Πολιτική
Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2003 22:03

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (20/10/2003) Μέρος 4/6

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Συνεχίζουμε με τον κ. Ραγκούση.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Σας ευχαριστώ κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές. Συνεχίζοντας την αναφορά μου στο Δικαστήριό σας και τονίζοντας πάντοτε ότι όλα σε όσα αναφέρομαι δεν αποτελούν στοιχεία θέσεων που θα μπορούσαν να υπηρετηθούν σε κάποια διάλεξη σε άλλο χώρο αλλά αφορούν αποκλειστικά και μόνο το άρθρο 79 του Ποινικού Κώδικα που φτάνει στην εξατομίκευση της ποινής ο κυρίαρχος Δικαστής.

Το λέω αυτό γιατί το άρθρο 79 αναφέρεται βέβαια στην επιμέτρηση της ποινής και στην προσωπικότητα πάντοτε του κατηγορουμένου αλλά μετέχει του ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου οπωσδήποτε και μετέχει και υπό την έννοια ότι θα μπορούσαμε να το συνδέσουμε και με κάποιες περιπτώσεις του άρθρου 84 περί ελαφρυντικών.

Ένας νομικός κανόνας ο οποίος πράγματι μετέχει τόσο της ενοχής όσο και της επιμετρήσεως της ποινής διότι το άρθρο 84 κ.κ. Δικαστές αναφέρεται και σε στοιχεία τα οποία πράγματι έχουν το προσωπικό στοιχείο του κατηγορουμένου και έτσι πλούσια είναι η νομολογία των Δικαστηρίων σας, εσείς διδάσκετε ότι μπορεί να προτείνετε είτε στο στάδιο της ενοχής είτε στο στάδιο της επιμετρήσεως της ποινής.

Βεβαίως ο πρώτος των κατηγορουμένων τον οποίο υπερασπίζομαι σαφώς πέρα από τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου τις οποίες ο ίδιος απεμπόλησε, ένα περίεργο σύστημα διότι θα μπορούσε ίσως και εν ελευθερία να βρισκόταν εάν έκανε τις συναλλαγές, τις ιταμές τις οποίες του απέδιδαν ομολογώντας δήθεν κάτω από μία έντονη ψυχική πίεση, μία ναρκανάλυση, ένα έγκλημα το οποίο θα καταδείξουμε. Πέρα από αυτό λοιπόν ότι απεμπόλησε – θα μου επιτρέψετε την έκφραση χωρίς να θεωρηθεί απρέπεια από το Δικαστήριό σας – κλώτσησε κυριολεκτικά όλες τις ευεργετικές διατάξεις. Ρητά μου είπε κατά την ανάθεση των καθηκόντων του υπερασπιστή ότι δεν επιθυμεί την εφαρμογή των ελαφρυντικών περιπτώσεων στο πρόσωπό του. Δεν ζητάει, δεν υψώνει τη φωνή, δεν θέλει να του δοθεί το δικαίωμα της αναγνωρίσεως κανενός ελαφρυντικού διότι δεν πιστεύει ότι κινήθηκε από ελατήρια τα οποία είναι μη ταπεινά. Κινήθηκε δηλαδή από ελατήρια μη ταπεινά μεν αλλά δεν επιδιώκει καμία αναγνώριση από το Δικαστήριο.

Βέβαια το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα χωρίς να του ζητήσει το λόγο ούτε από μένα, ούτε από αυτόν έχει το δικαίωμα να κρίνει κατά την κυρίαρχη κρίση του ορισμένων θεμάτων. Διαφοροποιείται όμως ο κατηγορούμενος ο κ. Σάββας Ξηρός και λέει ότι «δεν θέλω, δεν επιθυμώ την αναγνώριση κανενός ελαφρυντικού είτε είναι αυτό από μη ταπεινά ελατήρια, είτε προκύπτει από το ότι είχα οποιοδήποτε άλλο κρίνετε εσείς μέσα στα αναφερόμενα από το 84 διότι καλύτερα από μένα γνωρίζετε ότι πέραν από τις ενδεικτικές περιπτώσεις του άρθρου 84 εσείς έχετε το δικαίωμα – όχι να ανακαλύψετε – να απονείμετε κατά την επιμέτρηση της ποινής και ελαφρυντικό το οποίο δεν αναφέρεται στις ενδεικτικές περιπτώσεις του ΄84›.

Βέβαια οι Δικαστές μας δεν είναι πολύ θαρραλέοι σε αυτήν την πρακτική να αναγνωρίζουν και ελαφρυντικά πέραν των αναφερομένων στο άρθρο 84 πλην της περιπτώσεως αν θυμάμαι καλά της δολοφονίας Τεμπονέρα που δικάστηκε από το Μικτό Ορκωτό της Λάρισας όπου εκεί είπαν ότι κάτω από την φόρτιση μιας συναισθηματικής πιέσεως λόγω των καταλήψεων που υπήρχαν ενήργησε κατ’ αυτόν τον τρόπο ο κατηγορούμενος και ανεγνώρισαν ένα ελαφρυντικό πέραν των τυποποιημένων στο άρθρο 84.

Παρόλα αυτά που το άρθρο 84 δεν έχει τα περιοριστικά αυτά μέτρα αλλά ενδεικτικά αναφέρω ότι οι περιπτώσεις των ελαφρυντικών μέσα στο άρθρο 84 εσείς έχετε το δικαίωμα της αναγνωρίσεως οποιουδήποτε άλλου ελαφρυντικού. Για την αναγνώριση οποιουδήποτε άλλου ελαφρυντικού πέραν από των αναφερομένων στο άρθρο 84 ενδεικτικά και όχι numerus clauses δηλώνει και πάλι ο πελάτης μου ο κ. Σάββας Ξηρός ότι δεν επιθυμεί την αναγνώριση κανενός ελαφρυντικού διότι πιστεύει ότι δικάζεται γι αυτό το οποίο έπραξε. Είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την ετυμηγορία σας και είναι έτοιμος επίσης να αναγνωρίσει τις ποινές τις οποίες θα του επιβληθούν.

Με την διευκρίνιση αυτή θα συνδέσω και πάλι το άρθρο 84 με το άρθρο 79 όπου η εξατομίκευση της προσωπικότητας του κατηγορουμένου κυρίως τα ελατήριά του, οι επιδιώξεις του, οι προσδοκίες του, αν θέλετε η στάση του στην ζωή, η στάση του απέναντι στην κοινωνία όλα αυτά είναι στοιχεία που θα μετρήσουν όχι μόνο για την επιμέτρηση της ποινής αλλά και σαν στοιχείο της επιμετρήσεως της ποινής με την έννοια της αναγνωρίσεως της δράσης του σαν πολιτικού εγκλήματος.

Βέβαια το πολιτικό έγκλημα έχει τεθεί πια εκ ποδών, έχει οριοθετηθεί σαν την κολυμπήθρα του Σιλωάμ που βαφτίζουμε οποιαδήποτε πράξη δίκην κολυμπήθρας και λέμε ότι αυτό δεν είναι πολιτικό έγκλημα γιατί το λέει η τάδε σύμβαση. Αυτό δεν είναι πολιτικό έγκλημα γιατί δεν αναφέρεται σε αυτά τα εγκλήματα τα οποία εμείς χαρακτηρίζουμε πολιτικά. Έχουμε μέσα μας μία ιδιαιτερότητα μιας κάποιας αποξενώσεώς μας ως πανάρχαιες αξίες που πραγματικά οριοθέτησαν την έννοια αυτή σαν πρόοδο του πολιτισμού μας.

Αυτός ο οποίος αναγνωρίζεται ότι έπραξε με πολιτικά κίνητρα έχει μειωμένες ποινές, αμνηστεύεται, δεν εκδίδεται, έχουμε διαφορετική ίσως σωφρονιστική μεταχείριση πολλές φορές, αντιμετωπίζεται διαφορετικά και είναι όλα εκείνα τα οποία φοβούνται αυτοί οι οποίοι μας έστειλαν να δικαστούμε ενώπιόν σας. Έτσι λοιπόν με την παρεμπίπτουσα απόφασή σας και με την αιτιολογία την οποία αναφέρατε κρίνατε τουλάχιστον σε κείνο το στάδιο ότι το έγκλημά μας δεν είναι πολιτικό. Συγχωρέστε μου ακόμα μια διόρθωση που ακούγεται πολλές φορές. Δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι με την έννοια του Ποινικού Δικαίου. Είναι όρος ο οποίος δεν συναντάτε. Πολιτικό έγκλημα δεν ορίζεται πουθενά πού είναι και αφήνουμε στον κυρίαρχο Δικαστή, τόσο πολύ σας σεβόμαστε ώστε και μια κυρίαρχη αν θέλετε πλευρά της δημοκρατίας να την αφήνουμε να την χαρακτηρίζετε εσείς με τις αποφάσεις σας.

Ευελπιστούμε ίσως, θέλουμε πολύ και μέσα από όλα αυτά υπάρχει και η έννοια της εξατομικεύσεως της ποινής, μια προσδοκία μας που αφορά και τα ελατήριά μας, που αφορά τα κίνητρά μας. Αν το κίνητρο δεν αφορά στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος δεν παύει όμως με την έννοια του 79 να εισάγεται σαν ιστός στην αντικειμενική υπόσταση και να οριοθετεί σε συνδυασμό με το 84 μία έννοια μιας διαφορετικής αντιμετωπίσεως, προσδοκίας και κυρίως με το 79 το οποίο η έλλειψη δολιότητας, αν θέλετε τα ταπεινά ελατήρια, η θέση μας απέναντι στη ζωή, ο αγώνας που διεξήγαμε ο οποίος για μερικούς είναι αποτρόπαιος, για μας ήταν μία θέση ζωής μπορούν και πρέπει να σταχυολογηθούν από το Δικαστήριό σας κατά την κρίση της ενοχής με την έννοια την οποία παρέθεσα και κυρίως με την έννοια την οποία θα θέλαμε κι εμείς να αντιμετωπίσετε την ιδιαιτερότητα της Δίκης αυτής, την ιδιαιτερότητα των κατηγορουμένων αυτών που έχω την τιμή να υπερασπίζομαι.

Βέβαια η 17Ν ουδέποτε πίστεψε και ουδέποτε ήθελε και ουδέποτε οριοθέτησε την δράση της σαν τρομοκρατία. Μίλησε για λαϊκό αγώνα, μίλησε για αντικρατική πάλη, μίλησε για ένοπλο αγώνα του λαού μέσα από μια ιδιαιτερότητα που παρουσίαζε η ελληνική κοινωνία μας. Αντιπαρήλθε πάντοτε και νομίζω και με τα κομμάτια τα οποία σας διάβασα και ίσως και σας κούρασα γιατί οπωσδήποτε είναι γνωστά στο Δικαστήριό σας ότι η έννοια της τρομοκρατίας είναι μία ξένη έννοια, είναι μία έννοια η οποία δεν μας ταιριάζει, δεν μας πάει, δεν μπορούμε να οριοθετήσουμε εμείς την δράση μας σαν τρομοκρατία. Είναι κάτι άλλο, ξεφεύγει από τον λαϊκό αγώνα τον οποίο έχουμε υιοθετήσει έτσι όπως τον αντιληφθήκαμε και έτσι όπως διεξήγαμε.

Από την άλλη ο όρος «τρομοκρατία› έρχεται και αναφύεται και στο νομικό πλαίσιό μας υπό την έννοια της αρνητικής θέσεως ότι αυτά τα οποία κάνατε είναι τρομοκρατία. Τρομοκρατία δεν είναι πολιτικό έγκλημα και μέσα στην κρίση του Δικαστού αντιμετωπίζεται ο σημερινός κατηγορούμενος ως τρομοκράτης, ως ένας σκληρός δηλαδή άνθρωπος ο οποίος προσπαθεί με τις ιδιαίτερες ικανότητες τις οποίες έχει όχι έπ’ αγαθό της κοινωνίας αλλά αντίθετα με την έννοια της συρρικνώσεως του κρατικού imperium να δημιουργήσει τρόμο μέσα στο κράτος, μέσα στην κοινωνία του, μέσα στον κοινωνικό ιστό, να αποσυνθέσει αυτόν και να δημιουργήσει εκείνα τα ερείσματα μιας ρήξης, μιας αναστάτωσης, μιας έννομης κοινωνικής ειρήνης.

Θεωρούμε δηλαδή την 17Ν και όσους αντιπροσωπεύουν και δήλωσαν ότι αντιπροσωπεύουν την Οργάνωση αυτή σαν εστίες επαναστατικού κινδύνου που επιτίθενται με βαναυσότητα απέναντι στο έννομο αγαθό της ειρήνης και της ζωής των πολιτών και προσπαθούν να διασαλευόσουν τις διεθνείς σχέσεις μας έτσι ώστε ο ισχυρός, ο βαρύς ποινικός κολασμός του να εξουδετερώνει όλες αυτές τις ιδιαιτερότητες τις οποίες παρουσίαζε η δράση της Οργάνωσης αυτής.

Ακόμα κι αν έτσι μας χαρακτηρίσετε, ακόμα κι αν έτσι μας βάλετε απέναντί σας δεν παύει να έχουμε κάποια χαρακτηριστικά και κάποιες ιδιαιτερότητες τις οποίες θα μου επιτρέψετε με πολύ λίγα λόγια να σας εκθέσω. Πιο πολυσυζητημένο θέμα από το θέμα της τρομοκρατίας πράγματι δεν υπάρχει. Βιβλία έχουν γραφεί, θέσεις έχουν προωθηθεί, αναλύσεις βαθυστόχαστες και ανόητες έχουν δει το φως της δημοσιότητος, όλοι έχουν κάτι να πουν, όλοι έχουν κάτι να καταθέσουν, όλοι έχουν κάτι να εκμεταλλευθούν πάνω από τον όρο αυτό. Ένα πολυσήμαντο θέμα που μαστίζει σήμερα όπως λένε την κοινωνία μας και που δίνει την δυνατότητα σε κάποιους να επιτίθενται πάνω στο νομικό σας σύστημα με εξαιρετική βιαιότητα, να επιτίθενται επάνω στις αξίες τις δημοκρατικές και στις κοινωνικές μας κατακτήσεις με επίσης μεγάλη βιαιότητα, να μας πείθουν για την ανασφάλεια την οποία κυριαρχεί και να μας αφαιρούν από τις προσωπικές μας ελευθερίες πέραν όσων με το Σύνταγμα και τους νόμους δοκιμάσαμε να δώσουμε και να οριοθετήσουμε σαν κοινωνία και σαν πολίτες.

Έχουμε όλη αυτή την κατάσταση με συνεχείς εκπτώσεις, με μια συνοδοιπορία σκληρότητας απέναντι στον πολίτη και κυρίως από τις υπογραφές διαφόρων συμβάσεων οι οποίοι ούτε καν βλέπουν το φως το Κοινοβουλίου και δυστυχώς εφαρμόζονται στις πλάτες μας και θα δούμε (δεν το θεωρώ απίθανο) σε πολύ κοντινό χρονικό διάστημα έπ’ ευκαιρία κάποιων Οργανώσεων όπως ετέθη το θέμα με την 17Ν να δούμε ακόμα σκληρότερες ποινικές μεταχειρίσεις ανθρώπων.

Έφτασαν και στα Δικαστήριά μας αδικήματα τα οποία θα ήταν σε βαθμό πλημμελήματος να επιστεγάζονται με τον 2928 αφού έγινε μια προπόνηση της 17Ν και να εφαρμόζουν τη διάταξη αυτή σαν αποκεφαλιστική σε ανθρώπους οι οποίοι ουδεμία σχέση θα μπορούσαν να έχουν πέραν μιας συστάσεως μιας συμμορίας.

Με την αποποινικοποίηση του 187 έφτασε ένας ογκόλιθος ο οποίος πραγματικά μας τάραξε και οδήγησε στα αποτελέσματα αυτά τα οποία εσείς θα εφαρμόσετε. Είναι ευχής έργο ότι οι Δικαστές μας πολλές φορές στο 70% και 80% των υποθέσεων που εισάγονται στα Τριμελή Εφετεία με τον 2928 και με πραγματικά θέσεις των κ.κ. Εισαγγελέων που κατέχουν την Έδρα θέτουν εκ ποδών αυτόν τον τρομονόμο που αλλιώς ξεκίνησε, άλλα ήθελε να έχει σαν αποτέλεσμα και τελικώς οδήγησε σε αυτήν την τροποποίηση ποινικών διατάξεων χωρίς χρόνο, χωρίς διάρκεια και χωρίς πιστεύω κανένα αποτέλεσμα.

Γιατί αν πιστεύει κανένας ότι εξαρθρώθηκε η 17Ν βιωματικά επειδή ψηφίστηκε ο 2928 πιστεύω ότι δεν πρέπει να έχει σχέση ούτε με το νομικό γίγνεσθαι, ούτε και με το κοινωνικό γίγνεσθαι. Ένας νόμος δεν ψηφίζεται ποτέ για να εξαρθρωθεί κάποια Οργάνωση, είναι αστείο. Ψηφίζεται πάντοτε για να εφαρμοστεί στους κατηγορούμενους. Κι εμείς όλοι έτσι όπως τον βλέπουμε, έτσι όπως βλέπουμε σήμερα τις παρενέργειές τους στέκουμε ακόμα πιο πολύ κριτικά αλλά και με σεβασμό απέναντι στην δικαιοσύνη για να δούμε πώς τελικά θα τον εφαρμόσετε και σε ποια έκτασή τους.

Έτσι όπως δίδεται γενικά ο ορισμός τρομοκρατία είναι η πρόκληση τρόμου σε άτομα, ομάδες ατόμων ή και σε ολόκληρη την κοινότητα με την διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων βίας που στρέφονται είτε κατά συγκεκριμένων ατόμων, είτε αδιακρίτως κατά αθώων πολιτών και που αποβλέπουν στην επίτευξη ορισμένων σκοπών κυρίως βιοθεωρητικού ή κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα.

Τρομοκρατία λοιπόν έτσι όπως θα το δείτε και θα το έχετε δει σαν γενικό επιστέγασμα εγκυκλοπαιδικό απ’ ότι έχω κάνει ένα μικρό εράνισμα αλλά και με τις νέες διατάξεις του νέου τρομονόμου ο οποίος περιορίζεται όχι σε αδικήματα αλλά στο να χαρακτηρίσει τι είναι τρομοκρατική πράξη και τι είναι η τρομοκρατία δεν το τόλμησε ο 2928. Έγινε τόσο πρόχειρα, τόσο γρήγορα.

Παίρνει πια το χαρακτήρα της ότι είναι η πρόκληση τρόμου σε ομάδες ατόμων ή και ολόκληρη την κοινότητα με την διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων τα οποία μπορεί να είναι εκβιασμοί, μπορεί να είναι απαγωγές, μπορεί να είναι δολοφονίες, μπορεί να είναι ληστείες, αυτά που προσπαθούν να δημιουργήσουν σαν εστία εγκληματικού κινδύνου κάποια Οργάνωση σε κάποια ένωση προσώπων που έχει διάρκεια, που έχει χρόνο και που προσπαθεί μέσα από αυτές τις ενέργειες να επιτύχει την πρόκληση τρόμου. Μια τυφλή πράξη που έχει σαν σκοπό να σκοτώσει αθώους ανθρώπους ή να δημιουργήσει τον τρόμο σε αθώους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερους ή σε μεμονωμένα άτομα.

Ευθύς εξ αρχής και κατά την εξατομίκευση της επιμετρήσεως της ποινής για τον πρώτο των πελατών τον οποίο υπερασπίζομαι τον κ. Σάββα Ξηρό θέλω να σας πω ότι η όλη δράση όπως ομολογήθηκε, όπως διατυπώθηκε, όπως οριοθετήθηκε από την 17Ν με την υπ’ αριθμ. 4 προκήρυξή της – αυτή διάλεξα τυχαία, αυτό βρήκα ότι μπορεί να έχει ορισμένα πράγματα, δεν θυμάμαι αν άλλες έχουν πιο επιτυχημένα ή πιο αποτυχημένα παραδείγματα της κοινωνικής δράσης – πιστεύω ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σαν τρομοκρατία.

Ποτέ η 17Ν, ποτέ τα μέλη της δεν έκαναν τυφλά χτυπήματα προκειμένου να αιματοκυλήσουν κόσμο ή να προκαλέσουν εκρήξεις σε πολυκαταστήματα ή να βάλουν φωτιές ή να δημιουργήσουν τέτοιες εστίες κινδύνου που ένας αόριστος αριθμός υπό την έννοια της αφηρημένης ή της συγκεκριμένης διακινδύνευσης θα μπορούσε ποτέ να φτάσει σαν απόρροια και να τεθεί σε κίνδυνο.

Αντίθετα πολύ προσεκτικά με σκοπό να μην κινδυνεύσουν άλλες ζωές επέφερε εκείνα τα χτυπήματα που ήθελε σε συγκεκριμένους στόχους με την προσπάθειά της να αποκτήσει περισσότερη μεν δημοσιότητα από το χτύπημα θέτοντας και τους εαυτούς τους σε κίνδυνο, ποτέ όμως τυφλά χτυπήματα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν κίνδυνο σε περισσότερο και μεγαλύτερο αριθμό ατόμων.

Ο ορισμός λοιπόν της τρομοκρατίας έτσι όπως μας αποδίδεται δεν μπορεί να μας ακουμπήσει ούτε νομικά, ούτε υπό την έννοια εξατομικεύσεως της ποινής μας γιατί τα κίνητρά μας ήταν εντελώς διαφορετικά, οι σκοποί μας όπως υλοποιήθηκαν εντελώς διαφορετικοί και κατά συνέπεια η δράση μας επαναστατική, αντικρατική δεν μπορεί να ενταχθεί γενικώς στο θέμα τρομοκρατία έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διεθνείς συμβάσεις και από το νομικό καθεστώς.

Σας είπα εύκολο είναι με του Προκρούστη το κρεβάτι να κόψουμε κάτι στα μέτρα μας, να βυθίσουμε στην Κολυμπήθρα του Σιλωάμ κάτι και να βγάλουμε ότι θέλουμε σαν νομικό κατασκεύασμα. Δεν παύει όμως εσείς που είστε το εχέγγυο, εκείνοι οι οποίοι δεν είστε μέρος του προβλήματος αλλά είστε στην αντίπερα όχθη να έχετε πάντοτε τη δυνατότητα να δείτε αυτά τα πράγματα, να απαλλάξετε ορισμένες νομικές ακροβασίες που μπορεί να επιχειρηθούν στο μέλλον από τους νομοθέτες, από την εκτελεστική εξουσία, να μείνετε μακριά να μην σας αγγίξουν, να έχετε αυτή την ανωτερότητα που όλοι θέλουμε και πάντοτε με κρίση τη συνείδησή σας.

Δεν δεσμεύεστε σε τίποτα ούτε από αποφάσεις Δικαστηρίων Ανωτέρων από σας. ¶λλωστε από πλευράς ουσιαστικής απονομής της δικαιοσύνης είσαστε την υπάτη βαθμίδα. Τι θα πει ο ¶ρειος Πάγος; Ο ¶ρειος Πάγος μπορεί σήμερα να λέει έτσι, μετά από ένα χρόνο να λέει αλλιώς. Όταν θα φτάσετε κι εσείς στην αναιρετική βαθμίδα, ένα από τα μέλη της Εισαγγελικής Έδρας ήδη είναι αναιρετικός απ’ ότι ξέρω, έχει εκλεγεί από το Συμβούλιο. Για τον κ. Λάμπρου λέω ο οποίος εξελέγη.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Το είπε κ. Πρόεδρε με την έννοια ότι ο κ. Εισαγγελέας προτείνει, δευτερολογεί κλπ. Η άποψή μου ήταν ότι ως αναιρετικός Εισαγγελέας (εμάς δεν μας ενοχλεί αυτό) πλέον έχει φύγει από την ουσιαστική απονομή της δικαιοσύνης υπό την έννοια της προτάσεως. Βέβαια θα μου πείτε δεν διορίστηκε ακόμα στην οργανική του θέση. Αυτό δεν λέει τίποτα. Εξελέγη ήδη ως Εισαγγελέας Αναιρετικός και κατά συνέπεια θα έπρεπε να είναι πλέον στην Έδρα του Αρείου Πάγου και όχι στην Έδρα του Δικαστηρίου σας. Αυτό είναι μία θέση η οποία είναι θεωρητική, είναι δικιά μου. Παλαιότερα είχε γεννηθεί το θέμα με τον κ. Σκαρλάτο νομίζω όπου ως Ανακριτής εξελέγη και πάλι ως Αρειοπαγίτης. Τότε νομίζω πάλι συνέχισε τα ανακριτικά του καθήκοντα για ένα ορισμένο χρόνο κλπ.

Για μας όμως ο κ. Εισαγγελέας είναι πλέον Αναιρετικός Εισαγγελέας και δεν είναι Εισαγγελέας από πλευράς ουσιαστικής απονομής της δικαιοσύνης. Εξελέγη από Συμβούλιο και το πότε θα διοριστεί ή θα αποδεχθεί τον διορισμό του είναι δικό του θέμα εάν θα πάει σε οργανική θέση. Πάντως αυτή την στιγμή στη σύνθεση της Έδρας σας είναι Αναιρετικός Εισαγγελέας. Αναφερόμαστε στον κ. Λάμπρου, δεν αναφερόμαστε σε κανέναν άλλον.

Δηλαδή εισηγείται όχι ως ουσίας της δικαιοσύνης αλλά με την έννοια του Αναιρετικού Εισαγγελέα. Το να έχει κώλυμα αργότερα όταν θα φτάσει η υπόθεση, αν θα φτάσει ποτέ στον ¶ρειο Πάγο είναι άλλο θέμα. Αυτή την στιγμή όμως ο Εισαγγελέας της Έδρας σας, ο Τακτικός Εισαγγελέας είναι Αναιρετικός Εισαγγελέας.

Παρόλα αυτά δεν καθίσαμε ποτέ σε αυτά τα πράγματα να σταθούμε ή να πούμε ή να διατυπώσουμε και που δεν μας αφορούν ίσως. Όπως είδατε ποτέ να αντιδράσουμε όταν ο Αναπληρωτής και μου είπα πάρα πολύ απεχθής αυτή η σκηνή ένας Αναπληρωτής Τακτικός κλπ. Ενιαία είναι η εισαγγελική και αυτονομείται κατά την πρότασή της. Όλοι οι Εισαγγελείς είναι τακτικοί για μένα. Και πάλι ο Αναπληρωτής κ. Εισαγγελέας επεκτάθηκε κατά την αγόρευσή του και σε κατηγορούμενους οι οποίοι δεν είχαν τρεις υπερασπιστές με την έννοια της ολοκληρώσεως της προτάσεώς του έλαβε το λόγο, θα τον ξαναλάβει και με την δευτερολογία του, ούτε αυτό μας ενόχλησε.

Δηλαδή το ότι απευθύνθηκε και αφορούσε η πρότασή του και κατηγορουμένους οι οποίοι δεν είχαν τρεις δικηγόρους, είχαν μόνο δύο αλλά ούτε και αυτό μας ενόχλησε, ούτε και αυτό ήταν κάτι το οποίο θα μπορούσε να οριοθετήσει διαφορετικά τον σεβασμό μας πάνω στην Έδρα. Αντίθετα εμείς στην ουσία της δικαιοσύνης ψάχνουμε για την ουσία και αυτά τα οποία καταθέτουμε σας είπα από την αρχή να μην παίξουμε με δύο μεγέθη, την λογική του Δικαστή και την ηθική της ποινικής δίκης. Τίποτε άλλο δεν μας αφορά εδώ πέρα ούτε αν είναι αναιρετικός ο κ. Εισαγγελέας ούτε για ποιους έλαβε το λόγο ο κ. Αναπληρωτής.

Όμως αυτή την διαπίστωση και αυτή την αγωνία θέλουμε να περάσουμε και σε σας. Έτσι σας αντιμετωπίζουμε, σαν δικούς μας Δικαστές. Χάρηκα κάποτε ότι κατηγορούμενοι σηκώθηκαν και ανήρεσαν αυτά τα οποία είπαν στην ανάκριση και μάλιστα εδέχθησαν τους μύδρους διότι πώς είναι δυνατόν να αναιρείς αυτά που λες στην προανάκριση, αυτά που λες στην ανάκριση και να έρχεσαι εδώ στο Δικαστήριο χωρίς κανέναν σεβασμό και να τα αναιρείς όλα.

Εγώ – επιστρέψατέ μου – εκτός αν είναι τόσο εξωπραγματικός, το θεώρησα ιδιαίτερη τιμή προς το Δικαστήριο να μπορούν να νιώθουν σίγουροι και να αναιρούν. Νιώθουν δηλαδή έστω και κατ’ ελάχιστον ότι εδώ μπροστά έχω και το δικαίωμα να πω τι μου έκαναν. Έχω το δικαίωμα να πω γιατί ομολόγησα, έχω το δικαίωμα να πω γιατί απολογήθηκα κατ’ αυτόν τον τρόπο και δεν φοβάμαι τον Δικαστή μου, μια κατάκτηση του δικού μου Δικαστή, μια προέλευση από τον ίδιο χώρο τον οποίο προερχόμαστε όλοι, τον λαό.

Αυτή ήταν η ιδιαίτερη τιμή που έκαναν ορισμένοι από τους κατηγορουμένους στο Δικαστήριό σας, να έχουν το θάρρος να αναιρέσουν και να πουν ότι αυτά είναι υποκείμενα όχι μιας αβίαστης ομολογίας, όχι μιας ομολογίας που το πνεύμα μου και το σώμα μου βρισκόταν σε μία κατάσταση ετοιμότητας έτσι όπως απαιτεί ο νόμος αλλά επέτρεψαν να γίνω ένα αντικείμενο πληροφοριών με βάση τις δυνατότητες αυτές. Μια μεγάλη στιγμή για την δικαιοσύνη κάτω από αυτά τα πράγματα να έρχονται οι κατηγορούμενοι να σας εμπιστεύονται και να σας πουν «καταπιεστήκαμε, εκβιαστήκαμε, υποκύψαμε όχι επειδή το θέλαμε αλλά επειδή πραγματικά χρησιμοποίησαν το σώμα μας και το μυαλό μας κατά έναν τρόπο που συνιστά βασανιστήρια με την ουσιαστική διάταξη του νόμου›.

Ποιο ήταν λοιπόν αυτό το οποίο προσπαθήσαμε; Ουσία να σας πούμε ότι δεν αντέχουμε σε μία τέτοια διαδικασία που χαρακτηρίζει έτσι ανέλεγκτα την δράση μας σαν τρομοκρατία. Εκεί ήταν οι επιφυλάξεις μας πιστεύω, ότι δεν έχουμε τίποτα με αυτά τα τυφλά χτυπήματα κάποιων αν θέλετε Οργανώσεων που δεν τις ξέρουμε ούτε τις γνωρίζουμε, μακριά από τα ελληνικά δεδομένα, μακριά από τις ευαισθησίες και βέβαια η πάλη των λαών είναι κοινή αλλά υπάρχουν και κάποιες ιδιαιτερότητες στον κάθε αγώνα.

Δεν μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι είμαστε τρομοκράτες με την έννοια που μας δίνουν οι συμβάσεις. Σας είπα ότι ο μόνος ο οποίος θα μας χαρακτηρίσει είναι ο Δικαστής μας. Μόνον αυτός μακριά και ξένα, χωρίς να είναι η συνέχεια της προανακρίσεως, χωρίς να είναι η συνέχεια της ανακρίσεως, είναι πάνω από αυτά. Δεν είναι ευθεία γραμμή η προδικασία με την διαδικασία. Εκεί έχουμε τις ενδείξεις, εδώ έχουμε την πλήρη απόδειξη. Εκεί έχουμε τις υπόνοιες, τις σκοπιμότητες, τις κατευθυντήριες γραμμές. Εδώ σταματάνε όλα. Μετάθεση ευθυνών δεν έχετε εσείς.

Υπήρχε κάποιος Πρόεδρος Αμερικάνος ο οποίος είχε μια ταμπέλα μπροστά του και έλεγε η μετάθεση των ευθυνών σταματάνε εδώ. Έτσι και εμείς από σας θα ζητήσουμε λόγο. Δεν θέλουμε να νίπτετε τας χείρας σας. Δεν θέλουμε να μας παραδίδετε. Δεν θέλουμε τίποτα απ’ όσα πιστεύουμε ότι μπορείτε να αντιτάξετε, γιατί εσείς είστε πάνω απ’ όλα αυτά. Έτσι τουλάχιστον σας θεωρούμε εμείς. Και έχουμε απαίτηση με τις αποφάσεις σας, να κάνετε έστω και μνεία ορισμένων θεμάτων, όταν ξέρετε ότι απειλούνται πίσω μας μέτρα εκδόσεως, για να παραδοθούν έλληνες πολίτες, στους υπερατλαντικούς συμμάχους μας.

Και θα απαιτήσουμε στη συνέχεια της αγόρευσης και προς το τέλος αυτής, να πάρετε θέση πάνω σε προβλήματα, έστω και υπό την έννοια της ευχής, όχι υπό την έννοια της παράκλησης, όχι υπό την έννοια των ελαφρυντικών, αλλά με την έννοια του 79 στην εξατομίκευση της ποινής, εκεί που τα ερευνάτε και θα βάλετε το χέρι πάνω στην προσωπικότητα να δείτε αν είμαστε στυγνοί εγκληματίες, ή αν είμαστε λαϊκοί επαναστάτες.

Γιατί Αυτός που βρίσκεται πάνω από σας, είπε κάποτε, «μεγαλυτέραν ευθύνην φέρει ο παραδιδούς με›. Εάν μας παραδώσουν αυτοί που σχεδιάζουν και την αγωνία την μεταφέρουμε και έρχεται πράγματι σαν κραυγή αγωνίας, όχι μόνον αυτών που δικάζονται, αλλά και όλων όσων πιστεύουν ότι υπάρχουν αξίες σ’ αυτό το τόπο. Και μεταξύ των οποίων είσαστε και εσείς πρώτοι, ότι δεν πρέπει να τους αφήσετε τέτοια κενά και τέτοιες δυνατότητες με την απόφασή σας, ώστε να μην δούμε ούτε καν το δεύτερο βαθμό πολλές φορές εδώ μέσα.

Γιατί είναι σίγουρο όταν ο Ρωμαίος Έπαρχος λέει αυτά τα πράγματα, ότι μετά το τέλος της δίκης, θα δω τι θα κάνω, όταν αναγκάζεται ο Πρόεδρος της Βουλής και λέει, μαζέψτε τον άνθρωπο αυτό, όταν αναγκάζονται άλλοι να καταγγέλλουν τις ενέργειές τους, όταν έρχεται να θεωρούνται διαρκούσης της δίκης ωμές παρεμβάσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, τι περιμένετε απ’ αυτούς; Να βρεθεί κάποιος ο οποίος θα αντιτάξει φωνή;

Μα εδώ, αυτοί που δίνουν γη και ύδωρ, είναι πρωτοκαθεδρία. Εσείς είτε το θέλετε, είτε δεν το θέλετε, μόνον εμάς έχετε. Μόνον εμείς θα μας στηρίξουμε. Μόνον εμείς εκδίδουμε και αποδίδουμε σεβασμό σε σας. Εμείς αγωνιζόμαστε. Εμείς σας θεωρούμε υπάτη έκφραση απονομής της δικαιοσύνης?

Και για να μην ποτέ σκεφθείτε τι λέει η εξουσία, όταν και όποτε γίνεται αρχή, γιατί οι εξουσίες είναι πολλές, αλλά κάποτε όλες φθάνουν σε ένα σημείο που ασκούν τον βασικό κυρίαρχο λόγο της διακυβερνήσεως της χώρας. Είναι αλήθεια, λέει ότι το Ελληνικό Σύνταγμα προσφέρει ιδιαίτερα σημαντικές εγγυήσεις για την δικαστική λειτουργία. Η πραγματικότητα όμως όπως διαμορφώθηκε στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να αντιστοιχεί στην πρόβλεψη του συντακτικού νομοθέτη. Σιγά ο συντακτικός νομοθέτης ήθελε ποτέ την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Η εκτελεστική εξουσία με την ψήφιση των νόμων που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων και την υπηρεσιακή κατάσταση και τον έλεγχο των λειτουργών τους, με την επίκληση λόγω γενικότερου δημόσιου συμφέροντος και άλλες εξουσιαστικές αντιλήψεις, δρα πολλές φορές και σήμερα ακόμα, σε βάρος της ανεξαρτησίας, της δικαστικής εξουσίας.

Η δικαιοσύνη, αν και ανεξάρτητη κατά τον τύπο, είναι και αυτή ελεγχόμενη και ταξική. Θα αποτελούσε κοινοτυπία βέβαια να τονίσουμε, ότι δεν νομιμοποιείται η εκτελεστική εξουσία ή άλλα κέντρα εξουσίας, σε επεμβάσεις και δικαστική εξουσία, ούτε όμως απαλλάσσονται οι δικαστικοί λειτουργοί από την ευθύνη να αντισταθούν και οι πολίτες από την υποχρέωση να διεκδικήσουν την μεγαλύτερη ανάπτυξη αυτονομίας, για την δικαστική εξουσία.

Δεν λέει για άλλες εξουσίες. Δεν λέει για την νομοθετική ότι στέκει μαζί σας. Ούτε την εκτελεστική. Λέει ότι οι πολίτες έχουν υποχρέωση να διεκδικήσουν την μεγαλύτερη ανάπτυξη αυτονομίας, για την δικαστική εξουσία, στο πλαίσιο βέβαια των συνταγματικών οριοθετήσεων και των κανόνων του πολιτεύματός μας.

Και μου αρέσει πολύ αυτό που λέει ξανά και το ξαναδιαβάζω για να το εντυπωθούμε όλο. «Η δικαιοσύνη αν και ανεξάρτητη κατά τον τύπο, είναι και αυτή ελεγχόμενη και ταξική.› Καθηγητής πανεπιστημίου το είπε αυτό, σήμερα είναι πρωθυπουργός της χώρας. Είναι ο κ. Σημίτης.

Έτσι λοιπόν, έχετε καμιά ανάγκη να το ρωτήσετε; Πιστέψτε με ακούστε με αυτά που λέω, και δεν απέχω, οι απαντήσεις θα είναι, ναι μεν, ίσως, εμείς στεκόμαστε δίπλα σας, εμείς θέλουμε την ανεξαρτησία της ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Και σας είπα και πριν, όταν βάλλεστε, εμείς βγαίνουμε και ορθώνουμε το ανάστημά μας. Εάν βγάλετε αποφάσεις οι οποίες και δημόσια το έχουμε πει και κάποτε μας διώξανε από το πολιτικό χώρο, γιατί είπαμε, αφήστε τους ήσυχους. Έτσι. Εάν μεν βγάζουμε αποφάσεις οι οποίες τους αρέσουν, τότε είμαστε οι αμερόληπτη κι αβίαστη και απρόσωπη δικαιοσύνη.

Εάν βγάζουμε αποφάσεις που δεν τους αρέσουν, σας παραπέμπουμε σ’ αυτά τα ιταμά, αποτρόπαια και επαίσχυντα λόγια τα οποία απευθύνουν, χωρίς κανένα όνειδος πάνω στην δικαιοσύνη. Μη τους πιστεύετε αυτούς, μην τους δίδετε καμία σημασία. Αγκαλιάστε εμάς. Αγκαλιάστε τους κατηγορούμενους. Είμαστε η μόνη δύναμή μας. Αποκαταστήστε την επικοινωνία μαζί τους, γιατί είναι το μόνο όπλο σας, απέναντι στο πόλεμο που διεξάγουμε όλοι. Και εσείς σαν δικαιοσύνη από το μετερίζι.

Ποτέ δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε αυτή την νοοτροπία. Ποτέ δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε γιατί επιτιθέμεθα απέναντι στη δικαιοσύνη. Ποτέ δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε, γιατί θέλουμε να ποδηγετούμε με διατάξεις οι οποίες καμία σχέση δεν έχουν ποτέ μ’ αυτό το θέμα και δεν πιστεύουμε στην πραγματική ανεξαρτησία μας.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ και μισό λεπτό θα είναι η παρέμβασή μου. Υπάρχει ένα υπουργείο, το οποίο έχει όλο στρατηγούς. Δεν έχει τίποτα άλλο, μόνο στρατηγούς. Γενικός επιθεωρητής σωφρονιστικής πολιτικής. Γενικός διευθυντής μέσης δεν ξέρω πώς τα ονομάζουν, είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης, έχει μόνο στρατηγούς, δεν θα βρείτε κανέναν υπάλληλο μεσοαστό και προβληματικό. Είναι όλοι Γενικοί Διευθυνταί.