Πολιτική
Πέμπτη, 20 Νοεμβρίου 2003 20:07

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (20/11/2003) Μέρος 8/8

Τι μπορεί να νοηθεί εδώ ως τέτοια, ως ψυχική συνέργια. Αυτό που μας λέει το βούλευμα, η απλή παρουσίαση στο τόπο τέλεσης 9 συγκεκριμένων πράξεων, προεχόντως βεβαίως δεν αποδείχθηκε, θα τα πω και παρακάτω δηλαδή αυτά τα πράγματα. Αλλά και αν υπήρχε, κατά την γνώμη μου δεν συνιστά από μόνη της ψυχική συνέργια, γιατί; Γιατί δεν πρόκειται για ενεργό παρουσία στον τόπο της πράξης με ενθάρρυνση, χειρονομίες, φωνές, προτροπές, εξάλειψη ιχνών, και τα συναφή.

Μια ακριβής διατύπωση που βρήκα γι’ αυτό το ζήτημα, δεν μπορεί να τα σκεφθεί κάποιος μόνος του, και δεν υπάρχει και χρόνος, λέει το εξής. «Αν η ψυχική συνέργια παρέχεται υπό τη μορφή παρουσίας του συνεργού στο τόπο του εγκλήματος κατά την ορθότερη άποψη, δεν αρκεί μόνο η απλή παρουσία του, αλλά πρέπει να διαπιστώνεται επιμελώς και επακριβώς με ποιο τρόπο ενισχύθηκε ή διευκολύνθηκε αντικειμενικά η τέλεση της πράξης στη συγκεκριμένη μορφή της. Μαργαρίτης – Ποινικός Κώδικας σελ. 154.›

Νομίζω ότι ήταν η πιο ad hoc διατύπωση που βρήκα στο συγκεκριμένο ζήτημα, αυτού που λέει, αυτοπρόσωπη παρουσία το βούλευμα. Και γι’ αυτό σας φέρνω αυτή, θα έφερνα άλλη δηλαδή. Έχετε δουλέψει ορισμένα θέματα και δώσατε μερικούς ορισμούς που είναι κομψοί, γιατί να μην τους χρησιμοποιήσουμε και στη δίκη δηλαδή.

Η σύνταξη της προκήρυξης όταν έπεται του τετελεσμένου εγκλήματος, δεν συνιστά καθόλου συνέργια στην πράξη, γιατί γίνεται μετά. Θα μπορούσε να είναι 185 εδώ, υπό τον όρο βέβαια του εγκωμιασμού και του κινδύνου της δημόσιας τάξης απ’ αυτόν. Όταν γίνεται πριν δεν είναι συνδρομή στο έγκλημα, γιατί η προκήρυξη δεν γράφεται για να πείσει τον αυτουργό, για να τον βοηθήσει να τελέσει το έγκλημα, αλλά για να πείσει το κοινό για το ορθό και δικαιολογημένο της πράξης.

Όταν είναι διόρθωση προκήρυξης που έγραψε άλλος, άγνωστος, έχομε μάλλον απλή συνέργια σε εγκωμιασμό, αν αυτό δεν καλύπτεται από την αντικειμενική υπόσταση του 187 κατά την γνώμη μου περί αυτού πρόκειται εδώ πέρα.

Οι συμβουλές, ή υποδείξεις, ή προτροπές που μπορεί να προηγούνται και που πιθανόν να εκφεύγουν από την τυποποίηση του 187, γιατί η διανομή των ρόλων δεν εκφεύγει από την τυποποίηση του 187, αν ένας που είναι ειδικός στα όπλα μέσα στην οργάνωση του πει, πάρε αυτό το όπλο γιατί είναι καλύτερο, νομίζω ότι έχουμε 187 εδώ, όταν έχουμε οργάνωση εκεί, δεν έχομε τίποτα παραπάνω δηλαδή, δεν έχουμε απλή συνέργια εδώ.

Και να μπορούν να χαρακτηριστούν σαν ψυχική ενέργεια αυτές οι συμβουλές, προτροπές, ψυχική συνέργια, δηλαδή εμψύχωση σε μια ειλημμένη απόφαση, μάλλον δεν αποδείχθηκαν. Δεν ακούστηκε δηλαδή στη διαδικασία εμψύχωση του Γιωτόπουλου προς κάποιον άλλον για να κάνει την ενέργεια.

Και ερχόμαστε τώρα σε ένα άλλο ζήτημα. Όλες οι καταδικαστικές για τον Γιωτόπουλο προτάσεις για την ηθική αυτουργία, είτε από την πολιτική αγωγή, είτε από τους κ. Εισαγγελείς εκεί, μπορεί κατά την γνώμη μου να είναι αντίθετες στο νόμο, μπορεί να μην αποδείχθηκαν από τα πραγματικά περιστατικά, έχουν όμως μια αναγκαία προϋπόθεση. Ότι αντλούν όλα τους τα επιχειρήματα, από προανακριτικές απολογίες, από απολογίες στο Δικαστήριο, δηλαδή από συγκατηγορούμενους για την ίδια ακριβώς πράξη. Δεν έχουμε κανένα πράγμα που να ξεφεύγει απ’ αυτό.

Ειδικά σε ορισμένες πράξεις στο σύνολο θα έλεγα, οτιδήποτε έχει ακουστεί, έχει ακουστεί μόνο και μόνο από τον Γιωτόπουλο. Και επειδή εσείς κάθε πράξη πρέπει να την εξετάσετε χωριστά, ακόμα και για την σκοπιά της ηθικής αυτουργίας, θα πρέπει να πείτε εδώ πέρα, έχω τίποτα άλλο εδώ εκτός από τον χ που είπε αυτό για τον Γιωτόπουλο, για να σταθμίσετε εάν αφορά την ηθική αυτουργία; Δεν μπορείτε να πάρετε ένα άσχετο αποδεικτικό στοιχείο που μπορεί να αφορά άλλο έγκλημα, άλλο αδίκημα. Τουλάχιστον νομίζω ότι έτσι πρέπει να το προσεγγίσετε το ζήτημα. Γιατί οι πράξεις δεν μπορεί να τις βάλουμε όλες σε ένα τσουβάλι, πρέπει να τις εξηγήσετε μια – μια και να δείτε ποια αποδεικτικά στοιχεία έχουμε για κάθε μια.

Νομίζω ότι όπως και να το προσεγγίσετε το ζήτημα εκεί, μόνο ομολογίες συγκατηγορουμένων θα έχετε για την ηθική αυτουργία. Και επειδή βέβαια όλοι το ξέρουν αυτό το πράγμα, όλοι στάθηκαν σ’ αυτό το ζήτημα και αναφέρθηκαν εκτεταμένα στο 211Α, και είπαν διάφορες ενδιαφέρουσες απόψεις για τις οποίες θα ήθελα και εγώ επιγραμματικά να πω την γνώμη μου.

Πρώτη άποψη που άκουσα ήταν, δεν είναι καν κανόνας δικαίου το 211Α, είναι απλή οδηγία. Το είπε ένας συνάδελφος αυτό, νομίζω ο κ. Γιαννίδης το είπε αυτό. Προφανώς είναι αντίθετη όχι μόνο στο πνεύμα, είναι στο γράμμα του νόμου αντίθετη, γιατί προφανώς είναι μια απαγορευτική διάταξη, το λέει ρητά η διάταξη και εδώ έχουμε ερμηνεία contra legen νομίζω.

Δεύτερο. Δεν ισχύει η διάταξη όταν έχουμε περισσότερους συγκατηγορούμενους που αναφέρονται. Γιατί; Γιατί η διάταξη είναι γραμμένη σε ενικό αριθμό. Θα ίσχυε εάν είχαμε μόνο μια απολογία. Νομίζω ότι πρόκειται περί συντριπτικού κατάγματος της κοινής λογικής σ’ αυτή την άποψη.

Όλος μας ο ποινικός κώδικας είναι γραμμένο σε ενικό αριθμό και το ουσιαστικό δίκαιο και το δικονομικό. Το 299 μας λέει, όποιος σκοτώσει άλλον. Τι σημαίνει, ότι έχουμε κενό νόμου αν κάποιος σκοτώσει δυο; Για το όνομα του Θεού δηλαδή πώς θα πάμε σε τέτοιες ερμηνείες; Πέρα από το ότι είναι αντίθετη στο πνεύμα του νομοθέτη και είναι αντίθετη και στην ελληνική γλώσσα που χρησιμοποιεί τον ενικό, για να υποδηλώσει σύνολα. Λέμε ο άνθρωπος και εννοούμε οι άνθρωποι, η ανθρωπότητα.

Τι να πούμε δηλαδή, δεν μπορεί να φτάνουμε σε ερμηνείες οι οποίες κονταροχτυπιούνται ακόμα και με την γλώσσα, επειδή πρέπει να συμβεί αυτό που πρέπει να συμβεί. Δηλαδή τι πρέπει να πούμε, όταν λέει δηλαδή ότι έκλεψε, όπως αφαιρεί πράγμα μας λέει το 372 και δεν μας λέει όποιος αφαιρεί και πράγματα, εκτός από πράγμα, δεν έχουμε διάταξη για να τιμωρήσουμε έναν που κλέβει περισσότερα;

Υπήρξε μια άλλη άποψη η οποία είπε ότι, καταργήθηκε το 211Α με τον 2928/2001. Εδώ τι έχουμε; Πώς προσεγγίζει το θέμα αυτή η άποψη; Λέει αφού το 187Α λέει ότι όποιος συμβάλει στην εξάρθρωση απαλλάσσεται από ποινή για συμμετοχή και έχει και ελαφρυντικές περιπτώσεις για ότι τέλεσε, μια διάταξη που αναφέρεται στους καταδότες και επιτρέπει την μειωμένη τιμώρηση. Αυτή η διάταξη κατάργησε το 211Α.

Το ερώτημα που γεννιέται εδώ είναι το εξής, υπό ποία έννοια μια διάταξη ουσιαστικού ποινικού δικαίου, μπορεί να καταργεί μια διάταξη δικονομικού δικαίου; Έχουμε μια διάταξη εδώ που είναι ουσιαστικού ποινικού δικαίου το 187Α, επιμέτρηση ποινής κάνει και ελαφρυντικές περιστάσεις. Αυτά είναι ουσιαστικό δίκαιο. Το οποίο 11Α είναι δικονομικό δίκαιο. Με ποια λογική θα πούμε ότι, με μια δικονομική διάταξη μπορούμε να καταργήσουμε μια ουσιαστική;

Δηλαδή πρόκειται για μια σύγχυση εδώ, μεταξύ λόγων μείωσης της ποινής με δικονομικούς κανόνες εκτίμησης της αποδεικτικής δύναμης αποδεικτικών μέσων. Μπέρδεμα δηλαδή ουσιαστικού και ποινικού δικαίου. Κάτι την γνώμη μου είναι εκτός δηλαδή αυτή η προσέγγιση τελείως εκτός. Κάνει σύγχυση στα θεμελιώδη.

Όπως και να το δει κανένας, δηλαδή μια ουσιαστική ποινική διάταξη που αφορά επιμέτρηση ποινής, γιατί περί αυτού πρόκειται σε τελευταία ανάλυση, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ασκεί επίδραση στην αποδεικτική δύναμη αποδεικτικού μέσου. Μια άλλη άποψη που ακούστηκε εδώ, είναι ότι εφαρμόζεται μόνο σε περίπτωση ερημοδικίας του κατηγορουμένου. Αυθαίρετο τελείως αυθαίρετο, από πού προκύπτει αυτό το πράγμα;

Τελικά σκέφτεσαι μερικές φορές ότι, η ερμηνεία του νόμου δεν μπορεί να είναι ελεύθερο θέμα. Δηλαδή να πεις ότι θέλεις, στη συγκεκριμένη περίπτωση επειδή βλέπουμε μια γενική προσπάθεια να καταδικαστεί ο Γιωτόπουλος, γιατί πρέπει να καταδικαστεί ένας αρχηγός, τα είπαμε αυτά τα πράγματα, αυτό δεν νομιμοποιεί να πεις ότι θέλεις.

Δηλαδή ακούστηκαν κάποιες απόψεις, οι οποίες δεν θα λεγόντουσαν σε άλλο χώρο δηλαδή, σε άλλη υπόθεση μάλλον. Τώρα νιώθεις ότι ένας κόσμος έχει μια νομιμοποίηση να πει οτιδήποτε γιατί είναι στο ρεύμα, γιατί υπηρετεί τον κοινό σκοπό. ¶λλος πάλι είπε εδώ ότι, δεν εφαρμόζεται ο 211Α όταν ο κατηγορούμενος εξετάζεται ως μάρτυρας κατηγορίας, δηλαδή όταν τον ρωτάνε οι άλλοι διάδικοι, ή όταν ο κατηγορούμενος αφηγηματικά αναφέρεται εκτός της δικής του δράσης και στην κοινή δράση.

Εγώ σ’ αυτό το πράγμα θα σας πω το απλό, ότι ο κατηγορούμενος ποτέ δεν γίνεται μάρτυρας κατηγορίας, σε κάθε περίπτωση παραμένει κατηγορούμενος και δεν μπορεί να αποκτήσει status μάρτυρα γι’ αυτό και αυτή η διάταξη. Γιατί; Γιατί όπως και να τον βαφτίσουμε τον κατηγορούμενο, έχει συμφέροντα από τη δίκη και δεν έχει υποχρεώσεις μάρτυρα.

Αυτό είναι όλο. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να τον βαφτίσουμε μάρτυρα, ή να του αποδώσουμε τέτοιο status. Γιατί δεν έχει καθήκον αληθείας ο κατηγορούμενος, γιατί είναι συνέχεια μέσα στην δίκη και τοποθετείται πρώτον ανάλογα με το πώς πάνε τα πράγματα και δεύτερον, ανάλογα με τα συμφέροντά του, γιατί είναι προφανές ότι έχει συμφέρον ο κατηγορούμενος από την έκβαση της δίκης. Ε, ποιος άλλος έχει, αν δεν έχει ο κατηγορούμενος;

Γι’ αυτό δεν μπορούμε να τον βαφτίσουμε μάρτυρα, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να του αποδώσουμε status μάρτυρα. Και το τελευταίο αν θυμάμαι καλά απ’ όσες απόψεις ακούστηκαν , γιατί ακούστηκαν πάρα πολλές γι’ αυτό το ζήτημα, είναι το 211Α, δεν πρέπει να εφαρμοστεί ως αντισυνταγματικό και έχει ένα ενδιαφέρον να το δούμε αυτό.

Δηλαδή μπορεί να είναι συνταγματικά ανεκτός ο περιορισμός στην αποδεικτική δυνατότητα αποδεικτικών μέσων; Καταρχήν θα έλεγα ότι εμπειρικά αν το κοιτάξουμε το ζήτημα, αποδεικτικοί περιορισμοί σ’ όλους τους κλάδους του δικαίου υπάρχουν πάρα πολλοί. Οπότε όλοι αυτοί οι περιορισμοί θα ήταν αντισυνταγματικοί, γιατί το σύνταγμα έπρεπε να ισχύει σ’ όλους τους κλάδους του δικαίου έτσι εμπειρικά. Ειδικά στο χώρο του αστικού δικαίου οι αποδεικτικοί περιορισμοί είναι πάρα πολλοί και στο διοικητικό είναι ακόμα περισσότεροι.

Αλλά και στο ποινικό, δεν είναι ο μόνος αποδεικτικός περιορισμός που υπάρχει αυτός. η 224 παρ. 2 δεν είναι ένας αποδεικτικός περιορισμός επίσης; Αν δεν κατονομάσεις την πηγή, υποχρεώνει τον δικαστή να μην λάβει υπόψη την συγκεκριμένη μαρτυρία. Είναι και αυτός ένας αποδεικτικός περιορισμός.

Οπότε εμπειρικά αν το προσεγγίσουμε, μάλλον δεν είναι αντισυνταγματικό. Επίσης η 177 παρ. 2 δεν είναι και αυτή αποδεικτική απαγόρευση; Σου λέει, εάν δεν μπορείς να επιβάλεις ισόβια, δεν σου επιτρέπω να λάβεις υπόψη σου αποδεικτικά μέσα, που τα έχει αποκτήσει ο άλλος παράνομα. Τι είναι αποδεικτική απαγόρευση είναι και αυτό το πράγμα. Και επιπλέον αυτό που πρέπει να απαντήσετε, η 177.1 που εκεί στηρίζεται η λογική της αντισυνταγματικότητας, είναι συνταγματικού επιπέδου διάταξη; Είναι εκτελεστικός του συντάγματος νόμος έστω για να πάμε σ’ αυτή την κατασκευή που έχουν κάνει οι διοικητικοί δικαστές, ακόμα και εάν δεν βρίσκουμε ευθέως δηλαδή στο σύνταγμα, εκεί μήπως είναι εκτελεστικός του συντάγματος. Πού μπορεί να το πείτε;

Ακόμα και εάν το προσεγγίσετε αυτό το ζήτημα από το 8 παρ. 1 και 2 του συντάγματος, δηλαδή από την σκοπιά της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας του δικαστή, και να πεις ότι βάζεις περιορισμούς στη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του δικαστή, πολύ τραβηγμένο γιατί είναι άλλο πράγμα η λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, η ίδια η 87 του συντάγματος όμως μας βάζει και τον περιορισμό. Ότι πρέπει αυτή να ασκείται στα πλαίσια του συντάγματος και του νόμου.

Ότι δεν βάζει το δικαστή η 87 του συντάγματος πάνω από το νόμο. Και εφόσον έχεις νόμο που σου επιβάλει περιορισμό, αν δεν συγκρούεται με άλλη συνταγματική διάταξη, πρέπει να τον ακολουθήσεις. Η έννοια που υπάρχει αυτή η διάταξη, κατά την γνώμη μου, είναι ότι ο νομοθέτης δεν απόβλεψε σαν εύκολη λύση στην καταδίκη ενός ανθρώπου ότι χρειάζεται πλήρη απόδειξη. Και ο νομοθέτης καταλαβαίνει ότι ο συγκατηγορούμενος για την ίδια πράξη, δεν μπορεί να είναι πλήρης απόδειξη.

Και βεβαίως ένας άνθρωπος που δεν έχει καθήκον αληθείας, αλλά έχει δικαίωμα εκ του νόμου να πει και ψέμα ακόμα, αρκεί να μην θίγει άλλους μ’ αυτό το ψέμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδεικτικό στοιχείο για την καταδίκη.

Η προσέγγιση του κ. Αναγνωστόπουλου στο ζήτημα του 211Α είναι ότι, βεβαίως ισχύει το 211Α είναι ότι βεβαίως ισχύει το 211Α και δεν μπορεί κάποιος να καταδικαστεί μόνο με μαρτυρίες συγκατηγορουμένων έστω και πολλών.

Αλλά εδώ έχουμε λέει και δεύτερο αποδεικτικό στοιχείο, ποιο; Την σιωπή του κατηγορουμένου. Αυτό είναι αποδεικτικό στοιχείο. Εννοεί υποθέτω, ομολογία. Αφού σου τίθεται ενώπιόν σου μια κατηγορία στην οποία εσύ δεν αμύνεσαι εμπεριστατωμένα και σιωπάς, έχω δεύτερο αποδεικτικό στοιχείο γιατί εκτιμώ την σιωπή σου. Σαν έμμεση ομολογία

Και σε άλλο σημείο επανήλθε πάλι σ’ αυτό το ζήτημα και λέει ότι, η μη επίκληση επιχειρημάτων και στοιχείων από τον επιβαρυνόμενο είναι απόδειξη. Όταν σου αποδίδω μια συγκεκριμένη κατηγορία και εσύ αρκείσαι να σιωπήσεις και όχι να πεις, συγκεκριμένα στοιχεία εκεί, είναι απόδειξη αυτό.

Η θέση αυτή είναι προφανώς εσφαλμένη θεωρητικά. Αντί άλλων επιχειρημάτων, γιατί καταλαβαίνετε τώρα όλοι αυτοί είναι και ακαδημαϊκοί και τα ξέρουν καλύτερα. Προσπάθησα να βρω τι λένε άλλοι ακαδημαϊκοί γι’ αυτό το ζήτημα. Και βρήκα την θέση της κας Τσόλκα που είναι και αυτή στην υπεράσπιση για το ίδιο ζήτημα. Έκανε μια εισήγηση πρόσφατα σε ένα συνέδριο, με θέμα «το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης και το τεκμήριο αθωότητας – ζητήματα εφαρμογής τους υπό το πρίσμα της νομολογίας του ΕΔΑ – και γι’ αυτό το ζήτημα μας λέει τα εξής η κα Τσόλκα.

Εν προκειμένω, - μιλάει για το δικαίωμα της σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης – έχω την γνώμη ότι, η αποδεικτική αξιοποίηση της άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων, δεν είναι επιτρεπτή. Η δικονομική συμπεριφορά του κατηγορουμένου, μπορεί να αποκτήσει σημασία ένδειξης και να συνεκτιμηθεί κατά το σχηματισμό δικανικής πεποίθησης, μόνο σε σχέση με όσα ο ίδιος καταθέτει, ή προσκομίζει ως αποδεικτικά μέσα.

Κατά τούτο η υπερασπιστική του επιχειρηματολογία, οι τυχόν αντιφάσεις του κατά την κατάστρωσή της, ασφαλώς και θα εκτιμηθούν από το Δικαστήριο. Μεταξύ όμως αυτών και της άσκησης του δικαιώματος της μη αυτοενοχοποίησης, ή του δικαιώματος σιωπής, ανεξαρτήτως διαβαθμίσεων μάλιστα, υφίσταται ασφαλώς ουσιώδης διαφορά. Καθεαυτή η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, στερείται περαιτέρω περιεχομένου στον εξωτερικό κόσμο και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί ως ένδειξη στο πλαίσιο της αποδεικτικής διαδικασίας.

Η σχετική απαγόρευση, απορρέει από την υποχρέωση των δικαιοδοτικών οργάνων να σεβαστούν την απόφαση του κατηγορουμένου να ασκήσει τα εν λόγω δικαιώματά του, να σεβαστούν δηλαδή το δικαίωμα του αυτοκαθορισμού του. Εξάλλου η περί ενοχής κρίση σε βάρος του προσώπου αυτού, δεν επιτρέπεται να θεμελιώνεται στην άσκηση αναγνωρισμένων υπέρ αυτού δικαιωμάτων.

Αλλά στην ελεύθερη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων νομίζω ότι είναι πλήρης και με πρώτη ματιά όπως τ’ ακούς φαίνεται πολύ πιο εμπεριστατωμένη και πολύ πλήρης από τη θέση που πήρε ο κ. Αναγνωστόπουλος και βεβαίως απ’ οτιδήποτε θα μπορούσα να σας πω εγώ με τα φτωχά μου νομικά πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Ένα δεύτερο ζήτημα σε σχέση με αυτή τη θέση που πήρε ο κ. Αναγνωστόπουλος, είναι ότι δεν καταλαβαίνω γιατί τα λέει αυτά για το δικαίωμα της σιωπής δηλαδή και της μη ενοχοποίησης. Εδώ δεν έχουμε κανέναν κατηγορούμενο που να σιώπησε. Ίσως πλην του Βασίλη Ξηρού που έγινε όλη αυτή η πλάκα εναντίον του και τελικώς δεν απολογήθηκε. Όσοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες αμύνθηκαν πολύ μαχητικά.

Παρέθεσαν δηλαδή ο καθένας την πολύ συγκεκριμένη άμυνά του. Ειδικά δε ο Γιωτόπουλος νομίζω ότι εξάντλησε κάθε δυνατότητα, δεν υπάρχει δικαίωμα σιωπής δηλαδή που θα πρέπει να ερμηνευθεί εδώ πέρα για την περίπτωση του Γιωτόπουλου. Για την περίπτωση του Γιωτόπουλου μάλιστα τα έλεγε αυτά τα πράγματα. Ο Γιωτόπουλος απάντησε πλήρως σε όλες τις κατηγορίες.

Ας δούμε τώρα λίγο την κατηγορία για συμμετοχή του εντολέα μου σε συγκεκριμένες ενέργειες της Οργάνωσης, όπως αυτή αποδόθηκε από το βούλευμα. Εδώ έχουμε τα εξής θέματα. Αποδόθηκε από το βούλευμα φυσική συμμετοχή σε 9 πράξεις. Τσαντ, Μομφεράτος, έκρηξη στο Καβούρι, Α.Τ. Βύρωνα, Μπακογιάννης, Περατικός, Σόντερς, ΕΛΤΑ Αιγάλεω και έκρηξη στον Πειραιά. Σε αυτές τις 9 ενέργειες έχει αποδώσει φυσική παρουσία, φυσική συμμετοχή με ρόλο κατά το βούλευμα την επίβλεψη και εκτέλεση του σχεδίου και μόνον. Αυτά μας λέει το βούλευμα εδώ.

Η επιβεβαίωση της παρουσίας ως πραγματικού περιστατικού και ο νομικός χαρακτηρισμός της, εσείς θα πείτε με την απόφαση τί είναι αυτό, είναι δικαίωμά σας να το πείτε, αλλά αυτό που δεν είναι δικαίωμα του Δικαστηρίου είναι να φύγει απ’ αυτές τις υποθέσεις. Να αποδώσει άλλες υλικές πράξεις, να αποδώσει συμμετοχή σε άλλες ενέργειες, φυσική συμμετοχή.

Δε μπορεί δηλαδή στη διαδικασία ή στην απόφαση να αποδοθεί το πρώτον η υλική πράξη του κατηγορούμενου. Μπορεί νομικά να αξιολογήσετε διαφορετικά την πράξη, να πείτε δεν είναι ηθική αυτουργία, είναι απλή συνέργια, είναι συναυτουργία, ό,τι θέλετε, αλλά δεν μπορείτε το πρώτον να αποδώσετε πράξη.

Δηλαδή μπορείτε να περιοριστείτε μόνο σε διάφορο νομικό χαρακτηρισμό και όχι σε υιοθέτηση νέων πραγματικών περιστατικών, τα οποία μπορεί είτε να προέκυψαν από τη διαδικασία είτε και να μην προέκυψαν, αλλά δεν μπορείτε στην απόφαση να υιοθετήσετε νέα πραγματικά περιστατικά τα οποία συγκροτούν κατηγορία η οποία δεν έχει αποδοθεί στον κατηγορούμενο ως πράξη, ως υλική πράξη.

Δικαιολόγηση; Γιατί δεν δικάζεται το πρόσωπο, δικάζεται η πράξη. Έχουμε πραξεο-κεντρικό σύστημα, από εκεί απορρέει αυτό. Οπότε η μεταβολή της κατηγορίας από ηθική αυτουργία και απλή συνέργια, είτε ψυχική είτε οτιδήποτε άλλο, δε μπορεί παρά να αφορά μόνο τις συγκεκριμένες 9 περιπτώσεις. Δεν μπορεί να αφορά άλλες, γι αυτό το λέω αυτό το πράγμα.

Δηλαδή για μια υπόθεση που δεν έχουν αποδοθεί υλικές πράξεις, π.χ. στον Τσαντ, λέει ότι είναι ηθικός αυτουργός αλλά το βούλευμα δεν του απέδωσε ότι αυτός πήρε το τηλέφωνο ή ότι αυτός έκανε το Χ ή το Ψ, δεν μπορεί το πρώτον να έρθετε και ναι αποδώσετε πράξη και μετά να τη χαρακτηρίσετε νομικά. Χρειάζεται να έχετε πράξη για να μπορώ κι εγώ κάπου να αμυνθώ. Δε μπορώ στην απόφαση να δω μια πράξη για την οποία δεν αμύνθηκα.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είναι άνευ αντικειμένου η συζήτηση εδώ αν συμμετείχε ο Γιωτόπουλος με υλικό τρόπο, με φυσική παρουσία δηλαδή στην υπόθεση του Νορντίν ο Κεσάριος, στην υπόθεση του Μπουλούκμπαση η κα Ευγενούλα Γεννηματά, στην υπόθεση του Ταρασουλέα η κα Τσαγκρώνη και στο Τ.Τ. Πατησίων, ο κ. Τσελέντης. Είναι άνευ αντικειμένου η συζήτηση γιατί δεν μας έχουν αποδοθεί υλικές πράξεις εδώ.

Με τις δεσμεύσεις που σας είπα πριν έχετε ηθική αυτουργία αλλά δεν μπορείτε να τη μετατρέψετε αυτήν σε κάτι άλλο αν δεν έχετε αποδώσει πραγματικά περιστατικά. Δεν μπορείτε να επινοήσετε στην απόφαση τα πραγματικά περιστατικά και δεν έχει αμυνθεί ο κατηγορούμενος σε αυτά. Δεν έχει υπάρξει προδικασία, δεν έχει υπάρξει τίποτα.

Από τις πράξεις που αναφέρει το βούλευμα, αυτές τις 9, το όνομα Γιωτόπουλος ακούστηκε μόνο στην υπόθεση του Μομφεράτου. Αλλά για την πληρότητα της υπεράσπισης και μόνο θα υπογραμμίσω ότι ο Κεσάριος είπε για τον οδηγό του Land Rover ότι δε μοιάζει με κανέναν, ότι ηλικιακά μόνο προσεγγίζει τον Γιωτόπουλο, ότι αφού ρωτήθηκε για το ποσοστό προσέγγισης και αφού υπέμνησε ο μάρτυρας ότι δεν υπάρχουν ποσοστά σε αυτά τα πράγματα και αφού πιέστηκε παρά το ότι δεν υπάρχουν ποσοστά να πει ποσοστό, είπε 5%.

Είπε και ο κ. Αναγνωστόπουλος και ο κ. Πρόεδρος εκείνη την ημέρα ότι αυτά τα πράγματα δεν είναι αναγνώριση, άρα δεν έχουν αποδεικτικό στοιχείο εδώ καθόλου. Η κα Τσαγκρώνη αναφέρθηκε σε πρόσωπο που είχε δει στην περιοχή ένα μήνα και πλέον πριν την ενέργεια, του οποίου δεν διέκρινε τα χαρακτηριστικά και μόνο από άποψη κατατομής και ηλικίας προσεγγίζει τον κ. Γιωτόπουλο κατά 70% στη γνωστή εκατοντάβαθμη κλίμακα αναγνωρίσεων που καθιερώθηκε από την ανάκριση.

Η κα Ευγενούλα Γεννηματά δημιούργησε αμφιβολίες για την ψυχική της υγεία ακόμα και στον κ. Εισαγγελέα, εμφανώς αφελής, μυθομανής, πιθανώς με κάποια διαταραχή, είναι το επιεικές που μπορείς να πεις γιατί άλλως πώς θα χαρακτηρίζατε έναν άνθρωπο που σου είπε ότι είδε δύο όταν έγινε το γεγονός την παραμονή της ενέργειας και πήγε και έδωσε μια κατάθεση και είπε ότι «είδα δύο, μήπως είναι ύποπτοι ρε παιδιά; Τους είχα δει την παραμονή να κοιτάνε περίεργα› κι έρχεται εδώ και τους δύο τους κάνει πέντε και με βεβαιότητα εμπλοκής γι αυτό.

Σε άλλες συνθήκες υποθέτω ότι θα είχε ασκηθεί και μια δίωξη για ψευδορκία, αν έρθει ένας και σου κάνει μια τέτοια ριζική ανατροπή, σου κάνει τους δύο πέντε. Εδώ βέβαια είναι οι συνθήκες τέτοιες... τα είπαμε αυτά. Σε τίποτα δεν ανταποκρινόταν όμως στο πραγματικό υλικό. Θα έλεγα ότι είναι λυπηρό να τη θεωρεί ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας αν δεν κάνω λάθος, αξιόπιστη, με τον ισχυρισμό ότι επλήγη από την έκρηξη και άρα δικαιολογούνται κάποιες υπερβολές ή ανακρίβειες, γιατί και αυτό είναι ψέμα.

Το κατάστημά της ήταν σε άλλο δρόμο, δεν ήταν στο δρόμο που έγινε η έκρηξη. Και η ίδια δεν ήταν ούτε αυτόπτης. Τα περί υπέρπτησης εξαρτημάτων, γιατί εκεί το στηρίξατε, στο ότι ήρθε εδώ και είπε για μια υπέρπτηση εξαρτημάτων του αυτοκινήτου που ανατινάχθηκε πάνω από το κεφάλι της, βεβαίως βγήκε απ’ το κεφάλι της αυτό, δεν πέρασε πάνω απ’ το κεφάλι της, δεν είχε βγει στην προδικασία, δεν είχε βγει πουθενά και δεν είναι και λογικό να έχει βγει γιατί το σχεδιάγραμμα το είδατε, ο δρόμος που ήταν το κεφάλι της ήταν πολύ μακριά από το δρόμο που έγινε η έκρηξη και μεσολαβούσε ένα δασάκι με δέντρα.

Μας εγκαλέσατε εδώ ότι απαξιώσαμε αυτή την μάρτυρα. Νομίζω ότι μάλλον καλά κάναμε. Το είπατε εσείς: «κινδύνευσε η γυναίκα› και στηρίζεστε στο ότι πέρασαν λέει τα εξαρτήματα πάνω απ’ το κεφάλι της. Δείτε το πάρκο που μεσολαβεί ανάμεσα στο κεφάλι της, στο μαγαζί της δηλαδή, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ήταν έξω και καθάριζε την αυλή της εκείνη την ώρα, με το σημείο που έγινε η έκρηξη.

Για το Α.Τ. Πατησίων, προφανώς είναι λίαν όψιμο, είναι ψευδέστατο, είναι υποκατάσταση του Ψαραδέλλη εδώ, είναι υποκατάσταση κατηγορουμένου. Διαψεύδεται η ύπαρξη δεύτερου τσιλιαδόρου από τρεις αυτόπτες μάρτυρες που ήταν έξω από την τράπεζα και είχαν αντιληφθεί ότι γίνεται ληστεία. Αυτό προσέξτε, υπάρχουν τρεις που ήξεραν ότι γίνεται ληστεία και είχαν εντοπίσει τον τσιλιαδόρο. Και δεν είχαν κανέναν βέβαια με αυτόματο να κρατάει τσίλιες. Είδαν τον άλλον που δεν κρατούσε ούτε πιστόλι στα χέρια του και τον κατάλαβαν, αλλά έναν με αυτόματο δεν τον είδαν, παρόλο που είχαν συνείδηση.

Βεβαίως δεν τους καλέσατε, υποθέτω ότι δεν τους καλέσατε γιατί έχετε την ίδια νομική γνώμη που έχω κι εγώ γιατί είναι νέες υλικές πράξεις που δεν έχουν αποδοθεί. ¶λλο λόγο δεν είχατε, διαφορετικά έπρεπε να κληθούν γιατί ήταν ένα γεγονός που ήρθε, αφορούσε πράξεις που δικάζατε εκεί, πρώτη φορά τέθηκε και έπρεπε αποδεικτικά να εξετασθεί αυτό το ζήτημα. Αλλά νομίζω ότι είχατε ένα νομικό κώλυμα και απ’ αυτή την άποψη αν έτσι το κρίνατε, ορθώς απορρίψατε το αίτημά μου.

Επιπλέον σε αυτή την υπόθεση του Τ.Τ. Πατησίων, έπεσαν πυροβολισμοί, υπήρξε καταδίωξη. Δεν έπεσαν μόνο μέσα στο Κατάστημα, ο αστυνομικός βγήκε έξω, τους κυνήγησε μέχρι που έπεσε ο άνθρωπος και τους έριξε. Ο Γιωτόπουλος υποτίθεται ότι ήταν εκεί με αυτόματο για κάλυψη. Κυνηγούν τους δικούς τους, τους πυροβολούν κιόλας, τί κάλυψη κάνει τελικά; Τί κάνει δηλαδή εκεί με το αυτόματο; Επιπλέον και ο ίδιος ο αστυνομικός που τους κυνηγάει, τέσσερις βλέπει μαζί με τον οδηγό να μπαίνουν στο αυτοκίνητο. Δε μπήκε κανένας πέμπτος ούτε υπήρχε δεύτερο αυτοκίνητο απ’ ότι μας είπε ο ίδιος ο κατηγορούμενος που μας τα είπε αυτά τα πράγματα.

Μερικές παρατηρήσεις για τους μάρτυρες, αυτούς που αφορούν τις υποθέσεις που εγώ θα σταθώ αλλά και αυτούς που σχολίασα εκ περισσού, είπα μια κουβέντα για τον καθέναν για τον λόγο που σας είπα. Κάθε δικηγόρος και κάθε ανακριτής και κάθε αστυνομικός ξέρει ένα πράγμα από την πείρα του. Ότι σε κάθε υπόθεση δημοσίου ενδιαφέροντος, εμφανίζονται πάντα διάφοροι μυθομανείς, φαντασιόπληκτοι, επίδοξοι σεναριογράφοι, άρρωστοι, που σου δηλώνουν ότι είδαν την αλήθεια και σε διαβεβαιώνουν για την αλήθεια.

Δεν υπάρχει δικηγόρος νομίζω ή ανακριτής που έχει χειριστεί υπόθεση δημοσίου ενδιαφέροντος που δεν έχει περάσει ένας στρατός από τέτοιους από το γραφείο του. Αυτά νομίζω ότι όσοι από σας έχετε κάνει ανακριτές, τα ξέρετε. Σας μιλώ για τον εθελοντή που δεν τον φέρνει ούτε η κατηγορία, δεν τον φέρνει ούτε ο κατηγορούμενος. Είναι ο εθελοντής που σου έρχεται και δηλώνει: «Είδα αυτά›.

Είχα δει σε μια δίκη έναν της Αντιτρομοκρατικής που τον είχαν φέρει και τον εξετάσανε μάρτυρα που η δουλειά του ήταν ακριβώς αυτή, δεν ξέρω εάν έχουν ακόμα τέτοια αρμοδιότητα. Να γυρίζει ανά την Ελλάδα και να παίρνει καταθέσεις από τους φαντασιόπληκτους που παίρνουν στην Αντιτρομοκρατική τηλέφωνο και είδαν τρομοκράτες, έλεγαν ότι είχαν δει τρομοκράτες, είχαν βάλει ειδικό υπάλληλο αστυνομικό γι’ αυτό και έπαιρνε καταθέσεις. Και τον είχαμε εξετάσει σε μια υπόθεση, από εκεί έχει μείνει.

Κάτι άλλαξε όμως σε αυτή την υπόθεση. Διάφορους τύπους εμφανώς τέτοιους εδώ τους πήραμε σοβαρά. Τους φέραμε και στο ακροατήριο και τους αντιμετωπίσαμε και σοβαρά εδώ, αυτό είναι το πρόβλημα και αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα δηλαδή και για το εάν αυτή η δίκη είναι δίκαιη και να αφήσουμε τώρα τις μεγάλες κουβέντες για δίκαιη δίκη, εάν είναι αξιόπιστη. Και εάν είναι αξιόπιστη ως προς το αποτέλεσμά της αυτή η δίκη. Και ως διαδικασία γιατί αυτό είναι το ζήτημα τώρα, είναι και αδόκιμοι όροι αυτά τα περί δίκαιης δίκης, αλλά νομίζω ότι τελικά μια διαδικασία πρέπει να έχει μια αξιοπιστία, και αυτό πρέπει να στηρίζει και την απόφασή της. Και δεν της έδωσε αξιοπιστία όλη αυτή η ανοχή που δείξαμε σ’ αυτούς. Και ακόμα – ακόμα στις προηγούμενες δικαστικές αρχές που τους είδανε, γιατί δεν είπανε αλλιώτικα πράγματα το φθινόπωρο στους ανακριτές και αυτούς ακριβώς φέρανε εδώ πέρα.

Και έτσι συζητάγαμε εδώ για Ευγενούλες και για Μπακατσέλους. Δηλαδή μας υποτίμησε λίγο αυτή η ιστορία σαν προσωπικότητες και το Δικαστήριο αλλά και όλους τους διαδίκους. Το να κάθεσαι εδώ και εσείς να εξετάζετε και εμείς να προσπαθούμε να αντικρούσουμε εμφανή μυθοπλασία, τελικά υποτιμάει όλες τις πλευρές και υποτιμάει και την δίκη σαν διαδικασία συνολικά.

Είναι γνωστό ότι ο μάρτυρας σε ένα αιφνίδιο γεγονός, αντιλαμβάνεται ελάχιστα πράγματα. Ότι προφανώς έχει σύγχυση παραστάσεων, δεν έχει εποπτεία του περιστατικού συνολική, ακριβώς γιατί είναι αιφνίδιο το περιστατικό. Συνήθως το περιστατικό του δημιουργεί στρες και δεν είναι και προετοιμασμένος για να το περιγράψει γιατί δεν έχει πάει να κάνει ρεπορτάζ, κάνει την δουλειά του και βλέπει κάτι ξαφνικά.

Είναι φυσικό ότι όταν ένα πράγμα, ένα γεγονός αποκτά μια ύστερη δημοσιότητα, η μνήμη να συγχέεται με τις πληροφορίες που έρχονται στο κεφάλι του ανθρώπου εκ των υστέρων. Και όσο πιο έντονη είναι η δημοσιότητα, τόσο πιο πολύ θα συγχέεται η μνήμη με την εκ των υστέρων πρόσληψη μέσω της δημοσιότητας. Νομίζω ότι αυτά είναι κριτήρια γενικά που ισχύουν σε όλες τις περιπτώσεις. Δεν κάνουν τους μάρτυρες ψευδομάρτυρες αυτά τα πράγματα από μόνα τους. Αλλά δίνουν ένα εργαλείο αξιολόγησης.

Δηλαδή ο δικαστής οφείλει και ο διάδικος επίσης, όταν δικάζει μια υπόθεση δημοσίου ενδιαφέροντος, να εξετάζει πόσο έχει επηρεαστεί αυτό που λέει ο μάρτυρας, από την δημόσια συζήτηση που έγινε μετά για το γεγονός για το οποίο ο άλλος έρχεται και δηλώνει αυτόπτης. Οφείλει να το εξετάζει, γιατί ο δικαστής στέλνει ανθρώπους στην φυλακή, δεν μπορούμε να πούμε εδώ ότι, τι να κάνουμε, δύσκολο δεν το εξετάζουμε. Δεν πρέπει να γίνεται έτσι δηλαδή, ακόμα και αν είναι ο πολιτικός μας αντίπαλος αυτός πώς να το κάνουμε, σε κάθε περίπτωση πρέπει να το εξετάζουμε αυτό το πράγμα και το οφείλουμε πρώτα – πρώτα στους εαυτούς μας και στην δουλειά που κάνουμε.

Πρέπει να διακρίνεις κατηγορίες. Δηλαδή υπάρχουν μάρτυρες και πέρασαν και από εδώ αρκετοί τέτοιοι μάρτυρες και αυτό πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Εγώ δεν μιλώ γενικώς για ψευδομάρτυρες, υπάρχουν μάρτυρες που πολύ τίμια προσπάθησαν εδώ να ανακαλέσουν γεγονότα στην μνήμη τους, παίρνοντας υπόψη τα χρόνια που έχουν περάσει και εκτιμώντας ότι άλλα θα ανακαλέσει στην μνήμη του ένας για ένα γεγονός, είκοσι χρόνια πίσω, άλλα για ένα γεγονός πέντε χρόνια πίσω, γιατί ήταν και οι υποθέσεις τέτοιες που εξετάζουμε. Αλλά πέρασαν μάρτυρες, τους έχετε σημειώσει νομίζω που με σοβαρότητα, φέρανε ένα κομμάτι των αναμνήσεών τους και δεν θα ελεγχθεί κανένας επειδή θυμόταν τα μισά και δεν τα θυμότανε όλα.

Σημασία έχει, να προσπαθεί και ο ίδιος να σταθεί τίμια απέναντι στον εαυτό του και να σου φέρει καθαρμένο αυτό το οποίο είδε σε όσο μέρος μπορεί να το θυμάται. Δεύτερον, βλέπεις καλόπιστους ανθρώπους που έρχονται εδώ, αλλά σαφώς επηρεασμένοι από την δημοσιότητα. Δεν είναι καθένας που σου λέει, εμφανώς ανακρίβεια, εγώ δεν θα τον πω στημένο, βλέπεις την άλλη την κυρία, έρχεται μια ηλικιωμένη κυρία εδώ και λέει ότι είδε τον Σάββα από τον 4ο όροφο, πού το είχε πει στον Μπακογιάννη νομίζω εκεί, αυτή που έλεγε ότι τον είδε από το σημάδι εδώ στο λαιμό στον Μπακογιάννη.

Λέει λοιπόν ότι είδε από τον 3ο, 4ο όροφο είχε ένα χαρακτηριστικό καρύδι και λες τώρα, μα πώς το είδε; Για τον Σάββα είχε πει. Στην υπόθεση Μπακογιάννη για τον Σάββα.

(Διαλογικές Συζητήσεις)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Πάντως καταλαβαίνετε την τάξη που θέλω να δώσω. Από την άλλη όμως σε μια υπόθεση όπως είναι σε έναν κατηγορούμενο όπως ο Κουφοντίνας ή ο Σάββας που έχει τόσες κατηγορίες και βλέπεις από την άλλη μια ηλικιωμένη γυναίκα εδώ, λες γιατί να στήσουν τώρα ένα μάρτυρα στη συγκεκριμένη υπόθεση; Εκεί δεν υπάρχει λόγος και μάλιστα να στήσουν μια γυναίκα από το Κολωνάκι 80 χρονών τώρα, δεν στήνεται και να θέλεις να την στήσεις, συνήθως δεν στήνεται.

Εκεί καταλαβαίνεις ότι το πιο πιθανό είναι, να υπάρχει ένας επηρεασμός, μια φόρτιση δηλαδή από τα media. Αυτό το πράγμα όμως πρέπει να το συνεκτιμήσεις. Δεν μπορείς να πεις εντάξει έχω απόδειξη από αυτό το πράγμα. Και βεβαίως υπάρχει και η τρίτη κατηγορία μαρτύρων, λίγοι περάσανε από εδώ τέτοιοι, αλλά υπάρχουν, που είναι καθαροί στημένοι μάρτυρες εκεί.

Στημένος, δεν σημαίνει στημένος μόνο από την Ασφάλεια. Ο μάρτυρας μπορεί να έρχεται για λόγους συμφέροντος να πει ότι είπε, νομίζω κλασική τέτοια περίπτωση ήταν ο Παπαφώτης, είχε συμφέρον, θέλετε ψυχολογικό, θέλετε αποζημίωσης γιατί ήταν θύμα τρομοκρατικής ενέργειας, θέλετε οτιδήποτε, αλλά πάντως είχε ένα συμφέρον να έρθει και να πει, εγώ αναγνωρίζω τον τάδε εκεί. Και ήταν και πολύ ορθή η πρόταση του κ. Εισαγγελέα γι’ αυτό το ζήτημα.

Αλλά μπορεί να είναι και για προσωπική ιδιομορφία και αυτό είναι η πιο συνηθισμένη περίπτωση. Πιο συνηθισμένη από το να στήσει και η Αστυνομία μάρτυρα κατά την γνώμη μου, το οποίο είναι δύσκολο εκεί. Είναι να αυτοστηθεί ο μάρτυρας για τους δικούς του λόγους. Γιατί του αρέσει η δημοσιότητα, γιατί έχει μια τάση στο συγκεκριμένο ζήτημα, γιατί αποσκοπεί στο οτιδήποτε εν πάση περιπτώσει.

Τέτοια περίπτωση ήταν ο Μπακατσέλος κατά την γνώμη μου εκεί, αυτός στήθηκε, και θα σας εξηγήσω γιατί το λέω στη συνέχεια. Και δεν είναι μόνο αυτό που θα εξηγήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τελειώσουμε λίγο νωρίτερα αύριο. Πάντως για τους μάρτυρες θέλει πολύ συζήτηση, υπάρχουν άλλοι που προθεσιακά θα πουν ψέματα αλλά λένε αλήθεια. Ελάτε παρακαλώ, για αύριο στις 9 η ώρα διακόπτουμε.