Σφοδρές μάχες μαίνονται από το πρωί στο Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, όπου οι αντάρτες οχυρωμένοι σε συνοικίες προβάλλουν μεγάλη αντίσταση στις επιχειρήσεις του στρατού.
Σφοδρές μάχες μαίνονται από το πρωί στο Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, όπου οι αντάρτες οχυρωμένοι σε συνοικίες προβάλλουν μεγάλη αντίσταση στις επιχειρήσεις του στρατού, όπως αναφέρουν ακτιβιστές.
Σύμφωνα με έναν πρώτο απολογισμό του Συριακού Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τουλάχιστον τέσσερις άνθρωποι σκοτώθηκαν το πρωί σε όλη τη χώρα, την επομένη μιας ημέρας βίαιων επεισοδίων με 168 νεκρούς - 94 αμάχους, 33 αντάρτες και 41 στρατιώτες.
Βίαιες συγκρούσεις σημειώνονταν το πρωί της Κυριακής, κυρίως στις συνοικίες Μπαμπ αλ-Τζαντίντ, Ζάχρα και Αρκούμπα, ανακοίνωσε το Παρατηρητήριο, διευκρινίζοντας ότι «εκρήξεις ακούγονταν την ώρα που πολεμικά αεροσκάφη πετούσαν πάνω από την πόλη».
Οι μάχες είχαν σταματήσει χθες το απόγευμα στο Χαλέπι μετά την έφοδο του συριακού στρατού νωρίς το πρωί του Σαββάτου, ο οποίος με την υποστήριξη ελικοπτέρων βομβάρδισε συνοικίες που τελούν υπό τον έλεγχο των ανταρτών σε αυτή την πόλη των 2,5 εκατομμυρίων κατοίκων.
Το νέο αυτό μέτωπο άνοιξε 20 Ιουλίου και η έφοδος άρχισε μετά την άφιξη των στρατιωτικών ενισχύσεων στην πόλη.
Την ίδια ώρα, ο διεθνής μεσολαβητής για τη Συρία Κόφι Αναν εκφράζει την έντονη ανησυχία του για «επικείμενη μάχη» στο Χαλέπι, την οικονομική πρωτεύουσα της χώρας, σε ανακοίνωσή του που εκδόθηκε χθες βράδυ στη Γενεύη.
«Μου προκαλούν ανησυχία πληροφορίες για τη συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων και βαρέων όπλων στα περίχωρα της πόλης, ένδειξη μιας επικείμενης μάχης στη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας», τονίζει.
«Η κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Χαλέπι και τα περίχωρά της δείχνει την ανάγκη η διεθνής κοινότητα να ενωθεί για να πείσει τις εμπλεκόμενες πλευρές ότι μόνο μια πολιτική μετάβαση που θα επέτρεπε μια πολιτική διευθέτηση μπορεί να επιλύσει αυτή την κρίση και να φέρει την ειρήνη στο συριακό λαό», καταλήγει ο Αναν καλώντας τις αντιμαχόμενες πλευρές να εργαστούν υπέρ μιας πολιτικής λύσης.
Εξοπλισμό για τους αντάρτες ζητεί η αντιπολίτευση
Εν τω μεταξύ, έκκληση προς τις «αδελφές» και «φίλες» χώρες να εξοπλίσουν τους αντάρτες απηύθυνε ο αρχηγός της συριακής αντιπολίτευσης και υποστήριξε ότι ο πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ πρέπει να δικαστεί για τη σφαγή των Σύρων, την ώρα που ο τακτικός στρατός συνεχίζει την επιχείρησή του στο Χαλέπι.
«Αναμένουμε από τους αδελφούς και τους φίλους μια στήριξη προς τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, μια ποιοτική στήριξη καθώς οι αντάρτες πολεμούν με παλιά όπλα», δήλωσε ο Αμπντελ Μπάσετ Σάιντα, πρόεδρος του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου, της βασικής οργάνωσης της αντιπολίτευσης, σε συνέντευξη Τύπου στο Αμπού Ντάμπι.
«Χρειαζόμαστε όπλα που να μας επιτρέπουν να ακινητοποιούμε τα άρματα μάχης και να αναχαιτίζουμε μαχητικά αεροσκάφη» του τακτικού στρατού, πρόσθεσε ο Σάιντα, προειδοποιώντας ότι «το καθεστώς σχεδίασε μεγάλη σφαγή» στο Χαλέπι της βορειοδυτικής Συρίας.
Ο Σάιντα προέβη στις δηλώσεις αυτές μετά τη συνάντηση που είχε με τον υπουργό Εξωτερικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σεΐχη Αμπντουλάχ Μπεν Ζάγιεντ αλ-Ναγιάν.
Όπως είπε, η εξέγερση χρειάζεται υποστήριξη για να υπάρξει «μια σημαντική αλλαγή» στην πορεία της, που άρχισε το Μάρτιο του 2011, και να επιτρέψει στο συριακό λαό να διασφαλίσει την αυτοάμυνά του απέναντι στη μηχανή θανάτου του Ασαντ.
Η αντιπολίτευση χρειάζεται τουλάχιστον 145 εκατ. δολάρια μηνιαίως για να διασφαλίζει βασικές ανάγκες, ενώ έλαβε 15 εκατ. δολάρια τους τελευταίους μήνες, πρόσθεσε ο αρχηγός της συριακής αντιπολίτευσης, ευχαριστώντας τη Σαουδική Αραβία που συγκέντρωσε 72 εκατ. δολάρια στη διάρκεια πενθήμερης εκστρατείας για τη συγκέντρωση βοήθειας προς το συριακό λαό.
Από την πλευρά του υπουργός Εξωτερικών της Συρίας επανέλαβε πως ο τακτικός στρατός δεν θα χρησιμοποιήσει χημικά όπλα εναντίον της αντιπολίτευσης, δηλώνοντας παράλληλα βέβαιος πως οι «ένοπλοι τρομοκράτες» θα ηττηθούν στο Χαλέπι. «Αντιμετωπίσαμε τέτοιες εκστρατείες λάσπης από τα μίντια της Δύσης και του αραβικού κόσμου τις τελευταίες μέρες, αλλά σε αντίθεση με το Ισραήλ και το πυρηνικό του οπλοστάσιο είμαστε κατά των όπλων μαζικής καταστροφής και σεβόμαστε και τηρούμε τους διεθνείς κανονισμούς που τα αφορούν» πρόσθεσε.
Σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Ιρανό ομόλογό του Αλί Ακμπάρ Σαλεχί στην Τεχεράνη, οι δύο υπουργοί εξέφρασαν την κοινή τους επιθυμία να πολεμήσουν «το σιωνιστικό (όπως είπαν) σχέδιο του ισραηλινού καθεστώτος» που στοχεύει στην ανατροπή της συριακής κυβέρνησης.
Ο Σύρος υπουργός δήλωσε χαρακτηριστικά: «Το Ιράν και η Συρία συμφωνούν ότι υπάρχουν κρυφές δυνάμεις πίσω από ένα σχέδιο κατά του συριακού έθνους και ότι το σιωνιστικό καθεστώς (το Ισραήλ) λειτουργεί ως εγκέφαλος και προβοκάτορας αυτού του σχεδίου. Η Συρία είναι αποφασισμένη να πολεμήσει αυτό το σχέδιο και να νικήσει τον προβοκάτορα και τους ένοπλους τρομοκράτες, περιλαμβανομένων εκείνων στο Χαλέπι» είπε ο υπουργός μέσω διερμηνέα.
Ο αλ Μουάλεμ ισχυρίστηκε ότι κάποιοι από τους συλληφθέντες αντάρτες είναι μέλη της αλ Κάιντα. «Ορισμένοι από τους συλληφθέντες τρομοκράτες εισήλθαν στη χώρα μέσω της Τουρκίας, υπήρξαν επίσης ομάδες Λίβυων και Τυνήσιων προερχόμενοι από την Αίγυπτο και κάποιοι Ιρακινοί που ανήκουν στην αλ Κάιντα».
Αναφερόμενος στο Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, ο Σαλεχί προειδοποίησε τα γειτονικά κράτη να μην ακολουθήσουν τη στάση του Ισραήλ. «Οι γειτονικές χώρες θα πρέπει να είναι ενήμερες για τις επικίνδυνες επιπτώσεις αυτών των πρακτικών για ολόκληρη την περιοχή και ...όχι αφελώς να πιστεύουν ότι μια αλλαγή καθεστώτος στη Συρία θα είναι τόσο εύκολη».
Ο Σύρος υπουργός διέψευσε τις πληροφορίες ότι η χώρα του θα δεχτεί στρατιωτική βοήθεια από τον Λίβανο και το Ιράν.
Σε ό,τι αφορά το ειρηνευτικό σχέδιο των έξι σημείων του Κόφι Ανάν, ο αλ Μουάλεμ υποστήριξε πως η Δαμασκός έχει δεσμευτεί απέναντι σε αυτό.
Το σχέδιο προβλέπει την κατάπαυση του πυρός ως πρώτο βήμα για την πολιτική μετάβαση, κάτι που ωστόσο έχουν αγνοήσει και οι δύο πλευρές. Το σχέδιο προβλέπει ακόμη την πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια, την απελευθέρωση των κρατουμένων που συνελήφθησαν με πραξικοπηματικό τρόπο, την ελευθερία κινήσεων για τους δημοσιογράφους και την εξασφάλιση του δικαιώματος του διαδηλώνειν.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γαλλικό Πρακτορείο, Γερμανικό Πρακτορείο