Τα στοιχεία του ανθρώπινου εγκεφάλου που μας διακρίνουν από τα πρωτεύοντα θηλαστικά, με τα οποία έχουμε τη στενότερη συγγένεια, ενδέχεται να οφείλονται σε μια λάθος αντιγραφή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας έρευνας.
Τα στοιχεία του ανθρώπινου εγκεφάλου που μας διακρίνουν από τα πρωτεύοντα θηλαστικά, με τα οποία έχουμε τη στενότερη συγγένεια, ενδέχεται να οφείλονται σε μια λάθος αντιγραφή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας έρευνας. Επιστήμονες έκαναν εσκεμμένα το ίδιο «λάθος» στο DNA ποντικών και διαπίστωσαν με έκπληξη ότι οι νευρώνες στο νεοφλοιό του εγκεφάλου τους άρχισαν να αναπτύσσονται μοιάζοντας με ανθρώπινα εγκεφαλικά κύτταρα, τα οποία συνδέονταν μεταξύ τους πολύ ταχύτερα, μία ένδειξη μεγαλύτερης εγκεφαλικής ισχύος.
Ομάδα ερευνητών από το Ερευνητικό Κέντρο Σκριπς στην Καλιφόρνια, βρήκε ότι ο χαμένος κρίκος που πυροδότησε αυτό το διανοητικό άλμα στους ανθρώπους, είναι ένα αντίγραφο του γονιδίου SRGAP2 που εμφανίστηκε στον «πιθηκάνθρωπο». Το αντίγραφο φαίνεται πως «μπλόκαρε» τη λειτουργία του αυθεντικού γονιδίου επιτρέποντας στους νευρώνες να διανύουν όλο και μεγαλύτερες αποστάσεις και να κάνουν όλο και περισσότερες συνάψεις, όπως ονομάζονται, καθιστώντας πιο περίπλοκο τον εγκέφαλο και τη λειτουργία του.
Όταν ένα κύτταρο διασπάται, αρχικά αντιγράφεται το σύνολο του γονιδιώματός του. Κατά τη διάρκεια της αντιγραφής, είναι πιθανό να γίνουν λάθη, τα περισσότερα από τα οποία διορθώνονται από το κύτταρο. Όταν όμως τα λάθη αυτά δεν διορθώνονται, γίνονται μόνιμες αλλαγές -οι γνωστές μεταλλάξεις- οι οποίες κάποιες φορές είναι ωφέλιμες και άλλες φορές βλαβερές, αν και συνήθως είναι ακίνδυνες.
Ένα είδος λάθους είναι και ο διπλασιασμός, όταν δηλαδή ένα τμήμα του γονιδιώματος αντιγράφεται δύο φορές. Το δεύτερο αντίγραφο είναι πιθανό - σε επόμενα αντίγραφα- να αλλάξει και πάλι μορφή. Στην περίπτωση του SRGAP2, οι ερευνητές «σάρωσαν» το ανθρώπινο γονιδίωμα αναζητώντας τέτοιους διπλασιασμούς. Βρήκαν περίπου 30, πολλοί εκ των οποίων διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη του εγκεφάλου.
Οι επιστήμονες που μελέτησαν το συγκεκριμένο γονίδιο, πιστεύουν ότι διπλασιάστηκε τουλάχιστον δύο φορές στη διάρκεια της ανθρώπινης εξέλιξης: η πρώτη ήταν πριν από περίπου 3,5 εκατομμύρια χρόνια και η επόμενη 1 εκατομμύριο χρόνια αργότερα. Λένε ότι τη δεύτερη φορά, ο διπλασιασμός υπήρξε ατελής καθώς επηρεάστηκε μόνο ένα τμήμα του γονιδίου. Πιστεύουν ότι αυτό το μερικώς διπλασιασμένο γονίδιο, είναι που επηρεάζει τη λειτουργία του αυθεντικού. Όταν το προσέθεσαν στο γονιδίωμα των ποντικών, είδαν ότι επιτάχυνε τη μετακίνηση των εγκεφαλικών τους κυττάρων, καθιστώντας τη λειτουργία του εγκεφάλου τους αποτελεσματικότερη.
«Μπορεί να αναζητούσαμε την εξήγηση των διαφορών μεταξύ ανθρώπων και μεγάλων πιθήκων σε λάθος μεταλλάξεις», λέει ο ερευνητής Έβαν Aιχλερ. «Αυτά τα επεισοδιακά και μεγάλα συμβάντα διπλασιασμού μπορεί να επέτρεψαν ριζικές - δυνητικά συνταρακτικές- αλλαγές στην ανάπτυξη και στη λειτουργία του εγκεφάλου.»