Πολιτική
Παρασκευή, 21 Νοεμβρίου 2003 20:05

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (21/11/2003) Μέρος 6/7

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Οι κ.κ. κατηγορούμενοι με τη σειρά, όποιος θέλει να προσθέσει κάτι θα τον ακούσουμε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ο κ. Εισαγγελέας θα δευτερολογήσει κ. Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλώνει ότι δεν θα δευτερολογήσει.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, ο κατηγορούμενος Σάββας Ξηρός ο οποίος ασθενεί όλον αυτόν τον καιρό, επιθυμεί να δευτερολογήσει, αλλά δεν έχει τη δυνατότητα. Εάν θέλει το Δικαστήριό σας ένας γιατρός να τον επισκεφθεί για να πει ποια είναι η κατάστασή του γιατί στερείται του δικαιώματος αυτού. Δεν μπορεί να σηκωθεί, αν πει ο γιατρός ότι είναι καλά....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δήλωσε εδώ ότι ότι δεν μπορεί να έρθει, τελείωσε, άστε τον.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Θέλει όμως να δευτερολογήσει, εάν επιθυμεί το Δικαστήριο σας να στείλει κάποιον γιατρό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶μα θέλετε πείτε εσείς ό,τι έχετε για τον Σάββα, θα σας ακούσουμε εσάς πολύ ευχαρίστως. ¶μα θέλει ας έρθει επάνω. Νομίζω ότι τα ακούσαμε όλα τώρα πια... Ας σκεφτούμε κι εμείς, ας κάνουμε ενδοσκόπηση στη συνείδησή μας να βρούμε και δικονομικά αλλά και ουσιαστικά. Πρώτα δικονομικά όμως, αν όλα αυτά μας πάνε.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Εάν σταλεί γιατρός από το Δικαστήριό σας και του πει....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ να φέρω γιατρό; ¶μα θέλει ας έρθει εδώ.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Επίσης επιθυμεί να δευτερολογήσει ο Χριστόδουλος Ξηρός.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαρίστως να τον ακούσουμε, όχι να δευτερολογήσει, αν έχει να προσθέσει κάτι για την υπεράσπισή του είναι τώρα, δεν είναι για δευτερολογία.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, αν μου επιτρέπετε, το άρθρο 369 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ. είναι σαφές: Δικαίωμα δευτερολογίας έχει ο Εισαγγελέας –δεν το ασκεί, δικαίωμά του- και ο κατηγορούμενος ή ένας συνήγορός του. ¶ρα δε μιλάμε απλώς για δυο κουβέντες, μιλάμε για αυτοτελές δικαίωμα δευτερολογίας που έχει κάθε κατηγορούμενος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μέχρι μισή ώρα που λέει ο νόμος, βέβαια.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Γιατί είπατε πριν ότι αν θέλει να προσθέσει κάτι. Έχει ξεχωριστό δικαίωμα δευτερολογίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι άλλο η δευτερολογία, πρέπει να τη ζητήσει, καταλάβατε; Ενώ το άλλο το δικαίωμα πρέπει να το ζητήσει ο Πρόεδρος. Αυτή είναι η διαφορά.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Όχι ότι δεν υπάρχει δικαίωμα δευτερολογίας επειδή δεν έχει μιλήσει ο κ. Εισαγγελέας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι βέβαια. Σε κανέναν δε λέω όχι. Και αν ακόμα δεν ήταν έτσι, δε θα άφηνα κάποιον να θέλει να πει κάτι και να μη τον αφήσω.

Ελάτε κ. Χριστόδουλε Ξηρέ.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Θέλω να πω πρώτα-πρώτα στον κ. Τακτικό Εισαγγελέα, ότι πέταξε και το τελευταίο σωσίβιο που είχε για να σωθεί. Δηλαδή όταν κοιτάζει απ’ την άλλη με κάθε τρόπο, τη στιγμή που έχουν αποδειχθεί και με υπογραφές, τα βασανιστήρια που έγιναν στον αδερφό μου στον «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ›, τη στιγμή που ο ίδιος χαιρέκακα έλεγε στον κ. Τζωρτζάτο «κ. Τζωρτζάτο δε βγάλατε και μια φωτογραφία να μας δείξετε ότι βασανιστήκατε›, την ίδια στιγμή, ο αδερφός μου έχει 6 φωτογραφίες για να αποδείξει αυτό που του έκαναν στον «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ›, έχει 6 αξονικές τομογραφίες οι οποίες είναι κλειδωμένες στο συρτάρι του Δ/ντή του «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ› και θα είναι κλειδωμένες εκεί μέχρι να πάρετε τις αποφάσεις σας και να λέτε μετά «τί να κάνουμε, δεν το ξέραμε, αν το ξέραμε....›

Πετάτε και το τελευταίο σωσίβιο κ. Επίτροπε και θα μείνετε στην ιστορία.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι Επίτροπος, εκτός αν επειδή πάτε στην εκκλησία εσείς τους λέτε Επιτρόπους.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Και με τις δύο έννοιες κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επίτροπος της εκκλησίας;

Χ. ΞΗΡΟΣ: Και με τις δύο έννοιες: Και Επίτροπος της εκκλησίας και Επίτροπος βασιλικός, του Στρατοδικείου. Γιατί το Δικαστήριό σας......

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Χ. ΞΗΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελέα μας τά’ χετε πρήξει εννιά μήνες, αφήστε με να μιλήσω πέντε λεπτά κι εγώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Ξηρέ, οι εκφράσεις αυτές δε νομίζω ότι προσήκουν......

Χ. ΞΗΡΟΣ: Μα κ. Πρόεδρε, εννέα μήνες τον ακούω από μικροφώνου και δε λέω τίποτα, τώρα που έχω δυο λεπτά με κόβει πάλι. Όταν τον είπα «πορδή› με λέγατε υπερβολικό.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Χάνεται το δίκιο πάντως κάποιου όταν βρίζει τους άλλους κ. Χριστόδουλε Ξηρέ...

Χ. ΞΗΡΟΣ: Μπορώ να τελειώσω; Θα τα πω compact κ. Πρόεδρε που λέτε κι εσείς βαρβαριστί.

Όταν στην αρχή της Δίκης έλεγα ότι είναι ένα κακοστημένο θέατρο, δεν περίμενα τέτοια πανηγυρική επιβεβαίωση από όλη τη διαδιακασία και ειδικά από τους ακατάσχετους γέλωτες του κ. Εισαγγελέα χωρίς λόγο. Δεν μπορούσε να κρατηθεί. Είναι θέατρο, το ξέρετε όλοι, το ξέρουμε κι εμείς, αλλά κρατάμε μια σοβαρότητα. Ο κ. Εισαγγελέας δε μπορούσε να κρατηθεί, δυστυχώς. Και το επιβεβαιώνει καθημερινά.

Όσον αφορά την δική μου εμπλοκή, το ξέρετε πολύ καλά και εσείς και ο κ. Εισαγγελέας, ότι είναι ακριβώς όπως σας τα εκθέτω, δηλαδή δεν έχω καμία σχέση, ούτε ο αδερφός μου ο Βασίλης. Αλλά με έχετε ανάγκη για τα σενάριά σας και γι αυτό θα με δικάσετε κιόλας. Και γι αυτό θα μείνετε στην ιστορία, σαν το Στρατοδικείο με τα κουστούμια. Δεν έχω να προσθέσω τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει τον λόγο κ. Τζωρτζάτος.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές, πίστευα ότι μετά την κυρίως απολογία μου η οποία ήταν μια ειλικρινής και κατά το δυνατόν περιεκτική κατάθεση της ψυχής μου, δεν θα υπήρχε ανάγκη να δευτερολογήσω. ¶λλαξα όμως γνώμη μετά την Εισαγγελική αγόρευση του κ. Λάμπρου αλλά και άλλων Εισαγγελικών παρεμβάσεων κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας που μου δημιούργησαν την δυσχερή εντύπωση και μακάρι να έχω λάθος σε αυτό, ότι εδώ δεν πρόκειται για ένα Δικαστήριο που θα δικάσει σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία, με αποδεικτικά μέσα και το ισχύον νομικό πλαίσιο αλλά ότι εδώ είναι του Κουτρούλη το πανηγύρι, στο οποίο προετοιμάζεται άσχετα από τα πραγματικά δεδομένα, μια γενική σφαγή.

Εγώ γνωρίζοντας την αλήθεια σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά που με αφορούν, θα περιμένω την απόφασή σας ελπίζοντας έστω και αμυδρά ότι η εντύπωσή μου είναι εσφαλμένη, αλλιώτικα θα έχω μια πανηγυρική επιβεβαίωση των απόψεών μου δυστυχώς πάνω στο πετσί μου αυτή τη φορά, ότι δηλαδή δεν υπάρχει ούτε κατ’ ελάχιστον αντικειμενική δικαιοσύνη στη σημερινή ψευδεπίγραφη δήθεν δημοκρατία, αλλά αυτό που υπάρχει είναι μια εντελλόμενη καρμανιόλα πολιτικών σκοπιμοτήτων την οποία λίγο ως πολύ την απασχολούν τα πραγματικά περιστατικά και η νομική επιχειρηματολογία σε τέτοιες υποθέσεις.

Εγώ έχω την υποχρέωση να σημειώσω ότι δεν τρέφω καμία εμπάθεια προσωπική για κανένα μέλος του Δικαστηρίου σας, ακόμη και αν αυτό αποδειχθεί σε λίγες ημέρες ένας κατάφορα άδικος και αδίστακτος δήμιος μου.

Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές, σε αυτή τη Δίκη όπως ήταν για μένα αναμενόμενο, τη φύση των κατηγοριών προσδιόρισε και τη φύση της αντιπαράθεσης των επιχειρημάτων. Δε μπορούσε κανείς να σφυρίζει αδιάφορα σε αυτή τη Δίκη όταν ακούγονταν πολιτικά και ιδεολογικά επιχειρήματα για το τί συνέβαινε και τί συμβαίνει στην πατρίδα και τον λαό μας, για το τί συμβαίνει στον κόσμο, για το τί συμβαίνει μέσα σε αυτή τη Δίκη και γενικά το πώς βλέπει ο καθένας τα πράγματα.

Εδώ, όπως εξήγησα και στην κυρίως απολογία μου, αποδείχθηκε ότι έχουμε μια κατεξοχήν πολιτική Δίκη, μια κατεξοχήν πολιτική υπόθεση και γι αυτό το λόγο είχαμε σωρεία πολιτικών και ιδεολογικών επιχειρημάτων, διαπιστώσεων και αναφορών απ’ όλες τις πλευρές. Αυτή ήταν και η φυσική βάση πάνω στην οποία πάταγαν όταν ανέκυπταν τεχνικά ζητήματα.

Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, εφόσον τα νομικά εργαλεία παρεμβαίνουν σε συγκεκριμένες πράξεις που πάντα έχουν ένα αίτιο πράξης που έχουν στόχους και αποτελέσματα. Όταν λοιπόν τα νομικά εργαλεία, δηλαδή η φόρμα, ο τρόπος, πάνε να εφαρμοστούν σε πράξεις που έχουν πολιτικά αίτια, πολιτικούς στόχους και πολιτικά αποτελέσματα, δηλαδή αφορούν άμεσα σε συλλογικές διαδικασίες, συλλογικούς θεσμούς και συλλογικές δυναμικές, τότε πρέπει σε αυτή τη νομική φόρμα να αναδειχθεί και το αντίστοιχο πολιτικό περιεχόμενο από την κάθε πλευρά.

Έτσι τουλάχιστον σε τέτοιου τύπου Δίκη, δεν υπάρχει στυγνό νομικό επιχείρημα. Είναι ολοφάνερη απάτη. Είναι όμως απείρως μεγαλύτερη απάτη και κοροϊδία, είναι εξευτελισμός και ύβρις, πως ολόκληρη την κοινωνία και όχι μόνο ένα μέρος της, εάν και όταν ακόμα και η κωδικοποιημένη έστω άδικη για τους πολλούς συμφωνημένη φόρμα, το ισχύον νομικό δηλαδή πλαίσιο, καταπατείται ολοκληρωτικά από έναν συλλογικό θεσμό που ορκίστηκε την υπεράσπισή του όπως το Δικαστήριο.

Από την πλευρά μου πιστεύω ότι ένας επαναστάτης ο οποίος αμφισβητεί και μάχεται το ισχύον νομικό πλαίσιο του αστικού καθεστώτος, το κάνει αυτό με συντεταγμένη στρατηγική, αρχές, κανόνες και στόχους κατά το δυνατόν. Το κάνει επιζητώντας ένα δικαιότερο νομικό πλαίσιο και όχι επιζητώντας τη βαρβαρότητα. Γι αυτό προτιμά σαφώς το αστικό κανονιστικό νομικό πλαίσιο που ακόμα και αυτό κατακτήθηκε με αγώνες του λαού από την απόλυτη βαρβαρότητα και την απόλυτη αυθαιρεσία της εξουσίας η οποία έχει την τάση να δρα χωρίς κανένα απολύτως πλαίσιο και περιορισμό, εναντίον της κοινωνίας κάποιων τμημάτων της.

Σε αυτή τη Δίκη προσωπικά διαπίστωσα ότι υπάρχουν πολλά νομικά εργαλεία, πολλά ευρήματα, τα οποία έχουν διατυπωθεί από λαμπρά νομικά μυαλά στο ισχύον δίκαιο και τα οποία, εάν υπάρχει πραγματική βούληση πολιτική, μπορούν να προστατεύουν αρκετά ατομικά και συλλογικά δικαιώματα των πολιτών.

Πάρα πολλά τέτοια νομικά στοιχεία θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν σε ένα μελλοντικό δίκαιο το οποίο θα καθόριζε με δικαιότερο τρόπο την παραγωγή και διανομή των αγαθών και υπηρεσιών, την προστασία και την ελεύθερη ανάπτυξη των σχέσεων και της προσωπικότητας των πολιτών καθώς και την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος στη χώρα μας.

Γι αυτό θα κάνω και έναν σαφή διαχωρισμό. Δεν απαιτώ από σας να συμφωνήσετε ούτε να σεβαστείτε τις ιδέες μου και τα οράματά μου για τους ανθρώπους και τη δικαιοσύνη. Τις ιδέες μου θα τις υπερασπιστώ και πάλι σήμερα με την ευκαιρία της δευτερολογίας μου, αυτό όμως που μπορώ να απαιτήσω είναι να σεβαστείτε το δικό σας δίκαιο, τους δικούς σας νόμους και να μη λειτουργήσετε αυθαίρετα και άδικα σε σχέση με το δικό σας κανονιστικό νομικό πλαίσιο για το οποίο δεσμεύεστε απέναντι στον ελληνικό λαό.

Αντλώ αυτό το δικαίωμα από τους αγώνες του ελληνικού λαού γιατί σε αυτή τη Δίκη δεν διακυβεύονται μόνο τα υπερασπιστικά δικαιώματα κάποιων κατηγορουμένων αλλά τα υπερασπιστικά δικαιώματα όλων των Ελλήνων πολιτών τα οποία ιστορικά έχουν κατακτηθεί με αίμα. Προσωπικά θα αναμένω απάντηση λέξη-λέξη στα αποδεικτικά στοιχεία και τα πραγματικά περιστατικά που ανέπτυξαν οι συνήγοροί μου στα νομικά τους επιχειρήματα καθώς και στην απλή κοινή λογική.

Στην απολογία μου αναφέρθηκα στον τρόπο με τον οποίο μέσα από τις εμπειρίες μου οικοδομούσα τη σκέψη και την οπτική μου για τη ζωή. Εδώ καταρχήν θα κάνω μια μικρή παρένθεση για να απαντήσω στην αναφορά του κ. Αντιεισαγγελέα, του κ. Μαρκή, για τα περί λαϊκής καταγωγής των μελών του Δικαστηρίου, τα οποία δεν ακολούθησαν αντίστοιχους με εμένα δρόμους και ταυτόχρονα θα απαντήσω και στον κ. Πρόεδρο που σε μια αποστροφή του υποστήριξε ότι δεν μπορεί να γνωρίζει την ιστορία ένας ηλεκτρολόγος.

Έχω την άποψη αν μου επιτρέπεται να έχω απόψεις εδώ μέσα, ότι οι σχέσεις των ανθρώπων και ο καθορισμός των ρόλων τους, έχουν μια πολύ μεγάλη αντικειμενική διάσταση. Αυτό συμβαίνει επειδή οι ανθρώπινες σχέσεις διαμεσολαβούνται από υλικά αντικείμενα και υλικές διαδικασίες. Για να γίνω πιο κατανοητός, θα αναφέρω ένα παράδειγμα σημαντικό βέβαια, αλλά το οποίο διατηρεί στο ακέραιο την αξία του.

Φανταστείτε λοιπόν μια ωραία, στολισμένη και πολυτελή άμαξα και τους ιδιοκτήτες της οι οποίοι κάθονται στο πολυτελές της κάθισμα πηγαίνοντας μια βόλτα, τον αμαξά οδηγό που έχουν προσλάβει να την οδηγεί, ο οποίος έχει κι ένα καμουτσίκι κι ένα ανθρώπινο υποζύγιο, ένα ζεμένο στην άμαξα ο οποίος τη σέρνει. Εγώ υποστηρίζω ότι η σχέση, οι ρόλοι και τα συναισθήματα μεταξύ των ιδιοκτητών του αμαξά και του ανθρώπινου υποζυγίου, έχουν μια ισχυρή αντικειμενική διάσταση επειδή καθορίζονται αό την αντικειμενική σταθερή σχέση του καθενός ξεχωριστά με την άμαξα.

Οι ιδιοκτήτες που έχουν και τη νομή, κατοχή και ιδιοκτησία της άμαξας, απολαμβάνουν αυτά που μπορεί να τους προσφέρει διατάζοντας τον οδηγό να την οδηγεί όπου τους αρέσει, ακόμα και στο γκρεμό. Μπορεί να είναι και ερωτευμένοι με την άμαξά τους οι ιδιοκτήτες. Ο αμαξάς οδηγός που τη χρησιμοποιεί για λογαριασμό των αφεντικών του, υπακούει στις εντολές τους και μαστιγώνει τον άνθρωπο υποζύγιο όταν αυτό απαιτεί ο στόχος των αφεντικών. Μπορεί και αυτός να είναι ερωτευμένος με το ρόλο του γιατί νιώθει ισχυρός και επιπλέον βγάζει το ψωμί του.

Ο άνθρωπος υποζύγιο όμως ο οποίος ξεπατώνεται στη δουλειά σέρνοντας την άμαξα τρώγοντας καμτσικιές κατά τη βούληση των αφεντικών τους και του αμαξά, και μη διαθέτοντας την παραμικρή ουσιαστική δυνατότητα επιλογής, με μόνη ανταμοιβή ένα κομμάτι ψωμί, δεν είναι καθόλου ερωτευμένος ούτε με την άμαξα ούτε με το ρόλο του και τις μηδαμινές απολαβές του.

Έτσι, σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό, η σχέση μεταξύ του ανθρώπινου υποζυγίου, του αμαξά και των ιδιοκτητών, καθορίζονται από την ξεχωριστή σχέση που έχει ο καθένας τους με ένα υλικό αντικείμενο, δηλαδή την άμαξα. Ακόμη περισσότερο, για τον ίδιο λόγο, τελείως διαφορετικά βλέπει και νιώθει ο καθένας τη διαδικασία μιας βόλτας που κάνουν όλοι μαζί με την άμαξα αυτή. Και για να κάνω κι ένα λογοπαίγνιο, άλλο είναι να καβαλάς και να σε κουβαλάνε και άλλο είναι να κουβαλάς και να σε καβαλάνε.

Κάλλιστα θα μπορούσαμε να φανταστούμε την άμαξα του παραδείγματος και ως την ιστορική διαδικασία, δηλαδή την ιστορία. Κύριε Αντιεισαγγελέα, δεν μπορούν λόγω αντικειμενικών συνθηκών όλα τα λαϊκής καταγωγής παιδιά να γίνουν Εισαγγελείς και Δικαστές, με καμτσίκι και ρόλο αμαξά στην άμαξα ιστορία. Κάποιοι, η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας, θα γίνουν και απλοί εργαζόμενοι και ηλεκτρολόγοι, υποζύγια της άμαξας.

Γι αυτό το λόγο κ. Πρόεδρε και οι ηλεκτρολόγοι-υποζύγια μπορούν να έχουν άποψη για την άμαξα-ιστορία, μόνο που αυτή συνήθως είναι διαφορετική άποψη και από αυτήν του άμαξα-Δικαστή και από αυτή την ιδιοκτητών. Γιατί κάποιες φορές, κάποια υποζύγια είναι πιο ευαίσθητα στις καμτσικιές κ. Μαρκή και αντιδρούν λίγο παραπάνω από τα υπόλοιπα στη βόλτα της ιστορίας.

Οι ιστορικές αντιλήψεις είναι έκφραση ταξικών συμφερόντων, αποτέλεσμα της δράσης των πραγματικών δημιουργών της ιστορίας, των πολλών μέσα από την πάλη τους με τους ίδιους προνομιούχους. Αυτοί είναι οι πραγματικοί δημιουργοί της ιστορίας που αγωνίζονται να ανατρέψουν τους συσχετισμούς και όχι αυτοί που τους διαπιστώνουν και μας επιβάλλουν να τους σεβαστούμε. Ο ταξικός αγώνας θα είναι αναπόφευκτα, όσο υπάρχει εκμετάλλευση, η σημαντικότερη κινητήρια δύναμη της ιστορίας.

Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές, στην απολογία μου αναφέρθηκα στην αλληλεγγύη και την αλληλοβοήθεια μεταξύ των ανθρώπων, στο αίσθημα της ασφάλειας και ελευθερίας του λαού μας, στην ανάγκη και τη δυνατότητα του ξεπεράσματος της ψευδεπίγραφης αστικής δημοκρατίας – ολιγαρχίας, στην κατεύθυνση μιας ουσιαστικής πολιτικής δημοκρατίας, στην ανάγκη του αγώνα των πολιτών για να ανατραπεί το δίκτυο των δυνάμεων του θανάτου, δηλαδή του διεθνούς ιμπεριαλισμού που έχει αρχηγό τις ΗΠΑ καθώς και σε πάρα πολλές πολλές επιμέρους έννοιες και πρακτικές όπως τα εγκλήματα και τη διαφθορά της καπιταλιστικής ελίτ που είναι συνυφασμένες με το παρόν άδικο και καταστροφικό οικονομικό πολιτικό σύστημα.

Υποστήριξα τελικά ότι αυτό που με οδήγησε στην ελληνική πολιτική Οργάνωση ένοπλης πάλης 17Ν, ήταν ένα συναίσθημα άμυνας για την πατρίδα μου και το λαό μου, για τους λαούς της γης, για τον άνθρωπο. Ήταν μια άμυνα απέναντι στην πραγματικότητα και την διευρυμένη απειλή της μείωσης του αισθήματος ενότητας με τις διαδικασίες της ζωής, για τους περισσότερους ανθρώπους, η οποία προέρχεται από τις δυνάμεις του μεγάλου σύνθετου κεφαλαίου. Δυνάμεις οικονομικές, στρατιωτικές, πολιτισμικές και τελικά δυνάμεις πολιτικές.

Για το θέμα της επιθετικής Αριστεράς που έγινε λόγος, δεν υπάρχει επιθετική Αριστερά με την έννοια ότι η Αριστερά είναι έκφραση δυνάμεων της κοινωνίας, οι οποίες αμύνονται για τη υπεράσπιση του δικαιώματός τους στη ζωή. Έτσι, η όποια επίθεση είναι αποτέλεσμα αμυντικών αντανακλαστικών, είναι αντίδραση σε μια καταστροφική για τους πολίτες δράση ή προοπτική. Αυτή η αντίδραση αναδεικνύει αναγκαστικά και το όποιο όραμα της Αριστεράς για μια πιο δίκαιη κοινωνία.

Οι συνθήκες όμως για μια τόσο αυξημένη μορφή πάλης όπως η ένοπλα προπαγάνδα, θα έπρεπε να είναι επαναστατικές, όπως εξήγησα και στην κυρίως απολογία μου. Η απειλή που ένιωθαν και νιώθουν οι περισσότεροι Έλληνες πολίτες ενάντια στο σύστημα αναγκών τους, δεν ήταν ποτέ μετά τη μεταπολίτευση ως και σήμερα, τόσο μεγάλη σε έκταση και ένταση, ώστε να ψηφίσουν σε έναν υπέρ πάντων αγώνες ζωής, τους υπάρχοντες συσχετισμούς ισχύος των δυνάμεων του άδικου καταστροφικού πολιτικού συστήματος.

Σε συσχετισμούς ισχύος που έχουν γίνει τερατώδεις πλέον με την παγκοσμιοποίηση της απειλής, της χειραγώγησης, του ελέγχου και της καταστολής στις σύγχρονες κοινωνίες του κόσμου. Εδώ υπάρχει όμως ένα κρίσιμο ερώτημα κ.κ. Δικαστές: Μήπως ο κόσμος πιέζεται, δυσφορεί και υποφέρει αρκετά στην υπάρχουσα κατάσταση ώστε να εμφανίζονται συμπτώματα όλο και πιο γενικευμένης δυσαρέσκειας προς ολόκληρο το πολιτικό σύστημα;

Κατά τη γνώμη μου η απάντηση είναι καταφατική. Η απαξία προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς του εκφραστές σε όλες τις αποχρώσεις είναι πραγματικά βαθιά. Έχω ακούσει κάποιες φορές σαν αστείο από απλούς ανθρώπους την απαξιωτική ειρωνική φράση: «Βουλευτή να πεις τη μάνα σου›, δηλαδή η λέξη «βουλευτής› σήμερα για κάποιους είναι κάτι σαν βρισιά.

Επομένως διερωτάται κανείς: Καλά, εφόσον ο κόσμος είναι βαθιά δυσαρεστημένος από αυτό το πολιτικό σύστημα, γιατί δεν αγωνίζεται μαζικά για μια ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος; Γιατί δεν δραστηριοποιείται μαζικά στους ριζοσπαστικούς κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς ή γιατί δεν δημιουργεί καινούργιους; Εδώ η απάντηση είναι πολύ δύσκολη. Υπάρχουν δυο κύρια σκέλη και αρκετά δευτερεύοντα στα οποία θα αναφερθώ. Και τα δύο βέβαια σχετίζονται με το επίπεδο κάλυψης των αναγκών στη χώρα μας, όπως ήδη ανέφερα.

Το πρώτο είναι όπως οι παγκόσμιες εξελίξεις έδειξαν, ότι δεν υπάρχει κάποια χώρα σήμερα στο παγκόσμιο σκηνικό, η οποία να λειτουργεί ως ελκυστικό πρότυπο μοντέλο ενός νέου εφαρμοσμένου πολιτικοκοινωνικού συστήματος στη χώρα μας. Παρεμπιπτόντως να αναφέρω ότι σήμερα είναι γνωστό πως αυτό έτρεμαν οι Αμερικάνοι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μήπως υπάρχει δηλαδή κάποια χώρα μοντέλο νέο, επιτυχημένο και στην κοινωνικοοικονομική πλευρά του πολιτικού συστήματος.

Γι αυτό είπα συνωμοτικά σχεδίασαν και υπέβαλλαν τον ψυχρό πόλεμο, τον διχασμό της Ευρώπης και την γκετοποίηση της ανατολικής Ευρώπης. Για τον ίδιο λόγο, ως ηγεμόνες του παγκόσμιου καπιταλισμού, φρόντισαν επίσης να εξουδετερώσουν με οποιονδήποτε τρόπο και κάποια εν δυνάμει περιφερειακά μοντέλα νέων πολιτικών συστημάτων ώστε να μην επιδράσουν ως πολιτικά και οικονομικοκοινωνικά παραδείγματα σε μεγάλες περιοχές του κόσμου.

Σε αυτή την προσπάθεια εντάσσεται ο πόλεμος της Κορέας. Σημειώνω ότι σήμερα είναι γνωστό πλέον η πρόθεση του στρατηγού Μακ ¶ρθουρ να χτυπήσει και με πυρηνικά τη Κίνα. Η ολοσχερής πολεμική καταστροφή του Βιετνάμ που την πληρώνει ακόμα και σήμερα ο λαός της και ακόμα ο οικονομικός αποκλεισμός της Κούβας και εκατοντάδες άλλες μικρότερες ή μεγαλύτερες επεμβάσεις και χειρισμοί. Στο μεγαλύτερο βαθμό τα κατάφεραν μέχρι σήμερα χρησιμοποιώντας συνδυασμένα και με εγκληματική αποφασιστικότητα την στρατιωτική, οικονομική και συνολική πολιτική ισχύ όλου του ιμπεριαλιστικού μηχανισμού.

Το δεύτερο σκέλος της απάντησης όμως είναι και το σημαντικότερο. Έχει να κάνει με την τεράστια συγκέντρωση ισχύος του σημερινού παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού μηχανισμού. Συγκέντρωση ισχύος στην οποία βοήθησε πρώτον, η εκπληκτική ανάπτυξη της στρατιωτικής και γενικά κατασταλτικής τεχνολογίας η οποία αύξησε και τη δυνατότητα στρατιωτικών απειλών, εκβιασμών και επεμβάσεις.

Δεύτερον, η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των τεχνικών και ιδεολογικής χειραγώγησης και ελέγχου, ελεγχόμενη ενημέρωση, θέαμα, ιδεολογικοί μηχανισμοί. Τρίτον, η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των τεχνικών οικονομικών εκβιασμών και απειλών εναντίον χωρών στις σύγχρονες παγκόσμιες συνθήκες και τέταρτον, η ανάπτυξη των τεχνικών πολιτικής χειραγώγησης και πιέσεων σε πολιτικούς και διοικητικούς μηχανισμούς χωρών.

Αυτές οι τεχνικές του ιμπεριαλισμού σήμερα έχουν εξειδικευθεί εκπληκτικά και στον απευθείας έλεγχο και την χειραγώγηση προσώπων ώστε να τα καταστήσουν απόλυτα υποχείρια και πράκτορες των συμφερόντων τους, πολιτικούς, επιχειρηματίες, τραπεζίτες, δημοσιογράφους, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, ανώτερους διοικητικούς υπαλλήλους, επιστήμονες.

Τα τελευταία χρόνια εντείνουν τις προσπάθειες οργάνωσης περίπου κλειστών φιλοαμερικάνικων κοινοτήτων σε άλλες χώρες ακόμα και με γεωγραφικά όρια περίπου σαν νησίδες οι οποίες θα αποτελέσουν το μέλλον αποκλειστικά και ολοκληρωμένα φυτώρια πραιτοριανών της αυτοκρατορίας του μεγάλου αδελφού, τα αυγά του φιδιού, του αυτοκρατορικού τέρατος της υποδούλωσης.

Ο γνωστός ανθύπατος Πιούρι Φόρι Μίλερ ξέρει πολύ καλά από αυτά. Αν λοιπόν προσπαθήσουμε να συμπυκνώσουμε τα δύο βασικά σκέλη της απάντησης στο αρχικό ερώτημα, δηλαδή γιατί ο κόσμος δεν κινητοποιείται επαρκώς σήμερα εφόσον δυσφορεί με το πολιτικό σύστημα θα μπορούσαμε να δούμε στο μυαλό του απλού ανθρώπου την απάντηση, σαν απάντηση στην πιθανότητα ενός ταξιδιού, ενός ταξιδιού για να ικανοποιήσει καλύτερα τις σημερινές σωματικές, ψυχικές και νοητικές ανάγκες, να οργανώσει καλύτερα τις επιλογές για τη ζωή του με βάση την υπάρχουσα πραγματικότητα.

Ουσιαστικά είναι σαν υπάρχει στο μυαλό του απλού ανθρώπου μια υποθετική αυτόματη ζυγαριά που απαντάει με βάση τα κάθε φορά δεδομένα στο εξής ερώτημα: με αυτή την επιλογή που πιθανόν θα κάνω τι πιθανότητες έχω να είμαι καλύτερα; Η υποθετική αυτή αυτόματη ζυγαριά του εγκεφάλου του λύνει συνεχώς μία εξίσωση ζωής χωρίς να το συνειδητοποιήσει τις περισσότερες φορές ο ίδιος.

Ποια είναι όμως τα δεδομένα για το υποθετικό ταξίδι ενός ανθρώπου στην ιστορία; Αν εξαιρέσουμε το επίπεδο κάλυψης των σημερινών αναγκών του πρώτον, επειδή πιέζεται θέλει να φύγει για κάποια ταξίδι ώστε να ζήσει καλύτερα αλλά δεν ξέρει πού ακριβώς να πάει και πώς ακριβώς να πάει σε ένα τόσο σοβαρό ταξίδι της ζωής στην ιστορία. Δεύτερον, γνωρίζει πολύ καλά ότι με το πραγματικό ξεκίνημα ενός νέου ταξιδιού μέσα στην ιστορία έστω ακόμα και μία σοβαρή ανίχνευση του δρόμου θα χτυπηθεί ανελέητα από τις τεράστιες συγκεντρωμένες καταστροφικές δυνάμεις του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος.

Στη σημερινή μεταβατική ιστορική φάση για τις περισσότερες κοινωνίες του πλανήτη αυτά είναι δεδομένα, αυτά είναι τα δεδομένα του πιθανού νέου ταξιδιού στην ιστορία των ανθρωπίνων σχέσεων. Αυτό που ενδιαφέρει είναι το επίπεδο κάλυψης των αναγκών των διαφόρων ανθρώπων, κοινωνικών ομάδων, χωρών, εθνών, περιοχών του κόσμου.

Οι ανθρώπινες ανάγκες όμως έχουμε μία στέρεη αντικειμενική βάση που λέει τα απαραίτητα για την άμεση επιβίωση και απείρως πολύπλοκα και εξελισσόμενα συνεχώς συστήματα που η κατεύθυνση εξέλιξής τους εξαρτάται από την αντίληψη που διαμορφώνει κάθε φορά ο άνθρωπος γι’ αυτές. Είναι πολύ δύσκολο, μερικές φορές αδύνατο να είναι κανείς βέβαιος για το πού πραγματικά είναι το ποσοτικό και το ποιοτικό όριο κάλυψης των αναγκών σε μια κοινωνία κάτω από το οποίο διαμορφώνονται πραγματικά επαναστατικές συνθήκες.

Πού είναι το όριο κάτω από το οποίο ένας επιτυχής αγώνας διαφώτισης της κοινωνίας από μια πρωτοπορία μπορεί να βοηθήσει να αντιληφθεί την αναγκαιότητα ενός νέου ιστορικού ταξιδιού και να ξεκινήσει πραγματικά αψηφώντας τους πραγματικούς κινδύνους. Αυτό κάθε φορά βεβαιώνεται μόνο από τα συγκεκριμένα ιστορικά αποτελέσματα των διαφόρων πολιτικών προσπαθειών.

Όπως έχω ήδη αναφέρει στην πατρίδα μας αποδείχθηκε ότι στο μικρό ιστορικό κύκλο της μεταπολίτευσης ως σήμερα δεν υπήρχαν επαναστατικές συνθήκες. Από αυτή την άποψη το πολιτικό εγχείρημα της 17Ν ως πολιτικής Οργάνωσης σε ένδειξη προπαγάνδας ενώ είχε κερδίσει τη συμπάθεια μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού ακόμα και πολλών συντηρητικών ανθρώπων απέτυχε τον στόχο.

Εξήγησα άλλωστε στην κυρίως απολογία μου γιατί εγώ εγκατέλειψα την Οργάνωση οριστικά στις αρχές του ΄92. Η τεράστια συμπάθεια όμως από τον ελληνικό λαό προς την 17Ν οφειλόταν σε συσσωρευμένη πίεση, αγανάκτηση για τα δεδομένα του συστήματος. Ήταν η πλευρά της θέλησης για το ταξίδι στην ιστορία που ανέφερα, υπήρχε όμως μεγάλη απόσταση μέχρι την πλευρά να νοιώσει ο λαός μας ότι μπορεί.

Τι συμβαίνει όμως; Ποια είναι τα αποτελέσματα όταν μία κοινωνία ενώ νοιώθει βαθιά απαξία και δυσαρέσκεια για το κοινωνικοπολιτικό σύστημα το οποίο ζει την ίδια στιγμή αυτοπεριορίζεται εξ αρχής και δεν αντιδρά σοβαρά λόγω αδυναμίας προσανατολισμού και φόβου καταστροφικών χτυπημάτων και πιέσεων από τις τεράστιες δυνάμεις που διαθέτει το παγκόσμιο σύστημα του τρόμου, τι αποτέλεσμα έχει αυτός ο εξ αρχής αυτοπεριορισμός της κοινωνίας να δράσει συλλογικά;

Τότε κ.κ. Δικαστές εμφανίζονται τα σοβαρότερα χαρακτηριστικά μιας πολιτιστικής κρίσης της κοινωνίας. Είναι το αίσθημα της αδυναμίας των πολιτών ότι δεν υπάρχει δυνατότητα συλλογικού κοσμικού οράματος ή περισσότερων συλλογικών οραμάτων. Είναι το αίσθημα αδυναμίας των πολιτών ότι δεν υπάρχει δυνατότητα συλλογικής κοσμικής ελπίδας ή περισσότερων συλλογικών ελπίδων.

Τελικά είναι αποσάθρωση των συλλογικών κοσμικών ιδεολογιών αλλά και της κοσμικής επίδρασης των συλλογικών μεταφυσικών ιδεολογιών δηλαδή του συγκολλητικού υλικού μιας κοινωνίας. Είναι αρχή της αποσάθρωσης της κοινωνίας και ο δρόμος προς την απόλυτη κοινωνική βαρβαρότητα εάν σε κάποιο σημείο δεν υπάρξει πορεία αντιστροφής.

Κύριοι Δικαστές, από την αρχή της ύπαρξής του ο άνθρωπος υπήρξε με άλλους κοντινούς ανθρώπους. Το στοιχείο ήταν αδιάσπαστα συνδεδεμένο με την κάλυψη ή την ελπίδα καλύτερης κάλυψης των αναγκών του. Αυτό το συνεχές και αδιάσπαστο φαινόμενο της συνύπαρξης στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών δημιουργούσε μικρότερες ή μεγαλύτερες συλλογικές ελπίδες, μικρότερα ή μεγαλύτερα συλλογικά φαντασιακά πεδία τα οποία ήταν τα εργαλεία που ωθούσαν στην δράση για την κάλυψη και την ανάπτυξη των συλλογικών αναγκών των κοινωνιών, ήταν τα εργαλεία κίνησης για την εξέλιξη των κοινωνιών.

Οι συλλογικές ελπίδες μπορούσαν να γίνουν συλλογικές βουλήσεις και να μετατραπούν σε συλλογικές πράξεις για μικρότερες ή μεγαλύτερες κοινωνίες. Η διαδικασία εξελισσόταν μέσα από την αντιπαράθεση και την σύγκρουση μικρότερων συλλογικών ελπίδων βουλήσεων και αντίστοιχων συλλογικών πράξεων από τις διάφορες κοινωνίες, ομάδες μια κοινωνίας όταν οι αντικειμενικές συνθήκες το επέβαλλαν.

Αυτή η διαδικασία σε μεγάλους ιστορικούς κύκλους δημιουργούσε τη συλλογική δυνατότητα επιλογής μέσα στις κοινωνίες και τις κοινωνικές ομάδες. Δημιουργούσε την ελευθερία του ανθρώπινου είδους για κοινωνική εξέλιξη για να υπάρχει διεύρυνση της συλλογικότητας μιας ελπίδας. Στα πλαίσια μιας ανθρώπινης κοινωνικής ομάδας πρέπει οι άνθρωποι να την αντιμετωπίσουν ως πραγματοποιήσιμη και βέβαια ισχύει και το αντίθετο. Όταν οι άνθρωποι μιας κοινωνικής ομάδος αναγνωρίζουν εκ των προτέρων μεγάλους και αξεπέραστους εξωτερικούς περιορισμούς και απειλές για μία ιδέα ή μία ελπίδα τότε περιορίζεται αναλόγως και το εύρος της συλλογικότητας της ιδέας της ελπίδας.

Στο ψυχολογικό επίπεδο όμως στις συλλογικές ιδεολογίες είναι τα μέσα, τα εργαλεία με τα οποία δημιουργούνται οι συλλογικές ταυτότητες. Δηλαδή οι ψυχολογικές ενότητες με τα πράγματα που αγαπάμε, που θέλουμε ή που φανταζόμαστε ότι θέλουμε. Η ένταξη και η ποιότητα του συστήματος των συλλογικών ταυτοτήτων είναι απολύτως αντίστοιχη με την ένταση και την ποιότητα του συστήματος ενότητας, με τις διαδικασίες της ζωής των αντίστοιχων κοινωνικών ομάδων ή ολόκληρων των κοινωνιών.

Όταν υπάρχει μείωση του συστήματος της συλλογικής ταυτότητας σε μία κοινωνική ομάδα ή σύνολο ανθρώπων τότε αυτό αντανακλά αυτόματα στο προσωπικό επίπεδο των μελών της ομάδος, σε προσωπικής του ταυτότητα, στο προσωπικό τους αίσθημα ενότητας με τις διαδικασίες της ζωής. Αυτό συμβαίνει και γιατί οι συλλογικές ταυτότητες τροφοδοτούνται από τις προσωπικές και αντίστροφα. Οι συλλογικές ταυτότητες τροφοδοτούν τις προσωπικές. Η διαδικασία είναι αμφίπλευρη και αυτόματη.

Ας δούμε τώρα το βασικό μοντέλο στην περίπτωσή μας στη χώρα μας αν και αυτά που θα αναφέρω ταιριάζουν σε πάρα πολλές κοινωνίες του πλανήτη στη σημερινή ιστορική φάση. Καταρχήν να σημειώσω ότι επειδή ακόμα βρισκόμαστε στην ιστορική περίοδο των εθνών-κρατών ο πολίτης νοιώθει το μέγιστο εύρος προσωπικής πολιτικής του παρέμβασης στην κυβέρνηση και στο πολιτικό σύστημα της πατρίδος του και όχι στην Commission, στους G8 και το διεθνές πολιτικό σύστημα.

Ενώ όπως η μέγιστη πολιτική παρέμβασή του είναι στο επίπεδο έθνους-κράτους την ίδια στιγμή λόγω της ένταξης της αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης των μεγαλομηχανισμών του κεφαλαίου και της εξουσίας σε παγκόσμιο επίπεδο νοιώθει ότι υπάρχει μιαν αντιστοιχία. Αυτό που μπορεί ο πολίτης να καθορίσει, να συμμετάσχει, να παρέμβει ίσως, δηλαδή το έθνος-κράτος έχει σπάσει τελείως ως σχετικά αυτόνομο σύστημα. Δεν μπορεί πλέον καθαρά ως σχετικά ανεξάρτητο εσωτερικό της χώρας με ένα εξωτερικό περιβάλλον το οποίο εμπεριέχει περιορισμούς και ευκαιρίες.

Βλέπει απλώς ότι το σύστημα που τον εμπεριέχει, το κράτος του δηλαδή είναι πλέον απολύτως εξαρτώμενο μέρος ενός μεγαλύτερου συστήματος το οποίο ο ίδιος έχει παντελή αδυναμία να νοιώσει κάποιου είδους ενότητα και να επηρεάσει, ενώ αυτό το μεγαλύτέρο σύστημα το διοικούν μακρινά μεγάλα συμφέροντα και εξουσίες. Ξαφνικά δηλαδή από πολίτης κατάντησε υπήκοος αγνώστων πανίσχυρων και μακρινών βασιλιάδων χωρίς να μπορεί ο ίδιος να κάνει τίποτα γι’ αυτό. Στην ουσία έχουμε μια αλλαγή στην λειτουργία αυτού που εννοούσαμε ως έθνος-κράτος κατά την οποία το έθνος ως ιστορικό φαινόμενο των ανθρωπίνων κοινωνιών, ως ένα επίπεδο ανθρώπινης ταυτότητας εκβιάζεται και τελικά βιάζεται από το κράτος που το αντιστοιχεί γιατί το κράτος πλέον δεν απηχεί τη συλλογική βούληση των πολιτών ή την αναγκαστική αποδοχή μιας δικιάς τους τοπικής εξουσίας.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Υπάρχουν κάποιοι στην αίθουσα οι οποίοι ενδιαφέρονται γι’ αυτά που λέει. Γιατί τόσο γρήγορα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά κάνει και τα λέει έτσι γρήγορα. Εμείς τα καταλαβαίνουμε και περνάνε και στο internet. Σας παρακαλώ πολύ, εμείς τα καταλαβαίνουμε. Βραδύνοες δεν είμαστε. Μάλιστα ο άνθρωπος δείχνει ότι έχει συγκρότηση με αυτά που γράφει και τον παρακολουθούμε. Για όνομα του Θεού!

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι ενδιαφέρονται να τα ακούσουν?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ, όλοι ενδιαφερόμαστε. Γιατί εμείς δεν ενδιαφερόμαστε; Αν δεν ενδιαφέρεστε εσείς?..

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Είπα για την αίθουσα γενικώς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν με ενδιαφέρει τι κάνει, όποιος μπορεί και τα παρακολουθεί, δεν θα κάνω εγώ παρατήρηση στον άνθρωπο, τα λέει πολύ καλά και μάλιστα και στην απολογία του με τον ίδιο ρυθμό πράγμα που δείχνει ότι έχει ιδιαίτερη ευφυΐα. Δεν είναι κουτός ο άνθρωπος και δείχνει ότι εκτός άλλων έχει και συγκρότηση. Σας παρακαλώ λοιπόν μην τον διακόπτεται και όπως βλέπετε το μισάωρο περνάει. Παρόλα αυτά εγώ δεν του λέω «σταμάτα›. Θέλω να τα ακούσω. Κύριε Τζωρτζάτο, παρακαλώ συνεχίστε. Σας ακούμε όλοι.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Στην ουσία έχουμε μία αλλαγή στην λειτουργία αυτού που εννοούσαμε ως έθνος-κράτος κατά την οποία το έθνος ως ιστορικό φαινόμενο των ανθρωπίνων κοινωνιών, ως ένα επίπεδο ανθρώπινης ενότητας εκβιάζεται και τελικά βιάζεται από το κράτος που το αντιστοιχεί γιατί το κράτος πλέον δεν απηχεί τη συλλογική βούληση των πολιτών ή την αναγκαστική αποδοχή μιας δικιάς τους τοπικής εξουσίας αλλά στο μεγαλύτερο βαθμό γίνεται φορέας μιας πανίσχυρης ξένης εξουσίας η οποία επιτίθεται για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων της ενάντια στα πολιτιστικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του έθνους.

Το κύριο σημείο εδώ είναι το αίσθημα αδυναμίας αντίδρασης του πολίτη ή των κοινωνικών ομάδων απέναντι στα μεγάλα αφεντικά της υποδούλωσης. Έτσι αναπτύσσεται ένας περίπου αναγκαστικός συλλογικός αυτοπεριορισμός της κοινωνίας ή των μεγάλων κοινωνικών ομάδων σε σχέση με τα πολιτικά του ζητούμενα. Αυτός ο περιορισμός όπως είναι φυσικό αντανακλάται άμεσα ως περιορισμός και σε όλες τις συλλογικές ιδεολογίες που είναι διαφορετικές ή αντίπαλες στο υπάρχον κοινωνικοπολιτικό σύστημα σε επίπεδο χώρας.

Τα αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση του αυτοπεριορισμού είναι μια πλήρης ιδεολογική κυριαρχία του συστήματος η οποία πραγματοποιείται όμως με μείωση και έμμεσο αλλά ολοφάνερο βιασμό της ελεύθερης ανθρώπινης βούλησης. Αυτό το συλλογικό αίσθημα του μονόδρομου, της έλλειψης εναλλακτικής επιλογής δεν αφορά μόνο τις καταπιεζόμενες και δοκιμαζόμενες κοινωνικές ομάδες και άτομα αλλά διαχέεται σε ολόκληρη την κοινωνία ακόμα και στους πιο συντηρητικούς ανθρώπους.

Αυτό γίνεται για τον εξής λόγο: είναι βαθιά ανθρώπινη ανάγκη η ανάγκη της επιλογικής δυνατότητας του ανθρώπου. Η επιλογική δυνατότητα παράγει το αίσθημα της ελευθερίας έστω κι αν κάποιος επιλέγει ένα πράγμα. Θέλει πάντα να έχει την αίσθηση ότι θα μπορούσε να διαλέξει μεταξύ περισσότερων πραγμάτων. Το ίδιο συμβαίνει και στο συλλογικό ανθρώπινο επίπεδο. Αυτή η βαθιά ανάγκη του ανθρώπου, η ανάγκη της ελευθερίας είναι αυτή που επιδρά στο συνολικό σύστημα ανθρώπινων αναγκών και το αναπτύσσει, το μεταβάλει αλλά και το προστατεύει γιατί το κάνει ευέλικτο σε προσαρμογές, σε νέες συνθήκες.

Έτσι μετά από το περίπου αναγκαστικό έμμεση περιορισμό της εμβέλειας των αντίπαλων στο πολιτικοκοινωνικό σύστημα πολιτικών ιδεολογιών ή ακόμα και αντίπαλων στο σύστημα κοσμικών επιδράσεων των μεταφυσικών ιδεολογιών έχουμε ένα σοβαρότατο αποτέλεσμα ευνουχισμού του ανθρώπου και των κοινωνιών, την παρεμπόδιση και μείωση της ανάπτυξης δύο βασικών συλλογικών αναγκών στις ανθρώπινες κοινωνίες. Τη μείωση του αισθήματος της συλλογικής ελευθερίας ή των συλλογικών ελευθεριών και την μείωση του αισθήματος συλλογικής ελπίδας οράματος ή των συλλογικών ελπίδων οραμάτων δηλαδή την παρεμπόδιση και το φρενάρισμα δύο βασικοτάτων μηχανισμών στην πορεία της εξέλιξης του ανθρωπίνου είδους και των κοινωνιών του.