Κόσμος
Δευτέρα, 18 Ιουνίου 2012 13:11

Ηγεμονική θέση

Ένα εντυπωσιακό κύμα: το Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι σύμμαχοί του κέρδισαν μια μεγάλη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Ολοκληρώνεται έτσι, εφόσον ληφθούν υπόψη και οι προκριματικές εκλογές, μια μακρά εκλογική χρονιά που έφερε την Αριστερά σε μια θέση περισσότερο από ηγεμονική. Για την ακρίβεια, η Αριστερά διαθέτει πλέον όλες τις εξουσίες.

Το κόμμα του Φρανσουά Ολάντ -και αυτή είναι η σχετική έκπληξη του δεύτερου γύρου- εξασφαλίζει μόνο του 300 έδρες, κατά 11 περισσότερες της απόλυτης πλειοψηφίας. Αν προστεθούν και τα συγγενή κόμματα, οι έδρες αυξάνονται σε 315. Και τα 25 μέλη της κυβέρνησης που ήταν υποψήφιοι εξελέγησαν. Οι οικολόγοι κέρδισαν το στοίχημά τους, κερδίζοντας 18 έδρες έναντι 4 στην προηγούμενη Βουλή. Η Αριστερά δεν διαθέτει πάντως αρκετές έδρες για να φτάσει τα 3/5 των δύο σωμάτων και να μπορεί να προχωρήσει σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, όπως η ψήφος των ξένων στις δημοτικές εκλογές.

Η UMP υπέστη μεγάλες απώλειες. Δεν επανεξελέγησαν, μεταξύ άλλων, ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Κλοντ Γκεάν, η πρώην υπουργός Ναντίν Μορανό, που είχε καλέσει τους ψηφοφόρους του Εθνικού Μετώπου να την ψηφίσουν, και η πρώην υπουργός Εξωτερικών Μισέλ Αλιό-Μαρί.

Το Εθνικό Μέτωπο κατάφερε να εκλέξει, για πρώτη φορά από το 1997, δύο βουλευτές: τη Μαριόν Μαρεσάλ-Λεπέν, ανηψιά της Μαρίν Λεπέν, που σε ηλικία 22 ετών γίνεται η μικρότερη σε ηλικία βουλευτής, και τον δικηγόρο Ζιλμπέρ Κολάρ. Στους δύο αυτούς βουλευτές θα μπορούσε να προστεθεί και ο Ζακ Μπομπάρ, αν και δεν είναι μέλος του Εθνικού Μετώπου, αλλά ενός δικού του κόμματος που λέγεται Ενωση του Νότου. Η ίδια η Μαρίν Λεπέν έχασε από τον σοσιαλιστή Φιλίπ Κεμέλ με διαφορά 118 ψήφων.

Αίσθηση προκάλεσε η ήττα της Σεγκολέν Ρουαγιάλ και του Τζακ Λανγκ, δύο στελεχών του Σοσιαλιστικού Κόμματος που ενδιαφέρονταν για την προεδρία της Εθνοσυνέλευσης. Η πρώτη ηττήθηκε από τον αντάρτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ολιβιέ Φαλορνί και μίλησε για πολιτική προδοσία. Ο δεύτερος είχε περιληφθεί στη μαύρη λίστα της Μαρίν Λεπέν και έχασε λαμβάνοντας ποσοστό 49,12%.

Βαριά είναι η ήττα και για τον Φρανσουά Μπαϊρού, ηγέτη του κεντρώου MoDem, που θα έχει πλέον μόνο δύο έδρες στο κοινοβούλιο. Το Μέτωπο της Αριστεράς, από την πλευρά του, χάνει 9 βουλευτές σε σχέση με το 2007 και διαθέτει στη νέα Βουλή 10 βουλευτές: εννιά κομμουνιστές και έναν από το Κόμμα της Αριστεράς. Καθώς χρειάζονται 15 έδρες για τον σχηματισμό κοινοβουλευτικής ομάδας, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν πρέπει είτε να συγκροτήσει συμμαχίες, είτε να πείσει τον πρόεδρο της Βουλής να αλλάξει τον κανονισμό.

Τι θα κάνει τώρα η Αριστερά; Μυστήριο, απαντά ο Νικολά Ντεμοράν στη Λιμπερασιόν. Κάποια συμβολικά μέτρα έχουν ήδη εφαρμοστεί από την κυβέρνηση. Πολλοί μιλούν όμως τώρα για ένα ριμέικ του 1983 και μιας στροφής στη λιτότητα. Η οικονομική και βιομηχανική κρίση, η πτώση της ανταγωνιστικότητας, η μαζική ανεργία, όλες αυτές οι βόμβες οδήγησαν τους Γάλλους να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από τον Σαρκοζί και να επενδύσουν τις ελπίδες τους σε ένα νέο πρόεδρο και ένα νέο πολιτικό προσωπικό. Που προς το παρόν δεν λένε τίποτα.

Ποια Αριστερά λοιπόν ετοιμάζεται να διευθύνει τη χώρα και τι πρόγραμμα έχει στο μυαλό της; Ο Φρανσουά Ολάντ και ο Ζαν-Μαρκ Ερό ενσαρκώνουν τη σοσιαλδημοκρατία σε μια χώρα που για χρόνια αντιμετώπιζε την έννοια αυτή με ντροπή. Η πενταετία τους ενδέχεται έτσι να χαρακτηριστεί από κοινωνική δικαιοσύνη, κάτι που δεν σημαίνει ότι θα είναι σπαρμένη από σοσιαλιστικά τριαντάφυλλα. Το κράτος μπορεί να ενισχυθεί, αλλά θα λαμβάνεται ασφαλώς μέριμνα για το κόστος του, την αποτελεσματικότητά του και την εμβέλειά του. Το σχολείο θα επανιδρυθεί, προκειμένου να προετοιμάζει τους πολίτες για την αγορά εργασίας, και όχι να τους δημιουργεί ψευδαισθήσεις. Θα δοθεί έμφαση στην κοινωνική προστασία, χωρίς να επιστρέψει το μοντέλο της «Ενδοξης Τριακονταετίας» (1945-1975).

Ο οδικός χάρτης για τα επόμενα πέντε χρόνια θα είναι λοιπόν η επανίδρυση του περίφημου γαλλικού μοντέλου; Και ποιος θα είναι ο δρόμος που θα ακολουθηθεί, η μέθοδος που θα επιλεγεί, τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν; Αυτά είναι τα ερωτήματα στα οποία πρέπει η κυβέρνηση να απαντήσει το επόμενο διάστημα.

Πηγές: Le Monde, Liberation, ΑΠΕ-ΜΠΕ