Πολιτική
Τρίτη, 14 Οκτωβρίου 2003 21:06

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (14/10/2003) Μέρος 6/8

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κάποια κελιά μας περιμένουν από κάτω μερικούς μου φαίνεται.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν σας κατηγορήσουν εσάς ποτέ, εγώ θα παραιτηθώ και θα έρθω συνήγορός σας. Θέλετε τίποτα άλλο; Εάν δηλαδή σας κατηγορήσουν επειδή ήρθατε εδώ και να είναι και ανώμαλες καταστάσεις ακόμα, εγώ θα βγω μπροστά. Έστω και εάν μου ρίχνετε ποταμό, δεν με πειράζει εμένα, εσείς το κάνετε για λόγους επικοινωνιακούς και καλά κάνετε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Και εσείς κάνετε για λόγους επικοινωνιακούς πολλά πράγματα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν έχω λόγο να επικοινωνώ. Ελάτε παρακαλώ, κ. Χρυσικόπουλε σας βάλανε και εσάς μέσα.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ είπα, ότι εμείς θα πάμε μάρτυρες, αν θα είστε συνήγορος, εμείς θα πάμε μάρτυρες αναγκαστικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: θα βοηθήσω πολύ σαν συνήγορος μην φοβάστε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Η αγόρευσή μου λοιπόν έχει εξαντλήσει το γενικό της μέρος και μπαίνει πλέον στο ειδικότερο, άλλον ειπείν στο γήπεδό σας, στο πεδίο δηλαδή του ποινικού ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου και στην κρίση ενός προς ένα, των αδικημάτων για τα οποία κατηγορείται ο Τζωρτζάτος.

Προηγουμένως θα ήθελα να αναφερθώ δια βραχέων σε ορισμένα επιχειρήματα που έχουν ακουστεί απ’ όλες τις πλευρές, σχετικά με την ισχύ και τον τρόπο ερμηνείας του άρθρου 211Α, έχοντας κάνει μια καταγραφή της επιχειρηματολογίας που έχει ακουστεί μέχρι τώρα, δεν θα επαναλάβω πράγματα που έχουν λεχθεί, απλώς θα συμπληρώσω και θα διατυπώσω ορισμένες απαντήσεις σε κάποια επιχειρηματολογία, της οποίας απάντηση δεν έχει ακουστεί και στη συνέχεια θα περάσω στα αδικήματα.

Για το άρθρο 211Α του Κ.Ποιν.Δ. έχουν διατυπωθεί εν συνόλω δέκα επιχειρήματα, τόσο στη διάρκεια της διαδικασίας διαχύτως και σε διάφορα στάδιά της, όσο και κατά το στάδιο των αγορεύσεων, είτε από τους πολιτικούς ενάγοντες, είτε από τους κ. Εισαγγελείς.

Το επιχείρημα ότι ο νόμος 2928/2001 καταργεί σιωπηρά ως νεώτερος και ειδικός την διάταξη του 211Α, έχει ήδη απαντηθεί με διάφορα αντεπιχειρήματα. Είπαμε ότι πρώτα απ’ όλα έχουμε μια συγκεκριμένη ένδειξη τελολογικής ερμηνείας από το γεγονός ότι αφενός μεν στο Δικαστήριο δυο παράγοντες που παρίστανται, τόσο ο κ. Μαρκής αναπληρωτής Εισαγγελέας, όσο και ο κ. Λίβος πανεπιστημιακός και συνήγορος πολιτικής αγωγής της οικογένειας Αξαρλιάν, μέλη αμφότεροι της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, του νόμου αυτού, δεν ανήκουν σε εκείνους οι οποίοι συνηγόρησαν προς την άποψη αυτή.

Αφετέρου προϋπάρχει η άποψη του κ. Διώτη, εκπεφρασμένη στο δημοσίευμα ήδη από το έτος 2000 που σας διάβασα χθες, μέλους ομοίως της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, ο οποίος ήθελε πράγματι να καταργηθεί ή να εξαιρεθεί η εφαρμογή του άρθρου 211Α για τις περιπτώσεις που έχουμε υπαγωγή εγκλημάτων στο νόμο 2928 και είναι σαφές ότι η άποψη αυτή ελήφθη υπόψη εφόσον ο κ. Διώτης ήταν μέλος της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, πλην όμως η άποψη αυτή δεν έγινε δεκτή.

Εδώ στο ακροατήριο υποστηρίχθηκε η άποψη αυτή, από τον κ. Τακτικό Εισαγγελέα και από τους κ.κ. Πανταζή, Βασιλακόπουλο, Τζανετή, Γιαννίδη στο ακροατήριο. Ενώ αντίθετα εξέφρασε άποψη και ορθά νομίζω η κα Βόζεμπεργκ από την πολιτική αγωγή.

Ένα επιχείρημα έχω να προσθέσω ακόμα στα εναντίον της ερμηνείας αυτής, που είναι το εξής. Εφόσον ο οποιοσδήποτε έχει την άποψη αυτή, την συσχετίσει κατ’ αντιπαράθεση με την εφαρμογή των μέτρων επιείκειας του άρθρου 187Α όπως αυτό έχει διατυπωθεί με τον νόμο 2928/2001, νομίζω ότι έτσι κι αλλιώς βρίσκεται σε αδιέξοδο, διότι δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής.

Δηλαδή λέει κάποιος ότι δεν ισχύουν οι περιορισμοί οι αποδεικτικοί του 211Α για όσα θα μας πει εκείνος που έχει ζητήσει υπέρ του εαυτού του τα μέτρα επιείκειας γιατί συνέβαλε στην εξάρθρωση, αλλά αυτό είναι ένα επιχείρημα που έχει μια συγκεκριμένη εφαρμογή και οφείλει κανείς, αν το θέλει στην ολοκλήρωσή του να το εκφράσει, να συνοδεύσει και να πει, ο τάδε υπάγεται στις προϋποθέσεις της λήψης μέτρων επιεικείας γιατί συνέβαλε με αυτά τα οποία μας είπε και αυτά τα οποία μας είπε είναι εκείνα, τα οποία θα ληφθούν υπόψη ως αποδεικτικά μέσα κατά παρέκκλιση του 211Α.

Εφόσον δεν προτείνεται εδώ, ούτε από τον κ. Εισαγγελέα, ούτε από άλλον κανέναν η εφαρμογή της ρύθμισης του άρθρου 187Α σχετικά με τα μέτρα επιείκειας για κανέναν από τους κατηγορουμένους, οι οποίοι επιβαρύνουν συγκατηγορούμενό τους, δεν γεννάται θέμα ταυτόχρονα για κατάργηση σιωπηρή της διάταξης του 211Α όσον αφορά τις επιβαρυντικές κατά των συγκατηγορουμένων τους μαρτυρίες των προσώπων αυτών, εφόσον λείπει η προϋπόθεση η οποία καθιστά ανενεργή την εφαρμογή του 211Α κατά την ίδια την άποψη αυτών που το εισηγούνται.

Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένα πεδίο εφαρμογής, άλλωστε νόμος 2928 το είχα πει αυτό και το ξαναλέω, είναι ένας νόμος που έκανε ρητές και συγκεκριμένες επεμβάσεις στο σώμα του Κ.Ποιν.Δ. όλες οι τροποποιήσεις του από νομοτεχνική άποψη είναι ρητές, δεν αφήνει δηλαδή κενά και σιωπηρές περιπτώσεις καταργήσεων ή τροποποιήσεων και η όλη του δομή δεν συνηγορεί στο επιχείρημα της σιωπηρής κατάργησης.

Ακούστηκε ένα επιχείρημα κι αυτό είναι που είναι το πιο σημαντικό για μένα και το πιο επικίνδυνο. Ακούστηκε από τον κ. Τακτικό Εισαγγελέα, δεν ακούστηκε από πολιτικώς ενάγοντες, ότι οι αποδεικτικές απαγορεύσεις του άρθρου 211Α του Κ.Ποιν.Δ. προσβάλουν την λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών που κατοχυρώνει το άρθρο 87 παρ. 2 του Συντάγματος.

Και μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι, αναφέρθηκε στο επιχείρημα αυτό και ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας στην αγόρευσή του και αναφέρθηκε με έναν ουδέτερο τρόπο, χωρίς να πάρει θέση ευθέως εναντίον του λέγοντας απλώς ότι η νομολογία των δικαστηρίων δεν έχει ποτέ κρίνει ως αντισυνταγματική τη διάταξη του 211Α. Θεωρώ την άποψη αυτή επικίνδυνη, όχι κατ’ ανάγκη εκ προθέσεως από τον κ. Εισαγγελέα και πόσοι τον υποστηρίζουν, διότι το άρθρο 87 παρ. 2 του Συντάγματος, λέει ότι οι Δικαστές απολαμβάνουν της λειτουργικής ανεξαρτησίας, στα πλαίσια όμως του Συντάγματος και των νόμων. Τι είδους Δικαστές θέλουμε; Θέλουμε Δικαστές ελέω Θεού; Οι οποίοι δηλαδή να μην υπόκεινται σε κανέναν περιορισμό και σε καμία απαγόρευση ως προς τα αποδεικτικά μέσα τα οποία χρησιμοποιούν;

Ποια συνταγματική περιωπή έχει η οποιαδήποτε αρχή, ας πούμε η αρχή της ηθικής απόδειξης στο Ποινικό Δίκαιο, ώστε να παύει προς αυτήν η θέσπιση εξαίρεσης, ή η θέσπιση οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού περιορισμού όπως το 211Α, που δεν είναι μόνο το 211Α αν αυτή η άποψη ακολουθηθεί, θα πάμε και στο 177, θα πάμε και στα άρθρα που αναφέρονται στην προδικασία, θα πάμε σε κάθε είδους αποδεικτική απαγόρευση, και κυρίως θα πάμε στην κατάργηση κάθε είδους αποδεικτικής απαγόρεσης και κυρίως θα πάμε σε ένα κράτος πλήρους ελευθερίας, για να μην πω ασυδοσίας των Δικαστών να δικάζουν με όποια κριτήρια θέλουν, χωρίς να υπόκεινται σε νόμους και σε Σύνταγμα. Για να το σκεφθούμε λίγο καλά αυτό. Σκεφθείτε στο Αστικό Δίκαιο για παράδειγμα, αν θα βρισκόταν ποτέ ένας Εισαγγελέας ή ένας Δικαστής, γιατί ξέρετε και εσείς οι Εισαγγελείς Αστικό Δίκαιο, κάνετε διαφορές του νόμου 1539/38, κάνετε γνωμοδοτήσεις και αυτή η ίδια για παράδειγμα υποχρέωση απόδειξης της ιδιοκτησίας ακινήτου με συμβολαιογραφικό έγγραφο, δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα, από το νόμο προβλέπεται από τον Αστικό Κώδικα. Αστικός Κώδικας αλλά είναι κοινός νόμος.

Για σκεφθείτε δηλαδή, είπε κανένας Δικαστής ποτέ, ότι η υποχρέωσή του σε μια αστική διαφορά να εφαρμόσει αυτό τον κανόνα απόδειξης πλήττει την λειτουργική του ανεξαρτησία; Και γιατί δεν το είπε, επειδή είναι το δικαίωμα ιδιοκτησίας εκεί πέρα, ενώ εδώ είναι κάποια άλλα δικαιώματα;

Νομίζω ότι οι απόψεις αυτές, δεν θα πρέπει ούτε καν να διατυπώνονται, χωρίς προηγουμένως να προβληματίζεται εκείνος ο οποίος την διατυπώνει, πού οδηγούνε. Διότι εκεί που οδηγούν, είναι μόνο στην κατάργηση ουσιαστικά της διάκρισης των εξουσιών, διότι είναι κατάργηση της νομοθετικής εξουσίας όταν της απαγορεύεις το δικαίωμα να θέτει κανόνες και όρους στην αποδεικτική διαδικασία και στα αποδεικτικά μέσα, και καθιέρωση ενός κράτους ελέω Θεού Δικαστών, ε! όχι.

Υπάρχει ένα τρίτο επιχείρημα, το οποίο νομίζω ότι επαρκέστατα αντικρούστηκε από τον κ. Μυλωνά, το εάν συνιστά ατελή η διάταξη lex imperfete ή απλή αποδεικτική οδηγία η διάταξη αυτή. Υπάρχει ένα τέταρτο επιχείρημα, το οποίο μας λέει ότι, περισσότερες από μιας μαρτυρίες συγκατηγορουμένων αρκούν για καταδίκη, έστω και χωρίς άλλο στοιχείο.

Η άποψη αυτή η οποία υποστηρίχθηκε από τον κ. Μαρκή Αναπληρωτή Εισαγγελέα και τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής κ. Αναγνωστόπουλο και Γιαννίδη, νομίζω ότι είναι εσφαλμένη, στα πλαίσια ενός ερμηνευτικού σχεδιασμού, ο οποίος είναι φορμαλιστικός και όχι ουσιαστικός.

Εξηγούμαι. Ο νομοθέτης θέλει να προστατέψει όχι μόνο τον κατηγορούμενο, αλλά και την αξιοπιστία της απονομής δικαιοσύνης, αποδυναμώνοντας τις μαρτυρίες προσώπων τα οποία βαρύνονται για μια πράξη, ως μόνα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον συγκατηγορουμένων τους.

Και βεβαίως προστατεύει και τον κατηγορούμενο, στα πλαίσια του τεκμηρίου αθωότητας, από την πιθανότητα μιας καταδίκης του, βασισμένης μόνο και μόνο στην μαρτυρία του συγκατηγορουμένου. Ερώτημα, πότε κινδυνεύει περισσότερο ο ενοχοποιούμενος; Όταν βαρύνεται από ένα, ή όταν βαρύνεται από περισσότερους του ενός, σε συνεννόηση ενδεχομένως μεταξύ τους; Όταν δηλαδή είμαστε 4 και οι 3 συμφωνούμε να τα ρίξουμε τα βάρη στον έναν, ο σκοπός του νομοθέτη είναι ο ένας αυτός να μείνει απροστάτευτος από τους πολλούς; Δεν νομίζω ότι χρειάζεται περισσότερη ανάλυση για να φθάσει κανένας στην ερμηνευτική απάντηση.

Βεβαίως θα ήθελα να θυμίσω εδώ και την ορθή επισήμανση, αντίθετη προς τους προαναφερθέντες του συναδέλφου πολιτικής αγωγής κ. Τζανετή, ο οποίος είπε στην αγόρευσή του ευθέως ότι, ο ενικός αριθμός είναι θέμα γραμματικής νομοτεχνικής διατύπωσης της διάταξης του 211Α , ο οποίος δεν απεικονίζει διάκριση του νομοθέτη στις περιπτώσεις και διαφορετική επιθυμία ρύθμισης, όταν ο συγκατηγορούμενος που επιβαρύνει είναι ένας, απ’ ότι οι συγκατηγορούμενοι που επιβαρύνουν είναι πολλοί.

Ένα πέμπτο επιχείρημα είναι ότι η διάταξη του 211Α, είναι όταν ο επιβαρύνων συγκατηγορούμενος το κάνει προκειμένου να μετακυλήσει δικές του ευθύνες. Ούτε και αυτό είναι ακριβές, βεβαίως οι ευθύνες προσδιορίζονται στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας. Η βούληση όμως απόσπασης εύνοιας από το Δικαστήριο προκειμένου να επιτύχει μια ευνοϊκότερη μεταχείριση για τον εαυτό του δια της επιβαρύνσεως ενός άλλου, είναι μια συμπεριφορά, η οποία υπόκειται στην ποιοτική και ηθική αξιολόγηση, που ο νομοθέτης επιτάσσει το Δικαστήριο να κάνει και γι’ αυτό το λόγο δεν συσχετίζει. Θα είχε μια πιο στενή διατύπωση τις μετακυλιόμενες ευθύνες, έχει την ευρεία διατύπωση που λέει ότι μόνη η μαρτυρία συγκατηγορουμένου για την ενοχή, δεν αρκεί.

Και βεβαίως η άποψη η αντίθετη την οποία μόλις αντέκρουσα, δεν επικαλείται κάποιο νομοθέτημα, κάποια προσφυγή στη θεωρία, ή κάποια απόφαση εν πάση περιπτώσει νομολογίας, είναι ένας μάλλον ερμηνευτικός αυτοσχεδιασμός όπως και κάποιοι άλλοι, στους οποίους θα αναφερθώ παρακάτω.

Το έκτο επιχείρημα είναι ότι δεν εφαρμόζεται το 211Α, όταν έχουμε διαφορετικές έστω και συνεκδικαζόμενες περιπτώσεις. Αυτό το υποστήριξε η κα Τσόλκα, και ανέτρεξε εν πάση περιπτώσει σε ορισμένες φράσεις από τα πρακτικά της βουλής που κατά την γνώμη της στηρίζουν την άποψη αυτή, νομίζω όμως ότι η απόφαση του Αρείου Πάγου την οποία σας προσκόμισε και επικαλέστηκε ο κ. Μυλωνάς προχθές, και η οποία κρίνει την μαρτυρία ακόμα και του κλεπταποδόχου ως ανεπαρκή για την καταδίκη του προηγουμένου κλέφτη, που ήταν κλεπταποδόχος των προϊόντων που έκλεψε ο προηγούμενος και που είναι δυο διαφορετικές πράξεις, νομίζω ότι δίνει την απάντηση. Όπως την δίνει φυσικά και το κριτήριο της συνάφειας.

Διότι εδώ με το κριτήριο της συνάφειας, έχει δρομολογηθεί όλη η διαδικασία της δίκης αυτής, από την επιλογή της ρυθμιστέας ύλης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου 2928 σ’ ότι αφορά την αρμοδιότητα των Δικαστηρίων, τον τρόπο περάτωσης της ανάκρισης, τον τρόπο διεξαγωγής διαδικασίας στις εξαιρέσεις, την απόφαση για συνεκδίκαση όλων των πράξεων αυτών, και βεβαίως είναι σαφές ότι, δεν είναι μικρότερης απαξίας μια επιβαρυντική κατάθεση συγκατηγορουμένων για άλλο συγκατηγορούμενο που λέει, εγώ δεν ήμουν σ’ αυτή τη πράξη, αλλά ξέρω ότι ήταν αυτός.

Εξάλλου υπάρχει και ένα άλλο εδώ. Ότι αυτές οι εκ διηγήσεως καταθέσεις συγκατηγορουμένων, πρέπει να ελέγχονται και αποδεικτικά ως προς την πηγή της διηγήσεως. Για τον λόγο τον εξής. Όπως μας λέει ο καθηγητής κ. Λάμπρος Μαργαρίτης σε μελέτη με τίτλο «Οι δικονομικού περιεχομένου διατάξεις του νόμου 2408/96› που έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό Υπεράσπιση του 1997, λέει το εξής: Η απαγόρευση αξιοποιήσεως της μαρτυρικής καταθέσεως ή της απολογίας του συγκατηγορουμένου, σημαίνει ευθέως και απαγόρευση αποδεικτικής αξιοποίησης των μαρτυρικών καταθέσεων άλλων προσώπων, που ως μόνη πηγή πληροφορίας έχουν το συγκατηγορούμενο του οποίου η κατάθεση ή η απολογία, δεν επιτρέπεται να αξιοποιηθεί. Διαφορετική ερμηνευτική προσέγγιση θα αποτελούσε απροκάλυπτη και γι’ αυτό ανεπίτρεπτη περιγραφή της ρυθμίσεως του άρθρου 211Α.›

Αυτό σημαίνει το εξής. Ότι όταν ο συγκατηγορούμενος χ – θα έρθουμε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και θα τα δείτε αυτά που σας λέω στην πράξη – έρχεται και λέει, εγώ δεν ήμουν στην πράξη αυτή, αλλά έμαθα από την οργάνωση όχι από τον τάδε κατ’ ανάγκη, έμαθα από την οργάνωση ότι ήταν αυτός και αυτός κι αυτός. Προκύπτει με βεβαιότητα εάν τα πρόσωπα της οργάνωσης από τα οποία το πληροφορήθηκε ανήκουν ή όχι μεταξύ των σημερινών συγκατηγορουμένων, όταν αυτά δεν κατονομάζονται; Προφανώς δεν προκύπτει.

Και όταν υπάρχει αμφιβολία, η αμφιβολία πρέπει να ερμηνευθεί υπέρ του κατηγορουμένου και κατά συνέπεια το 211Α δεν έχει πεδίο εφαρμογής ούτε σε αυτές τις παράξενες εκ διηγήσεως επιβαρυντικές ομολογίες.

Υποστηρίχθηκε ακόμα η άποψη ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνο όταν ο ενοχοποιούμενος συγκατηγορούμενος δικάζεται ερήμην από τους κ. Βασιλακόπουλο και Γιαννίδη. Υποστηρίχθηκε χωρίς κάποια ιδιαίτερη τεκμηρίωση, νομίζω ότι περισσότερο προσπάθησαν να μεταφέρουν την εντύπωση από κάποιες αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΣΔΑ, τις οποίες ο κ. Αναγνωστόπουλος προηγουμένως είχε επικαλεστεί εδώ πέρα, αλλά νομίζω ότι ούτως ή άλλως το περιεχόμενο των αποφάσεων αυτών και ο τρόπος ερμηνείας του αποκαλύφθηκε σε όλες του τις διαστάσεις από την αγόρευση του κ. Μυλωνά και συνεπώς δε μένει κανένα έδαφος, ούτε για παράγωγα επιχειρήματα, τέτοιου επιπέδου, ότι ισχύουν για κατηγορούμενο που δικάζεται ερήμην.

Ούτε βεβαίως και η άποψη που υποστηρίχθηκε από τους κ. Τζανετή και Καπετανάκη ότι το 211Α δεν εφαρμόζεται στα συμμετοχικά αδικήματα δεν ευσταθεί. Αυτή είναι μια λογική αντίφαση από μόνη της. Πού υπάρχουν συγκατηγορούμενοι πλείονες του ενός, άνθρωποι ελεγχόμενοι αν όχι σε συμμετοχικά αδικήματα;

Εάν δηλαδή ο νομοθέτης θα ήθελε να αποκλείσει αυτά τα αδικήματα από το πεδίο εφαρμογής του 211Α και να εξαιρέσει την απαγόρευση αποδεικτικής χρήσης μόνο στα μη συμμετοχικά αδικήματα, δεν νομίζω ότι θα εύρισκε κανένα πεδίο εφαρμογής ρυθμιστέα ύλη η διάταξη αυτή για να μπορέσει να εφαρμοστεί.

Έτσι λοιπόν το μόνο το οποίο νομίζω ότι ως επιχείρημα είναι ισχυρό και έχει ακουστεί κυρίως από τον κ. Κατσαντώνη και βεβαίως και από τον κ. Εισαγγελέα σ’ ότι αφορά την αποδεικτική αξιοποίηση του 211Α, είναι όταν συνδυάζεται με άλλα αποδεικτικά στοιχεία και βεβαίως μεταξύ αυτών και με ενδείξεις του άρθρου 178 παράγραφος περίπτωση α, αλλά να δούμε τι είδους ενδείξεις είναι αυτές και τι προδιαγραφές απαιτούνται για τις ενδείξεις αυτές.

Διότι η θεωρία και η νομολογία τις ενδείξεις πράγματι τις διακρίνει, απ’ εκείνες που απαιτούνται για την παραπομπή. Και ορθή και η παραπομπή στον κ. Καρρά από τον κ. Κατσαντώνη τότε και στον Αλεξιάδη, μπορώ να σας διαβάζω εγώ πέντε σελίδες, δεν θέλω να το κάνω και όλοι. Η ουσία ποια είναι;

Ότι απαιτούνται ισχυρότερες ενδείξεις για καταδίκη σε συνδυασμό με άλλο αποδεικτικό μέσο ιδίως όταν είναι χωλό το άλλο αποδεικτικό μέσο, είναι το 211Α, η μαρτυρία των συγκατηγορουμένων από μόνη της και δεύτερον η θεωρία κατατάσσει τις ενδείξεις σε κάποια είδη, μιλάει για προσωπικές ενδείξεις, μιλάει για πραγματικές ενδείξεις, που συνδέουν το δράστη με το έγκλημα, ίχνη, διαπιστωτικά σημεία κλπ. όταν θα φθάσουμε, θα αναφερθώ πιο συγκεκριμένα, τέτοιου είδους ενδείξεις θα πρέπει να αναζητήσουμε. Τα τετράδια για παράδειγμα δεν είναι τέτοια ένδειξη, όταν θα φθάσουμε εκεί θα τα πούμε.

Με τις σκέψεις αυτές λοιπόν μπαίνω πλέον στα κατ’ ιδίαν αδικήματα. Ξεκινώ με την υπόθεση Μομφεράτου. Η ανάπτυξη θα γίνει με την σειρά που τις έχει και το κατηγορητήριο για διευκόλυνση και δική σας, για την ευχερέστερη παρακολούθηση, αλλά και δική μου. Στο κατηγορητήριο λοιπόν ο κ. Τζωρτζάτος αντιμετωπίζει την κατηγορία της άμεσης συνέργιας στην ανθρωποκτονία των Μομφεράτου και Ρουσσέτη. Γιατί; Γιατί σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα παρέσχε σε άλλον άμεση συνδρομή κατά την εκτέλεση των αδίκων πράξεων που διέπραξε αυτός. Συγκεκριμένα, στον παραπάνω τόπο και χρόνο, κατά τον οποίον οι συγκατηγορούμενοί του, Χριστόδουλος Ξηρός, Πάτροκλος Τσελέντης και Δημήτριος Κουφοντίνας, με πρόθεση σκότωσαν άλλον και συγκεκριμένα στον παραπάνω τόπο και χρόνο, κατά τους οποίους αυτοί τελώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, με πρόθεση να σκοτώσουν τον Νικόλαο Μομφεράτο και τον Παναγιώτη Ρουσσέτη πυροβόλησαν κλπ? αυτός τελώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, με πρόθεση παρέσχε σε αυτούς κατά την εκτέλεση των πράξεών τους αυτών, άμεση συνδρομή, η οποία συνίσταται στο ότι τελώντας εν γνώσει κλπ, μετέβη μαζί τους ένοπλος με πιστόλι στον προκαθορισμένο τρόπο του εγκλήματος, οδηγώντας Ι.Χ. αυτοκίνητο FIAT, ο οποίο παρενέβαλε σκοπίμως στην πορεία του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Παναγιώτης Ρουσσέτης, και απέκοψε την εμπροσθοπορεία αυτού, με την διακοπή της πορείας του αυτοκινήτου που οδηγούσε στο μέσο της οδού και έτσι έδωσε τη δυνατότητα στους παραπάνω συγκατηγορουμένους του, να τους πυροβολήσουν εξ εγγυτάτης αποστάσεως και να επιτύχουν τον θανάσιμο τραυματισμό τους.

Επιπλέον δε, ενεθάρρυνε στην εκτέλεση των εγκλημάτων αυτών παραμένοντας πλησίον τους κλπ. Αυτά μας λέει το βούλευμα. Τι μας λέει η πρόταση του κ. Εισαγγελέα. Μας λέει: Στις 21.2.1985, ο εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ, Μομφεράτος, επιβαίνων του αυτοκινήτου του και καθήμενος στο πίσω κάθισμα με οδηγό τον Ρουσσέτη ξεκίνησε από την κατοικία του. Δεν θα μπορούσε να φανταστεί, ότι μέσα στο κέντρο των Αθηνών στο Κολωνάκι, θα αντιμετώπιζε δολοφονική επίθεση.

Πράγματι οι κατηγορούμενοι, Κουφοντίνας, Χριστόδουλος Ξηρός, κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως και ο Πάτροκλος Τσελέντης, αφού προηγουμένως ένα αυτοκίνητο οδηγούμενο από τον Βασίλειο Τζωρτζάτο παρεμβλήθη και απέκοψε την πορεία του αυτοκινήτου του Μομφεράτου, αυτοί οι κατηγορούμενοι επετέθησαν με πυροβόλα και επέφεραν κλπ.

Και συνεχίζει για τον Τζωρτζάτο πιο κάτω: Ο Τζωρτζάτος είναι άμεσος συνεργός, αφού όπως είπα προηγουμένως, διότι αυτός παρεμβλήθη και εμπόδισε την εμπροσθοπορεία του αυτοκινήτου των θυμάτων. Αυτή είναι μια εισαγγελική μη πρόταση θα την χαρακτήριζα, για τον απλούστατο λόγο ότι, δεν έχει καμία αιτιολογημένη διάταξη η οποία να μας λέει, από την αξιοποίηση της αποδεικτικής διαδικασίας ποια είναι εκείνα τα στοιχεία τα οποία κατά την κρίση του απέδειξαν, αυτού του είδους τη συμμετοχή, ή την οποιαδήποτε συμμετοχή του Τζωρτζάτου; Και δεν κάνει τίποτα άλλο, από το να επαναλαμβάνει κατ’ άλλη διατύπωση το παραπεμπτικό βούλευμα.

Έτσι λοιπόν θα ανατρέξουμε στους λοιπούς παράγοντες της δίκης, για να δούμε τι ακριβώς έχει γίνει. Είναι μια υπόθεση πάρα πολύ δύσκολη σ’ ότι αφορά τα πραγματικά της περιστατικά, νομίζω ότι είναι από τις πλέον δύσκολες οι οποίες έχουν εκδικαστεί από το Δικαστήριο σ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, και είναι πάρα πολύ δύσκολη, διότι έχουμε πολλές και αντικρουόμενες μαρτυρικές καταθέσεις.

Δυο πράγματα με ενδιαφέρουν εμένα ως υπερασπιστή του Τζωρτζάτου και έχουν σοβαρή σημασία προς απόδειξη. Το ένα είναι, εάν πράγματι υπήρξε αυτοκίνητο το οποίο παρενεβλήθη και απέκοψε την εμπροσθοπορεία ή συνέβη κάτι άλλο, διότι εάν πράγματι υπήρξε αυτοκίνητο δέχομαι ότι εκείνος που το οδηγούσε είναι άμεσος συνεργός, σύμφωνα με το νόμο.

Και το δεύτερο είναι, αν πράγματι ο Τζωρτζάτος είχε αυτό το ρόλο, ή όχι. Ξεκινώ από το πρώτο. Κύριοι Δικαστές, η εκδοχή ότι υπήρξε κάποιο όχημα μπλε FIAT το οποίο απέκοψε την εμπροσθοπορεία του οχήματος του Μομφεράτου δεν έχει αναδειχθεί από τα περιστατικά τα οποία αποδείχθηκαν στο Δικαστήριο.

Είναι η εκδοχή του Πάτροκλου Τσελέντη και η εκδοχή του διαβιβαστικού της αστυνομίας, τότε που είχε γίνει το συμβάν. Εκδοχή η οποία πιθανότατα από όλους τους μάρτυρες που είχαν καταθέσει, είχε βασιστεί στην μαρτυρία ενός, του κ. Μπορόβα, εκείνος ήταν ο μόνος ο οποίος είπε αυτά τα πράγματα, πλην όμως, πέρα από τις άπειρες ασάφειες της προανακριτικής του κατάθεσης από τότε, ασαφέστατος ήταν και στην κατάθεσή του στο ακροατήριο εδώ και θα σας θυμίσω σχετικά αποσπάσματα.

Λέω λοιπόν κατ’ αρχήν προκύπτει και από την έκθεση αυτοψίας και από όλα τα έγγραφα της δικογραφίας, ότι η οδός Τσακάλωφ, στην οποία έβαινε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου, είναι ένας δρόμος στενός, το πλάτος του είναι 4,5 μέτρα. Και προκύπτει ότι, κατά μήκος της δεξιάς του πλευράς, υπήρχαν παρκαρισμένα αυτοκίνητα, κάθε μέρα αλλά και την ημέρα του περιστατικού.

Θυμίζω δυο καταθέσεις μαρτύρων. Η μια είναι του κ. Κοντογεώργου. Τον ρωτάει ο κ. Ραχιώτης στις 28 Μαρτίου 2003, λέει: Ραχιώτης: «εγώ δεν θέλω να σας κουράσω, θέλω δυο τρία περιγραφικά πράγματα της κατάστασης εκεί. Η Τσακάλωφ είναι ένας δρόμος που τον έχει μετρήσει η αστυνομία και γι’ αυτό δεν σας ρωτάω, είναι 4,5 μέτρα. Εκείνες τις ημέρες ήταν γιορταστικό το κλίμα, είχε πολύ κόσμο έξω; Κοντογεώργος: Θυμάμαι ότι είχε τα καρναβάλια, αποκριές ήταν. Ραχιώτης: Στην Τσακάλωφ έχει παρκαρισμένα αυτοκίνητα, παρκάρουν στην Τσακάλωφ; Απάντηση: Συνήθως παρκάρανε, ναι. Ραχιώτης: Από δεξιά παρκάρουν στην Τσακάλωφ, ή από αριστερά τα αυτοκίνητα; Κοντογεώργος: Νομίζω από δεξιά.›

Υπάρχει και ένας άλλος μάρτυρας ακόμα πιο αξιόπιστος ο κ. Γεώργιος Μπάλος που καταθέτει την ίδια ημέρα και είναι φύλακας, υπάλληλος σε γκαράζ σε χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων που είναι στη γωνία Βουκουρεστίου και Τσακάλωφ, εκεί που έγιναν όλα. «Μαρκής: «Είχατε τη δυνατότητα να το βλέπετε εσείς από το σημείο που ήσαστε προηγουμένως, προτού γίνει το συμβάν;› Μπάλος: «Εκεί είναι όλο παρκαρισμένα αυτοκίνητα›. Η ερώτηση είναι αν είχε τη δυνατότητα να βλέπει εκείνο το FIAT. Σε ερώτηση του κ. Ραχιώτη «Τη γειτονιά του την ξέρετε; Τους ανθρώπους που δουλεύουν εκεί γύρω-γύρω στη γειτονιά; Δουλεύατε χρόνια εκεί στο σταθμό εσείς;› «Δουλεύω 25 χρόνια›. «Στην Τσακάλωφ εκείνη την εποχή ήταν παρκαρισμένα αυτοκίνητα;› «Ναι, επιτρεπόταν το παρκάρισμα και στην Τσακάλωφ και ακόμα επιτρέπεται›.

Δε μένει λοιπόν αμφιβολία ότι έχουμε έναν δρόμο 4,5 μέτρα ο οποίος καταλαμβάνεται και ίσως δεν χρειάζονται και οι μαρτυρίες αυτές, το τί γίνεται στο Κολωνάκι είναι πασίγνωστο και το τί γινόταν από παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Συνεπώς το πλάτος ο οποίο μένει ελεύθερο για την κίνηση των οχημάτων στο δρόμο αυτό, δεν υπερβαίνει τα 2,5 μέτρα. Σε αυτά τα 2,5 μέτρα υπάρχει δυνατότητα να παρεμβληθεί ένα αυτοκίνητο, να αποκόψει την πορεία του άλλου και να βρίσκεται παράλληλα με το άλλο στο δρόμο όπως ο κ. Μποροβάς λέει στην προανακριτική του κατάθεση;

Προφανώς όχι. Διότι ο κ. Μποροβάς έβλεπε από 30 τουλάχιστον μέτρα πίσω και στο σκοτάδι. Αλλά εκτός αυτού, ο κ. Μποροβάς ήρθε εδώ πέρα στο ακροατήριο και εξετάστηκε. Δεν μπόρεσε να διαφωτίσει σε τίποτα τα περιστατικά. Τί κατέθεσε: «Βάδιζα στην οδό Τσακάλωφ στο δεξί πεζοδρόμιο με κατεύθυνση προς τον ¶γιο Διονύσιο. Σε απόσταση 30-40 μέτρων περίπου αντιλαμβάνομαι ένα μικρό αυτοκίνητο που είχε αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα για την Τσακάλωφ, 30-40 μέτρα όταν λέω εννοώ στη συμβολή των οδών Τσακάλωφ και Βουκουρεστίου. Ώσπου να συνειδητοποιήσω γιατί έχει αναπτύξει το αυτοκίνητο ταχύτητα, άκουσα πυροβολισμούς και με τον πρώτο πυροβολισμό μπήκα στην είσοδο της πολυκατοικίας....... Αυτό που μου έκανε εντύπωση για το θέμα της ταχύτητας ήταν ότι ο οδηγός και ο συνοδηγός ήταν νεαρά άτομα› κτλ.

Ερωτάται τί αυτοκίνητο ήταν: «Δε θυμάμαι, ένα μικρό πάντως ήταν. Δύο νεαρά άτομα και ο πίσω, ένα άτομο ηλικίας 40-45 ετών. Αυτό μου έκανε εντύπωση, δηλαδή πώς ένας μεγάλος άνθρωπος επιτρέπει στους νεαρούς να τρέχουν›. Η εκδοχή αυτή συγκρούεται καταφανέστατα με την εκδοχή Τσελέντη. Ή το αυτοκίνητο οδηγείται από έναν και θα δούμε μετά ποιος μπορεί να ήταν αυτός ο ένας και προχωρεί και αποκόπτεται με μπροστοπορεία ή το αυτοκίνητο έχει και τους τρεις μέσα και μάλιστα είναι ο μεγάλος και οι μικροί, τους οποίους είναι παράξενο το πώς τους είδε μέσα στη νύχτα, αλλά αν είναι το αυτοκίνητο με τους τρεις αυτό που τρέχει που είδε ο κ. Μπορόβας, δεν είναι προφανώς το αυτοκίνητο που μας ενδιαφέρει εκείνο.

Ερώτημα δεύτερο: Υπάρχει κάποιος μάρτυρας ο οποίος να μας λέει ότι πράγματι είδε το FIAT να αποκόπτει την πορεία της MERCEDES; Να ανατρέξω πρώτα απ’ όλα στις αγορεύσεις των συνηγόρων της Πολιτικής Αγωγής, αφού πω ότι πραγματικά στην υπόθεση αυτή η Πολιτική Αγωγή συνεισέφερε με δύο πολύ άξιους ανθρώπους, όχι επώνυμους, που έκαναν δουλειά και πραγματικά βοήθησαν, και μάρτυρες εξέτασαν και στις αγορεύσεις προσπάθησαν να βοηθήσουν το Δικαστήριο. Ο κ. Ποταμίτης λοιπόν, επικαλείται την μάρτυρα κα Αρσένη λέγοντας ότι αυτή είδε το FIAT να μετακινείται.

Θα φτάσουμε στην κα Αρσένη και θα δούμε ποιο αυτοκίνητο είδε η κα Αρσένη να μετακινείται. Επικαλείται τον κ. Παυλίδη στον οποίον επίσης θα φτάσουμε διότι ούτε και αυτός είδε το FIAT αυτό να μετακινείται. Για την ώρα είμαστε στον κ. Μποροβά ο οποίος συνεχίζοντας σε ερωτήσεις του κ. Εισαγγελέα ερωτάται: «Εντός αυτού ήταν τρία άτομα είπατε› Μποροβάς: «Οδηγός, συνοδηγός και ένα τρίτο άτομο πίσω›. Εισαγγελέας: «Αυτό το αυτοκίνητο πλευρίζει τη MERCEDES από αριστερά;› «Δεν είδα αυτό το πράγμα›. «Προσπερνά τη MERCEDES;› «Δεν είδα αυτό το πράγμα›. «Πήγαινε μπροστά από τη MERDEDES ;› «Δεν το είδα σας λέω›. «Δεν το είδατε;› «Όχι.›.

Επόμενη ερώτηση: «Το αυτοκίνητο αυτό σταμάτησε για να ρίξει τους πυροβολισμούς;› Μποροβάς: «Αυτό δεν το ξέρω›. Εισαγγελέας: «Είπατε ότι σε αυτό το αυτοκίνητο ήταν κι ένας τρίτο πρόσωπο και σας έκανε εντύπωση, ήταν ένας μεγάλος άνθρωπος›.

Τί έχει λοιπόν εισφέρει ο κ. Μποροβάς στην αποδεικτική διαδικασία; Ότι είδε ένα αυτοκίνητο περπατώντας στην οδό Τσακάλωφ να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και να έχει μέσα τρεις επιβάτες. Δεν είδε αν αυτό το αυτοκίνητο πλησίασε τη MERCEDES ή την προσπέρασε, δεν είδε αν της έφραξε το δρόμο, το συνέδεσε με κάποιους πυροβολισμούς που όπως λέει σε άλλο σημείο της κατάθεσής του τους άκουσε, πήγε και κρύφτηκε στην είσοδο μιας πολυκατοικίας και δεν είδε τίποτε άλλο.

Δεύτερο ερώτημα προβληματισμού: Εάν πράγματι ίσχυε η εκδοχή Τσελέντη, ότι δηλαδή ήταν παρκαρισμένο το αυτοκίνητο με το οποίο θα απεκόπτετο η εμπροσθοπορεία του Μομφεράτου εκεί κάπου στην οδό Τσακάλωφ, στο σημείο της επίθεσης. Πότε θα προλάβαινε να αναπτύξει ταχύτητα ιλιγγιώδη, που εκείνος ο δρομάκος έχει 2,5 μέτρα πλάτος όπως είπα και για να φτάσει να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα θα έπρεπε το λιγότερο από την αρχή του δρόμου να τρέχει. Και γιατί να τρέχει εν πάση περιπτώσει αν η MERCEDES ήταν πίσω του;

Αν πάλι η MERCEDES ήταν μπροστά του γιατί να τρέχει αφού όσο και να έτρεχε το πολύ-πολύ να την τρακάριζε; Ή θα κατέβαιναν μήπως μετά το τρέξιμο αυτοί για να πυροβολήσουν; Πρώτο στοιχείο λοιπόν, πρώτη μαρτυρική κατάθεση η οποία αποδυναμώνει και θέτει εκποδών την εκδοχή αυτή. Όμως να δούμε τί λένε και οι άλλοι μάρτυρες, απέκοψε πράγματι το FIAT την πορεία της MERCEDES;

Ρωτά ο κ. Μαρκής τον κ. Μπάλο, μάρτυρας στον οποίο αναφέρθηκα πριν, υπάλληλος του γκαράζ: «Το FIAT ήταν επί της Τσακάλωφ και είχε βγει τόσο ώστε να φαίνεται και από τη Βουκουρεστίου;› «Ναι, ήταν στη γωνία›. Ραχιώτης: «Αυτό το FIAT είχε πιέσει τη MERCEDES να στρίψει; Φαινόταν να της έχει φράξει το δρόμο;› Μπάλος: «Όχι›.

Επανέρχομαι στον κ. Μποροβά. Ερωτάται από τον κ. Εισαγγελέα: «Κύριε Μποροβά την αλήθεια θα πείτε, μόνο αυτή, τίποτε άλλο›. Μποροβάς: «Η αλήθεια είναι αυτή, τώρα αν τυχόν συνδυάζονται οι πυροβολισμοί από το αυτοκίνητο ή απέξω ή από πουθενά αλλού αυτό το πράγμα δεν μπορώ να το βεβαίωσω›. Εισαγγελέας: «Δηλαδή συνδέετε το αυτοκίνητο, τα πρόσωπα αυτά με τον πυροβολισμό;› «Ενδεχομένως κ. Εισαγγελέα να συνδέονται αλλά δε μπορώ να το καταθέσω›. «Αυτό το αυτοκίνητο πλευρίζει τη MERCEDES από αριστερά;› «Δεν είδα αυτό το πράγμα›. «Προσπερνά τη MERCEDES;› «Δεν είδα αυτό το πράγμα›.

Τί λένε οι άλλοι μάρτυρες: Η κα Μαρουλάκου η οποία βεβαίως είναι μάρτυρας υπεράσπισης που προτάθηκε από τον κ. Ραχιώτη, στις 8/7/2003. Ερωτάται από τον Πρόεδρος «Το αυτοκίνητο ήταν σταματημένο. Πού είχε πέσει;› «Είχε μπει στην GODIVA, είχε σπάσει η βιτρίνα, είχε μπει μέσα. Αυτοί φεύγουν από την αριστερή πάντα μεριά του αυτοκινήτου, εκεί που κάθεται ο οδηγός, έρχονται μπροστά στο φαρμακείο που είναι εκεί (το φαρμακείο ήταν όπως κατεβαίνουμε την Τσακάλωφ δεξιά στην απέναντι γωνία από εκεί που έγινε η επίθεση) όπου είναι ένα μπλε αυτοκινητάκι κοφτό πίσω σταματημένο στο οποίο μπαίνουν και φεύγουν με ταχύτητα προς τη Δημοκρίτου. Εγώ αμέσως σκέφτηκα τί απέγινε ο άνθρωπος που ήταν εκεί μέσα› κτλ.

Ερώτηση του κ. Ραχιώτη: «Όταν έφυγε το αυτοκινητάκι το FIAT με τους εκτελεστές είχε κενό δρόμο μπροστά του;› «Κενό είχε, έφυγε με δαιμονισμένη ταχύτητα προς την Δημοκρίτου. Όταν σας λέω δεν περνούσαν αυτοκίνητα και άκουσα αυτό τον ήχο αφού σας λέω ότι ήταν τόσο χαρακτηριστικός αυτός ο ήχος, τόσο γυμνός, για να μην περνάνε αυτοκίνητα, δηλαδή κάποιοι θα είχαν σταματήσει την κυκλοφορία λίγο πιο πίσω όταν θα πέρασε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου, σ’ αυτή την σκέψη είχα καταλήξει πια›.

¶λλη μία μάρτυρας λοιπόν η οποία έρχεται ανάποδα, ανεβαίνει την Τσακάλωφ προς το σημείο της επίθεσης και αντιλαμβάνεται τους πυροβολισμούς και λέει ότι υπήρχε ένα μπλε αυτοκινητάκι κοφτό πίσω σταματημένο στο φαρμακείο, δηλαδή στη διασταύρωση, μπροστά από το σημείο που έγιναν οι πυροβολισμοί. Βεβαίως θα μου αντιλέξετε, μπορεί προηγουμένως το αυτοκίνητο αυτό να είχε αποκόψει την πορεία. Μπορεί, είναι μία λογική σκέψη. Απόδειξη δεν υπάρχει μέχρι τώρα.

Να δούμε τί λένε οι μάρτυρες για τον τρόπο διαφυγής των δραστών και αν κάποιος απ’ αυτούς που αντιλήφθηκε αυτό το αυτοκινητάκι το οποίο είναι προφανώς το αυτοκίνητο διαφυγής, το συνδέει με αυτοκίνητο το οποίο έχει αποκόψει την εμπροσθοπορεία του. Ρωτά ο κ. Πρόεδρος τον κ Κοντογιώργο τί έγιναν οι δράστες. Κοντογιώργος: «Έτρεξαν στο βάθος της Τσακάλωφ και τους περίμενε ένα άλλο σκούρο αυτοκίνητο και έφυγαν πάνω από την Αναγνωστοπούλου›. «Από την Τσακάλωφ δηλαδή έτρεξαν;› «Ναι, τέρμα Τσακάλωφ›.

Ο μάρτυρας αυτός λέει κάτι πιο συγκεκριμένο από την προηγούμενη, ότι οι δράστες που πυροβόλησαν, περπάτησαν προς το βάθος του δρόμου, αν είχε δει στη γωνία το αυτοκίνητο θα μιλούσε για τη γωνία. Μιλά για το βάθος του δρόμου, ακόμα πιο μακριά και πιο μπροστά από τον τόπο της επίθεσης.

Ένας άλλος μάρτυρας, ο κ. Παυλίδης, δεν θυμάται τίποτα, του αναγιγνώσκεται η προανακριτική του κατάθεση, ένα απόσπασμα από τον Πρόεδρο και λέει στην προανακριτική: «Δίπλα από τη MERCEDES προς την πλευρά του Λυκαβηττού ήταν σταματημένο ένα αυτοκίνητο μάρκας FIAT χρώματος μπλε και είχε ανοιχτή την πόρτα του οδηγού και την όπισθεν αυτού. Το άτομο που πυροβολούσε μέσα στη MERCEDES ήταν έτσι κτλ.›. Απαντά ο κ. Παυλίδης «μπορεί, ναι, τώρα που τα λέτε....›

Και αυτός όμως τοποθετεί το αυτοκίνητο δίπλα στη MERCEDES ήταν ήδη η MERCEDES έχει προσκρούσει στην GODIVA, στο ζαχαροπλαστείο εκείνο, μετά από τους πυροβολισμούς και όχι πριν, την ώρα που υποτίθεται της αποκόπτει την πορεία. Και βέβαια είναι φυσικό, διότι ο άνθρωπος αυτός ήταν εμποροϋπάλληλος σε κάποιο κατάστημα και κοιτούσε τη δουλειά του. Βγήκε έξω όταν άκουσε τους πυροβολισμούς.

Έχουμε και την κα Αρσένη. Η κα Αρσένη η οποία επίσης ήταν γειτόνισσα και βρισκόταν σε κάποιο μαγαζί για να ψωνίσει, λέει το εξής: «Εκείνη την ώρα ακούστηκαν κάποιοι πυροβολισμοί. Βγήκαμε όλοι έξω να δούμε τί συμβαίνει. Ακριβώς την ώρα που έβγαινα εγώ έξω από το μαγαζί που είναι ακριβώς γωνία Τσακάλωφ και Βουκουρεστίου, δηλαδή άπτεται της Τσακάλωφ, Βλέπω ένα αυτοκίνητο μεγάλο, μία MERCEDES που ήταν ο Μομφεράτος, το οποίο πήγαινε πάρα πολύ σιγά και την ώρα εκείνη βλέπω κάποιον να τρέχει προς το αυτοκίνητο και μέσα στον πανικό που βρισκόμουν έτρεξα προς αυτόν να ρωτήσω τί συμβαίνει. Την ώρα που ήμουν αρκετά κοντά για να ρωτήσω τί συμβαίνει, ο άνθρωπος αυτός που ήταν πλάτη εντελώς άρχισε να πυροβολεί. Κατά πάσα πιθανότητα πυροβολούσε τον Ρουσσέτη, δηλαδή τον οδηγό›.

Εδώ προσέξτε, «ακούστηκαν πυροβολισμοί, βγήκαμε έξω›. Δεν αναφέρει πουθενά FIAT και κανένα αυτοκίνητο δίπλα στη MERCEDES, που θα έπρεπε να ήταν σε εγγύτατη απόσταση αφού μόλις του είχε αποκόψει την πορεία και αμέσως άρχισαν οι πυροβολισμοί. Εν τούτοις δεν υπάρχει στο οπτικό της πεδίο. Μιλά για τους πυροβολισμούς και πήγε και κοντά. Ακολουθούν άλλες ερωτήσεις και λέει: «Από ποιο μέρος; Από αριστερά ή από δεξιά πυροβόλησε αυτός που πυροβόλησε τον Ρουσσέτη;› «Από αριστερά. Αφού πυροβόλησε ακινητοποιηθήκαμε όλοι γιατί ήταν κλάσματα δευτερολέπτου, τον βλέπω να προχωρά παράλληλε με το αυτοκίνητο, να περνάει στην απέναντι μεριά της Τσακάλωφ, να μπαίνει μέσα σε ένα αυτοκίνητο και να φεύγει›.