Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Δεν θα πω το όνομά του γιατί πέθανε, το ξέρει ο κ. Εισαγγελεύς. Διερωτώμαι λοιπόν γιατί αυτή η μήνις κατά του κ. Τσελέντη ο οποίος επιτέλους ακολούθησε μία γραμμή αξιοπρέπειας να θέλετε. Είπε αυτά που είπε και τα επανέλαβε αλλά δεν είναι αυτό. Ο Τσελέντης ήθελε να τα πει, ανεκουφίζετο να τα πει. Όλα τα χρόνια αυτά υπέφερε από τα όσα είχαν συμβεί διότι έχει ουσιαστικά, πραγματικά νιώσει ότι ήταν απαράδεκτη η τότε συμπεριφορά του.
Ξέρετε λένε ότι ο μεταμελούμενος μοιάζει με την χρυσαλίδα που καταφιλεί τα άνθη που άλλοτε κατέτρωγε ως κάμπια. Πράγματι έχει μεταμεληθεί κ.κ. Εφέται. Εγώ τουλάχιστον στα χρόνια που δικηγορώ σπανίως έχω δει περιπτώσεις ανθρώπων τόσο σκληρά μετανιωμένους. Δεν το λέω για την υπόθεση, το λέω γιατί έχω και μία επαφή μαζί του και δεν θέλω να κάνω τον μάρτυρα αλλά σας μεταφέρω ότι υποφέρει γι αυτά τα οποία έχουν συμβεί. Έχει ειλικρινά μεταμεληθεί.
Κοντεύω προς το τέλος γιατί θα ακολουθήσει ο φίλτατός μου συνάδελφος ο κ. Παπαγιάννης που θα αναφερθεί στις πράξεις για τις οποίες το μόνο που έχω εγώ ακροθιγώς να πω είναι και θα το έχετε πάντοτε κατά νου ότι από το χέρι του ανθρώπινη ζωή δεν έφυγε, ότι πολλές φορές κιότεψε (ας μου επιτραπεί η λέξη). Σας θυμίζω την περίπτωση της μαύρης που με πρόσχημα αυτό είπε «τι θα κάνουμε; Θα σκοτώσουμε εγχρώμους;› και γλίτωσε η μαύρη ή κάποιος άλλος που τυχόν θα ήταν.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)
Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Για μένα ήταν κακό και το ένα και το άλλο. Θέλω να πω πάντως ότι κάποια στιγμή επειδή είδε ότι είναι μία έγχρωμη είπε ότι «δεν μπορούμε να σκοτώσουμε μία έγχρωμη›. Όταν πήγαν στην Αστυνομία και έπρεπε να πάρουν και κάποια όπλα σε μία αποθήκη και του ανέθεσαν να πάει να τα πάρει κλπ τους είπε «δεν υπάρχει τίποτε› και έφυγαν. Και πάλι τον επέπληξαν τότε.
Θέλω να πω, ήταν με το ένα πόδι στην Οργάνωση και το άλλο σε κάτι κατάλοιπα άλλων αντιλήψεών του και ηθικών αρχών από την μάνα του, τον πατέρα, θρησκευόμενοι. Αισθανόταν ότι ναι μεν αυτό που κάνω έχει ως αντιστάθμισμα την ελπίδα ότι κάποια στιγμή κάτι καλό θα γίνει στον κόσμο αλλά από την άλλη ανθρώπινες ζωές. Είχε αυτή την σύγκρουση η οποία τον βασάνιζε και η οποία πιστέψτε με τον βασανίζει.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου) Ρωτούσε πολύ και αμφέβαλλε.
Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ: Ρωτούσε πολύ και αμφέβαλλε, ναι. Έλεγα ότι θα πρέπει κανείς να χρωματίζει τις πράξεις όχι μόνο από την υλική της δομή αλλά από τα κίνητρά τους, από το περιεχόμενό τους. Όπως λέει ο Αριστοτέλης «μη προς την πράξιν αλλά προς την προαίρεσιν›.
Ο Δικαστής έχουν παρέλθει οι χρόνοι εκεί που άλλοτε δίκαζε πράξεις. Δικάζει δράστες, δικάζει ανθρώπινες ζωές. Πρέπει να αποφλοιώνει την πράξη για να αναζητεί τον πυρήνα της. Αν μέσα βρίσκει ότι υπήρχαν ελατήρια που δεν ήσαν ταπεινά, αυτό που εννοούμε ταπεινά κι αν βρίσκει ότι υπήρχε ένας σκοπός κατά την γνώμη του ο οποίος όμως εξ αντικειμένου αυτός θα μπορούσε να είναι καλός, να είναι ιερός αν θέλετε τότε ναι μεν δεν θα άγεται εις απαλλαγή διότι η ιερότητα του σκοπού και η ηθικότητα των ελατηρίων δεν καθαγιάζουν την εγκληματική πράξη. Αλλά δεν είναι δυνατόν να μην διαφοροποιούν τη θέση του Δικαστού έναντι του δράστου ο οποίος ελαύνεται από ελατήρια αν όχι ευγενή, μη ταπεινά και όταν στοχεύει κάπου που αυτό το οποίο στοχεύει εάν μπορούσε να γίνει χωρίς την πράξη όλοι θα το επικροτούσαμε. Τότε θα τον κρίνει με βάση το μη προς την πράξιν αλλά προς την προαίρεσιν.
Διερωτώμαι, άραγε ο Τσελέντης και αυτό που λέω δεν αφορά ίσως μόνο τον Τσελέντη, έχω την γνώμη ότι τους όσους κρίνετε ότι μετείχαν στην πράξη αυτή κατά την γνώμη μου, κατά την οσμή μου είχαν αυτό το όναρ, αυτό το όνειρο να γίνει κάτι και αυτά ήταν τα ελατήριά τους. Δεν είχαν άλλα, δεν γνώριζαν τους ανθρώπους, δεν είχαν προηγούμενα, δεν είχαν την διάθεση να εκδικηθούν αυτόν τον συγκεκριμένο περισσότερο από οιονδήποτε άλλον. Υπήρχε επομένως κάποιο ελατήριο το οποίο δεν μπορεί κανείς να το θεωρήσει a priori ότι ήταν ταπεινό.
Αντιθέτως από το γεγονός αυτών των προκηρύξεων που αναφέρουν μέσα πού στοχεύουν βλέπει κανείς ότι πράγματι στοχεύουν για κάτι άλλο που αν δεν υπήρχαν οι πράξεις όλοι θα το ήθελαν, αυτές τις αλλαγές στον κόσμο.
Νομίζω λοιπόν ότι – περιορίζομαι βέβαια στον πελάτη μου, το άλλο το είπα εκ καθήκοντος υπερασπιστικού και ως παράγον της Δίκης για όλους – υποθέτω ότι ο πελάτης μου το δικαιούται αυτό το ελαφρυντικό. Και το δικαιούται για τον πρόσθετο λόγο, θα πρέπει εζευγμένως να δείτε αν είχε ελατήρια ταπεινά ή όχι κι αν επεδοκίμαζε μέσα του τις πράξεις. Εκ του ότι ακριβώς μεταμελήθηκε έφυγε το ΄88 πλέον οριστικά από τις πράξεις αυτές που δείχνει ότι τις ακολουθούσε, τις ηνήχετο για να μην πω τις επικροτούσε όσο είχε την πίστη ότι κάτι καλό θα βγει. Όταν έπαψε να πιστεύει σε αυτό απεδοκίμασε τις πράξεις.
Θα ήθελα να πω ένα μικρό παράδειγμα. Εάν κόψω ένα χέρι για να πάρω τα δαχτυλίδια είναι μία πράξη. Εάν κόψω το χέρι διότι πιστεύω ότι θα σώσω από μια βαριά ασθένεια τον οργανισμό ήταν η ίδια πράξη αλλά είναι άλλη πράξη. Εκεί είναι το σοφόν «μη προς την πράξιν αλλά προς την προαίρεσιν›.
Δεν είναι δυνατόν να μεταχειριστώ με τον ίδιο τρόπο αυτόν που το έκανε για να πάρει τα δαχτυλίδια από τα δάχτυλα και τον άλλο που νόμιζε εσφαλμένα. Η πράξη που έκανε είναι φρικτή, αίμα, έκοψε χέρι αλλά η προαίρεσις μεταβάλλει την ουσία της πράξεως και πρέπει να μεταβάλλει και την μεταχείριση του δράστου.
Εδώ λοιπόν για τον Τσελέντη νομίζω ότι μπορεί να δεχθείτε ότι ένας νέος άνθρωπος ο οποίος εγκατέλειψε τις σπουδές του, ξέρετε τι είναι να μπει σε ένα Πανεπιστήμιο, μπόρεσε και μπήκε, ένα φτωχό παιδί μπήκε σε ένα Πανεπιστήμιο, πέρα στην πρώτη τάξη βρέθηκε στην δεύτερη, 19-20 ετών. Είχε όλο το μέλλον μπροστά του. Το εγκατέλειψε, το απελάκτησε αυτό το μέλλον, το κατέστρεψε.
Από την άλλη μεριά ως νέος όπως και ο ίδιος έχει πει στην απολογία του δεν γνώρισε τις διασκεδάσεις, δεν έμαθε ποτέ τι θα πει καμπαρέ και τι θα πει μπουζούκια, ποτέ. Μα και δεν είχε την δυνατότητα διότι έτσι είχε στερηθεί και της δυνατότητος να έχει μία σταθερή δουλειά και πότε έκανε τον υδραυλικό εδώ και πότε έκανε εκεί για να παίρνει λίγες δραχμές να ζει. Δεν επεκόμισε κάτι. Μέχρι σήμερα ζει σε δυο δωμάτια νοικιασμένα στο Ελληνικό. Η γυναίκα του μέχρι και πρότινος καθαρογράφει αποφάσεις στο Πρωτοδικείο Αθηνών για να κάνει ένα συμπλήρωμα. Δεν έχει κερδίσει κάτι. Κάνει υπερωρίες, δίδει μαθήματα σε παιδιά για να συμπληρώσει κάτι.
Περιουσία δεν έκανε. Κληρονόμησε κάτι, πήρε 1.600.000 και αγόρασε 10% από μία εταιρεία μετοχών που αγόρασε σε έναν πλειστηριασμό με 16.000.000 ένα παλιοκάραβο και το έφτιαχναν. Δεν έφυγε κερδισμένος ούτε ήξερε, ούτε πίστευε ότι θα κερδίσει. Μην ξεχνάμε ότι το ΄88 δεν υπήρχαν και χρήματα. Αυτά που λέγονται μετά κάποια χρήματα από ληστείες που κάποια στιγμή θα εξηγηθεί γιατί και πού και πώς και μην ξεχνάμε ο ¶ρειος Πάγος έχει πει ότι και η ληστεία εντάσσεται στο πλαίσιο των τρομοκρατικών ενεργειών και δεν εξέδωσε τον Πόλε. Διότι είπαν οι Γερμανοί τότε «μα έκαναν και ληστείες›. Και λοιπόν; Και οι ληστείες είναι μέσα.
Εάν στέλνονται λεφτά σε Κούρδους, εάν στέλνονται λεφτά σε Παλαιστίνιους, σε άλλες Οργανώσεις ομοειδείς αυτά δεν τα μάθαμε και με την σιωπή που τηρούν δεν τα μάθαμε. Αλλά ότι κι αν σκεφτείτε όταν έφυγε ο Τσελέντης τα χρήματα τα οποία υπήρχαν ήταν από τον ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ 18.000.000 και 7.000.000 (δεν ξέρω πόσα) από μία Τράπεζα. Αυτά ήταν όλα τα χρήματα των 5 ετών. ¶ρα δεν μπορεί να σκεφθεί κανείς ότι υπήρχαν χρήματα στην Οργάνωση για να παίρνει να ζει. Δεν ζούσε από την Οργάνωση.
Βεβαίως όπως θα σας αναλύσει ο κ. Παπαγιάννης στον ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ ούτε καν μετείχε. Μια παρένθεση μια και το έθεσα αυτά. Ο Τσελέντης δεν θα είχε κανέναν δισταγμό να ομολογήσει συμμετοχή και στον Τσαντ και στον ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ, κανέναν δισταγμό. Το ότι κάποια στιγμή είπε ο κ. Χριστόδουλος ότι ήταν, ο άνθρωπος ύστερα από τόσα χρόνια μπορεί και να μην θυμάται καλά. Είχαν και τα παρατσούκλια αυτά όπως και ο Τσελέντης. Ενδέχεται και ο Τσελέντης σε αυτά που κατέθεσε εδώ να έχει κάνει λάθος σε ένα όνομα. Μπορεί να έχει γίνει αυτό. Μιλάμε για 15 χρόνια πίσω.
Εδώ δεν θυμόμαστε πέρσι ποιον συναντήσαμε κι αν γνωρίσαμε έναν δικηγόρο. Είναι πολύ πιθανόν με τον ίδιο τρόπο λοιπόν επειδή είναι ο μόνος ο οποίος αναφέρει για τον ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ ότι ήταν και ο Τσελέντης είναι ο κ. Χριστόδουλος και μπορεί να πλανάται. Μέσα στις στιγμές εκείνες της κινητικότητος τελικώς να μην θυμόμαστε αν ήταν ο Αλέκος ή ο Μήτσος ή ο Τάκης ή ο Λάκης. Δεν είχε λόγο λοιπόν να αρνηθεί.
Κλείνω την παρένθεση και λέγω ότι: για ποιο λόγο ο Τσελέντης άφησε σπουδές, άφησε μέλλον, δεν διασκέδαζε, έκανε όλα αυτά, έφυγε μέσα από κει με τύψεις, κινδύνευε την ζωή του. Αυτό θα πρέπει να εθελοτυφλούμε να μην το δεχθούμε ότι ανά πάσα στιγμή κινδύνευαν. Μια τυχαιότης είναι που δεν σκοτώθηκαν και δεν τους σκότωσαν επιτόπου. Υπάρχουν αστυνομικοί που κυκλοφορούν έξω με το περίστροφό τους με πολιτικά. Να τύχει ένας και να βγάλει τον πιστόλι να τον εκτελέσει. Δεν είχε την βεβαιότητα ότι θα φύγει ζωντανός. Είχε την βεβαιότητα ότι κάποτε θα βρεθεί εδώ, την απόλυτη βεβαιότητα διότι κάποιος Ξηρός ή οποιοσδήποτε θα βρισκόταν να τον φέρει εδώ και αυτό ήταν φυσικό όταν θα εξαρθρώνονταν η Οργάνωση.
Αν λοιπόν απαντήσετε σε όλα αυτά τα γιατί, γιατί θα το έκανε αυτό, γιατί θα το έκανε εκείνο μία απάντηση θα εναρμονιστεί με την λογική σας διότι οιστρηλατείτο από όνειρα. Όνειρα όχι για τον εαυτό του, αυτά τα είχε συντρίψει εθελουσίως, όνειρα για μία άλλη κοινωνία. Αυτό σαν όναρ, αυτό καθ’ αυτό αναμφίβολα θα το ζητούσαμε όλοι χωρίς τις πράξεις αυτές. ¶ρα ο σκοπός του ήταν ιερός. Τα κίνητρά του αποψιλωμένα από οποιαδήποτε ωφέλεια και φορτωμένα με μια αυτοκαταστροφή είναι αδύνατο να μην δεχθείτε ότι δεν ήσαν ταπεινά.
Ξέρετε, τα ελαφρυντικά αξιότιμοι κ.κ. Εφέται, φαντάζονται πολλοί ότι έχουν εφευρεθεί και καθιερωθεί για να χρησιμεύουν ως δήωσις των φιλανθρώπων συναισθημάτων του Δικαστού. Δεν είναι έτσι. Τα ελαφρυντικά ανήκουν στη φαρέτρα της αντι-εγκληματικής πολιτικής και πρέπει να δίδονται όπου ψηλαφούνται και υπάρχουν πέραν της πράξεως, της όποιας πράξεως.
Όχι χάριν του κατηγορουμένου, αλλά χάριν αυτής της αντι-εγκληματικής πολιτικής. Όταν ο νομοθέτης καθιερώνει π.χ. την ειλικρινή μεταμέλεια, την έμπρακτη μεταμέλεια, το κάνει διότι θέλει να εξωθήσει τον δράστη στο να κάνει κάποια καλή χειρονομία. Αυτό τον έντιμο βίο όταν δίδει, είναι για να φροντίζει ο πολίτης να μην αμαυρώσει το μητρώο του. Και όπως λέει ο Αριστοτέλης, διά της συνεχούς αυτής επαναλήψεως επέρχεται έξις προς το καλόν. Εάν τα χρόνια αυτά λέει δε θέλω να λερώσω το μητρώο μου, στο τέλος εξαναγκάζεται και είναι ένα καλό κοινωνικό κύτταρο, δεν βλάπτει.
Αυτό πρέπει να αμειφθεί την ώρα που πρέπει γιατί το λέει ο νόμος, γιατί το επιβάλλει η αντι-εγκληματική μας πολιτική. ¶ρα λοιπόν θα δείτε αυτονόμως αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν ελαφρυντικά, ξέχωρα από την όποια απέχθεια μπορεί να μας προκαλεί μια πράξη, ξέχωρα απ’ αυτό.
Εδώ λοιπόν, επί 15 χρόνια συναπτά, ο καλός οικογενειάρχης, εργαζόμενος εντίμως, κουβαλώντας τις τύψεις του στις αποσκευές του, την αγωνία του, δεν παρεσύρθη βγαίνοντας πάμπτωχος από την ιστορία αυτή, να έχει διαπράξει έστω ένα πταίσμα. Δε μπορεί να του αρνηθούμε λοιπόν ότι επί 15 χρόνια είχε πράγματι επιδείξει μία άριστη διαγωγή, έντιμο κοινωνικό και οικογενειακό βίο.
Οι μάρτυρες υπερασπίσεως τηλεγραφικώς λένε: Κουρής: «Σεμνό παιδί, εργατικό, έχαιρε της γενικής εκτίμησης. Όταν πληροφορηθήκαμε πέσαμε όλοι από τα σύννεφα›. Κατσαντώνης: «Πολύ συναισθηματικός άνθρωπος›. «Η οικογένεια ολόκληρη› συνεχίζει ο Κουρής, «συμπεριλαμβανομένου και του νεαρού, υπήρξε υπόδειγμα στην Κεφαλονιά. Οποιονδήποτε Κεφαλλονίτη βρείτε στο δρόμο σας θα σας πει ότι η οικογένεια Τσελέντη είναι άριστη. Είναι μια οικογένεια για την οποία εμείς οι Κεφαλλονίτες είμαστε υπερήφανοι›.
Λευκαδίτης: «Για μένα ο Πάτροκλος Τσελέντης ήταν άψογος και πολύ καλός άνθρωπος. Είναι άνθρωπος 100%. Έρχεται εδώ σε μια Δίκη τέτοια που ξέρει ότι υπάρχει αρνητισμός και δε διστάζει να καταθέσει αυτά που γνωρίζει. Είχα υποχρέωση να έρθω να πω δυο κουβέντες γι αυτόν τον άνθρωπο, γιατί αξίζει τον κόπο. Είναι 1000% άνθρωπος›.
Πεταλάς: «Απ’ ότι γνωρίζω στο Φισκάρδο ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει. Δεν είχε ζητήσει ποτέ χρήματα. Ήταν ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους τουλάχιστον στην περιοχή μας που βοήθησε αφιλοκερδώς έναν σύλλογο με μια δραστηριότητα, η οποία αν μη τί άλλο δεν ήταν εμπορική και δεν ήταν κερδοσκοπική. Είναι ένας άνθρωπος με πολύ μεγάλη κοινωνική ευαισθησία, ένας άνθρωπος ο οποίος βοηθά, θέλει να βοηθήσει›.
Βλέπετε όλα αυτά σε πόση αντίφαση, πόσο δεν εναρμονίζονται με αυτά τα οποία του καταλογίζονται. Γιατί είχε υποστεί αυτή την σχάση, το ένα πόδι του ήταν στις ηθικές του αρχές και το άλλο πόδι στα όνειρά του. Ένας άνθρωπος ο οποίος βοηθά, θέλει να βοηθήσει. «Όταν χρειαστήκαμε βοήθεια, όλοι έδειξαν προς την κατεύθυνση του κ. Τσελέντη›, συνεχίζει ο Πεταλάς. «Νομίζω ότι όλη η κοινωνία του Φισκάρδου τον βλέπει με ένα καλό μάτι, δεν άκουσα ποτέ κανένα παράπονο από κανέναν. Είχε κοινωνικές ευαισθησίες, δεν ξέρω αν θέλησε καλώς ή κακώς να τις διοχετεύσεις συμμετέχοντας σε αυτή την Οργάνωση›.
Ευγενιάς: «Είναι ένας άνθρωπος καταπληκτικός, κοινωνικός. Είχε κοινωνικές ευαισθησίες. Σε βοηθούσε πάντα, όποτε τον χρειαζόσουν›. Τσελέντης, μη συγγενής: «Είδα έναν άνθρωπο ο οποίος σε βοηθά, έναν άνθρωπο ο οποίος πραγματικά είναι όχι του συμφέροντος και εξεπλάγην βεβαίως με τα γεγονότα. Πιστεύω ότι ήταν κάτι το οποίο ήταν έξω από το χαρακτήρα του. Ένας άνθρωπος ο οποίος μπορούσε να δουλεύει από το πρωί μέχρι το βράδυ. Έχει ιδιαίτερες δεξιότητες στο να καταπιάνεται με οτιδήποτε. Ήταν μάστορας ο οποίος θα πήγαινε να βοηθήσει τον οποιονδήποτε. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι θα μπορούσε και να εκλεγεί›.
Χρηστίδου: «Ένας έντιμος άνθρωπος, εξαιρετικός, νοιάζεται για τους συνανθρώπους του, είναι δοτικός. Στην Κεφαλονιά χαίρει εκτιμήσεως από μικρούς και μεγάλους. Πάντα προσπαθεί να λύνει τα προβλήματα και είναι πολύ κοινωνικός και πάντα προστρέχαμε σε αυτόν αν είχαμε κάποιο πρόβλημα, γιατί ήταν σεβαστή η άποψή του, η θέση του, η σκέψη του. Δεν υπολόγιζε καθόλου τον εαυτό του, δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ για να ζήσει, ήταν κοινωνικός και δοτικός στους ανθρώπους. Τα πιο έντονα σημεία στο χαρακτήρα του Τσελέντη είναι το να βοηθά τους ανθρώπους, να συμμετέχει στα κοινά, να είναι ανιδιοτελής και δοτικός. Στην Κεφαλονιά, μικροί μεγάλοι ακούν προσεκτικά τη γνώμη του, την άποψή του, τον σέβονται έτσι όπως τους έζησα εγώ αυτά τα χρόνια›.
Δάφνη: «Ο Πάτροκλος είναι ένας άνθρωπος που έχει μια διάθεση προσφοράς. Βοηθά τους συνανθρώπους του και μου κάνει πολλή εντύπωση πόσο πραγματικά ενδιαφέρεται να βοηθήσει. Όποιος τον έχει ανάγκη και του πει ‘Πάτροκλε έλα να κάνει αυτό’, τρέχει. Είναι άνθρωπος μα αυξημένη κοινωνική ευαισθησία, άνθρωπος γενικά που βοηθά τους συνανθρώπους του›.
Και μόνον αυτά θέτουν έναν προβληματισμό. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν θα έρχονταν να πουν τόσα πράγματα. Μπορεί να έρχονταν να πουν «καλός άνθρωπος›, αλλά με τόση επιμονή ότι είναι δοτικός, ότι είναι άνθρωπος, δεν έρχεται σε μια πλήρη αντίφαση με αυτά τα οποία κατηγορείται; Ναι, αλλά έχουν ως ερμηνεία το ότι μέσα στον πυρήνα των σκέψεών του υπήρχε η αντίληψη ότι όλα αυτά που είναι ο χαρακτήρας του εναρμονίζονται με αυτά τα οποία θα συμβούν ως αποτέλεσμα, ως επιτυχία στόχου, οπότε εκείνος ο στόχος εναρμονίζεται πλήρως με αυτά τα οποία ακούσατε.
Επομένως απέβλεπε σε αυτόν τον στόχο. Λάθος, έγκλημα, ναι. Δε θα τον αθωώσετε ποτέ διότι ενδεχομένως υπήρχε η ιερότης του σκοπού και η ηθικότης των στόχων, των κινήτρων. Αλλά δεν μπορείτε να μην του το αναγνωρίσετε ότι αυτός ο άνθρωπος με αυτά τα χαρίσματα, με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν μπορεί να είχε ταπεινά ελατήρια. Πέραν τούτου, νομίζω ότι έχει ειλικρινά μεταμεληθεί, αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Μπορεί να νομισθεί ότι το κάνει η Πολιτική Αγωγή διότι δεν βοήθησε το έργο της Δικαιοσύνης και επομένως θέλησε η Πολιτική να το πει. Δεν είθισται η Πολιτική Αγωγή να παίρνει τέτοιες θέσεις.
Αλλά εκείνοι οι οποίοι το ζήτησαν και το είπαν, οι πεπειραμένοι δικηγόροι, γνωρίζουν ότι η ειλικρινής του μεταμέλεια σκιαγραφείται, αποδεικνύεται και επομένως δεν θα ήσαν σύμφωνοι με μια πραγματικότητα εάν δεν το ζητούσαν. Και βεβαίως το ζητεί και η Υπεράσπισή του και δε φαντάζομαι κανείς να μη σκεφθεί ότι βοήθησε τον εαυτό του πρώτα να ελαφρώσει και εξ αντικειμένου εβοήθησε την δικαιοσύνη.
Διότι πράγματι είχε μεταμεληθεί, διότι πράγματι ήθελε να ξαλαφρώσει και δεν είναι αληθές ότι είχε στόχο να κερδίσει κάτι από το νόμο, άλλοι το εζήτησαν απολογούμενοι, αυτός δεν το ζητά και δεν το πιστεύει. Διότι σε πρώτη ανάγνωση, αυτός ο νόμος δεν δίδει τίποτε στον Τσελέντη, μόνο τα γενικά ελαφρυντικά, τα οποία και επικαλούμεθα.
Κύριοι Δικασταί, θα μου επιτρέψετε να πω κάτι: Βεβαίως έχετε λάβει μία θέση, κρίνατε ότι είναι αρμόδιο το Δικαστήριό σας, λέγοντες ότι δεν είναι πολιτικό το έγκλημα και δεν πρόκειται να επανέλθετε ούτε εγώ πρόκειται να επανέλθω στην ένσταση εκείνη. Αισθάνομαι όμως την ανάγκη να πω ότι μετά από μία μακρά διαδιακασία, απεδείχθησαν δύο πράγματα που είπα στην αρχή κατά την υποστήριξη της ενστάσεως.
Οι μεν πράξεις των ανθρωποκτονιών δεδομένες, ποιοι τις έκαναν θα το κρίνετε εσείς, αυτές καθαυτές κατά το σύνταγμά μας κρίνονται μόνο από τα Ορκωτά Δικαστήρια και εφελκύουν κάθε άλλης μορφής συμπαρομαρτούντα εγκλήματα. Αυτά τα εφελκυόμενα, συμβαίνει και αυτό απεδείχθη σε όλη τη διαδικασία, να είναι αμιγώς πολιτικά. Δηλαδή προσέδιδαν στις πράξεις αυτές μία γεύση πολιτικότητας, για να μην πω πολιτικό έγκλημα και υπάρξει αντίδραση, που δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς πλέον αυτό και ειλικρινώς σας λέγω, και σε αυτήν τη φάση εγώ προσωπικώς έχω την άποψη αυτή, μπορεί να πλανώμαι.
Θα έλεγα, το Δικαστήριόν μας ήταν αναρμόδιο να κρίνει αυτή την υπόθεση. Το γιατί μετά τα γεγονότα αυτά έσπευσε ο νομοθέτης να δημιουργήσει έναν ειδικό νόμο που αφήρεσε τους κατηγορουμένους από τον φυσικό τους δικαστή που ήσαν οι ένορκοι, όποια απόφαση και αν έβγαζαν και το γιατί εν συνεχεία ο ιερός πλέον θεσμός της κληρώσεως συνερρικνώθη με την προεπιλογήν και έξοδον από την κληρωτίδαν της μειοψηφίας των δικαστών, είναι άλλο ερώτημα που θα παραμείνει και θα επαναλάβω εκείνο που είπα, ότι αν επρόκειτο να γίνει κλήρωσις μεταξύ όλων των δικαστών, εγώ θα είχα ευχηθεί να είχε επιλεγεί η δική σας σύνθεσις. Αλλά αυτό είναι ένα τελείως άλλο θέμα από το θεσμικόν, το οποίο θέτω.
Θα έλεγα ότι κάποιοι βρήκαν ως αφορμή την τρομοκρατία –και μιλώ για μονοκρατορίες- για να ζητήσουν, να αξιώσον και να επιτύχουν, την ανά τον κόσμον συρρίκνωσιν των δικαιωμάτων. Και το επέτυχαν. Έφθασαν στο σημείο να δώσουν το καλό παράδειγμα, να δημιουργήσουν στρατόπεδα –βλ. Γκουαντανάμο- όπου αλυσοδεμένοι κάνουν τα λαγουδάκια οι αιχμάλωτοι κατά παράβαση της διεθνούς νομιμότητος, για να δικάζονται εν τέλει χωρίς δικαστάς, ενόρκους ή οτιδήποτε άλλο, χωρίς δικηγόρους, χωρίς δικαιώματα, μέσα σε θωρηκτά.
Μία πλήρης συρρίκνωσις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πρώτο παράδειγμα εδόθη από εκεί. Ευτυχώς, δεν μεταλαμπαδεύθηκε ακόμα σε εμάς. Ως ελάχιστο δείγμα υποταγής, η δική μας πολιτεία, ήταν να καταργήσει έναν θεσμό που με τόσο αίμα κερδήθηκε. Το ορκωτικό μας σύστημα. Και να παραδώσει την υπόθεση αυτή σε Τακτικούς Δικαστές. Αυτό είναι κάτι το οποίο κάποτε η ιστορία θα το κρίνει, όπως έχει κρίνει ήδη την απόφαση που έκρινε στιγμιαίο το έγκλημα της καταρρακώσεως του συντάγματος και της σκλαβιάς ενός λαού επί 7 χρόνια. Εκρίθη στιγμιαίο. Αυτό η ιστορία το έχει ήδη κρίνει. Το δικό σας θα το κρίνει εάν ορθώς ή όχι έχετε αναλάβει εσείς και έχετε επωμισθεί το να δεχθείτε ότι οι φόνοι, επειδή έχουν κάποια πολιτική χροιά, που και αυτά ανήκαν στο ορκωτικό σύστημα, δικάστηκαν από Τακτικούς Δικαστές.
Αυτό είναι κάτι το οποίο εγώ τουλάχιστον, ως διακονών τα έδρανα αυτά επί 45 χρόνια, μέσα στη συνείδησή μου δε θα το συγχωρήσω ποτέ στην πολιτεία μας που δέχθηκε να συρρικνώσει αυτά τα δικαιώματα. Και δεν είναι τα μόνα. Αλλά δεν εκταθώ σε αυτό.
Εκείνο το οποίο θα πω για να καταλήξω είναι ότι παρά ταύτα, επειδή έχω απεριόριστη εκτίμηση στη συγκεκριμένη σύνθεση του Δικαστηρίου που αναρμοδίως μας δικάζει, έχω όμως απεριόριστη εμπιστοσύνη ότι είστε απολύτως προσηλωμένοι στις ιδέες της Δικαιοσύνης, ότι εν τέλει, παρά την απέχθεια που μπορεί να προκαλούν και προκαλούν οι πράξεις, σε όσους μετείχαν και στον Τσελέντη τον οποίο και υπερασπίζομαι, δεν είναι δυνατόν παρά να αναγνωρίσετε ότι ορμήθηκε αν όχι από ευγενή, από μη ταπεινά ελατήρια.
Ότι πράγματι έδειξε άριστη διαγωγή επί 15 χρόνια μετά την πράξη του, ότι ειλικρινά έχει μεταμεληθεί και τούτο, αξιότιμοι κ.κ. Εφέται δε θα το κάνετε προς χάριν του όποιου Τσελέντη αλλά προς χάριν της δικαιοσύνης, όχι βεβαίως εκείνη που συντρίβει διότι μισεί, αλλά της άλλης, που σώζει γιατί αγαπά. Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε τον κ. Οικονομίδη. Ο Γρκάνταμερ στη «Φιλοσοφία του Δικαίου› λέει ορισμένα πράγματα, πώς κατασκευάζεται η μείζων σκέψη και πώς ο Δικαστής πηγαίνει πότε επαγωγικά πότε απαγωγικά. Εάν θα πούμε δηλαδή ταπεινά ελατήρια, πού πρέπει να κόψουμε τη γραμμή. Αν είναι Αριστερός κάποιος, αν είναι Δεξιός, αν είναι θρησκευόμενος, αν, αν....
Αν ιδεολογικοποιήσουμε, δηλαδή βγάλουμε ιδεολογία τότε τους βάζουμε όλους, και τους ΝΑΖΙ και όλο τον κόσμο. Είναι άδικο αυτό όμως. Γι αυτό σας λέω, η κατασκευή μιας μείζονας πρότασης, δηλαδή μιας ενασχόλησης με το πλάτος και το βάθος της έννοιας των ταπεινών ελατηρίων, είναι λιγάκι δύσκολη δουλειά που θέλει κοινωνιολογία, φιλοσοφία κτλ. Αλλά θα τα ακούσουμε μέχρι το τέλος, μέχρι τώρα δε μας τα είπε κανένας. Το αν είναι ταπεινά ή όχι, το κρίνει η κοινωνία. Τέλος πάντων, επικρατεί αντικειμενική θεωρία εδώ πέρα.
Ο κ. Παπαγιάννης έχει τον λόγο.
Θ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ: Αξιότιμε κ. Πρόεδρε, αξιότιμοι κ.κ. Εφέτες και κ.κ. Εισαγγελείς, θα αρχίσω με μια παρατήρηση η οποία δεν είναι άσχετη με την υπεράσπιση του εντολέα μου και αφορά τη θέση του κ. Εισαγγελέως σχετικά με την αμοιβή των συνηγόρων Υπερασπίσεως.
Δεν θα ανακινήσω άλλο θέμα, απλά θα διαφοροποιηθώ από τους συναδέλφους της Υπερασπίσεως. Και τούτο διότι: Αναγκάστηκε ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας να ζητήσει και συγνώμη. Γιατί; Γιατί είπε το αυτονόητο: Εμείς είμαστε δημόσιοι λειτουργοί, είμαστε άμισθοι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι παίρνουμε αμοιβές από τους πελάτες μας. Τα χρήματα τα οποία πιάνουμε στα χέρια μας προέρχονται και από ληστείες, προέρχονται και από απάτες, προέρχονται από παράνομες και έκνομες ενέργειες.
Τούτο δε σημαίνει ότι οποιοσδήποτε παίρνει χρήματα στα χέρια του και τα όποια χρήματα παίρνει στα χέρια του, όπως και ο μισθός του Προέδρου του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να είναι χρήματα τα οποία προέρχονται από οπουδήποτε. Βεβαίως σημασία έχει το γιατί τα λαμβάνεις αυτά τα χρήματα, αν είναι νόμιμος ο τρόπος που τα έχεις λάβει και εν πάση περιπτώσει τα τριάκοντα αργύρια κ. Πρόεδρε όταν ήταν στον κορβανά ήταν σωστά, όταν πήγαν στα χέρια του Ιούδα τότε ήταν παράνομα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)
Θ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ: Βεβαίως υπάρχει η εξαίρεση του κανόνος που είναι τα συγκεκριμένο άρθρο της αποδοχής προϊόντων και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος που νομίζω ότι ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας δεν είχε καμία πρόθεση να μας πει ότι πήραμε κάποια, ότι είχε πρόθεση να πάρουμε κάποια χρήματα τέτοια.
Βεβαίως αυτό το οποίο μου έκανε εμένα εντύπωση και ίσως κάπου με στενοχώρησε ήταν το γεγονός ότι είπε ότι αντίθετα πιστεύει ότι οι περισσότεροι είμαστε εδώ χωρίς αμοιβή. Το λέω γιατί ο εντολέας μου έχει μία ειδική ευαισθησία σχετικά με το οικονομικό θέμα και θα σας πω αργότερα γιατί. Ο δικηγόρος αμείβεται με ελάχιστο όριο αμοιβής. Μπορεί να πάρει όσα θέλει πάνω από ένα ορισμένο ποσό και το ελάχιστο όριο έχει καθιερωθεί για το μίνιμουμ της ισότητος των όπλων όταν οι διάδικοι φτάνουν στο Δικαστήριο.
Αντιλαμβάνεστε ότι ένας δικηγόρος ο οποίος θα ερχόταν εδώ χωρίς αμοιβή θα ερχόταν είτε να κάνει διαφήμιση στον εαυτό του, να κάνει προβολή δηλαδή πράγμα το οποίο απαγορεύεται ρητά από τον Δικηγορικό Κώδικα ή επειδή θα ήταν συμπαθών προς τα μέλη ή προς την Οργάνωση της 17Ν. Νομίζω ότι αυτά όμως δεν με αγγίζουν τουλάχιστον προσωπικά εμένα και νομίζω ότι δεν θα έπρεπε έστω να υπάρξει αυτή η επέκταση, η αντίθετη πλευρά δηλαδή.
Εμείς ήρθαμε εδώ, μπορεί να πήραμε μικρές αμοιβές κάποιοι, κάποιοι άλλοι μπορεί να πήραν μεγάλες αμοιβές, αυτό το καθορίζει ο κάθε δικηγόρος με τον εντολέα του. Από κει και πέρα νομίζω ότι δεν χρειαζόταν κανένα σχόλιο έπ’ αυτού. Γιατί τα λέω αυτά; Κατηγορήθηκε ο Πάτροκλος Τσελέντης ότι είχε σχέση με κάποιες ληστείες από τις οποίες είχε κάποιο οικονομικό όφελος. Θα επικαλεσθώ το άρθρο 177 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, θα μου το συγχωρέσετε γιατί από την αρχή, από την πρώτη στιγμή που μπήκε στην Αντιτρομοκρατική, μάλλον την άλλη ημέρα βρέθηκα κοντά του.
Όλα το χρονικό διάστημα της Δίκης είδατε ότι ελάχιστες φορές κάθισα σε αυτά τα έδρανα των υπερασπιστών και περισσότερες καθόμουν δίπλα του. Γιατί; Γιατί ήθελα να μου ερμηνεύει κάθε τι που έβλεπα και δεν είδα λίγα παράλογα κ. Πρόεδρε και κ.κ. Δικαστές. Είδα κάποια στιγμή ένα απέραντο φρενοκομείο όπως θα έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που το είπε για την Ελλάδα ολόκληρη.
Είδα ότι αποστασιοποιείται βεβαίως η Έδρα από αυτή την κατάσταση και προσπάθησα να καταλάβω, να αντιληφθώ, να μπω στο πνεύμα κάποιων ανθρώπων οι οποίοι ντε και καλά έπρεπε να παρουσιάσουν τον Πάτροκλο Τσελέντη σαν τον καταδότη έδωσε, σαν τον προδότη, σαν τον συνεργάτη της Αστυνομίας, σαν τον χαφιέ και δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί μερικοί άνθρωποι -ούτε τώρα που μιλάω το έχω καταλάβει- δεν χρησιμοποιούν την κοινή λογική. Τι είναι αυτό που τους κάνει ενώ δέχονται και ξέρουν ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα να λένε ότι ο Πάτροκλος Τσελέντης είναι αυτός ο οποίος πήγε στην Ασφάλεια και κάρφωσε όλη την Οργάνωση γιατί ούτε λίγο, ούτε πολύ αυτό λέγεται και δεν λέγεται μόνο στην αίθουσα αυτή μέσα. Εδώ ίσως ελέχθη λιγότερο από ότι έξω. Λέγεται από μερίδα του Τύπου, από μερίδα της τηλεόρασης, των Καναλιών και από κάποιους οι οποίοι διοχετεύουν πράγματα φανταστικά και μύθους.
Βέβαια αυτή η ιστορία έχει πολύ μύθο μέσα της ο οποίος μύθος είτε έγινε σκόπιμα είτε εξυπηρετούσε το κέρδος. Το να εντυπωσιάσουμε κ.κ. Δικαστές, κ.κ. Εισαγγελείς μέσα από την τηλεόραση τον κόσμο, τον τηλεθεατή ή τον αναγνώστη κάποιας εφημερίδας σημαίνει μεγαλύτερη ακροαματικότητα, σημαίνει μεγαλύτερο κέρδος, σημαίνει μεγαλύτερη διαφήμιση. Τούτο όμως δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα η οποία εσείς δικάζεται επί τόσους μήνες σήμερα σε αυτή την αίθουσα.
Όταν ρώτησα τον εντολέα μου «τι οικονομικό όφελος είχες από αυτήν την Οργάνωση› μου απάντησε «είχα›. «Δηλαδή ποιο ήταν, τι ήταν, πόσα λεφτά πήρες;›. «Όχι, όταν βγαίναμε να συναντηθούμε έξω πλήρωνε η Οργάνωση τον λογαριασμό. Δηλαδή τον πλήρωνε τον λογαριασμό ο Δημήτρης Κουφοντίνας που πιστεύω ότι δεν ήταν δικά του χρήματα, ήταν χρήματα της Οργάνωσης›. Θυμόταν ότι δεν είχε πληρώσει πριν από 14 έως 18 χρόνια μέρος από την συμμετοχή του. Πού; Όταν βγήκε έξω να φάνε, να πιούνε κάτι για να μπορέσουν να συζητήσουν.
Αντιλαμβάνεστε και την επόμενη λέξη που μου είπε. Για μένα η «ληστεία προς ίδιον όφελος› είναι λέξη δική του και όχι δική μου κ.κ. Δικαστές. Είναι όνειδος. Μα τότε γιατί, πώς; Έπρεπε να χρηματοδοτήσουμε την Οργάνωση, έπρεπε να έχουμε κάποια χρήματα και κουπόνια δεν μπορέσουμε να βγάλουμε.
Σε όλη την διάρκεια της ζωής του από την ημερομηνία της εισόδου του στο Πανεπιστήμιο και μέχρι που συνελήφθη κέρδιζε τη ζωή του με χρήματα τα οποία δεν ήταν παράνομα. Ίσως θα σας φανεί περίεργο αλλά θα σας πω ποιες δουλειές έχει κάνει. Αξιοπρεπής κάθε εργασία, αυτή είναι η αρχή του και δική μου αρχή αρκεί να είναι νόμιμη, αρκεί να είναι ηθική. Δούλεψε σε ένα εργοστάσιο τζαμιών, περνούσε τζάμια και τελικά προόδευσε και έγινε τεχνίτης για ένα ορισμένα χρονικό διάστημα.
Εν συνεχεία δουλεύει στις κατασκηνώσεις του Δήμου Αθηναίων ως οδοκαθαριστής. Δουλεύει στις οικοδομές και κάνει μερεμέτια, επισκευές, μετασκευές. Δουλεύει σε επισκευές οικιακών ηλεκτρικών συσκευών γιατί όπως και ο ίδιος λέει και υπερηφανεύεται γι αυτό ότι πιάνει το χέρι του και τελικά δουλεύει και σαν υδραυλικός επειδή πιάνει το χέρι του.
Όταν βρίσκεται σε οικονομική ανάγκη αναγκάζεται αυτός και η σύζυγός του να πουλήσουν ένα διαμέρισμα για να μπορέσουν να κάνουν κάποια πράγματα, να αντεπεξέλθουν σε κάποιες οικονομικές δυσκολίες. Πουλάνε το διαμέρισμα. Κύριοι Δικαστές, ίσως παρατηρήσατε ότι η σύζυγός του λίγες φορές έχει εμφανιστεί εδώ εν αντιθέσει με συγγενείς άλλων κατηγορουμένων. Ξέρετε γιατί; Δεν είναι ότι δεν θέλει να συμπαρίσταται στον σύζυγό της, δεν είναι αυτό. Δεν είναι ότι θέλει να αποφύγει να είναι στο Δικαστήριο. Βρίσκεται από την ημέρα της συλλήψεως του Πατρόκλου Τσελέντη σε όποιο παραμεθόριο αεροδρόμιο υπάρχει, σε όποιον παραμεθόριο αερολιμένα υπάρχει στην Ελλάδα για να μπορεί να έχει κάποια εκτός έδρας, κάποιες υπερωρίες και κάποιο επιπλέον εισόδημα για να βοηθήσει τον σύζυγό της και τον εαυτό της.
Μέσα από αυτά κ. Πρόεδρε αντιλαμβάνεστε ποιος είναι ο πόνος αυτού του ανθρώπου, βεβαίως θα μιλήσουμε αργότερα και θα αναφερθώ στις δολοφονίες, όταν ακούγονται τερατώδη πράγματα. Συνδέθηκε ο Πάτροκλος Τσελέντης στη δραστηριότητά του στο καράβι του θείου του στις μετασκευές με το Πολεμικό Ναυτικό της Σοβιετικής Ένωσης. Συνδέθηκε με τορπιλακάτους της Γερμανίας, συνδέθηκε με διάφορα ακριβά χόμπι όπως η λήψη φωτογραφιών, οι βιντεοσκοπήσεις γιατί ήταν αυτό το χόμπι του.
Ο άνθρωπος δεν έχει καμία σχέση με αυτά. Ήταν μία εμφανής προσπάθεια ανθρώπων μερίδος των δημοσιογράφων οι οποίοι ήθελαν να εντυπωσιάσουν. Το εντυπωσιακό βέβαια είναι ότι είχε σχέση με την τορπιλάκατο την γερμανική. Τι ήταν η τορπιλάκατος η γερμανική; Ήταν ένα σκάφος το οποίο είχε αλλάζει δέκα χέρια, ήταν πράγματι μία γερμανική τορπιλάκατος αλλά δεν ήταν τα χρήματα της 17Ν τα οποία πήγαν για να αγοραστεί η τορπιλάκατος. Συνδέθηκε με την Σοβιετική Ένωση, παρόμοιο είναι, να μην σας κουράζω το θέμα με την περίπτωση της τορπιλακάτου.
Βέβαια εγώ θα ευχόμουν και διάφορα άλλα που λέγονται για οικόπεδα, για πολυτελείς βίλες να μην προέρχονται από χρήματα της 17Ν. Όμως δεν έχει καμία σχέση η οικονομική κατάσταση του Τσελέντη με την Οργάνωση της 17Ν. Τρεις ληστείες είναι αυτές για τις οποίες κατηγορείται. Είναι η ληστεία στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Πατησίων την οποία αποδέχεται. Ο ίδιος έχει ομολογήσει αβίαστα. Η δεύτερη είναι η ΕΤΕ (Εθνικη Τράπεζα) Πετραλώνων και η τρίτη είναι του ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ.
Εδώ έχουμε ένα ειδικό πρόβλημα. Τρία αγκάθια έπρεπε να αντιμετωπίσουμε εμείς οι συνήγοροι υπεράσπισης του Πάτροκλου Τσελέντη. Πρώτον, το θέμα της απόπειρας δολοφονίας κατά Τσαντ που δεν έχει καμία σχέση. Δεύτερον, η ληστεία του ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ. Τρίτον, η αναγραφή του ονόματός του μέσα σε ένα τετράδιο, στο σημειωματάριο, στο λογιστικό βιβλίο θα έλεγα της 17Ν αν σημαίνει το «ΑΛ› Αλέκος δηλαδή Πάτροκλος Τσελέντης.
Επίσης ήταν ένα θέμα για μας σοβαρό το γεγονός ότι τα γράμματά του, το χειρόγραφό του το οποίο βέβαια από την πρώτη στιγμή ξεκαθάρισε ότι είναι χειρόγραφο δικό του αλλά δεν είναι προϊόν της διανόησής του, δεν το συνέταξε ο ίδιος. Έγραψε αυτά που του έδωσαν να γράψει όπως ο Πρόχορος έγραψε την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Βέβαια είναι και το θέμα των αποτυπωμάτων τα οποία δέχεται σε ένα έγγραφο άλλο το οποίο είναι οι κανόνες ασφαλείας.
Θα αναφερθώ στην υπόθεση του ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ. Ο Νικολακόπουλος, ο ένας και μοναδικός μάρτυρας μιλάει χωρίς να το λέει ξεκάθαρα για 4 άτομα τα οποία συμμετείχαν και δεν αποκλείει να υπήρχε και 5ο. Όμως η πεποίθησή του, η οσμή που βγαίνει από την κατάθεσή του και ενώπιον του Δικαστηρίου και προανακριτικά και ενώπιον του κ. Εφέτη Ανακριτή είναι ότι υπήρχαν 4 άτομα, μάλλον ήταν 4 χωρίς να λέει αποκλειστικά «ναι, είδα 4›.
Αυτό που καταθέτει ο Χριστόδουλος Ξηρός ότι στην ληστεία αυτή πήραν μέρος ο Α, ο Β, ο Γ, ο Δ και κατονομάζει 4 άτομα. Νομίζω ότι εδώ έχει κάνει ένα σφάλμα μνήμης, πιστεύω όχι ηθελημένο, τουλάχιστον στην περίπτωση αυτή όχι ηθελημένο. Έψαχνε να βρει 4 άτομα και έβγαλε έξω τον εαυτό του. Δηλαδή αντί να πει «ήταν 3 κι εγώ 4› είπε «ήταν 4 άτομα›. Ποιοι; «Αυτοί›. Από κεκτημένη ταχύτητα θέλετε; Από κεκτημένη ταχύτητα θα πω.
Πέρα από αυτό οι ενέργειες που έχουν γίνει στην ληστεία του ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ στους Αμπελόκηπους έχουν μία λογική εξήγηση σχετικά, σε συνάρτηση με τα άτομα τα οποία έλαβαν μέρος. Δεν πήγαιναν κ.κ. Δικαστές 10 άτομα να κάνουν μία ενέργεια της 17Ν σε όποιες ενέργειες γινόντουσαν εάν δεν ήταν απαραίτητα. Δεν διακινδύνευαν πολλά άτομα ας πούμε για το τίποτα. Συγχωρέστε μου την φράση «για το τίποτα› γιατί οι δολοφονίες και οι ληστείες δεν είναι τίποτα.
Πήγαιναν αυτοί που ήταν αναγκαίοι αλλά και ικανοί να διαπράξουν το συγκεκριμένο αδίκημα, να κάνουν την συγκεκριμένη ενέργεια. Υπήρχαν μας λέει ο Νικολακόπουλος 2 άτομα ντυμένοι αστυνομικοί. Υπήρχε ένα αυτοκίνητο όπου κατέβηκε ένας άλλος ντυμένος με πολιτικά και ήταν ο «υπαστυνόμος› του σεναρίου όλου και βέβαια θα υπήρχε ακόμα ένας οδηγός. Ο 5ος τι θα έκανε;
Εάν ληφθεί υπόψη ότι ο κ. Νικολακόπουλος καταθέτει ότι το αυτοκίνητό του το βρήκε σε ένα μέρος που το πήγε ο αστυνομικός, αντιλαμβάνεστε τη στενότητα των προσώπων. Θα μπορούσαν οι αστυνομικοί να φύγουν γιατί φορούσαν μία στολή η οποία για ένα έμπειρο μάτι ήταν κίνδυνος γι αυτούς. Συνήθως λέγεται ότι στην υπόθεση του Μάτη δεν υπήρχαν και διακριτικά στη στολή. Αντιληφθείτε μία στολή αστυφύλακα χωρίς διακριτικά, κάνει «μπαμ› θα μου επιτρέψετε την έκφραση. Το πήγε το αυτοκίνητο ένας άνθρωπος ο οποίος ήταν ντυμένος, ένας αστυφύλακας, ένας αστυνομικός.