Πολιτική
Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου 2003 20:03

Ανεπίσημα πρακτικά Δίκης 17Ν (30/10/2003) Μέρος 4/5

Είναι χαρακτηριστικό αξιότιμοι κ. Δικασταί, ότι ο Στακτόπουλος, ο οποίος φιλοδωρήθηκε λόγω της ομολογίας του με ισόβια κάθειρξη, είπε: Θα περιμένω στο μνήμα, - είπε στη γυναίκα του – θα περιμένω στο μνήμα την απόδειξη της αθωότητάς μου. Και αυτό ήρθε –προσέξτε- από το 1947 που έγινε η Δίκη. Φτάσαμε στο 2003 για να καταστεί δυνατόν να αποδειχθεί το ψευδές μιας ομολογίας στην οποία στηρίχθηκε τότε το Δικαστήριο που καταδίκασε τον Πολκ.

Κύριοι Δικασταί, προσέξτε στη συγκεκριμένη περίπτωση των κατηγορουμένων τους οποίους υπερασπίζομαι αντιλαμβάνεται το Δικαστήριό σας τι ευαισθησία έχει η υπεράσπιση στο θέμα αυτής της λεγόμενης αυτοενοχοποιήσεώς τους. Και τούτο διότι δεν είναι μόνο η νομοθετική επιταγή αυξημένης τυπικής ισχύος που περιέχεται στο Διεθνές Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μία διεθνής εμπειρία που αποδοκιμάζει την προσπάθεια αποσπάσεως ομολογιών από τους κατηγορουμένους και δεν είναι μόνο αυτή η πεποίθηση η οποία υπάρχει, διατρέχει τη νομική επιστήμη στο σύνολό της, έχουμε και αυτά τα φοβερά παραδείγματα από την ιστορία μας, την πρόσφατη μάλιστα και της υποθέσεως Πολκ και της υποθέσεως Τσάπμαν.

Θα ήθελα ακόμη να αναμνησθώ και την περιβόητη δίκη του Γαλιλαίου. Και ο Γαλιλαίος προκειμένου να επιτύχει την απαλλαγή του ομολόγησε ενώπιον των ιεροεξεταστών ότι δεν κινείται η γη. Βεβαίως όταν μετά αφέθη ελεύθερος και πήγε στους φοιτητές του είναι γνωστόν ότι είπε το περιβόητο «και όμως κινείται› και ο πλέον ευφυής εκ των φοιτητών του άρχισε να τον βρίζει χυδαιότατα και ανέκραξε «αλίμονο στην χώρα που δεν έχει ήρωες› είπε ο φοιτητής. Απήντησε ο Γαλιλαίος «αλίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες›.

Αυτό το ρόλο καλείστε να παίξετε αξιότιμοι κ.κ. Δικασταί εδώ, των ηρώων. Πρέπει να έχει η δικαστική μας λειτουργία ήρωες για να διαγνώσουν πλήρως την αξία των ομολογιών, αυτό που είπε ο σοφός Γαλιλαίος που εκείνος βρέθηκε στην αδήριτη θέση, στην ανάγκη – τα λέει ο Μπρεχτ αυτά γι αυτό σας τα μεταφέρω. Αντιλαμβάνεστε ότι από την στιγμή που κατά την κοινή γνώμη χρειαζόμαστε ήρωες είναι πολύ φυσικό να λέμε: αλίμονο στην χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες.

Εδώ φαίνεται στη συγκεκριμένη περίπτωση και θα το εξηγήσω αυτό με λεπτομέρειες πώς ενοχοποιήθηκε τουλάχιστον η τριάδα των Θεσπρωτών τους οποίους υπερασπίζομαι από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία εδώ και τι σκοπός ήταν, διότι οπωσδήποτε στη συνείδησή σας θα μένει μία απορία. Κύριε συνήγορε θα μου πείτε, καλά είχε κανένα προηγούμενο η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία να φέρει κατηγορουμένους τους τρεις εντολείς σας;

Θα έχω την ευχέρεια να εξηγήσω πώς συνέβη αυτό και τι σκοπιμότητες εξυπηρετεί η κατηγορία κατά των τριών Θεσπρωτών. Κύριοι Δικασταί, να φύγω από το θέμα της περιβόητης αυτοενοχοποιήσεως, το οποίο βεβαίως έχει επεξεργαστεί θεωρητικά η αξιότιμη συνάδελφός μας κα Τσόλκα, το πόνημα της οποίας ομολογουμένως χρειάζεται συγχαρητήρια.

Θα πρέπει ίσως να της υπομνήσω βεβαίως, ότι για τις ανάγκες σκοπιμότητος της συγκεκριμένης δίκης, η θέση της ως πολιτικώς εναγούσης την υπεχρέωσε να λησμονήσει τα όσα πολύ σωστά υποστηρίζει στο σύγγραμμά της.To nemo tenetur se ipsum prodere το ξεχάσαμε, κατά την αγόρευσή μας. Και θελήσαμε να κάνομε λάβαρον για να υποστηρίξομεν την ενοχή των κατηγορουμένων τις ομολογίες τους ενώπιον της προανακρίσεως, ή της ανακρίσεως.

Αλλά αρκετά περί αυτοενοχοποιήσεως, επιτρέψτε μου να πάμε εις το κεφάλαιον, ένοχος ένοχον ου ποιει. Κύριοι Δικασταί, εδώ παρατηρείται το φαινόμενο, αξιόλογοι νομοδιδάσκαλοι, οι οποίοι εκπροσωπούν την πολιτική αγωγή, να ξεχνούν εκείνα τα οποία θεωρητικώς έχουν υποστηρίξει κι να μεταβάλουν άρδην απόψεις στρεφόμενοι εναντίον του εαυτού τους.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν νομίζω ότι είναι πολλά τα λεφτά. Οφείλεται κ. Κουφοντίνα και πρέπει να το τονίσω αυτό, για την αποκατάσταση της αλήθειας πιστεύω, γιατί για πολλά λεφτά κατηγορηθήκαμε εμείς από τον αξιότιμο κ. Εισαγγελέα αλλά εντάξει. Βέβαια εδώ παρέλειψα να πω κάτι πολύ σημαντικό κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα. Ξέρετε ότι επειδή τα προϊόντα της ληστείας πάντοτε δημιουργούν διενέξεις μεταξύ των συμπραττόντων για την διανομή, απεφασίσθη μεταξύ όλων των υπερασπιστών, να παρακαλέσουμε τον κ. Μαρκή, ως διαιτητή, να κατανείμει τα προϊόντα της ληστείας, τα οποία περιήλθαν εις τους υπερασπιστάς, την πολυτελή υπεράσπιση, όπως είπε.

Βεβαίως το θέμα της διαιτητικής αμοιβής σας πρέπει να εξασφαλιστεί ότι δεν θα είναι εκ των προϊόντων της ληστείας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν γελώ με τέτοια, παρακαλώ να συνεχίσουμε τη διαδικασία.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Εκείνο το οποίο θα ήθελα να παρατηρήσω εις τον κ. Κουφοντίνα είναι ότι, το υπερασπιστικό πάθος μας οδηγεί πάρα πολλές φορές, να αποκηρύσσουμε τον εαυτό μας και τις πεποιθήσεις μας, αυτό ενδεχομένως συνέβη και με την κα Τσόλκα και με τους άλλους εκπροσώπους της πολιτικής αγωγής, οι οποίοι είναι νομοδιδάσκαλοι.

Αναφέρομαι βεβαίως όπως αντιλαμβάνεστε, εις την πολιτική αγωγή την εκπροσώπηση της πολιτικής αγωγής των θυμάτων αμερικανών υπηκόων. Ο κ. Αναγνωστόπουλος, με ένα δημοσίευμά του το οποίον ανελύθη εν πολλοίς κατά την διάρκειαν της διαδικασίας, υποστηρίζει πάρα πολύ σωστά πράγματα.

Μας λέγει δια τον μάρτυρα του στέμματος και θα ήθελα να σημειώσω ότι, στο άρθρο του, εξάρθρωσις συμμορίας και αναστολή εκτελέσεως της ποινής, είναι περίπου at hoc στο θέμα μας. Διότι και εδώ όπως αντιλαμβάνεστε, το δέλεαρ είναι να εξαρθρώσουμε δίδοντας ως αντάλλαγμα, την αναστολή της ποινής, ακόμα και ισοβίως, για τους κατηγορουμένους, οποιασδήποτε ποινής.

Λέγει λοιπόν ο κ. Αναγνωστόπουλος: «ο μάρτυς του στέμματος, ο δράστης δηλαδή που καταδίδει τους συνενόχους του με αντάλλαγμα την ατιμωρησία του, είναι θεσμός αγγλοαμερικανικής προελεύσεως. Η κατηγορούσα αρχή, υπόσχεται εις τον πρόθυμο να συνεργαστεί μαζί της κατηγορούμενο, ασυλία για όσα καταθέσει. O μάρτυς του στέμματος μπορεί έτσι να αποκαλύψει άφοβα γεγονότα που ενοχοποιούν και τον ίδιον, παραιτούμενος από το αντίστοιχο προνόμιό του και η κατηγορούσα αρχή να επιτύχει την καταδίκη των συνενόχων, υπερβαίνοντας τις αποδεικτικές δυσχέρειες. Ο θεσμός του μάρτυρος στέμματος, εναρμονίζεται με την διαπραγματευτική δομή της αγγλοαμερικανικής δίκης, που επιτρέπει την συναλλαγή μεταξύ αντιπάλων μερών.›

Συνεχίζει: «Πρέπει να σημειωθεί ότι, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, δεν επιτρέπει μαρτυριοποίηση του κατηγορουμένου. Η ιδιότητα, μάρτυρα και κατηγορουμένου είναι ασυμβίβαστη.› Αλλά εδώ η αντίπερα όχθη τις θεώρησε συμβατές. Ότι μπορούσε να εξεταστεί ο κατηγορούμενος ως μάρτυρας. «Δεν πρέπει να παραβλέψουμε τον κίνδυνο αβάσιμων αλληλοκατηγοριών. Ο κάθε κατηγορούμενος εξωθείται να επιβαρύνει τους άλλους, με ανακριβή και ψευδή στοιχεία, για να αποδείξει την ουσιώδη συμβολή του στην εξάρθρωση συμμορίας και να γλιτώσει την τιμωρία. Ο κίνδυνος αναξιόπιστων μαρτυριών και παραπλανήσεως των οργάνων της πολιτείας, είναι προφανής.›

Και διατυπώνει το αξίωμα: «Ο ισχυρισμός της χρησιμότητας του μάρτυρος του στέμματος, περιμένει ακόμα την απόδειξή του›, η οποία φυσικά δεν πρόκειται να έρθει, ακριβώς διότι ο νομοθέτης αισθάνθηκε την ανάγκη με το άρθρο 211Α της Ποινικής μας Δικονομίας, να πει ότι, η κατάθεση συγκατηγορουμένου δεν αρκεί μόνη να αποδείξει την ενοχή άλλων συγκατηγορουμένων.

Και στη σελίδα 264 του ιδίου περιοδικού που δημοσιεύεται η μελέτη, συνεχίζει ο κ. καθηγητής: «Στα ποινικά δικαστήρια ανατίθεται ο ελάχιστα αξιοπρεπής ρόλος, να δελεάζουν εγκληματίες – καταδότες, και να τους κρίνουν σύμφωνα με την αστυνομική τους αποδοτικότητα. Η εισβολή όμως της αστυνομικής σκοπιμότητας στο ποινικό μας δίκαιο, οξειδώνει τις βάσεις του φιλελευθέρου κράτους δικαίου και απειλεί να μετατρέψει την δικαιοσύνη σε όργανο της αστυνομίας.›

Νομίζω ότι αυτές οι σοφές επισημάνσεις, διακεκριμένου καθηγητού μας κ. Αναγνωστόπουλου πρέπει να οδηγήσουν το Δικαστήριόν σας, στον δια γνώση εάν και κατά πόσον νομιμοποιείται στην συγκεκριμένη περίπτωση να στηρίξει την περί ενοχής κρίσιν στις ομολογίες συγκατηγορουμένων. Υπεστηρίχθη από της έδρας, ο αξιότιμος κ. Τακτικός Εισαγγελεύς. Ότι το άρθρον 211Α έχει πλέον σιωπηρώς καταργηθεί από το νόμο 2928.

Κοιτάξτε πρόκειται περί μιας τολμηρής απόψεως, η οποία μου θυμίζει το ανέκδοτον του αειμνήστου καθηγητού μας Γεωργίου Ράμμου πιστεύω και υμείς κ. Δικασταί να τον είχατε νομοδιδάσκαλο, τον αείμνηστο. Έλεγε λοιπόν ο αείμνηστος Γεώργιος Ράμμος, «προσέξτε με την ίδια νομική επιχειρηματολογία, μπορούμε να πούμε ότι τώρα είναι και μεσημέρι και μεσάνυχτα. Με την διαφορά όμως, μη το λέμε αυτό στο κόσμο, γιατί θα μας δείρουν.›

Εάν λοιπόν ακολουθήσομε την πολύ εύστοχη παρατήρηση του αειμνήστου Ράμμου, θα μπορούσαμε να πούμε διαφορετικά πράγματα απ’ αυτά που λέγει το άρθρο 211Α και ίσως, εις αυτό το εγχείρημα, προσχώρησε ο αξιότιμος κ. Εισαγγελεύς, λέγοντας ότι καταργήθηκε το 211Α δια της διατάξεως του νομοθετήματος 2928, δια του οποίου δόθηκαν κίνητρα προς κατάδοσιν και ότι οι καταδίδοντες πρέπει πλέον να θεωρηθούν αξιόπιστοι και δεν πρέπει να εφαρμοστεί επί των καταθέσεων των καταδιδόντων, να εφαρμοστεί η διάταξη του άρθρου 211.

Προσέξτε κ. Δικασταί. Το άρθρο 211 είπε ότι δεν επιτρέπεται μόνη η κατάθεση συγκατηγορουμένου να οδηγήσει το Δικαστήριό σας σε ενοχή, για τα συνήθη αδικήματα. Τι θα έλεγε ο νομοθέτης του 211 εάν είχε υπόψη του, τα παρεχόμενα κίνητρα από το νόμο 2928; Θα σας έλεγε, όχι ότι δεν δύναται να στηριχθεί μόνο στη κατάθεση συγκατηγορουμένου κρίσις περί ενοχής, άλλου κατηγορουμένου, αλλά θα σας έλεγε ότι αυτή πρέπει να την διαγράψετε από το αποδεικτικό σας υλικό, να την καταδικάσετε, να την στιγματίσετε και να μην την λάβετε καθόλου υπόψη σας. Κατά μείζονα λόγο δηλαδή, μια κατάθεση συγκατηγορουμένου η οποία έχει κίνητρο, τα ευεργετήματα που δίδει ο νόμος, αντιλαμβάνεστε ότι δεν είναι δυνατόν σε καμία περίπτωση επ’ αυτής της απόψεως να στηρίξετε οποιαδήποτε άλλη κρίσιν και να την λάβετε υπόψιν σας.

Υπεστηρίχθη βεβαίως από της πλευράς της Εισαγγελικής αρχής ότι κοιτάξτε, η διατύπωση του νόμου μιλάει για κατάθεση ετέρου συγκατηγορουμένου και δεν μιλάει για καταθέσεις άλλων συγκατηγορουμένων. Δηλαδή χρησιμοποιεί ενικόν και όχι πληθυντικόν αριθμόν. Ε, όχι κ. Εισαγγελεύ, επιτρέψτε εις τον έχοντα την τιμή να ομιλεί, να σας παρατηρήσει ότι αυτό δεν αποτελεί επιχειρηματολογίαν άξιαν σεβασμού, δεν είναι δυνατόν δηλαδή να λέμε ότι επειδή έχουμε μιαν ομαδικήν δίκην πλειόνων κατηγορουμένων, μπορούμε, εάν στην αναξιόπιστη κατάθεση ενός εξ αυτών προστεθεί ετέρα αναξιόπιστη, δηλαδή εάν εξετάζοντας μια – μια τις ομολογίες αυτές, διαπιστώσομε ότι αυτές οι καταθέσεις είναι, η κάθε μια χωριστά αναξιόπιστη, το άθροισμά τους δεν τις προάγει εις αξιόπιστες.

Αυτά είναι πράγματα τα οποία η κοινή λογική τα αποδοκιμάζει. Δεν μπορούμε να πούμε σε καμία περίπτωση, ότι εκείνο που θεωρεί αναξιόπιστον ο νομοθέτης, τον θεωρεί, είτε είναι μόνος του, είτε έχει και άλλη αναξιόπιστη παρέα.

Τι συμβαίνει εις την συγκεκριμένη περίπτωση. Τα κίνητρα που εδόθησαν από τον νομοθέτη, θυμίζουν, ελέχθη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κ. Πρόεδρε, τον σοφό νόμο του Τρικούπη τον Τ.Ο.Δ. περί καταδιώξεως της ληστείας. Και τότε η έννομη τάξη, είχε να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της ληστείας.

Και επειδή οι αστυνομικές αρχές της εποχής εκείνης, η ηρωική μας χωροφυλακή, δεν είχε ούτε τα μέσα, ούτε τον αριθμό των στελεχών, ο Τρικούπης έκανε την εξής πολύ σοφή σκέψη. Είπε με τον νόμο Τ.Ο.Δ. Δεν έχω άλλη λύση, θα προσλάβω ως στελέχη της χωροφυλακής, τους μισούς ληστές και θα τους πω, προσλαμβάνεστε χωρίς τις διατυπώσεις του νόμου του Πεπονή, με μόνο προσόν, εάν μου συλλάβετε έναν άλλο λήσταρχο και μου τον φέρετε, είστε ευυπόληπτοι πολίτες και δεν παραπέμπεστε καν σε δίκη.

Και προχώρησε ακόμα πιο πέρα και είπε, εάν κατά την εκτέλεση του εντάλματός σας, περί συλλήψεως του άλλου ληστάρχου σας φέρει αντιρρήσεις και χρειαστεί να τον σκοτώσετε, το ίδιο πράγμα είναι, φέρτε μου το κεφάλι πάλι γλιτώνετε.

Αλλά αυτά όπως αντιλαμβάνεστε, ενάμιση αιώνα μετά τον Τρικούπη, δεν είναι δυνατόν να επιδοκιμάζονται από την έννομη τάξη, παρά το γεγονός κ. Εισαγγελεύ, ότι με τον ποινικό μας κώδικα, στις μεταβατικές του διατάξεις, ο νόμος Τ.Ο.Δ. διατηρείται εν ισχύ. Έχω την αίσθηση λοιπόν ότι με τα σημερινά δεδομένα, με το άρθρο 211Α, είναι αδύνατον το Δικαστήριό σας να χρησιμοποιήσει ως αποδεικτικόν μέσον, τις ομολογίες των συγκατηγορουμένων, οιουδήποτε κατηγορουμένου.

Βεβαίως η απόφασή σας αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι πιστεύω ότι η θεωρία των δικονομικών αποδεικτικών απαγορεύσεων, είναι ένα κεφάλαιον της ποινικής μας δικονομίας, το οποίο χρειάζεται και την νομολογιακή επεξεργασία. Και η απόφασή σας επί του θέματος αυτού, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον απ’ όλους τους νομικούς της χώρας, για να δούμε ποια είναι κατά την κρίση του Δικαστηρίου σας, η νομοθετική βούληση, όπως έχει διατυπωθεί εις το άρθρον 211Α, και όπως έχει διατυπωθεί κατά τις συζητήσεις στην Βουλή επί της ψηφίσεως του άρθρου 211 για το οποίον έγινε λόγος από την συνάδελφον της οποίας όπως σας είπα είναι ασκούμενος, από την κα Σταμούλη. Σας έγινε μια πλήρης αναφορά, στα όσα ελέχθησαν στην Βουλή από τον καθηγητή Κωνσταντινίδη κατά την ψήφιση της διατάξεως αυτής και τους άλλους ομιλητές.

Και δεν ήταν μόνο ο Κωνσταντινίδης και ο αείμνηστος Γιαννόπουλος, ήταν πάρα πολλοί εκείνοι οι οποίοι προσέθεσαν επιχειρήματα πολύ σοβαρά, περί της ορθότητος της διατάξεως. Δεν θα αναφερθώ εις την εισηγητική έκθεση μόνον, αλλά τα όσα ελέχθησαν στη Βουλή από τα πρακτικά εάν ανατρέξετε σε αυτά για να ερμηνεύσετε τη διάταξη, θα δείτε ότι δεν επιτρέπεται να λαμβάνονται υπόψιν, αν δεν έχετε άλλες αποδείξει. Αποδείξεις, όχι ενδείξεις.

Το Δικαστήριό σας χρειάζεται πλήρεις αποδείξεις και ακροβατικός συλλογισμός ο οποίος πάει να συνδυάσει ενδεχομένως τις καταθέσεις συγκατηγορουμένων με το γεγονός ότι αναγράφεται εις το τετράδιον που λέει τα έξοδα για οτιδήποτε άλλες ανάγκες είχε η Οργάνωση με τα αρχικά γράμματα ορισμένοι οι οποίοι προσωποποιούνται, εξατομικεύονται από καταθέσεις συγκατηγορουμένων, ανακυκλώνουμε την αποδεικτική απαγόρευση.

Εάν δηλαδή ένας των συγκατηγορουμένων πει ότι προ 15 ετών στη δολοφονία του αειμνήστου Μπακογιάννη ήταν και ο Τάκης ή ο Μανόλης ή ο Πέτρος και Τάκης, Μανόλης ή Πέτρος είναι ο Σταμούλης, αν αυτό το λέει συγκατηγορούμενος, αντιλαμβάνεσθε ότι ανακυκλώνομε την απαγορευμένη λήψη υπόψη απολογιών συγκατηγορουμένων. Έχουμε άλλο αποδεικτικό μέσο; Ποιο είναι το άλλο αποδεικτικό μέσο;

Όλως επικουρικώς θα ήταν δυνατόν εάν δεν είχαμε και τα κίνητρα του νόμου, να ληφθεί υπόψη και η ομολογία ενός συγκατηγορουμένου και, προσέξτε, μια ομολογία με συνέπεια τη θεωρεί αναξιόπιστη ο νόμος, πόσο μάλλον όταν έχουμε ομολογίες οι οποίες στο ακροατήριό σας ανεκλήθησαν ως αναληθείς και εφόσον αποδεικνύεται η αναλήθειά τους, αντιλαμβάνεστε ότι ακόμα και στην πολιτική δίκη που θεωρεί ότι η ομολογία αποτελεί πλήρη απόδειξη, δεν λαμβάνεται πλέον υπόψη.

Για να κλείσω το κεφάλαιο του άρθρου 211α θα πρέπει να τονίσω στο Δικαστήριό σας ότι εξαρχής ελέχθη στη συγκεκριμένη υπόθεση ότι αυτή η Δίκη θα είναι μία Δίκη απολογιών, θα είναι δηλαδή μία Δίκη με αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δεν επιτρέπεται να ληφθούν υπόψη. Θα μου πείτε, τί πρέπει να κάνουμε εδώ; Τελικά όλη αυτή η ιστορία της 17Ν, των 19 κατηγορουμένων που ήχθησαν ενώπιόν μας είναι πομφόλυξ;

Κύριοι Δικασταί προσέξτε, πιστεύω ότι το Δικαστήριό σας έχει καταλήξει στη διάγνωση, σε μια σκέψη ότι υπάρχει ένας αριθμός κατηγορουμένων οι οποίοι ευθαρσώς σας λέγουν «μάλιστα κύριοι› και το λένε αυτό αυτοενοχοποιούμενοι και βεβαίως με μία πλήρη συναίσθηση, διότι στο ακροατήριο δύσκολα αυτοενοχοποιείται κάποιος, παρά το γεγονός ότι έχουμε προηγούμενα ηχηρά που αποδεικνύουν ότι υπήρξαν δικαστικές πλάνες συνεπεία της τάσεως προς αυτοενοχοποίηση, αλλά υπάρχει εδώ στη συγκεκριμένη περίπτωση μία ομάδα κατηγορουμένων των οποίων εγώ οφείλω να επαινέσω αυτή την στάση του εκ του κατηγορουμένων κ. Κουφοντίνα, ο οποίος κατά τρόπον παλικαρίσιο, ενεφανίσθη εις την Αντιτρομοκρατικήν Υπηρεσία και είπε τα όσα είπε.

Υπάρχει μία άλλη κατηγορία που ομολογεί ακριβώς για να επιτύχει την απονομή των κινήτρων και υπάρχει και μία κατηγορία κατηγορουμένων οι οποίοι σας λένε «για όνομα του Θεού, εγώ βρέθηκα αδίκως εδώ μέσα›. Πιστεύω σε αυτή την τρίτη κατηγορία εμπίπτουν οι τρεις κατηγορούμενοι τους οποίους έχω την τιμή να υπερασπίζομαι, δηλαδή ο Παύλος Σερίφης, ο Ηρακλής Κωστάρης και ο Κων/νος Καρατσώλης, περί των οποίων, μετά το διάλειμμα κ. Πρόεδρε θα μου επιτρέψετε να απασχολήσω δι’ ολίγον το Δικαστήριόν σας εν σχέσει με το τί αποδεικνύεται για τον καθέναν εξ αυτών.

Πριν φθάσω σε αυτό το σημείο, θα ήθελα εκμεταλλευόμενος τον λίγο χρόνο που μας υπολείπεται μέχρι της ώρας της διακοπής, να τονίσω εις το Δικαστήριό σας ότι πλανάται ενδεχομένως στις σκέψεις σας μία απορία: Για ποιον τάχα λόγο η Αντιτρομοκρατική υπηρεσία υπεβλήθη σε τόσους κόπους και δαπάνες να πάρει ελικόπτερο από την Αθήνα για να πάει στην παραλία της Πάργας να συλλάβει τον έναν, να πάει στο Μόρφι να συλλάβει τον άλλον –εκ των Θεσπρωτών μιλώ πάντα. Τί ήταν εκείνο που την ώθησε;

Βεβαίως δεν είναι υποχρέωση της Υπερασπίσεως όπως πολύ σωστά κατ’ επανάληψιν έχετε τονίσει κ. Πρόεδρε, δεν είναι υποχρέωση της Υπερασπίσεως να αποδείξει την αθωότητα των εντολέων της. Είναι υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής να φέρει τις αποδείξεις. Αλλά επειδή πρέπει και οι εντυπώσεις να διασκεδάζονται, διότι εντύπωση είναι το γεγονός ότι με αυτή την πολυτέλεια οδηγήθηκε ο Καρατσώλης από την παραλία της Πάργας στην Αντιτρομοκρατική. Τί ήταν εκείνο που την υπέβαλλε σε τέτοιους κόπους και δαπάνες του ελληνικού Δημοσίου για τη μετακίνηση ενός ελικοπτέρου με μία ομάδα αστυνομικών να πάνε να συλλάβουν τον μεγάλο κακούργο για να τον φέρουν στην Ασφάλεια;

Θα μου επιτρέψετε και σε αυτό το σημείο να σας δώσω την εξήγηση. Είναι ένα ερώτημα το οποίο έθεσα και εγώ στον εαυτό μου και πιστεύω ότι με την εξήγηση που θα σας δώσω εν σχέση με την εκ μέρους της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας αναζήτηση των τριών Θεσπρωτών, συμπατριωτών, συγγενών και στενά συνδεδεμένων με τον τελευταίο των κατηγορουμένων, τον κ. Γιάννη Σερίφη, θα έχω την τιμή να σας δώσω πιστεύω μία πειστική εξήγηση για ποιο λόγο τάχατες ενοχοποιήθηκαν τρεις άνθρωποι οι οποίοι αποδεδειγμένα δεν έχουν καμία σχέση με τη δράση την αξιόποινη της 17Ν και αυτό επιτρέψατέ μου να έχω την τιμή να σας το αναπτύξω αμέσως μετά την επανάληψη της διαδικασίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο σημείο αυτό διακόπτουμε για μισή ώρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Κύριε Σταμούλη, έχετε το λόγο.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Κύριοι Δικασταί, νομίζω ότι δεν δικαιούμαι να μακρηγορήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το ξέρω αλλά εσείς ξέρετε καλύτερα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Διότι ουκ εν τω πολλώ το ευ.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τα λέτε ωραία πάντως.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ευχαριστώ για την φιλοφρόνηση κ. Εισαγγελεύ.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αλήθεια το λέω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Θα ήθελα να εκφράσω ειλικρινώς τις ευχαριστίες μου διότι ο αξιότιμος κ. Εισαγγελεύς επειδή σκέφτεται φωναχτά δίδει την δυνατότητα εις την υπεράσπιση να τοποθετήσει τα πράγματα στην ορθή κατά την κρίση της νομική τους βάση. Επιτρέψτε μου γιατί παρέλειψα κάτι ιδιαίτερα σημαντικό κατά την ανάγνωση αυτού του σχολίου της «ΘΕΜΙΔΑΣ› στην απόφαση του 1920 του Κακουργιοδικείου Αθηνών.

Καταλήγει το άρθρον που δημοσιεύει η «ΘΕΜΙΣ› με την εξής περικοπή: «δια τούτου απαρχής είπομεν ότι η απόφασις αύτη του Κακουργιοδικείου Αθηνών θα απομείνει αιώνιον μαρτύριον θλιβεράς δικαστικής λιποψυχίας δια την οποίαν λέγεται ότι ηκούσθη τρίζουσα υπό οδύνης η εν τω ακροατηρίω του Αρείου Πάγου ανηρτημένη εικών του Πολυζωίδου ο οποίος μετά του ομοτίμου του Τερτσέτη εψήφισαν κατά τη δίκη του Κολοκοτρώνη ουχί τη μήνη αλλά αυτάς τας λόγχας της βαυαρικής αυθαιρεσίας›.

Κοιτάξτε, όταν έχουμε αυτές τις τοποθετήσεις ενός υπευθύνου οργάνου της νομικής θεωρίας αλλά και πράξεως όπως είναι το περιοδικό «ΘΕΜΙΣ› το οποίο οι παλαιότεροι εξ ημών νομίζω ότι είχαν ως φωτεινόν οδηγόν κατά τις σπουδές και την ενασχόλησή τους με τη νομική επιστήμη, δεν έχω την πρόθεση να εντυπωσιάσω, δεν έχω την πρόθεση να ανατρέψω παγίως δεκτά γενόμενα εν σχέση προς την έννοια του διαρκούς εγκλήματος την οποία θεωρώ ότι αποτελεί κατασκεύασμα contra lege αντίθετο προς την κοινή λογική και ίσως-ίσως θέσω ένα πρόβλημα εις το Δικαστήριό σας διότι εδώ ακριβώς κρίνεται αυτό το περιβόητο θέμα της διαρκούς αδικοπρακτικής δράσεως σαν να πούμε ότι όταν δικαιοπρακτούμε και ιδρύουμε ένα σωματείο δικαιοπρακτούμε εσαεί εφόσον υπάρχει το σωματείο.

Αυτά είναι λογικά αδιέξοδα στα οποία οδηγούμεθα διότι όπως και η δικαιοπραξία έτσι και η αδικοπραξία δεν είναι δυνατόν να αποτελούν πράξεις διαρκούσας εις το διηνεκές. Να φύγουμε όμως από αυτό το θέμα και θα ήθελα αξιότιμοι κ.κ. Δικασταί να ανατρέξω σε ένα άλλο ιδιαίτερα σημαντικό κείμενο γραμμένο το έτος 1930 από έναν διακεκριμένον πολιτικό διανοητή για τον οποίο αισθάνομαι υπερηφάνεια ότι είμαι ομοπάτριός του. Πρόκειται περί του εκ Θηβών αειμνήστου Παντελή Πουλιόπουλου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παντελή?;

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Πουλιόπουλου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νόμιζα ότι θα πείτε για τον Επαμεινώνδα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ίσως η διάνοια του Πουλιόπουλου να υπερβαίνει και αυτήν του Επαμεινώνδα και δεν είναι υπερβολή κ. Πρόεδρε. Θα εξηγήσω για ποιους λόγους χωρίς διάθεση αστειοτήτων. Πρόκειται περί ενός ανθρώπου ο οποίος εγεννήθη στις αρχές του περασμένου αιώνα. Γεννήθηκε το 1900 στη Θήβα. Σε ηλικία 24 μόλις ετών, το 1924 ήταν ο πρώτος Γενικός Γραμματεύς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος.

Εν συνεχεία διαφωνήσας προς τις σταλινικές αντιλήψεις υπήρξε ο άνθρωπος ο οποίος απετέλεσε ηγετική φυσιογνωμία της 4ης Διεθνούς. Ακολούθως στο διάστημα της ιταλογερμανικής κατοχής το έτος 1943 όταν συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές στο Νεζερό της Φθιώτιδος οδηγήθηκε ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος μαζί με άλλους 100τόσους κρατουμένους και ετέθη ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος.

Εκεί συνέβη το εξής περίεργο, σημειώστε ότι ήταν γλωσσομαθέστατος. Έτυχε να πέσει στα χέρια μου από την βιβλιοθήκη του αειμνήστου Πουλιόπουλου σε ένα βιβλιοπωλείο στο οποίο είχε εκποιηθεί η βιβλιοθήκη του από την χήρα του το «Συνταγματικό Δίκαιο του Σαρίπολου›. Πρέπει να σας πω κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικασταί ότι εάν διαβάσετε τις επί του συγγράμματος του Σαρίπολου σημειώσεις του Πουλιόπουλου θα αντιληφθείτε πόσο οξύνους και πόσο διακεκριμένος νομομαθής υπήρξε ο Πουλιόπουλος.

Όταν λοιπόν γλωσσομαθέστατος όπως ήταν οδηγήθηκε ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος των Ιταλών εκτελεστών του άρχισε να του ομιλεί εις την άπταιστον ιταλικήν με αποτέλεσμα να τους υποχρεώσει να καταθέσουν τα όπλα τους και να αρνηθούν να τον εκτελέσουν. Επενέβησαν τότε οι δύο επικεφαλής Ιταλοί αξιωματικοί με τα περίστροφά τους και τον δολοφόνησαν, τον εξετέλεσαν.

Το λέω αυτό διότι το έτος 1930 δημοσιεύθηκε μία μελέτη του Πουλιόπουλου εις το περιοδικό «ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ› της εποχής εκείνης. Τίτλος του «Θεμελιώδεις παρατηρήσεις επί του νόμου 4229 περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος›. Πρέπει να σας πω ότι το νομοθέτημα εκείνο ίσως αποτελεί τον πρόδρομον του νόμου 2928. Θα γνωρίζετε καλύτερα από μένα αξιότιμοι κ.κ. Δικασταί ότι επειδή εψηφίστηκε, ετέθη εν ισχύ ο νόμος αυτός με κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου αποτελεί ίσως το μοναδικό στίγμα στην πολιτική σταδιοδρομία του Ελευθερίου Βενιζέλου. Το περιβόητο ιδιώνυμο κατηγορήθηκε από πάρα πολλούς ως μία ενέργεια του Βενιζέλου αντίθετη προς την φιλευθέρα αντίληψή του προς την πολιτική μεγαλοσύνη του και ευλόγως επέφερε αυτόν τον ψόγο διότι δια της θεσπίσεως του νόμου 4229 επιχειρήθηκε να μην διαδοθούν νέες ιδέες με την αιτιολογίαν ότι αυτές προσέβαλαν την καθεστηκυία τάξη, την κοινωνική τάξη. Δεν εστρέφετο ο νόμος 4229 διότι όριζε όπως αναφέρεται στο άρθρο του Πουλιόπουλου ότι χαρακτηρίζεται ως αδίκημα ιδιώνυμο η επιδίωξη της εφαρμογής ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπό την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή τον προσηλυτισμό υπέρ της εφαρμογής αυτών και θεσπίζει επί τούτο ποινάς και άλλας κυρώσεις οιον διάλυση σωματείων.

Ο νόμος δηλαδή 4229 θέλησε να προστατεύσει το κρατούν κοινωνικό σύστημα. Λέει ο Πουλιόπουλος: «ο μελετών το άρθρο ουχί εις τον καθαρόν του τύπον δυσκόλως αποφεύγει την σκέψη ότι η διάταξη αύτη ρυθμίζει περίπτωση ιστορικώς και λογικώς αδύνατον. Κατά το σαφές γράμμα και πνεύμα του νόμου συναγόμενο εκ της έπ’ αυτού εκθέσεως των αρμοδίων Υπουργών και εκ των λοιπών νομιμοπαρασκευαστικών στοιχείων ούτος σκοπόν έχει αποκλειστικόν να πατάξει τους οπαδούς της Γ΄ Διεθνούς ήτοι τον Μπολσεβικισμόν πρόγραμμα του οποίου ως γνωστόν είναι η ανατροπή του υφισταμένου κοινωνικού καθεστώτος δια βιαίων μέσων›.

Αυτή η φράση παρατίθεται σε εισαγωγικά διότι είναι ακριβώς από την εισηγητική έκθεση των αρμοδίων Υπουργών εις την Βουλήν. Δια της εκθέσεως έπ’ αυτού των αρμοδίων Υπουργών. Έτσι αναφέρει και έτσι είναι πράγματι. Συνεπώς έχουμε μία προσπάθεια τότε να προστατευθεί το κρατούν κοινωνικό σύστημα, όχι οι πολιτειακοί θεσμοί. Προσέξτε, όχι οι πολιτειακοί θεσμοί δηλαδή το δημοκρατικό πολίτευμα, η Βουλή, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας διότι είχαμε Πρόεδρο Δημοκρατίας και ούτω καθεξής. Λέει ο Πουλιόπουλος: «άλλωστε το κρατούν κοινωνικό σύστημα ήτοι οι θεσμοί της ατομικής ιδιοκτησίας, η κεφαλαιϊκή αυτού μορφή, η ελευθερία, η ελευθέρα συναλλαγή κλπ ουδαμώς δύναται να θεωρηθεί το πεδίο των ποινικών κυρώσεων ως στοιχείο του πολιτειακού καθεστώτος, δηλαδή του πολιτεύματος του κράτος όπερ είναι μόνο το υπό ορισμένων θεμελιωδών θεσμών συναπαρτιζόμενων διακριτικών στοιχείων της μορφής και ιδιαίτερας διαρρυθμίσεως του κράτους ως κράτους και ουχί ως κοινωνίας›.

Εδώ λοιπόν έχουμε ένα φαινόμενο, αναφέρομαι γενικώς εις το θέμα που ρυθμίζει ο νόμος 2928, τι θέλησε ο νομοθέτης; Να προστατεύσει τι; Το κρατούν κοινωνικό σύστημα από την επαναστατική δράση ομάδων που σκοπό είχαν να ανατρέψουν το κοινωνικό σύστημα ή να πλήξει την πολιτειακή διάρθρωση της ελληνικής πολιτείας; Είναι ένα ερώτημα το οποίο ενδεχομένως κ.κ. Δικασταί πρέπει να σας απασχολήσει εις την προσπάθεια που θα καταβάλλει το Δικαστήριό σας να ερμηνεύσει κατά την εφαρμογή τις σχετικές διατάξεις του νόμου.

Τούτο διότι έχω την αίσθηση ότι ένα φαινόμενο όπως εκείνο που αποβλέπει εις την ανατροπήν ενός κοινωνικού συστήματος όπως τουλάχιστον διαφαίνεται από τα κείμενα των προκηρύξεων της 17Ν δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι βάλλει κατά της οργανωμένης δομής του πολιτεύματος.

Όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Πουλιόπουλος σε αυτό του το άρθρο πρόκειται περί ενός νόμου ο οποίος δεν δύναται να έχει εφαρμογή εν τοις πράγμασι διότι πολύ σωστά παραθέτει εδώ την περικοπή από τον Στοβαίο ο οποίος λέγει «δει τον νόμον δυνατόν εν τοις πράγμασι›. Τι σημαίνει αυτό; Ότι εάν θέλουμε να περιορίσουμε, να εμποδίσουμε ή οτιδήποτε άλλο, να ανατρέψουμε την εξέλιξη των κοινωνικών φαινομένων αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται περί ενός νόμου ο οποίος δεν είναι δυνατός εν τοις πράγμασι διότι οι κοινωνικές εξελίξεις ανεξάρτητα από τα μέσα που χρησιμοποιεί ο οιοσδήποτε ιδεολόγος είτε της συνωμοτικής δράσεως, είτε της επαναστατικής δράσεως, είτε της πολιτικής δράσεως δεν αποβλέπουν εις το να κλονίσουν τους θεσμούς του πολιτειακούς αλλά αυτό τούτο το κοινωνικό σύστημα όπως πολύ σωστά επισημαίνει στο άρθρο του ο αείμνηστος Πουλιόπουλος.

Εδώ λοιπόν έχετε μία συμπεριφορά της Οργανώσεως η οποία θέλει να πλήξει το κοινωνικό και όχι το πολιτειακό σύστημα της χώρας. Από την άποψη αυτή επιτρέψτε εις τον ομιλούντα να έχει την άποψη ότι δεν βρίσκεστε ενώπιον κοινών εγκληματιών.

Το λέγω αυτό διότι ο ιστορικός του μέλλοντος οπωσδήποτε θα έχει την ευκαιρία να ενδιατρίψει εις την απόφαση που πρόκειται να εκδώσει το Δικαστήριό σας και θα περιμένει από αυτήν την απόφαση να αντιμετωπίσει με το σκεπτικό της το φαινόμενο ως εξελίχθη από του έτους 1975 μέχρι σήμερα της Οργανώσεως 17Ν και των άλλων συναφών Οργανώσεων ως κοινωνικό κατεξοχήν φαινόμενο και όχι ως προσπάθεια παραβιάσεως συγκεκριμένων διατάξεων που προστατεύουν το πολιτειακό μας σύστημα.

Αλλά αυτή η παρέκβαση νομίζω ότι πρέπει να κλείσει και πρέπει να σας πω ότι κάτι ανάλογο είχε συμβεί και το σωτήριο έτος 1834 όταν ήχθησαν εις το εδώλιο του κατηγορουμένου ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας. Υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρων δημοσιεύμα εις την εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ› της 20ης Αυγούστου 2003, πρόσφατο. Είναι του γνωστού Προέδρου της ιστορικής και λαογραφικής εταιρείας, του διδάκτορα κ. Κωνσταντίνου Χιώλου ο οποίος παραθέτει το ιστορικόν της εν Ναυπλίω ιστορικής δίκης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Σας διαβάζω την εξής περικοπή: «η πολύκροτος εκείνη δίκη άρχισε την 7η Μαρτίου 1834 και ετελείωσε την 26η Μαίου του ιδίου έτους. Δηλαδή διήρκησε περίπου ένα τρίμηνο. Το μακρόν τούτο διάστημα της ακροαματικής διαδικασίας εδαπανήθη εις την ανάγνωση του κατηγορητηρίου, εις την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, εις την ανάγνωση διαφόρων επιστολών καταθέσεων φυλακισμένων υποτιθεμένων συνενόχων των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα και εις τας αγορεύσεις του Βασιλικού Επιτρόπου και των συνηγόρων υπερασπίσεως Κλωνάρη και Βαλσαμάκη. Ένας από τους Αντιβασιλείς, ο Μάουρερ θέλοντας να βολιδοσκοπήσει τα μέλη του Δικαστηρίου ανέθεσε το έργο αυτό εις τον Μάσον ο οποίος πολλάς ημέρας προ της δίκης καλέσας εις σύσκεψη τους Δικαστάς ηρώτησεν αυτούς αν ευρίσκουν επαρκή τα στοιχεία της κατηγορίας δια έκδοση καταδικαστικής αποφάσεως. Τότε ο Πολυζωίδης χωρίς δισταγμό απήντησε εις τον Μάσον ότι ουδείς δύναται να εκφράσει γνώμην πριν η ώρα του νόμου καλέσει αυτό›.

Η γνώμη που εξεφράσθη είναι γνωστή κ.κ. Δικασταί. Εκείνο το οποίο έχει μείνει όχι μόνο εις το νομικό κόσμο αλλά εις ολόκληρον την νεοελληνική κοινωνία είναι τα δύο ονόματα που ακούγονται του Πολυζωίδη και του Τερτσέτη, τα πορτρέτα των οποίων κοσμούν την αίθουσα της ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Αν ρωτήσετε τον οιονδήποτε ποιοι ήσαν οι τρεις που κατεδίκασαν τον Κολοκοτρώνη θα δηλωθεί άγνοια. Ίσως πρέπει για λόγους ιστορίας να τους αναφέρουμε. Επρόκειτο για τους Βούλγαρη?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να μην φτάσουμε κ. Σταμούλη και στους Περσικούς πολέμους.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Όχι ακριβώς αλλά ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή είναι η ιστορία, μας αρέσει.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αλλά η νεοελληνική μας ιστορία με ανάλογα προηγούμενα κ. Πρόεδρε δεν βλάπτει?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπαμε για τον Πουλιόπουλο. Ο κ. Ψαραδέλλης θέλει αντίγραφο λέει τώρα. Δεν το θέλει, το έχει.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Πρέπει να τα ξέρει ο κ. Ψαραδέλλης αυτά. Νομίζω ότι αντλούμε πολλά διδάγματα από ιστορικά προηγούμενα τα οποία δεν μπορούμε να πούμε ότι δικαιώνουν την πλειοψηφείσασα γνώμη εις το 5μελές εκείνο Δικαστήριο το οποίο εδίκασε τους δύο ήρωες της Επαναστάσεως τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα.

Κύριοι Δικασταί, επιτρέψτε μου τώρα να έρθω σε πεζότερα θέματα και να ασχοληθώ λίγο στις λεπτομέρειες των κατηγοριών που βαρύνουν τους εντολείς τους οποίους εκπροσωπώ. Θα αρχίσω από τον ελαφρότερον κατηγορούμενον που είναι ο κ. Παύλος Σερίφης.

Κύριοι Δικασταί, για τον Παύλο πρέπει να σας πω τα εξής δεδομένα: κατά την διάρκεια της διαδικασίας ετέθη υπόψη του Δικαστηρίου σας ένα έγγραφο το οποίο παρεκάλεσα να έρθει από το Προξενείο μας στην Στουτγάρδη και το οποίο το έθεσα υπόψη του Δικαστηρίου για να τονίσω ότι το Προξενείο εγνώρισε εις τον έχοντα την τιμή να σας ομιλεί ότι σε απάντηση ανωτέρω σχετικού, δηλαδή η επιστολή μου της 17ης Ιουλίου 2003 σε απάντηση ανωτέρου σχετικού και μετά από ενδελεχή έλεγχο των τηρουμένων αρχείων της αρχής μας σας γνωρίζουμε ότι ο εν θέματι Έλληνας υπήκοος θεώρησε το υπ’ αριθμ. Μ 732626 διαβατήριό του στις 3/8/73 για ένα έτος και στις 29/7/74 για δύο έτη.

Αυτό πρέπει να το συνδυάσω με ένα έγγραφο του Στρατολογικού Γραφείου το οποίο επίσης έθεσα υπόψη σας και εκ του οποίου προκύπτει ότι ο Σερίφης το ΄76 τον Αύγουστο όταν με βάση την θεώρηση του διαβατηρίου του που ίσχυε μέχρι 29/7/74 επανήλθε στην Ελλάδα το ΄76 Ιούλιο με Αύγουστο για να καταταγεί στις Ένοπλες Δυνάμεις και να κάνει την θητεία του τον Σεπτέμβριο του ΄76.

Όταν οδηγήθηκε στην κα Μπούρη ο Παύλος Σερίφης φέρεται να ομολογεί ότι τον Δεκέμβριο του ’75, καθ’ ον χρόνο δηλαδή ευρίσκετο εις την Γερμανία, εις τη Στουτγάρδη, ήταν παρών, μετείχε στη δολοφονία του Γουέλς μαζί με άλλους συγκατηγορουμένους του.

Διερωτώμαι: Είναι δυνατόν το Δικαστήριό σας όταν υπάρχει αυτό το αδιάσειστο στοιχείο που πιστοποιεί ότι το έτος 1975, τον Δεκέμβριο, ο κατηγορούμενος Παύλος Σερίφης ευρίσκετο εις την δυτική Γερμανία μετανάστης, να του πούμε ότι ευρίσκετο και στην Ελλάδα για να δολοφονήσει τον Γουέλς και για να αποτελέσει ιδρυτικό μέλος της 17Ν; Και γιατί οδηγείται σε αυτή την ομολογία ενώπιον της κας Μπούρη;

Οδηγείται για έναν απλούστατο λόγο κ.κ. Δικασταί: Πρέπει πάση θυσία να προκύψουν ενδείξεις ενοχής διά της καταθέσεως του Παύλου Σερίφη εις βάρος του συγγενούς του Ιωάννου Σερίφη. Τί συμβαίνει με τον Ιωάννη Σερίφη; Πιστεύω ότι το Δικαστήριό σας το έχει αντιληφθεί και θα μου επιτραπεί, με την άδεια του κ. Σερίφη και των υπερασπιστών του να ισχυριστώ ορισμένα πράγματα ενώπιον του Δικαστηρίου σας για το τί ανεξόφλητους λογαριασμούς είχε ο Γιάννης Σερίφης με τις διωκτικές αρχές και έπρεπε οπωσδήποτε κάποτε να γίνει η εξόφληση διά της ασκήσεως διώξεως εναντίον του ως ιδρυτικού μέλους της 17Ν.

Ποιος; Ο κ. Σερίφης, ένας αρκετά δραστήριος και αν θέλετε και θορυβώδης συνδικαλιστής εκ πεποιθήσεως ένας άνθρωπος που αποτελεί ανοικτό βιβλίο για όλη την ελληνική κοινωνία, με τους απόλυτα γνωστούς κανόνες του. Είναι ένα ανοικτό βιβλίο το οποίο όλοι μπορούσαν να το διαβάσουν για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι βρίσκονται ενώπιον ενός συνεπούς συνδικαλιστικού στελέχους στο χώρο της δουλειάς του, ο οποίος ποτέ δεν έδρασε στο σκότος της συνωμοσίας και της παρανομίας, ακριβώς διότι δεν πίστευε σε αυτή τη δράση.

Το ότι υπήρξε σημαιοφόρος συνδικαλιστικών αγώνων και το ότι οι διωκτικές αρχές τον θεώρησαν υπαίτιο μιας ανθρωποκτονίας και τον ενέκτισαν στις φυλακές επί 18μηνο για να απαλλαγεί εν συνεχεία πανηγυρικώς από το Δικαστήριο στο οποίο παρεπέμφθη, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό δημιούργησε μία ανεξόφλητη υποχρέωσή του προς τις διωκτικές αρχές, οι οποίες έπρεπε έστω και με καθυστέρηση 25 ετών, δεν ξέρω πότε έγινε αυτή η περιπέτειά του, 20-25 ετών, να τον ενοχοποιήσουν στην προκειμένη υπόθεση και αυτό να το επιτύχουν διά της μη δυναμένης να ληφθεί υπόψη κατά το άρθρο 211α της Δικονομίας καταθέσεως του κ. Παύλου Σερίφη ενώπιον της Ανακρίτριας κας Μπούρη.

Θα έρθω λίγο στο θέμα των συνθηκών υπό τις οποίες απελογήθη ο Παύλος Σερίφης. Όπως σας είπα προηγουμένως στην ενώπιον της Αστυνομικής Αρχής δοθείσαν απολογίαν του δεν ομολόγησε τίποτε ούτε κατέθεσε τίποτε επιβαρυντικόν είτε διά τον εαυτόν του είτε δι’ άλλον τινά. Προσάγεται ενώπιον του κ. Εισαγγελέως και εν συνεχεία ενώπιον της Ανακρίτριας κας Μπούρη.

Ενώπιον του κ. Εισαγγελέως αρνείται την ενοχή του, εμφανίζεται στην κα Μπούρη και ζητά προθεσμία για να απολογηθεί, η οποία και του χορηγείται. Η ημέρα κατά την οποία προσήχθη ήταν η Δευτέρα και λαμβάνει μία προθεσμία για να απολογηθεί ημέρα Παρασκευή στις 26/7. Προσάγεται στην Ανακρίτρια κα Μπούρη το μεσονύκτιον της Πέμπτης, 25ης του μηνός, όταν στις 23 του μηνός έχει συνέλθει η Ολομέλειά σας κ.κ Δικασταί και έχει αποφασίσει να φύγει η δικογραφία από την κα Μπούρη για να παραδοθεί εις τον ορισθέντα ειδικόν Εφέτη Ανακριτή κ. Ζερβομπεάκο.

Τί σημαίνουν όλα αυτά; Γιατί οδηγείται τις μεταμεσονύκτιες ώρες της Πέμπτης προς Παρασκευή; Γιατί οδηγείται εσπευσμένως τις μεταμεσονύκτιες ώρες; Διότι εκεί πλέον έχει πεισθεί από τα αστυνομικά όργανα ότι έχει κάθε συμφέρον να πει τα όσα ακολούθως κατετέθησαν υπ’ αυτού ενώπιον της κας Μπούρη για να επιτύχει τα περιβόητα ευεργετήματα τα οποία προσφέρει ο αντιτρομοκρατικός νόμος.

Προσάγεται ενώπιον της κας Μπούρη, κινητοποιείται όλος ο μηχανισμός της Αντιτρομοκρατικής για να τον μεταφέρει εν συνοδεία στην κα Μπούρη για να παρίστανται οι αστυνομικοί εντός του ανακριτικού γραφείου, για να κληθεί η κα Μπούρη τις μεταμεσονύκτιες ώρες και η Γραμματεύς επίσης και ο Εισαγγελεύς επίσης, προκειμένου τί; Να επιτύχουν κατάθεση του Παύλου Σερίφη. Ενοχοποιούσαν ποιον; Τον Ιωάννη Σερίφη.

Αυτή είναι η πραγματικότης. Αυτά είναι το γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα. Όταν πλέον η δικογραφία διεβιβάσθη εις τον κ. Ζερβομπεάκο, και εκλήθη ο Παύλος Σερίφης και οι άλλοι συγκατηγορούμενοί του, ετέθη ευθέως ένα θέμα: ότι, η όλη διαδικασία που έλαβε χώρα μέχρι της ώρας εκείνης έπασχε από ακυρότητες, ότι τα εντάλματα προσωρινής κρατήσεως που είχαν εκδοθεί από την κα Μπούρη, δεν έπρεπε να έχουν εκδοθεί διότι η κα Μπούρη κατά την ημέρα που εξέδωσε το συγκεκριμένο ένταλμα, δηλαδή τις πρωινές ώρες της Παρασκευής 26/7 είχε πάψει να έχει οιανδήποτε αρμοδιότητα ανακριτού.

Συνεπώς το υπ’ αυτής εκδοθέν ένταλμα έπρεπε να θεωρηθεί ότι εξεδόθη παρ’ αναρμοδίου προσώπου και ο Παύλος Σερίφης να αφεθεί ελεύθερος. Είπαμε στον κ. Ζερβομπεάκο ότι επειδή έχουμε αυτή την ένσταση της ακυρότητος της μέχρι τούδε διαδικασίας, παρακαλούμε να κριθεί η διαφωνία μας, και αφού κριθεί από το αρμόδιο Συμβούλιο Εφετών, τότε παρακαλούμε να κληθούμε να απολογηθούμε.

Η υπόθεση, πριν αχθεί εις το Συμβούλιο Εφετών για να κρίνει επί της διαφωνίας μας, επεραιώθη, εκλήθημεν να λάβομεν γνώσιν του πέρατος της ανακρίσεως και έτσι ήλθαμε ενώπιον σας, αναπολόγητοι ενώπιον του κ. Εφέτη Ανακριτού, από πλευράς διαδικασίας. Και διερωτώμαι: Αυτή η μεταχείριση την οποία μας επεφύλαξε η κα Μπούρη, όχι βέβαια εξ ιδίας πρωτοβουλίας, για να απονέμομε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Εδώ τα όσα έγιναν από την κα Μπούρη θυμίζουν αυτά που έγιναν στη δίκη του Κολοκοτρώνη.

Εκεί επιέζοντο Πολυζωίδης και Τερτσέτης να ανέβουν στην Έδρα για να απαγγελθεί η απόφαση και ήχθησαν από τους χωροφύλακες τότε για να καθίσουν στα έδρανά τους. Αυτά γράφονται και λέγονται από τον Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη και μένουν πλέον ως ιστορικά δρώμενα απολύτως καταξιωμένα στην κοινή μας γνώμη. Εδώ ερωτάται: Είναι δυνατόν ποτέ να αγόμεθα κατά τέτοιον τρόπον, αναπολόγητοι ενώπιόν σας και βεβαίως να παρατηρεί ο αξότιμος κ. Εισαγγελεύς «γιατί περί όλων αυτών δεν φροντίσατε να υποβάλλετε κάποιες μηνύσεις;›

Κύριε Εισαγγελεύ, εγώ πρέπει να σας τονίσω ορισμένα πράγματα εν σχέση με την υπερασπιστική τακτική την οποίαν ακολουθεί κάθε συνήγορος κάθε κατηγορουμένου. Δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση να διατυπώσω ψόγον εναντίον της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας. Δε λέω ότι είναι αθώες περιστερές, αλλά δυστυχώς εναρμονίζονται στις τάσεις και στις αντιλήψεις και τις νοοτροπίες του συστήματος.

Ένα σύστημα το οποίο οδηγεί προανακριτικούς υπαλλήλους, όπως είναι η αστυνομία, στο να αυθαιρετούν, στο να παρανομούν και δυστυχώς να οδηγούν και να σύρουν στην παρανομία και Δικαστικούς λειτουργούς όπως η κα Μπούρη. Διότι μη μου πείτε ότι η κα Μπούρη αγνοούσε από την Τρίτη το πρωί που συνήλθε η συνέλευση της Ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, αγνοούσε ότι είχε καταργηθεί από Ανακριτής.

Μη μου πείτε ότι από την Τρίτη μέχρι το πρωί της Παρασκευής που εξέδωσε το ένταλμα προσωρινής κρατήσεως κατά του Παύλου Σερίφη, δεν συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να το κάνει αυτό. Και παρά ταύτα το έκανε. Τί φταίει εκεί; Φταίει ακριβώς αυτή η νοοτροπία, αυτό το κλίμα που επικρατούσε τότε κατά την εύστοχη παρατήρηση του κατηγορουμένου Θωμά Σερίφη ο οποίος θέλησε να σας αναγάγει στο κλίμα αυτής της εποχής, στο αμόκ που είχε καταλάβει τους πάντες και που δοκιμάστηκαν κατά τρόπο οδυνηρό θεσμικές κατακτήσεις του νομικού μας πολιτισμού.