Δύο νέες έρευνες υποστηρίζουν ότι η Σελήνη σχηματίστηκε από την ένωση μικροσκοπικών κομματιών ενός κονιορτοποιημένου πλανήτη που εκτοξεύτηκαν στο διάστημα από μία καταστροφική σύγκρουση με τη Γη 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια πριν.
Δύο νέες έρευνες υποστηρίζουν ότι η Σελήνη σχηματίστηκε από την ένωση μικροσκοπικών κομματιών ενός κονιορτοποιημένου πλανήτη που εκτοξεύτηκαν στο διάστημα από μία καταστροφική σύγκρουση με τη Γη 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια πριν.
Τα νέα ευρήματα έρχονται να ενισχύσουν την επικρατούσα θεωρία της «γιγαντιαίας πρόσκρουσης». Προηγούμενες εκδοχές της θεωρίας υποστήριζαν ότι η Σελήνη δημιουργήθηκε μετά από την πρόσκρουση στη Γη ενός αγνώστου ουράνιου σώματος στο μέγεθος του Αρη. Η παρόμοια κατεύθυνση της περιστροφής της Γης και της τροχιάς της Σελήνης είναι ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα αυτής της θεωρίας. Όμως η θεωρία αυτή παρουσίαζε αρκετά κενά. Οι δύο νέες μελέτες προσφέρουν εξηγήσεις για το πώς η Γη και η Σελήνη έχουν την ίδια γεωχημική σύσταση, αλλά με δύο διαφορετικές προσεγγίσεις.
Η πρώτη έρευνα, υπό τον δρ. Ματία Κουκ του Ινστιτούτου SETI της Καλιφόρνια και την δρ. Σάρα Στιούαρτ του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, ισχυρίζεται ότι η απάντηση βρίσκεται στο ρυθμό περιστροφής της Γης.
Αν η γήινη ημέρα είχε διάρκεια δύο με τρεις ώρες την εποχή της σύγκρουσης, τότε η σύγκρουση μεταξύ της Γης και του άγνωστου πλανήτη θα ήταν δυνατό να είχε εκτοξεύσει αρκετό υλικό ώστε να σχηματιστεί η Σελήνη. Αλλωστε το μέγεθος της μάζας της είναι μόλις 1,2 τοις εκατό σε σχέση με τη Γη.
Μια τόσο γρήγορη περιστροφή είναι οριακή αλλά όχι απίθανη εάν αναλογιστούμε πως την πρώιμη περίοδο ύπαρξης του ηλιακού μας συστήματος οι συγκρούσεις ουράνιων σωμάτων ήταν συχνές και οδηγούσαν σε υψηλές ταχύτητες. Αμέσως μετά τη σύγκρουση, ο συνδυασμός της βαρύτητας από τον Ήλιο και τη Σελήνη οδήγησαν στο σχηματισμό της 24ωρης περιστροφής που έχουμε σήμερα.
Η δεύτερη έρευνα, υπό την αστροφυσικό Ρόμπιν Κάναπ του Southwest Research Institute στο Κολοράντο των ΗΠΑ, υποστηρίζει ότι ο υποθετικός πλανήτης δεν είχε το μέγεθος του Άρη όπως υποσηρίζουν οι Κουκ και Στιούαρτ (περίπου 5-10% της μάζας της Γης), αλλά σχεδόν την ίδια μάζα με τη Γη.
Η ίδια προσέγγιση έχει χρησιμοποιηθεί και για να εξηγήσει τη δημιουργία του Χάροντα, δορυφόρου του Πλούτωνα.
Σύμφωνα με το υπολογιστικό μοντέλο της δρ. Κάναπ, η σύγκρουση θα είχε προκαλέσει περαιτέρω αύξηση του ρυθμού περιστροφής της Γης, αλλά θα ελαττώθηκε με την πάροδο των χρόνων.
Στα επόμενα χρόνια αναμένεται να ξεκαθαρίσει ποια μελέτη από τις δύο έχει προτείνει το πιο σωστό μοντέλο. Το ερώτημα που θα παραμένει είναι γιατί η Αφροδίτη, που επίσης υπέστη γιγαντιαίες συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του σχηματισμού της, δεν έχει δικό της δορυφόρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο υποθετικός πλανήτης που συγκρούστηκε με τη Γη πολλές φορές αναφέρεται με το όνομα Θεία, από την Τιτανίδα Θεία Ευρυφάεσσα ή Ευρυφάτεια, που σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν σύζυγος του Τιτάνα Υπερίωνα και γέννησε τη θεά του φεγγαριού, Σελήνη, αλλά και τον Ήλιο με την Ηώ.