Πολιτική
Παρασκευή, 17 Οκτωβρίου 2003 21:01

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (17/10/2003) Μέρος 1/3

ΔΙΚΗ 17Ν

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:10

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλημέρα σε όλους. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, ο κρατούμενος Τέλιος Κωνσταντίνος δεν θα προσέλθει σήμερα στην αίθουσα του Δικαστηρίου. Οι κ.κ. Ξηρός Βασίλειος και Γεωργιάδης Διονύσιος θα έρθουν αργότερα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να εκπροσωπηθούν. Ο κ. Οικονομίδης έχει το λόγο.

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Κατ’ αρχάς αισθάνομαι αξιότιμοι κ.κ. Εφέτες επιτακτική την ανάγκη να αποταθώ προς τους παθόντες και εκείνους οι οποίοι έχουν την τύχη να παρίστανται αυτοπροσώπως ως πολιτικώς ενάγοντες και τις οικογένειες των άλλων που δεν έχουν αυτή την τύχη για να εκφράσω την ειλικρινή συμπαράστασή μου στη βαθιά τους οδύνη και να δηλώσω ότι προσωπικώς ουδέποτε επίστεψα ότι υπήρξαν θύματα ενός οιουδήποτε σφάλματός τους που θα επέτρεπε στον οιονδήποτε μηδέ της πολιτείας εξαιρουμένης να τους έχει δικάσει, καταδικάσει και επιβάλλει την εσχάτη των ποινών.

Προσωπικώς πιστεύω ότι υπήρξαν θύματα κάποιων αντιλήψεως. Της αντιλήψεως ότι η βία με οποιαδήποτε μορφή είτε του πολέμου, είτε των επαναστάσεων, είτε του ανταρτοπολέμου, είτε της επιλεγομένης ατομικής τρομοκρατίας, είτε ακόμα και του εγκλήματος του κοινού ποινικού δικαίου απετέλεσε το νυστέρι της ιστορίας δια του οποίου αυτή έχει επιφέρει τις βαθύτερές της τομές.

Πράγματι με βία οι λαοί απαλλάχτηκαν από τον ξένο ζυγό. Με βία ανέτρεψαν τυράννους, με βία οι σκλάβοι έθραυσαν τα δεσμά τους, με βία οι εργαζόμενοι επέτυχαν να αποσπάσουν κάποια ψιχία από το τραπέζι της ευωχίας στυγνών εργοδοτών. Με βία κατεκτήθησαν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τέλος η ίδια η δημιουργία απετέλεσε μία πράξη βίας που συνετελέσθη στη μήτρα του σύμπαντος με μία βιαία έκρηξη, το επιλεγόμενο bin bang.

Θύματα λοιπόν της αντιλήψεως ότι μόνο με βία θα ήτο δυνατό δυνατόν να ανατραπεί ένας κόσμος άδικος, ένας κόσμος μοιρασμένος οριζόντια από τάξη σε τάξη και κάθετα από χώρα σε χώρα σε κείνους που πεθαίνουν από ασιτία και τους άλλους από υπερσιτισμό, σε κείνους που βασανίζουν και τους άλλους που βασανίζονται, σε κείνους που καταπιέζουν και τους άλλους και σε πατρικίους που έχουν τα πάντα και πληβείους που δεν έχουν τίποτε.

Θύματα λοιπόν της αντιλήψεως ότι ένας τέτοιος κόσμος μόνο δια της βίας θα ήτο δυνατόν να ανατραπεί. Βεβαίως θα μπορούσε κανείς να πει ότι ένας τέτοιος κόσμος παράφρον ο οποίος την ίδια στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν από πείνα, δίψα ή άσχημες ασθένειες κατασπαταλώνται τρισεκατομμύρια δολαρίων ετησίως για να κατασκευάζονται όπλα που στην καλύτερη περίπτωση μένουν άχρηστα και στην χειρότερη θα μας αφανίσουν.

Νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να προσθέσει ότι είναι ένας κόσμος που δεν έχει αρχές και δεν πιστεύει σε αξίες. Αντίθετα έχει αντιστρέψει θείες επιταγές. Το αγαπάτε αλλήλους έγινε μισείτε αλλήλους. Το επί γης ειρήνη και εν ανθρώποις ευδοκία επί γης πόλεμοι και εν ανθρώποις δυστυχία. Ο μη εργαζόμενος μηδέ εστιέτω, ο εργαζόμενος μηδέ εστιέτω. Το μέτρον παντός χρήματος άνθρωπος, μέτρον παντός ανθρώπου χρήμα. Έναν τέτοιο κόσμο ήθελαν να ανατρέψουμε και πίστευαν ότι μόνο δια της βίας θα γίνει αυτό. Έναν κόσμο για τον οποίο φοβάμαι ότι οι επερχόμενες γενεές αξιότιμοι κ.κ. Εφέται θα ντρέπονται μέχρι σημείου ώστε εκείνος που τότε θα αποτολμήσει να ισχυριστεί ότι αυτοί κατάγονται από εμάς θα αφοριστεί σαν τον Δαρβίνο που τόλμησε να πει ότι εμείς καταγόμεθα από τους πιθήκους.

Θύματα λοιπόν της αντιλήψεως ότι ένας τέτοιος κόσμος μπορούσε να ανατραπεί μόνο δια της βίας για να έρθει ένας άλλος κόσμος ειρηνικότερος, εντιμότερος, ειλικρινέστερος, χωρίς πολέμους, χωρίς φασισμούς, χωρίς ναζισμούς, χωρίς υπαρκτούς ή ανύπαρκτους σοσιαλισμούς, χωρίς ρατσισμούς, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς, ένας κόσμος που όλοι σαν μια οικογένεια ο καθένας θα έπαιρνε ότι χρειαζόταν και θα προσέφερε όσα μπορεί. Θα ερχόταν δηλαδή το κράτος του Θεού που θα έφερνε κάποτε την επί γης ειρήνη και την εν ανθρώποις ευδοκία.

Τέτοιες αντιλήψεις και τέτοια οράματα οιστρηλάτισαν και όπλισαν το χέρι των απανταχού Τσελέντηδων. Βεβαίως υπάρχει και ο αντίλογος. Γιατί σύντροφοι πιστεύετε ότι μόνο δια της βίας είναι δυνατόν να επέλθουν οι όποιες αλλαγές ευαγγελίζεστε όταν ζούμε σε ένα περιβάλλον δημοκρατιών που έχει απλωθεί σε όλη τη Δύση περίπου και όχι μόνο στο πλαίσιο των οποίων είναι δυνατόν να επέρχονται αλλαγές με συναινετικές δημοκρατικές διαδικασίες; Γιατί τάχα πιστεύετε ότι μόνο δια της βίας μπορούν να συμβούν αυτά που ενδεχομένως είναι και τα ορθά και που ενδεχομένως κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει.

Μήπως δεν θα ήταν δυνατόν να έχετε κατέβει στην πολιτική αρένα, να προβάλλετε τις απόψεις σας και η ουσία της δημοκρατίας είναι ακριβώς αυτή, η πλειοψηφία θα σας αποδεχθεί και θα τα επιβάλλετε. Ποιος ο λόγος της βίας; Γιατί τάχα διαλέξατε αντί της λεωφόρου αυτής των συναινέσεων και των δημοκρατικών διαδικασιών την αιματηρή και δύσβατη ατραπό της βίας ως λύση για τα όποια προβλήματα αναφέρετε;

Αντίλογος που μοιάζει σωστός. Φοβούμαι όμως αξιότιμοι κ.κ. Εφέται ότι ο αντίλογος έχει και αντίθετο λόγο. Πράγματι η δημοκρατία μας η αστική, κοινοβουλευτική υπό την φιλελευθέραν έκφανσή της δημοκρατία έχει προσφέρει πολλά στην ανθρωπότητα και στους λαούς που δεν θα μπορούσαν να τα είχαν ονειρευτεί. Βέβαια όταν λέει «έχει προσφέρει› για να μην ξεχνάμε το νυστέρι της ιστορίας, κατεκτήθησαν και αυτά με αίμα, πολύ αίμα. Πράγματι η δημοκρατία μας προσφέρει δικαιώματα και ελευθερίες ατομικές, πολιτικές, συνδικαλιστικές, κοινωνικές που είναι πολύ σημαντικά.

Σημαίνει όμως η δημοκρατία μας να μην έχει βάθος, έχει εύρος, δεν έχει βάθος. Δεν έχουν διευρυνθεί τα δικαιώματα τόσο ώστε να έχουν περιλάβει ζωτικές βιοτικές ανάγκες των πολιτών. Είχε πει ο Βισίνκι κάποτε στον ΟΗΕ «αντιλαμβάνομαι δυσχερώς την ελευθερία και αξιοπρέπεια ενός πενομένου, ξυπόλητου ανέργου. Αυτά τα δικαιώματα υπό την έννοια του να είναι αντίστοιχη υποχρέωση της κοινωνίας δεν έχει καθιερωθεί και φαίνεται ότι εκείνοι οι οποίοι έδωσαν το αίμα τους για ισότητα, ελευθερία, αδελφοσύνη δεν είχαν αντιληφθεί ότι ναι μεν θα είμεθα όλοι ίσοι έναντι του νόμου αλλά ότι οι νόμοι δεν θα είναι ίσοι έναντι όλων.

Βλέπουμε να υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι πένονται και αναρωτιέται κανείς: μα τι είδους δημοκρατία είναι αυτή που κατά τον Αριστοτέλη υπάρχει δημοκρατία όπου οι πτωχοί κυβερνούν και εξ ορισμού πλέον δεν θα έπρεπε να υπάρχουν; Τι συμβαίνει άραγε, ποιοι μηχανισμοί, ποιοι κανόνες, ποιοι νόμοι είναι αυτοί που επιτρέπουν αυτό το μεγάλο άνοιγμα μεταξύ των μεν και των δε;

Θα νόμιζε κανείς λοιπόν ότι μέσα στη δημοκρατία σταδιακά, σιγά-σιγά επέρχεται μία σύγκληση και αργότερα θα υπάρξει μία – μην πω θερμική εξίσωση- θα υπάρχει μία μεγάλη σύγκληση και δεν θα έχουμε να φωνάζουμε για πληβείους και πατρικίους. Αλίμονο! Συμβαίνει αξιότιμοι κ.κ. Δικασταί να έχει στην διάθεσή μου κάποιους αριθμούς τους οποίους όταν θα σας τους διαβάσω θα παρακαλέσω να συγκρατήσετε και την οργή σας και τα δάκρυά σας γιατί εγώ δεν μπόρεσα να τα συγκρατήσω.

Παρά το γεγονός ότι δεν θέλω να χρησιμοποιώ έγγραφα ομιλών εδώ θα κάνω εξαίρεση διότι είναι αριθμοί και θα μου το επιτρέψετε για 1,5 λεπτό. Η στατιστική την οποία θα σας διαβάσω έχει τις πλέον έγκυρες πηγές. Είναι ο ΟΗΕ και η EUROSTAT η στατιστική υπηρεσία της Ευρώπης. Ανά τον κόσμο το 1820 η διαφορά μεταξύ λαών, η σχέση φτωχότερων προς τις πλουσιότερες χώρες είναι 1 προς 3 μόνο. Το 1911 γίνεται 1 προς 7. Το 1973 1 προς 44, απόκλιση πάλι μεγάλη με γεωμετρική πρόοδο.

Το 1992 όταν πια οι δημοκρατίες μας έχουν φτάσει στο κορύφωμά τους θα νόμιζε κανείς ότι τώρα πια άρχισε κάποια σύγκλιση, το 1 προς 44 θα έγινε 1 προς 20, 1 προς 15. Λάθος, 1 προς 72. Πρόσθετες προβλέψεις το 2010 και μετά 1 προς 100 πτωχοί με πλουσίους χώρες ανά τον κόσμο. Η στατιστική αφορά τις χώρες. Το 20% των πλουσιοτέρων χωρών κερδίζει 74 φορές περισσότερα από το 20% των πτωχοτέρων. 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι στον πλανήτη ζουν με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο 2000. Λέω 2 γιατί από ένα σημείο και μετά αυξάνει και έβαλε το μεγαλύτερο, δεν έβαλε το 1 που είπατε και είναι σωστό αυτό που λέτε κ. Πρόεδρε.

200 άνθρωποι έχουν εισόδημα 250 εκατομμύρια δολαρίων το χρόνο ο καθένας όταν 582 εκατομμύρια άνθρωποι έχουμε εισόδημα 250 δολάρια το χρόνο ο καθένας. Οι 3 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο, Μπιλ Γκέιτς, Γουόρεν κλπ έχουν περιουσία 156 δις δολάρια που είναι μεγαλύτερα από το ΑΕΠ 43 αναπτυσσόμενων χωρών με πληθυσμό 1 δις. Τα έσοδα μιας χρηματιστηριακής εταιρείας GOLDMAN SAX είναι μεγαλύτερα από το εθνικό εισόδημα μιας χώρας 25 εκατομμυρίων, της Τανζανίας μιας εταιρείας.

Ο πληθυσμός των παραγκουπόλεων σε όλο τον κόσμο θα διπλασιαστεί μέσα στα επόμενα 30 χρόνια και θα φτάσει το 2030 τα 2 δισεκατομμύρια κατοίκους παραγκουπόλεις, είναι στατιστική του ΟΗΕ το 2003 στην Γενεύη. Το 43% του αστικού πληθυσμού των αναπτυσσομένων χωρών ζει σε παραγκουπόλεις. 47 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε συνθήκες σχετικής μέχρι και απόλυτης φτώχιας στα πλουσιότερα κράτη του κόσμου. Παραδείγματος χάρη στην Αμερική 12 εκατομμύρια παιδιά ζουν στη φτώχια ήτοι περίπου 17% των ατόμων κάτω των 18 ετών, όπου συνολικά 12% του ενηλίκου πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχιας το 2002. 250 εκατομμύρια παιδιά αντί να πηγαίνουν στα σχολεία εργάζονται με πλήρη απασχόληση και συχνά σε απάνθρωπες συνθήκες, έκθεση ΟΗΕ του ΄99.

Κάθε μέρα 19.000 άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χάνουν τη μάχη για τη ζωή από ασθένειες όπως η φυματίωση, η ελονοσία ή άσχημες ασθένειες. Στην Αμερική πάνω από 40 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν ιατρική περίθαλψη. Στην Ευρώπη τα 65 από τα 376 εκατομμύρια των Ευρωπαίων πολιτών, 20% ζουν σε συνθήκες σχετικής ή απόλυτης φτώχιας. Είναι η EUROSTAT του 2000.

Οι λεγόμενοι κοινωνικά αποκλεισμένοι άστεγοι, άνεργοι κλπ στη Γαλλία ανέρχονται το 2000 σε 6 εκατομμύρια. Η EUROSTAT, σε συνθήκες φτώχιας ζει το 12% των εργαζομένων. Η Δανία μείωσε τις εισφορές του κράτους στην πρόνοια κατά 17%. Η Ολλανδία κατά 10%, η Ελλάς κατά 4%, στατιστική της ΓΣΕΕ.

Στην Ελλάδα 1 εκατομμύριο Έλληνες 10% του πληθυσμού βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχιας για τρία συνεχόμενα έτη, EUROSTAT 2000. Οι ομάδες που πλήττονται περισσότερο είναι κυρίως άνεργοι, συνταξιούχοι, ανασφάλιστοι, ηλικιωμένοι, ασθενείς και άτομα με ειδικές ανάγκες. Είναι τα γεροντάκια που χτυπήθηκαν που ζητούσαν κάτι παραπάνω. Το 21% των Ελλήνων ζουν με λιγότερες από 90.000 δραχμές το μήνα, EUROSTAT 2000. Αν προστεθούν και οι αλλοδαποί που ζουν στη χώρα μας το ποσοστό φτάνει 30% και ξεπερνά.

Τέλος, περίπου 7.000 παιδιά κάτω των 14 ετών εργάζονται στην Ελλάδα, μικροί είλωτες λεγόμενοι, είναι στοιχεία της ΓΣΕΕ. Η πλειονότητα των συνταξιούχων ζει με συντάξεις κάτω των 400 ευρώ. Αυτοί οι αριθμοί αξιότιμοι κ.κ. Εφέται αποτελούν κατά την γνώμη μου τη μήτρα που γεννά τη βία. Εάν δεν εκριζωθούν αυτοί οι αριθμοί, αυτή η μήτρα ποτέ μην διερωτηθείτε γιατί θα υπάρχουν πόλεμοι, επαναστάσεις ακόμη και το κοινό έγκλημα και η τρομοκρατία. Είναι η μήτρα που τη γεννά. Για να είμαι ακριβέστερος, γεννά τη βία και την αντιβία.

Η μεν βία προέρχεται από εκείνους που θέλουν την συντήρηση των αποστάσεων αυτών και η δυνατόν την αύξηση και το επιτυγχάνουν σταδιακά με γεωμετρική πρόοδο. Η άλλη, η αντιβία είναι εκείνοι που επιδιώκουν τη σμίκρυνση των διαφορών. Οι μεν ζητούν την διαιώνιση της αδικίας διότι είναι εξ αντικειμένου αδικία, οι δε ζητούν την δικαιοσύνη, η αντιβία.

Αναρωτιέται κανείς αξιότιμοι κ.κ. Εφέται, με όλα αυτά που θα εντάξουμε την τρομοκρατία, στη βία ή στην αντιβία; Η βία, οι μετερχόμενοι τη βία που είναι κράτη, που είναι μηχανισμοί, που είναι νόμοι και επιδιώκουν την διαιώνιση των διαφορών και την επιτυγχάνουν και την διεύρυνση επιτυγχάνουν. Είδατε τους αριθμούς; Έχουν όλη τη δύναμη. Δεν διστάζουν για να συντηρήσουν αυτή την δύναμη να κατατρομοκρατούν λαούς και κυβερνήσεις με χίλια δυο μέσα.

Πολύ φοβούμαι ότι ακόμα δεν έχουμε καταλήξει σε έναν ορθό ορισμό της εννοίας της τρομοκρατίας με αποτέλεσμα να επικολλώνται λάθος ετικέτες σε λάθος μέτωπα. Όταν βάζαμε αυτή την ετικέτα στη μικρή δικηγορίνα την Παλαιστίνια που αφού ζώστηκε τα εκρηκτικά και προσευχήθηκε τίναξε στον αέρα τα νιάτα της και πήρε κι άλλους μαζί της γιατί ήθελε να διασαλπίσει την τραγωδία, να διεκτραγωδήσει αυτό που έχει ζήσει αυτός ο λαός χρόνια τώρα. Και όλοι μαζί λέμε «η τρομοκράτισσα›.

Τους άλλους που χρησιμοποιούν τα τανκς τους για να λιώνουν σπίτια μαζί με τους αθρώπους, με ρουκέτες, με βόμβες, τους υποδεχόμεθα σε Λευκούς ή άλλου χρώματος Οίκους, περίπου για να τους αποδώσουμε το βραβείο Νόμπελ ειρήνης. Αυτοί δεν είναι τρομοκράτες, τρομοκράτισσα είναι η μικρή Παλαιστίνια.

Ξέρετε, εδώ μου θυμίζει κάποιο μύθο του Λαφοντέν: Κάποτε λέει ο Λαφοντέν έπεσε πανούκλα στη ζούγκλα και τότε αποφάσισαν τα ζώα να βρουν τον πραγματικό ένοχο για να τον δικάσουν, να τον καταδικάσουν, να τον εξοντώσουν, για να εξιλιεωθούν στους θεούς. Συνεκροτήθη δικαστήριο με πρόεδρο τον λέοντα, συνέδρους τον λύκο και την τίγρη, η αλεπού ήταν ο εισαγγελέας και ο όφις –δεν αναφέρει δικηγόρους, ήταν κάπου στο Γκουαντανάμο αυτά που γίνονταν- ήταν ο γραμματεύς.

Τότε λέει, σηκώθηκε πρώτος ο λέων και είπε «αφού πρέπει όλα να τα πούμε, θα πω κι εγώ την αμαρτία μου. Κάποτε κατασπάραξα κάποιους κυνηγούς›. Πετάγεται ο εισαγγελεύς, η αλεπού: «Ω! Μεγαλειότατε! Οποίαν τιμήν περιποιήσατε σ’ αυτούς! Τί άλλο μπορούσαν να ελπίζουν από το να κατασπαραχθούν από τον βασιλιά των ζώων;› Χειροκροτήματα, αθώος ο λέων.

Σηκώνεται και ο λύκος: «Εγώ εκτός από τα πρόβατα, έφαγα και τους βοσκούς›. «Ω! Μεγαλειότατε!› ξαναλέει η αλεπού, «οποία ευσπλαχνία! Τί θα έκαναν οι τάλανες χωρίς τα πρόβατά τους;› Αθώος και ο λύκος. Κάτι ανάλογο είπε η τίγρης, ώσπου στο βάθος των ζώων, ένας ταπεινός, φτωχός γεροντάκος πεινασμένος ψωραλέος γαϊδαράκος, κατόρθωσε και σηκώθηκε στα πόδια του και λέει: «Αφού τα λέμε όλα, θα πω κι εγώ την αμαρτία μου: κάποια φορά πεινούσα, το αφεντικό μου είχε θερίσει το χωράφι και δεν είχα να φάω. Ο διπλανός είχε ακόμη χορτάρι και τότε, όπως ήταν δροσερό, άπλωσα τη γλώσσα μου και άρπαξα μια, δυο, ίσως και τρεις τούφες χορτάρι›.

Τότε σηκώθηκαν όλοι όρθιοι έξαλλοι και λένε: «Αυτός είναι ο ένοχος! Τόλμησες να απλώσεις τη γλώσσα στο ξένο χορτάρι!› και τον κατασπάραξαν τον γαϊδαράκο. Διότι, καταλήγει στο επιμύθιο ο Λαφοντέν, ανάλογα αν θα είσαι ισχυρός ή αδύναμος, θα έχεις δίκιο ή άδικο.

Έτσι λοιπόν σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι και είπαμε η τρομοκράτισσα που ζώστηκε και πήγε να εξοντώσει τον εαυτό της και βεβαίως πήρε και άλλους για να ακούσουμε το πρόβλημα αυτού του λαού, γιατί αλλιώς θα κοιμόταν το πρόβλημα κι έπρεπε να ζωντανεύει το πρόβλημα αυτό, να ξέρουμε ότι υπάρχει ένας λαός που καταπατώνται όλα του τα δικαιώματα τα ανθρώπινα, μια και όλοι οι άλλοι δεν έχουν σκεφθεί ότι ίσως κάτι συμβαίνει εκεί, αλλά αντίθετα είναι έτοιμοι να προσφέρουν βραβεία Νόμπελ.

Τρομοκράτες είναι εκείνοι οι οποίοι σαν ιδιότυποι βαμπίρ βρικόλακες, ρουφάνε όχι μόνο αίμα αλλά και πετρέλαιο. Οι οποίοι εν ονόματι της πατάξεως της τρομοκρατίας βομβαρδίζουν ολόκληρους λαούς λες και μια δραξ τρομοκρατών που σε κάποια σπηλιά του Αφγανιστάν θα ήταν κρυμμένη έπρεπε να βομβαρδιστεί ένας ολόκληρος λαός. ¶ραγε για την πάταξη της τρομοκρατίας; Όχι, είναι ο δίαυλος για να περάσουν πετρέλαια και αέριο και έπρεπε να το ελέγχουν αυτό. Το πρόσχημα; Η τρομοκρατία.

Ιράκ: Μα έχουν όπλα χημικά, βιολογικά, πυρηνικά, φώναζε ο Μπλινξ ο καημένος ο Πρόεδρος της Επιτροπής, «μα για όνομα του θεού, γυρνάμε τρία χρόνια, πέντε, επτά χρόνια, δε βρήκαμε ούτε ένα. Τί γίνεται;› Όχι, υπάρχουν όπλα. Και το «κοιμισμένο κοπάδι› όπως τους αποκαλεί το Τσόμσκι, ο αμερικανός λαός δεν επείθετο στην Επιτροπή που έκανε τις έρευνες, επείθετο στον Πλανητάρχη που τους έλεγε ότι «βεβαίως υπάρχουν τέτοια όπλα και πρέπει να εξοντωθεί ει δυνατόν η χώρα αυτή›.

Βεβαίως απεδείχθη για μια ακόμα φορά η απάτη. Δεν υπήρχε τίποτε απ’ όλα αυτά. Αλλά είναι αργά πια. Η χώρα κατεκτήθη και βεβαίως το πετρέλαιο είναι πλέον στα χέρια μας. Και βεβαίως και πάλι δε βρήκαν τον Σαντάμ όπως δε βρήκαν τον Μπιν Λάντεν. Μα δεν ζητούσαν τον Μπιν Λάντεν, δε ζητούν τον Σαντάμ, δεν κυνηγούσαν αυτούς, κυνηγούσαν το πετρέλαιο, κυνηγούσαν τα συμφέροντα, ήθελαν τον πόλεμο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πέριξ του πλανητάρχου μας είναι όλοι –το διάβαζα προχθές, φαντάζομαι είναι πραγματικότης- αρχιμέτοχοι σε εταιρείες πολέμου και πετρελαϊκές εταιρείες. Και βεβαίως τα παλιά όπλα έπρεπε να φύγουν απ’ τη μέση κι έπρεπε να δοθεί ευκαιρία μερικά τρις δολάρια να ξαναπέσουν για νέα όπλα.

Και μιλάμε για τρομοκρατία, μιλάμε για την Παλαιστίνια, τη φριχτή τρομοκράτισσα και έχει μια τεράστια ταμπέλα στο μετωπάκι της ότι είναι η τρομοκράτισσα και όλοι αυτοί είναι οι τρομοκρατημένοι. Λάθος ετικέτες κ.κ. Δικασταί, πρέπει να τις αλλάξουμε. Οι φερόμενοι ως τρομοκράτες είναι οι τρομοκρατημένοι και οι φερόμενοι ως τρομοκρατημένοι είναι οι τρομοκράτες. Είναι αυτοί οι οποίοι δεν διστάζουν να αιματοκυλούν λαούς μόνο και μόνο για να ικανοποιούν έκνομα συμφέροντα.

Βεβαίως αναρωτιέται κανείς πώς μπορεί να ανατραπεί μια τέτοια κατάσταση με συναινέσεις εάν θα δεχθούν ποτέ αυτοί οι μέτοχοι εταιρειών πολέμου, πετρελαίων και όλα αυτά να ακολουθήσουν μια άλλη πορεία και να έρθουν ένα πρωί και να πουν «έχετε δίκιο, δημοκρατικές διαδικασίας, αποφασίζουμε του λοιπού να μην υπάρχουν αυτοί οι αριθμοί που συνθέτουν τη μήτρα της βίας›. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει λογικός άνθρωπος που μπορεί ποτέ να το δεχθεί. Να γιατί σας είπα ότι στον αντίλογο υπάρχει και αντίθετος λόγος.

Μία γεύση των αντιλήψεων και οραμάτων αυτών έλαβα την ημέρα που επισκέφθηκα για πρώτη φορά τον Πάτροκλο Τσελέντη για να αναμιχθώ στη υπεράσπισή του μαζί με τον αγαπητό φίλο συνάδελφο κ. Παπαγιάννη. Τότε του έθεσα το μεγάλο ερώτημα που φλέγει τα χείλη όλων: γιατί;

Γιατί εσύ ένας νέος άνθρωπος, 19-20 ετών τότε, φοιτητής της Νομικής, δευτεροετής φοιτητής στο Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Σχολής, αντί να τελειώσεις το Πανεπιστήμιό σου, να κτίσεις ένα μέλλον, το απεμπόλησες; Αμαύρωσες το όποιο παρελθόν σου, κηλίδωσες το άριστο όνομα στο μικρόκοσμο του Φισκάρδου μικροαστικής, εργατικής έντιμης, θρησκευόμενης μάλιστα οικογένειάς σου και ανεμείχθης σε πράξεις και Οργάνωση που διακινδύνευες και την ίδια σου τη ζωή, διότι βεβαίως όταν κλέβατε όπλα από στρατόπεδα, από Αστυνομικά Τμήματα, από Πολεμικά Μουσεία και όταν χτυπούσατε στο κέντρο των Αθηνών μέρα μεσημέρι, δεν είχατε καμία βεβαιότητα ότι επρόκειτο να φύγει κανείς σας ζωντανός, έστω εκ τυχαιότητος, κάποιος που τύχαινε να έχει ένα πιστόλι. Το διακινδυνεύατε αυτό. Και έφτασες στο σημείο να έχεις καταστρέψει τη ζωή σου. Δώσε μου μία εξήγηση γιατί όλα αυτά.

Και τότε μου απήντησε: «Εγώ κ. Οικονομίδη από παιδί με κατέτρωγε ένα περίεργο συναίσθημα ενοχής διότι οι άλλοι συνομήλικοί μου, τα γειτονόπουλά μου, δεν είχαν ενώ εγώ είχα. Όταν ωρίμασα αργότερα και είδα γύρω μου τί συμβαίνει και έβλεπα από τη μια μεριά κόσμος να ζει μέσα σε τενεκεδένια σπίτια, ανθρωπάκια να μην έχουν, ενώ δουλεύουν, να φέρουν ψωμί στην οικογένειά τους, από την άλλη έβλεπα πολυτελείς βίλες, πολυτελείς θαλαμηγούς εκεί στο Φισκάρδο, έβλεπε πολυτελή αυτοκίνητα, πολυτελείς δεξιώσεις, πανάκριβα ταξίδια και έλεγα, πώς είναι δυνατόν αυτός ο λαός που δουλεύει και αυτός ουσιαστικά παράγει, αυτή η παραγωγή να επιτρέπει στους μεν να έχουν όλα αυτά και αυτοί που τα παράγουν να υποφέρουν για ένα πιάτο φαί; Τί συμβαίνει άραγε; Υπάρχουν πράγματι δύο θεοί κι όχι ένας; Υπάρχει ένας κατώτερος και είναι παιδιά του αυτοί;

Έβλεπα και άκουγα τις κλεψιές, έβλεπα τί γίνεται γύρω μου κι ενώ οι φυλακές ήταν γεμάτες από κλεφτρόνια και πρεζόνια...... 30 τρις αρπάχτηκαν από την τσέπη του λαού μέσω του Χρηματιστηρίου, πόσοι άραγε έφτασαν μπροστά σας ώστε να πάνε φυλακή; Που θα έπρεπε να είναι γεμάτες οι φυλακές από τους επιτήδειους; Βεβαίως ουδείς, περίπου ουδείς.

Έβλεπα λοιπόν λέει όλη αυτή την αδικία και τα συναισθήματα ενοχής έγιναν αγανακτήσεως και πικρίας αλλά και ενοχής εντόνου γιατί διερωτώμην αν ήμουν κι εγώ αθώος για όλα αυτά. Αν δεν ήμουν ένοχος, δεν ήμουν αθώος, γιατί -προσθέτω εγώ- αυτός που μπορεί να κάθεται μπροστά σε μια τηλεόραση και να βλέπει μια μαύρη μάνα να κρατά στα γόνατά της το νεκρό της από πείνα παιδί και αυτός να συνεχίζει να ρουφάει το ουίσκι του, αν δεν είναι ένοχος, δεν είναι αθώος.

Και σκεπτόμουν ότι αν δεν κάνω κάτι, ήρθα σ’ αυτόν τον κόσμο να κάνω τί; Για να γλεντώ; Για να κερδίσω χρήματα; Για να κάνω μια καριέρα και να τελειώσω; Αυτός μπορεί να είναι ο προορισμός μου όταν βλέπω γύρω μου μέσα στον κόσμο αυτή την τραγική αδικία; Κάτι να κάνω, αλλά να κάνω τί; Δε μπορούσα να κάνω τίποτα. Και τότε πλησίασαν τα Κόμματα και αντελήφθην ότι αυτά πηγαινοέρχονται και τίποτα δεν αλλάζει.

Πλησίασαν και την Εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Εκεί πρώτον κανείς δεν τους άκουγε, έλεγαν ωραία πράγματα που με έθελγαν, για μια αλλαγή στον κόσμο, για μια δικαιότερη κατανομή του πλούτου, αλλά κανείς δεν τους άκουγε. Επιπλέον, διεπίστωσα ότι πολλοί απ’ αυτούς ανήκαν στο κατεστημένο. Και απογοητεύτηκα και από εκεί.

Ώσπου κάποια στιγμή συναντώ κάποιον άλλο φοιτητή, τριτοετή της Νομικής στο Οικονομικό Τμήμα που λεγόταν Δημήτρης Κουφοντίνας. Ήταν νέος κι αυτός σαν εμένα, εφλέγετο από το πάθος για δικαιοσύνη, είχε την ίδια ορμή και έλεγε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε και δεν είναι δυνατό να παραμένουμε έτσι, ότι δεν είναι δυνατόν αυτός ο λαός που έχει τόσα δίκια να κοιμάται, να μην ξέρει ούτε τη δύναμή του ούτε τα δίκια του. Έχουμε χρέος και καθήκον να τον ξυπνήσουμε, να νιώσει τη δύναμή του. Να νιώσει ότι μπορεί, να νιώσει ότι έχει δικαιώματα και να τα διεκδικήσει›.

Αυτές ήταν οι απόψεις τους. Το πώς κοιμάται ο λαός; Μα είναι απλό και αν ο όποιος Τσελέντης είναι εδώ, είναι γιατί είχε ξεφύγει από τα υπνωτικά. Θα ήταν όλος ο λαός εδώ εάν είχε ξεφύγει από τα υπνωτικά. Ορισμένοι ξέφυγαν, αυτός ο λαός δεν ξέφυγε. Από τα reality shows, από τα ποδόσφαιρα, γιατί ξέρετε, το ποδόσφαιρο είναι μια ωραία εφεύρεση γι αυτό και χρησιμοποιείται στις δικτατορίες κατά κόρον, διότι εκεί ενεργοποιούνται τα πόδια για να μην ενεργοποιείται το κεφάλι και να εκτονώνουν την όποια αγανάκτηση σπάζοντας τζάμια αθώων ανθρώπων και τρέχοντας δεξιά και αριστερά, αλλά αυτούς δεν τους πειράζουμε, διότι εκείνη είναι εκτόνωση.

Βλέπουμε λοιπόν με τα reality shows, με τα τηλεπαιχνίδια, με τα big ή small brothers και δεν ξέρω τί άλλα, ότι κοιμάται αυτός ο λαός. Ανακουφίζεται, θεωρεί ότι έτσι πρέπει να είναι, ότι πρέπει οι μεν να έχουν τα πάντα και αυτοί να μην έχουν τίποτα. Αυτές ήταν οι σκέψεις. Κάτι πρέπει να κάνουμε γι αυτό, δεν είναι δυνατόν, να λεγόμεθα άνθρωποι, να είμαστε εδώ, ν να γλεντάμε, να ζούμε και να βλέπουμε απαθείς αυτά. Και τί θα κάνουμε;

Θα πρέπει πάση θυσία οι ιδέες που τις επεξεργάστηκαν, τις συζήτησαν, τις συμφώνησαν, αυτές οι ωραίες ιδέες να φτάσουν μέχρι τον τελευταίο πολίτη, μέχρι το λαό. Βεβαίως κάποια προκήρυξη που θα σταλεί με ωραία λόγια δε θα δει ποτέ το φως της δημοσιότητος και ακόμα λιγότερο, δε θα τη διαβάσει κανείς. Πρέπει να συνδεθεί με συγκλονιστικά γεγονότα. Είσαι διατεθειμένος και εσείς να δώσεις το αίμα σου αν χρειαστεί; Διότι με αυτά τα οποία θα συμβούν ή συμβαίνουν, βεβαίως πρώτοι στην πραγματικότητα κινδύνευαν και οι ίδιοι, αυτό είναι αναμφίβολο, θα πρέπει να εθελοτυφλούμε για να μη δούμε το γεγονός αυτό.

Δε χτυπούσαν νύχτες σε κάποια εξοχή κάποιον, μέρα μεσημέρι μέσα στο Κολωνάκι, προκλητικά. Γιατί; Για να ενθαρρυνθεί ο λαός και να καταλάβει ότι υπάρχει μια εμπροσθοφυλακή που κινείται και κάποια στιγμή αυτή η παλιά 17Ν θα είναι ένοπλη. Αυτός ήταν ο στόχος και αυτή είναι η ερμηνεία. Ουδείς είχε γνώση των προσώπων αυτών, ουδείς στην πραγματικότητα μισούσε ή ήθελε κάτι απ’ αυτούς που δυστυχώς έφυγαν. Χτυπήματα λέει συμβολικά κατά προσώπων που εκπροσωπούσαν διάφορες τάξεις που κατά τη γνώμη τους είναι αυτές που καταπιέζουν κτλ. το λαό.

«Έτσι ενεπλάκην, έτσι στρατεύθηκα, έτσι μπήκα και να σκεφτείτε κ. Οικονομίδη ότι εκ χαρακτήρος δεν μπορώ να αγγίξω ένα μερμήγκι›. Αυτό πρέπει να το πω διότι θα θυμάστε ότι έχω μια έξωθεν καλή μαρτυρία, αυτό που σας είπε ο κ. Κατσαντώνης, παραθερείσας φέτος στην Κεφαλλονιά, «100 άνθρωποι› λέει «με πλησίασαν και μου είπαν, δεν είναι δυνατόν›.

Και το ότι το είπε ο κ. Κατσαντώνης το θεωρώ φυσικό γιατί ανήκει στους δικηγόρους που ξέρουν να διεκδικούν την αλήθεια από όποια θέση. Το είπε όμως και μετέφερε 100 ανθρώπων που έμειναν κατάπληκτοι και αυτοί γιατί γνώριζαν το χαρακτήρα του ανθρώπου, είναι ο άνθρωπος ο οποίος έσωσε ανθρώπους με αυτοθυσία. Σας το είπε ο μάρτυς, υπάρχουν κι άλλοι που δυστυχώς δεν είχαν τη δυνατότητα να έρθουν, έχει σώσει 3 ή 4 ανθρώπους στη θάλασσα κτλ.

Είναι ο άνθρωπος ο οποίος δεν είχε τον χαρακτήρα για να αγγίξει μία μύγα γι αυτό και βέβαια ποτέ δεν σκότωσε, ποτέ δεν έφυγε σφαίρα ή οτιδήποτε από τα χέρια του να χτυπήσει άνθρωπο και δεν κατηγορείται γι αυτό. Δε θα μπορούσε να το κάνει. Δεν είναι από αρετή ξέρετε πάντοτε αυτό, είναι του χαρακτήρος. Μη νομίζετε ευχερές να πάρετε ένα κοτόπουλο και να το στραγγαλίσετε. Δεν είναι από αρετή που δεν το κάνετε, δεν μπορείτε να το κάνετε. Υπάρχουν άλλοι οι οποίοι ευχερώς το κάνουν. Δεν ήταν του χαρακτήρος του να μετέχει σε τέτοιες πράξεις.

Γι αυτό και μου είπε «όλα αυτά τα χρόνια έζησα κ. Οικονομίδη ένα μεγάλο μαρτύριο, των τύψεων. Γιατί ήξερα ότι τα πρόσωπα αυτά, δεν είχα τίποτε μαζί τους, ούτε τα γνώριζα, ούτε τα ήξερα. Απλώς ήξερα ότι αυτό που κάνουμε θα οδηγήσει κάπου που θα ωφελήσει τις μεγάλες μάζες, θα ωφελήσει το λαό. Είχα αυτή την πεποίθηση. Ίσως η διάγνωση σωστή, αλλά το φάρμακο λάθος. Και αντελήφθην πλέον το 1988 πια, ότι αυτό που ελπίζαμε και πιστεύαμε, ότι ο λαός τους συμπαθεί, ότι ο λαός έχει ωριμάσει και θα ήταν έτοιμος να ξεκινήσει έναν αγώνα, ότι δεν το έβλεπα, δεν γινόταν.

Και τότε κατάλαβα ότι ενώ έβλεπε το κακό, δεν έβλεπα το καλό. Και στο κακό ήταν κι άλλα. Έβλεπα οδηγίες που κατέβαζαν κάθετα την τουριστική μας ζωή που ήταν ένας πόρος για το λαό. ¶ρα, απέβαιναν οι ενέργειές μας σε βάρος του λαού. Έβλεπα οι μεγάλοι να μας εκβιάζουν εξαιτίας της τρομοκρατίας και να κάνουμε υποχωρήσεις σε εθνικά θέματα για τον εκβιασμό αυτό. Έβλεπα ανθρώπους να πεθαίνουν χωρίς να έρχεται κανένα αποτέλεσμα και να κινδυνεύω και τη ζωή μου ανά πάσα στιγμή.

Και ενώ δεν είχα τη βεβαιότητα ότι θα έφευγα ζωντανός κάθε φορά, είχα τη βεβαιότητα ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν κάποια 6η Ιουνίου και τότε θα έδινα λόγο των πράξεών μου. Γι αυτό κ. Οικονομίδη, ενώ παντρεύτηκα μετά αμέσως, δεν δέχτηκα με χίλια προσχήματα στη γυναίκα μου να κάνω παιδί, γιατί ήξερα ότι κάποια στιγμή δε θα μπορέσω να το μεγαλώσω και ενδεχομένως αυτό θα ντρέπεται για μένα. Γι αυτό δεν έκανα και παιδί. Κι ήμουν πάντα με μια βαλίτσα έτοιμος, ανέμενα ότι κάποια στιγμή θα συνέβαινε αυτό.

Πάντως μεταμελήθηκα, όχι για τα πιστεύω μου ότι πρέπει κάποτε να υπάρξει δικαιοσύνη στον κόσμο, αυτή την ιδέα δε θα μου τη βγάλει κανείς ότι πρέπει να συμβεί αυτό και δεν ξέρω ποιος είναι που δεν θα δέχεται μια τέτοια αντίληψη. Το μεγάλο λάθος, χειρότερο κι από έγκλημα, είναι το φάρμακο που διαλέξαμε για να θεραπεύσουμε τη νόσο›.

Πράγματι απεχώρησε το ’88 ο Τσελέντης οριστικά και επειδή έχει έναν κώδικα αξιών όπως σας είπε, τον πιστεύει κανείς ή δεν τον πιστεύει τον κώδικά του αυτόν, συμφωνεί ή δεν συμφωνεί είναι ένα άλλο θέμα, ουδέποτε θα εδέχετο να πάει να πάει να εισπράξει που ήταν η επικήρυξη. Καλώς ή κακώς. Και παρέμεινε όλα αυτά τα χρόνια εντίμως εργαζόμενος, χωρίς ποτέ να βλάψει κανέναν και μόλις άκουσε ότι συνέβη αυτό στις 6/6 ετοίμασε τη βαλίτσα του και ανέμενε. Και μόλις βρέθηκε μπροστά στις Αρχές εξομολογήθηκε τα πάντα, όσα θυμόταν.

Ανοίγω μια παρένθεση στο όσα θυμόταν: Θα γνωρίζετε αξιότιμοι κ.κ. Εφέται, υπάρχει τόμος ολόκληρος του Φρόυντ για την απώθηση. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι όταν έχουν ζήσει ένα δυσάρεστο γεγονός, όταν ντρέπονται για ένα γεγονός αν θέλετε, στρατιώτες οι οποίοι στον πόλεμο μπορούσαν να σώσουν και δεν έσωσαν κάποιον, έχουν τρεις λύσεις λέει ο Φρόυντ: ή αυτοκτονούν, ή παραφρονούν ή λησμονούν, απωθούν.

Είχε προσπαθήσει να απωθήσει τις σκηνές, να απωθήσει τα γεγονότα όσο ήταν δυνατόν. Απόδειξη, ενώ είπε όσα είπε στην Αστυνομία και ενώ ποτέ κανείς δεν είπε γι αυτόν ότι πυροβόλησε έστω άπαξ, μόνος του, είμεθα παρόντες ο κ. Παπαγιάννης και εγώ μπροστά στον κ. Ζερβομπεάκο, έκανε σαν να του ήρθε μια λάμψη και λέει: «κύριε Ανακριτά με συγχωρείτε, αυτή τη στιγμή θυμάμαι› -ενώ μιλούσαμε για άλλο αδίκημα- «ότι κάποια στιγμή ο Ρουσσέτης έκανε να πάρει το πιστόλι και επειδή εκείνη τη στιγμή είχε ήδη τραυματιστεί και ήξερα και θα ήταν εύλογο ότι εάν θα το κατόρθωνε να το πλησιάσει και να το πάρει το πιστόλι στο χέρι θα αποτελειωνόταν, ενώ ήταν σε ένα μέτρο μπροστά μου βέβαια, έριξα μια πιστολιά προς την πλευρά του, όχι επάνω του, σε ένα μέτρο ήταν, για να τον σταματήσω. Παίρνοντας το πιστόλι δε γλίτωνε›.

Ανεξάρτητα γιατί το έκανε, θυμήθηκε ότι πυροβόλησε και ήταν η μόνη και τελευταία φορά προς την πλευρά ανθρώπου. Θυμάστε την περίπτωση που μας ανέφεραν ότι κάποια στιγμή του είπαν «πάρε αυτό το πιστόλι, θα πάρουμε το αυτοκίνητο και αν δεις κάποια κίνηση πυροβόλησε στον αέρα να φύγουμε›. Και δεν τόλμησε και δεν πυροβόλησε και τον επέπληξαν ότι δείλιασε και δεν πυροβόλησε στον αέρα.

Εν τούτοις θυμήθηκε την τελευταία στιγμή και ανέφερε αυτό το περιστατικό. Όσα θυμόταν λοιπόν τα ανέφερε στην αστυνομία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Στην περίπτωση που αναφέρω ήταν σε απόσταση ενός μέτρου και μπορούσε αν ήθελε να τον χτυπήσει πάνω στο σώμα του, δεν το έκανε. Αυτό ήθελα να πω. Στο σημείο αυτό θα ήθελα μια πεντάλεπτη διακοπή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το Δικαστήριο διακόπτει για 5 λεπτά.

ΔΙΑΚΟΠΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Φτάσαμε στο ακροατήριο. Εδώ ο Τσελέντης όχι μόνο επανέλαβε – είναι αληθές – αυτά τα οποία είχε πει ανακριτικώς και προανακριτικώς αλλά προσέθεσε και ορισμένα άλλα πράγματα. Αυτό έγινε αφορμή οι συγκατηγορούμενοί του να πικραθούν και να στραφούν μάλιστα με κάποιους τρόπους, δηλώσεις κλπ εναντίον του.

Αυτό ειλικρινά τον κ. Τσελέντη τον στενοχωρεί και τον στενοχωρεί διότι στην πραγματικότητα δεν είπε τίποτε περισσότερο από αυτά που πράγματι συνέβησαν και ο λόγος για τον οποίο δεν τα είπε ευθύς εξ αρχής διότι είπε πράγματα που δεν τα είχε πει (πράγματι αυτό) είτε διότι δεν ηρωτάτο γι αυτά και ενόμισε ότι δεν τα ζητούν, δεν τα θέλουν, είτε διότι ενδεχομένως όπως σας είπα τα είχε απωθήσει πολλά γεγονότα και δεν είχε την πλήρη εικόνα οπότε με τις επίμονες ερωτήσεις – να μην πω τον βομβαρδισμό – από όλες τις πλευρές σιγά-σιγά σαν τον ψυχαναλυτή του τα έβγαλαν στην επιφάνεια. Αυτή είναι η ερμηνεία.

Το τι είναι η πραγματικότητα εν σχέσει με τους άλλους κατηγορουμένους αυτό δεν με αφορά, είναι η υπερασπιστική τους θέση, την σέβομαι. Όμως σαν παράγων της Δίκης θα ήθελα να πω κάτι περισσότερο για λόγους αρχής. Επειδή αποδίδουμε κάποια ιδιαίτερη σημασία πάντα στις ομολογίες θα γνωρίζετε από την μακρά εμπειρία σας αλλά κι εγώ μακροτέραν από εσάς, 45 χρόνια ήδη, ότι πλέον προ πολλού η ομολογία έχει παύσει να είναι η βασίλισσα των αποδείξεων.

Και μόνο αξίζει να πω τρεις λέξεις. Από το προσωπικό μου αρχείο θυμάμαι τώρα περιπτώσεις ανθρώπων που ομολόγησαν και αναπαράστησαν πράξεις. Θα σας θυμίσω, θα το θυμάστε οπωσδήποτε την περίπτωση του Ολλανδέζου, αυτού του μικροκλεφτράκου που συνελήφθη για το φόνο του Ελληνοαμερικάνου στη Βούλα. Ομολόγησε, ανεπαρέσθησε την πράξη του για να αποδειχθεί τελικά ότι την είχαν κάνει οι περιβόητοι Ντουφ και Μπασενάουερ οι οποίοι και εξετελέσθησαν. Θα είχε εκτελεστεί εκείνος εξαιτίας της ομολογίας του, ο Ολλανδέζος.

Οι τρεις ληστές του Μαρκόπουλου – από τηλεοράσεως το θυμάμαι – ανεπαρέσθησαν τις ληστείες από πού έμπαιναν και πώς έβγαιναν για να αποδειχθεί τελικά ότι τις ληστείες τις είχε κάνει ο ληστής με τις γλαδιόλες ο Βερνάρδος Μπακάλογλου κλπ. Το θυμάμαι στην δίκη που ομολόγησαν και απέδειξαν ότι αυτοί είχαν κάνει τις ληστείες διότι αυτοί είχαν τα πράγματα στα χέρια τους. Θα είχαν τιμωρηθεί σκληρότατα οι τρεις που ομολόγησαν και ανεπαρέσθησαν.

Βιομήχανος είχε έναν ανεπιθύμητο γαμπρό και όταν έκανε το ταξίδι του μέλιτος προς την Ύδρα ο γαμπρός του βρέθηκαν 4 κιλά χασίς στην βαλίτσα του. Ομολόγησε βέβαια ότι το αγόρασε από τους Λιβανέζους, εξήγησε πότε και πού και πώς, όλα κανονικά, είναι μέσα στην δικογραφία μου για να αποδειχθεί τελικά τι κ.κ. Εφέται; Ότι τα είχε βάλει ο ντετέκτιβ και προτροπή και ηθική αυτουργία του βιομηχάνου. Δικάστηκαν βιομήχανος και ο ντετέκτιβ.

Εάν τότε δεν είχε βρεθεί ο τρόπος να αποκαλυφθεί ότι ο ομολογήσας αυτός νεαρός ήταν αθώος θα ήταν στις φυλακές για πολλά χρόνια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Βεβαίως είχε ομολογήσει, για να το λέω κ. Εισαγγελεύ δεχθείτε το. Δικάστηκε και ο βιομήχανος και ο ντετέκτιβ 7 χρόνια. Τέλος θυμάμαι και είναι χαριτωμένο αυτό, θα σας το πω. Διάφοροι βιομήχανοι έβαζαν φωτιές τότε στα εργοστάσιά τους για να εισπράττουν τις ασφάλειες. Ένας εξ αυτών πελάτης μου όταν υπέγραφε και ομολογούσε και εξηγούσε πώς τα έκανε αντί υπογραφής έβαζε όλα ψέματα, όλα ψέματα. Δεν έχει σημασία, γι’ αυτό το θέμα κάθισα στο εδώλιο εγώ – επί Χούντας ήταν αυτό – για περιύβριση αρχής γιατί ανέφερα πώς δέρνει η Χωροφυλακή κλπ.

(Διαλογικές συζητήσεις)