«Ηταν κάτι παραπάνω από σοκ αυτό που έπαθα όταν άνοιξα την Washignton Post σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου στην αμερικανική πρωτεύουσα και διάβασα στη στήλη ενός έγκυρου δημοσιογράφου ότι, αφού δολοφόνησε εκατομμύρια Εβραίους στις δεκαετίες του '30 και του '40, η Ευρώπη επιδίδεται τώρα σε έναν "αντισημιτισμό χωρίς Εβραίους" και συμμετέχει στη δεύτερη φάση του αγώνα για μια τελική λύση του Εβραϊκού ζητήματος».
Αυτό γράφει στο χθεσινό φύλλο της Washignton Post ο ευρωπαίος Επίτροπος επί των εξωτερικών σχέσεων Κρις Πάτεν, απαντώντας σε άρθρο του Τζορτζ Ουΐλ που δημοσιεύτηκε στην ίδια εφημερίδα την περασμένη Πέμπτη.
O αρθρογράφος υποστήριζε σε εκείνο το σχόλιό του ότι ο αντισημιτισμός είναι και πάλι σήμερα μια ισχυρή δύναμη στα παγκόσμια ζητήματα. Τα Ηνωμένα Εθνη, που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχουν διδαχθεί τα μαθήματα από τον πόλεμο που τερματίστηκε το 1945, είναι σήμερα το εργαλείο που παρέχει πλαστή νομιμότητα στον πόλεμο των αντι-σημιτών εναντίον του εβραϊκού κράτους που ίδρυσαν οι επιζήσαντες εκείνου του πολέμου.
«Οταν ρώτησα ένα συνάδελφο στην Ουάσιγκτον, μου απάντησε ότι τέτοια σχόλια είναι συνηθισμένα, ότι ο ίδιος έχει διαβάσει πολλά σαν κι αυτό, και ότι ανάλογα επιχειρήματα διατυπώνονται στο Καπιτώλιο. Τι ακριβώς συμβαίνει;» διερωτάται ο Κρις Πάτεν.
Πρώτα απ' όλα πρέπει να αναφερθούμε σε μερικά γεγονότα, συνεχίζει ο ευρωπαίος Επίτροπος. «Ορισμένοι αντιστάθηκαν στην άνοδο των Ναζί που διέπραξαν αυτό το έγκλημα. Αλλοι, συμπεριλαμβανομένου ενός εξέχοντος αμερικανού πρεσβευτή στο Λονδίνο που ο γιος του έγινε πρόεδρος, προτίμησαν να κοιτάζουν από την άλλη μεριά.
Η επέμβαση της Αμερικής στον πόλεμο ήταν αποφασιστική. Το κακό αποκρούστηκε. Στη συνέχεια, βρετανοί στρατιώτες συνέχισαν να κάνουν αυτό που θεωρούσαν καθήκον τους, υπηρετώντας την εντολή των Ηνωμένων Εθνών στην Παλαιστίνη. Πολλοί απ' αυτούς σκοτώθηκαν από τρομοκράτες οι οποίοι δεν ήταν Παλαιστίνιοι.
Από τότε, η Ευρώπη έχει ανοικοδομήσει δημοκρατικές κοινωνίες που στηρίζονται σε πλουραλιστικές αξίες και το κράτος του νόμου. Μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου, επεκτείναμε τη δημοκρατία σε ολόκληρη την ήπειρο. Η δημοκρατία αυτή αμφισβητήθηκε κάποιες φορές από τον ξενόφοβο εξτρεμισμό, έναν εξτρεμισμό που στράφηκε κατά των μεταναστών, των ξένων και ορισμένες φορές των Εβραίων. Ενα παράδειγμα είναι η πολιτική του Ζαν-Μαρί Λεπέν στη Γαλλία. Κάθε επίθεση εναντίον συναγωγής είναι εξωφρενική. Πραγματοποιήθηκαν όμως επιθέσεις και εναντίον συμβόλων και οπαδών του Ισλάμ. Ο κ. Λεπέν απευθύνεται σε εκείνους που τρέφουν εχθρικά αισθήματα απέναντι στους μετανάστες από τη βόρεια Αφρική. Το να ερμηνεύεται η επιτυχία αυτού του φανατικού ως αναβίωση του αντισημιτισμού είναι προϊόν κακής πληροφόρησης.
Οταν πριν από μερικά χρόνια υπήρξε κύμα εμπρηστικών επιθέσεων εναντίον εκκλησιών των Αφροαμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα έπρεπε να φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι η Κου Κλουξ Κλαν ετοιμάζεται να αναλάβει τον Λευκό Οίκο;
Ενας εξέχων Δημοκρατικός γερουσιαστής είπε τις προάλλες σε έναν Ευρωπαίο που επισκεπτόταν την Αμερική «Ολοι μας είμαστε τώρα μέλη του Λικούντ». Οποιαδήποτε κριτική λοιπόν της πολιτικής και της φιλοσοφίας του Λικούντ θα χαρακτηρίζει αυτόν που την εκφέρει αντισημίτη;
Δεν πρόκειται να υπάρξει διευθέτηση στη Μέση Ανατολή χωρίς τη δημιουργία ενός βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους και χωρίς ένα Ισραήλ που θα ζει με ασφάλεια εντός αναγνωρισμένων συνόρων. Το Ισραήλ πρέπει να είναι εξασφαλισμένο ότι δεν θα δεχθεί την εισβολή προσφύγων που επιστρέφουν στα σπίτια τους. Ενα παλαιστινιακό κράτος όμως προϋποθέτει επιστροφή στα σύνορα του 1967 ή σε κάτι πολύ κοντινό, και δεν μπορεί να συμβιβαστεί με οικισμούς εν είδει "ελβετικής γραβιέρας". Χωρίς μια τέτοια διευθέτηση, παιδιά θα δολοφονούνται, αίμα θα χύνεται.
Οταν υπηρετούσα στη βρετανική κυβέρνηση, προσπαθούσα να πείσω αμερικανούς βουλευτές να τηρήσουν σκληρότερη στάση στη χρηματοδότηση της ιρλανδικής τρομοκρατίας. Υποστήριζα, και όπως θυμάμαι οι συνομιλητές μου συνήθως διαφωνούσαν ευγενικά, ότι οι τρομοκρατικές πράξεις δεν είναι ποτέ ορθές. Ελεγα πάντα ότι το πρώτο πράγμα που πρέπει να αναγνωρίσει κανείς στην Ιρλανδία είναι ότι υπάρχουν δύο αληθινές κραυγές πόνου και οργής. Το ίδιο πιστεύω πάντα. Και το ίδιο ισχύει για τη Μέση Ανατολή.
Δεν είναι αντισημιτισμός να λέει κανείς κάτι τέτοιο, όπως δεν είναι αντισημιτισμός να υποστηρίζει κανείς ότι ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας θα υποστεί ανεπανόρθωτο κακό αν επιτρέψουμε τη μονοπώλησή του από το Λικούντ. Ο Θεός να βοηθήσει το Ισραήλ, ο Θεός να βοηθήσει την Παλαιστίνη, ο Θεός να βοηθήσει όλους μας, αν συνεχιστεί αυτή η παρανοϊκή και τερατώδης επίθεση εναντίον του ορθού λόγου. Φοβάμαι όμως ότι το έργο του Θεού κάποιος θα το ανακόψει».