Σε ένα στρατό από 150.000 άνδρες στο Αφγανιστάν, το ότι ένας στρατιώτης «τρελαίνεται» και σκοτώνει 16 αμάχους, περιλαμβανομένων εννέα παιδιών, δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι η πειθαρχία και το ηθικό ολόκληρης της δύναμης καταρρέει. Η κατάσταση δείχνει πολύ πιο ζοφερή όμως όταν συγκεντρωθούν μια σειρά από επεισόδια: στρατιώτες που καίνε το Κοράνι, πεζοναύτες που ουρούν σε πτώματα Ταλιμπάν και διάφορα «ατυχήματα» με νεκρούς αμάχους κατά τη διάρκεια αμερικανικών επιθέσεων εναντίον των Ταλιμπάν. Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι οι δυτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν βρίσκονται αντιμέτωπες με μια κρίση αξιοπιστίας τόσο στον μουσουλμανικό κόσμο όσο και στις χώρες τους.
Οι Αφγανοί πολίτες έχουν εξαντληθεί από έναν πόλεμο που ξεκίνησε το 1979, όταν οι περισσότεροι αμερικανοί στρατιώτες που βρίσκονται σήμερα στο Αφγανιστάν δεν είχαν καν γεννηθεί. Ολο και περισσότεροι συμφωνούν πλέον με αυτό που οι Ταλιμπάν υποστηρίζουν εδώ και μια δεκαετία: ότι η δυτική παρουσία στο Αφγανιστάν παρατείνει τον πόλεμο. Οι εκατοντάδες άμαχοι που έχουν ήδη σκοτωθεί φέτος σε όλη τη χώρα έχουν σχεδόν ξεχαστεί μετά τη δολοφονία παιδιών από ένα «farengi», έναν ξένο.
Επιπλέον, οι Αφγανοί βλέπουν μικρή βελτίωση της καθημερινότητάς τους από μια διεφθαρμένη και ανίκανη κυβέρνηση. Οπως επισημαίνει στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ο Αχμεντ Ρασίντ, που έχει γράψει πολλά βιβλία για το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Κεντρική Ασία, η λεγόμενη «οικοδόμηση του έθνους» έχει ουσιαστικά σταματήσει. Δικαιοσύνη δεν αποδίδεται. Και το ένα τρίτο του πληθυσμού υποφέρει από υποσιτισμό. Ο κόσμος δεν κατηγορεί για αυτά μόνο τους Αμερικανούς, αλλά και τον Χαμίντ Καρζάι και τον κύκλο του, που του δίνει αντιφατικές συμβουλές.
Η απόφαση του Αφγανού προέδρου να επιδιώξει μια συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι όλο και λιγότερο αποδεκτή από τον λαό. Ο Καρζάι θέλει ειρήνη με τους Ταλιμπάν, αλλά εκείνοι δεν θέλουν ειρήνη με τις ΗΠΑ. Το δίλημμα του Καρζάι, που εξακολουθεί να αρνείται να κατανοήσει, είναι ανάμεσα σε μια μακρά αμερικανική παρουσία και σε μια ειρήνη με τους Ταλιμπάν. Και τα δύο δεν γίνονται.
Η Αμερική είναι επίσης εξαντλημένη από τους δύο πολέμους που ξεκίνησε στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Κανείς από τους δύο δεν έχει αποδώσει τα οφέλη που περίμενε η Ουάσινγκτον. Ο Οσάμα μπιν-Λάντεν μπορεί να είναι νεκρός, αλλά οι ιδέες της αλ-Κάιντα έχουν διαδοθεί. Και οι Ταλιμπάν αποδείχθηκαν πιο ανθεκτικοί απ' ό,τι περίμενε η Δύση.
Παρόλα αυτά, η ανώτατη διοίκηση του αμερικανικού στρατού εξακολουθεί να επιμένει στην Ουάσινγκτον ότι κάποιου είδους νίκη στο Αφγανιστάν είναι δυνατή, αν το Κονγκρέσο συνεχίσει τη χρηματοδότηση και ο πρόεδρος Ομπάμα δεν αποσύρει τόσο γρήγορα τόσο πολλούς στρατιώτες. Οι στρατηγοί έχουν κάνει ό,τι μπορούν για να υπονομεύσουν τις ούτως η άλλως άτολμες προσπάθειες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να γίνει ένας διάλογος με τους Ταλιμπάν. Οσο για τους Ρεπουμπλικανούς, πολλοί από τους οποίους υποστηρίζουν τον στρατό και έχουν κατακρίνει τον Ομπάμα για τα ανοίγματά του προς τους Ταλιμπάν, μοιάζουν κι αυτοί να βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Υστερα από τα επεισόδια που σημειώθηκαν φέτος, γράφει ο Ρασίντ, δεν θα έπρεπε να υπάρχει αμφιβολία στην Ουάσινγκτον ότι η αναζήτηση μιας λύσης μέσω διαπραγματεύσεων με τους Ταλιμπάν είναι η μοναδική διέξοδος. Ο Ομπάμα πρέπει να ρίξει το βάρος του σ' αυτή τη στρατηγική για να εξασφαλίσει μια συντεταγμένη αποχώρηση των δυνάμεών του και ένα μέλλον για τους Αφγανούς. Κλειδί θα είναι μια συμφωνία κατανομής της εξουσίας με τους Ταλιμπάν και μια συμφωνία με τα γειτονικά κράτη για τον περιορισμό των παρεμβάσεών τους.
Το 1989, εκείνοι που αρνήθηκαν μια πολιτική λύση για τον τερματισμό του πολέμου ήταν η Αμερική και το Πακιστάν. Κι αυτό, επειδή ήθελαν την έξοδο όχι μόνο των σοβιετικών δυνάμεων αλλά και των αφγανών προστατευόμενων της Μόσχας. Κι έτσι ο πόλεμος συνεχίστηκε για τρία ακόμη χρόνια, δίνοντας στη συνέχεια τη θέση του στον εμφύλιο πόλεμο. Η Αμερική δεν μπορεί να αφήσει αυτόν τον πόλεμο κληρονομιά στους Αφγανούς. Πρέπει να εξασφαλίσει το τέλος του πολέμου προτού αποσύρει τις δυνάμεις της.
Πηγή: Financial Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ