«Ξυπόλυτη στο πάλκο», η Μάρθα Φριντζήλα υπόσχεται μία διασκεδαστική καλοκαιρινή μουσική βραδιά.
«Ξυπόλυτη στο πάλκο», η Μάρθα Φριντζήλα υπόσχεται μία διασκεδαστική καλοκαιρινή μουσική βραδιά. Μαζί με τον Φοίβο Δεληβοριά και το Ξυπόλυτο Τάγμα τους, καλούν τους φίλους, τους περίεργους και τους γείτονες σε ένα ορθάνοιχτο, ξέφρενο, θορυβώδες και αποχαιρετιστήριο πάρτι, στη μία και μοναδική καλοκαιρινή τους εμφάνιση, στην Τεχνόπολη, την Τετάρτη 11 Ιουλίου, στις 9 το βράδυ.
Μετά την τελευταία της δισκογραφική δουλειά, με τίτλο «Η Μάρθα Φριντζήλα τραγουδά Θέμο Σκανδάμη», η σπουδαία ερμηνεύτρια μας μιλά για την επισφράγιση της δημιουργικής τους σχέσης και των προηγούμενων συνεργασιών τους, με έναν ολόκληρο δίσκο, αλλά και για την απελπισία της εποχής μας.
Ποιο είναι το δέλεαρ αυτής της μουσικής βραδιάς;
Με ένα setlist, χωρίς εκβιαστικά διλήμματα, θα χωρέσουμε στην ίδια σκηνή τον «Σκύλο τον Βαγγέλη» και την «Περσεφόνη», τα «Κομμωτριάκι» και «Εκείνη», Λαϊκά Τσα-τσά, Οριένταλ Ροκ-εν-Ρολ, Ναπολιτάνικα και Ρεμπέτικα, τους Ολύμπιανς και τους Wham, την «Ευρώπη» του Πανούση, τον «Πειραιά» του Χατζιδάκι και την «Ντισκοτέκ» των Ημίζ.
Ποιο είναι το ύφος της τελευταίας σας δισκογραφικής δουλειάς;
Η πρόθεσή μας ήταν να κάνουμε έναν λαϊκό δίσκο με χασάπικα, ζεϊμπέκικα, ρυθμούς ελληνικούς και ενορχηστρώσεις απλές και αναγνωρίσιμες. Θέλαμε να μιλά για έρωτες, χωρισμούς, φιλίες και όνειρα. Ό,τι λένε τα λαϊκά τραγούδια, δηλαδή. Το αποτέλεσμα, βέβαια, δεν μπορούσε να είναι τόσο «άδολο», γιατί ο Θέμος είναι ένα ανήσυχο παιδί, γεμάτο αγωνία για τη μουσική, λατρεία για την ποίηση και αλλοπρόσαλλα ακούσματα και εγώ δεν είμαι το λαϊκό κορίτσι που μεγάλωσε ακούγοντας Καζαντζίδη. ¶ρα, πόσο βιωματικό μπορεί να είναι το αποτέλεσμα; Πόσο αποφύγαμε τη μίμηση; Η αγάπη μας για τη λαϊκή μουσική μάς οδήγησε στο να θέλουμε να κάνουμε έναν λαϊκό δίσκο. Που, εντέλει, δεν είναι και τόσο λαϊκός, με την έννοια που όλοι καταλαβαίνουμε. Μιλά για έρωτες, χωρισμούς, φιλίες και όνειρα, όπως θα μιλούσε κάποιος που μεγάλωσε ακούγοντας Χατζιδάκι και Tom Waits, κάποιος που κλαίει, όταν διαβάζει Σολωμό ή όταν βλέπει μια ταινία του Κασσαβέτη. Το σίγουρο είναι πως δεν απευθύνεται σε ασυγκίνητους ανθρώπους.
Πώς έγινε η γνωριμία σας με τον Θέμο Σκανδάμη;
Με τον Θέμο γνωριστήκαμε το 2001, στον πολιτιστικό όμιλο φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ήμουν επικεφαλής μιας ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας φοιτητών και ο Θέμος –φοιτητής, τότε, στην Αγγλική Φιλολογία- συμμετείχε στις παραστάσεις της ομάδας. Γίναμε φίλοι. Ήταν από τα πρώτα μέλη της θεατρικής ομάδας «Δρόμος με δέντρα», της οποίας είμαι υπεύθυνη, ήταν από τα ιδρυτικά στελέχη του Κρατήρα, του χώρου τέχνης που είχαμε στον Κεραμεικό και ανήκει στα μέλη του Baumstrasse, του καινούργιου μας χώρου στον Βοτανικό. Είμαστε συνοδοιπόροι δέκα χρόνια και σφραγίζουμε τη φιλία μας με αυτόν τον δίσκο.
Τι οδήγησε στη διασταύρωση των καλλιτεχνικών σας δρόμων;
Δέκα χρόνια μοιραζόμαστε τις αγωνίες μας, επηρεάζοντας ο ένας τον άλλον πνευματικά. Ασχολούμαστε με το ίδιο αντικείμενο. Ήταν αναπόφευκτο να συναντηθούμε και καλλιτεχνικά.
Η μουσική είναι ένας ηχηρός εσωτερικός μονόλογος που κοινοποιείται, αναζητώντας συντρόφους;
Ναι. Λειτουργεί ως σόναρ. Αναγνωρίζει τους συντρόφους, αλλά και τους εχθρούς.
Ποιο είδος μουσικής σας είναι τόσο αδιάφορο, ώστε να μην μπορεί -με κανέναν τρόπο- να τραβήξει την προσοχή σας;
Κανένα είδος μουσικής δεν με αφήνει αδιάφορη. Ακόμα και η μουσική στα ασανσέρ ή τα αεροπλάνα μού τραβά την προσοχή. Όταν τη βαριέμαι, θέλω να την αλλάξω. Μου είναι αδύνατον να δουλέψω ή να γευματίσω, ας πούμε, ακούγοντας κάτι που δεν μου αρέσει. Για να καταλάβετε, στα ταξί υποφέρω με τα ανέμελα ποπάκια ή τα καψούρικα. Με εκνευρίζει και η μουσική των ¶νδεων και τα κέλτικα, δεν μπορώ, όμως, να μιλήσω με σιγουριά, γιατί δεν τις γνωρίζω καλά αυτές τις μουσικές.
Σε πολιτικό επίπεδο, πιστεύετε πως έχουμε πέσει σε έναν φαύλο κύκλο ελπίδας- απογοήτευσης, επειδή στην ουσία δεν έχουμε επιλογές;
Νομίζω πως, εδώ και καιρό, βρισκόμαστε σε κατάσταση συγκρατημένης απελπισίας. Και δεν βλέπω να αλλάζει. Δεν είμαστε ούτε τόσο γενναίοι, ούτε τόσο εύπιστοι. Ναι, δεν έχουμε επιλογές. Δεν έχουμε πια ώμο να κλάψουμε. Δεν μας αφήνουν να απελπιστούμε ελεύθερα οι ενοχές που έχουν φυτευτεί βαθιά μέσα μας και μας στερούν το δικαίωμα στην απελπισία. Από την άλλη, στα πρόσωπα της εξουσίας δεν αναγνωρίζουμε τίποτα ανθρώπινο, ώστε να ξεσπάσει η οργή ή να ακουμπήσει η συμπόνια.
Ποιο είναι το αντίδοτο στο δηλητήριο ενός συστήματος υποταγής και τρομοκρατίας, που αδρανοποιεί τη σκέψη;
Ο Θεός;
Πληροφορίες
Τεχνόπολις Δήμου Αθηναίων - Κεντρική αυλή, Πειραιώς 100 – Γκάζι (σταθμός μετρό: Κεραμεικός), τηλ.: 210 3475518. Τιμές εισιτηρίων: ταμείο: 12 ευρώ, προπώληση: 10 ευρώ (Τεχνόπολις, καταστήματα Public, www.viva.gr).
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης - [email protected]