Πολιτική
Δευτέρα, 17 Νοεμβρίου 2003 20:04

Ανεπίσημα πρακτικά Δίκης 17Ν (17/11/2003) Μέρος 5/7

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Συνεχίζει ο κ. Ραχιώτης.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Έλεγα κ. Πρόεδρε ότι πολλά προβλήματα υπάρχουν με τις απολογίες του Ξηρού, τα οποία ενδεχομένως στο μέλλον μπορεί να εκτιμηθούν ως σημαντικότερα απ’ ότι εκτιμούνται τώρα. Γι αυτό έγινε και μια αναστροφή τους τελευταίους μήνες της Δίκης όπως θα παρατηρήσατε, ότι δόθηκε πολύ το βάρος σε αυτή τη συνέντευξη που έδωσε ο Ξηρός.

Και η επιχειρηματολογία ήταν σαφής: «Καλά εκεί που ήταν στη διάθεση των Αρχών, αλλά με αυτή τη συνέντευξη, τί γίνεται εδώ;› Σε αυτό το στάδιο της αγόρευσής μου θα αναφερθώ μόνο νομικά σε αυτό το ζήτημα και θα πω το εξής: Πρόκειται για μια τηλεφωνική τηλεοπτική συνέντευξη, αυτή τη συνέντευξη που σχολιάζεται συνεχώς, διάβασε και ο κ. Εισαγγελέας εδώ, και ο κ. Αναγνωστόπουλος.

Αυτή τη συνέντευξη δεν την είδαμε ούτε την ακούσαμε. Δικονομικώς, ως γεγονός είναι ανύπαρκτη. Μας έφερε η Πολιτική Αγωγή ένα κείμενο που συνέταξε η ίδια και μας λέει ότι είναι απόσπασμα μιας συνομιλίας μεταξύ ενός δημοσιογράφου και του Ξηρού. Εγώ θα έλεγα ότι ο δικηγόρος που συνέταξε αυτό το απόσπασμα, δεν είναι αποδεικτικό μέσο και επιπλέον δεν επιβεβαιώθηκε από κανένα άλλο στοιχείο. Μια τηλεφωνική συνομιλία ή μια τηλεοπτική εκπομπή, υπάρχει η γνωστή διαδικασία για να ληφθεί υπόψη. Πρέπει να διατάξετε να γίνει πρακτικό απομαγνητοφώνησης, να έρθει όλο το κείμενο κ.ο.κ.

Επιπλέον ως αποδεικτικό μέσο δεν είναι ούτε πλήρες. Όπως είδατε και είδα, σταματά στη σελίδα 25, είναι το επιλεκτικό απόσπασμα που ο συνάδελφος κατέγραψε και σας έφερε στο Δικαστήριο. Ένα κείμενο που συντάσσει ένας δικηγόρος της Πολιτικής Αγωγής για να βεβαιώσει ένα γεγονός εναντίον του αντιδίκου του, υπό καμία έννοια δεν μπορεί να αποτελεί αποδεικτικό μέσο για το Δικαστήριο. Δικονομικώς λοιπόν νομίζω ότι δεν μπορεί να αξιολογηθεί αυτή η συνέντευξη. Θα επανέλθω σ’ αυτό στην ουσία, αλλά όσον αφορά το δικονομικό μέρος είναι αυτή η θέση μου.

Έγινε αρκετή κριτική για τα θέματα των προανακριτικών απολογιών χωρίς δικηγόρους. Η μεθόδευση είναι ολοφάνερη και ισχύει και για τον Γιωτόπουλο. Τον ρωτήσατε πολλές φορές εδώ εσείς «γιατί δεν ομολογήσατε αφού ήσαστε χωρίς δικηγόρο› ή «πώς ασκήθηκε βία και εσείς δεν ομολογήσατε;› Η μεθόδευση των Αρχών έχει σημασία. Εγώ θα έλεγα ότι αυτό που αξίζει να παρατηρήσετε ως Δικαστήριο, γιατί συνειρμούς μπορεί να κάνει ο καθένας και επιχείρημα μπορείς να βρεις για οποιαδήποτε άποψη, εκείνο που γι αυτό το ζήτημα αξίζει να παρατηρήσετε από την προανακριτική απολογία του δικού μου εντολέα, είναι ότι η δήλωσή του ότι αρνείται την κατηγορία, έχει καταχωρηθεί σε αυτό το χώρο ακριβώς που πρέπει να δηλώσει αν θέλει να ασκήσει τα δικαιώματά του ή δε θέλει.

Ακριβώς για να μην του θέσουν το ερώτημα «θέλεις δικηγόρο; Θέλεις αντίγραφα της δικογραφίας;› γιατί έπρεπε να βεβαιώσουν εκεί τί απαντά ο κατηγορούμενος, δείτε την προανακριτική απολογία του Γιωτόπουλου και θα δείτε ότι ούτε καν ερωτήθηκε γι αυτό και σε αυτό το χώρο καταχωρήθηκε η απάντηση ότι αρνείται την κατηγορία. Δηλαδή η μεθόδευση κατά τη γνώμη μου είναι πλήρης και αφορούσε τους πάντες, πολύ περισσότερο περιπτώσεις σαν του Παύλου Σερίφη που στήθηκε μια ειδική ανάκριση, για να προλάβουν ό,τι είχαν στο μυαλό τους να προλάβουν εκείνη την ώρα και επιπλέον ότι όλοι οι κατηγορούμενοι με το που τους δόθηκε η δυνατότητα, αμέσως μετά βρήκαν δικηγόρους.

Θα ήθελα να κάνω μια γενική τοποθέτηση για το βούλευμα, πριν προχωρήσω μετά ειδικότερα σε αυτά που αφορούν τον εντολέα μου. Η αίσθηση που σου δίνει το βούλευμα όπως το διαβάζεις, είναι ότι επιχειρείται μια τέτοια διεύρυνση του αξιοποίνου, που να αποκλείει κάθε δυνατότητα υπεράσπισης. Τί εννοώ: Θα σας αναφέρω ελάχιστα παραδείγματα για να μην πλατιάζω.

Εισάγεται η υπόθεση για παραγεγραμμένες πράξεις με μέσο την αλλαγή του νομικού χαρακτηρισμού της κατηγορίας. Κάνουμε τη ληστεία ιδιάζουσας σκληρότητας, πάμε την παραγραφή στα 20 χρόνια και την εισάγουμε και αυτή να δικαστεί. Θα έλεγα βέβαια ότι ξεχάστηκε εδώ ότι η απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, περσινή, είπε ότι η πράξη πρέπει να κρίνεται με τη βασική πράξη. Βέβαια τότε είχε να αντιμετωπίσει θέματα παραγραφής και είπε ότι πρέπει να κριθεί με την βασική πράξη, όχι με την επιβαρυντική ή με την ελαφρυντική περίσταση.

Αυτό έχει εφαρμοστεί κατά κόρον στις ελαφρυντικές περιστάσεις, εδώ το αντιστρέψαμε και βάλαμε δηλαδή με την επιβαρυντική περίσταση. Ήταν με απόπειρα ανθρωποκτονίας στη Σπάρτη, τη θυμάστε, είναι γνωστή, πήγε στην πλήρη Ολομέλεια μάλιστα αυτή η υπόθεση. Εδώ ακριβώς γίνεται το αντίστροφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Έχουμε ένα Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο σας είπε πριν από ένα χρόνο ακριβώς το αντίθετο γι αυτό το ζήτημα, τους είπε μάλλον, σε αυτούς που συνέταξαν το βούλευμα. Είδαμε να αναβαθμίζονται όλες οι σωματικές βλάβες για τις οποίες ήδη είχε ασκηθεί δίωξη, σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο. Αναφέρομαι στις περιπτώσεις των ΜΑΤ, Παλαιοκρασσά, την επικίνδυνη σωματική βλάβη στη Χρεμωνίδου, βαριές σωματικές βλάβες στις περιπτώσεις Ταρασουλέα, Παπαδημητρίου κτλ.

Ουσιαστικά η αίσθηση που αποκτάς απ’ αυτό το βούλευμα είναι ότι καταργήθηκε το έγκλημα της σωματικής βλάβης από τον Ποινικό Κώδικα. Έχουμε μια τέτοια διεύρυνση του ενδεχόμενου δόλου σε όριο που μετατράπει όλα τα εγκλήματα κατά της σωματικής ακεραιότητας, σε απόπειρες ανθρωποκτονίας.

Η περίπτωση του Ανδρουλιδάκη κατά τη γνώμη μου είναι η πιο χαρακτηριστική σε αυτή την περίπτωση. Εδώ πέρα είχαμε μια βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, αυτό προκύπτει ευθέως και από την προκήρυξη, και από το ότι μπορούσαν να τον σκοτώσουν απ’ όλα τα υπόλοιπα, με συνέπεια το θάνατο του παθόντος. Εγώ αποδέχομαι τους συλλογισμούς σας κ. Εισαγγελέα πάνω σ’ αυτό το ζήτημα.

Αυτή όμως ακριβώς η τυποποίηση της πράξης προβλέπεται από το 311. Είναι βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη με συνέπεια το θάνατο του παθόντος. Και εδώ ακόμα που είχατε ad hoc τυποποίηση στον Ποινικό Κώδικα και που όλο το πραγματικό υλικό εκεί πήγαινε, και αυτή ακόμα τη μετατρέψατε σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο.

Από αυτό το βούλευμα θα μείνουν ιστορικές κάποιες διατυπώσεις, θα μείνουν στη νομική μας ιστορία και βέβαια δεν θα καταχωρηθούν ως λαμπρές σελίδες. Σας θυμίζω τη διατύπωση για τον Σερίφη και αντιγράφω επί λέξει από το βούλευμα: «Η αποχώρησή του δεν επιβεβαιώνεται από άλλο περιστατικό πλην της απολογίας του Παύλου Σερίφη›.

Ποια είναι η σκέψη: Αφού υπάρχει μόνο μία απόδειξη ότι δεν τέλεσες το έγκλημα, αυτό συνιστά αποχρώσα ένδειξη ότι το τέλεσες και σε παραπέμπω. ¶λλη διατύπωση του βουλεύματος: «Δεν προέβησαν σε ενέργεια που να δείχνει σαφή βούληση αποχώρησης›. Επί λέξει διατύπωση και αυτή. Συμπέρασμα από τη διατύπωση: Αφού δεν διαπιστώθηκε δόλος μη τέλεσης του εγκλήματος αυτό σημαίνει ότι υπάρχει αποχρώσα ένδειξη ότι τελέστηκε.

Τί καλύτερη επιβεβαίωση για την απονομιμοποίηση του Ποινικού συστήματος, αυτό που σας έλεγα προηγουμένως, μπορεί να βρει κανείς από αυτές ακριβώς τις διατυπώσεις που σας διάβασα: Είχαμε μια συμπλοκή καταστάσεων σε αυτή την υπόθεση που ενδεικτικά αναφέρω τον περιορισμό της επικοινωνίας με τους συνηγόρους κατά τη διάρκεια της προδικασίας, τη στέρηση με νόμο δικαιωμάτων όπως τον αναιρετικό έλεγχο, αυτή την αφόρητη διεύρυνση της κατηγορίας με το βούλευμα, τη χρονικά συνοπτική ανάκριση, την προανάκριση με την έλλειψη υπερασπιστικών δικαιωμάτων που σας ανέφερα, την προσκομιδή αποδεικτικών μέσων στη διάρκεια της διαδικασίας, που τυπικά η αίσθηση που μένει στον υπερασπιστή είναι ότι η Δίκη γίνεται τυπική, ουσιαστικά οδηγεί δηλαδή στην απώλεια του πρώτου βαθμό για τον κατηγορούμενο.

Βάλτε πάνω σε αυτά την εκστρατεία πλύσης εγκεφάλου για την εμπέδωση μιας βεβαιότητας ενοχής ώστε το κοινό αίσθημα να λειτουργήσει πιεστικά και στον Δικαστή και στον κατηγορούμενο. Αυτό ουσιαστικά είναι η παράβαση του δικαιώματος σε δίκαιη Δίκη, το να εμπεδώνεις άποψη στην κοινωνία από πριν γι αυτό που μένει να κριθεί, ειδικά όταν αυτό προέρχεται από κρατικούς παράγοντες, από την κυβέρνηση δηλαδή και από κρατικά ΜΜΕ.

Ουσιαστικά για τον πελάτη μου υπήρξε η φροντίδα όλη να εμπεδωθεί η άποψη ότι είναι ο αρχηγός της 17Ν, ότι είναι ηθικός αυτουργός όλων των μελών, πριν καν δικαστεί, πριν τεθούν αυτά τα ζητήματα εδώ που είδατε με πόση δυσκολία προχωρά η οποιαδήποτε άποψη γύρω απ’ αυτά. Όμως η καμπάνια έγινε προηγουμένως. Ουσιαστικά δηλαδή αποσκοπήθηκε στο να περιοριστεί ο ίδιος ο δικός σας ο ρόλος. Να σας περιορίσουν δηλαδή την ανεύρεση μιας φόρμουλας για την καταδίκη.

Είναι λυμένο το πρόβλημα, αυτό το κομμάτι της δουλειάς θέλουν να αφήσουν σε εσάς, είναι απλώς να βάλετε τη σωστή φόρμουλα, την πιο ευπρόσωπη φόρμουλα σε τελευταία ανάλυση. Αυτό είναι το πλαίσιο που βγήκε πάνω κι έξω από σας. Συνδυάστε με αυτά και την ειδική νομοθεσία για την επιλογή των δικαστών. Ουσιαστικά οδηγηθήκαμε στη σύσταση ενός ad hoc Δικαστηρίου για να δικάσει μια εκ των προτέρων γνωστή υπόθεση.

Τελικά διερωτάται κανείς: Πού ακούστηκε ο Δικαστής την σήμερον ημέρα, να διορίζεται με βάση την υπόθεση; Αυτά τα είχαμε ξεπεράσει όχι μόνο απ’ όταν θεσμοθετήθηκε η κλήρωση στην Ελλάδα αλλά και πριν ο Προϊστάμενος δεν όριζε με βάση την υπόθεση. Με αυτή τη νομοθεσία περάσαμε σε ένα καθεστώς που ο Δικαστής της υπόθεσης ορίζεται ουσιαστικά με βάση την υπόθεση. Σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα, επειδή σας αφορά εσάς πρώτα-πρώτα, νομίζω ότι ο Δικαστής δε μπορεί να εμφανίζεται σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου.

Είχατε τη δυνατότητα να μην εφαρμόσετε αυτή τη διάταξη σαν αντισυνταγματική, όχι γιατί σας έγινε μια ένσταση αντισυνταγματικότητας από κάποιον δικηγόρο της Υπεράσπισης, αλλά κυρίως γιατί έπρεπε να περιφρουρήσετε τη μεγαλύτερη κατάκτηση των δικαστών τα τελευταία χρόνια, την κλήρωση. Αυτός που σας αποσυμπλέκει δηλαδή από τη διοικητική διαδικασία και σας συσχετίζει με τους γνωστούς τρόπους με υποθέσεις.

Αυτό ήταν μια κατάκτηση πρώτα-πρώτα του δικαστικού σώματος, της αξιοπιστίας του δικαστικού σώματος. Αυτό το πράγμα το απεμπολήσατε και δυστυχώς το χρεωθήκατε. Αλλά για να είμαι δίκαιος σε αυτό το πράγμα, θέλω να πω ότι υπήρξαν πάρα πολλοί Εφέτες που με διάφορους τρόπους προσπάθησαν, πρότειναν να εξουδετερώσουν αυτή την κατάφορη οπισθοδρόμηση είτε με συστήματα επιλογής, με ένα αντικειμενικό σύστημα είτε με μια πρώτη κλήρωση κ.ο.κ.

Δυστυχώς τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έγινε δεκτό και αυτό είναι το δικό σας μερίδιο της ευθύνης. Δεν είναι όλα σε κάποιους άλλους, Αμερικάνους ή κρατικούς παράγοντες, ή σε οποιονδήποτε άλλον. Ο καθένας τελικά από εμάς εδώ θα χρεωθεί κάποια πράγματα.

Η Δίκη καθαυτή: Βεβαίως το κύριο σε μια δίκη πάντα είναι η απόφασή της. Αυτό είναι δεδομένο και αυτονόητο. Αλλά τελικά, η διαδικασία της δίκης όπως διεξάγεται από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου και τους Εισαγγελείς του κυρίως, γιατί αυτά είναι τα πρόσωπα που συμμετέχουν εντονότερα στη διαδικασία, αλλά και οι παρεμπίπτουσες αποφάσεις, εν πολλοίς καθορίζουν αλλά και προαναγγέλουν την κατεύθυνση των πραγμάτων.

Ένα Δικαστήριο σε μια δίκη τέτοιας φύσης αλλά και ίσως και άλλες ανάλογες δίκες, όχι τόσο έντονα πολιτικής δίκης, έχει δυο δυνατότητες μπροστά του, έχει δυο επιλογές να κάνει. Η μία είναι να σταθεί σαν δικαστήριο-κριτής, δηλαδή να σταθεί αποστασιοποιημένο από την αντιδικία των δύο ή των τριών πλευρών ή όσων πλευρών συμπλέκονται και να προσπαθήσει με μια απάθεια και με μια απροσωπόληπτη κρίση να σταθεί στις αποδείξεις.

Η δεύτερη και πιθανότερη να συμβεί εκδοχή όμως δεν είναι αυτή, είναι να αντιμετωπίζει μια πλευρά ένα Δικαστήριο μαχητή, ένα Δικαστήριο αγωνιστή, ένα Δικαστήριο στρατευμένο στην υποστήριξη μιας γραμμής. Να είναι ο αντίπαλος δηλαδή της μιας γραμμής, στρατευμένος στην υποστήριξη της άλλης γραμμής, να προσπαθεί να ενισχύσει την επιχειρηματολογία της μιας πλευράς, να ακυρώσει την επιχειρηματολογία της άλλης, να ενισχύσει τα αποδεικτικά μέσα που στηρίζουν τη μια άποψη.

Είναι αναμενόμενο να συμβεί σε μια δίκη πολιτικών αντιπάλων. Γιατί το Δικαστήριο λειτουργεί ως φορέας κρατικής εξουσίας όπως και να το κάνουμε. Υπήρξαν παραδείγματα άλλα, τα οποία απέδωσαν και την ανάλογη θέση στην ιστορία σε κάθε σύνθεση που έτυχε να συγκρουστεί και να πάρει αυτή τη θέση που περιέγραψα προηγουμένως. Δυστυχώς κατά τη γνώμή μου –και αυτή είναι η αίσθηση της Υπεράσπισης- εμείς αντιμετωπίσαμε το αναμενόμενο: Ένα Δικαστήριο μαχητικό αντίπαλο.

Από αυτή την άποψη για την δική μας την πλευρά η Δίκη ήταν άδικη. Εμείς βιώσαμε και την παρακώλυση του υπερασπιστικού λόγου και τις φραστικές επιθέσεις, και τις ειρωνείες, και τη διάλυση αν θέλετε του υπερασπιστικού λόγου, η οποία δεν είναι ανάγκη να γίνεται πάντα με επιθέσεις, δουλεύει σ’ αυτά και το ευφυολόγημα και η ειρωνεία, και η διευκρινιστική ερώτηση, σε αντίθεση με αυτό που βίωσε η Πολιτική Αγωγή.

Η Πολιτική Αγωγή σε αυτή την υπόθεση κινήθηκε σε ορισμένα σημεία έως και παράνομα. Το ίδιο και οι Εισαγγελικές επιθέσεις εναντίον αυτών που εκπροσωπούσαμε εμείς. Για να μην είμαι λοιπόν αυθαίρετος, γιατί θεωρώ ότι μιλώ για αυτονόητα πράγματα, όσον αφορά για την Πολιτική Αγωγή θα αναφέρω μόνο την εξέταση κατηγορουμένων από μη νομιμοποιημένους πολιτικώς ενάγοντες εναντίον τους, επεδίωξαν ερωτήσεις και εξετάστηκαν κατηγορούμενοι από πολιτικώς ενάγοντες που δεν είχαν νομιμοποιηθεί, δεν είχαν πράξει εναντίον τους, από τα προσκόμματα στην εξέταση μαρτύρων από την Υπεράσπιση –θυμάστε τους πρώτους μήνες όλη αυτή την πίεση που δεχόταν η δική μας πλευρά «τί σε αφορά αυτή η υπόθεση› ή «τί σε αφορά αυτός ο μάρτυρας›.

Η Πολιτική Αγωγή μπορούσε να εξετάσει οποιονδήποτε μάρτυρα, οποιονδήποτε κατηγορούμενο ακόμα εναντίον του οποίου δεν παρίσταται, εμείς είχαμε κάθε φορά να εξηγήσουμε εδώ μέσα τί μας αφορά ο συγκεκριμένος μάρτυρας που θέλαμε να του κάνουμε ερωτήσεις.

Όσον αφορά τη διάψευση που μου απηύθυνε ο κ. Τακτικός Εισαγγελέας, θα έλεγα ότι στην αγόρευσή του, στην τρίτη σελίδα όπως είναι καταχωρημένη στα ανεπίσημα πρακτικά της Δίκης, μέσα σε 20 σειρές αγόρευσης, περιέχονται 24 υβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις για τον εντολέα που εκπροσωπώ εγώ.

Αυτό θέλω να σας πω εγώ, πάρτε την σελίδα 3 της αγόρευσής του και διαβάστε την και θα βρείτε φράσεις «φυγόπονος, άνεργος, κομφορμιστής, προγραμματισμένος άγνωστος από ποιος, με κοσμοπολίτικο παράστημα, με παριζιάνικη κουλτούρα, με ισχυρές διασυνδέσεις, που παραπλανεί νέους ανθρώπους, τους χρησιμοποιεί για την βία, αποτυχημένος επαγγελματικά και κοινωνικά›. 24 εκφράσεις μέτρησα σε 20 σειρές. Αυτά για την αυθαιρεσία που είπε ο κ. Εισαγγελέας τώρα μόλις.

Σας είπα πριν, δεν είναι πρόβλημα ιδιαιτερότητας χαρακτήρα του καθενός εδώ. Είναι πώς αυτό το πράγμα ενσωματώνεται στην δικαστική διαδικασία και γίνεται αποδεκτό και αυτό πια δεν είναι πρόβλημα του κάθε μεμονωμένου Δικαστή, Εισαγγελέως ή παράγοντα της δίκης. Περί αυτού πρόκειται εδώ. Έτσι συναρθρώθηκε το κλίμα αυτής της δίκης.

Έγινε όλη αυτή η κουβέντα για τις αναγνωρίσεις. Ουσιαστικά αναγνωριστήκαμε με αυτόν τον γνωστό τρόπο της εκατοντάβαθμης κλίμακας με τα ποσοστά αναγνωρίσεων. Σε αυτό δεν θέλω να κάνω δικά μου σχόλια. Θα αναφερθώ σε κάποια δημοσιευμένα αποσπάσματα μιας απόφασης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία δημοσιευμένα στα Ποινικά Χρονικά ΜΗ 1998, σελίδα 305. Πιθανώς τα ξέρετε αυτά. Για το έγκυρο και το σαφές των αποσπασμάτων σας λέω ότι την επιλογή και τον σχολιασμό αυτών των αποσπασμάτων την έχει κάνει ο κ. Αναγνωστόπουλος και ο κ. Σπυρομάλλης (θα ξέρετε κ. Εισαγγελέα).

Δείτε πώς αυτό το Δικαστήριο το οποίο αυτό κι είναι ad hock Δικαστήριο, δεν μπορεί να μιλήσει κανένας για ένα ειδικό κύρος που έχει αυτό το Δικαστήριο, αυτό είναι ένα Δικαστήριο νικητών για να δικάσει τους ηττημένους. Πολύ καθαρά πράγματα, δηλαδή είναι μία μεταπολεμική κατάσταση. Εκεί είχαμε και άμεση επιλογή δικαστών, ούτε καν μεταξύ 10 ανθρώπων όπως έγινε εδώ πέρα. Τους διόρισαν με μία απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας κατευθείαν.

Και αυτή ακόμα οι τόσο διορισμένοι, οι τόσο εκφραστές της μιας πλευράς σε αυτά τα αποσπάσματα που επέλεξε ο κ. Αναγνωστόπουλος με τον κ. Πυρομάλλη διατυπώνουν τρία κριτήρια για τις αναγνωρίσεις, για να ληφθεί υπόψιν μια αναγνώριση. Μας λένε ότι αυτή η αναγνώριση πρέπει να γίνεται μεταξύ περισσοτέρων προσώπων ανάλογων χαρακτηριστικών.

Δεύτερον, για να αναγνωρίσει ο μάρτυρας πρέπει να μην έχει έρθει σε επαφή με φωτογραφία του κατηγορουμένου ή με εικόνα από τα ΜΜΕ πριν έρθει να κάνει την αναγνώρισή του και τρίτον, να μην έχει τη δυνατότητα προηγούμενης παρακολούθησης της δίκης οπότε να μην μπορεί να σταθμίσει πού πάει το πράγμα. Πέστε μου εσείς τώρα τι από αυτά είδατε να γίνεται εδώ πέρα; Αυτό είναι το πρόβλημα με τις αναγνωρίσεις. Μην το στενεύουμε μόνο στην ποσοστολογία και αυτά. Αυτά συνέβησαν εδώ πέρα. Τώρα πώς θα το αποτιμήσετε εσείς μέλλει να το δούμε, δεν έχουμε και πολύ χρόνο μέχρι αυτή την στιγμή.

Συνδυάστε τώρα με αυτόν τον τύπο καταφατικών αναγνωρίσεων που είχατε εσείς εδώ την ταυτόχρονη πίεση στους μάρτυρες που αρνιόντουσαν να αναγνωρίσουν, αυτόπτες μάρτυρες που έλεγαν ότι δεν μου θυμίζει τίποτα κανένας από τους κατηγορούμενους. Συγκρατήστε την μόνιμη επωδό του κ. Εισαγγελέως σε αυτούς τους μάρτυρες «φοβάσαι, τι φοβάσαι;›. Στάνταρ αυτό σε όλες τις υποθέσεις.

Δηλαδή ποιο είναι το περιεχόμενο εδώ; Όποιος δεν αναγνωρίζει «δειλός›. Όποιος αναγνωρίζει «προσφέρει υπηρεσία στην πατρίδα›. Το είπε και αυτό, με «Κ› κεφαλαίο και ούτω καθεξής. Δείτε λοιπόν το κλίμα αντιμετώπισης των μαρτύρων και κοιτάξτε να δείτε, οποιοσδήποτε Δικαστής το είπα και προηγουμένως, μπορεί να έχει οποιαδήποτε άποψη. Το Δικαστήριο όμως ως σύνολο πρέπει να έχει μία άποψη γι’ αυτά τα πράγματα και δεν ήταν αυτή που θα έκανε την δίκη δίκαια. Αυτό είναι το πρόβλημα εδώ πέρα.

Βάλτε πάνω σε αυτά τώρα και τα αποδεικτικά μέσα τα οποία προσκομίστηκαν στην πρόοδο της δίκης κι αν θέλετε και ανάλογα με το πώς πήγαινε η δίκη, όλη αυτή την ιστορία με τα κλειδιά του Γιωτόπουλου εκεί. Το πιο χαρακτηριστικό προς κομιδή και απόσυρση αποδεικτικού μέσου από την εισαγγελική αρχή στο πλαίσιο της διαδικασίας. Το θυμόσαστε αυτό το έγγραφο που έφερε ο κ. Εισαγγελέας. Υπό ποια έννοια το δεχθήκατε, αποσύρω αποδεικτικό μέσο; Ανήκουν σε κάποιον τα αποδεικτικά μέσα; Είπατε «δεν πειράζει, εντάξει το έφερε ο άνθρωπος, δεν δούλεψε, το αποσύρει, δεν το λαμβάνουμε υπόψη μας›. Αυτό είναι το ζήτημα; Μπορεί να γίνεται διαδικασία δίκαιης δίκης με αυτόν τον τρόπο;

Βεβαίως αυτή είναι και η διαφορά απόψεων κ. Εισαγγελέα. Αυτό έλειπε να συμφωνήσαμε σε αυτά. Πείτε τώρα και ένα άλλο ζήτημα. Κλήθηκαν ένα σωρό μάρτυρες, μεγάλος αριθμός μαρτύρων εδώ στην πρόοδο της δίκης από την εισαγγελική αρχή. Βεβαίως είναι δικαίωμα όταν προκύπτει από την διαδικασία κάτι αλλά όταν αυτό γίνεται σε ένα ποσοστό που φτάνει το 50% των κληθέντων μαρτύρων από τον Εισαγγελέα ουσιαστικά αποστερεί το δικαίωμα αμύνης γιατί αποστερεί το δικαίωμα προετοιμασίας, τη δυνατότητα προετοιμασίας. Αυτό ζήσαμε εδώ, την κατάχρηση δικαιώματος. Δηλαδή το ότι μετατρέψαμε τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σε ένα λάστιχο. Τον πήγαμε στα όρια του, να φαίνεται ότι έχει μία επίφαση νομιμότητας αλλά ουσιαστικά να υπονομεύει το υπερασπιστικό δικαίωμα του κατηγορούμενου.

Είναι και αυτές προσεγγίσεις της δικονομίας. Δεν ξέρω αν κάνουν την δίκαιη δίκη και γι’ αυτό σας είπα ότι έχουν σημασία και τα συνήθη. Δεν έχει σημασία μόνο αν είναι σύμφωνη μια μεθόδευση με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή με το Σύνταγμα. Έχει σημασία αν είναι και αυτό που ένας άνθρωπος που έρχεται να δικαστεί περιμένει ότι θα συναντήσει ή θα συναντήσει ένα πακέτο από νέες ερμηνείες σε όλα τα ζητήματα.

Δεν μιλάω γι’ αυτές τις εξετάσεις πραγματογνωμόνων εδώ που ουσιαστικά κι εσείς ψάχνατε να βρείτε τι νομική φόρμουλα θα δώσετε στην εξέτασή τους. Ερχόντουσαν σαν πραγματογνώμονες που δεν είναι συντάξει έκθεση πραγματογνωμοσύνης για να δώσουν απλά διευκρινήσεις πάνω σε αυτό. Ερχόντουσαν σαν συντάξαντες έκθεση που όμως δεν είχαν συντάξει έκθεση. Τα αποτυπώματα εννοώ.

Ήρθαν εδώ, λέει «να σας πω προφορικά τι είναι. Δεν έκανα έκθεση, δεν πειράζει θα σας πω προφορικά›. Τους φέρατε, δεν ήρθαν. Τελικά πού είναι το υπερασπιστικό δικαίωμα εδώ; Πώς θα μελετήσω εγώ την έκθεση για να έχω ισχυρισμούς; Διατηρήσατε για τον εαυτό σας το πλεονέκτημα τους αιφνιδιασμού. Συνδυάστε το με την δίκαιη δίκη αυτό.

Θα σας πω και τρεις συγκεκριμένες φράσεις που ακούστηκαν σε αυτήν την δίκη για τις οποίες δεν θα κάνω κανένα σχόλιο, κάντε τα μόνοι σας. Υπήρξε μία φράση στον Γιωτόπουλο «δεν μίλαγες με τον Παύλο Σερίφη τόσο καιρό, τώρα γιατί του μιλάς;›. Υπήρξε μία δεύτερη φράση σε αυτήν την δίκη «άκουσα την γυναίκα σου να σου λέει ψιθυριστά στις τάδε του μηνός το τάδε. Γιατί στο είπε;›. Το τάδε πράγμα, δεν θυμάμαι και δεν έχει σημασία. Μίλαγε ο Κουφοντίνας με την γυναίκα του και γίνεται ερώτηση από Έδρας «άκουσα την γυναίκα σου να σου λέει αυτό, γιατί στο είπε;›, σε έναν που μιλάει με την γυναίκα του και γίνεται θέμα της διαδικασίας.

Να διακοπεί η διαδικασία μια μέρα να μάθουμε τι είπε μου φαίνεται ο Τζωρτζάτος στον Τέλιο. Οι δύο κατηγορούμενοι μίλησαν μεταξύ τους και είπαμε να διακοπεί η διαδικασία να μάθουμε τι είπαν. Δεν θα κάνω σχόλια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Και λοιπόν; Όταν μιλάει ένα ζευγάρι που κάθονται δίπλα ή δύο κατηγορούμενοι που κάθονται δίπλα; Σχολιάστε τα αυτά εσείς, εγώ δεν θα κάνω κανένα σχόλιο σε αυτά. Καταγράψτε τα και κάντε εσείς τα δικά σας σχόλια. Ο κ. Εισαγγελέας δέχθηκε πολλές κριτικές από μας σε διάφορα στάδια της δίκης. Αυτό που χαρακτήριζε κατά την γνώμη μου τη στάση της εισαγγελίας ήταν μια ιδιαίτερα έντονη επιθετικότητα, προκατάληψη και έλλειψη αμεροληψίας ειδικά απέναντι στον Γιωτόπουλο.

Έδωσε την οξύτητα κατά την γνώμη μου που δεν μπορούσε να δώσει άλλος μέσα σε αυτήν την δίκη. Νομίζω ότι από την στάση του κ. Εισαγγελέως σε αυτήν την δίκη επιβεβαιώθηκαν αυτά που σας είπα στην εισαγωγή της τοποθέτησής μου, ότι πρόκειται για μία δίκη πολιτικών αντιπάλων η οποία δικάζεται με τελείως άλλους κανόνες και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο τέτοια οριακή επιθετικότητα αν και το «οριακή› ίσως δεν είναι σωστό εδώ πέρα γίνεται ανεκτή και γίνεται ανεκτή από το Δικαστήριο.

Υπήρξε και η σοβαρή εκδοχή της αντιμετώπισης του ζητήματος πέραν από αυτά που όλα σοβαρά είναι αλλά θεωρώ ότι ορισμένα ιδεολογήματα που τέθηκαν σε αυτήν την δίκη έχουν πολύ σοβαρότερη σημασία από την επιθετικότητα του κ. Εισαγγελέως φερ’ ειπείν και αναφέρομαι στα ιδεολογήματα της προϊούσας μνήμης του μάρτυρα ακριβώς για να καλυφθεί η ψευδομαρτυρία όταν ήταν ιδιαίτερα προκλητική. Το ιδεολόγημα της ανασύστασης της Οργάνωσης στη φυλακή ακριβώς για να συγκαλυφθεί η αθλιότητα της προδικασίας που οδήγησε αρκετούς κατηγορούμενους να διαψεύσουν τις προανακριτικές τους απολογίες για να εξουδετερώσει και από αυτήν την σκοπιά ότι σας έβαλε η Οργάνωση να ανακαλέσετε τις απολογίες σας για να μην σταθμιστεί ήρεμα ούτε αυτό, για τις βίλες των μαρτύρων υπεράσπισης για να ακυρωθεί η αξιοπιστία του μάρτυρα υπεράσπισης, για την πολυτελή υπεράσπιση με λεφτά ληστειών γιατί η επίθεση δεν πρέπει να μείνει στον κατηγορούμενο, πρέπει να φτάσει και στον συνήγορο για να στερηθεί ένα από τα ελάχιστα ερείσματα που έχει ένας κατηγορούμενος.

Δεν είχε τίποτα προσωπικό ο κ. Εισαγγελέας με κανέναν από μας αλλά είναι ένταξη σε μία λογική και αυτό περιγράφω και κατά την γνώμη μου αυτό είναι το σοβαρό στην υπόθεση. Δεν υπάρχει τίποτα προσωπικό. Εγώ θα έλεγα ότι πολύ σοβαρό ιδεολογικό πρώτα-πρώτα πρόβλημα σε αυτή τη δίκη ήταν ο εκβιασμός στους συνεργαζόμενους. Ο συνεργαζόμενος μπορεί να είναι ότι θέλει, μπορεί να έχει ότι χαρακτήρα θέλει και θα πω και την γνώμη μου γι’ αυτό το πράγμα.

Η διαπόμπευσή του όμως δεν είναι δικαίωμα κανενός. Ουσιαστικά ο Τσελέντης διαπομπεύτηκε εδώ μέσα. Κάθε τόσο τον σηκώνατε επάνω να πει εναντίον του ενός και εναντίον του άλλου. Τον διαπομπεύσατε ουσιαστικά και αυτό είναι πρόβλημα του Δικαστηρίου και δεν είναι πρόβλημα του Τσελέντη γιατί έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία που μεταχειρίζεται το Δικαστήριο οποιαδήποτε γραμμή οποιουδήποτε κατηγορούμενου για οποιεσδήποτε στοχεύσεις από τι κάνει ο ίδιος ο κατηγορούμενος σε τελευταία ανάλυση και το Δικαστήριο εκπροσωπεί τελικά μία κοινωνική σύμβαση, ο κατηγορούμενος εκπροσωπεί τον εαυτό του και τίποτα παραπάνω.

Θα πρόσθετα σε αυτήν την ιδεολογική πάλη που αναπτύχθηκε εδώ μέσα την από έδρας ενίσχυση της θεματολογίας. Είχες την αίσθηση ότι σε πάρα πολλά στάδια της δίκης η Έδρα υπερακόντιζε τα θύματα στη θεματολογία σε αγανάκτηση αντί να κρίνει αμερόληπτα, να κρίνει και τις αξιώσεις του θέματος αμερόληπτα.

Είχαμε κάθε τόσο τον κ. Εισαγγελέα συνήθως αλλά και άλλους παράγοντες της δίκης «τα θύματα› φώναζαν, «εδώ υπάρχει αίμα›. Βεβαίως υπάρχει αίμα, πάντα υπάρχει αίμα σε μία δίκη ή ανθρωποκτονία ή για σωματική βλάβη. Ο Δικαστής τι θα κάνει; Θα πάρει την πλευρά του αίματος; Αυτό είναι ο Δικαστής ή ο Δικαστής πρέπει να είναι ουδέτερος κριτής και πρέπει να το ανεβάζει ή πρέπει να το κρατάει σε ένα επίπεδο που να μπορεί να εκτιμηθεί αντικειμενικά; Αυτό είναι το πρόβλημα, ότι τοποθετείστε σε όχθη σε τελευταία ανάλυση. Αυτό είναι το ζήτημα που τίθεται.

Θα έλεγα ότι αυτό το ζήτημα της θεματολογίας που δεν αφορά μόνο το Δικαστήριο αλλά ξεκίνησε από πέρσι όλη αυτή η ιστορία και αν θέλετε και λίγο πριν την έκρηξη του Ξηρού πάει να βάλει στον τρόπο που καταλαβαίνουμε το ποινικό μας σύστημα λογικές πριν την περίοδο του διαφωτισμού ακόμα. Πάει να μας επαναφέρει σε μεσαιωνικές αντιλήψεις για τον ρόλο της δίκης. Αυτή την εποχή που σκοπός της δίκης ήταν η εκδίκηση, ήταν η δικαίωση του θύματος. Το θύμα ήταν στο κέντρο της υπόθεσης όχι ο εγκληματίας, η σχέση του εγκληματία με την πολιτεία. Πάμε να γυρίσουμε πολλά χρόνια πίσω, μπορεί να μας βολεύουν αυτά τα πράγματα σήμερα, φτιάχνουμε ένα κλίμα που μπορεί να στηρίξει αποφάσεις εύκολα εκεί αλλά δείτε τι θα σας βγάλει στο μέλλον αυτό το πράγμα.

Αναπτύσσεται αυτό το πράγμα στην Αμερική έντονα επί χρόνια και έφτασε την υποτροπή στην κλοπή σε ορισμένες πολιτείες να την τιμωρούν με ισόβια, εκεί έφτασε. Αν θέλετε να φτιάξουμε ένα τέτοιο ποινικό σύστημα ας το φτιάξουμε. Θα έλεγε ότι η Ελλάδα είχε πολλά χρόνια να ζήσει τέτοια περιφορά του θύματος για να εξοντώσει τον κατηγορούμενο, για να εξουδετερώσει τον αντίπαλο μέσω του θύματος.

Είχαμε αποστασιοποιηθεί για αρκετές δεκαετίας από αυτά. Ανάλογο παράδειγμα στην μνήμη μου έχω αυτό που έκανε η Φρειδερίκη με τους συμμοριόπληκτους που περιφέρανε τους συμμοριόπληκτους, δηλαδή τα χωριά που ήταν κοντά στην περιοχή δράσης του αντάρτικου, τα εκκένωσαν, τους έφεραν στις πόλεις και έπαιρναν τα ρακένδυτα παιδιά και τα έκαναν περιοδεύοντα θίασο για να δουν τα θύματα του αντάρτικου και να πειστεί ο κόσμος.

Εδώ ζήσαμε 1-1,5 χρόνο μία περιφορά των θυμάτων. Βέβαια τώρα πια δεν γίνεται σε πλατείες, γίνεται σε τηλεοράσεις αυτό το πράγμα αλλά η λογική αυτή είχε πολλά χρόνια να ξαναβγεί στην Ελλάδα και δεν ξέρω πού θα μας βγάλει γιατί σήμερα είναι θύματα αυτοί, αύριο μπορεί να είναι θύματα άλλοι και δεν ξέρω για ποιον θα χτυπήσει η καμπάνα.

Το τελευταίο και βασικότερο ιδεολόγημα βεβαίως που ακούστηκε ήταν η προστασία της ανθρώπινης ζωής ως απόλυτο αγαθό. Τι να πει τώρα κανείς γι’ αυτό το ζήτημα; Βεβαίως η ανθρώπινη ζωή πρέπει να προστατεύεται εκεί. Είναι απόλυτο αγαθό; Εγώ θα δεχόμουν αυτή την άποψη αλλά όχι στο πλαίσιο ενός Δικαστηρίου. Θα το δεχόμουν αν μου το έλεγε ένας παπάς, ένας θρησκευόμενος άνθρωπος, αν μου το έθεσε έτσι θα έλεγα ότι είναι μία διαφορετική προσέγγιση.

Αλλά κοιτάξτε να δείτε όταν τίθεται αυτό σε ένα Δικαστήριο. Ο Δικαστής στην Ελλάδα είχε δώσει έναν όρκο να τηρεί το Σύνταγμα και τους νόμους. Μέχρι πριν από μία δεκαετία στα καθήκοντά σας ήταν να οδηγήσετε και έναν άνθρωπο στο εκτελεστικό απόσπασμα, είχατε ορκιστεί γι’ αυτό το πράγμα. Η θανατική ποινή προβλεπόταν. Είχατε μία υποχρέωση να το κάνετε και την είχατε αποδεχθεί με τον όρκο σας αυτή την υποχρέωση. Πώς είναι απόλυτο αγαθό στο πλαίσιο μιας δίκης; Δεν είναι απόλυτο αγαθό ούτε από τον Δικαστή της.

Γι’ αυτό σας λέω ότι πρόκειται για ιδεολογήματα, όχι για πεποιθήσεις. Ας μας τα έλεγε κανένας άλλος αυτά αλλά δεν μπορούν να τεθούν εδώ. Εσείς ορκιστήκατε ότι θα μπορέσετε να στείλετε και έναν άνθρωπο στο εκτελεστικό απόσπασμα, εγώ δεν ορκίστηκα. Ο όρκος που δώσατε το ΄69, το ΄70 (δεν ξέρω πότε μπήκατε στο Δικαστικό Σώμα) περιελάμβανε και αυτό. Κι αν εκείνα τα χρόνια σας έστελναν έναν που έπρεπε να πάει με θανατική ποινή θα προτείνατε θανατική ποινή. Δεν ξέρω αν το έχετε κάνει κιόλας. Εγώ δεν ορκίστηκα ποτέ στο να εκτελώ ανθρώπους. Για να τα φέρουμε τα πράγματα σε μία πραγματική ισορροπία, δηλαδή να βγάλουμε μία υποκρισία που υπάρχει εδώ.

Το θέμα είναι ότι η ανθρώπινη ζωή δεν υπήρξε απόλυτο αγαθό ούτε για σας. Τότε ας αφήσουμε αυτή την συζήτηση λοιπόν ποιανού ο φόνος είναι καλύτερος σε τελευταία ανάλυση. Δεν υπάρχει απόλυτο αγαθό. Ας πούμε από πλευρά είμαστε να τα βρούμε.

Θα έλεγα και το τελευταίο. Όλα αυτά τα ιδεολογήματα συναρθρώθηκαν και με ένα συνολικό ιδεολόγημα που έλεγε ( το άκουσα πρόσφατα από τον κ. Πρόεδρο) ότι σας δώσαμε δικαιώματα με το τσουβάλι αλλά η ασυδοσία σας δεν έχει όρια. Έτσι δεν το είπατε κ. Πρόεδρε μια μέρα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κι εγώ εκεί το άκουσα. Ουσιαστικά πρόκειται για μία αντιστροφή της πραγματικότητας όμως. Αυτό θα έλεγα εγώ μόνο, τίποτε άλλο. Σας είπα, να μην βλέπετε την δίκη εδώ σαν δικτατορία των κατηγορουμένων, ότι κάνουν ότι θέλουν; Αυτοί καθορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού εδώ πέρα; Μπορεί να το βλέπετε έτσι.

Εγώ όμως αυτό που βλέπω είναι μια προσπάθεια αντιστροφής της πραγματικότητας, να κάνουμε το άσπρο – μαύρο. Κοιτάξτε να δείτε, πολιτικές δίκες έγιναν πολλές στην Ελλάδα. Δεν είναι πρώτη φορά που γίνεται αυτό το πράγμα. Από το ΄74 και μετά και πριν ακόμα δικάσαμε τους χουντικούς, δικάσαμε τον Παπανδρέου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Είναι ακριβώς αυτό που λέτε, είναι και η δικιά μου άποψη για την δίκαιη δίκη. Αυτό που λέτε, δεν μπορείς να κάνεις αθώο τον Γιωτόπουλο. Μου λέτε την απόφαση αυτή την στιγμή. Τι νόημα έχει ο υπερασπιστικός λόγος πια. Θα σας πω κι εγώ μια γνώμη μετά για το τι νόημα έχει ο υπερασπιστικός λόγος σε αυτήν την δίκη.

Αλλά θα ήθελα να ολοκληρώσω αυτό το ζήτημα λέγοντας ότι στα όρια που έφτασε αυτή η δίκη και ως προδικασία και ως διαδικασία δεν έφτασε καμία άλλη από τις πολιτικές δίκες που έγιναν στην Ελλάδα τουλάχιστον μετά το ΄74. Εδώ δεν μπορεί κάποιος να ξεχάσει τη σοφή κίνηση του κ. Υπουργού Δικαιοσύνης να απαγορεύσει την τηλεόραση από αυτήν την δίκη.

Ουσιαστικά πέταξε μία χούφτα χώμα στα μάτια του ελληνικού λαού γιατί θα υπήρχε σύγκριση, πράγματα που δεν βγαίνουν από τα πρακτικά. Θα υπήρχε σύγκριση της νηφάλιας στάσης των κατηγορουμένων άσχετα με τι κατηγορούνται με την στάση του κ. Εισαγγελέως φέρ’ ειπείν ή με την στάση κάποιων της πολιτικής αγωγής και τότε ο ελληνικός λαός θα έβλεπε αυτό που δεν μπορεί να βγει από την διαμεσολάβηση των MEDIA, των MEDIA που ελέγχονται από λιγότερες από 10 επιχειρήσεις στην Ελλάδα.

Γιατί άλλο η διαμεσολάβηση και άλλο η εικόνα. Αυτά κρύφθηκαν από τον ελληνικό λαό. Σ’ αυτό το πλαίσιο συζητήθηκε και εάν οι κατηγορούμενοι είναι πολιτικοί εγκληματίες, αν έχουν κάνει πολιτικό έγκλημα, κρίθηκε, βγήκε μια απόφαση, εγώ δεν θέλω να επαναφέρω κανένα ζήτημα, αλλά απλώς θέλω να θέσω υπόψη σας, την γεύση που μου άφησε αυτή η απόφαση, την αίσθηση.

Και από δυο πλευρές θα το κοιτάξω μόνο. Από την πλευρά της πρότασης του κ. Εισαγγελέως που μερικώς συντάχθηκε και η πολιτική αγωγή και από την πλευρά της απόφασης. Ο κ. Εισαγγελέας είπε το εξής, στη δημοκρατία δεν υπάρχει πολιτικό έγκλημα καθόλου εκεί. Ο κ. Αναγνωστόπουλος το μάζεψε λίγο και είπε ότι, συρρικνώνεται αποφασιστικά η έννοια του πολιτικού εγκλήματος. Θα κάνω εγώ μια δική μου μετάφραση σ’ αυτές τις θέσεις.

Θα πω ότι, δεν νοείται πολιτικό έγκλημα, όταν κυβερνάμε εμείς. Αν θες να μας ανατρέψεις, είσαι εγκληματίας, είσαι σήριαλ κίλλερ είσαι παράφρονας δηλαδή, αυτή είναι η ουσία αυτής της άποψης που ακούσατε. Και θα πρόσθετα ότι δεν είναι καινούργια αυτή η άποψη. Αυτά τα έχει πει ο Στάλιν πριν 50 χρόνια που καθένα πολιτικό αντίπαλο τον θεωρούσε ψυχασθενή.

Και επειδή λοιπόν έχετε αναφερθεί πολλές φορές για την δημοκρατία, θα σας πω ότι δεν υπήρξε καθεστώς, όσο θυμάμαι εγώ τουλάχιστον, που να μην πει τον εαυτό του δημοκρατία. Ο Παπαδόπουλος δημοκρατία το έλεγε εδώ πέρα, η νότιος Αφρική που είχε στον αποκλεισμό 95% του πληθυσμού δημοκρατία ήταν, το Ισραήλ είναι δημοκρατία, η Ρωσία του Στάλιν δημοκρατία λεγόταν, οπότε είναι κενά περιεχομένου αυτά που λέτε κ. Εισαγγελέα.

(Διαλογικές Συζητήσεις)