναι η υπόθεση Γεώργιος Παπαγεωργίου κατά Ελλάδος της 9ης Μαίου 2003.

Εδώ το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προβαίνει σε μία πολύ ενδιαφέρουσα διασταλτική ερμηνεία των άρθρων 6 παράγραφος 1 και 3δ. Μάλιστα όταν την πρωτοδιάβασα την απόφαση κι εγώ εντυπωσιάστηκα. Δεν περίμενα ότι θα είναι τόσο πρωτοποριακό, τόσο ριζοσπαστικό το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γιατί δεν με είχε συνηθίσει σε τόσο γοργά βήματα. Βέβαια θυμίζω και πάλι ότι το ίδιο το Δικαστήριο έχει τονίσει πολλές φορές ότι αντιμετωπίζει την ΕΣΔΑ ως έναν ζώντα οργανισμό όχι ως ένα κείμενο που μια φορά έχει θεσπιστεί και από κει και πέρα δεν το αγγίζουμε.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με τη νομολογία του ουσιαστικά μετατρέπει, προχωρά σε μία μετεξέλιξη, σε μία δημιουργική ερμηνεία του κειμένου της ΕΣΔΑ και πολλές φορές αν θέλετε κατ’ αποτέλεσμα δημιουργεί και νέα δικαιώματα τα οποία εντάσσει στο 6 παράγραφος 1 για παράδειγμα. Στο πλαίσιο αυτής της δημιουργικής επεξεργασίας της νομολογίας του εντάσσεται και αυτή η απόφαση Παπαγεωργίου κατά Ελλάδος.

Εδώ λοιπόν ένας υπάλληλος είχε καταδικαστεί για απάτη βάση, το μόνο αποδεικτικό στοιχείο ήταν κάποιες επιταγές τις οποίες εφέρετο να έχει πλαστογραφήσει και να έχει κάνει και κάποιες αλλαγές στον υπολογιστή της εταιρείας ο οποίος ήταν υπάλληλος Τραπέζης αν θυμάμαι καλά, της Εμπορικής Τράπεζας εν προκειμένω η οποία κατέθεσε μία μήνυση κατά κάποιων υπαλλήλων της. Υπάλληλος της Εμπορικής Τράπεζας λοιπόν ο κ. Παπαγεωργίου για πλαστογραφία, απάτη κλπ και καταδικάστηκε ο κ. Παπαγεωργίου παρόλο που σε όλη την διάρκεια της δίκης, σε πρώτο, σε δεύτερο βαθμό και στον ¶ρειο Πάγο έλεγε «μα φέρτε επιτέλους να δω αυτές τις επιταγές τις οποίες υποτίθεται ότι έχω πλαστογραφήσει και στις οποίες θεμελιώνεται όλη η κατηγορία εις βάρος μου για εξαπάτηση της Τράπεζας και για βλάβη μάλιστα που υπερβαίνει το ποσό των 20 εκατομμυρίων δραχμών›.

Όμως παρά τα επανειλημμένα αιτήματά του ουδέποτε προσκομίστηκαν τα πρωτότυπα τα οποία μάλιστα από κάποια στιγμή και πέρα πληροφορήθηκε ο κατηγορούμενος ότι είχαν καταστραφεί. Υπήρχαν όμως λέει κάποιες φωτοτυπίες μέσα στην δικογραφία. Και παρακαλώ κ.κ. Δικαστές προς δική μου έκπληξη, φαντάζομαι και προς δική σας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δέχεται παραβίαση του άρθρου 6 παράγραφος 1 και 3δ της ΕΣΔΑ ακριβώς γιατί η καταδίκη του κ. Παπαγεωργίου βασίστηκε σε ένα αποδεικτικό στοιχείο το οποίο παρά τα επανειλημμένα αιτήματά του ουδέποτε προσκομίστηκε στο Δικαστήριο γιατί βέβαια η υπεράσπισή του ήταν ότι «δεν είμαι εγώ αυτός που έχω κάνει τις πλαστογραφίες, δεν είμαι εγώ αυτός που έχω αλλάξει τα δεδομένα, φέρτε μου τα πρωτότυπα, ενδεχομένως να διατάξουμε και κάποια πραγματογνωμοσύνη για να δούμε τι ακριβώς έχει γίνει›.

Μάλιστα λέει χαρακτηριστικά στην παράγραφο 39 αυτής της απόφασης το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «Λαμβάνοντας υπόψη το δεδομένο ότι τα βασικά αποδεικτικά στοιχεία δεν εμφανίστηκαν, δεν προσκομίστηκαν και δεν συζητήθηκαν στο ακροατήριο με παρουσία του κατηγορουμένου παρά τις επανειλημμένες αιτήσεις του ιδίου, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη διαδικασία εξεταζόμενη στο σύνολό της δεν πληροί τις απαιτήσεις της δίκαιης δίκης και συνεπώς υπάρχει παραβίαση των άρθρων 6 παράγραφος 1 και 3δ›.

Θα σκεφτεί βέβαια κανείς «μα το 3δ δεν μιλάει γενικά για αποδεικτικά μέσα, μιλάει για μάρτυρες› και όμως χωρίς να το εξηγεί ειδικά --είναι αλήθεια – το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατ’ αποτέλεσμα προβαίνει σε μία πολύ ενδιαφέρουσα διασταλτική ερμηνεία του 6.3δ αφού εδώ υπήρχε αίτηση όχι να εξετάσουμε μάρτυρες αλλά να εξετάσουμε και να προσκομιστούν τα αποδεικτικά μέσα, το σώμα των επιταγών οι οποίες ποτέ δεν προσκομίστηκαν.

Βλέπουμε λοιπόν το πόσο μεγάλη σημασία προσδίδει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στη νομολογία του που εξελίσσεται. Είναι απόφαση του καλοκαιριού του Μαίου του φετινού. Πόσο μεγάλη σημασία προσδίδει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην ορθή διαχείριση των αποδεικτικών μέσων. Ήρθε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τι μας είπε; Παραβίαση του άρθρου 6 παράγραφος 1 και 3δ γιατί δεν μπόρεσε ο κατηγορούμενος να ελέγξει ο ίδιος το αποδεικτικό μέσο στο οποίο βασίστηκε η καταδίκη του, το σώμα των επιταγών οι οποίες είχαν πλαστογραφηθεί. Φωτοτυπία δεν αρκεί.

Βλέπουμε λοιπόν πόσο μακριά πηγαίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και πόσο σημαντική θεωρεί την ορθή, τη νόμιμη θα έλεγα εγώ αντιμετώπιση των αποδεικτικών μέσων εκ μέρους ενός Δικαστηρίου. Βλέπετε πόσο πολύ επηρεάζει την δικαιότητα μιας ποινικής δίκης το να μην διαχειριζόμαστε σωστά τα αποδεικτικά μέσα. Ακόμα και όταν μας λείπει το σώμα του εγκλήματος, το σώμα των επιταγών που είχαν πλαστογραφηθεί δεν έχουμε δίκαιη δίκη.

Γι’ αυτό κ.κ. Δικαστές λέω ότι το καθοριστικό κριτήριο για να δούμε αν ήταν δίκαιη δίκη στο ακροατήριο, είναι το πώς εσείς αντιμετωπίζετε τα θέματα του Δικαίου της απόδειξης. Βέβαια ο δρόμος που μας δείχνει εδώ τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου πηγαίνει πολύ μακριά και δίνει πολύ μεγάλη σημασία στον προσεκτικό χειρισμό των αποδεικτικών μέσων. Με αυτούς τους ισχυρισμούς νομίζω πως ολοκλήρωσα την ενότητα που αφορά τα θέματα πρώτον, της δικαιότητας αυτής της υπόθεσης στο ακροατήριο.

Νομίζω εξήγησα με πολλά επιχειρήματα και θέλω να πιστεύω τεκμηριωμένα γιατί δεν ήταν δίκαιη η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου για 10 λόγους τουλάχιστον που σας ανέφερα. Βέβαια ο 10ος και πιο σημαντικός αν θέλετε αφορούσε το δίκαιο της απόδειξης. Στη συνέχεια τόνισα τη σημασία των αποδεικτικών απαγορεύσεων, τόνισα την περιορισμένη σημασία της ομολογίας και το πώς αυτή πρέπει να αξιολογηθεί και βεβαίως έδωσα πολύ μεγάλο βάρος στις δύο σημαντικότερες αποδεικτικές απαγορεύσεις που έχουν σημασία γι’ αυτή τη Δίκη, το άρθρο 211α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και το άρθρο 6 παράγραφος 3δ της ΕΣΔΑ όπως το ερμηνεύει η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Όλα αυτά τα ανέφερα όχι για να κάνουμε ένα 4ήμερο επιστημονικών εκδηλώσεων αλλά για να τα έχουμε υπόψη μας και για να τα χρησιμοποιήσουμε όταν τώρα στη συνέχεια θα αναφερθούμε στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο κ. Τζωρτζάτος γιατί βέβαια η ποινική υπεράσπιση όπως τουλάχιστον εγώ την αντιλαμβάνομαι βασίζεται σε νομικά δεδομένα, επικαλείται όλες τις ισχύουσες νομικές διατάξεις και πάνω απ’ όλα δίνει πολύ μεγάλη σημασία στην τήρηση των κανόνων της δικονομίας και της ΕΣΔΑ.

Να δούμε λοιπόν τώρα τι προέκυψε για τον κ. Τζωρτζάτο από την αποδεικτική διαδικασία. Μήπως κ. Πρόεδρε να κάνουμε ένα πεντάλεπτο διάλειμμα πριν μπούμε στην επόμενη ενότητα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ότι πείτε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε αυτό το σημείο θα κάνουμε 5 λεπτά διάλειμμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Ο κ. Μυλωνάς έχει και πάλι το λόγο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε. Πριν μπω στα θέματα του κ. Τζωρτζάτου θα πω δύο κουβέντες και για το δικαίωμα σιωπής, το ξέχασα και έχει και αυτό τη σημασία του γιατί έχουμε ήδη την πρόταση του κ. Τακτικού Εισαγγελέα να χρησιμοποιηθεί ως ένδειξη βάσει της οποίας θα ξεπεράσουμε τον σκόπελο του 211α, η άρνηση κάποιου κατηγορουμένου να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις.

Ας δούμε λοιπόν τι γίνεται με το δικαίωμα σιωπής, πόσο μάλλον όταν η εκλεκτή συνάδελφος η κα Τσόλκα έχει αναφερθεί ειδικά στο συγκεκριμένο θέμα στις 19 Σεπτεμβρίου. Βέβαια δεν κατάλαβα ποιο ήταν το συμπέρασμα της κας Τσόλκα γιατί ενώ μας λέει τι λέει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στη συνέχεια μας λέει ότι «εγώ διαφωνώ› αλλά δεν μας λέει ακριβώς σε τι διαφωνεί και πού διαφοροποιείται.

Πάντως θυμίζω ότι ήδη η κα Τσόλκα μας έχει πει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θεωρεί εξίσου αυτονόητο ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει τα δικαιώματα αυτά τις σιωπής και της μη αυτοενοχοποίησης να αποτελούν εμπόδιο στο να λαμβάνεται υπόψη η σιωπή του κατηγορουμένου. Κατά την εκτίμηση της πειστικότητας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίζει η κατηγορούσα αρχή όταν είναι ξεκάθαρο ότι οι περιστάσεις απαιτούν να δοθεί μία εξήγηση από τον κατηγορούμενο.

Η εξήγηση αυτή η οποία απαιτήθηκε τότε αναφέρεται σε κάποιες παλαιότερες αποφάσεις του Δικαστηρίου, την Μάρεϊ του ΄96 και την ¶βεριλ του 2002. Λέει λοιπόν η κα Τσόλκα ότι η εξήγηση αυτή η οποία απαιτήθηκε τότε ήταν ακριβώς επειδή σε βάρος των συγκεκριμένων κατηγορούμενων είχαν βρεθεί μια σειρά πειστηρίων. Είχε αναγνωρισθεί ότι βρισκόταν στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος.

Έτσι το Δικαστήριο το Ευρωπαϊκό εννοείται ήθελε μία εξήγηση για τα πειστήρια αυτά τα οποία υπήρχαν σε βάρος των προσώπων αυτών. Λέει «λαμβάνοντας υπόψη στην ερευνούμενη υπόθεση τα αποδεικτικά στοιχεία έκρινε ότι η συναγωγή αρνητικών συμπερασμάτων από τη σιωπή του κατηγορούμενου ήταν ζήτημα κοινής λογικής και όχι άδικη ή παράλογη ενόψει των συγκεκριμένων περιστάσεων›.

Αμέσως μετά λέει η κα Τσόλκα: «εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι δεν συμφωνώ με την άποψη αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η άποψή μου βεβαίως είναι μειοψηφία και θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνεται μία διάκριση›. Ίσως να την αδικώ, ίσως να εξηγεί στη συνέχεια πού ακριβώς δεν συμφωνεί. «Όμως αυτό που έχει σημασία είναι όχι βέβαια η διαφωνία, η συμφωνία της κας Τσόλκα ή του κ. Μυλωνά, απλοί δικηγόροι ή θεωρητικοί είμαστε›. Επιπρόσθετα είναι και Λέκτορας βέβαια του Ποινικού Δικαίου η κα Τσόλκα αλλά το σημαντικό είναι τι μας λέει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Εδώ θέλω να επισημάνω το εξής: σχεδόν όλες οι αποφάσεις για το δικαίωμα σιωπής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου πλην για παράδειγμα της απόφασης Τέλθνερ κατά Αυστρίας που σας ανέφερα χθες, οι περισσότερες πάντως αφορούν υποθέσεις κατά του Ηνωμένου Βασιλείου. Όμως η Αγγλία όπως ξέρετε έχει ένα εντελώς διαφορετικό δικό της Δίκαιο και εκεί ισχύουν εντελώς διαφορετικοί κανόνες. Εκεί υπάρχει μία υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής να προσκομίσει τα στοιχεία και να θεμελιώσει την κατηγορία.

Ένα πρώτο σχόλιο, αυτές οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου πάντοτε πρέπει να ληφθούν υπόψη αφού λάβουμε κι εμείς με την σειρά μας υπόψη το ειδικό αγγλικό, αγγλοσαξονικό νομοθετικό πλαίσιο που είναι εντελώς διαφορετικό. Όμως ακόμα και σε αυτή τη περίπτωση οι περιορισμοί που θέτει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκειμένου να καμφθεί το δικαίωμα σιωπής και να βγουν αρνητικά συμπεράσματα από τη σιωπή του κατηγορουμένου είναι πολύ σημαντική και πολύ μεγάλη. Εδώ μας το λέει και η ίδια η κα Τσόλκα η οποία παρουσιάζει τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Εδώ υπάρχει μία διαφορά, αποδίδει πιστά τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου η κα Τσόλκα κάτι που δεν έκανε ο κ. Αναγνωστόπουλος όπως είδαμε. Να δούμε λοιπόν πιο συγκεκριμένα τι μας λέει αυτή η νομολογία. Μας λέει λοιπόν ότι μπορεί να ληφθεί υπόψη και η σιωπή και η σιωπή του κατηγορούμενου, κατ’ ακριβολογία η άρνησή του να απαντήσει σε συγκεκριμένες ερωτήσεις. Πότε όμως; Όταν ήδη η κατηγορούσα αρχή έχει προσκομίσει σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία και κατά προτίμηση και πειστήρια. Δεν αρκούν οι μαρτυρικές καταθέσεις.

Όταν λοιπόν είναι ξεκάθαρο ότι οι περιστάσεις – συμπληρώνω εγώ – τις οποίες έχει αποδείξει η κατηγορούσα αρχή, όταν αυτές λοιπόν οι περιστάσεις είναι ξεκάθαρο ότι απαιτούν να δοθεί μία εξήγηση από τον κατηγορούμενο. Όταν λοιπόν η Εισαγγελική Αρχή έχει προσκομίσει πολύ σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία και κατά προτίμηση πειστήρια, όταν έχει παρουσιάσει την υπόθεσή της, γιατί όπως ξέρετε στην Αγγλία ο καθένας παρουσιάζει την υπόθεσή του, το πώς αντιμετωπίζει την προς αξιολόγηση ποινική ύλη, όταν η Εισαγγελία έχει προσκομίσει πολύ σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία εις βάρος του κατηγορουμένου που έχουν μια τέτοια σημασία ώστε να απαιτείται μια ξεκάθαρη τοποθέτηση εκ μέρους του κατηγορουμένου τότε υπάρχει το ενδεχόμενο να καμφθεί το δικαίωμα σιωπής. Αλλά ακόμα και τότε αυτό δεν είναι δεδομένο.

Για παράδειγμα έρχομαι στην πιο πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για το δικαίωμα σιωπής. Είναι και αυτή αγγλική υπόθεση Μπέγκλες κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 8ης Οκτωβρίου 2002. Εδώ ομόφωνα δέχθηκε παραβίαση το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γιατί οι οδηγίες που έδωσε ο Δικαστής προς τους Ενόρκους σχετικά με τον τρόπο που αυτοί θα μπορούσαν ίσως να συναγάγουν αρνητικά συμπεράσματα από την σιωπή του κατηγορουμένου δεν ήταν οι αρμόζουσες.

Πρώτο σχόλιο του ομιλούντος, οι υποθέσεις αυτές νομίζω δεν έχουν γενικότερη σημασία γιατί έχουν άμεση σχέση με τις ιδιαιτερότητες της αγγλικής Ποινικής Δικονομίας. Βλέπουμε εδώ ότι παραβιάστηκε το άρθρο 6 παράγραφος 1 και ειδικότερα το δικαίωμα σιωπής επειδή οι οδηγίες του Δικαστή προς τους Ενόρκους δεν ήταν οι σωστές. Δεν έχουμε κάτι τέτοιο βέβαια στη συγκεκριμένη παρούσα υπόθεση.

Αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση είναι ότι δέχθηκε παραβίαση του δικαιώματος σιωπής το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε αυτή την περίπτωση που ίσως ήταν μία περίπτωση που θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί και διαφορετικά. Θα δούμε λοιπόν ότι ο τρόπος που περιστέλλει το δικαίωμα σιωπής το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι πάρα πολύ προσεκτικός και σε πολύ λίγες περιπτώσεις γιατί ακόμα και σε αυτή την υπόθεση που θα σας πω αμέσως σε λίγο τι αφορούσε, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δέχθηκε παραβίαση του δικαιώματος σιωπής από την στάση των Αγγλικών Δικαστηρίων.

Σε αυτή λοιπόν την υπόθεση υπήρχαν τα εξής δεδομένα: είναι κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι είναι και ανακατεμένοι σε εμπόριο ναρκωτικών, πηγαίνει κάποιος το θύμα σε ένα σπίτι, σε μία πολυκατοικία, εκεί συναντά και μία πόρνη, γίνεται και κάποια αγοραπωλησία ναρκωτικών, οι εμπλεκόμενοι δεν είναι και οι καλύτεροι συνάνθρωποί μας. Εκεί λοιπόν κάτι δεν πάει καλά, κάποιος έχει κάνει και χρήση ναρκωτικών και έχει εξαγριωθεί λιγάκι και κάποια στιγμή πέφτει από το παράθυρο το θύμα κάτω. Πέφτει από 4 ορόφους, για καλή του τύχη επιζεί. Δυστυχώς βέβαια μένει ανάπηρος.

Έρχεται στο Δικαστήριο και καταγγέλλει ότι ο προσφεύγων ο Μπέγκλες ήταν ένας από αυτούς που τον πέταξαν κάτω. Η θέση του Μπέγκλες είναι ότι «όχι, δεν τον έριξα εγώ κάτω αλλά κάτι έγινε και φοβήθηκε και πήδηξε από το παράθυρο για να σωθεί μόνος του›. Έχουμε λοιπόν εδώ ως δεδομένο ότι το θύμα αναγνωρίζει τον προσφεύγοντα ως παρόντα στον τόπο του εγκλήματος και έχουμε και ως δεδομένο ότι και ο ίδιος ο προσφεύγων λέει ότι «ναι, εγώ ήμουν εκεί›. Δεν λέει «εγώ δεν ξέρω τίποτα, τι είναι αυτά που μου λέει›. Δίνει όμως κάποια στιγμή στην προδικασία νομίζω μία εξήγηση ότι «ξέρετε, δεν τον έσπρωξα εγώ αλλά φοβήθηκε, ήταν και ένας άλλος που είχε κάνει χρήση και τον απειλούσε και πάνω στον τρόμο του από μόνος του πηδάει από το παράθυρο›.

Προσέξτε εδώ, στην ακροαματική διαδικασία ο κατηγορούμενος δίνει αυτή την εξήγηση «ξέρετε κύριοι, ήμουν βεβαίως κι εγώ παρών αλλά δεν τον έσπρωξα εγώ, μόνος του έπεσε γιατί έγινε αυτό κι εκείνο›. Όμως στην προανάκριση ενώπιον της Αστυνομίας κατόπιν συμβουλής του Δικηγόρου του δεν είχε πει τίποτα και θεώρησε το Αγγλικό Δικαστήριο ουσίας ότι αυτή η άσκηση του δικαιώματος σιωπής στην προδικασία όταν ήταν νωπά τα πράγματα ήταν ύποπτη και θα μπορούσε να αξιολογηθεί αρνητικά. Και της λέει, έχεις όλο το περιθώριο να φτιάξεις όσες ιστορίες θέλεις. Και καταδικάστηκε από το Αγγλικό Δικαστήριο, προσέφυγε στο Στρασβούργο και παρ’ όλα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, δέχθηκε παραβίαση του δικαιώματος σιωπής. Τι νομίζω κ. Δικαστές ότι έχει σημασία απ’ αυτή την υπόθεση για την δική μας υπόθεση της 17Ν.

Ναι μεν δέχεται το Δικαστήριο το Ευρωπαϊκό ότι το δικαίωμα σιωπής δεν είναι απόλυτο, μπορεί να περιοριστούν και μπορούν σε κάποιες περιπτώσεις να συναχθούν αρνητικά συμπεράσματα από την σιωπή ενός κατηγορουμένου. Πότε όμως μπορεί να γίνει αυτό;

Όχι κάναμε μια ερώτηση στον κ. Τζωρτζάτο για παράδειγμα και αυτός δεν μας απάντησε, άρα συμπεραίνουμε ότι είναι ένοχος. Όχι. Θα πρέπει για την συγκεκριμένη κατηγορία που αντιμετωπίζει ο κ. Τζωρτζάτος, να έχει προσκομίσει πρώτα η Εισαγγελική αρχή, ή αν θέλετε γενικότερα, γιατί όπως είδαμε η λειτουργία της Εισαγγελικής αρχής σ’ αυτή την υπόθεση, ήταν μάλλον υποτονική, δεν προσκόμισε κάποια αποδεικτικά στοιχεία. Ας πούμε όμως ότι έχει μαζέψει το Δικαστήριό σας, κάποια άλλα αποδεικτικά στοιχεία.

Αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία θα πρέπει να είναι πολύ σοβαρά, θα πρέπει να είναι τέτοιας υφής, ώστε να απαιτούν από τον κατηγορούμενο να δώσει κάποιες εξηγήσεις. Και βέβαια και εγώ θα συμφωνήσω, ότι εάν είχαμε μια περίπτωση όπου ο κατηγορούμενος, όπως στην υπόθεση Μπέγκλες, βρίσκεται στον τέταρτο όροφο μαζί με το θύμα το οποίο θύμα αναγνωρίζει τον κατηγορούμενο και λέει το θύμα, ότι αυτός με έσπρωξε από το παράθυρο και με έριξε και το μόνο που λέει ο κατηγορούμενος είναι ότι ναι, ήμουν εκεί, αλλά δεν ήμουν εγώ, δεν τον έσπρωξα εγώ, μόνος του έπεσε, όλη αυτή η ιστορία και όλα αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ακόμα και αν σιωπήσει κάποια στιγμή ο κατηγορούμενος, νομίζω ότι απαιτούν κάποιες εξηγήσεις.

Αν για παράδειγμα είχαν βρει τον κ. Τζωρτζάτο, στο πτώμα ενός από τα θύματα με το πιστόλι στο χέρι, και αν ο κ. Τζωρτζάτος σιωπούσε και έλεγε, εγώ δεν ξέρω τίποτα δεν μιλάω, εκεί θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σιωπή του με το πιστόλι δίπλα στο πτώμα είναι μια ένδειξη ενοχής.

Φυσικά κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει ποτέ για τον κ. Τζωρτζάτο. Όπως θα δούμε για τις υποθέσεις, τις λίγες περιπτώσεις που κατηγορείται ότι ο ίδιος πυροβόλησε δεν έχουμε τέτοια δεδομένα, είναι εντελώς διαφορετική η κατάσταση.

Τελειώνω λοιπόν και με το ζήτημα του δικαιώματος σιωπής και νομίζω ότι τα δεδομένα που θέτει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά την επεξεργασία αυτού του δικαιώματος, είναι πολύ συγκεκριμένα και θέτουν τον πήχη των απαιτήσεων πάρα πολύ υψηλά. Θεωρητικά υπάρχει η δυνατότητα να θεωρήσουμε ως πρόσθετη ένδειξη ενοχής την σιωπή ενός κατηγορουμένου. Οι απαιτήσεις όμως που μας θέτει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι τόσο πολλές, τόσο αυστηρές, που δεν νομίζω ότι στην παρούσα υπόθεση μπορούν να πληρωθούν.

Να δούμε όμως τώρα τι έχει προκύψει για τον κ. Τζωρτζάτο από την αποδεικτική διαδικασία. Να δούμε πρώτα ποια είναι τα είδη των αποδεικτικών μέσων εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου. Νομίζω ότι μπορούν οι αποδείξεις εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου να ενταχθούν σε επτά κατηγορίες. Η πρώτη είναι η ομολογία του ιδίου στην προδικασία. Προϊόν βασανιστηρίων βέβαια, αλλά έχει κρίνει το Δικαστήριό σας, εσφαλμένα βέβαια, ότι δεν υπήρξαν βασανιστήρια και ότι θα την αξιολογήσει.

Δεύτερο είδος αποδεικτικών μέσων εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου. Κάποιες δηλώσεις συγκατηγορουμένων του, είτε στο ακροατήριο, είτε στην προδικασία μόνο. Τρίτο είδος αποδεικτικών μέσων εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου οι μαρτυρικές καταθέσεις. Εδώ από τώρα θα πω, ότι οι μάρτυρες που αναγνωρίζουν τον κ. Τζωρτζάτο με τον τρόπο που τον έχουν αναγνωρίσει είναι πάρα πολλοί λίγοι. Κάποιοι άλλοι συγκατηγορούμενοι αναγνωρίστηκαν ίσως από αρκετούς μάρτυρες. Ο κ. Τζωρτζάτος όμως από πάρα πολύ λίγους μάρτυρες έχει αναγνωριστεί και όπως θα δείτε, είναι αναξιόπιστοι.

Τέταρτο είδος αποδεικτικών μέσων, κάποια αποτυπώματα που έχουν βρεθεί τα οποία αποδίδονται στον κ. Τζωρτζάτο, βέβαια είναι πολύ λίγα, είναι αποτυπώματα σε ένα πηλίκιο και σε ένα βιβλίο αν θυμάμαι καλά. Και βέβαια αποτυπώματα τα οποία αποδίδονται στον κ. Τζωρτζάτο, χωρίς να έχει γίνει η απαιτούμενη εκ του νόμου πραγματογνωμοσύνη γι αυτά. Και θα δούμε και στη συνέχεια ότι, από πολύ νωρίς η υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου έχει δώσει μάχη για να γίνει η πραγματογνωμοσύνη γι’ αυτά τα αποτυπώματα.

Βέβαια θα δούμε και στη συνέχεια ότι αυτά τα αποτυπώματα δεν έχουν και μεγάλη σημασία για την κρίση περί ενοχής που τυχόν θα σχηματίσει το Δικαστήριό σας για τον κ. Τζωρτζάτο, γιατί ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι δεν είναι δικά του, ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι δεν πειράζει που δεν έχει γίνει πραγματογνωμοσύνη, όλα αυτά ανάγονται στο διάστημα κατά το οποίο ο κ. Τζωρτζάτος έχει παραδεχθεί ότι υπήρξε μέλος της 17Ν.

Και βέβαια από τώρα θα το πω και θα το ξαναπώ, κατόπιν επανειλημμένων ερωτήσεων προς τους ειδικούς που ήρθαν εδώ να καταθέσουν παρανόμως ως μάρτυρες, ενώ θα έπρεπε να έχουν κάνει πραγματογνωμοσύνη και οι δυο είπαν, ότι δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε χρονικά, πότε έχουν υπάρξει αυτά τα αποτυπώματα στα κινητά αντικείμενα, γιατί φυσικά μιλάμε μόνο για κινητά αντικείμενα.

Πέμπτο είδος αποδεικτικών μέσων. Είναι το περίφημο Π57 για το οποίο έχει γίνει και μια πραγματογνωμοσύνη, το οποίο αποδίδεται στον κ. Τζωρτζάτο και το οποίο δήθεν πιστοποιεί τις καταπληκτικές ηλεκτρονικές γνώσεις που είχε και αν θέλετε ως έμμεσο συμπέρασμα από εκεί προκύπτει ότι ήταν ο βασικός ηλεκτρονικός της οργάνωσης που έκανε το ένα και το άλλο και έφτιαχνε τους εκρηκτικούς μηχανισμούς, θα το δούμε και αυτό στην πορεία.

Έχουμε ως έκτο είδος αποδεικτικών μέσων κάποιες άλλες ενδείξεις, που ενδεχομένως μπορεί να σκεφθεί το Δικαστήριό σας, ότι και αυτές συνεισφέρουν κάτι στην διαπίστωση της ενοχής του κ. Τζωρτζάτου. Η σημαντικότερη απ’ αυτές είναι, τα περίφημα τετράδια, θα δούμε και γι’ αυτά, τι λέει η υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου.

Και νομίζω ότι μια πρόσθετη ένδειξη που μπορεί το Δικαστήριό σας να αξιολογήσει εις βάρος του κ. Τζωρτζάτου είναι το έβδομο είδος των αποδεικτικών μέσων, είναι η επαγγελματική ιδιότητα που έχει ο κ. Τζωρτζάτος η επαγγελματική ότι είναι ηλεκτρολόγος. Δυο, ή τρεις συνάδελφοι της πολιτικής αγωγής ήδη αναφέρθηκαν σ’ αυτή την ιδιότητα, ως επιβαρυντικό στοιχείο για τον κ. Τζωρτζάτο.

Αυτά λοιπόν είναι τα επτά είδη των αποδεικτικών μέσων, στα οποία μπορεί να στηριχθεί ίσως μια καταδικαστική κρίση του Δικαστηρίου σας. Να δούμε όμως αν είναι πρόσφορα αυτά τα αποδεικτικά μέσα για να στηρίξουν μια κρίση περί ενοχής.

Ας ξεκινήσουμε με το πρώτο, να τα πάρουμε με τη σειρά. Έχουμε μια προανακριτική ομολογία του κ. Τζωρτζάτου, βεβαίως σας έχει εξηγήσει ο ίδιος ότι, κατόπιν βασανιστηρίων υπέγραψε απλώς αυτά που του φέρανε έτοιμα οι αστυνόμοι, και βέβαια έχουμε πει και θα το ξαναπούμε ότι αυτή ειδικά η προανακριτική ομολογία του κ. Τζωρτζάτου, η οποία περιέχεται στην προανακριτική του απολογία, είναι ένα παράνομο αποδεικτικό μέσο, αν θέλετε ένα σχολικό παράδειγμα παράνομου αποδεικτικού μέσου, τι πιο παράνομο από μια ομολογία που έχει αποκτηθεί κατόπιν βασανιστηρίων και γι’ αυτό, δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο αποδεικτικό μέσο από το Δικαστήριό σας.

Εδώ ας δούμε λίγο τι ακριβώς έχει γίνει, πρέπει να τα θυμηθούμε αυτά κ. Δικαστές. Και βέβαια εισαγωγικά να θυμίσω και κάτι που έχει πει ο κ. Τσελέντης, ένας συγκατηγορούμενος που έχει εκτιμηθεί από τον κ. Εισαγγελέα, ως πρότυπο μεταμεληθέντος που έχει επιδείξει την σωστή συμπεριφορά και που προφανώς τουλάχιστον η Εισαγγελική αρχή, θεωρεί το υπόδειγμα του αξιόποινου προσώπου που κάνει δηλώσεις εναντίον συγκατηγορουμένου.

Μας έχει πει λοιπόν ο κ. Τσελέντης στις 6 Αυγούστου σχετικά με τις καταθέσεις και τις απολογίες των Σάββα Ξηρού, Χριστόδουλου Ξηρού και Τζωρτζάτου: «Αυτά που γνώριζα εγώ και τα διάβασα εκεί μέσα είναι πραγματικότητα. Τα έχω αναφέρει και στην ανάκρισή μου στο Δικαστήριό σας. Υπάρχουν όμως και πράγματα που δεν τα ήξερα, ή δεν συμφωνώ και δεν μπορώ να κατανοήσω για ποιο λόγο τα είπαν.›

Ποιος τα λέει αυτά; Ο κ. Τσελέντης που έχει δεχθεί ότι υπήρξε μέλος της 17Ν, που έχει διακηρύξει σ’ όλους τους τόνους στο Δικαστήριό σας την μεταμέλειά του, που έχει κριθεί αξιόπιστος από τον κ. Εισαγγελέα και μας λέει ακόμα και ο κ. Τσελέντης ότι ξέρετε, οι κύριοι αυτοί, μεταξύ των οποίων και ο κ. Τζωρτζάτος, είπαν πράγματα που κατά την άποψη του κ. Τσελέντη είναι σωστά, αλλά είπαν και κάποια πράγματα με τα οποία δεν συμφωνώ και δεν μπορώ να κατανοήσω για ποιο λόγο τα είπαν. Βλέπετε λοιπόν πώς αντιμετωπίζει ο κ. Τσελέντης το σύνολο των ομολογιών, εντός ή εκτός εισαγωγικών, που γίνονται και από τον κ. Τζωρτζάτο. Έχει πει λέει πράγματα που είναι ψέματα, το λέει πιο κομψά, δεν συμφωνώ και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Και μάλιστα λέει ότι, δεν μπορώ να κατανοήσω ότι, για ποιο λόγο τα είπαν. ¶ρα λοιπόν το ίδιο το πρώην μέλος της 17Ν, ο μεταμεληθείς – κατά δήλωση του ιδίου – τρομοκράτης, λέει στο Δικαστήριό σας στο ακροατήριο, ξέρετε κύριοι, η ομολογία του κ. Τζωρτζάτου περιέχει κάποιες αλήθειες – έτσι εκτιμά ο κ. Τσελέντης – αλλά όμως περιέχει και κάποια πράγματα που ξέρω ότι είναι ψέματα. Δεν το είπε έτσι, το διαμορφώνω εγώ.

Και βέβαια δεν μπορώ να καταλάβω, πώς τα είπε. Εδώ βέβαια θα πω και στον κ. Τσελέντη και στο Δικαστήριό σας, εγώ καταλαβαίνω πολύ καλά πώς τα είπε. Όταν τρως άγριο ξύλο, εκεί υπογράφεις τα πάντα. Θυμάστε αυτό που είχε πει ο κ. Ιωαννίδης ο βουλευτής, για έναν συγκατηγορούμενό του στη διάρκεια της χούντας, που κατήγγειλε τα χίλια μύρια επιβαρυντικά για τον ίδιον και όταν μετά τον βρήκε και του είπε, μα τι είναι αυτά που είπες άνθρωπέ μου, του είπε, τι να κάνω, με πίεσαν, με βασάνισαν και αναγκάστηκα να τα πω.

Και θυμάστε και το παράδειγμα που αναφέρει ο αείμνηστος καθηγητής Γαρδίκας που σας ανέφερα χθες για εκείνο το θλιβερό ζευγάρι, το οποίο, η μεν γυναίκα αναγκάστηκε να ομολογήσει κατόπιν πιέσεως ότι σκότωσε το θύμα και πήρε και το ρολόι, και βέβαια κάποια στιγμή βρέθηκε ο αληθινός δολοφόνος με το κλεμμένο ρολόι στην τσέπη και αποκαλύφθηκε η δικαστική πλάνη.

Εκεί και η γυναίκα δήλωσε, μα τι να κάνω, ήμουν κλεισμένη σε ένα κελί με πιέζανε και ομολόγησα ψέματα. Και το πιο χειρότερο ποιο ήταν, το θυμάστε; Ότι και ο άνδρας της, ο σύζυγός της την είχε καταγγείλει και μάλιστα είπε, μα τι να κάνω μ’ αυτά που υπέστην αυτά θα έλεγα και πολύ περισσότερα προκειμένου να γλιτώσω. Αυτά νομίζω ότι αξίζει να τα θυμηθούμε και πάλι.

Με δεδομένο λοιπόν ότι και ο ίδιος ο μεταμεληθείς τρομοκράτης ο κ. Τσελέντης λέει ότι, πώς είναι δυνατόν κάποια πράγματα να τα λέει ο κ. Τζωρτζάτος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, ας δούμε, έχοντας αυτό ως εισαγωγική σκέψη στο μυαλό μας, ας δούμε τι μας είπε ο κ. Τζωρτζάτος για το πώς ελήφθη αυτή η προανακριτική απολογία που περιέχει βέβαια την ομολογία τέλεσης πολλών πράξεων.

Θα ξεκινήσω βέβαια από την απολογία του κ. Τζωρτζάτου. Και θα θυμίσω ότι ειδικά αυτό το κομμάτι δεν σας το διάβασε, το είπε μόνος του χωρίς καμία σημείωση, μ’ αυτά που είχε ζήσει μέσα του, μ’ αυτά που είχε μέσα στην ψυχή του.

Τι είχε πει στις 31 Ιουλίου ο κ. Τζωρτζάτος; «Σ’ αυτό που θα ήθελα να αναφερθώ, ήταν την ημέρα της σύλληψής μου, πέρσι τέτοιο καιρό στις 18 του μηνός στην Χιλιαδού Ευβοίας, 5.30 το πρωί σε ένα σπίτι φίλου που βρισκόμουνα, άνοιξαν την πόρτα, επειδή δεν την κλείδωνα ποτέ και μπήκαν γύρω στα 15 άτομα της Αντιτρομοκρατικής με κουκούλες. Μπαίνοντας, ήταν το δωμάτιο που κοιμόταν η γυναίκα μου με το παιδί και αριστερά ήμουν εγώ. Το παιδί έπαθε σοκ. Ξύπνησε. Έκλαιγε. Έκανε εμετό. Σηκώθηκα, ντυθήκαμε, βγήκαμε έξω, τους είπα τι συμβαίνει; Και μου είπαν, θα πάμε για μια φιλική συζήτηση στην Ασφάλεια.› Ήταν τόσο φιλική κ. Πρόεδρε, που μαζί με την πορτοκαλαδίτσα και το καφεδάκι, είχε και το άγριο ξύλο κ. Πρόεδρε.

«Έξι, επτά αυτοκίνητα της Αντιτρομοκρατικής, σύνολο καμιά 20αριά, άτομα μας πήραν, μας βάλανε σε ένα όχημα, βάλανε και την σύντροφό μου, παρόλο που τους είπε ότι έχει δουλειά και ότι πρέπει να φύγει με το παιδί κάποια στιγμή να πάει σε δουλειά που είχε στην Αθήνα αλλά όχι μαζί τους. Την πήραν με το ζόρι. Στη διαδρομή η μικρή έκανε εμετό συνέχεια και σταματούσαμε και έκλαιγε, επειδή τρέχανε πολύ. Μετά από δυο ώρες βρεθήκαμε στην Αθήνα στις 9.15. Στις 9.30 με ανεβάσανε στον 12ο όροφο της Αντιτρομοκρατικής, καθώς και την γυναίκα μου, την οποία δεν την ξαναείδα ούτε το παιδί. Με βάλανε σε ένα γραφείο όπου ήταν γύρω στα 7, 8 άτομα, που τα 6 από αυτά, ήταν οι ίδιοι που με είχαν ανακρίνει και το ’93.›

Εδώ βλέπετε τι ωραία που δένει η ιστορία. Οι ίδιοι που είχαν εξετάσει τον κ. Τζωρτζάτο το ’93, παίρνουν την ρεβάνς τώρα και τον περιμένουν στα γραφεία της Αντιτρομοκρατικής το 2002, η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο όπως ξέρετε. 9 χρόνια μετά, θα δεις τι έχεις να πάθεις Βασίλη Τζωρτζάτο. Και βέβαια εδώ να θυμίσω και πάλι ότι, 9.30 τον ανεβάζουν στην Αντιτρομοκρατική όμως επισήμως στις 9.30 το πρωί ο κ. Τζωρτζάτος παραθερίζει στην Εύβοια. Γιατί επισήμως η σύλληψή του γίνεται 8 και τέταρτο το βράδυ στην Αντιτρομοκρατική, που πήγε μια επίσκεψη ο άνθρωπος, κάνουν καλό καφέ εκεί πέρα και ιδίως έχουν και ωραίες πορτοκαλάδες!

Πήγε λοιπόν επίσκεψη, είδε φως ανέβηκε επάνω το βράδυ στις οκτώ και τέταρτο και εκεί τον συνέλαβαν βέβαια. Αλλά στις 9.30 το πρωί, επισήμως ο κ. Τζωρτζάτος κάνει το μπάνιο του στην Εύβοια, κάνει τις βόλτες του στην Αθήνα. Αυτά μας λέει η νομική πραγματικότητα της έκθεσης σύλληψης που σας διάβασα προχθές.

«Τα έξι λοιπόν απ’ αυτά τα άτομα, ήταν οι ίδιοι που με είχαν ανακρίνει και το ’93›, λέει ο κ. Τζωρτζάτος. Και συνεχίζει, «με το που με πήγαν επάνω ζήτησα τον δικηγόρο μου. Μου λένε, συγνώμη για την έκφραση, πούστη αυτά που ήξερες θα τα ξεχάσεις, θα σε γαμήσουμε καθώς και εσένα και την οικογένειά σου, δεν πρόκειται να βγεις ζωντανός από εδώ. Τελευταία φορά βλέπεις τον ήλιο την ημέρα. Μας ρεζίλεψες δέκα χρόνια, θα φτύσεις αίμα.› Έτσι του είπαν οι ευγενείς άνδρες της Αντιτρομοκρατικής.

«Μου είπαν να βγάλω τα ρούχα μου, δεν τα έβγαζα.› Είναι δυνατόν κ. Πρόεδρε, να λένε οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής, γδύσου βγάλε τα ρούχα σου και να μην υπακούς; Τι πράγματα είναι αυτά. Βεβαίως υπήρξε η ανάλογη αντιμετώπιση. «Μου τα έβγαλαν με το ζόρι. Με άφησαν γυμνό για ένα τέταρτο περίπου και μετά άρχισαν και με γρονθοκοπούσαν.› Ευτυχώς ήταν καλοκαίρι και δεν κρύωνε ο άνθρωπος. «Με έβαζαν και έσκυβα. Με απειλούσαν με ένα γκλοπ. Τα πρώτα ονόματα που άκουσα και μου είπαν να αναφερθώ σ’ αυτούς και μου είπαν, σε δυο τρία χρόνια θα είσαι έξω. Θα μας πεις για τον Γιάννη Σερίφη, για τον Ψαραδέλλη, τον Παπαναστασίου και τον Γιωτόπουλο. Τους λέω, άλλον από τον Ψαραδέλλη δεν γνωρίζω, απλώς σαν φίλο και τον Γιάννη Σερίφη τον έχω ακουστά μόνο, ως συνδικαλιστή και αγωνιστή. Με χτύπησαν πολύ άσχημα και επειδή καθόμουν σε μια γωνιά κουλουριασμένος, με χτύπησαν πολύ από την μια μεριά. Από τότε έχω μια θλάση στα πλευρά, η οποία, μόλις ζοριστώ λίγο εμφανίζεται συνέχεια και η οποία θλάση δεν φαίνεται σε ακτινογραφία. Με είχαν χτυπήσει στη μέση, στη μέση όμως φαίνεται ότι έχω σοβαρό πρόβλημα. Τέλος πάντων, με χτυπούσαν πολύ ώρα.›

Απλά πράγματα, επί πολύ ώρα τι κάνανε οι αστυνόμοι; Αυτό που ίσως κάνουν συχνά, δεν το ξέρω, τον χτυπάγανε πάντως πολύ ώρα. «Μετά με πήραν από εκεί και με πήγαν σε άλλο γραφείο. Επειδή είχε ματώσει η μύτη μου και είχα γεμίσει αίματα, μου έφεραν μια βρεγμένη πετσέτα›. Έχουμε ευγενείς αστυνομικούς κ. Πρόεδρε, σου ματώνει η μύτη; Θα πάρεις την πετσετούλα σου την βρεγμένη και θα την αντιμετωπίσεις την κατάσταση. «Σκουπίστηκα, τους είπα να πιω νερό, δεν με άφησαν να πιω νερό από την βρύση› καμιά αφορά υπάρχουν και μικρόβια στη βρύση ξέρετε και με πήγαν σε ένα άλλο γραφείο που ήταν άλλοι που το έπαιζαν καλοί. Έλα πες τα, ο φίλος σου ο Ψαραδέλλης τα είπε όλα για σένα, πες τα και εσύ να τελειώνεις. Και τους λέω, δεν έχω να πω τίποτα. Η διαδικασία αυτή κράτησε μέχρι τις 12 η ώρα.› Το ξύλο φυσικά. «Ενδιάμεσα, χρονικά δεν θυμάμαι πότε ακριβώς, σε κάποιο γραφείο μου πήραν και τα πράγματα όλα, τα οποία με έβαλαν να τους πω, τι ακριβώς ήταν. Τι ακριβώς ανοίγω με τα κλειδιά, το κινητό μου, κάποια άλλα πράγματα, να τους πω τι ακριβώς είναι. Με ξαναπήραν σε ένα γραφείο, με χτυπούσαν πάλι. Ήμουν ψυχικό ράκος.

Τελικά το βράδυ, υπολόγισα γύρω στις 12 με 1, μπορεί να ήταν πιο αργά τους είπα. Πράγματι έχω σχέσεις με την 17Ν, αλλά ο ρόλος μου ήταν περιφερειακός. Τους ζήτησα πάλι δικηγόρο. Μου έλεγαν, δεν υπάρχει περίπτωση να έχεις δικηγόρο. Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Θα πρέπει να σου φέρουμε κάποια πράγματα να υπογράψεις, ειδάλλως δεν πρόκειται να βγεις από εδώ μέσα. Έχουμε κάθε ευχέρεια να σε πετάξουμε από κάποια τζαμαρία, ή κάποιο παράθυρο και να πούμε ότι αυτοκτόνησες, ότι πήρες κάποια όπλα από μας και αυτοκτόνησες. Θυμήσου την περίπτωση του Χριστόφορου Μαρίνου και θα καταλάβεις.› Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να σας θυμίσω τι έγινε με τον Χριστόφορο Μαρίνο, το ξέρετε.

«Ξέχασα να πω ότι κάποια στιγμή μου υπενθύμισαν ότι η γυναίκα μου με το παιδί δεν έχουν φύγει και ότι ανακρίνονται μαζί με το παιδί σε κάποιο γραφείο, έτσι μου είπαν, πράγμα που δεν συνέβαινε.› Εδώ βέβαια κάνει λάθος ο κ. Τζωρτζάτος γιατί επί πέντε ώρες όντως ήταν κλειδωμένη σε ένα γραφείο η γυναίκα του μαζί με το παιδί του. Το διευκρινίζει στη συνέχεια. «Πράγματι την κράτησαν απ’ ότι έμαθα, τέσσερις ώρες κλειδωμένη σε ένα γραφείο με το παιδί, μόνο τέσσερις ώρες – προσθέτει ο ομιλών – και μετά τους άφησαν.›

Προσέξτε κύριε Πρόεδρε εδώ, «με εκβίαζαν συνέχεια με το παιδί. Αυτό που με ενόχλησε πιο πολύ, ήταν ότι υπήρχε συγκεκριμένος αστυνομικός που δεν θα μου φύγει ποτέ από το μυαλό, μπορώ να τον αναγνωρίσω και σε δέκα χιλιάδες ανθρώπους, ο οποίος με χτυπούσε, με απειλούσε με απαγωγή και βιασμό της κόρης μου.› Προσέξτε το λίγο κ. Πρόεδρε, καλός και ο δικαστικός επιμελητής, αλλά προσέξτε λίγο και τις απειλές για τον κ. Τζωρτζάτο.

Θα βγούνε και οι φωτοτυπίες, αλλά όταν μιλάμε για την άσκηση της σωματικής και ψυχολογικής βίας, οι φωτοτυπίες μπορούν και να περιμένουν λίγο κύριε Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα είπε ο κ. Τζωρτζάτος, τα ακούσαμε. Πείτε τα πάλι, αν τα πείτε ίσως δυο, τρεις φορές ίσως είναι καλύτερα, πείτε τα.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Πάντα ελπίζω ότι μπορεί να τα εκτιμήσετε κ. Πρόεδρε, είμαι αισιόδοξος άνθρωπος και καλόπιστος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα είπε ο ίδιος, τα ξαναδιαβάζετε εσείς, τι να κάνουμε τώρα;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Το καταλαβαίνω ότι ενοχλείστε, όταν ακούτε λεπτομερή περιγραφή βασανιστηρίων. Και εγώ αν ήμουν στη θέση σας, πιθανόν να ενοχλούμουν και εγώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν θεωρείτε τον Πρόεδρο και βασανιστή κιόλας?.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αυτό καταλάβατε κύριε Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορείτε να βρίζετε κύριε συνέχεια εσείς εδώ μέσα.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Μάλλον εσείς με έχετε βρίσει αρκετές φορές, αλλά το έχω αγνοήσει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ?φυσικά και ενοχλούμαι με τους βασανισμούς?αν γίνονται οι βασανισμοί είναι το πρόβλημα.