Στη Βουλή κατατέθηκε το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας με το οποίο επέρχονται αλλαγές στο νόμο-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οξύτατη αντίδραση από την Αννα Διαμαντοπούλου.
Στη Βουλή κατατέθηκε το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας με το οποίο επέρχονται αλλαγές στο νόμο της Αννας Διαμαντοπούλου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το νομοσχέδιο με τίτλο «Ρυθμίσεις θεμάτων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και άλλες Διατάξεις», αναμένεται να εισαχθεί την Τρίτη στην αρμόδια Επιτροπή και θα συζητηθεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Βάσει του νομοσχεδίου, βασική εκπαιδευτική μονάδα παραμένει το Τμήμα, ενώ εξακολουθούν να υφίστανται οι πρυτανικές αρχές μέχρι εξαντλήσεως της θητείας τους. Ωστόσο, είναι υποχρεωμένες να προχωρήσουν στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών των νέων Συμβουλίων Διοίκησης ως τις 25 Οκτωβρίου 2012. Η εκλογή αυτή μπορεί να γίνει και με επιστολική ή ηλεκτρονική ψήφο, ενώ οι πρυτάνεις που δεν θα κάνουν εκλογές μπορούν να διωχθούν για παράβαση καθήκοντος.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του νομοσχεδίου, «κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης αυτής (για την εκλογή Συμβουλίων), η σχετική αρμοδιότητα ασκείται από το Πρυτανικό Συμβούλιο και η όλη διαδικασία συγκρότησης αυτού ολοκληρώνεται υποχρεωτικά έως και την 25η Οκτωβρίου 2012», ενώ «τα ήδη, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αναδεδειγμένα Συμβούλια διατηρούνται έως τη λήξη της θητείας τους». Όσον αφορά σε τρία πανεπιστήμια στα οποία η θητεία των πρυτανικών τους αρχών λήγει τον επόμενο μήνα, αυτή παρατείνεται ως τον Δεκέμβριο του 2012.
Για τον κοσμήτορα που είχε γίνει πολύς λόγος, αυτός θα εκλέγεται από λίστα δύο ή τριών υποψηφίων ανάλογα με το μέγεθος του Ιδρύματος και δεν θα ορίζεται όπως προέβλεπε αρχικά ο νόμος. Επίσης διευθετούνται και τα θέματα που έχουν σχέση με τους προϋπολογισμούς των ιδρυμάτων, έτσι ώστε να χρηματοδοτηθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Να σημειωθεί ότι το νέο Συμβούλιο θα έχει διοικητικές και οικονομικές αρμοδιότητες, ενώ τις ακαδημαϊκές θα τις έχει η Σύγκλητος.
Ειδικότερα, στην αιτιολογική έκθεση «δικαιολογούνται» οι αλλαγές που επέρχονται καθώς, όπως σημειώνεται: «κατά την εφαρμογή του νόμου στο σκέλος κυρίως της διοίκησης των ιδρυμάτων παρουσιάστηκαν ορισμένες δυσλειτουργίες. Για το λόγο αυτό, η κυβέρνηση αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να προωθήσει προς ψήφιση από τη Βουλή ορισμένες ρυθμίσεις οι οποίες έχουν δυο βασικά χαρακτηριστικά: Αφενός προβλέπουν την ύπαρξη ενός μεταβατικού χρονικού διαστήματος, ρεαλιστικού και ικανού για την σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, και αφετέρου περιλαμβάνουν ορισμένες αλλαγές σε σημεία τα οποία αποδείχθηκε, κατόπιν εξαντλητικού διαλόγου με όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές (πολιτικά κόμματα, Σύνοδος Πρυτάνεων, Σύλλογοι διδασκόντων σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, κλπ) ότι χρήζουν βελτιωτικών παρεμβάσεων, οι οποίες δεν ανατρέπουν τη βασική φιλοσοφία του ν. 4009/2011, αλλά δημιουργούν βασιμότερες προϋποθέσεις για την καλύτερη, πληρέστερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή του. Αυτή άλλωστε υπήρξε και η βασική δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού κατά την ανάλυση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης που εγκρίθηκαν από τη Βουλή».
Όπως τονίζεται ιδιαίτερα στην αιτιολογική έκθεση «οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εστιάζουν σε θέματα που διασφαλίζουν τη χρηματοδότηση των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, την επίτευξη μιας όσο το δυνατόν πιο λειτουργικής ισορροπίας μεταξύ των αρμοδιοτήτων των διαφόρων οργάνων διοίκησης των Ιδρυμάτων, τη βελτίωση του τρόπου ανάδειξης των οργάνων διοίκησης των Ιδρυμάτων, δίνοντας έμφαση στη συνταγματικά προβλεπόμενη έννοια της αυτοδιοίκησης τους, και τέλος στην επίλυση ζητημάτων που έχουν προκύψει από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στο ν. 4009/2011».
Σημαντικό είναι παράλληλα ότι με το πρώτο άρθρο για τις Σχολές-Τμήματα ρυθμίζονται τα θέματα της δομής και της λειτουργίας των Σχολών και των Τμημάτων των Ιδρυμάτων της χώρας, εξειδικεύοντας τις αρμοδιότητες αυτών. Έτσι, ρυθμίζεται η διαδικασία με την οποία συγχωνεύονται, κατατέμνονται, μετονομάζονται και καταργούνται ΑΕΙ και μεταβάλλεται η έδρα τους, καθώς επίσης η διαδικασία που ιδρύονται, συγχωνεύονται, κατατέμνονται, μετονομάζονται και καταργούνται Σχολές ή και Τμήματα, καθώς και η διαδικασία μεταβολής της έδρας τους. Επίσης, ρυθμίζεται η διαδικασία ίδρυσης παραρτημάτων των ΑΕΙ σε άλλες χώρες.
Κομβικός είναι ο ρόλος της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας (ΑΔΙΠ), ο πρόεδρος της οποίας θα είναι πλήρους απασχόλησης στην ίδια την Αρχή και άρα θα είναι σε θέση να επιτελέσει το σημαντικό του έργο.
Επιπλέον, είναι σημαντικό ότι καλύπτεται το νομοθετικό κενό και εξασφαλίζεται η διανομή συγγραμμάτων μόνον στους ενεργούς φοιτητές μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος διανομής συγγραμμάτων ΕΥΔΟΞΟΣ.
Με ειδικά άρθρα στο ίδιο νομοσχέδιο ρυθμίζονται τέλος θέματα που έχουν σχέση με το προσωπικό καθαρισμού των σχολείων, αλλά και την ίδρυση και τη λειτουργία των Κέντρων Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (κολέγια).
Οξύτατη η αντίδραση της Αννας Διαμαντοπούλου
Oι προωθούμενες αλλαγές στο νόμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της πρώην υπουργού Παιδείας, Αννας Διαμαντοπούλου, η οποία έκανε λόγο για «ξήλωμα μιας από τις ελάχιστες μεταρρυθμίσεις που δεν επιβλήθηκε από το μνημόνιο ούτε από την τρόικα».
«Οι κυβερνητικές προτάσεις αποτελούν συμβιβασμό με τις συντεχνίες και παρωχημένες (δήθεν προοδευτικές) κομματικές δυνάμεις που διαχρονικά ευθύνονται για παθογένειες των ΑΕΙ» και υποστηρίζει ότι «η κοινή λογική, που επιτάσσει ένας νόμος πρώτα να εφαρμόζεται και στη συνέχεια, αν και όπου χρειάζεται, να βελτιώνεται, έχει απλά τεθεί στο περιθώριο», υποστήριξε η κ. Διαμαντοπούλου.
Όπως ανέφερε, «με το πρώτο σχέδιο Νόμου που ετοιμάζεται για τη νέα Βουλή, αντί νέων μεταρρυθμίσεων αρχίζει το ξήλωμα μιας από τις ελάχιστες μεταρρυθμίσεις που δεν επιβλήθηκε από το μνημόνιο ούτε από την τρόικα, μιας μεταρρύθμισης που αποτύπωσε, με εντυπωσιακή πλειοψηφία στη Βουλή, τη θέληση του ελληνικού λαού για δημόσια Πανεπιστήμια και ΤΕΙ με αξιοκρατία, εξωστρέφεια, σύνδεση με την παραγωγή, διεθνή αναγνώριση και ουσιαστική προσφορά στην ελληνική νεολαία, θέτοντας στο περιθώριο κατεστημένες καταστάσεις».
Συνεχίζοντας σε έντονο ύφος, η κ. Διαμαντοπούλου επισήμανε ότι «η προβαλλόμενη ως συμφωνία των τριών αρχηγών στην αλλαγή ενός νόμου, επειδή αρνούνται να τον εφαρμόσουν βίαιες μειοψηφίες και δημόσιοι λειτουργοί που υπηρετούν δικές τους σκοπιμότητες, είναι ύβρις για τη Δημοκρατία».
«Πώς μπορεί να ανακτηθεί αξιοπιστία της χώρας και του πολιτικού μας συστήματος, πως θα προωθηθούν άλλες δύσκολες μεταρρυθμίσεις, ξεχνώντας μια πλειοψηφία των 4/5 της Βουλής, δημιουργώντας συνειδησιακό πρόβλημα στους βουλευτές, απαξιώνοντας την κοινοβουλευτική διαδικασία;», διερωτήθηκε η πρώην υπουργός Παιδείας. «Πρόκειται για επιβεβαίωση καταδικασμένων λογικών και πρακτικών συνολικά του πολιτικού συστήματος που οδήγησε τη Χώρα μας στο σημερινό αδιέξοδο», πρόσθεσε.
Αναφερόμενη στην ψήφιση του νόμου επί της θητείας της στο υπουργείο Παιδείας, η κ. Διαμαντοπούλου παρατήρησε ότι «η επιτυχία μιας ευρύτατης συναίνεσης για την Παιδεία στη Βουλή, δημιούργησε αίσθημα αισιοδοξίας και ανάτασης» και εξέφρασε ότι «η τύχη αυτής της μεταρρύθμισης θα λειτουργήσει ως βαρόμετρο όχι μόνο για το μέλλον της κυβέρνησης αλλά και της χώρας».
«Σε κάθε περίπτωση όμως υπάρχουν υγιείς δυνάμεις, σε όλους τους τομείς της κοινωνίας μας, αυτή τη κρίσιμη ιστορικά στιγμή που θα ανοίξουν τους δρόμους που χρειάζεται η χώρα», κατέληξε.
Αντίθετος στις αλλαγές και ο Γ. Πανάρετος
Αντίθετος με τις αλλαγές που προωθούνται στο νόμο για τα ΑΕΙ δήλωσε και ο πρώην υφυπουργός Παιδείας Γιάννης Πανάρετος, ο οποίος εκτίμησε ότι η ΔΗΜΑΡ, η οποία τον είχε καταψηφίσει, επέβαλε τις απόψεις της οι οποίες ταυτίζονται με εκείνες του ΣΥΡΙΖΑ.
Για τη ΝΔ ανέφερε ότι, αναλαμβάνοντας τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, ικανοποιεί το κομματικό της ακροατήριο, καθώς, στην ουσία, επαναφέρει το νόμο Γιαννάκου και για το ΠΑΣΟΚ υποστήριξε ότι αποδέχεται την κατεδάφιση ενός νομοθετήματος το οποίο πέρασε χωρίς σημαντικό πολιτικό κόστος, για λόγους που είναι εύκολα εξηγήσιμοι, υπονοώντας την ακαδημαϊκή ιδιότητα του Προέδρου του Κινήματος.