Ο Φρανσουά Ολάντ είναι ένας άνθρωπος που σκέπτεται γρήγορα, αλλά κινείται αργά. Αντιλαμβάνεται γρήγορα ένα πρόβλημα, και υπολογίζει κόστη και οφέλη. Χρειάζεται όμως χρόνο για να φτάσει στην καλύτερη δυνατή απόφαση. Αυτή η προσεκτική και πραγματιστική στάση τον οδήγησε στη γαλλική προεδρία.
Αυτά γράφει στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» ο Φιλίπ Αγκιόν, καθηγητής οικονομικών στο Χάρβαρντ και στενός σύμβουλος του γάλλου προέδρου. Η προεκλογική εκστρατεία του Ολάντ, σημειώνει, δημιούργησε ερωτήματα για την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει η Γαλλία τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Στην πραγματικότητα, η στρατηγική του Ολάντ είναι σαφής και αποτελείται από τρεις κεντρικές ιδέες.
Η πρώτη είναι ότι το μέλλον της Γαλλίας εξαρτάται από την επιτυχή εφαρμογή της ανάπτυξης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Κανένα από τα τρία αυτά στοιχεία δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τα άλλα δύο. Αν δεν πιστέψουν οι Γάλλοι ότι πρέπει να μοιραστούν τα βάρη, δεν μπορεί να γίνουν οι αναγκαίες θυσίες για να επιτευχθεί μια δημοσιονομική πειθαρχία. Η τελευταία θα επιτρέψει με τη σειρά της στην κυβέρνηση να ακολουθήσει μια πιο επεκτατική φορολογική πολιτική, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη στην περίπτωση που η ζήτηση μειωθεί. Η δημοσιονομική μεταρρύθμιση και οι περικοπές των δαπανών θα επιτρέψουν επίσης στη Γαλλία να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη.
Οι προηγούμενοι ηγέτες του Σοσιαλιστικού Κόμματος είχαν ασπαστεί τον κεϊνσιανισμό. Ο Ολάντ -και αυτή είναι η δεύτερη ιδέα- είναι ο πρώτος σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας που υποστηρίζει μια προσέγγιση της ανάπτυξης από την πλευρά της προσφοράς. Αυτό απορρέει από την πεποίθηση ότι η Γαλλία βρίσκεται πίσω στους τομείς της εκπαίδευσης και της καινοτομίας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Διάφορες μελέτες όμως δείχνουν ότι υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στις επιδόσεις σ' αυτούς τους τομείς και την ανάπτυξη. Ετσι, εξηγείται και το επιδεινούμενο εμπορικό έλλειμμα της Γαλλίας απέναντι στη Γερμανία, που αναμένεται να φτάσει φέτος τα 70 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η τρίτη κεντρική ιδέα του Φρανσουά Ολάντ είναι πως ό,τι ισχύει για κάθε μεμονωμένη χώρα στους κόλπους της Ε.Ε. ισχύει και για την Ε.Ε. συνολικά. Με άλλα λόγια, η ΕΕ πρέπει να ακολουθήσει τόσο τη δημοσιονομική πειθαρχία όσο και την πολιτική που βοηθά την ανάπτυξη.
Πολλοί ξένοι παρατηρητές έχουν ανησυχήσει από τον όρο επαναδιαπραγμάτευση που χρησιμοποιεί ο γάλλος πρόεδρος για το δημοσιονομικό σύμφωνο.
Ο όρος αυτός, όμως, παραπέμπει στη συμπλήρωση του υπάρχοντος συμφώνου με ένα αναπτυξιακό πακέτο, και όχι στην επαναδιαπραγμάτευση του δημοσιονομικού μέρους του προγράμματος. Το πακέτο αυτό περιλαμβάνει την αξιοποίηση των διαθρωτικών ταμείων για τη χρηματοδότηση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, τα περίφημα ομόλογα έργου (project bonds) και ένα ενιαίο σύστημα εποπτείας των τραπεζών και εγγύησης των καταθέσεων.
Το νότιο μέρος της ευρωζώνης, τέλος, δεν θα μπορέσει να γίνει πιο ανταγωνιστικό αν ο πληθωρισμός εκεί είναι υψηλότερος απ' ό,τι στο βορρά. Πρέπει λοιπόν να επιτραπεί στα ποσοστά στο βορρά να αυξηθούν. Ο στόχος πρέπει να είναι ένας μέσος όρος του 2%. Με άλλα λόγια, ο πληθωρισμός στο βορρά πρέπει να είναι πάνω από 2% και στο νότο κάτω από 2%.
Ανησυχία έχει επίσης προκαλέσει η εξαγγελία του Ολάντ για φορολόγηση 75% σε εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ τον χρόνο. Εδώ, ο Φιλίπ Αγκιόν είναι κυνικός: η εξαγγελία αυτή, γράφει, ήταν εν μέρει προϊόν της ανάγκης να κινητοποιηθεί η Αριστερά και να αποφευχθεί το φιάσκο του 2002, όταν ο σοσιαλιστής υποψήφιος είχε έρθει τρίτος στον πρώτο γύρο και είχε αποκλειστεί. Αν λοιπόν εφαρμοστεί αυτός ο φόρος, θα είναι προσωρινός.
Πρότυπο του Ολάντ είναι ο Ζακ Ντελόρ, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρχιτέκτονας της ενιαίας αγοράς. Η Ευρώπη και η μέριμνα για δημοσιονομική πειθαρχία κυκλοφορούν στο αίμα του. Η Ανγκελα Μέρκελ δεν θα πρέπει να ανησυχεί: στο πρόσωπο του Ολάντ θα βρει έναν αξιόπιστο εταίρο για την αναβίωση της Ευρώπης.
Πηγή: Financial Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ