Πολιτική
Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2003 22:04

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (20/10/2003) Μέρος 5/6

Πηγαίνοντας μια φορά συνάντησα έξω από την πόρτα μιας Γενικής Διευθύντριας δεν υπάρχει δε και δικαστής εκεί που να υπηρετεί, σε όλα τα Υπουργεία είτε είναι Εθνικής ¶μυνας, είτε Οικονομικών, όλοι εξελίσσονται. Εκεί μέσα είναι κακό να πατήσει δικαστής. Δεν πατάει. Αν καμιά φορά τύχει και γίνει κάποιος ο οποίος είναι συνταξιούχος Γενικός Γραμματέας, ίσως, καμιά φορά και για λίγο διάστημα. Δεν έχουμε έναν δικαστή να οριοθετεί τίποτα. Μπαίνοντας λοιπόν μέσα συναντώ έναν δικαστή, ένα πραγματικά αν θέλετε κόσμημα, ο οποίος ανοίγει την πόρτα για να μπει μέσα στο γραφείο της Γενικής Διευθύντριας. Η τσίχλα όπως ξέρετε την μασάνε, το τηλέφωνο όπως το έχουν και κάνει με το χέρι έτσι στον Πρόεδρο Εφετών να βγει έξω. Κάτι ήταν για οδοιπορικά, κάτι ήθελε να ρωτήσει δεν ξέρω γιατί. Ένοιωσα άσχημα. ¶ρπαξα το πόμολο της πόρτας και κόντεψα να το ξεκαρφώσω. Είναι δυνατόν, είναι δυνατόν σ’ αυτόν; Να χειρίζεσαι τον τόπο και το λόγο με τέτοια αν θέλετε απαξία; Ποιος είναι ανώτερός σου;

Με την παρέμβαση και του ιδίου, για να μην μεγιστοποιήσουμε το θέμα, φύγαμε και οι δυο συγχυσμένοι. Αλλά η έννοια είναι μια. Ότι εσείς στηρίζεστε και ακουμπάτε μόνο στις πλάτες του ελληνικού λαού. Αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι πραγματικά στέκουν μαζί σας, στο πλευρό σας, και διεξάγουν ένα τίμιο αγώνα. Και αναγνωρίζουν τις θέσεις σας. Οι άλλοι σας θέλουν σαν μηχανισμούς καταπίεσης, μέσα από τις διαδικασίες τις οποίες επιδιώκουν και μέσα από σκοτεινά κέντρα, που κανείς τελικώς δεν ξέρει, ποιος διοικεί αυτό το τόπο;

Έτσι λοιπόν μέσα από το γενικό αυτό ορισμό που διάβασα της τρομοκρατίας, η δική μας θέση βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Δεν έχουμε την έννοια ούτε του ατομικού τρομοκράτη, ούτε την έννοια της τρομοκρατίας όπως δίδεται μέσα από τις κατευθύνσεις αυτές στη βάση της. Σας είπα πάλι, ο ¶ρειος Πάγος λέει, μπορεί αύριο, μεθαύριο, μετά από δυο μήνες να λέει κάτι τέτοιο, οι αποφάσεις της Ολομέλειας οι οποίες πάντοτε, με περισπούδαστο τρόπο λέγονται ότι υπάρχει Ολομέλεια, τότε να μην δικάζουμε. Αφορούν συγκεκριμένη υπόθεση, συγκεκριμένη θέση και ίσως και μια κατευθυντήρια γραμμή. Δεν είναι όμως πηγή δικαίου όπως είναι ο νόμος και το έθιμο; Δεν παράγουν δίκιο οι αποφάσεις της Ολομελείας.

Είναι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες εσείς αν θέλετε τις λαμβάνετε υπόψη, όταν κατά το 177 θέλετε να σχηματίσετε δικανική σας πεποίθηση ή πράττετε αναλόγως και διαφοροποιείστε, κρίνοντας πάντοτε με βάση την προσωπική σας θέση, το σχηματισμό της δικανικής σας πεποίθησης, χωρίς κανένα γνώμονα, ξεχάσαμε και τις νομικές αποδείξεις και φθάσαμε στην ουσία της δικαιοσύνης που λέγεται αναζήτηση της αληθείας, με βάση την αρχή της ειδικής αποδείξεως. Τι άλλο να κάνουμε;

Σας αφήσαμε απερίσπαστους, ελεύθερους, χωρίς κανένα πλαίσιο, να μπορείτε να κινείστε και να απονέμετε την δικαιοσύνη. ¶λλα όπλα εμείς οι φτωχοί κάτω από την έδρα δεν μπορέσαμε να σας δώσουμε. Την ζωή μας, την ελευθερία μας, την τιμή μας, την υπόληψή μας, τι άλλο να σας δώσουμε; Όλα σας τα έχουμε εμπιστευθεί. Ακριβώς γι’ αυτό το σημείο, περιμένουμε και από σας να διαφοροποιηθείτε, όταν βλέπετε την σκοπιμότητα, να μην νίπτετε τας χείρας σας, που είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα το κάνετε, γιατί σας είπα ότι, όταν πήγαινε για τον σταυρό, ή όταν θα πάνε για την Αμερική, μπορεί και αυτοί να πούνε, μεγαλυτέραν ευθύνη φέρει ο παραδιδούς με. Γιατί από εδώ από την απόφαση αυτή, θα ανοίξουν οι πόρτες για την έκδοσή τους. Πολλοί μπορεί να αποφασίσουν να μην πάνε στο 2ο βαθμό. Πολλοί μπορεί να αποφασίσουν να εξαντλήσουν εδώ τα ένδικα μέσα. Αυτά είναι θέματα επιλογών τους.

Εσείς όμως έστω και με την έννοια της εξατομικεύσεως της ποινής, αναλύοντας την προσωπικότητά τους, έστω και σαν ευχή, μπορείτε να θέσετε κάποιες προοπτικές, αυτού που λέγεται πολιτικό έγκλημα. Πράγματι, μέσα σε μια σύγχρονη κοινωνική ζωή, που ο κόσμος περιθωριοποιείται, που οι θέσεις αρχίζουν και αφομοιώνονται και το εγώ του πολίτη, το κοινωνικό εγώ συρρικνώνεται και αφυδατώνεται καθημερινά, μπορούμε και έχουμε μια δράση η οποία χαρακτηρίζεται σήμερα σαν αντικρατική πάλη.

Και όπως σας είπα, δεν έχει καμία σχέση με την έννοια της τρομοκρατίας, καμία απολύτως. Γιατί εάν δεχθούμε και τον ορισμό αυτόν, όπως θα τον δώσει και ο νέος νόμος ο οποίος είναι προς ψήφιση, δεν μπορείτε να μας στελεχώσετε σε καμία από τις διατάξεις αυτές υπό την έννοια ότι πληρούμε την αντικειμενική του υπόσταση.

Εκείνο το οποίο είμαστε, εκείνο το οποίο θέλω να μας αντιμετωπίσετε, είναι απλά σαν ένοπλη αντικρατική πάλη. Σαν μια ατόφια λαϊκή οργάνωση που ξεκίνησε από τα νάματα του ελληνικού λαού, που βίωσε τις ανάγκες και τα αισθήματά του, τις ανησυχίες του και τις αγωνίες του και χτύπησε κάποιους προσεκτικά επιλεγμένους στόχους, επιδιώκοντας όσο το δυνατόν περισσότερη δημοσιότητα, για να αφυπνίσει τον κόσμο, χτυπώντας το κρατικό ιμπέριουμ, εξευτελίζοντάς το και προσπαθώντας μέσα από τις δυνατότητες αυτές, να επιτύχει την καθολική αφύπνιση του λαού απέναντι σε αυτό που πιστεύει ότι αξίζει να τον διοικεί και να τον κυβερνά.

Βεβαίως όπως σας είπα το πολιτικό έγκλημα, έχει μια ταλαιπωρία μεγάλη ταλαιπωρία και οι ορισμοί αυτοί ποικίλλουν κατά καιρούς. Όμως εάν θέλετε να δείτε την υφή μας, θα δείτε ότι, παρόλο που ο κάθε ιστορικός στην ανάλυση την οποία κάνει, δεν μπορεί να δεχθεί ποτέ αποτυχίες και αν π.χ. η 17Ν χωρίς να το επιδιώξει ποτέ, ερχόταν αυτό που λέμε στα πράγματα, πιστεύετε κάποιος ο οποίος δεν θα δικαίωνε τους αγώνες αυτούς; Δεν θα ερχότανε να λέει, μπράβο, καλά τα κάνανε και φάγανε αυτούς και κάνανε τους άλλους και βάλανε τις βόμβες, και κάνανε τις ληστείες; Έτσι γίνεται.

Ακόμα και μαρξιστικά να το θέσετε, εκείνο το οποίο δεν έχει αποτέλεσμα, ηχεί στον ιστορικό αναλυτή πάντοτε παράδοξα. Δεν το δέχεται. Δεν μπορεί να δεχθεί μέσα του την ουσία των πραγμάτων αυτών. Και πάντοτε τείνει να το απορρίψει. Λέει ότι δεν έχει επιτυχία. Η έννοια της αποτυχίας, την οποία βιώνει μέσα του, έρχεται και ιστορικά καταγράφεται σαν απαξία. Έτσι όμως είναι;

Όπου υπάρχει πολιτικό έγκλημα και δεν έχει το χαρακτήρα του εθνικοαπελευθερωτικού, τότε σ’ αυτή τη περίπτωση, έρχεται η ιστορία, ο αναλυτής, έστω και καλόπιστα, να οχυρώνεται στην εξατομίκευση της προσωπικότητας απέναντι στο δράση πολύ αρνητικά. Ποιος μπορεί να πει ότι εάν σκοτώσω κάποιον, ο οποίος προσπαθούσε να έχει μια κατοχή στη χώρα μου και τελικώς επιτύχω κάτι, είμαι αντιδραστικός και με την έννοια του μιάσματος. Πότε το λέει αυτό; Το λέει όταν επιτύχω. Έρθω στα πράγματα και αποτινάξω τον ζυγό. Δεν το λέει ποτέ κανένας και ιδίως δεν το λένε ποτέ οι συνεργαζόμενοι με την εξουσία, στα μέσα αυτά.

Μια καταξίωση λοιπόν του πολιτικού εγκλήματος σε όλη της την έκφραση, μια καταξίωση η οποία περνάει ιστορικά και δεν είναι θέμα συμβάσεων και θέμα, αν θέλετε άλλων καταστάσεων, αλλά αποτελεί πια το απαύγασμα μιας τοποθετήσεως, όλων ανεξαρτήτως των ιστορικών και από πλευράς νομοθετικής εξουσίας έτσι έχει αντιμετωπιστεί, ότι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, δεν είναι τρομοκρατία, ούτε αυτό είναι κάτι το οποίο έρχεται κόντρα με την ηθική και το νόμο, αλλά αντίθετα, είναι ένας καταξιωμένος επαναστατικός αγώνας, ο οποίος πρέπει και οφείλει να την διεξάγει κάθε πολίτης, ο οποίος επιθυμεί την ελευθερία του.

Το εθνικοαπελευθερωτικό λοιπόν μέτωπο, το οποιοδήποτε μέτωπο, έρχεται να αντιτάξει απέναντι στον ζυγό αυτό της εξουσίας, της ξενοκίνητης εξουσίας κάποιες εφαρμογές της και προσπαθούμε να απελευθερωθούμε σαν δικαίωμα του να είμαστε έθνος και λαός σε ένα συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, αυτό καταξιώνεται πάντοτε, είτε ακολουθείται με ποταμούς αίματος, είτε όχι.

Το εθνικοαπελευθερωτικό λοιπόν μέτωπο, είναι ένα τρομοκρατικό μέτωπο, έχει τρομοκρατία, έχει μέσα ανατινάξεις, έχει χτυπήματα αθώων, έχει γκρεμίσματα γεφυρών, έχει γκρεμίσματα κτιρίων, έχει γκρεμίσματα που σκοτώνουμε ένα γερμανό και σκοτώνουν 11 για παραδειγματισμό ή 20 ή καίνε ολόκληρα χωριά, αλλά προσέξτε, τρομοκράτες ήμασταν τότε, καταξιωμένοι όμως είμαστε σήμερα.

Η έννοια λοιπόν του εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου, σαν μορφή της τρομοκρατίας, όπως έχει καταγραφεί ιστορικά είναι καταξιωμένη, όχι κατά το συγκεκριμένο χρόνο δράσης του, αλλά πάντοτε εάν έχει επιτυχία ή όχι. Ο αγωνιστής δηλαδή της κατοχής που χτυπούσε τους γερμανούς, καταξιώθηκε μετά την απελευθέρωση, γιατί δεν υπήρχε κανένα μέτρο τότε, να μπορέσει να του αποδοθεί η έννοια του λαϊκού αγωνιστή, του ανθρώπου που πίστευε σε κάποια ιδανικά και σε κάποιες αξίες.

Μέσα λοιπόν στην ιστορία το εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο, αποτελεί την καταξίωση της τρομοκρατικής ενέργειας και δέχονται ότι όλοι αυτές οι τρομοκρατικές ενέργειες που γίνονται με σκοπό να αποτινάξουμε κάποιο ζυγό, δεν έχουν καμία σχέση με τις τρομοκρατικές ενέργειες όπως σήμερα ορισμένοι θέλουν να μας καταδείξουν και έχει μια αυτοτελή ύπαρξη έτσι όπως θέλουν να το περάσουν, έτσι όπως θέλουν να το οριοθετήσουν.

Μια άλλη μορφή ένοπλης κρατικής πάλης, εκτός από το εθνικοαπελευθερωτικό, έτσι όπως διαπιστώνεται πάλι επιστημονικά, έτσι όπως έχει αναλυθεί στην θεωρία, είναι το λεγόμενο αντικαθεστωτικό. Μια κλασική των σφετεριστών της εξουσίας, οι οποίοι και πάλι μάχονται να αποτινάξουν την τυραννία, εμείς έχουμε μάλιστα στοιχεία αν θέλετε ώριμα, πολύ πιο ώριμα απ’ αυτούς που προσπαθούν να μας περάσουν και να μας δείξουν ποιοι πρέπει να είμαστε με κάποιες συμβάσεις, το ψήφισμα του Δημοφάντους, το οποίο, όχι μόνον δεν αποδέχεται σαν ποινικό αδίκημα τον φόνο του τυράννου, αλλά προσδίδει και ιδιαίτερη τιμή στον τυραννοκτόνο, ακριβώς έτσι όπως πρέπει να επιβάλλεται από την ηθική των πραγμάτων, αν θέλετε από το καταργημένο τότε, γιατί καταργημένο θα είναι 144 και σήμερα 120 του Συντάγματος.

Δηλαδή το αντικαθεστωτικό είναι εκείνο το οποίο βάλουμε κατά μιας ντόπιας τυραννίας, κατά θεσμών, οι οποίοι προσπαθούνε με τον σφετερισμό της εξουσίας, καταπιέζοντας το Σύνταγμα, καταπιέζοντας τη λαϊκή κυριαρχία, καταπιέζοντας κάθε έννοια ιδιαιτερότητας και νομιμότητας, να κάτσουν αυτό που λέμε, στο σβέρκο του λαού.

Μια άλλη μορφή η οποία καταξιώνεται και κλασσικό παράδειγμα ήταν η δράση όλων των αγωνιστών τότε επί χούντας οι οποίοι καταξιωθήκανε, τα μιάσματα αν θέλετε και οι άνθρωποι οι οποίοι ήταν δολοφόνοι, οι άνθρωποι οι οποίοι ήταν σιχαμερά σκουλήκια, χολερικοί, δεν ξέρω πώς αλλιώς τους χαρακτήριζαν, κατάλοιπα, νοσταλγοί, των βαρβαροτήτων και ότι είχαν πει τότε επί χούντας και λέγανε όλα εκείνα τα ωραία που ακούγαμε και διασκεδάζαμε άλλοι και άλλοι ήταν στις φυλακές όμως μέσα. Όχι μόνο καταξιωθήκανε οι πράξεις τους αυτές, αλλά οδηγήθηκαν να είναι μετά την πτώση της χούντας, στοιχείο πολιτικής ανέλιξης και κοινωνικής αποδοχής.

Αν δηλαδή είχες πιαστεί έστω και μια μέρα επί χούντας, είχες βασανιστεί λίγο, είχες βασανιστεί πολύ, είχες τα εχέγγυα εκείνα, να προχωρήσεις πολιτικά, να προχωρήσεις κοινωνικά, να προχωρήσεις και να κυβερνήσεις ακόμα και τον τόπο αυτό. Όλες αυτές οι δράσεις καταξιώθηκαν.

Κορυφαία στιγμή η προσπάθεια του αείμνηστου Παναγούλη να σκοτώσει τον τύραννο και ήδη και αυτόν συχωρεμένο, τον δικτάτορα Παπαδόπουλο. Μια πράξη η οποία τότε σχολιάστηκε από τις εφημερίδες σαν ένα έγκλημα καθοσιώσεως, σαν μια προσπάθεια να βάλουμε τη χώρα σε περιπέτειες, ο Παναγούλης είναι αυτός που είναι σήμερα στις μνήμες μας, σαν στοιχείο της αντίστασης και κανένας ποτέ δε σκέφτηκε την τότε τρομοκρατική του ενέργεια να τη θεωρήσει σαν αυτοτελή πράξη με κάποια κοινωνική, ηθική και ποινική απαξία.

Να λοιπόν ένα δεύτερο μέτρο είναι το αντικαθεστωτικό. Όλα όσα λέω δεν είναι δικές μου σκέψεις, υπάρχουν σε όλες τις εγκυκλοπαίδειες, υπάρχουν στου Παπαδάτου «Περί τρομοκρατίας›, υπάρχουν και αναλλοίωτες οι συμβάσεις. Υπάρχει όμως και μια άλλη, τρίτη μορφή αν θέλετε δράσης ένοπλης, αν θέλετε οποιασδήποτε, η λεγόμενη αντιεξουσιαστική. Η αντιεξουσιαστική πάλη σαν μορφή κοινωνικού αγώνα, έρχεται και αυτός ο αγώνας και επιβραβεύεται. Είναι ένας αγώνας τον οποίον όλοι μας ξέρουμε και διεξάγουμε ο καθένας με τα μέτρα του δυνατού.

Είναι μια μορφή εξουσίας η οποία είναι σκληρή, είναι αδυσώπητη, είναι ανάλγητη, θέτει σε κίνδυνο τα πραγματικά μας δικαιώματα, τις ατομικές μας ελευθερίες, κάθε τι που αγαπήσαμε, κάθε τί που υπηρετούμε με μια θερμότητα επειδή αποτελεί τα όνειρα και τις δικές μας πολιτικές και κοινωνικές θέσεις, τα θέτει εν κινδύνω, θέτει εκποδών όλες αυτές τις θέσεις μας και προσπαθούμε να αμυνθούμε με τον λεγόμενο αντιεξουσιαστικό αγώνα.

Τρεις μορφές λοιπόν οι οποίες χαρακτηρίζονται επίσημα σαν τρομοκρατία, το εθνικοαπελευθερωτικό, το αντικαθεστωτικό και το αντιεξουσιαστικό αποτελούν μια ενιαία γραμμή που ονομάζεται τρομοκρατία και διαφοροποιείται η γραμμή αυτή από τον αγώνα μόνο εάν έχουμε ένα αποτέλεσμα εξουσίας.

Το εθνικοαπελευθερωτικό που έχουμε τους ανθρώπους που αγωνίστηκαν τότε στην Αντίσταση, βρήκε την αναγνώρισή του μόλις πριν από λίγα χρόνια, το αντικαθεστωτικό το οποίο έχει σαν κύριο εκφραστή της τον Παναγούλη αλλά και πολλούς άλλους που σήμερα κυβερνούν, το πόσο τότε έκαναν αντίσταση κανείς δεν ξέρει, δε μας ενδιαφέρει άλλωστε, έβγαλαν φωτογραφίες με κάποιες χειροπέδες στην πλάτη, ίσως είναι έτσι ίσως είναι κι αλλιώς, πού να τα ξέρουμε τόσο βαθιά που είναι χωμένα όλα αυτά και με κύριο εκφραστή του εθνικοαπελευθερωτικού στους σύγχρονους καιρούς τον Καραολή και τον Δημητρίου, ανθρώπους μάρτυρες οι οποίοι κρεμάστηκαν για τα ιδεώδη τους.

Η τρίτη μορφή, του αντιεξουσιαστικού, παρουσιάζεται έντονα σήμερα με πράξεις και θέσεις που αφορούν μία γραμμή άμυνας, μία γραμμή βίας απέναντι στην ωμή βία που εκφράζεται από την κρατική εξουσία, όχι απλά σαν αυτό που έλεγε κάποιος –και αυτό συχωρεμένος, μεγάλος βέβαια- ότι το κράτος είναι ένας μηχανισμός βίας που προσπαθεί να ελέγχει η άρχουσα τάξη τις άλλες τις κατώτερες, αλλά σαν μια κοινωνική καθημερινότητα. Νιώθουμε την άσκηση της κρατικής βίας κάθε μέρα να μας ωθεί, να μας εξωθεί, σε μία άμυνα. Μια άμυνα που πιστεύουμε ότι μπορούμε να αντεπεξέλθουμε ασκώντας μια αντιεξουσιαστική πάλη.

Μην κάνουμε ποτέ το λάθος κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές να απομονώσουμε το εθνικοαπελευθερωτικό από το αντικαθεστωτικό και από το αντιεξουσιαστικό. Είναι στην ουσία η ίδια μορφή αντίστασης και κοινωνικής επιλογής. Μην κάνετε το λάθος να πείτε ότι ιστορικά τώρα έχουμε δημοκρατία, άρα αυτοί εδώ είναι μιάσματα. Γιατί μιάσματα τους έλεγαν και στο εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο τότε. Χολεριασμένους έλεγαν τότε τους Κομμουνιστές, δεν έχει καμία σημασία αυτό.

Ιστορικά δεν μπορείτε να τους αποξενώσετε από τον χώρο στον οποίο αγωνίζονται. Δε σημαίνει δηλαδή ότι επειδή δεν πέτυχαν κάτι, είτε η ανατροπή, επειδή δεν έγιναν κυβέρνηση κτλ., ότι η η δράση τους δεν είναι πολιτική και το έγκλημά τους δεν είναι πολιτικό. Το εθνικοαπελευθερωτικό είναι συνέχεια του αντικαθεστωτικού, είναι ένα πράγμα με το αντιεξουσιαστικό. Γιατί η έννοια της εξουσίας, η έννοια της αποικιοκρατίας, η έννοια της νεοαποικιοκρατίας όπως λέγονται σήμερα, δεν μπορείτε να την ξεχωρίσετε από τον αγώνα τον εθνικοαπελευθερωτικό, τον αντικαθεστωτικό και τον αντιεξουσιαστικό. Είναι ευθεία γραμμή συνειδητής δράσης απέναντι στην καταπίεση.

Ο άνθρωπος σαν αξία, σαν προστατευόμενη αξία θέλει να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του μέσα στα πλαίσια που βάζει το σύνταγμα και οι νόμοι. Όποιος του το περιορίσει δεν σημαίνει ότι φέρνει τα στρατεύματα εδώ, τα ενυποθηκεύει στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και ασκεί μια επικυριαρχία. Και η οικονομική μας εξάρτηση, η πολιτική μας εξάρτηση, οι παραβιάσεις που γίνονται, όλα όσα θίγουν μια μορφή ιδιαιτερότητας και επικυριαρχίας, υιοθετούν μια μορφή πάλης, είτε είναι αντικαθεστωτική είτε είναι αντιεξουσιαστική, είτε είναι εθνικοαπελευθερωτική.

Γιατί σήμερα είμαστε ελεύθεροι; Γιατί σήμερα δεν έχουμε δηλαδή επικυρίαρχους; Γιατί δεν είμαστε μέσα σε μια μορφή αποικιοκρατίας όπως ασκείται και έχει χωριστεί ο κόσμος; Μέσα στην έννοια αυτή, η δράση τους από το εθνικοαπελευθερωτικό, είναι το ίδιο το αντικαθεστωτικό και είναι το ίδιο το αντιεξουσιαστικό. Δεν έχουμε καμία διαφορά. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά; Ότι αυτοί που δικάστηκαν τότε, εκτελέστηκαν και μετά έγιναν ήρωες, αυτοί οι οποίοι αγωνίστηκαν σήμερα είναι Πρωθυπουργοί και Υπουργοί και αυτοί εδώ, επειδή δεν είχαν κανέναν σκοπό να επαναφέρουν με την έννοια της Δημοκρατίας καμία νέα μορφή, αλλά απλώς αγωνίζονταν για τον ένοπλο λαϊκό αγώνα, θα πρέπει να είναι τα μιάσματα, οι φοβεροί δολοφόνοι, οι στυγνοί τρομοκράτες.

Και όμως, τα νήματά τους, αν το εξετάσετε κατά τον σχηματισμό της δικανικής σας πεποίθησης δεν έχουν σε τίποτε να διαφοροποιηθούν από την έννοια της εξουσίας εκείνης με την έννοια εκείνης του επικυρίαρχου, που αφορά τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά μας δικαιώματα. Και σήμερα όπως και τότε, έχουμε αφεντικά έτοιμα να σπαράξουν το οτιδήποτε ωραίο γεννάται σε αυτόν τον κόσμο, τις ελευθερίες μας, τις αξίες μας, τις ευαισθησίες μας.

Και μέσα απ’ αυτόν τον αγώνα, η αντικαθεστωτική πάλη, η αντιεξουσιαστική πάλη, δεν έχει τίποτα να διαφοροποιηθεί από το λεγόμενο εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο, αφού ο αγώνας απέναντι στη στυγνή μορφή εκμετάλλευσης και εξουσίας είναι ο ίδιος πάντα χωρίς να μπορεί να διαφοροποιηθεί. Μην τους βλέπετε λοιπόν σαν ένα περίεργο φαινόμενο, ότι σήμερα προσπαθούν και στοχεύουν κατά της δημοκρατίας. Είναι οι ίδιοι, απαράλλακτοι λαϊκοί αγωνιστές που πήραν τη μοίρα στα χέρια τους.

Ήταν η σπίθα που προσπαθεί ν’ ανάψει, είναι αυτοί οι οποίοι τους έλεγαν τρελούς, ξυπόλητους, αλλά όρθωσαν ένα ανάστημα μέσα στην ίδια τους τη δυνατότητα και μέσα στην ίδια τους την ευαισθησία για μια καλύτερη για τον συνάνθρωπο και τους ίδιους ζωή. Τίποτα δεν μπορεί να τους αγγίξει, τίποτα δεν μπορεί να τους διαφοροποιήσει από οποιονδήποτε αγωνιστή στάθηκε απέναντι στη βία, είτε ήταν με τη μορφή του εθνικοαπελευθερωτικού είτε του αντικαθεστωτικού.

Το δικαίωμα του αγώνα μας, το δικαίωμα του να ζουν οι λαοί αδελφωμένοι αλλά ισότιμα, χωρίς αποικιοκρατίες, από πολύ παλιά, ήρθαν και οριοθέτησαν Διεθνείς Οργανισμοί. Ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών στις 24/10/1945 στο άρθρο 1 διακηρύσσει μεταξύ των σκοπών των λαών και την ανάπτυξη φιλικών σχέσεων μεταξύ των εθνών, βασιζόμενος στον σεβασμό της αρχής της ισότητας, των δικαιωμάτων και της αυτοδιάθεσης των λαών και στη λήψη άλλων κατάλληλων μέτρων για την ενίσχυση της παγκόσμιας ειρήνης.

Είτε μάχευσε εθνικοαπελευθερωτικά, είτε αντιεξουσιαστικά, αυτή η αρχή δεν μπορεί να αλλάξει, δεν μπορείτε να τη δείτε κάτω από άλλο μάτι. Είμαστε ισότιμοι και με αυτούς οι οποίοι προσπαθούν να μας έχουν αποικιοκρατικά δεσμευμένους και σε αυτούς που παριστάνουν τους επικυρίαρχους. Ο Χάρτης επίσης αναγνωρίζει το δικαίωμα όλων των λαών να εκλέγουν η μορφή της διακυβερνήσεώς τους. Ακόμα η Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, με την υπ’ αριθμ. 3114 απόφασή της περί καθορισμού της επιθέσεως, αναγνώρισε ρητά στους λαούς που ζουν κάτω από αποικιοκρατικό καθεστώς ή άλλη μορφή ξένης κυριαρχίας, το δικαίωμα να αγωνίζονται για την κατάκτηση της αυτοδιάθεσης, της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας.

Εγώ από την υπ’ αριθμ. 3114 απόφαση της Γενικής Συνελεύσεως θα κρατήσω τη φράση «ή άλλη μορφή ξένης κυριαρχίας›, άλλη μορφή πέραν του αποικιοκρατισμού και πέραν του νεοεποικιοκρατισμού. Κυριαρχία κ.κ. Δικαστές δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι έχουμε όπως σας είπα στρατεύματα, αλλά μπορεί να είναι οικονομική, να είναι κοινωνική, μπορεί να επιλέγονται άνθρωποι οι οποίοι θα μας κυβερνήσουν, μπορεί να πηγαίνουν να δίνουν τα σεβάσματά τους πριν μας κυβερνήσουν και να παίρνουν οδηγίες, μπορεί να έχουν αυτούς τους σφιχτούς εναγκαλισμούς που είδαμε τότε του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως με τον πρεσβευτή των ΗΠΑ, δεν ξέρω, Ρωμαίο Έπαρχο τον είπα προηγουμένως γιατί μου ξέφυγε, το επαναλαμβάνω πάντως γιατί πιστεύω ότι ήταν ωραίος ο χαρακτηρισμός μου, να εναγκαλίζονται επειδή κάποιοι άνθρωποι αγωνίστηκαν στην Ελλάδα για κάποιες αξίες.

Αυτός ο αγώνας τους είναι ένας αγώνας τον οποίο πραγματικά δεν άρεσε και γι αυτό επετεύχθηκαν με τέτοια δριμύτητα πάνω όχι μόνο σε έναν ο οποίος είχε κομματιαστεί, αλλά και σε όλους τους άλλους για να τους παρουσιάσουν καταδότες, για να τους παρουσιάσουν ότι εύκολα ομολογούν, να τους λασπολογήσουν, να τους περάσουν ότι είναι αγράμματοι, είναι αμόρφωτοι, είναι στην εποχή του Λίθου. Γιατί όλα αυτά; Γιατί ξέρουν ότι το πολιτικό έγκλημα δεν είναι οπισθοδρόμηση όπως το κοινό. Γιατί εκβιάζει κάποιες καταστάσεις και εξελίξεις τις οποίες τις φοβούνται. Γιατί πιστεύουμε μέσα μας όλοι ότι η δράση τους αφύπνισε, οριοθέτησε, ξύπνησε, φόβισε.

Εκείνο το οποίο ήθελα να σας αναφέρω είναι ότι όσο πιο μεγάλη απήχηση έχει η αντιεξουσιαστική πάλη, η ένοπλη αντικρατική πάλη, καμία φορά μπερδεύω τους ορισμούς, πιστεύω ότι το νόημα βγαίνει και πιστεύω επίσης ότι πέρα από το νόημα αυτό, η ουσία των πραγμάτων δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί έστω με μία λανθασμένη λεκτική παράφραση αυτών των ιδεών οι οποίες τόσο έντονα προβάλλονται μέσα απ’ αυτά τα πράγματα.

Ίδιο χαρακτηριστικό λοιπόν της αντιμετωπίσεώς μας και έτσι θα χαρακτηρίσετε σαν στοιχείο ότι πράξαμε πολιτικά και ότι οι πράξεις μας είναι πολιτικές, είναι και η μεθοδολογία με την οποίαν αντιμετωπιστήκαμε. Χαρακτηριστικό δείγμα, χαρακτηριστική αν θέλετε ενέργεια του ότι έχετε να αντιμετωπίσετε ένα έγκλημα, είναι ο ρόλος του κράτους ως προς την επίθεσή τους. Πιο αδυσώπητο αγώνα εξευτελισμού, εξαφανίσεώς τους, πνευματικά και ηθικά από το ότι υπέστησαν οι κατηγορούμενοι που ομολόγησαν τη συμμετοχή τους στη 17Ν, εγώ δεν έχω δει ποτέ μου.

Ίσως καλό θα είναι και οι επερχόμενες γενεές να μη δίνουν τέτοια φριχτά παραδείγματα επιθέσεως μιας ολόκληρης εξουσίας με ένα μίσος αδυσώπητο απέναντι σε ανθρώπους οι οποίοι πίστεψαν ότι είναι κάτι διαφορετικό και μπορούν κάτι διαφορετικό να φέρουν στον τόπο με τη δράση τους.

Όσο λοιπόν πιο σκληρά επιτίθεται η εξουσία απέναντι στον κατηγορούμενο, τόσο πιο πολύ έχετε να κάνετε με ένα πολιτικό έγκλημα. Ένα κύριο χαρακτηριστικό: Όπου βλέπετε ψηφίσεις νόμων οι οποίοι σε όλη την Ευρώπη, ακόμα κι εκεί δεν τόλμησαν να τους βάλουν μια ορισμένη χρονική διάρκεια αλλά τους βλέπετε και επιτίθενται μέσα στο νομικό πλαίσιο -γιατί τί εννοείται τρομονόμος; Ποιος είναι αυτός ο 2928 που στην ουσία περνά σαν νομικό κατασκεύασμα και στην ουσία αφορά τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα; Πού το βρήκαμε αυτό το πράγμα, να έχουμε ένα νόμο ο οποίος τροποποιήθηκε για την τάξη του Ποινικού Κώδικα και αποτελεί αυτοτελές σύστημα αξίας για την πάταξη της τρομοκρατίας;

Ένα ελληνικό ωραίο φαινόμενο, γιατί όλοι οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι σε όλη την Ευρώπη, τη Γαλλία ή τη Γερμανία, έχουν χρονική διάρκεια ισχύος. Δε μιλώ για συμβάσεις, μιλώ για νόμους. Ο νόμος είτε στη Γερμανία είτε στη Γαλλία, είχε χρονική διάρκεια. Αυτό το φαινόμενο να ονομάζουμε 2928 «πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος› και από πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος να πατάσσουμε αδυσώπητα τις ατομικές ελευθερίες των πολιτών, μόνο εδώ στην Ελλάδα εσαεί πήγε να βγει με την τροποποίηση συγκεκριμένων διατάξεων.

Γιατί μετά τη σύμβαση του Παλέρμο, πραγματικά ακολούθησε μια διείσδυση, πραγματικά η Αστυνομία έφτασε να δικάζει, πραγματικά ελήφθησαν μέτρα όπως αυτά τα οποία υπήρχαν παρακολουθήσεως των τηλεφωνικών συνομιλιών, μέτρα DNA κτλ. Γιατί; Δεν υπήρχαν αυτές οι διατάξεις ήδη με συμβάσεις για την πάταξη του εγκλήματος των ναρκωτικών; Τί τις χρειάζονταν; Τις χρειάζονταν ακριβώς για να παραβιάσουν στο εσαεί ατομικά δικαιώματα πολιτών, επ’ ευκαιρία της 17Ν και όχι ότι τους πείραζε η εξάρθρωση της 17Ν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς επιτίθεται η εξουσία σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν είναι κάτι το οποίο βρήκε ο υπερασπιστής ή εκατοντάδες άλλοι Έλληνες οι οποίοι πλαισιώνουν αντιπολεμικές εκδηλώσεις, εκδηλώσεις οι οποίες είναι για τα δικαιώματα των κατηγορουμένων, άνθρωποι οι οποίοι πάνε ήσυχα, με μεγάλη διαστρωμάτωση, χωρίς να σπάνε βιτρίνες, χωρίς να κάνουν τίποτα, περνάνε μέσα μια φωνή διαμαρτυρίας γι αυτά που γίνονται.

Στην απόφαση της 6/9/1978 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης σε αποφάσεις σχετικές με την τρομοκρατία, λέει: «Έχοντας επίγνωση του κινδύνου να υπονομευθεί και μάλιστα να καταστραφεί η δημοκρατία με αφορμή την προστασία της και τα κράτη δεν θα πρέπει στο όνομα του αγώνα κατά της τρομοκρατίας να παίρνουν οποιοδήποτε μέτρο κρίνουν κατάλληλο›.

Ακόμα, στην ίδια απόφαση τονίζεται ότι το Δικαστήριο κρίνει συμφυή προς το σύστημα της Συμβάσεως των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων μια ορισμένη μορφή συμφιλιώσεως μεταξύ των κατηγορητικών επιταγών της άμυνας της δημοκρατικής κοινωνίας αφενός και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων αφετέρου.

Έχετε χρεία άλλων μαρτύρων ότι το φαινόμενο που αντιμετωπίζουμε εδώ τώρα επ’ ευκαιρία της 17Ν έχει υποπέσει στην αντίληψη άξιων συναδέλφων σας οι οποίοι τους είπαν «στοπ, μέχρι εδώ και μη παρέκει;› Έχετε δει ότι άνθρωποι ανησυχούν για τον τρόπο που εφαρμόζονται αυτές οι διατάξεις και ποιους πραγματικά πλήττουν; Έχετε καμία αμφιβολία ότι επ’ ευκαιρία της 17Ν δεν πρέπει να εξαϋλώσουμε τα πάντα, αρχίζοντας απ’ αυτούς; Ότι το δικαιϊκό μας σύστημα απαιτεί ο δικαστής να μην είναι μέρος του προβλήματα έτσι όπως το θέλουν, δεν είναι μέρος του προβλήματα της τρομοκρατίας και της πατάξεώς της ο δικαστιή.

Πολύ εύκολα θα θέλατε να περάσετε τις εξετάσεις αυτές. Δεν βάζουμε τον πήχη τόσο χαμηλά. Ποτέ και σε καμία περίπτωση, ο Έλληνας που βρίσκεται κάτω από την Έδρα, δε σας θέλει σαν μέρος του προβλήματος. Μακριά από μας! Εξοβελιστέοι οι αφορισμοί «τί θα πει η γυναίκα του νεκρού διπλωμάτη›. Μακριά από μας αφορισμός και πάλι, ότι τί θα γίνει αν παραγραφεί το έγκλημά του; Αυτά αποτελούν στοιχεία της νομοθετικής εξουσίας και της εκτελεστικής με όλα τα κακά που σέρνει και τις διαμαρτίες τις εγγενείς που έχει.

Ο δικαστής είναι πάνω από την εξουσία αυτή, δεν είναι μέρος του προβλήματος και έρχεται και απονέμει δικαιοσύνη χωρίς να νοιάζεται τί θα πει η χήρα του νεκρού Διπλωμάτη ή εάν παρεγράφη ή όχι το έγκλημα. Κοιτάζει μόνο να εφαρμόσει το νόμο με βάση της αξίες τις οποίες έχουν διαμορφωθεί και της οποίας και αυτός είναι μέτοχος και μόνο τέτοιους περιορισμούς θέτει στον εαυτό του κατά την απονομή της δικαιοσύνης.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πάμε κάτω από τέτοιες γραμμές, κάτω από τέτοιες κατευθύνσεις και να αποδώσουμε δικαιοσύνη με το τί θα πουν οι άλλοι ή αν είμαστε καλοί σε σχέση με τις αποφάσεις μας, αν οι ποινές μας είναι μεγάλες, εάν οι ποινές μας είναι μικρές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο σημείο αυτό να κάνουμε μια διακοπή λίγων λεπτών.