Παρά την ευρέως αποδεκτή άποψη ότι για να γίνουν εμφανή τα αποτελέσματα της εξέλιξης πρέπει να περάσουν χιλιάδες χρόνια, τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να γίνουν ορατά εντός λίγων γενεών.
Του Denis Réale*
Σε ένα πρόσφατο συμπόσιο στο Μόντρεαλ με θέμα την εξέλιξη, τέθηκε σε μαθητές του γυμνασίου και σε πανεπιστημιακούς καθηγητές η εξής ερώτηση: «Πιστεύετε ότι ο άνθρωπος εξακολουθεί να εξελίσσεται;». Το 80% των ερωτηθέντων απάντησαν «όχι». Πράγματι, σήμερα επικρατεί σχεδόν καθολικά η εντύπωση ότι χάρη στους πολυδιάστατους πολιτισμούς και την προηγμένη τεχνολογία, ο άνθρωπος έχει απαλλαχθεί από την πίεση της φυσικής επιλογής.
Οι τελευταίες έρευνες, ωστόσο, δείχνουν το αντίθετο. Ο σύγχρονος πολιτισμός, αντί να μετριάζει τις πιέσεις της εξέλιξης, δημιουργεί νέες. Για παράδειγμα, τα γονίδια που σχετίζονται με την πέψη της λακτόζης είναι πιο ισχυρά στους πληθυσμούς με παράδοση στην εκτροφή ζώων και την κατανάλωση γάλακτος.
Στα επιστημονικά άρθρα που έχουν δημοσιευτεί στο «Nature Genetics» και στο «Proceedings of the National Academy of Sciences of the United States of America», ο εξελικτικός βιολόγος Στίβεν Στερνς και οι συνεργάτες του επιχειρούν να αποδείξουν ότι η φυσική επιλογή ισχύει και στον σύγχρονο άνθρωπο. Η άποψή τους, η οποία τεκμηριώνεται με τη βοήθεια εκτεταμένων γενεαλογιών -τα οποία περιλαμβάνουν μητρώα της εκκλησίας και του εθνικού συστήματος υγείας- είναι αρκετά πειστική.
Παρά την ευρέως αποδεκτή άποψη ότι για να γίνουν εμφανή τα αποτελέσματα της εξέλιξης πρέπει να περάσουν χιλιάδες χρόνια, τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να γίνουν ορατά εντός λίγων γενεών. Ωστόσο, η ταχεία εξελικτική αλλαγή, ή αλλιώς «σύγχρονη εξέλιξη», δεν είναι δραστική: δεν πρόκειται μέσα σε λίγες γενιές ο άνθρωπος να βγάλει φτερά. Αντιθέτως, τα αποτελέσματα της εξέλιξης είναι δύσκολο να εντοπιστούν, καθώς αντανακλώνται στη σύνθεση του γενετικού υλικού ενός πληθυσμού.
Για να διαπιστωθεί η σύγχρονη εξέλιξη χρειάζεται ένας συγκεκριμένος συνδυασμός προϋποθέσεων. Πρώτον, ο πληθυσμός πρέπει να περιλαμβάνει άτομα με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Επιπλέον, τα μέλη του πληθυσμού πρέπει να διαφέρουν σε επίπεδο ποσοστών επιβίωσης καθώς και -πρωτίστως- σε επίπεδο δια βίου αναπαραγωγικής επιτυχίας (lifetime reproductive success - LRS), του συνολικού δηλαδή αριθμού απογόνων που κάνουν στη διάρκεια της ζωής τους. Μεταξύ των προϋποθέσεων αυτών υπάρχει θεμελιώδης συσχέτιση: διαφορετικές τιμές για ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό σημαίνει και διαφορετικά ποσοστά επιβίωσης.
Η κρίσιμη αυτή συσχέτιση διευκολύνει τη μεταβολή της μέσης τιμής ενός χαρακτηριστικού στις διαδοχικές γενεές. Για παράδειγμα, εάν τα πιο μεγαλόσωμα άτομα γεννούν περισσότερα παιδιά από τα πιο μικρόσωμα, ο αριθμός των μεγαλόσωμων ατόμων θα αυξηθεί, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το μέσο μέγεθος των ατόμων του πληθυσμού. Οι πιο σημαντικές μεταβολές παρατηρούνται όταν τα άτομα που βρίσκονται στο ένα άκρο των τιμών ενός χαρακτηριστικού βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευνοϊκή θέση, με αποτέλεσμα να ωθούν ολόκληρο τον πληθυσμό προς αυτή την κατεύθυνση.
Συνήθως τα κυρίαρχα ανθρώπινα χαρακτηριστικά παρουσιάζουν υψηλή συσχέτιση με το LRS. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που ξεκινούν την αναπαραγωγή σε μικρότερη ηλικία τείνουν να κάνουν περισσότερα παιδιά, οπότε η φυσική επιλογή ευνοεί συνήθως αυτούς που γίνονται γονείς νωρίτερα. Οι ψηλές γυναίκες τείνουν να έχουν χαμηλότερο LRS, ενώ οι ψηλοί άντρες υψηλότερο.
Σε μια πρόσφατη έρευνα, ο ερευνητής ψυχολόγος Μάρκους Γιοκέλα και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν ακόμη περισσότερο αυτή τη συσχέτιση, σχετίζοντας το LRS με την προσωπικότητα. Σύμφωνα με τον Γιοκέλα, η πίεση της φυσικής επιλογής ευνοεί τα άτομα και των δύο φύλων που είναι εξωστρεφή, ανοιχτά σε νέες εμπειρίες και έχουν λιγότερο άγχος. Επιπλέον, οι γυναίκες που είναι αρεστές και λιγότερο σχολαστικές έχουν καλύτερες επιδόσεις στον αναπαραγωγικό τομέα, ενώ οι συγκεκριμένες αρετές δεν επηρεάζουν καθόλου το LRS των αντρών. Ακόμη και κάποια χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τον σύγχρονο πολιτισμό, όπως το εισόδημα και ο πλούτος, μπορούν να συσχετιστούν με το LRS: στους άντρες υπάρχει θετική συσχέτιση, ενώ στις γυναίκες αρνητική.
Για να θεωρηθεί, όμως η εξελικτική αλλαγή αποτέλεσμα της πίεσης της φυσικής επιλογής, υπάρχει μία ακόμη βασική προϋπόθεση: η παραλλαγή που παρατηρείται στο χαρακτηριστικό θα πρέπει να οφείλεται - μερικώς τουλάχιστον- σε γενετικές διαφορές. Πράγματι, η εξέλιξη είναι δυνατό να διαπιστωθεί μόνο εάν η ομοιότητα ανάμεσα στα συσχετιζόμενα άτομα έχει γενετική βάση και δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του κοινού περιβάλλοντος.
Για παράδειγμα, τα αδέρφια δεν χρειάζεται να μεγαλώσουν μαζί για να θεωρηθεί ότι η ομοιότητά τους έχει νόημα από εξελεγκτικής πλευράς, αφού διαθέτουν τα ίδια γονίδια. Ακόμη και όταν πρόκειται για τη μορφολογία, την προσωπικότητα και τα χαρακτηριστικά του κύκλου ζωής -όπως η ηλικία της σεξουαλικής ωρίμανσης και γονιμότητας- η ομοιότητα των συσχετιζόμενων ατόμων συχνά έχει γενετική βάση.
Οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για ταχεία εξελικτική αλλαγή στον ανθρώπινο πληθυσμό υπάρχουν. Καθώς, όμως, οι μετρήσιμες διαφοροποιήσεις που ενδέχεται να παρατηρηθούν σε ένα χαρακτηριστικό με την πάροδο του χρόνου μπορεί να οφείλονται σε πολλούς λόγους - κοινή κουλτούρα, κοινό περιβάλλον ή να είναι τυχαίες (γενετική παρέκκλιση)- οι έρευνες που εξετάζουν αυτό το φαινόμενο σπανίζουν. Η σημερινή πρόκληση είναι να απομονωθούν οι διάφοροι παράγοντες της αλλαγής.
Χάρη στα στατιστικά εργαλεία που αναπτύχθηκαν τελευταία, αυτό είναι πλέον δυνατό. Με τη βοήθεια πιο σύνθετων μεθόδων, επιτύχαμε μαζί με τους συνεργάτες μου έναν αξιόπιστο διαχωρισμό των γενετικών αλλαγών. Αποδείξαμε, έτσι, ότι σε έναν μικρό απομονωμένο πληθυσμό στο Κεμπέκ συντελείται τα τελευταία 140 χρόνια μια εξελικτική αλλαγή, η οποία αφορά στη μείωση της ηλικίας στην οποία οι γυναίκες αποκτούν το πρώτο τους παιδί.
Η ανακάλυψη αυτή έρχεται να αντικρούσει έναν θεμελιώδη μύθο: ότι η εξελικτική αλλαγή λειτουργεί αναγκαστικά προς όφελος του είδους. Στην πραγματικότητα, η εξέλιξη απλώς αυξάνει το ποσοστό αναπαραγωγικής επιτυχίας του ατόμου, κάτι που θα μπορούσε δυνητικά να έχει αρνητικές επιπτώσεις σε δημογραφικό επίπεδο. Οπότε, παρότι η εξέλιξη εξακολουθεί να συντελείται και σήμερα, η προσαρμογή δεν οδηγεί απαραιτήτως σε μια καλύτερη ζωή.
*Ο Denis Réale είναι πρόεδρος Έρευνας Συμπεριφορικής Οικολογίας στο Τμήμα Βιολογικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Κεμπέκ.
Copyright: Project Syndicate, 2012