Πολιτική
Πέμπτη, 06 Νοεμβρίου 2003 21:05

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (06/11/2003) Μέρος 5/6

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Η κα Βαγιανού έχει το λόγο.

Δ. ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Κύριοι Δικαστές, θα προσπαθήσω να μην σας κουράσω αλλά από την άλλη πλευρά πιστεύω ότι ειδικά στην περίπτωση της κας Σωτηροπούλου που είναι μια οριακή περίπτωση από άποψη υλικού, συντεταγμένων κλπ πρέπει να δοθεί κάποια έμφαση ιδιαίτερη σε ορισμένα σημεία αποδεικτικής κυρίως φύσης αλλά και εννοιολογικής.

Από αυτή την άποψη θα ήθελα να σας πω πρώτα απ’ όλα ότι η απόφαση που εν τέλει θα βγάλετε για την Αγγελική Σωτηροπούλου θα είναι ένα κρίσιμο τεστ για θεμελιακά ζητήματα της έννομης τάξης εννοώ γιατί από αυτή σας την προσέγγιση και την τελική απόφασή σας θα κριθεί το αν πιστεύω η Ελληνική Δικαιοσύνη συνειδητά επιμένει να διατηρηθεί έναν ιδεολογικό προσανατολισμό που συνδέεται άμεσα με τις συνολικότερες εγγυήσεις της αρχής του Δικαίου.

Για παράδειγμα στην περίπτωσή της με την αρχή nullum crinem nulla poena sine culpa, αυτό νομίζω είναι το ζήτημα που κρίνεται για την Αγγελική Σωτηροπούλου ή κ. Πρόεδρε και μην θυμώσετε γι’ αυτό υποχωρώντας στους ανέμους των καιρών γιατί φυσούν πολύ δυνατοί άνεμοι παγκόσμια θα αρχίσει σιγά-σιγά να προωθείται και από εμάς ένα νέο πρότυπο που όλο και με πιο με προσεγγίσεις συλλογικού περιεχόμενου όλο και πιο πολύ προσανατολίζεται να συνδέει τη λειτουργία του Ποινικού Δικαίου, όχι με την καταπολέμηση του συγκεκριμένου εγκλήματος και τον δράστη του αλλά με την καταπολέμηση σε παγκόσμια κλίμακα πολιτικών, κοινωνικών ακόμα και πολιτιστικών αποκλίσεων οι οποίες αντιμετωπίζονται από το παγκοσμιοποιημένο πια σύστημα είτε σαν ο απόλυτος εχθρός, είτε σαν σοβαρές και φοβερές απειλές και εξαπολύονται νομίζω. Δεν χρειάζεται να σας το πω εγώ, το βλέπουμε όλοι εξαπολύονται αυτή την περίοδο, σταυροφορίες για την πάταξη του απόλυτου κακού, του απόλυτου εχθρού, προωθούνται αμείλικτα κατασταλτικά μέτρα, αμείλικτα και επιμένω, δεν το λέω φιλολογικά.

Προωθούνται αμείλικτα κατασταλτικά μέτρα και ανακλαστικά αντίποινα στυλ πολέμων, επιθέσεων, επεμβάσεων κλπ. Βέβαια θα πείτε «μα η περίπτωση της Αγγελικής Σωτηροπούλου εντάσσεται σε αυτά τα μεγάλα ζητήματα;›. Πιστεύω ότι ναι γιατί κρίνοντας τέτοιες οριακές περιπτώσεις σε ένα κλίμα πολιτικά φορτισμένο και με εντάσεις πολλών δεκαετιών, κρίνοντας τέτοια ζητήματα κρίνεται τελικά το θέμα του ιδεολογικού προσανατολισμού του Δικαίου.

Υποχωρεί στις απαιτήσεις της καταστολής όπως λέγεται παγκόσμια ή εμμένει σε αυτές τις αρχές πιστεύοντας ότι αυτά τα αμείλικτα κατασταλτικά μέτρα μονάχα φαύλους κύκλους συντηρούν και τίποτε άλλο. Με αυτή την έννοια λοιπόν σας καλώ να ακούσετε προσεκτικά αυτά που θέλω να σας πω.

Η Αγγελική Σωτηροπούλου είναι η γυναίκα ενός ανθρώπου που ανέλαβε να στηρίξει πολιτικά σε αυτή τη Δίκη την 17Ν, ανέλαβε το ρόλο της υπεράσπισης αυτής της Οργάνωσης, είναι ένας άνθρωπος που από αυτό και μόνο το ρόλο, αν όχι από τίποτε άλλο αναδείχθηκε ο πρωταγωνιστής αυτής της Δίκης.

Είναι σύντροφός του για 13-14 χρόνια και απ’ ότι καταλάβαμε όλοι υπάρχει από τη μεριά της και από τη μεριά του εκτίμηση, σεβασμός, βαθιά αγάπη, είναι ένα ζευγάρι δηλαδή που είναι δεμένο, αλληλοεκτιμιέται και αγαπιέται. Η Αγγελική Σωτηροπούλου εκτός από σύντροφος για όλα αυτά τα χρόνια του Δημήτρη Κουφοντίνα υπήρξε κάνοντας ένα νεανικό γάμο για λίγα χρόνια σύζυγος του Σάββα Ξηρού.

Αυτός ο γάμος έληξε όπως η ίδια περιέγραψε γρήγορα, συναινετικά και εντελώς φιλικά αλλά υπήρξε και σύζυγος του Σάββα Ξηρού. Όταν λοιπόν πριν ένα χρόνο μπήκαμε σε αυτήν την περίοδο της εξάρθρωσης της 17Ν η Αγγελική Σωτηροπούλου εκπροσωπούσε ήδη τα δυο αυτά πράγματα όταν βγήκε στο προσκήνιο αναγκαστικά. Τα εκπροσωπούσε, καλώς ή κακώς τα εκπροσωπούσε.

Κάτι άλλο ακόμα ιδιαίτερο, θα το θυμάστε. Όταν ακόμα οι άλλοι κατηγορούμενοι ήταν έτσι φευγαλέες σκιές με άσπρα γιλέκα και ο κ. Κουφοντίνας δεν είχε ακόμα παραδοθεί η Αγγελική Σωτηροπούλου είχε βγει ήδη, την είχαν βγάλει μάλλον αναγκαστικά στη δημοσιότητα και στο φως.

Νομίζω ότι την περίοδο εκείνη, γι’ αυτό αναφέρομαι, τα έχουμε πει αρκετές φορές αλλά νομίζω ότι είναι ένα κομβικό σημείο στην περίπτωσή της, νομίζω ότι την περίοδο εκείνη άνοιξε ο δρόμος για την ενοχοποίησή της. Ήταν μια περίοδος με φοβερή ένταση, δικαιολογημένη ως ένα βαθμό, εξαρθρωνόταν μια Οργάνωση ένοπλης πολιτικής βίας η οποία είχε ταλαιπωρήσει τους μηχανισμούς για 30 χρόνια, τους κυρίαρχους μηχανισμούς.

Ήταν λοιπόν μια περίοδος έντασης και αυτή η ένταση, αυτές οι αντιπαλότητες που πολύ γρήγορα δημιούργησε, τα ζητήματα που έβαλε στο προσκήνιο γύρευαν πρόσωπο κ.κ. Δικαστές. Έπρεπε να ανθρωπομορφιστούν. Για κακή της τύχη έδωσε αυτό το πρόσωπο τον πρώτο καιρό η Αγγελική Σωτηροπούλου με αυτό το επιπλέον βάρος, το να είναι γυναίκα και το να έχει υπάρξει σύζυγος δυο πρωταγωνιστών.

Ότι και να λέτε, ότι και να μου πείτε η Αγγελική Σωτηροπούλου είχε κιόλας πάνω της κάτι που άνοιγε δρόμους για επιθέσεις, ενοχοποιήσεις και σύγκρουση γενικώς μαζί της. Για κανέναν άλλο λόγο, γιατί ανθρωπομόρφιζε μια θεαματική υπόθεση που είχε αρχίσει να ξετυλίγεται.

Είναι και ένας επιπλέον άλλος λόγος. Η ίδια βέβαια ούτε κρύφτηκε, ούτε συμπεριφέρθηκε – θα το συζητήσουμε αυτό και στη συνέχεια με πιο πολλές λεπτομέρειες – δεν έκανε καμιά αφύσικη προσπάθεια προς καμία κατεύθυνση. Ούτε κρύφτηκε, ούτε βγήκε επίτηδες. Συμπεριφέρθηκε όπως ένας άνθρωπος τρομαγμένος, στρεσαρισμένος, θυμωμένος. Σας το είπε και η ίδια «σκεφτόμουν με 100 κομμάτια του μυαλού μου 100 πράγματα›.

Βγήκε λοιπόν με έναν φυσιολογικό τρόπο να κάνει κάποιες φυσιολογικές ενέργειες. Είχαμε όμως κι ένα άλλο ειδικότερο ζήτημα που την βάρυνε την Αγγελική Σωτηροπούλου. Με την εξάρθρωση της 17Ν έγινε μια απόρριψη μύθων κ.κ. Δικαστές. Αυτή η τερατώδης, αποκρουστική, σκοτεινή και έξω από τις συνήθεις προδιαγραφές Οργάνωση με την εξάρθρωση αποδεικνυόταν πράγματι μια Οργάνωση κανονικών ανθρώπων, απλών ανθρώπων, ανθρώπων της διπλανής πόρτας, μια Οργάνωση της Αριστεράς που δεν ανήκεις στις Μυστικές Υπηρεσίες, στην ανήκει στην τουρκική ΜΙΤ και δεν ξέρω τι άλλο λεγόταν όλο αυτό το μακρύ διάστημα.

Έτσι λοιπόν οι εκπλήξεις ήταν πολλαπλές. Η Αγγελική Σωτηροπούλου να κάνει αυτά που θα έκανε ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Ο Σάββας Ξηρός να χαροπαλεύει, οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι όπως συλλαμβάνονταν ήταν ακόμα φευγαλέοι και ο Δημήτρης Κουφοντίνας διέφευγε και ο μύθος κατέρρεε, ο μύθος όπως τον είχαν πλάσει οι αντίπαλοι, οι φίλοι, οι οποιοδήποτε ας πούμε, δεν ήταν πάντως στα μέτρα του πραγματικού αυτός ο μύθος.

Από αυτό το υλικό πιστεύω εγώ της κατάρρευσης αυτού του μύθου ανασυγκρότησαν στα γρήγορα οι κυρίαρχοι μηχανισμοί και για λόγους βεβαίως απαιτούμενης σύγκρουσης εκεί, ανασυγκρότησαν και προσπάθησαν στα γρήγορα να κατασκευάσουν άλλον μύθο. Θα το θυμάστε, ήταν ο μύθος του φοβερού Κουφοντίνα που διέφευγε. Το θυμάστε τότε τι ένταση επιχειρήθηκε να προκληθεί.

Προσέξτε, κρύβεται, είναι επικίνδυνος, είναι έτσι, είναι αλλιώς, τα πορτρέτα του, οι περιγραφές του και η Αγγελική Σωτηροπούλου ήταν η γυναίκα του που έπρεπε να προσωποποιήσει αυτό τον νέο μύθο ο οποίος δεν ήταν παρών ακόμη. Ο κ. Κουφοντίνας δεν είχε ακόμα παρουσιαστεί. Έντυσαν λοιπόν, δαιμονοποίησαν τον κ. Κουφοντίνα για κείνο το μεσοδιάστημα και βεβαίως προσωποποίησε αυτή την δαιμονοποίηση η σύντροφός του για 15 χρόνια.

Πιστεύω ότι με αυτά τα θραύσματα του καταπεσόντος μύθου που ντύθηκε η Αγγελική Σωτηροπούλου, υπέγραφε και λίγο την καταδίκη της, εννοώ την εμπλοκή της σε ποινική δίωξη, την ενοχοποίησή της, τις επιθέσεις της στην κοινωνία έξω από κάθε πραγματική διάσταση. Θα επανέλθουμε σε αυτά και πιο συγκεκριμένα όταν θα πραγματευθούμε το θέμα του πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι δυο μάρτυρες οι οποίες ντύσανε αυτή την ανάγκη ενοχοποίησης της Σωτηροπούλου. Θα τα ξαναπούμε αυτά.

Αυτό που σήμερα σας επισημαίνω εδώ είναι ότι η εμπλοκή της Σωτηροπούλου δεν ήταν μόνο κ. Εισαγγελέα για αυτό το τμήμα αποτυπώματος που βρέθηκε στην κολόνα της πόρτας, ήταν πάνω απ’ όλα γιατί ήταν σύζυγος δύο πρωταγωνιστών, προσωποποίησε σε ένα επίμαχο διάστημα αυτή την Οργάνωση και αυτούς τους ανθρώπους της και γιατί βεβαίως αυτό έγινε όχι μόνο για να πουλήσουν τα κανάλια ή να γράψουν οι εφημερίδες, στη βάση μιας πραγματικής αντιπαλότητας, σύγκρουσης, ευφορίας για την εξάρθρωση και προώθησης του έργου του κατασταλτικού των μηχανισμών.

Δεν ισχυρίζομαι ότι ήταν απλώς ένα φιλολογικό σημειολογικό ζήτημα, πίσω από όλα αυτά τα ζητήματα στη βάση τους βρίσκονται πραγματικές, κοινωνικές, ταξικές, πολιτικές όλων των ειδών οι συγκρούσεις και η γυναίκα αυτή ως έναν βαθμό μπλέχτηκε ένα πολύ επίμαχο διάστημα μέσα σε όλες αυτές τις αντινομίες και προδιέγραψε κατά κάποιο τρόπο το ρόλο της.

Για να είμαι δίκαιη και να τελειώνω με αυτό το θέμα, ήταν και ένα άλλο ζήτημα. Ξανά πρέπει να το πω αυτό, δεν ήταν μόνο αυτό, μια πολιτική σύγκρουση και αντιπαλότητα. Ήρθε στο προσκήνιο και ο ανθρώπινος πόνος που παλιότερα είχε προκληθεί, η απώλεια των ανθρώπων, ο πόνος τους και αυτά ύστερα από ένα μακρύ διάστημα που τα είχαμε ξεχάσει ξανάρθαν στο προσκήνιο και άρχισαν να λειτουργούν με όρους πάλι σύγκρουσης, αντιφάσεων, ανάγκης επιθέσεων κλπ. Ήταν όλο αυτό το συνονθύλευμα των στοιχείων.

Έτσι βρέθηκε κατηγορούμενη. Τα στοιχεία που στοιχειοθέτησαν αυτή την δική της πρώτη ανάμειξη ήρθαν διαδοχικά. Θέλω να σας θυμίσω ότι η κατηγορία η πρώτη για συμμετοχή της Σωτηροπούλου είχε σαν μοναδικό και αποκλειστικό στοιχείο αυτό το τμήμα του δακτυλικού αποτυπώματος, τίποτε άλλο. Με αυτό άρχισε η ποινική της δίωξη, με τίποτε άλλο.

Όλα τα άλλα τα λίγα δηλαδή στοιχεία, το δακτυλικό αποτύπωμα και τα άλλα στα κινητά πράγματα το θεωρώ περιττό και να το αναφέρω τώρα, ότι η Σωτηροπούλου είχε στο ποντίκι δυο αποτυπώματα και στο βιβλίο, που μπορεί να είναι και τα δικά μας με μία έννοια το «Αντάρτικο των Πόλεων› κλπ. Αν το καλοψάξουμε μπορεί να είναι και τα δικά σας και τα δικά μου. Γι’ αυτό αναφέρομαι κυρίως στο αποτύπωμα του σταθερού σημείου.

Αυτά υπήρχαν στην αρχή και συμπληρώθηκαν με τις δυο μαρτυρίες των δύο κυριών οι οποίες (σκεφτείτε το καλά) αν δεν είχαν υποστεί όλον αυτόν τον έλεγχο και τη συσχέτιση με αυτό το κλίμα και με τις ανάγκες που δημιούργησαν, αντικειμενικά μιλώ, την ύπαρξη τέτοιων μαρτυριών δεν θα είχαν κανένα νόημα. Κανένα απολύτως νόημα δεν θα είχαν. Θα ήταν κάποια ετεροχρονισμένα στοιχεία δυο αφηγήσεων που δεν λένε τίποτα στην ουσία. Δεν σημαίνουν τίποτα κάτω από άλλες συνθήκες. Δρόμο παίρναμε και δρόμο αφήναμε αλλά δεν περιγράφουν κανένα υλικό βήμα ανάμεσα σε κάποια βοήθεια της Σωτηροπούλου και σε μια εγκληματική ενέργεια. Ότι η γυναίκα αυτή δηλαδή έκανε κάποιες πράξεις, είπε κάποια πράγματα, κινήθηκε με κάποιον τρόπο και συνέβαλλε στο να γίνει ένα εγκληματικό αποτέλεσμα. Τίποτα απολύτως. Είναι δυο αφηγήσεις ότι η κα Σωτηροπούλου έκανε δυο βόλτες ούτε καν την ημέρα των ενεργειών και βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος όπως λέμε αλλά ούτε καν την ημέρα των ενεργειών.

Εγώ έψαξα την ομολογία. Ειλικρινά σας λέω δεν βρήκα ούτε μία απόφαση που να αναφέρεται σε απλή συνέργια και να καταδικάζει έναν απλό συνεργό γιατί ήταν στον τόπο του εγκλήματος την προηγούμενη ημέρα. Μπορεί να υπάρχουν σε σύνδεση με κάποιες προπαρασκευαστικές ενδεχομένως πράξεις αλλά δεν μπόρεσα να βρω ειλικρινά ώστε να έχω ένα συγκρίσιμο μέγεθος, τίποτα απολύτως.

Η Αγγελική Σωτηροπούλου περιγράφτηκε να κάνει βόλτα δυο μέρες πριν στο ένα σημείο, μία μέρα πριν στο άλλο και τίποτα άλλο. Θα ξανάρθω σε αυτό συγκεκριμένα και θα σας πω τη σύνδεση ανάμεσα σε αυτό που περιγράφανε αυτές οι δύο μαρτυρίες και το πώς φωτίστηκαν και αξιοποιήθηκαν αυτές οι μαρτυρίες. Είναι πάλι ένα ζήτημα κλίματος, αναγκών, διωκτικής παρόρμησης και τίποτε άλλο. Θα επανέλθουμε στην ώρα τους.

Έτσι λοιπόν μπήκε στο προσκήνιο, έτσι έγινε η ποινική της δίωξη. Βεβαίως η Αγγελική Σωτηροπούλου ως μέλος πια εγκληματικής Οργάνωσης ήρθε αντιμέτωπη με αυτόν τον καινούριο νόμο κ.κ. Δικαστές. Ήρθε αντιμέτωπη με ένα νόμο που μόλις είχε δημιουργηθεί τότε. Σχετικά με αυτόν το νόμο, ήταν πολλά χρόνια και θα το θυμάστε που γινόταν πάρα πολύ έντονη κουβέντα στη βάση των διεθνών προσανατολισμών για την ανάγκη ενός αντιτρομοκρατικού νόμου προς την Ελλάδα.

Προηγήθηκε μια τεράστια συζήτηση πόσο είναι αναγκαίος, πώς η ποινική νομοθεσία μπορεί να αντιμετωπίσει τέτοια φαινόμενα τρομοκρατικών ενεργειών, πολιτικών αδικημάτων, με αυτή την έννοια πολιτικών εγκλημάτων, προηγήθηκε μια τεράστια συζήτηση. Είχαν ήδη δυο νόμοι προϋπάρξει. Ο ένας ήταν ρητά ενάντια στην τρομοκρατία ο 774, ο άλλος είχε αρχίσει να γίνεται και κουβέντα, είχε αρχίσει η μόδα του οργανωμένου εγκλήματος και η ανάγκη ίσως και τιτλοφορήθηκε για την προστασία της κοινωνίας από το οργανωμένο έγκλημα.

Ήταν λοιπόν αυτοί οι δύο νόμοι που είχαν προϋπάρξει, είχαν και οι δύο καταργηθεί και γινόταν πια σοβαρή κουβέντα για καινούριο νόμο. Θα θυμάστε ότι συζητήσαμε για το θέμα της τρομοκρατίας ενόψει αυτού του νόμου και ο νόμος αυτός πέρασε αλλά δεν ήταν ένας νόμος ειλικρινά ενάντια στην τρομοκρατία. Ήταν ένας νόμος ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα. Τουλάχιστον αυτό λέει η εισηγητική έκθεση. Οι κουβέντες έλεγαν για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Οι παρεμβάσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης ήταν προς την κατεύθυνση να απολογηθούμε γιατί χρειαζόμαστε έναν αντιτρομοκρατικό νόμο και γιατί πρέπει να συμμορφωθούμε με τις επιταγές της διεθνούς έννομης τάξης.

Η εισηγητική όμως έκθεση παραδόξως είναι για το οργανωμένο έγκλημα. Λέει συγκεκριμένα (θα το θυμάστε κι εσείς αλλά σύντομα σας λέω) «η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία επιχειρεί ακόμη αξιοποιώντας τις μεγάλες προόδους της τεχνολογίας στο πλαίσιο πάντοτε των θεμελιωδών κανόνων του κράτους δικαίου κλπ να περιορίσει δραστικά το αίσθημα ανασφάλειας που τείνει να ριζωθεί στον πολίτη αυτής της χώρας απέναντι στο οργανωμένο έγκλημα και το ακόμα πιο οδυνηρό αίσθημα ότι το οργανωμένο έγκλημα με οποιαδήποτε μορφή αναπτύσσεται μέσα σε ένα καθεστώς ασυλίας πράγμα που όπως λέχθηκε υποσκάπτει την έννοια του κράτους δικαίου ως βασικού πυλώνα κλπ›.

Μια αντινομία δηλαδή. Περνάμε έναν αντιτρομοκρατικό νόμο, η κοινωνία συζητάει γι’αυτόν τον αντιτρομοκρατικό νόμο και ο νόμος λέει στην εισηγητική του έκθεση ότι εγώ είμαι για το οργανωμένο έγκλημα. Τελικά ο ίδιος ο νόμος αυτός βάζει έναν τίτλο που δεν είναι ούτε το οργανωμένο έγκλημα, ούτε η τρομοκρατία. Έτσι προσπαθεί όλα να τα συμβιβάσει και να περάσει η αντιτρομοκρατική νομοθεσία και να δείξει ότι δεν διαπνέεται από αντιτρομοκρατικό μένος και να περιμένει και τον ορισμό της τρομοκρατίας για να ξέρουμε και πού πηγαίνουμε και πού πορευόμαστε.

Έρχεται τώρα η Αγγελική Σωτηροπούλου να δικαστεί με ένα νόμο που λέγεται, τιτλοφορείται ως εγκληματική Οργάνωση. Ποια είναι τελικά, ρωτώ κι εσάς, ποια είναι η συνεκτική έννοια των πράξεων που περιγράφονται ότι τελούνται από αυτή την Οργάνωση, ποια είναι η συνεκτική έννοια; Είναι η τρομοκρατία, είναι το οργανωμένο έγκλημα που δεν είναι ακριβώς τρομοκρατία ή δεν είναι καθόλου κατά κάποιους θεωρητικούς, είναι μια εγκληματική Οργάνωση, τι είναι σε αυτή την περίπτωση;

Είναι δύο σε ένα κ.κ. Δικαστές και είναι κυρίως βεβαίως ένας νόμος ενάντια στην τρομοκρατία. Νομίζω ότι στην ουσία η έννοια που συνέχει το σκοπό διάπραξης όλων αυτών των εγκλημάτων που απαριθμούνται είναι η τρομοκρατία. Βέβαια όπως σας είπα είναι δύο σε ένα και βέβαια η τρομοκρατία αντιμετωπίζεται με τις δομές του οργανωμένου εγκλήματος. Τουλάχιστον αυτό θα εφαρμόσουμε για να δούμε σε αυτή τη δομή ποια είναι η υλική και λειτουργική σύνδεση της Σωτηροπούλου με αυτήν την δομή αυτού του τύπου δηλαδή όπου υπερισχύουν οι πραγματοπαγείς σχέσεις και χαρακτήρας.

Ποια είναι η σύνδεσή της, ποιος είναι ο λειτουργικός της ρόλος, ποιες είναι οι πράξεις που επιτελεί σε αυτά τα πλαίσια, όχι σε μια προσωπική σχέση με κάποια άλλα άτομα για έναν σκοπό αλλά σε μια πραγματοπαγή δομή. Αυτό θα κληθείτε να εξετάσετε. Γι’ αυτό και τα ανέφερα όλα αυτά, για να σας πω ότι πρώτα απ’ όλα όπως γίνεται συχνά, ειδικά εδώ στη χώρα μας προχωράμε σε πλαίσια σύγχυσης ως ένα βαθμό τα οποία βέβαια υπαγορεύονται από πολιτικούς λόγους ανάγκης ισορροπιών κλπ.

Πάντως η ουσία είναι ότι προχωράμε με μια σύγχυση. Το οργανωμένο έγκλημα, πήρα στα χέρια μου τα πρακτικά του 7ου Συνεδρίου, φαντάζομαι κι εσείς θα τα έχετε δει αυτά τα πρακτικά. Είναι πολύ ενδιαφέρον, αξιόλογοι επιστήμονες που διαθέτει αυτή την στιγμή ο τομέας του Ποινικού Δικαίου στην Ελλάδα, στοχάζονται εκεί από διάφορες πλευρές τι είναι αυτό το οργανωμένο έγκλημα γιατί πάντα η λογική τουλάχιστον η τυπική του νόμου σύμφωνα και με την εισηγητική έκθεση είναι αυτό.

Γίνονται λοιπόν ορισμένες αξιόλογες αναλύσεις από τον κ. Τζανετή, από τον κ. Λίβο, από τον κ. Κωσταρά γίνονται θεωρητικές αναλύσεις. Μπορώ να πω ότι η διαπεραστική γραμμή αυτών των θεωριών είναι ότι σε μία σύγχρονη εγκληματική Οργάνωση τέτοιου τύπου που εκπροσωπεί μια οργανωμένη εγκληματικότητα και όχι μια σύνδεση προσώπων που αποφασίζει περιστασιακά, το κέντρο βάρους μετατοπίζεται από τους προσωπικούς δεσμούς των μελών σε ορθολογιστικές, αντικειμενικές παραμέτρους όπως είναι η διάρθρωση ενός συστήματος λειτουργίας της Οργάνωσης, συνήθως με την θέσπιση ιεραρχικών δομών, η κατανομή καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ των μελών, η θέσπιση εσωτερικών κανόνων οι οποίοι μάλιστα ενίοτε προβλέπουν ακόμα και κυρώσεις για τις παραβάσεις των μελών της Οργάνωσης. Αυτά τα λέει ο κ. Κουράκης στη σελίδα 173 στα πλαίσια της παρέμβασης που έκανε για το οργανωμένο έγκλημα.

Στη βάση λοιπόν μιας τέτοιας πραγματοπαγούς θεώρησης παρατηρείται ότι η δράση της Οργάνωσης κατευθύνεται από τη βούληση του συνόλου στην οποία και υποτάσσεται η βούληση του καθενός που συμμετέχει. Δηλαδή καθορίζεται ή με συλλογικές διαδικασίες ή με ιεραρχικά κριτήρια μια οργανωμένη δράση στην οποία εντάσσεται και η δράση του οποιουδήποτε μέλους.

Τα μέλη της Οργάνωσης μπορούν είτε να αντικατασταθούν, είτε να εναλλαγούν αφού κινητήρια δύναμη της Οργάνωσης είναι οι κανόνες και ο τρόπος λειτουργίας της και η συντονισμένη δράση των μελών της και όχι οι ιδιότητες ή οι ικανότητες των τελευταίων και επομένως ενόψει αυτών των δεδομένων υποτονίζεται τελείως ο προσωπικός χαρακτήρας και επικρατεί αυτή η υπαγωγή όπως λέτε κι εσείς κ. Πρόεδρε στον Κώδικά σας, η υπαγωγή της βούλησης ενός προσώπου σε αυτή τη συλλογική βούληση η οποία και υπερισχύει, την οργανωτική δομή, τον τρόπο λειτουργίας τον προκαθορισμένο κλπ.

Τι σχέση έχουμε εμείς με όλα αυτά; Τι είναι η 17Ν; Πείτε μου, πρώτα απ’ όλα αυτό το εννοιολογικό ζήτημα πρέπει να σας απασχολήσει, για να δούμε τι ρόλο έπαιζε η Σωτηροπούλου μέσα εκεί; Ήταν μέλος μιας πραγματοπαγούς οργάνωσης με αυτή την έννοια του οργανωμένου εγκλήματος, ή ήταν σε μια προσωποπαγή οργάνωση, ήταν σε ένα μόρφωμα του στυλ της παλιάς συμμορίας, ή ήταν η σύντροφος που μέσα από μια προσωπική σχέση ενεπλάκη σε ένα μόρφωμα, στο οποίο δεν φαίνεται και από πουθενά, να συνδέεται με ένα λειτουργικό τρόπο. Τι ήταν η 17Ν;

Αυτό πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να σας απασχολήσει. Τι ήταν η 17Ν. Κύριοι Δικαστές, ξέρω θα εκνευριστείτε, αλλά νάτο που έρχεται και ξανάρχεται αυτό το ζήτημα. Η 17Ν για να βρεις και τον ρόλο των ανθρώπων σ’ αυτή, το ρόλο εννοώ γενικότερα, ξέρετε δεν δικάζουμε μόνο ανθρώπους που κρατήσανε πιστόλια, δικάζουμε και ανθρώπους που κατηγορούνται για συμμετοχή, για βοήθεια, ή για κάποιες πράξεις απλής συνέργιας. Σε τι τύπου οργάνωση λειτουργούσαν αυτοί οι άνθρωποι;

Πιστεύω ότι εάν η 17Ν είχε αντιμετωπιστεί μ’ αυτό τον τρόπο, ίσως θα ήταν και ευκολότερο να κρίνομε τα ζητήματα που αφορούν την Αγγελική Σωτηροπούλου, ως προς την συμμετοχή της. Ήταν μια πολιτική οργάνωση. Δεν θα σας πω πράγματα που λεχθήκανε εδώ επανειλημμένα κλπ. Ένα , δυο γραμμικά πράγματα εντελώς. Ήταν μια οργάνωση που ήταν τελικά αυτό που έλεγε, μια οργάνωση ένοπλης πολιτικής βίας. Μια οργάνωση που στόχευε την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Μια οργάνωση που ξεκίνησε σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους. Πιστεύετε εσείς ότι θα είχε δημιουργηθεί η 17Ν, αν δεν ήταν η δικτατορία; Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι. Πάντως ήταν καθοριστικό για την ύπαρξή της, όλη εκείνη η οδυνηρή περίοδος μιας δικτατορίας στη χώρα.

Και πιστεύετε ότι αυτό που την καθόρισε, ίσως λίγο με τον πιο άμεσο τρόπο, λέω εγώ, είναι η δική μου ανάλυση, αυτή η ύπαρξη της δικτατορίας, πιστεύετε ότι δεν έφερε μαζί, όλα τα ιστορικά πολιτικά βιώματα που βρίσκονταν πίσω απ’ αυτή τη δικτατορία; Η ιστορία, λέει ο Μπένγιαμιν κ. Πρόεδρε, είναι ένα φοβερά ωραίο κομμάτι, είναι λέει όπως όταν είμαστε σε μια στιγμή κινδύνου, που το παρελθόν μας ξυπνάει στο μυαλό μας και θυμόμαστε τα παλιά σε μια στιγμή έντονου κινδύνου.

Η δικτατορία ναι, μ’ αυτή την έννοια άστραψε στο παρόν η ιστορία, γιατί ήταν μια στιγμή κινδύνου. Δηλαδή οι γενιές με τα χαμένα οράματα, με την καταπίεση, με τις χαμένες ζωές, τα ξερονήσια, όλα αυτά, μέσα απ’ αυτή τη δικτατορία ήρθαν στο προσκήνιο. Και δεν ήταν μόνο ελληνικά τα ζητήματα βέβαια, ήταν και μια περίοδος που πράγματι μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κίνημα είχε αρχίσει να ξανανεβαίνει και πράγματι γινότανε μεγάλες πολιτικές ανακατατάξεις, αναζητήσεις, σε πολλές χώρες και μάλιστα μητροπολιτικές χώρες.

Θυμήθηκα, διάβαζα σε κάποιες εφημερίδες αυτή τη περίοδο, πώς οι γενιές που βγήκαν στο προσκήνιο εκείνη την περίοδο που γεννήθηκε η 17Ν και λίγο πριν, πώς εκείνες οι γενιές πράγματι κ. Δικαστές, ζούσανε την ιστορία και το μέλλον, πράγματι το ζήσαμε και εμείς, ανήκαμε περίπου σ’ εκείνες τις γενιές, την ιστορία και το μέλλον. Πράγματι το ζήσαμε και εμείς, ανήκαμε περίπου σ’ εκείνες τις γενιές, την ιστορία και το μέλλον. Κάνανε αντίσταση οι νέες γενιές, αυτή την ατελή, την νεαρή αντίσταση ενάντια στην χούντα και αναμοχλευόντουσαν ένα σωρό ζητήματα από το παρελθόν, για την χειραφέτηση των καταπιεσμένων, για την απόκτηση δικαιωμάτων, για τον επαναστατικό προσανατολισμό, για τις παραγωγικές θέσεις, πράγματα που σήμερα είναι ανήκουστα. Πράγματα που σήμερα είναι ανήκουστα. Πράγματα που σήμερα ίσως έχουμε ξεχάσει και να τα σκεφτόμαστε. Ήταν τότε στο προσκήνιο.

Ζούσαν οι άνθρωποι την ιστορία και το μέλλον. Ο Μάης του ’68 μπορεί σήμερα να έλεγε ο κ. Εισαγγελέας, όταν εξέταζε κάποιες κυρίες ή κυρίους από εκείνη την εποχή από το Παρίσι, ότι, σιγά την αντίσταση κλπ, σιγά τον Μάη. Κύριε Εισαγγελέα, τότε στον Μάη του ’68, ο Ντε Γκολ νυχτιάτικα φώναζε ένα στρατηγό, δεν θυμάμαι πως τον λέγανε, να επέμβει γιατί είχαν κατεβεί εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο και απειλούσαν την καθεστηκυία τάξη της Γαλλίας. Τα έχουμε ξεχάσει αυτά.

Και μονάχα τότε με τα συνδικάτα και την προδοσία τους, καταφέρανε να ορθοποδήσουν και να σωθεί η Γαλλία γι’ αυτούς. Ήταν εποχές θέλω να πω, που ευνοούσαν την γέννηση πολιτικών οργανώσεων, όλων των τάσεων, όλων των επιδιώξεων, ακόμα και των πιο ακραίων, όπως ήταν η 17Ν.

Ήταν επομένως μια πολιτική οργάνωση. Ήταν μια πολιτική οργάνωση και είχε πολιτικούς σκοπούς και τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν, ήταν πολιτικά εγκλήματα, ήταν σ’ αυτό το σκεπτικό. Επομένως τι δομή είχε αυτή η πολιτική οργάνωση, η αναμφίβολα, για μένα τουλάχιστον, οργάνωση με τον πολιτικό χαρακτήρα, τη στρατηγική και τους σκοπούς.

Τι χαρακτήρα είχε. Έχουμε ένα καταστατικό εδώ πέρα, που δεν ξέρω εάν, δεν παρακολούθησα και όλη τη διαδικασία στις λεπτομέρειές της, αλλά είναι ένα καταστατικό, που είναι η δομή αυτής της οργάνωσης. Αυτό που αναπτύσσουν οι θεωρητικοί στην πραγματοπαγή οργάνωση, ως δομή. Τι θα το κάνουμε αυτό το καταστατικό; Εγώ είπα να του ρίξω μια ματιά για να δω, πώς λειτουργούσε αυτή η οργάνωση, ή πως λειτουργούσε κατά περιόδους αν θέλετε, με όλες τις ταλαντεύσεις και τις μεταβάσεις που γίνονται σε τέτοια πολιτικά μορφώματα, πώς λειτουργούσε, ποιοι ήταν οι κανόνες της;

Έχει πράγματι λοιπόν ένα καταστατικό, μια δομή. Αυτή η δομή έχει και ιδεολογικές συντεταγμένες και οργανωτικές συντεταγμένες. Είναι και τα δυο μαζί. Θα το σχολιάσω λίγο, για να σας πω ότι και απ’ αυτή την άποψη ακόμα, η Αγγελική Σωτηροπούλου δεν φαίνεται να έχει καμία και από καμιά πηγή να προέρχεται, η πληροφορία για κάποια λειτουργική της σύνδεση μ’ αυτή την οργάνωση.

Έχουμε αυτό το καταστατικό, πρόταση, είναι ενός οργανωτικού σχήματος, για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα με τέτοιο τρόπο ώστε η οργάνωση και να μην χάσει τον επαναστατικό της χαρακτήρα και να λειτουργεί δημοκρατικά, αλλά και να περιορίσει στο ελάχιστο τα χτυπήματα από τον ταξικό αντίπαλο. Είναι ο κορμός του δένδρου αυτό το καταστατικό.

Βασίζεται το οργανωτικό αυτό σχήμα που προβάλλεται, βασίζεται στον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Και αυτό συγκεκριμενοποιείται στη συνέχεια και μ’ αυτή την εισαγωγική που γίνεται και με τα ίδια τα άρθρα αυτού του οργανωτικού σχήματος.

Τι το κάναμε αυτό το καταστατικό εμείς; Πώς θα κρίνουμε αν η Αγγελική Σωτηροπούλου συμμετείχε. Δεν λέω ότι ταυτίζεται με την νομική έννοια, δεν είμαι τόσο αφελής, αλλά είναι ένα κριτήριο κ. Δικαστές. Συμμετέχω σε μια οργάνωση σαν την 17Ν, έχει μια ανταπόκριση εννοιολογική αναπόφευκτα, με το καταστατικό. Βρέθηκε ένα καταστατικό εδώ πέρα.

Έχω την εντύπωση με μια επιφύλαξη τα λέω αυτά, γιατί έχασα και κάποιες συνεδρίες εδώ πέρα, έχω την εντύπωση ότι ο μόνος μας πόνος εδώ πέρα και στην προδικασία, αλλά και στην κύρια διαδικασία είναι, να βρούμε ποιανού δακτυλικά ήταν επάνω, με ποιανού γραφικό χαρακτήρα γράφτηκε και το πολύ – πολύ να προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε από μέσα την ανάγκη για κάποιο αρχηγό, που δεν έβγαινε και με τίποτα. Δεν βγαίνει δηλαδή.

Ο ανακριτής είπε ποτέ, ρώτησε κάποιον από τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι μίλησαν, όμως μίλησαν και όσο μίλησαν, δεν υπεισέρχομαι σ’ αυτό. Ρώτησε να τους πει ότι, τι ήταν αυτοί οι πυρήνες; Γίνανε ποτέ πυρήνες; Συμμετείχαν ορισμένοι άνθρωποι; Την Σωτηροπούλου την είδατε ποτέ σε κανένα πυρήνα; Σε κάποιο σύνδεσμο, σαν βοηθητικό μέλος σαν οτιδήποτε; Στην συνδιάσκεψη βρεθήκατε ποτέ, ποιοι ήταν; Θέλω να πω ότι, αν αυτά τα πράγματα σε πρώτο βαθμό δεν ερωτηθούν, δεν διερευνηθούν για έναν άνθρωπο που έχει μια προσωπική σχέση, που μπορεί να τον παγιδεύσει με εκατό τρόπους στο να αφήσει κάποια υλικά σημάδια, σχέσεις.

Αν δεν ερωτηθούν λοιπόν αυτά, θα μείνουμε σ’ αυτό το δακτυλικό επάνω στην κολώνα και θα πούμε τελείωσε, συμμετείχε, η Σωτηροπούλου, όταν έχουμε σαν δεδομένο ότι είναι σύζυγος ενός πρωταγωνιστή, ενός ανθρώπου που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη. Για να την αναλάβει κάποιο ρόλο έπαιζε. Δηλαδή είχε ένα πρωταγωνιστικό ρόλο ενδεχομένως.

Δεν κάνουμε λοιπόν τίποτα. Και θα σας πω δυο σκέψεις μου. Σας λέω ότι δεν ξέρω, εάν αυτό εφαρμόστηκε αποκλειστικά, αν ατόνησε κατά περιόδους, αν κατά φάσεις δεν ήταν πρακτικά δυνατό, αλλά είναι ένας γνώμονας.

Και για να δούμε αυτά που έχουμε, αν κάνουν κάποια σύνδεση. Πρώτα απ’ όλα, όπως σας είπα, υπάρχει ένας πρόλογος σ’ αυτό το καταστατικό, που λέει τις ανάγκες που υπαγορεύουν την ύπαρξη αυτού του οργανωτικού σχήματος. Λέει επίσης ότι το οργανωτικό σχήμα, έτσι χονδρικά για να δώσει τη συνεκτική έννοια, βασίζεται στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, είναι οι ρίζες αυτού του κορμού του δένδρου, της δομής, που είναι οι ρίζες και απ’ αυτό πιστοποιείται, ανήκουν στην αριστερά. Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός τυπικά συνδέεται, η μορφή αυτής της οργάνωσης, αν εξαιρέσουμε την αναφορά για την ένοπλη λαϊκή βία, που δεν ήταν ένας όρος βέβαια που έμπαινε σ’ όλα τα καταστατικά, αλλά η μορφή είναι μια κλασική μορφή καταστατικού της αριστεράς, αυτό. Και ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, είναι μια μορφή οργάνωσης, που εγκαθιδρύθηκε?

Δηλαδή εάν θυμάστε, συζητήσαμε εδώ ένα σωρό μαρξιστικά θέματα, ήταν και το θέμα δηλαδή το να συμμετέχει ενεργά κάποιος σε ένα όργανο, ήταν και το κριτήριο το να είναι δηλαδή μ’ αυτή την έννοια μέλος και να συμμετέχει σε ένα όργανο, ήταν και το κριτήριο του σχίσματος μπολσεβίκων - μενσεβίκων, δηλαδή όποιος ήθελε να είναι μέλος στο επαναστατικό κόμμα, έπρεπε να συμμετέχει σε ένα όργανο, τέλειωσε. Έτσι έγινε και το σχίσμα με τους μενσεβίκους.

Αυτό λοιπόν το καταστατικό, είναι ένα καταστατικό δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Απαιτεί συμμετοχή πρώτα απ’ όλα στα όργανα, δεν θα σας το αναφέρω αναλυτικά, αλλά απαιτεί συμμετοχή στα όργανα. Και τα όργανα αυτά είναι οι πυρήνες. Υπήρξε από πουθενά και κατά οποιονδήποτε τρόπο, ότι η κα Σωτηροπούλου είχε εμφανιστεί σ’ αυτή την δομική πολιτική λειτουργία της οργάνωσης; Από πουθενά.

Μα αυτό δεν προέκυψε και για κανένα άλλο, γιατί δεν μπήκαμε στ ο κόπο να τους ρωτήσουμε καν. Πώς οργανωτικά λειτουργούσε αυτή η οργάνωση, πέρα από το να προετοιμάζει μια ενέργεια ένοπλη, αυτό μας ενδιέφερε μόνο. Επίσης μια επεξεργασία της γραμμής, προβλέπεται πριν και μετά. Μπορεί σας λέω πάλι, να ήταν νεκρό γράμμα, αλλά μπορεί και να μην ήταν. Θα γινότανε επεξεργασία της γραμμής. Θα γινόταν επεξεργασία, θα γινότανε προτάσεις, να γινότανε κριτική για την οργανωτική επάρκεια μιας ενέργειας, ή για την πολιτική της σκοπιμότητα. Είπε κανείς ότι, έστω όχι στις γιάφκες και στα άντρα ο κατά οποιονδήποτε τρόπο ιδεολογικά η Σωτηροπούλου έδωσε ένα στίγμα στην ζωή αυτής της οργάνωσης; Προέκυψε από πουθενά, ότι αυτή η γυναίκα, ασχολήθηκε, ήταν μέλος εν πάση περιπτώσει.

Ξέρετε κ. Δικαστές και οι γυναίκες όταν είναι μέλη, είναι σε πυρήνες, παίρνουν μέρος στις συνδιασκέψεις, κάτι κάνουν. Θα μου πείτε, υπήρχε η συνωμοτικότητα, υπήρχαν όλα αυτά τα προβλήματα, από κάποιο στάδιο και μετά, ίσως αυτά τα όργανα είχαν ατονήσει. Ο συνάδελφος κ. Αναγνωστόπουλος, δεν μας ξεκαθάρισε, τι θέση παίρνει η πολιτική αγωγή, για το εάν λειτουργούσαν ή δεν λειτουργούσαν; Απλώς μπαίνει στην προσπάθεια να διακωμωδήσει τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, μάλλον όχι ακριβώς να τον διακωμωδήσει, να του κάνει επίθεση και να πει, πως ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός στην ουσία ήταν να φοράνε καπέλο, αν υπήρχαν, κάποιοι αρχηγοί υπεύθυνοι, να αποδείξει δηλαδή έτσι πλάγια την ύπαρξη κάποιου αρχηγού.

Αυτό ήταν. Ο ίδιος όμως δέχεται εδώ ότι ανεβοκατέβαινε μια γραμμή, έστω και τυπικά, ανεβοκατέβαινε μια γραμμή έτσι λέει ο κ. Αναγνωστόπουλος, ήταν που βεβαίως είχε σαν γνώμονά της την επιβολή και όχι την πειθώ, αλλά με τα πολιτικά μέσα της γραμμής. Πυρήνες, συντονισμό ενός συντονιστικού οργάνου κλπ.

Εκμεταλλεύεται λέει την ύπαρξη πυρήνων στην οργάνωση, που την ξέρει πολύ καλά, για να υποστηρίξει ψευδώς ότι εδώ επρόκειτο για οργάνωση που δρούσε με αυτόνομους πυρήνες. Όχι λέει, δεν δρούσε, κατέβαινε η γραμμή από την Εκτελεστική Γραμματεία προς τα κάτω και ποτέ προς τα πάνω. Υπήρχε λοιπόν και μια Εκτελεστική Γραμματεία.

Ούτε αυτό το διερευνήσαμε και φαντάζομαι ότι θα απασχολήσει και άλλους κατηγορουμένους, που κατηγορούνται ως αρχηγοί. Εδώ μιλάει για ένα συλλογικό όργανο. Πάλι δεν διερευνήσαμε, λειτουργούσε αυτό, δεν λειτουργούσε, λειτούργησε, ποια ήταν η λειτουργική σχέση των ανθρώπων που κατηγορούνται. Τίποτα απολύτως. Ποιοι κρατούσαν πιστόλια, σε ποιες ενέργειες ήταν και γρήγορα – γρήγορα για να προλάβουμε.

Αυτό ήταν αντικειμενικά ίσως αναγκαίο, αλλά πάρα πολύ επιζήμιο για την διερεύνηση τόσο σημαντικών ζητημάτων, τα οποία στοιχειοθετούν αδικήματα και ποινές μέχρι δέκα χρόνια. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν διερευνήθηκε λοιπόν.

Συνοψίζοντας αυτό που σας λέω για το καταστατικό, υποστηρίζω ότι ακόμα και σ’ αυτό το επίπεδο, το οποίο είναι ένα ζήτημα, επειδή ασχολείται με δομικά θέματα που πρέπει να το εξετάσουμε και να το προσεγγίσουμε, ακόμα και σ’ αυτή τη βάση η Αγγελική Σωτηροπούλου από καμιά κατεύθυνση, ούτε έστω με έναν τρόπο καρικατούρας, να πούμε δηλαδή ότι ήταν σε μια σύσκεψη, σε ένα ρεμπετάδικο, σε ένα ζαχαροπλαστείο που πιθανόν να λειτουργούσε ως υποκατάστατο, με καμία έννοια δεν έγινε και με κανένα τρόπο η παρουσία της δεν στοιχειοθετήθηκε σε τέτοιες μορφές οργανωμένων πλευρών αυτής της οργάνωσης που εξετάζουμε, με κανένα τρόπο.

Επομένως πάλι ξαναγυρνάμε στο δακτυλικό για τη συμμετοχή της Σωτηροπούλου. Πάλι στο δακτυλικό και σ’ αυτές τις βόλτες που περιγράφουν οι κυρίες, οι οποίες είναι τόσο χωρίς νόημα που δεν ξέρω ειλικρινά πώς να τις μεταχειριστώ και πού να τις εντάξω. Αυτά είναι τα στοιχεία με τα οποία εσείς θα κληθείτε να κρίνετε, πρώτα απ’ όλα, αν η κατηγορουμένη είναι μέλος αυτής της οργάνωσης, αν με την νομική έννοια συμμετέχει σ’ αυτή την οργάνωση.

Το δακτυλικό. Θα το ξαναπραγματευθώ και σε ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο, μαζί με κάποια άλλα νομικά ζητήματα, αλλά να το βάλω τώρα σε συνάρτηση με τη συμμετοχή της.

Βρέθηκε ένα τμήμα παλαμικό αποτυπώματος στην γιάφκα της Δαμάρεως. Πρώτα απ’ όλα συμφωνώ με το συνάδελφο Σπύρο Φυτράκη που είπε ότι, από μόνο του αυτό μέχρι τώρα στην νομολογιακή πρακτική και ειδικότερα σε υποθέσεις τμήμα της νομολογιακής πρακτικής που αφορά σε υποθέσεις πολιτικής φύσης, μοναδικό αποτύπωμα, ένα τμήμα αποτυπώματος σε ένα σταθερό σημείο, δεν μπορεί να αποτελέσει ενοχοποιητικό στοιχείο για την πράξη της συμμετοχής, ή της οπλοκατοχής κλπ.