Η φωτιά τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου σε τέμενος στη Λεμεσό, αποτελεί δείγμα της νοοτροπίας των Ελληνοκυπρίων που «δεν χωνεύουν» τους μουσουλμάνους και τους Τούρκους, υποστήριξε ο Ντερβίς Ερογλου, κάνοντας λόγο για εμπρησμό υποκινούμενο από δηλώσεις ιεραρχών.
Η φωτιά τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου σε τέμενος στη Λεμεσό, αποτελεί δείγμα της νοοτροπίας των Ελληνοκυπρίων που «δεν χωνεύουν» τους μουσουλμάνους και τους Τούρκους, υποστήριξε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ντερβίς Ερογλου, κάνοντας λόγο για εμπρησμό υποκινούμενο από δηλώσεις ορισμένων ιεραρχών σε ομιλίες τους το Πάσχα.
«Τέτοιες συμπεριφορές καταδεικνύουν ότι ορθά εμείς λέμε ότι δεν εμπιστευόμαστε τους Ελληνοκυπρίους και ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν επιθυμούν κανένα συμβιβασμό ενώ γίνεται προσπάθεια για να φτάσουμε σε συμφωνία», ισχυρίστηκε ο Ερογλου για να σημειώσει στη συνέχεια πως «δεν είναι η πρώτη φορά που Ελληνοκύπριοι επιχειρούν να πράξουν κάτι τέτοιο», «Εχουν βάλει φωτιά σε τεμένη μας, άνοιξαν πυρ εναντίον προσκυνητών μας, αυτή είναι η ελληνοκυπριακή νοοτροπία», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την κυπριακή αστυνομία η φωτιά στην οροφή του τεμένους Κιοπρουλού Χατζί Ιμπραχίμ Αγά, στην οδό Αγκύρας στη Λεμεσό, έγινε αντιληπτή τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου από περιπολικό και αμέσως κλήθηκε η Πυροσβεστική Υπηρεσία που λίγο αργότερα έθεσε υπό έλεγχο την πυρκαγιά.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Αnadolu, ομάδα νεαρών Ελληνοκυπρίων περιέλουσε με βενζίνη το τέμενος, ενώ εκτεταμένες -και σε ορισμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα φορτισμένες- είναι οι αναφορές στο τουρκοκυπριακό Τύπο για το περιστατικό:
Υπό τον τίτλο: «Μεγάλη ζημιά στο Τζαμί Κιοπρουλού Χατζί Ιμπραχίμ Αγά της Λεμεσού», η «Κίπρις» γράφει ότι την Παρασκευή προς το Σάββατο νεαροί Ελληνοκύπριοι παρέδωσαν στις φλόγες το τζαμί, με αποτέλεσμα να καούν πορτοπαράθυρα, καθώς και μικρός αριθμός χαλιών. Στο ίδιο δημοσίευμα συμπληρώνεται ότι ο αρμόδιος της Διεύθυνσης θρησκευτικών υπηρεσιών στις ελεύθερες περιοχές και ιμάμης του τεκέ Λάρνακας, Σακίρ Αλεμντάρ, δήλωσε ότι η πυρκαγιά δεν επεκτάθηκε και ότι οι Τουρκοκύπριοι της Λεμεσού του δήλωσαν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που το τζαμί δέχεται επίθεση. Ο κ. Αλεμντάρ υποστήριξε ότι πολλές φορές ζητήθηκε από τις Αρχές η τοποθέτηση καμερών στο τζαμί, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την ίδια ώρα, ο διευθυντής των θρησκευτικών υπηρεσιών του ψευδοκράτους Ταλίπ Ατάλαϊ καταδίκασε την ενέργεια και δήλωσε ότι περιμένει μία καταδικαστική ανακοίνωση από την Εκκλησία της Κύπρου. Τον εμπρησμό καταδίκασε και ο γενικός διευθυντής της ΕΒΚΑΦ Μουσταφά Κεμάλ Καϊμακαμζαντέ, ο οποίος, επικεφαλής επιτροπής, επισκέφθηκε το τζαμί και δήλωσε ότι η ενέργεια αυτή δεν ήταν η πρώτη κατά των τζαμιών και της λοιπής πολιτιστικής κληρονομιάς στις ελεύθερες περιοχές. Κατά τον ίδιο οι Τουρκοκύπριοι ουδέποτε προέβησαν σε παρόμοια ενέργεια εκ προθέσεως, ενώ όπως ισχυρίστηκε, το γεγονός ότι αριθμός εκκλησιών στα κατεχόμενα παραμένει ασυντήρητος, οφείλεται σε οικονομικούς λόγους. Γνωστοποίησε επίσης, ότι το γεγονός αυτό στη Λεμεσό θα καταγγελθεί τόσο στον ΟΗΕ όσο και την ΕΕ.
«Ακριβώς όπως πριν 50 χρόνια. Αρχισαν οι προβοκάτσιες», υπογραμμίζει η «Αφρίκα», ενώ στο η «Βολκάν» στο πρωτοσέλιδό της υπενθυμίζει ότι μεταξύ 1963 και 1974 ισοπεδώθηκαν και πυρπολήθηκαν 107 τζαμιά, και πέντε μετά το 1974. «Οι Ελληνοκύπριοι λύσσαξαν και πάλι», συμπληρώνει.
Η «Χαλκίν Σεσί» γράφει ότι «Ελληνοκύπριοι φανατικοί έκαψαν τζαμί» και τέλος, η «Βατάν» αναφέρεται στο θέμα με δημοσίευμά της υπό τον τίτλο «Ιδού η ελληνοκυπριακή νοοτροπία. Επίθεση σε τζαμί στη Λεμεσό».
Στην αντεπίθεση η Λευκωσία
Εν τω μεταξύ, στην αντεπίθεση πέρασε ο Κύπριος κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφανος Στεφάνου με αφορμή τη διάσταση που πήρε το ζήτημα, τονίζοντας πως «η κυβέρνηση απορρίπτει και καταγγέλλει την προσπάθεια της τουρκοκυπριακής ηγεσίας να πολιτικοποιήσει το θέμα».
«Η Κυπριακή Δημοκρατία», πρόσθεσε, «πλήρως σέβεται τα μνημεία και τους χώρους λατρείας των Τουρκοκυπρίων που βρίσκονται στις ελεύθερες περιοχές, τα οποία συντηρεί και προστατεύει».
Αντίθετα, η Τουρκία, τόνισε ο κ. Στεφάνου, έχει καταστρέψει πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία και έχει συλήσει εκκλησίες στο βόρειο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, σε μια προσπάθειά της να διαγράψει και να αλλοιώσει την πολιτιστική κληρονομιά και την ιστορία της χώρας μας.
Όπως ανέφερε, οι ζημιές επιθεωρήθηκαν από λειτουργούς του Τμήματος Αρχαιοτήτων και η διαπίστωσή τους είναι ότι δεν προκλήθηκε ζημιά αρχαιολογικής σημασίας. Ήδη, οι εργασίες επιδιόρθωσης έχουν αρχίσει από τις αρμόδιες υπηρεσίες και η ζημιά στην τοιχοποιία έχει αποκατασταθεί.
Ερωτηθείς, αν το θέμα αυτό σχετίζεται με προβοκάτσια, ο κ. Στεφάνου είπε ότι «δεν υπάρχει ακόμη οτιδήποτε επί του θέματος. «Η Αστυνομία διερευνά όλα τα ενδεχόμενα για να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα», κατέληξε.