Τη μελέτη που εκπόνησε η Γενική Γραμματεία Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων σε συνεργασία με το Κέντρο Χρηματοοικονομικών Ερευνών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, παρουσίασε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Γιάννος Παπαντωνίου. Η μελέτη κόστισε 95.000 ευρώ.
Στόχος του υπουργείου, όπως είπε ο κ. Παπαντωνίου, είναι η διάχυση της τεχνολογίας στον ευρύτερο δυνατό αριθμό επιχειρήσεων, και η δημιουργία θέσεων εργασίας όχι μόνο πρωτογενώς στις εταιρείες που είναι λήπτριες των εξοπλιστικών προγραμμάτων, αλλά και δευτερογενώς στις εταιρείες που συνεργάζονται υπερεργολαβικά με τις πρώτες.
Παράλληλα, αναθεωρείται η πολιτική για τα αντισταθμιστικά οφέλη, με σκοπό να αυξηθούν οι βιομηχανικές επιστροφές μέσα από προγράμματα που αφήνουν υψηλή προστιθέμενη αξία στην οικονομία.
Με την αναθεώρηση, πρόσθεσε ο υπουργός, θα εισαχθούν αυστηρότεροι μηχανισμοί ελέγχου και εποπτείας της υλοποίησης των αντισταθμιστικών προγραμμάτων ώστε να δημιουργούν τις θέσεις εργασίας οι οποίες τους αντιστοιχούν. Για το θέμα το υπουργείο βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με τον ΣΕΚΠΥ.
Ο κ. Παπαντωνίου εκτίμησε ότι μέσα από την εμπλοκή όλων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στα εξοπλιστικά προγράμματα για κάθε θέση εργασίας που διατηρείται ή δημιουργείται στις μεγάλες μονάδες αντιστοιχούν δύο θέσεις εργασίας στις μικρότερες και μεσαίες μονάδες, οι οποίες θα συνεργάζονται με αυτές σε μία πλήρη πλέον συστηματική δικτύωση.
Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα, από τις 80 εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, το 74% εξάγουν μέρος της παραγωγής τους, στο 28% αυτών οι εξαγωγές αποτελούν περισσότερο από το 25% των πωλήσεων, ενώ για το 11,5% των εταιρειών οι εξαγωγές αποτελούν περισσότερο από το 80% των πωλήσεων.
Στις 24 Δεκεμβρίου θα οριστεί το δ.σ. της ενοποιημένης ΕΒΟ-ΠΥΡΚΑΛ, ανέφερε, τέλος, ο κ. Παπαντωνίου.