Πολιτική
Παρασκευή, 07 Νοεμβρίου 2003 21:02

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (07/11/2003) Μέρος 2/5

Μπορεί να έδρασαν πράγματι και στα πλαίσια αυτής της σύγκρουσης που σας είπα ότι υπήρχε στο θεμέλιο και να πήγαν πολύ πιο σκόπιμα, πολύ πιο κακόβουλα, πολύ πιο συνειδητά ας πούμε. Δεν μπορώ εγώ να το πω. Αξιολογείστε το εσείς και καταλήξτε.

Εκείνο που πρέπει να θυμάστε όταν προσεγγίσετε πια τελειωτικά αυτές τις καταθέσεις, αυτό που πρέπει να θυμάστε είναι η δαιμονοποίηση της κατηγορουμένης, αυτό πρέπει να το θυμάστε. Είναι μια εύκολη λύση για μας, είναι ένα γεγονός. Η Αγγελική πράγματι ενσάρκωσε εκείνες τις ημέρες χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος για όλους αυτούς τους άλλους λόγους που σας είπα, έγινε το στερεότυπο, το πρόσωπο του κακού, του παθολογικού που καταφεύγει σε αυτές τις αιματηρές ενέργειες.

Δηλαδή δόθηκε στο πρόσωπό της η ερμηνεία των ενεργειών, ενσάρκωσε την απόκλιση, το κακό, το άλλο, αυτό που φεύγει μέσα από τα κοινωνικά μεσαία σταθερά πρότυπα, το ενσάρκωσε. Και δεν ήταν μόνο σε σύνδεση με την 17Ν, το ενσάρκωσε και αυτή καθ’ αυτή γιατί ήταν μια γυναίκα που έβγαινε από αυτά πρότυπα. Δέχθηκε επίσης πέρα από τις θεμελιακές επιθέσεις και την επίθεση ενός εποικοδομήματος, μπήκε δηλαδή στο στόχαστρο το φρόνημά της με την πλατιά έννοια, ότι είναι παντρεμένη με αυτόν τον συγκεκριμένο άντρα, ότι είναι έτσι, ότι ζει έτσι, ότι είναι προς την κυρίαρχη ιδεολογία ένα αντίπαλο στοιχείο από την ίδια της την κοινωνική υπόσταση. Όλα αυτά λοιπόν λειτούργησαν. Τα είπαμε πολλές φορές, σας τα επαναλαμβάνω όμως γιατί αλλιώς δεν μπορεί να φωτιστεί γιατί ήρθε εδώ η κα Σωτηροπούλου.

Όλοι οι κατηγορούμενοι φαντάζομαι, οι πιο πολλοί δεν θα έχουν γυναίκες συντρόφους; Με αυτή την έννοια αν ψάχναμε να δούμε ποιος βοηθάει ποιον με ένα πραγματιστικό απλό τρόπο μπορεί και άλλες χριστιανές να την πάθαιναν δηλαδή. Το γεγονός ότι βγήκε στο φως η Σωτηροπούλου, την έβγαλαν, δεν βγήκε η ίδια. Είπα χθες, την δουλειά της έκανε η γυναίκα. Ενσάρκωσε ένα κρίσιμο διάστημα αυτό το πρόσωπο. Δηλαδή αυτό πρέπει να το έχετε υπόψη σας.

Επίσης καταλήγοντας σε αυτό το θέμα πρέπει να δούμε και πως η ίδια η κοινωνία αισθάνεται και βιώνει αυτά τα καινούρια ζητήματα, πολιτικά κιόλας σε μια εποχή. Το να βάλεις τον άλλο αντιμέτωπο και να τον δαιμονοποιήσεις συμβάλλει και στον εφησυχασμό ότι έχουμε τον άλλο απέναντί μας, τον εξορκίζουμε, τον κυνηγάμε, τον διώκουμε κι εμείς προστατευόμαστε. Είναι δηλαδή ο φόβος των ανθρώπων, η απορία, βρίσκει ένα άλλο για να διοχετευθεί.

Βεβαίως αντικειμενικά ή υποκειμενικά μια τέτοια κατάσταση οδηγεί στο να εμποδίζει να εξαχθούν σε ένα κρίσιμο διάστημα ψύχραιμα συμπεράσματα, αν γίνει μια κριτική προσέγγιση και να αποφορτιστεί συναισθηματικά ένα φαινόμενο ώστε να αποτιμηθεί νηφάλια και στις πραγματικές του διαστάσεις.

Σας είπα και χθες ότι η 17Ν όταν ο μύθος καταρρίφθηκε φάνηκε ότι ήταν μια πολιτική Οργάνωση της ένοπλης λαϊκής βίας, αυτό που έλεγε δηλαδή, η οποία γεννήθηκε σε ένα ιστορικό περιβάλλον. Η ανατροπή αυτού του μύθου έπρεπε να αφομοιωθεί με έναν τρόπο με κριτικές προσεγγίσεις κλπ. Αυτό εμποδίστηκε μέσα από αυτό το κλίμα και ήταν χρήσιμο να εμποδιστεί εκείνη την περίοδο. Το σοκ έπρεπε να διατηρηθεί, ο φόβος να πυροδοτηθεί, ο αποτροπιασμός να ενταθεί. Εξυπηρετούσαν πολιτικά. Δεν είναι κακό αυτό, είναι μια αντιπαλότητα, μιλάμε για μία σύγκρουση. Δεν το λέω σαν αστυνομικό στοιχείο. Το λέω στη βάση μιας θεμελιώδους πολιτικής σύγκρουσης.

Επίσης όπως σας είπα και χθες βιώθηκε επίσης πολύ πιο δραστήρια πια η απώλεια των άλλων, ο θάνατος. Βιώθηκαν όλα αυτά. Επομένως το φρόνημα και ο καταλογισμός, δηλαδή το πώς λειτουργούν αυτά με την πλατιά τους έννοια ήταν στη βάση της αντιμετώπισης και της ποινικής αντιμετώπισης όλων αυτών των φαινομένων. Αναγκαστικά θα το αξιολογήσετε βεβαίως με αυτά τα στοιχεία νομικά το θέμα των δυο αυτών συνεργιών. Θα αξιολογήσετε αυτό το θέμα.

Η συμμετοχική πράξη είναι ένα φαινόμενο που βασίζεται κατεξοχήν στην σχέση αιτίου-αιτιατού. Έχω εδώ ένα απάνθισμα από πάρα πολλές αποφάσεις που τις αντιπαραθέτω τώρα σε αυτές τις δύο μαρτυρίες. Πολύ γρήγορα, τις έχω κωδικοποιημένες. Φαντάζομαι τις πιο πολλές τις γνωρίζετε κι εσείς. Όλες έχουν να κάνουν με απλή συνέργια, όλες μα όλες κ.κ. Δικαστές είτε αφορούν σε απλή συνέργια, είτε στην ψυχική συνέργια. Ακόμα και όταν απορρίπτεται η αναίρεση κάποιου απλού συνεργού για τη στοιχειοθέτηση όλες καταφεύγουν και έχουν να παρουσιάσουν κάποια πραγματικά στοιχεία που αποτελούν τους κρίκους της αλυσίδας ανάμεσα σε αυτή τη βοηθητική πράξη και το εγκληματικό αποτέλεσμα μιας κύριας αυτουργικής εγκληματικής πράξης.

Υπάρχει δηλαδή ένα γεφύρωμα σε αυτή τη σχέση αιτίου και αιτιατού, ανάμεσα στην βοήθεια και την ενισχυτική δράση και την ενισχυτική παρουσία του άλλου και στο εγκληματικό αποτέλεσμα. Υπάρχει. Εδώ έχουμε στην 4047/93 απλή συνέργια. Ένας συνεργός μεταβαίνει στον τόπο του εγκλήματος, παραμένει σε αυτόν κατά την διάπραξή του και όχι μόνο ανέχεται την τέλεσή του αλλά δεν παρεμποδίζει και τον αυτουργό και συντελεί έτσι στην ενθάρρυνσή του.

Εδώ γίνεται μία κριτική ότι η παροχή ψυχικής συνδρομής πρέπει να είναι και καθαυτή επικίνδυνη. Δεν αρκεί να παρευρίσκεσαι εκεί. Είναι μία απόφαση δηλαδή που λέει ότι στοιχειοθετείται ψυχική συνέργια και γίνεται μια ολόκληρη κριτική έγκριτων νομικών ότι εδώ ανοίγουμε επικίνδυνα μονοπάτια. Κάθε παρουσία σε ορισμένο χώρο δεν συνεπάγεται και παροχή ψυχικής συνδρομής στον ηθικό αυτουργό, στον φυσικό αυτουργό.

Για να υπάρξει ουσιαστικός άδικος χαρακτήρας στη συμμετοχική δράση πρέπει η πράξη του απλού συνεργού να είναι και καθεαυτή επικίνδυνη για τη συγκεκριμένη μονάδα κλπ και να περιγράφεται με υλικά στοιχεία. Η 385, απλός συνεργός είναι μια κυρία υπάλληλος λογιστικού γραφείου που εισέπραττε το ΦΠΑ κλπ και λέει ο ¶ρειος Πάγος ότι δεν αρκεί μόνο η γνώση της τέλεσης ότι πήγαινε και ήξερε ότι το αφεντικό της τρώει αυτό το ΦΠΑ. Πρέπει να αποδείξουμε εδώ πράξεις ανάμειξης της ίδιας υποβοήθησης του αφεντικού στο να κατακρατήσει αυτό το ΦΠΑ.

Κάποιοι άλλοι πάνε και σφάζουν τον θείο κάποιου εραστή πρώην κλπ και παίρνουν μαζί με τον δράστη 3 ρόπαλα, κατεβαίνουν στο αυτοκίνητο, λογομαχούν οι ίδιοι οι απλοί συνεργοί με το θύμα μαζί με τον δράστη και εν τέλει ο δράστης σκοτώνει τον θείο αυτόν. Απλοί συνεργοί, ναι αλλά οδηγούν το αυτοκίνητο, πάνε στον τόπο του εγκλήματος, λογομαχούν οι ίδιοι με το θύμα. Πράγματι εγκαθιδρύεται μια υλική ενισχυτική βοηθητική πράξη και ψυχική.

Μια άλλη είναι σημαντική, ενθάρρυνσης η 1368, ψυχική ενθάρρυνση των καλλιεργητών ναρκωτικών ινδικής κάνναβης από μέρους αστυνομικών. Τους λέει, τους υπόσχεται πλήρη αστυνομική κάλυψη αποδεδειγμένα και προστασία σε περίπτωση αποκάλυψής τους. Βεβαίως ψυχική συνέργια. Τονώνεται η εμπιστοσύνη τους. Η 1284, ο απλός συνεργός παρέχει στον αυτουργό συνδρομή πριν την τέλεση με παρακολούθηση, με επιτόπιες επισκέψεις του τρόπου πληρωμής των συντάξεων στα τέλη κάθε μήνα. Είναι αυτουργοί ληστείας των ΕΛΤΑ. Πήγαινε λοιπόν ο συνεργός επί 1 μήνα, έκανε επιτόπιες επισκέψεις, έβλεπε πώς πληρώνονται οι συντάξεις και βεβαίως έδωσε αυτές τις οδηγίες στον αυτουργό, απλή συνέργια βεβαίως.

Μια άλλη υπόθεση ανθρωποκτονίας. Είναι τα μέλη της οικογένειας του αυτουργού από κοντά, τον προτρέπουν με κραυγές και απειλές «σκότωσέ τον, σκότωσέ τον›, πάνε μαζί του ενώ βαστάει όπλο και την ώρα που αυτός πυροβολεί τον δράστη φωνάζουν και αλαλάζουν και τον ενισχύουν με κραυγές και απειλητικές κραυγές προς το θύμα. Βεβαίως ενισχύεται ο δράστης σε αυτήν την περίπτωση.

Θα σας τις καταθέσω όλες αυτές. Είναι γύρω στις 30 αποφάσεις. Όλες μα όλες, σας το βεβαιώνω αυτό, στοιχειοθετούν υλικές ενέργειες σε αυτήν την αιτιότητα μεταξύ ψυχικής ή υλικής συνδρομής και αυτουργικής πράξης. Αν κ.κ. Δικαστές καταφύγουμε σε τέτοιες ερμηνείες σε τυχόν βοηθητικής, ενισχυτικής συμπεριφοράς θα σας το πάω λίγο θεωρητικά το ζήτημα για να μπορέσουμε να καταλάβουμε και τι εννοούμε εδώ πέρα.

Είναι παραδεκτό στην θεωρία μας και στη νομολογία μας ότι η εννοιολογική προσέγγιση της συμμετοχικής πράξης και της απλής συνέργιας βεβαίως συγκεκριμένα γίνεται στη βάση της οριοθέτησης της αιτιώδους συνάφειας της συμμετοχής. Το δικό μας Δίκαιο όσο κοίταξα πληθώρα αποφάσεων με έναν άμεσο πιο προφανή ή λιγότερο προφανή τρόπο αποδέχεται και επιδιώκει να εγκαθιδρύσει, να οριοθετήσει σε κάθε απόφαση την αιτιώδη συνάφεια στη συμμετοχή. Αποφαίνεται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ότι η συμμετοχική πράξη έχει τότε και μόνο ποινική απαξία στον βαθμό που συνδέεται με το άδικο αποτέλεσμα της πράξης. Αυτή είναι και η σχολή τέλος πάντων, διατυπώνεται βέβαια με έναν τρόπο αρκετά συγχυσμένο σε μερικές αποφάσεις αλλά η λογική είναι αυτή, ότι υπάρχει αυτή η ενισχυτική ή διευκολυντική αιτιότητα ανάμεσα στην πράξη του απλού συνεργού και στο εγκληματικό αποτέλεσμα της πράξης του αυτουργού.

Αν πάρουμε υπόψη μας αυτή τη λογική που όπως σας είπα είναι η λογική που γίνεται παραδεκτή στο Δίκαιό μας και εγκαθιδρύει τη μεγαλύτερη ασφάλεια Δικαίου, αυτός ο αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος αποτελεί και πρέπει να αποτελεί απαραίτητο εννοιολογικό στοιχείο, μια προϋπόθεση για να προσδώσουμε άδικο χαρακτήρα σε μια συνέργια. Θέλω να πω δηλαδή ότι ακόμα κι αν δεχόμασταν, αν λέγαμε ότι ναι, ας πάρουμε αυτές τις δύο μαρτυρίες κατά γράμμα και κατά λέξη, ακόμα κι αν τις δεχόμαστε με καμία νομική έννοια δεν μπορείτε να εγκαθιδρύσετε με αυτήν την εννοιολογική και οριοθετική προσέγγιση απλή συνέργια από πλευράς της Σωτηροπούλου, με καμία. Δεν εγκαθιδρύεται κανένας υλικός αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα σε αυτήν την παρουσία όπως περιγράφεται στις λεπτομέρειές της και στο εγκληματικό αποτέλεσμα, δηλαδή την ανθρωποκτονία Σόντερς ή την απόπειρα έκρηξης στον Πειραιά. Με τίποτα.

Οι υλικοί κρίκοι αυτής της αιτιακής αλυσίδας λείπουν τελείως. Γι’ αυτό κάναμε και στις ερμηνείες του φαινομένου αυτά τα λογικά άλματα. Λείπουν οι υλικοί κρίκοι. Δεν περιγράφονται υλικά βήματα για να πας από το αίτιο δηλαδή την παροχή βοήθειας στο αιτιατό, στο ότι δηλαδή με αυτήν τη βοήθεια ενισχυτικά, βοηθητικά, αποδεδειγμένα ο κ. Κουφοντίνας ή ο κ. Ξηρός προέβησαν στην ανθρωποκτονία ή στην απόπειρα έκρηξης αντίστοιχα. Με τίποτα, ακόμα κι αν δεχόμασταν ότι ναι, λένε αλήθεια αυτές οι γυναίκες, έτσι όπως τα λένε είναι ακριβώς κλπ. Με τίποτα. Γιατί μπορεί να δοθεί μια παρουσία την προηγουμένη που υλικά δεν συνδέεται με καμία ενίσχυση με αυτόν τον αιτιακό τρόπο, μπορεί να ερμηνευθεί με χιλιάδες τρόπους, δεν υπάρχει καμία ασφάλεια Δικαίου να τις προσδώσει σε αυτό το βοηθητικό χαρακτήρα.

Επομένως από τη λογική που σας είπα ότι με τη συμμετοχική πράξη, τη λογική αυτής της προσέγγισης της θεωρητικής που είναι και η επικρατέστερη και η πλέον προοδευτική και η πλέον παρέχουσα ασφάλεια Δικαίου, με αυτήν την προσέγγιση ότι με την συμμετοχική πράξη ενισχύεται, δυναμώνεται, εξασφαλίζεται η επιτυχία της κύριας πράξης ως προς την έκβασή της, το αποτέλεσμα, όχι γενικά και αφηρημένα, ως προς τη συγκεκριμένη της έκβαση. Εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη επέλευση του αποτελέσματος. Με αυτή την έννοια δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί καμία απλή συνέργια.

Επίσης το άλλο στοιχείο αυτής της προσέγγισης ότι απαιτείται ο δράστης να ενισχύεται ή να διευκολύνεται σε σχέση με τη συγκεκριμένη πράξη, όχι γενικώς και αφηρημένα, δηλαδή σε έχω στο πλευρό μου γιατί νοιώθω καλά και είμαι καλά. Πρέπει να είναι καλά ή να σε έχω στο πλευρό μου για να με βοηθήσεις για την πράξη που κάνω όχι για να είμαι γενικώς καλά. Χρειάζεται δηλαδή αυτή η αιτιακή σύνδεση. Αν δεν υπάρχουν αυτά δεν μπορείτε να προχωρήσετε σε αξιολόγηση των δύο καταθέσεων προς αυτή την κατεύθυνση.

Με την έννοια δε ότι εδώ επειδή είναι θέμα ερμηνείας όπως σας είπα πριν, το ερμηνεύουμε πολλαπλώς το φαινόμενο των δύο καταθέσεων. Δεν είμαι καθαρή τι λέει το βούλευμα αλλά η εκδοχή να είναι πράγματι στο είδος της ψυχικής συνέργιας να ερμηνεύεται αυτή η υποτιθέμενη συμμετοχική εκδήλωση, εδώ είναι ακόμα πιο πολύπλοκο. Στην αιτιακή αλυσίδα πρέπει να αποδείξεις ότι πράγματι η βοήθειά σου, η ενίσχυσή σου επέδρασε πρώτα απ’ όλα στον ψυχισμό του άλλου ανθρώπου και επέδρασε στο βουλητικό επίπεδό του, τον παρότρυνε πιο αποτελεσματικά να προβεί στην πράξη. Ούτε σε αυτό έχουμε κανένα στοιχείο.

Το μοναδικό που υποτίθεται ότι ακούσαμε να ανταλλάσσεται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο ανθρώπους είναι «σκύψε κάτω›, αν είναι δυνατόν δηλαδή να ακούσεις κάποιον να λέει «σκύψε›. Αν δεν κάνετε δεκτή αυτή την προσέγγιση υπάρχουν και κάποιες άλλες εκδοχές που γίνονται και από άλλα Δίκαια δεκτές. Είναι αρκετά συντηρητικές και από το Ελληνικό Δίκαιο δεν γίνονται σε καμία περίπτωση δεκτές. Είναι αυτή η άποψη του γερμανικού ακυρωτικού που λέει ότι αρκεί για την ποινική ευθύνη του συμμέτοχου το γεγονός ότι βοήθησε απλά και μόνο την πράξη του αυτουργού γενικά και αφηρημένα χωρίς να ενδιαφέρει η οποιαδήποτε επίδραση της βοήθειας συγκεκριμένα στη διαμόρφωση του εγκληματικού αποτελέσματος.

Δηλαδή σου δίνω ένα κλειδί να μπεις σε ένα σπίτι να κλέψεις. Εσύ δεν το χρησιμοποιήσεις. Πας βάζεις μία σκάλα, είναι ανοιχτό το παράθυρο και μπαίνεις μέσα. Παρόλα αυτά λέει το γερμανικό ακυρωτικό βοήθησες γενικά την πράξη, συνέτεινες κι εσύ. Δεν το κάνει δεκτό η δική μας θεωρία αυτό. Χρειάζεται η επίδραση να είναι όχι γενικά στην πράξη του αυτουργού αλλά σε αιτιακή σύνδεση με το εγκληματικό αποτέλεσμα αυτής της πράξης, με την έκβαση της εγκληματικής πράξης.

Οι ερμηνείες που δίνονται από τον κ. Εισαγγελέα, από τον κ. Αναγνωστόπουλο κλπ μάλλον αυτό το πνεύμα εκπροσωπούν, ότι αφού ήταν εκεί, αφού είναι έξυπνη, αφού είναι σύντροφος, αφού την εμπιστευόμαστε κάτι θα βοήθησε, δεν ξέρουμε τι. Έγινε μετά και μία πράξη την επομένη ημέρα, ας πούμε λοιπόν ότι συνέβαλε κι αυτή γενικά και αφηρημένα. Δεν γίνεται δεκτό από το Δίκαιό μας αυτό. Δε γίνεται δεκτό, καμία απόφαση δεν βρήκα και αν βρέθηκε και καμία σφόδρα κριτική γίνεται εναντίον της, ότι εντάξει, γενικώς βοηθάμε και είναι επαρκές αυτό.

Επίσης υπάρχει μια άλλη άποψη που με κανέναν τρόπο δεν γίνεται δεκτή, ότι η συμμετοχή αυτή καθαυτή, η συμμετοχική δραστηριότητα είναι αφ’ εαυτής ένα έγκλημα αφηρημένης ή αφηρημένα συγκεκριμένης διακινδύνευσης. Θέλετε να το πάμε με αυτή τη λογική; Δε νομίζω κ.κ. Δικαστές. Δηλαδή να πούμε ότι για να βρεθεί εκεί τί άλλο είναι; Συμμετοχή.

Αφού λοιπόν αυτό το νόημα έχει η παρουσία της, που και αυτό είναι ένας προηγούμενος συλλογισμός, τελείως αυθαίρετος και παρακινδυνευμένος, αλλά σας λέω ας το δεχθούμε, και μόνο το γεγονός ότι είναι εκεί, εγκαθιδρύει ένα αυτόνομο έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης. Πάει δηλαδή και διακινδυνεύει αφηρημένα το έννομο αγαθό. Πολύ αντιδραστική προσέγγιση αυτό το πράγμα. Πάρα πολύ αντιδραστική προσέγγιση και προς τα εκεί κατατείνουν οι ερμηνείες που δίνει ο κ. Εισαγγελέας και ο κ. Αναγνωστόπουλος.

Κύριε Εισαγγελέα, το έχω παράπονο. Από πού το βγάζετε αυτό, ότι «η Αγγελική Σωτηροπούλου είναι βουτηγμένη στο έγκλημα›. Γιατί; Είναι και άλλη θεωρία επίσης, το conditio sine qua non, δεν είναι καν καθαρή τί λέει, ότι είναι ένας αιτιακός όρος η συμμετοχή και η πράξη, αλλά λείπει, μπορεί να και να λείπει μπορεί και να μη λείπει, εφόσον είναι όρος γενικά δεν μπορείς να εγκαθιδρύσεις συμμετοχή.

Η νομολογία μας σας λέω, ακόμα και στις περιπτώσεις που δέχεται την απλή παρουσία σαν όρο μοναδικό συμμετοχικής πράξης, αυτή την απλή παρουσία την τοποθετεί σε υλικές συνθήκες. Είναι ο τόπος του εγκλήματος την ώρα που διαπράττεται το έγκλημα, όχι την προηγούμενη, είναι κάτω από ειδικούς όρους, ο άλλος έχει δει τα όπλα, τα ρόπαλα, τα μαχαίρια και υποτίθεται ότι το να παρευρίσκεται ενισχύει ψυχικά τον άλλον την ώρα που τελεί την ανθρωποκτονία, όχι πριν δυο μέρες. Για να πάμε στον Πειραιά, δεν έχει αυτή την έννοια η περιγραφή που γίνεται για τη Σωτηροπούλου.

Επίσης η θεωρητική προσέγγιση που κάνει η νομολογία μας, έχει τον όρο ότι αυτή η αποτίμηση του αιτιώδους συνδέσμου γίνεται πάντα εκ των υστέρων, ex post. Δεν κάνει δηλαδή θεωρητικές τις κατασκευές που μπορούν να σταθούν και εκ των προτέρων τί θα μπορούσε να κάνει η Αγγελική Σωτηροπούλου στον τόπο εκεί της ενέργειας; Πρέπει εκ των υστέρων να δεις τί περιγράφεται ότι έκανε και να αποτιμήσεις αυτή την υλική σύνδεση.

Εκ των υστέρων πάντα, δηλαδή θα θεμελιώνεις τον αιτιακό σύνδεσμο εκ των υστέρων και με γνώμονα αυτά τα υλικά βήματα όπως σας είπα. Αυτό νομίζω ότι είναι το θεωρητικό πρόβλημα για την απλή συνέργια. Ήθελα να δείξω με αυτό ότι αυτά που λέμε ελαφρά τη καρδία, ότι εγώ δίνω αυτή την ερμηνεία, ο άλλος δίνει την άλλη, όλα αυτά έχουν ένα σοβαρό αντίκτυπο.

Κάνουμε επιστήμη εδώ πέρα, η απονομή δικαιοσύνης είναι και επιστήμη. Είναι κοινωνική λειτουργία αλλά είναι και επιστήμη, δε μπορούμε δηλαδή με αυθαίρετες και λαθεμένες επιστημονικές προσεγγίσεις να προσεγγίζουμε φαινόμενα σύνθετα και με κοινωνική βαρύτητα. Είναι πάρα πολύ σοβαρό, εγώ ειδικά το θεωρώ πολύ σοβαρό. Πρέπει το κάθε τι να το θεμελιώνουμε ορθά γιατί η επιστήμη είναι μια εγγύηση, η επιστημονική σκέψη είναι μια εγγύηση, είναι ένα ουδέτερο πράγμα σε μεγάλο βαθμό και είναι μια από τις μεγαλύτερες εγγυήσεις για απονομή δικαιοσύνης, για αποτίμηση καταστάσεων. Είναι μια από τις μεγαλύτερες εγγυήσεις. Χρειάζονται και αυτές οι προσεγγίσεις, δεν είναι σχολαστικισμός.

Θα σας πω μερικά γενικά πράγματα τώρα που θα τα συνδέσω και με τα δυο αυτά ζητήματα, της συμμετοχής και της απλής συνέργιας ώστε συνολικά πια να αποτιμήσουμε το θέμα. Πιστεύω ότι με τα δεδομένα που ερχόμαστε στο Δικαστήριο να κριθεί η Αγγελική Σωτηροπούλου, πρέπει να οδηγηθούμε, είμαι απόλυτα πεπεισμένη γι αυτό, στην πλήρη της αθώωση. Με την έννοια ότι δεν απεδείχθη ούτε η συμμετοχή στη 17Ν ούτε η διάπραξη απλών συνεργιών από μέρους της.

Αυτό βέβαια, επειδή με αυτά που σας είπα προηγούμενα φωτίζεται και βαρύνεται και προσδιορίζεται από μεγάλα πολιτικά ζητήματα, πολύπλοκες πολιτικές καταστάσεις, μας κάνει να μεταθέτουμε σε επίπεδο αποτίμησης στοιχείων της ίδιας της Σωτηροπούλου με μια σημειολογική λογική.

Είπα πριν ότι ο κ. Εισαγγελέας, καταλήγοντας στο πώς αντιμετωπίζει τη Σωτηροπούλου, λέει ότι ήταν βουτηγμένη στο έγκλημα και όπως είπα πριν το στηρίζει σε τέτοιες δευτερεύουσες παραμέτρους μετάθεσης του ζητήματος. Πράγματι η κα Σωτηροπούλου είχε δυο δεσμούς ζωής, έναν πρώτο σύντομο νεανικό γάμο και μια σχέση ζωής, μια βαθιά σχέση ζωής με τον κ. Κουφοντίνα.

Ένα μεγάλο ζήτημα που μπήκε εδώ από εσάς, σαν γνώμονας φαντάζομαι, σαν όρος προσέγγισης στα πράγματα, ήταν αν ήξερε ή δεν ήξερε. Ήξερε η κα Σωτηροπούλου, δεν ήξερε; Η ίδια νομίζω με έναν συνεπή τρόπο, επέμενε στο να σας δώσει το πώς βίωσε εκείνη αυτή τη συμβίωση κτλ. Όπως σας είπα και χθες, δε μπορούμε να σπεκουλάρουμε σ’ αυτά τα πράγματα, δεν ωφελούν και σε τίποτα, η ζωή είναι πολύπλοκη, η ανάγκη για μέτρα ασφαλείας στο πρόσωπο του κ. Κουφοντίνα ήταν εξαιρετικά αυξημένη, γιατί να μην ισχύει αυτό, όπως σας είπα και για το αποτύπωμα χθες;

Γιατί να μην ισχύει όσο μπόρεσε να ισχύει; Είπε στην απολογία της η Αγγελική ότι «από ένα σημείο και μετά κι εγώ είχα απορίες, ερωτηματικά, είχα κενά, του έλεγα να πάμε ένα ταξίδι και μου έλεγε ‘ο στρατός’, είχα κενά›. Αυτό όμως αρκεί για να πούμε ότι η κα Σωτηροπούλου ήταν βουτηγμένη στο έγκλημα; Αν διαβάσετε πράγμάτι το καταστατικό που σας έλεγα χθες της Οργάνωσης, αφιερώνει ένα ολόκληρο μέρος στις σχέσεις συνωμοτισμού, προσοχής κτλ.

Είπε κάτι άλλο η κα Σωτηροπούλου σε μια περίπτωση σχετικά με αυτό: «Με προφύλασσε και με απέκλειε›, έτσι το βίωνε, ένιωθε μαζί ένα, όπως το αποτιμά τώρα, εκ των υστέρων, ένα κλίμα αποκλεισμού και προφύλαξης. Είναι απίθανο να λειτούργησε αυτό το στάτους για πολλά χρόνια; Να την αποκλείει και να την προφυλάσσει ταυτόχρονα, προφυλάσσοντας και τον εαυτό του και την Οργάνωση; Δεν το βρίσκω καθόλου απίθανο.

Λέτε, «μα μπορεί να λειτουργήσει σε μια σχέση ένα τέτοιο πράγμα;› Νάτο πάλι το στερεότυπο, είπε ο κ. Εισαγγελέας «μα εγώ είμαι 35 χρόνια παντρεμένος, δε μπορώ απ’ τη γυναίκα μου....› Έχετε δίκιο, ο μέσος, συνετός κτλ. άνθρωπος, πράγματι είναι δύσκολο να το κάνει, αλλά κάνετε πάλι μια μετάθεση, το πάτε στον εαυτό σας. Εσείς δεν είστε ο κ. Κουφοντίνας ούτε γυναίκα σας η Σωτηροπούλου. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να ισχύει για μεγάλο χρόνο, για πολύ χρόνο. Γιατί όχι, να μη μπορεί;

Η κα Σωτηροπούλου είχε και μιαν άλλη ιδιότητα, μας το είπε αυτό περιφραστικά, προέρχεται από ένα παρελθόν κτλ., δεν ανοίγει κουτιά ανθρώπων εύκολα, σέβεται. Είδατε πόσο τόνισε στην απολογία της τον σεβασμό του να πράττει ο άλλος σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του, σύμφωνα με τις επιλογές του. Το σέβεται αυτό και αισθητηριακά, όπως έζησε, ευνοεί το να το σέβεται ένα παραπάνω.

Μπορεί λοιπόν κάλλιστα σε ένα μεγάλο βαθμό να λειτούργησε, μπορεί στο τέλος να μην ήταν τόσο εύκολο, μπορεί να είχαν συγκρούσεις αυτοί οι δυο άνθρωποι σ’ αυτό το θέμα, μπορεί η κα Σωτηροπούλου να αναζητούσε πια πολύ πιο βαθιές αλήθειες, δεν τα ξέρουμε αυτά κ.κ. Δικαστές και ούτε μπορούμε να τα μάθουμε, κι ούτε χρειάζεται να τα μάθουμε.

Γιατί να είναι κριτήρια αυτά τα πράγματα; Σίγουρα θα ήταν μια δύσκολη ζωή με αυτή την έννοια. Γιατί να πρέπει εμείς να μάθουμε τις λεπτομέρειες; Τί ωφελεί αν δε μπορούμε να στηρίξουμε αυτά τα πράγμα και να στοιχειοθετήσουμε αδικήματα, εγκλήματα κτλ.. Τί μας ενδιαφέρει στο κάτω κάτω εμάς ως Δικαστήριο, ως δικαιοσύνη; Δε μας ενδιαφέρει πώς βίωνε ακριβώς η κα Σωτηροπούλου, φαντάζομαι δύσκολα θα το βίωνε, δεν είναι μια ζωή εύκολη, αλλά είχε και άλλες πλευρές που εσείς δε μπορείτε να καταλάβετε.

Η αλληλεγγύη αυτών των δυο, το προσωπικό δέσιμο, μπορεί ένας μέσος συνετός μικροαστός να μη μπορεί να το βιώσει και να μην το καταλαβαίνει. Λέει ο κ. Αναγνωστόπουλος: «Μα, να μια άλλη απόδειξη ότι η κα Σωτηροπούλου είναι ένοχη. Γύριζε ο Κουφοντίνας και του έπιανε το χέρι›. Να άλλη μια απόδειξη, μια γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με κάτι τέτοιο, ή φεύγει ή κάνει και αυτή το ίδιο. Είναι λάθος αυτό κ.κ. Δικαστές, δεν κάνει το ίδιο μια γυναίκα. Πρώτα απ’ όλα είναι πια πολύς καιρός που οι γυναίκες ξετυλίξαμε από τα δεσμά τις ψυχές μας, το μυαλό μας, δεν είμαστε πια παραρτήματα κανενός, κοινωνικά μιλάω, όχι ατομικά.

Τα βγάλαμε αυτά από τα δεσμά τους. Γιατί λοιπόν δε μπορεί να συνυπάρξει μια τέτοια ένωση; Θα είναι δύσκολη, αλλά μπορεί να έχει πλευρές που ένας μέσος συνετός μικροαστός που γυρνάει στη γυναίκα του και είναι υπόλογος σε όλα δε μπορεί να τις βιώσει. Ή η κα Σωτηροπούλου μπορεί να εισπράττει απ’ αυτόν τον άνθρωπο πράγματα που μια μικροαστή δεν τα εισπράττει από τον μέσο συνετό άνθρωπο. Δεν είναι μια τρομερή πηγή έμπνευσης και δημιουργίας αφοσίωσης οι ιδέες κ.κ. Δικαστές;

Οι ιδέες έχουν μια τρομερή υλική δύναμη. Είδα πώς βιώνετε εσείς ειδικά τον κ. Κουφοντίνα. Δημιούργησε έναν σεβασμό εδώ πέρα, το ότι εμμένει σε ιδέες και τις υπερασπίζεται. Γιατί στη γυναίκα του αυτό δεν έπρεπε να δημιουργεί σεβασμό, αφοσίωση, έμπνευση; Γιατί έπρεπε δηλαδή ή να μείνει ή να φύγει, ή να μείνει κάνοντας πολιτικά εγκλήματα ή να φύγει; Σας είπα και χθες, η θεωρία είναι γκρίζα, το δέντρο της ζωής είναι πράσινο. Έχει απεριόριστες και πολύπλοκες εκδοχές. Δε χρειάζεται δηλαδή να κάνω εγκλήματα για να είμαι κοντά σε έναν άνθρωπο.

Μπορεί και να διαφωνούσε η κα Σωτηροπούλου αν κάτι κατάλαβε, αν κάτι δε μπορούσε να ελέγξει στη ζωή τους, γιατί φαντάζομαι προς το τέλος που είπε «είχα κάποια προβλήματα›, αυτό εννοούσε, ότι της συνέβαιναν ανεξέλεγκτα πράγματα. Πού ξέρουμε εμείς αν δεν έκαναν πικρές συγκρούσεις στο προσωπικό επίπεδο αυτοί οι άνθρωποι, μεταξύ τους; Ότι τί θα αποκάνουμε εδώ πέρα;

Αυτά δεν τα ξέρουμε, κι εγώ καταχρηστικά τα λέω, αλλά επειδή δόθηκε μεγάλη έμφαση σε αυτό το ζήτημα, ακόμα και με τον ισχυρισμό της Πολιτικής Αγωγής «πώς τον παντρεύτηκες μετά από όλα αυτά;›, είναι ένα πραγματικό ερώτημα για έναν μέσο συνετό άνθρωπο, αν και όχι σ’ αυτό το επίπεδο. Όλοι οι κρατούμενοι, βαρυποινίτες κτλ. είναι παντρεμένοι κ. Εισαγγελέα και οι γυναίκες τους τρέχουν με τις τσάντες έξω από τη φυλακή και είναι ίσως οι εκδηλώσεις της μεγαλύτερες αλληλεγγύσης εκεί πέρα.

Γιατί ο άλλος έχει μπει στην τροχιά της προσωπικής του τραγωδίας πια. Αυτό δεν το καταλαβαίνει ο κ. Αναγνωστόπουλος; Ο σύντροφος της κας Σωτηροπούλου τώρα διανύει τη δική του τροχιά τραγωδίας και αυτό το αισθάνεται ο σύντροφος. Είπε η κα Μάτσα ότι αν παντρεύτηκε η κα Σωτηροπούλου ήταν και μια πράξη αντίστασης σ’ αυτό το κλίμα, στην απαξίωση του ανθρώπου που εκτιμά και αγαπάει. Ήταν και συμβολική δηλαδή. Γιατί δεν μπορούμε να καταλάβουμε; Γιατί όλα πρέπει να είναι μονοσήμαντα με κριτήριο έναν συντηρητικό άνθρωπο που πάει στη γαλήνια ροή των γεγονότων;

Κάτι άλλο που ενισχύει αυτή την άποψη ότι η κα Σωτηροπούλου μπορεί να ήταν και σε μια διαφοροποιημένη σχέση του ζεύγους. Μου κάνει εντύπωση, παρακολουθώντας τα υλικά στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, στοιχεία της ζωής της τα τελευταία χρόνια. Πώς να το κάνουμε; Όταν είσαι ένα μέλος μιας Οργάνωσης και συμμετέχεις σε πράξεις ένοπλης βίας, έχεις ένα άλλο στίγμα ζωής, είσαι λίγο πιο ερμητικά κλειστός στον κόσμο.

Δηλαδή μια γυναίκα, μια τρομοκράτισσα, οι γυναίκες των Ερυθρών Ταξιαρχιών, οι Γερμανίδες τρομοκράτισσες, δεν ήταν του στυλ της κας Σωτηροπούλου, ήταν γυναίκες που ήταν ερμητικά κλειστές στον καθημερινό κόσμο. Η κα Σωτηροπούλου, η ζωή της είναι ανοιχτή προς τον κόσμο. Χτίζει το σπίτι της, κάνει το παιδί της, πάει στο ανοιχτό Πανεπιστήμιο, νιώθει μια ανάγκη να σπουδάσει, έχει φίλους. Κάνει δηλαδή πράγματα που αν έπαιρνε μέρος ως συμμέτοχος σε πράξεις τέτοιες, δε θα ήταν αυτού του στυλ. Αυτό σας λέω να σκεφτείτε.

Μια γυναίκα που πήγε την προηγούμενη και πήρε μέρος σε μια ενέργεια δεν πάει να διαπραγματεύεται, προσπαθεί να φτιάξει έναν χώρο στην φωτεινή πλευρά της, την καθημερινή ας την πω καλύτερα για να μην παρεξηγηθώ. Η συμμετοχή με αυτόν τον τρόπο που απαιτεί ο νόμος, είσαι συμμέτοχος, έχεις έναν δόλο, αποδέχεται δηλαδή να γίνουν αυτά τα εγκλήματα που περιγράφονται, το αποδέχεσαι, το επιδιώκεις. Δεν είναι μόνο η συμμετοχή αντικειμενική. Είναι και δόλος διάπραξης αυτών των πράξεων που απαριθμούνται με ένα συνεκτικό σκοπό.

Ένας λοιπόν άνθρωπος που έχει αυτή την ψυχική προσέγγιση δεν πάει να διαπραγματεύεται με τους εργάτες, να τρέχει στο Πανεπιστήμιο, να φροντίζει το παιδί του να μάθει βιολί κτλ. Την κατηγορήσατε ότι έπαιξε και έβγαλε και κάποια λεφτά, δηλαδή βλέπω να τη μελετάτε όλον αυτό τον καιρό. Τη μελετάτε γιατί είναι οριακή περίπτωση. Σας είπα, έχει πάρα πολλά χαρίσματα αυτή η γυναίκα. Είναι ζωντανή, είναι ορμητική, αλλά μαζί έχει μια ταπεινοφροσύνη, μια λιτότητα, είναι ένας άνθρωπος με καλές ιδιότητες.

Τη μελετάτε λοιπόν, και εσάς σας απασχολεί. Έχει αρχές, προέρχεται από ένα παρελθόν που βίωσε τον πόνο, ξέρει τί θα πει πόνος. Είναι πολιτικοποιημένη, αλλά δεν έχει την ύπαρξη ενός ανθρώπου είναι ερμητικά κλειστός, όχι για λόγους κακίας, αλλά για λόγους συνωμοτισμού. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, διάβαζα σε ένα βιβλίο, από τη στιγμή που άρχισαν πια να προχωρούν σε βαρύτητα πράξεων ένοπλης λαϊκής βίας, βγήκαν στην παρανομία όλοι.

Ο κ. Κουφοντίνας με την κα Σωτηροπούλου είναι μια ειδική περίπτωση που πρέπει να την αποτιμήσετε στην πολυπλοκότητά της, όχι με κλισέ, με αφηρημένες κατασκευές, μην της φορέσετε καπέλο αφηρημένες κατασκευές αυτής της γυναίκας. Είναι μια ειδική περίπτωση, έχει αρχές, στέκεται ακλόνητη στο πλευρό του, νομίζω ότι μπορεί να καταλάβει τί σημαίνει παλεύω για την επανάσταση, «να φτιάξω τον κόσμο όπως λέει η ίδια›, τη χρησιμοποιεί αυτή την έκφραση.

Το καταλαβαίνει και το σέβεται, αλλά μπορεί να μην επέλεξε η ίδια τον ίδιο δρόμο. Η ίδια σα να φαίνεται ότι προσπαθεί να τραβηχτεί και προς τη γαλήνια ροή των γεγονότων. Να έχει ένα σπίτι, να έχει ένα υπόγειο, να φτιάξει τα μελίσσια της, να βγάλει κάποια εισοδήματα. Δείτε το και απ’ αυτή την πλευρά. Αν ήταν η τρομοκράτισσα που τρώει των ληστειών γιατί δεν μπορεί αλλιώς να υπάρξει δεν θα τα έκανε αυτά τα πράγματα.

Πάει και παίρνει επιδοτήσεις, τραβιέται στις εφορίες, είναι κάτι διαφορετικό από τον κ. Κουφοντίνα. Σε ενότητα μαζί του, αλλά είναι διαφορετικό. Δείτε το λοιπόν απ’ αυτή την άποψη, αποτιμήστε το έτσι για να προσεγγίσετε έτσι το τί είναι αυτή η γυναίκα. Γιατί άλλα στοιχεία δεν έχουμε γι αυτήν.

Ήδη από το στάδιο της ανάκρισης ζητήθηκε από την κα Σωτηροπούλου και προσκόμισε χαρτιά, αποδείξεις, δε νομίζω ότι προέκυψαν κενά. Έγινε πολύς λόγος γι αυτό το σπίτι. Όταν έπρεπε να σας προσκομίσουμε τη φωτογραφία, πήγαμε και εμείς εκεί.

Κύριοι Δικαστές, είναι ένα αγροτόσπιτο σε πολύ ωραίο σημείο, αισθητικά διαφορετικό από αυτά με τις βεράντες που χτίζουν οι άνθρωποι αλλά είναι ένα απλό αγροτικό σπίτι με ταπεινά υλικά χτισμένο, μια ταπεινή κατασκευή, γιατί και το σπίτι δαιμοποιήθηκε. Δεν είναι το σπίτι που περιγράψανε.

Σε έφερα μια εφημερίδα, τη «Χρυσή ευκαιρία›. Το τετραγωνικό μέτρο εκεί μια και υπήρχε ο κίνδυνος να γίνει η χωματερή και θα γίνει δηλαδή στα 2 χιλιόμετρα, υπήρχε ο κίνδυνος να γίνει και πιο κοντά, είναι κάτω και από τις 200.000 και μπορεί να φτάσει τα εκατομμύρια που έλεγε η πολιτική αγωγή, δεν τα συγκρατώ εγώ, με τα λεφτά τα μπερδεύω. Αν χτίσεις ένα σπίτι στη Φιλοθέη προδιαγραφών, σας είπα είναι ένα λιτότατο απλούστατο σπίτι.

Για το περίφημο εξοχικό στην Γαύδο δόθηκαν εξηγήσεις, είχε αγοραστεί από την αδελφή της νομίζω ένα κομμάτι και έριξαν έναν κύβο τσιμεντένιο και πήγαν τα καλοκαίρια, μετά από καιρό βέβαια γιατί όπως σας είπε η ίδια οι φοβερές διακοπές που λέει ο κ. Εισαγγελέας είχαν για οροφή τα αστέρια -το είπε η ίδια- για χρόνια και για χρόνια. Αυτές ήταν οι διακοπές στην Γαύδο. Ήταν σε δωμάτιο που είχε ταβάνι τα αστέρια.

Η αποθήκη στην Κερατέα κι αυτή είναι χωρίς παράθυρα νομίζω, ένα μικρό παράθυρο έχει. Είναι μια αποθήκη. Για όλα αυτά σας φέραμε έγγραφα, τα σχολιάσαμε. Νομίζω έχουν επαρκώς εξηγηθεί. Δεν νομίζω εγώ τουλάχιστον ότι χρειάζεται, δεν σκέφτομαι κάτι ιδιαίτερο το οποίο πρέπει να σας αναφέρω εδώ πέρα ξανά.

Επίσης να σας πω ότι οι μάρτυρες όλοι περιέγραψαν πόσο λιτά ζούσε. Οι κοντινοί τους φίλοι ήταν όλοι κανονικοί, ταπεινοί, απλοί άνθρωποι. Περιέγραψαν ότι αυτό το ζευγάρι ήταν η αποθέωση της λιτότητας, της μαζεμένης ζωής, της φτωχιάς ζωής ως ένα μεγάλο βαθμό δηλαδή από άποψη υλικών αγαθών, εξόδων κλπ.

Σας τα λέω όλα αυτά καλώντας να τα αποτιμήσετε και να αποφορτίσετε αυτό το κλίμα δαινομοποίησης που έχει εξακολουθεί γι’ αυτήν τη γυναίκα και φορτίζει και εμποδίζει την νηφάλια τοποθέτηση των στοιχείων που έχουμε ώστε να φτάσουμε σε ένα αθωωτικό συμπέρασμα.

Κάτι άλλο να σας αναφέρω κλείνοντας. Ακόμα κι αν πείτε ότι έχετε κάποια στοιχεία που σας βάζουν σε κάποια σκέψη, που σας είπα ότι δεν συμφωνώ μαζί σας, ακόμα και αυτό δεν νομίζω ότι αυτά τα στοιχεία μπορούν κ. Πρόεδρε (το λέω ειδικά σε σας) να γεμίσουν την ελάσσονα πρόταση ενός δικανικού συλλογισμού αυτά τα υλικά στοιχεία που έχετε για να στοιχειοθετήσετε ή να μην στοιχειοθετήσετε την ενοχή σας. Πρέπει να βάλετε κάποια στοιχεία στην ελάσσονα πρότασή σας. Δεν πρέπει; Για να την υπαγάγετε μετά στις φόρμουλες της συμμετοχής της απλής συνέργιας.

Ακόμα κι αν νομίζετε ότι ταλαντεύεστε για κάποια πράγματα πιστεύω ότι με καμία έννοια δεν μπορείτε να μου πείτε εδώ πέρα ότι έχετε διαμορφώσει μια βεβαιότητα για όλα αυτά τα ζητήματα. Καταλαβαίνετε γιατί το λέω αυτό. Καταλαβαίνετε ποια είναι η σκέψη μου.

Λέγοντας λοιπόν αυτά νομίζω ότι τα βασικά σας τα είπα. Θα σας καταθέσω αυτές τις 35 αποφάσεις. Θα μπορούσα και όλες να σας τις σχολιάσω αλλά νομίζω δεν χρειάζεται. Είναι όλες με πραγματικά περιστατικά όπως σας εξήγησα. Και κάποια άλλα έγγραφα που σας ανέφερα στην αγόρευσή μου. Δίνω το λόγο στην κα Κούρτοβικ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας ευχαριστούμε. Σε αυτό το σημείο διακόπτουμε για 10 λεπτά.

ΔΙΑΚΟΠΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Δεν βλέπω και κανέναν άλλο να με διαδεχθεί κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήρθε ο κ. Παπαδάκης για συμπαράσταση.

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Ο κ. Παπαδάκης όμως δεν μπορεί να μιλήσει για τον κ. Γιωτόπουλο απ’ ότι ξέρετε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶λλωστε έχετε εδώ τους δημοσιογράφους, σας ακούνε όλοι. Αλίμονο!

Β. ΜΑΡΚΗΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Δεν έχω ιδέα κ. Μαρκή. Όσο μου επιτρέψετε. Όταν αρχίσετε να φωνάζετε πάρα πολύ θα σταματήσω και θα φύγω. Σίγουρα δεν θα προχωρήσω σε άλλη μέρα από την σημερινή. Για να κρατήσετε τις αντοχές σας και την υπομονή σας λέτε; Δεν το ξέρω ούτε κι εγώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, για να ξέρουμε πόσο θα κρατήσει η ευχαρίστηση να σας ακούμε. Αλλά θα ήθελα να πω ότι η θέση σας μετά την κα Βαγιανού είναι λιγάκι δύσκολη. Να δούμε τι άλλο μπορούσε να πει κάποιος θεωρητικά. Εγώ έχω βάλει στο μυαλό μου 2-3 πράγματα ότι μπορεί να πει κάποιος. Να δούμε, θα τα πείτε αυτά ή θα βρείτε και άλλα;

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Δεν είναι μόνο μετά την κα Βαγιανού η οποία όντως κάλυψε πλήρως το ζήτημα της συγκεκριμένης κατηγορούμενης και με αφόπλισε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πράγματι.

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Είναι και οι 25 αγορεύσεις που έχουν προηγηθεί. Οπωσδήποτε μειώνουν τρομερά και καταλαβαίνω ότι εξαντλείται και η ανοχή σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρόλα αυτά έχετε το λόγο.

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Θα μου επιτρέψετε πάντως να κάνω μία παρατήρηση. Ότι αυτή την εξάντληση της υπομονής σας και της ανοχής σας κάποιες φορές τις προηγούμενες ημέρες είδα να εκφράζεται έως και σε βαθμό δυσφορίας έναντι των συνηγόρων που παίρνουμε το λόγο και ήδη ξεκινώντας και εγώ έχω από σας ήδη τα δείγματα.

Εγώ θέλω να σας πω κάτι, σας προικίζει ο νόμος και η πρακτική των Δικαστηρίων με πάρα πολλά, με απίστευτα δικαιώματα απέναντι στους συνηγόρους και σας θέτει μια μόνο υποχρέωση, την υποχρέωση να μας ακούτε και να μας ακούτε χωρίς να μας διακόπτεται. Κι αυτή δεν την εκπληρώνετε παρά μόνο με δυσανεξία και με δυσφορία με τρόπο ώστε να προβληματιζόμαστε, θα αποβαίνει υπέρ ή κατά του κατηγορούμενου που υπερασπιζόμαστε το να πάρουμε το λόγο και να μιλήσουμε. Τότε αντιστρέφεται η αξίωση του νόμου, αντιστρέφεται η αξία του δικαιώματος.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Εγώ θα μιλήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελέας είναι σοφός και ακούτε τον καμία φορά. Κάτι ξέρει και αυτός.

Ι. ΚΟΥΤΡΟΒΙΚ: Εννοείτε ότι αποδίδοντας ανάλογα το Δικαστήριο τι θα πρέπει να πράξει;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε το λόγο επί της υπόθεσης.