Το ένα είναι αν πράγματι η πρόσκρουση της ρουκέτας στο αυτοκίνητό του συνιστά έκρηξη. Απ’ ότι με πληροφορεί εδώ ο Ποινικός Κώδικας του ιδίου προαναφερομένου συγγραφέως, «κατά τη νομολογία η έκρηξη συνιστά φαινόμενο αιφνίδιο, συνεπεία απρόοπτης απελευθέρωσης δύναμη με τη μορφή αερίων υψηλής εξωθητικής πίεσης ή ταυτόχρονης παραγωγής αερίων με συνέπεια η διαστολή σε μη προσδιορισμένο όγκο συνήθως προσαυξημένο σε σχέση με τον αρχικό, να προκαλεί άκρως ισχυρά αποτελέσματα μηχανικής φύσης και εκείθεν καταστρεπτικά εμφανή φαινόμενα έκκλησης θερμότητας η οποία επιδρά δυσμενώς σε πρόσωπα ή πράγματα›.
Και επικαλείται και μία απόφαση του Αρείου Πάγου, την 92/96. «Κατ’ άλλον συνοπτικότερο και σύντομο ορισμό, ως έκρηξη πρέπει να νοηθεί φυσικό ή χημικό φαινόμενο κατά το οποίο μέσω αιφνίδιας διόγκωσης της ύλης ελευθερώνονται δυνάμεις που μπορούν να επιφέρουν βλαπτικά αποτελέσματα›. Προφανώς ο κ. Πρόεδρος είχε υπόψη τον εν λόγω συγγραφέα γι αυτό και έκανε κάποιες πολύ εύστοχες και ενδιαφέρουσες ερωτήσεις στον κ. Βαρδινογιάννη, για το αν τελικά είχαμε πρόσκρουση ή έκρηξη στο αυτοκίνητό του.
Διαβάζω μια σχετική στιχομυθία: Πρόεδρος: «Με ρουκέτες μέχρι στιγμής δεν βλέπω να χτύπησαν αυτοκίνητο. Μέχρι στιγμής. Μήπως το ήξεραν ότι είναι τεθωρακισμένο και είπαν ‘άντε να βάλουμε τη ρουκετίτσα εκεί πέρα και ανοίγει την τρυπούλα στο τζάμι;’› Βαρδινογιάννης: «Απ’ ότι λένε οι στρατιωτικοί, χρειάζεται μια απόσταση για να εκραγεί η ρουκέτα και από το σημείο βολής μέχρι το αυτοκίνητο ήταν μικρή για να ενεργοποιηθεί πλήρως η ρουκέτα›. «Και δεν εξερράγη η ρουκέτα; Δεν είχε εκραγεί η ρουκέτα τελικά;› «Δε νομίζω›. «Δεν εξερράγη;› «Έτσι νομίζω εγώ›. «Δηλαδή ό,τι έγινε, έγινε μονάχα από το χτύπημα; Δηλαδή από την ωστική δύναμη που είχε για να φτάσει από το σημείο της εκτόξευσης μέχρι το σημείο πρόσκρουσης;› «Έτσι νομίζω, ναι›. «Δεν πιστεύω να μην τα λέω καλά στρατιωτικά, γιατί βλέπω με κοιτάτε. Δεν είχαμε ρουκέτες εμείς και τέτοια πράγματα τότε που ήμουν εγώ στο στρατό. Εν πάση περιπτώσει, η λογική και η φυσική μας κάνει να τα συνθέτουμε κάτι τέτοια. Δεν έσκασε λοιπόν, δεν εξερράγη›. «Έτσι νομίζω εγώ›. «Πίσω στον προφυλακτήρα εξερράγη;› «Όχι›. «Ούτε αυτή. Τί έγιναν αυτές δηλαδή; Έπεσαν κάτω; Τις βρήκαν ολόκληρες;› «Έπεσαν κάτω. Η άλλη που πήγε απέναντι....› «Στο σπίτι που μου είπατε, στην ταράτσα...› «Δε ρώτησα ποτέ να δω τί έγινε› -αυτό ήταν το ενδιαφέρον του για τον κοινό κίνδυνο που θα μπορούσε να προκληθεί επ’ αφορμή την απόπειρα εναντίον του.
Κάπου αλλού: Πρόεδρος: «Δε μπορείτε να το ξέρετε ούτε να κάνετε κάποια εικασία, κάποια υπόθεση;› «Εγώ δύο χρόνια ερεύνησα την υπόθεση με δικά μου μέσα, έφερα ξένους εδώ αλλά δεν είχα κανένα αποτέλεσμα›. Στις 2/4 είναι αυτά τα πρακτικά που σας διαβάζω. Ερωτάται ξανά από τον κ. Γεωργαντόπουλο πάνω στο θέμα αυτό: Γεωργαντόπουλος: «Σε τύχη λέτε οφείλεται (το ότι δε σκοτώθηκαν);› Βαρδινογιάννης: «Πού αλλού να πω;› «Δεν ξέρω, αν ξέρετε εσείς, αν αναλογιστήκατε, αν πληροφορηθήκατε, γιατί μιλήσατε εδώ, τα ξέρουν αυτά οι αστυνομικοί, μάλιστα είπατε τη λέξη ‘οι στρατιωτικοί’.› «Όχι, συγκεκριμένα για τους στρατιωτικούς είπα ότι οι οβίδες αυτές, οι πύραυλοι, πώς τους λένε αυτούς, για να χτυπήσουν πρέπει να έχουν ένα περιθώριο απόστασης›.
Παπαδάκης: «Είστε δηλαδή πεπεισμένος στην άποψη ότι η απόσταση βολής ήταν μικρή και γι αυτό δεν επέτρεψε την έκρηξη των ρουκετών αυτών;› Βαρδινογιάννης (ειρωνευόμενος): «Να την αυξήσουν λέτε την άλλη φορά;› «Όχι, τίποτε να μην αυξήσουν, είπατε κάτι πριν που θέλω να δω αν το κατάλαβα καλά, είναι μία εκδοχή αρκετά ενδιαφέρουσα που για να είμαι ειλικρινής δεν την είχα λάβει υπόψη μου› -όντως, εγώ από φυσική δεν ξέρω τίποτα- «δηλαδή έχουμε απρόσφορη απόπειρα›. «Έτσι μου είπαν›.
Τί βγαίνει λοιπόν από εδώ; Πρώτον, ότι δεν έχουμε έκρηξη υπό τον ορισμό τον οποίον ανέγνωσα προηγουμένως από τον Ποινικό Κώδικα του κ. Μαργαρίτη. Διότι έκρηξη είναι αυτό που είναι, ο κ. Βαρδινογιάννης έρχεται εδώ και πέρα και μας λέει ότι καμία από τις ρουκέτες δεν εξερράγη, η ζημιά δημιουργήθηκε από την πρόσκρουση, πιθανώς κάποια ρουκέτα -δε ρώτησε ποτέ να μάθει- να αστόχησε και να εξερράγη στο κτίριο απέναντι, εν πάση περιπτώσει, τί μπορούμε να έχουμε εδώ πέρα εάν όχι έκρηξη τετελεσμένη;
Μπορεί να έχουμε απόπειρα έκρηξης, μπορεί βεβαίως και να έχουμε και απόπειρα ανθρωποκτονίας ή οτιδήποτε άλλο. Είναι πρόσφορη αυτή η απόπειρα; Προφανώς όχι, δεν είναι πρόσφορη αυτή η απόπειρα όποιος και αν την τέλεσε, ήταν και η πρώτη αν δεν κάνω λάθος στην οποία χρησιμοποιήθηκε αυτού του είδους ο μηχανισμός στόχευσης μέσα από αυτοκίνητο και από τρεις διαφορετικές θέσεις, κυρίως όμως από τόσο μικρή απόσταση διότι αν ορθώς έχω αντιληφθεί από τα γραφόμενα στη δικογραφία, από όχημα παγιδευμένο που ήταν στον ίδιο δρόμο παρκαρισμένο επιχειρήθηκε να χτυπηθεί την ώρα που από τον δρόμο τον ίδιο περνούσε το αυτοκίνητο του Βαρδινογιάννη και βεβαίως πολύ λογικό είναι αυτό που λέει, ότι η απόσταση η οποία επελέγη προκειμένου να πληγεί ο στόχος ήταν μικρότερη της ελαχίστης απαιτουμένης για να μπορέσει να αναπτύξει την δυναμική της η ενέργεια αυτή και να επακολουθήσει η έκρηξη.
Έχουμε λοιπόν απρόσφορη απόπειρα λόγω μέσου και ανεξαρτήτως του ποιος την τέλεσε, γιατί κτλ., έχουμε εφαρμογή του άρθρου 43 και όσα συμπαρομαρτούν στο επίπεδο της ποινικής αντιμετώπισης μίας απρόσφορης απόπειρας. Να δούμε όμως τώρα πού κολλάει σε όλα αυτά ο Τζωρτζάτος.
Στην υπόθεση του Βαρδινογιάννη δεν υπάρχει από τον Τζωρτζάτο ομολογία. Σε εκείνη την προανακριτική απολογία στις 18/7/2002 η Τζωρτζάτος δεν ομιλεί περί Βαρδινογιάννη καθόλου. Να δούμε τί φέρεται ότι λέει ο Χριστόδουλος Ξηρός στις 17/7/2002: «Κατόπιν συμμετείχα στην ενέργεια εκτόξευσης τριών ρουκετών κατά του Βαρδινογιάννη στην Εκάλη. Μαζί μου ήταν ο αδερφός μου Σάββας, ο Λουκάς και πιθανόν ο Χάρης. Οι εργασίες διάνοιξης των οπών στο αυτοκίνητο μάρκας MITSUBISHI GALLANT έτσι ώστε να τοποθετηθούν οι φορείς των ρουκετών, έγιναν σε ερημική περιοχή στη Βραυρώνα Αττικής. Το αυτοκίνητο με τους φορείς το μεταφέραμε το πρωί σε σημείο που θα γινόταν η ενέργεια και το σταθμεύσαμε σε χώρο τον οποίο είχαμε καταλάβει από το βράδυ με άλλο αυτοκίνητό μας.
Οι εκρήξεις των ρουκετών θα γίνονταν με τηλεχειρισμό και γι αυτό λίγο πριν την ενέργεια μπήκαμε μέσα σε ένα ΙΧ μάρκας MITSUBISHI απ’ ότι θυμάμαι με σκοπό τη στιγμή που θα διέλθει το αυτοκίνητο του Βαρδινογιάννη να πατήσουμε το μπουτόν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το μπουτόν το πάτησε ή ο Σάββας ή ο Λουκάς. Μετά την εκτόξευση των ρουκετών, ο Λουκάς πέρασε μπροστά στη θέση του οδηγού και έτσι φύγαμε από το σημείο›.
Εδώ λοιπόν δε λέει τίποτα περί Σταμάτη ή περί Τζωρτζάτου. Να δούμε και τον Σάββα τώρα, στις 20/7: «Επόμενη ενέργεια είναι ο Βαρδινογιάννης. Στην ενέργεια αυτή ήμουν εγώ, ο Λουκάς, ο Χριστόδουλος και ένας ακόμα που δεν θυμάμαι. Για την ενέργεια αυτή είχαμε προετοιμάσει ένα κλεμμένο ΙΧ αυτοκίνητο μέσα στο οποίο τοποθετήσαμε τρεις αυτοσχέδιους εκτοξευτήρες και πέντε περίπου κιλά μαύρο μπαρούτι. Είχαμε κάνει κατάλληλες συνδέσεις ώστε να πυροδοτηθούν και οι τρεις ρουκέτες ταυτόχρονα. Την προετοιμασία έκανα εγώ, ο Τζωρτζάτος και ο Χριστόδουλος. Το σημείο που έγινε η επιχείρηση ήταν στην Ερυθραία. Εκεί σταθμεύσαμε το παγιδευμένο αυτοκίνητο και μόλις έφτασε το αυτοκίνητο του Βαρδινογιάννη πατήσαμε τα κουμπιά εγώ και ο Χριστόδουλος και πυροδοτήθηκαν οι ρουκέτες και ταυτόχρονα εξερράγη ο μηχανισμός με το μπαρούτι›.
Μόνο που αυτοί που τον έβαλαν να λέει όλα αυτά τα πράγματα, αντικρούονται από τον ίδιο τον παθόντα, τον κ. Βαρδινογιάννη. «Τον τελευταίο μηχανισμό με το μπαρούτι τον χρησιμοποιήσαμε για να φοβίσουμε τους φρουρούς του Βαρδινογιάννη› κτλ.
Στις 9/8/2002 ξαναμιλά για τον μηχανισμό με το μπαρούτι που χρησιμοποιήθηκε με σκοπό να μην έχουμε θύματα από τη συνοδεία του Βαρδινογιάννη και λέει: «Δε μπορώ να θυμηθώ ποιο ήταν το τέταρτο πρόσωπο που έλαβε μέρος στην απόπειρα ανθρωποκτονίας του Βαρδινογιάννη›. Τί μας λέει λοιπόν η ανασκόπηση όλου αυτού του αποδεικτικού υλικού σε ό,τι αφορά τον Τζωρτζάτο;
Εδώ ομολογία του ιδίου δεν έχουμε, αναφορά του από τον συγκατηγορούμενο Χριστόδουλο Ξηρό δεν έχουμε, αναφορά του από τον συγκατηγορούμενο Σάββα Ξηρό έχουμε, η οποία αναφορά, εκτός από τους γενικούς λόγους μη λήψης υπόψη των καταθέσεων του Σάββα Ξηρού, λαμβανομένων και υπόψη αυτών, α) έχουμε καταθέσεις αντικρουόμενες δεδομένου ότι ενώ μιλά για τον ίδιο τον Λουκά, τον Χριστόδουλο και τον Τζωρτζάτο στην επόμενη κατάθεσή του στον Ανακριτή λέει «δε θυμάμαι ποιο ήταν το τέταρτο πρόσωπο που έλαβε μέρος στην απόπειρα› και β) στην πρώτη του προανακριτική κατάθεση, στις 20/7 τον Τζωρτζάτο δε τον τοποθετεί σε αυτούς που έκαναν την απόπειρα, αλλά σε αυτούς που συμμετείχαν στην προετοιμασία των εκρηκτικών μηχανισμών.
Βεβαίως, υπό όποια έννοια και να το πάρουμε, εδώ έχουμε πεδίο εφαρμογής του 211α και με μόνη την μαρτυρία του Σάββα Ξηρού, πολλώ δε μάλλον εφόσον αυτή έχει ανακληθεί και εφόσον δεν δίνεται η δυνατότητα άσκησης υπερασπιστικών δικαιωμάτων σε μάρτυρες με το 6.3δ, δεν είναι δυνατόν να ληφθεί υπόψη.
Πάμε στο επόμενο που είναι η έκρηξη στα γραφεία της ΕΟΚ, 16/12/1990 όπου και εδώ πέρα έχουμε ένα φάλτσο από την πλευρά του κ. Εισαγγελέα στην πρότασή του, μία λάθος εκτίμηση εν πάση περιπτώσει. Στην υπόθεση αυτή έχουμε κατηγορία κατά του Τζωρτζάτου για συναυτουργία μαζί με τον Σάββα Ξηρό και τον Δημήτρη Κουφοντίνα έκρηξης από την οποία μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα και κίνδυνος για άνθρωπο και στην οποία υπάρχει βεβαίως και το αποτέλεσμα, κατά το βούλευμα πάντα, ότι είχαμε τραυματισμούς δύο πεζών.
Εδώ η Εισαγγελική πρόταση λέει το εξής: Ότι δεν επήλθαν σοβαρές ζημιές στο κτίριο λόγω του σημείου πρόσκρουσης κτλ., μία τσιμεντένια μετώπη χτύπησε πάνω από τη μπαλκονόπορτα αριστερά της εισόδου. Από την έρευνα προέκυψε ότι τα βλήματα προέρχονταν από το Συκούριο κτλ. και ότι από την έκρηξη αυτή τραυματίστηκαν δύο πεζές που βρίσκονταν στη στάση του λεωφορείου που βρισκόταν κοντά, κάποια Ρόμαν και κάποια Παπανικολάου.
Έρχομαι καταρχήν στο θέμα των τραυματισμών. Τραυματισμοί στη δικογραφία προκύπτουν πώς: από κάποια έγγραφα της αστυνομίας τα οποία δεν περιλαμβάνονται στα αναγνωστέα της δικογραφίας, όχι όμως από μαρτυρικές καταθέσεις των προσώπων που φέρονται ως παθόντα, δηλαδή τις δύο κυρίες αυτές των οποίων τα ονόματα υπάρχουν στο διαβιβαστικό της αστυνομίας μόνο, ούτε από ιατροδικαστικές εκθέσεις.
Επίσης, ο μάρτυρας ο οποίος εξετάστηκε στο ακροατήριο, ο ένας εκ των δύο, ο μάρτυρας Γρηγορόπουλος, ο οποίος ήταν φύλακας στα γραφεία της ΕΟΚ, ήταν υπηρεσία εκείνη την ημέρα και ο οποίος διαβεβαιώνει σε ερωτήσεις του Προέδρου και του κ. Αναπληρωτή Προέδρου ότι κινδύνευσε, δεν αναφέρει αυτές τις περαστικές κυρίες.
Και είχε κάθε λόγο να τις αναφέρει διότι είναι φύλακας, οι φύλακες έχουν μία αίσθηση ευθύνης για κάτι το οποίο έγινε κατά την ώρα της υπηρεσίας τους και όχι άδικα, διότι αντιμετωπίζουν και την απειλή της απόλυσης και την επίταση της ευθύνης τους και όλα αυτά τα πράγματα, έχουν και οι άνθρωποι να αναδεικνύουν κάτι κακό το οποίο υπέστησαν κτλ. και να δίνουν διαστάσεις για να δείχνουν το μέγεθος της επικινδυνότητας ώστε να δικαιολογούν την αδυναμία αντιμετώπισής της, εν τούτοις ενώ λέει στεντορίως ότι ο ίδιος κινδύνευσε, δεν αναφέρει ούτε άλλα άτομα, ούτε περαστικούς, ούτε ανθρώπους οι οποίοι υπέστησαν σωματικές βλάβες.
Ερωτάται από τον Πρόεδρο; «Υπήρχε κίνδυνος να χτυπήσει κανένας άνθρωπος, να τραυματιστεί, να σκοτωθεί;› «Βέβαια, εκείνη την ώρα περνούσε κόσμος, είναι κεντρικός δρόμος›. «Περνούσε κάτω στο πεζοδρόμιο;› «Στο πεζοδρόμιο ναι, απέναντι είχε και μία στάση›. Προσέξτε την απάντηση αυτή, η απάντηση δεν είναι ευθεία, εκ του ότι απέναντι είχε μία στάση, συνάγεται ότι μπορεί να περπατούσε και κόσμος στο πεζοδρόμιο.
«Τραυματίστηκε κανένας πεζός εκεί;› «Εκείνη τη στιγμή εγώ δεν ήμουν μέσα, αλλά απ’ ότι άκουσα εκεί, στη στάση κάποια γυναίκα πήραν, δεν ξέρω, δε θυμάμαι ακριβώς›. Αυτό τώρα τί είναι; Είναι απόδειξη τουλάχιστον για την επέλευση των σωματικών βλαβών; Έχουμε 224 παρ. 2 εδώ πέρα; Στην εσχάτη των περιπτώσεων δεν αναφέρει τις πηγές του; Έχουμε παθόντα πρόσωπα; Έχουμε ιατροδικαστικές εκθέσεις; Δεν έχουμε τίποτε από αυτά, κατά συνέπεια ως προς το στοιχείο το οποίο επαυξάνει την ποινική απαξία και την φέρνει στο διακεκριμένο επίπεδο της παρ. 3 το οποίο απαιτεί την επέλευση σωματικών βλαβών, εδώ δεν έχουμε απόδειξη δικονομική.
Σε ό,τι αφορά τον κοινό κίνδυνο, κατ’ εμέ είναι αμφίβολος αλλά να δεχθώ ότι εφόσον χτυπήθηκε σε κάποιον όροφο και υπήρξε κίνδυνος να πέσουν θραύσματα κάτω, θα μπορούσε να χτυπήσει. Ας δούμε πάλι τί λέει ο μάρτυρας αυτός: Πρόεδρος: «Πού χτύπησε; Τί ήταν;› Γρηγορόπουλος: «Ήταν δυο ρουκέτες› «Πού χτύπησαν οι ρουκέτες;› «Η μία χτύπησε μπαίνοντας στη δεξιά γωνία επάνω της πόρτας και η άλλη στο 1 μέτρο πήγε, στον 1ο όροφο δηλαδή στην είσοδο στο δεξί μέρος της πόρτας επάνω› «Υπήρχε κίνδυνος να χτυπήσει ή να τραυματιστεί;› «Είναι αυτό που σας απάντησα πριν›.
Γεννάται λοιπόν το εξής ερώτημα: Ο κίνδυνος αυτός διαπιστώνεται συγκεκριμένα ότι θα μπορούσε να προκύψει; Οι ρουκέτες πήγαν στον 1ο και στον 2ο όροφο. Εκεί δεν υπήρχε κόσμος, το λέει ο μάρτυρας αυτός κατά συνέπεια δεν μπορούσε να υπάρξει κίνδυνος για ανθρώπους, για τραυματισμό ή για θάνατο.
Τί είναι εκείνο το οποίο αιτιολογημένα οδηγεί το Δικαστήριό σας στην πεποίθηση ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η έκρηξη αυτή θα μπορούσε να δημιουργήσει κοινό κίνδυνο ή κοινό κίνδυνο κατά ανθρώπων; Το ότι όπως μας λέει η αυτονόητη αλήθεια της πραγματικότητας, κάτω από τον 2ο όροφο είναι ο 1ος και κάτω από τον 1ο είναι το ισόγειο; Με αυτή τη λογική κάθε έκρηξη δηλαδή ή κάθε χτύπημα το οποίο είναι σε μια οριζόντια ιδιοκτησία, εξ αυτού του λόγου και μόνο είναι δυνατό να προξενήσει κίνδυνο σε άνθρωπο διότι από κάτω κάποιος θα περνάει. Νομίζετε ότι φτάνει αυτό; Δε φτάνει, όχι κ. Εισαγγελέα.
Δε φτάνει –σας διάβασα προηγουμένως τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου- να αιτιολογήσει το Δικαστήριο ποια είναι εκείνα τα στοιχεία τα οποία το οδηγούν αιτιολογημένα στην κρίση ότι μπορούσε να προκύψει κίνδυνος κατά ανθρώπων. Όχι να πει κατά ποιου ανθρώπου, ότι αυτός περνούσε και θα κινδύνευε, ασφαλώς, δεν μπορεί κανείς να απαιτήσει από το Δικαστήριο να ξέρει ποιος θα περνούσε στη Βασιλίσσης Σοφίας εκείνη την ημέρα και ώρα πριν από τόσα χρόνια και βεβαίως και πολύ καλά λέει ο ¶ρειος Πάγος ότι ένας να περνούσε και αυτό το πράγμα να βγαίνει ότι αυτός ο ένας θα μπορούσε να κινδυνεύει, έχουμε κίνδυνο κατά ανθρώπων. Αλλά πού; Πώς; Τί είναι εκείνο το στοιχείο δηλαδή το αντικειμενικό που βγαίνει μέσα από την ενέργεια και το οποίο οδηγεί στην πεποίθηση ότι θα μπορούσε να υπάρξει κίνδυνος για ανθρώπους; Πιστεύω όχι βεβαίως το ότι οι ρουκέτες έπεσαν στα γραφεία της ΕΟΚ.
Και βέβαια εξίσου αμφίβολο είναι αν θα μπορούσε να προκύψει και κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα, ποια ήταν η εμβέλεια του χτυπήματος αυτών των ρουκετών, ποιες ήταν οι ζημιές που επέφεραν, δηλαδή ποια ήταν η έκρηξη υπό την έννοια αυτή που διάβασα προηγουμένως, ποια ήταν η επέκταση του κινδύνου σε υπερβολικά ακαθόριστη και απρόβλεπτη έκταση πέρα από τα όρια της φθοράς της ιδιοκτησίας η οποία πτωχεύτηκε;
Έχω λοιπόν την πεποίθηση ότι γι αυτό το αδίκημα δεν αναδεικνύεται από τα στοιχεία της δικογραφίας καμία πλευρά η οποία να στοιχειοθετεί οποιαδήποτε περίπτωση διακεκριμένη, πέραν από τη φθορά ξένης ιδιοκτησίας. Δεν έχουμε ούτε καν 270α εδώ πέρα, έχουμε 382 παρ. 2γ. Έχουμε δηλαδή φθορά ξένης περιουσίας, η οποία επετεύχθη με τα μέσα του άρθρου 270. Είναι πλημμεληματική και έχει παραγραφεί.
Να δούμε και πού κολλάει ο Τζωρτζάτος εδώ πέρα και αν υπάρχει ή δεν υπάρχει τίποτα γι αυτόν. Εδώ είναι το προαναφερθέν λάθος, ότι η Εισαγγελική πρόταση λέει εδώ: Καταθέτει ο μάρτυρας Γρηγορόπουλος ο οποίος λέει ότι ήταν εκεί στα γραφεία ως θυρωρός του κτιρίου: «Κινδύνευσα και είναι θέμα τύχης που δεν έπαθα κάτι›. Αλλά εδώ υπάρχει κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Είναι η κατάθεση του μάρτυρα Δαρμή, είναι ο άνθρωπος ο οποίος δούλευε στο συνεργείο που επισκεύαζε το διαμέρισμα από το οποίο έγινε η εκτόξευση, ο ηλεκτρολόγος.
Αυτός λοιπόν καταθέτοντας και ενώπιόν μας, περιέγραψε την επίσκεψη εκεί στο συνεργείο ενός καθολικού παπά και συνδύασε την επίσκεψη του παπά και τη συζήτηση που προσχηματικά είχε με τα μέλη του συνεργείου με την απώλεια του κλειδιού του διαμερίσματος. Το συνδύασε με την παρουσία του παπά γιατί λέει «μόλις έφυγε ο παπάς, εξαφανίστηκε το κλειδί›. Ο ίδιος λοιπόν άνθρωπος –δεν ξέρω αν είναι τόσο σπουδαίο στοιχείο αλλά σας είπα, όλα τα στοιχεία θα τα θέσω υπόψη του Δικαστηρίου σας εδώ- είχε πει στον Ανακριτή ότι στο πρόσωπο του παπά αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο.
Δεν ξέρω αν είναι τόσο σπουδαίο αυτό το πράγμα ή όχι, όταν ο ίδιος ο Τζωρτζάτος αποδέχεται τη συμμετοχή του και είναι επίσης εντελώς ξεκάθαρο ότι οι δράστες είχαν εξασφαλίσει το κλειδί αυτού του διαμερίσματος, αλλιώς δε θα μπορούσαν να μπουν μέσα.
Ας δούμε τί λέει ο Τζωρτζάτος, ο οποίος κατά τον κ. Εισαγγελέα έχει παραδεχτεί τη συμμετοχή του. Ο κ. Τζωρτζάτος φέρεται να λέει στις 18/7/2002: «Στα μέσα Δεκεμβρίου αποφασίσαμε με δύο ρουκέτες στα γραφεία της ΕΟΚ στην Αθήνα.... προηγήθηκε συνάντηση πριν μία εβδομάδα, η επιλογή ήταν για να χτυπήσουμε την οικονομική Κοινότητα κτλ.... Επιλέξαμε τέτοια ώρα απ’ ότι θυμάμαι και ημέρα Κυριακή για να μην υπάρχει κόσμος μέσα στα γραφεία. Πήγαμε με απαλλοτριωμένο και παρκάραμε απέναντι από τα γραφεία σε κάποιο στενό› -εκεί παρκάρεις απέναντι, όχι όταν κουβαλάς μπαζούκας από το Πολεμικό Μουσείο- «Από κάποιο κενό διαμέρισμα της απέναντι πολυκατοικίας στον 1ο όροφο, ο Μιχάλης έριξε εναντίον των γραφείων δύο μεγάλες ρουκέτες, κάνοντας χρήση πλαστικές σωλήνες αποχέτευσης, τις γνωστές γκρι σωλήνες. Όταν λέω έριξε, εννοώ ρύθμισε το μηχανισμό που ήταν προσαρμοσμένος λίγη ώρα αργότερα να πραγματοποιηθεί η εκτόξευση, αφού θα είχαμε απομακρυνθεί. Το διαμέρισμα αυτό το είχαν βρει άλλοι σύντροφοι, τους οποίους εγώ δε γνωρίζω ποιοι ήταν. Φεύγοντας το αυτοκίνητο το αφήσαμε στο Παγκράτι και φύγαμε›.
Αυτά φέρεται ότι λέει ο Σάββας Ξηρός στις 20/7. «Η επόμενη ενέργεια είναι σε βάρος των γραφείων της ΕΟΚ στην Βασιλίσσης Σοφίας. Ο Τζωρτζάτος κάνοντας αυτοψία του χώρου, πήγε σε πολυκατοικία απέναντι από τα γραφεία της ΕΟΚ. Εκεί γίνονταν σε διαμέρισμα οικοδομικές εργασίες, βρήκε την ευκαιρία, αφαίρεσε το κλειδί της εισόδου και μετά μια, δυο μέρες πήγαμε εκεί εγώ ο Τζωρτζάτος και ο Λουκάς, στήσαμε δυο τρίποδα που χρησιμοποιούνται στο σινεμά για φωτισμό και τα βρήκαμε στο φορτηγάκι που είχαμε κλέψει και το χρησιμοποιήσαμε για την κίνησή μας.
Στερεώσαμε πάνω στον τρίποδα τους σωλήνες, κάναμε τις συνδέσεις και τις ρυθμίσεις και την πυροδότηση, φύγαμε μισή ώρα πριν, ειδοποιήσαμε τηλεφωνικά την Ελευθεροτυπία.›
Καταρχήν θα ήθελα να πω ότι, και στις δυο απολογίες βέβαια δεν υπάρχει κανένα στοιχείο πρωτοτυπίας το οποίο να διασκευάζει την υπόνοια ότι είναι και αυτές υπαγορευμένες ιδίως εάν ληφθεί υπόψη με ποιο κριτήριο στον οποίον θα έρθω παρακάτω, υποτίθεται ότι αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο. Εκείνο το οποίο έχει μια χρησιμότητα και οφείλω να επισημάνω είναι ότι και εδώ, η ομολογία του Τζωρτζάτου βγάζει απλή συνέργια, δεν βγάζει συναυτουργία.
Διότι αυτά τα οποία φέρεται να λέει, αφού θα τα λάβετε υπόψη, είναι, ότι ο Μιχάλης έριξε τις δυο ρουκέτες, ενώ ο ίδιος ήταν στο αυτοκίνητο. Συνεπώς εφόσον την θέλετε ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο, θα την εκτιμήσετε στην ολότητά της. Η ολότητά της λέει αυτό και λέει και κάτι άλλο βέβαια, ότι διαλέξανε Κυριακή βράδυ για να μην περνάει κόσμος, για να μην υπάρχει κίνδυνος κατά ανθρώπων και όλα αυτά τα πράγματα.
Κατά συνέπεια και εάν θεωρηθεί η απολογία του Σάββα Ξηρού βαρύνουσα κατά το μέρος που ενοχοποιεί τον Τζωρτζάτο, δεν είναι δυνατόν να τον ενοχοποιεί σε βαθμό ενοχής υπέρτερο, εκείνο που προκύπτει από το μοναδικό των ετέρων αποδεικτικών στοιχείων που είναι η ομολογία του ιδίου.
Και βεβαίως δεν τον ενοχοποιεί και σε υπέρτερο βαθμό, και αυτή η μαρτυρία του Δαρμή την οποία εσφαλμένα ο κ. Εισαγγελέας – εδώ είναι το λάθος – εκλαμβάνει ως μαρτυρία που αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο, να την διαβάσουμε και αυτή για να δούμε τι λέει.
Διαβάζω πρώτα την ανακριτική 30 Σεπτεμβρίου. «Αναφέρομαι στην από 8.1.91 ένορκη προανακριτική μου κατάθεση κλπ, από τις φωτογραφίες που μου επιδεικνύοντο και απ’ όσους έχω δει στην τηλεόραση ως κατηγορούμενους για την υπόθεση της 17Ν, - είναι και αυτός τηλεοπτικός αναγνωριστής – μοιάζει αρκετά με αυτόν που είχε εμφάνιση καθολικού ιερέα, ο Βασίλειος Τζωρτζάτος. Όμως έχει περάσει αρκετός χρόνος και δεν μπορώ να είμαι εκατό τοις εκατό βέβαιος. Τα ονόματα των ελαιοχρωματιστών δεν τα θυμάμαι πλέον.›
Τι μας λέει ο μάρτυρας αυτός, πριν καν έρθει στο ακροατήριο; Ότι δυο μέρες πριν, σε ένα απέναντι διαμέρισμα είδε ένα συνεργείο με μπογιατζήδες που ήταν στην πολυκατοικία και μεταξύ αυτών και ένα καθολικό παπά να ψάχνει κάτι. Ο οποίος καθολικός παπάς, είχε μάλιστα περιγραφεί: «Ηλικίας 35-40 ετών, ανάστημα 1.75 με 1.80, αδύνατος, φορούσε μαύρα ρούχα, παντελόνι και σακάκι μαύρο, το οποίο δεν έκλεινε μέχρι το λαιμό πάνω, πάνω και έφερε λευκό κολάρο στο λαιμό. Στο χέρι του κρατούσε χαρτοφύλακα σκούρου χρώματος, στο πρόσωπο ήταν λευκός, έφερε ελαφριά γενειάδα, είχε γενικά λεπτά χαρακτηριστικά. Η μύτη του ήταν κανονική, τα χείλη του λεπτά και έντονα κόκκινα από την φύση τους, όχι βαμμένα. Τα μάτια του κανονικού μεγέθους, ελαφρώς σκιστά, σκούρου χρώματος δεν έφερε γυαλιά. Τα φρύδια του ήταν λεπτά, μάλλον καστανού χρώματος και στο μέσο τους ενώνονταν. Τα αυτιά του ήταν κανονικού μεγέθους.›
Αν βλέπετε σε αυτή τη περιγραφή οποιαδήποτε ομοιότητα με τον Τζωρτζάτο, να μου το πείτε και εμένα. Εν πάση περιπτώσει ο μάρτυρας δεν ήταν βέβαιος, είπε ότι δεν μοιάζει. Εγώ λέω να ήταν βέβαιος, τι είδε, έναν άνθρωπο που πήγε δυο μέρες πριν, ντυμένος καθολικός παπάς σε ένα διαμέρισμα.
Τι παραπάνω από απλή συνέργια εισφέρει, αν θεωρήσουμε ότι είναι βέβαιη αυτή η κατάθεση; Εισφέρει βεβαίως και την πρωτοτυπία ότι αποκαλύπτει ότι η 17Ν ντυνόταν και καθολικοί παπάδες εκτός από ψευτο-αστυνομικοί κλπ. Αυτό δεν μας το είχε πει ο Κουφοντίνας εδώ πέρα. Αλλά τέλος πάντων, σε επίπεδο δικονομικής πεποίθησης τι εισφέρει; Τίποτα.
Έρχεται και στο ακροατήριο όμως, να δούμε τι αναγνώρισε. Εκεί δεν ήταν βέβαιος στον Ανακριτή, να δούμε τι είπε εδώ.
«Πρόεδρος: Μπορείτε να μας περιγράψετε αυτό τον ιερέα; Δαρμής: Στο άλμπουμ που μας έδειξαν στην Ασφάλεια, αναγνώρισα τον Τζωρτζάτο, του έμοιαζε η φυσιογνωμία του. Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν αυτός, ούτε μια τοις χιλίοις δεν μπορώ να αναγνωρίσω ότι είναι αυτός. Πρόεδρος: Σήμερα δεν μπορείτε; Δαρμής:΄Όχι. Πρόεδρος: Έχετε την καλοσύνη να ρίξετε μια ματιά πίσω να δείτε αν είναι ο κ. Τζωρτζάτος; Δαρμής: Πιο πολύ έμοιαζε σε εκείνον, αλλά δεν είμαι σίγουρος.›
«Σε ποιον μοιάζει; Στον Τζωρτζάτο. Πού είναι, είναι εδώ ο κ. Τζωρτζάτος ή λείπει; Εδώ είναι. Ποιος είναι ; Ο κύριος με το κίτρινο μπλουζάκι; Όχι με το μαύρο. Αλλά δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Δεν είστε σίγουρος; Όχι. Ούτε το αποκλείετε ούτε είστε σίγουρος; Δεν είμαι σίγουρος καθόλου.›
Και συνεχίζει ο κ. Εισαγγελέας: «Εγώ έχω μια απορία, γιατί λέτε τον κ. Τζωρτζάτο και δεν λέτε έναν οποιονδήποτε άλλο κατηγορούμενο; Δαρμής: Η φυσιογνωμία του όταν τον είδα στο άλμπουμ, έφερνε πιο πολύ κοντά σε εκείνον, όχι όμως ότι είμαι σίγουρος. Ήθελα να τον περιγράψω πώς ήταν. Πώς να τον περιγράψω, κάπως έπρεπε να τον περιγράψω. Πρόεδρος: Για πείτε το ανάστημα του Τζωρτζάτου τότε που το λέτε εσείς, ή το άτομο που ήταν ο καθολικός ιερέας. Δαρμής: 1.70 περίπου. Πρόεδρος: Μήπως ήταν 1.60ή 1.80; Δαρμής: Τώρα δεν μπορώ να λέω. Πρόεδρος: Όχι έχει σημασία τι είχατε πει τότε, θυμάστε τι είχατε πει; Δαρμής: Πριν δώδεκα χρόνια δεν θυμάμαι. Πρόεδρος: Τότε τι είχατε πει θυμάστε: Δαρμής: Δεν ήταν πολύ ψηλός μια φορά.›
Δεν νομίζω ότι απ’ αυτή την κατάθεση βγαίνει με βεβαιότητα ότι ο μάρτυρας αναγνωρίζει τον Τζωρτζάτο, πέραν από το τι σημαίνει και αν τον αναγνωρίζει με όλα αυτά τα οποία προαναφέρθηκαν. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει οποιαδήποτε δυνατή μορφή καταδίκης του Τζωρτζάτου για οποιοδήποτε αδίκημα και στη περίπτωση αυτή.
Πάμε στο Νο 18 που είναι η έκρηξη στην American Express. Εδώ έχουμε πάλι συναυτουργική κατηγορία από κοινού ως συνήθως με τον Σάββα Ξηρό και Δημήτριο Κουφοντίνα και η κατηγορία μάλιστα αυτή έχει ασκηθεί και με το άρθρο γ, διότι εκτός από κίνδυνος για τους παραπάνω ευρισκομένους ανθρώπους, μιλάει και για κίνδυνο σε εγκαταστάσεις κοινής ωφελείας, δηλαδή ένα τοπικό δίκτυο της ΔΕΗ.
Προκύπτουν τα εξής από την αποδεικτική διαδικασία πάλι και εδώ. Είναι ένα χτύπημα Κυριακή βράδυ ώρα 1.25, είναι η ημέρα η οποία προφανώς αποκλείεται να υπάρχουν μέσα στα γραφεία μιας τράπεζας, υπάλληλοι. Και ακόμα και να περνάει ιδιαίτερα πολύς κόσμος στην Αθήνα. Το σημείο της εκτόξευσης, σύμφωνα με όσα έχουν προκύψει είναι το άγαλμα της Αθηνάς, το οποίο βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην οδό Πανεπιστημίου.
Σύμφωνα με όσα κατέθεσαν εδώ οι μάρτυρες κ. Σμαραγδούλης και Παϊζης, που είναι υπάλληλοι της τράπεζας. Καταρχήν τα γραφεία έχουν γυάλινα παράθυρα και φαίνεται από απέναντι και είναι φωτισμένα όλα αυτά και συνεπώς αυτός που βρίσκεται απέναντι είναι σε θέση να διακρίνει, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει κόσμος μέσα στα γραφεία. Αλλά είναι σε θέση και να διακρίνει, λόγω της άμεσης ορατότητας που υπάρχει από το σημείο αυτό, εάν ο φύλακας, ο οποίος σύμφωνα με όσα λέει κατά κύριο λόγο, την ώρα εκτέλεσης των καθηκόντων του είναι έξω στο πεζοδρόμιο στο ισόγειο του κτιρίου, βρίσκεται εκεί, ή έχει μετακινηθεί, ή είναι σε ένα μέρος ασφαλές ή επισφαλές, προκειμένου να κριθεί εάν μπορεί να προκύψει εναντίον του φύλακα αυτού, καθώς βέβαια και οποιουδήποτε άλλου διερχομένου κίνδυνος. Διότι είναι ένας χώρος απόλυτα ελεγχόμενος οπτικά από το σημείο της εκτόξευσης.
Επίσης προκύπτει από την κατάθεση των μαρτύρων, του ενός από τους δυο, ότι ο υποσταθμός της ΔΕΗ, ότι υπήρχε πράγματι μέσα στην τράπεζα ένας υποσταθμός της ΔΕΗ, πλην όμως η ύπαρξή του δεν ήταν γνωστή ούτε καν στους ίδιους τους υπαλλήλους της τράπεζας. Ήταν στο υπόγειο, μας είπε.
Βεβαίως στην υπόθεση εκείνη περισσότερη έμφαση δόθηκε σε ένα ζευγάρι που έβγαζε φωτογραφίες στην τζαμαρία, για να πιάσει την Ακαδημία απέναντι που καθρεφτιζόταν εκεί πέρα, είχαμε διάφορα σενάρια εντέλει ευτράπελα στην εξέλιξή τους, πάει αυτό πράγματι, εκείνο το οποίο διαφέρει εδώ πέρα είναι το εξής. Ότι πρώτον, δεν μπορούσε να προκύψει και δεν προέκυψε κίνδυνος για ανθρώπους.
Δεύτερον δεν μπορούσε να προκύψει και δεν προέκυψε, ούτε εσκοπείτο βέβαια κίνδυνος σε εγκατάσταση κοινής ωφέλειας, δηλαδή στο τοπικό δίκτυο της ΔΕΗ. Η εκτόξευση και οι ζημίες έγιναν στον 2ο όροφο και στο 3ο, ο σταθμός αυτός ήταν στο υπόγειο και τρίτον, δεν προέκυψε κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα. Δεδομένου ότι, οι ζημιές περιορίστηκαν μόνο στους ορόφους της American Express όπου πήγαν οι ρουκέτες, οι ζημιές ήταν ευτελείς, όπως αυτές περιγράφονται και από την έκθεση αυτοψίας και από τις καταθέσεις των μαρτύρων, ήταν ουσιαστικά δηλαδή κάποια τζάμια τα οποία έσπασαν. Και τα τζάμια αυτά ήταν στα μπαλκόνια, ούτε μπορούσαν να πέσουν και να τραυματίσουν διερχομένους, ούτε και μπορούσαν να πάνε και να επεκταθούν οι ζημιές σε γειτονικά κτίρια, ή σε άλλες ιδιοκτησίες, πολύ δε περισσότερο να προκαλέσουν αυτό το οποίο νομολογιακά προσδιόρισα προηγουμένως ως κοινό κίνδυνο, δηλαδή την επέκταση σε απροσδιόριστο αριθμό εννόμων αγαθών, πολύ μάλλον ευρισκομένων σε αλληλοεξάρτηση και συνοχή μεταξύ τους, κλπ και να προκαλέσουν εν πάση περιπτώσει γενικευμένα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχει λοιπόν ούτε κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα. Και συνεπώς και εδώ το αδίκημα το οποίο έχει τελεστεί ορθά χαρακτηριζόμενο νομικά είναι το αδίκημα του άρθρου 382 της παρ. 2 γ δηλαδή της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, η οποία τελέστηκε με ένα από τα μέσα του άρθρου 270 πλημμεληματικού χαρακτήρα το οποίο έχει παραγραφεί. Και επικουρικά, αν δεν δεχθείτε αυτό, με πολύ νερό στο κρασί να το πούμε έτσι, το 270Α να δεχθούμε ότι υπήρξε και κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, που δεν στέκει, γιατί δεν υπάρχει κανένας κοινός κίνδυνος και καμιά φθορά πέραν της επενεχθείσης στα γραφεία που εστοχεύοντο.
Να δούμε λίγο και το θέμα το αποδεικτικό. Δεν έχουμε κανέναν μάρτυρα, δεν έχουμε κανένα στοιχείο αναγνώρισης των δραστών έχουμε τι άλλο, προανακριτικές απολογίες και μόνο. Βασίλης Τζωρτζάτος 18/7/2002.
«Στις αρχές του ’91, εγώ μαζί με τον Λουκά και με τον Μιχάλη, στήσαμε μια σωλήνα κοντά σε ένα άγαλμα που βρίσκεται απέναντι από την American Express. Και αφού ρυθμίσαμε τον μηχανισμό να λειτουργήσει λίγο αργότερα, απομακρυνθήκαμε και φύγαμε. Η Τράπεζα αυτή ήταν στην οδό Πανεπιστημίου.› Κοινότυπη απολογία, δεν μας λέει τίποτα απολύτως, που να πείθει ότι πράγματι, κάποια πράγματα θυμάται εξ ιδίων και λέει.
Σάββας 20/7. «Η επόμενη ενέργεια είναι μια βόμβα που έβαλα στην BARCLAYS στο Μαρούσι ήταν αρχές του ’91 και δεν θυμάμαι με ποιον άλλον ήμουν εκεί. Η επόμενη ενέργεια είναι η εκτόξευση ρουκέτας στα γραφεία της American Express στην Πανεπιστημίου. Την επιχείρηση κάναμε εγώ, ο Λουκάς και ο Τζωρτζάτος. Συγκεκριμένα τοποθετήσαμε αυτοσχέδιο εκτοξευτήρα, στην βάση του αγάλματος της Αθηνάς που είναι στην Ακαδημία, ο μηχανισμός ήταν ωρολογιακός, η στόχευση έγινε έτσι ώστε η ρουκέτα να περάσει πάνω από τις γραμμές του τρόλεϊ και να χτυπήσει το διαμέρισμα κλπ?›
Εδώ έχω και πάρα πολλές επιφυλάξεις, ως προς τον τρόπο της διατύπωσης της απολογίας του Σάββα Ξηρού, ο οποίος είναι επιτηδευμένα διατυπωμένος με ένα τέτοιο τρόπο, που να αναιρεί και να διαψεύδει όλα όσα είπα προηγουμένως, για τον κοινό κίνδυνο κλπ. Βάζει στη μέση τρόλεϊ να περάσουν από πάνω και από κάτω, προγραμματισμό ωρολογιακών μηχανισμών και όλα αυτά τα πράγματα τα οποία, δεν έχουν βγει ούτε από τη δικογραφία, ούτε βεβαίως αντανακλούν το δόλο και το επίπεδο της στόχευσης που είχανε.
Εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει και εδώ νόμιμο αποδεικτικό μέσο σε βάρος του Τζωρτζάτου, για δε τον νομικό χαρακτηρισμό ισχύουν αυτά τα οποία είπα πριν.