Την κατάθεση εγγράφων σχετικά με τις συναντήσεις των κ.κ. Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου με επικεφαλής ξένων τραπεζών, μεταξύ των οποίων οι HSBC και UBS, τον Ιανουάριο του 2011 στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) του Νταβός, ζητεί η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ζ. Κωνσταντοπούλου στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης με τη λίστα Λαγκάρντ.
Αίτηση κατάθεσης εγγράφων προς τον υπουργό Οικονομικών για τη γνωστοποίηση όλων των σχετικών εγγράφων που αφορούν συναντήσεις του πρώην πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και του πρώην υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, με τους επικεφαλής τραπεζικών ιδρυμάτων του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων τους διοικητές των τραπεζών HSBC και UBS, τον Ιανουάριο του 2011, στην Ετήσια Σύνοδο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) στο Νταβός της Ελβετίας, υπέβαλε την περασμένη Τρίτη η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, Ζωή Κωνσταντοπούλου .
Συγκεκριμένα η κ. Κωνσταντοπούλου ζητεί να κατατεθούν πρακτικά συναντήσεων, απολογιστικές εκθέσεις και κάθε άλλο σχετιζόμενο έγγραφο που αφορά το περιεχόμενο των συναντήσεων, στοιχεία τα οποία θεωρεί απαραίτητα για την διαλεύκανση της υπόθεσης της επονομαζόμενης «λίστας Λαγκάρντ».
Επικαλούμενη το περιεχόμενο της κατάθεσης του κ. Παπακωνσταντίνου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και μέλος της Επιτροπής υπέβαλε την εν λόγω αίτηση κατάθεσης εγγράφων δεδομένου όπως αναφέρει, ότι οι κκ. Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου συνάντησαν τον επικεφαλής της ελβετικής τράπεζας ΗSBC, σε χρόνο κατά τον οποίο ο πρώην υπουργός Οικονομικών είχε στην κατοχή του, εν γνώσει του κ. Παπανδρέου, τη «λίστα Λαγκάρντ», τη λίστα δηλ. με ονόματα μεγαλοκαταθετών στην τράπεζα.
Μεταξύ άλλων, η κ. Κωνσταντοπούλου επικαλείται «την επίμονη άρνηση» του κ. Παπακωνσταντίνου να αποκαλύψει το περιεχόμενο των ανωτέρω συναντήσεων, ενώ, όπως υποστηρίζει, «εκ των πραγμάτων προκύπτει ότι ουδέν θεσμικό έγινε προς την κατεύθυνση του ελέγχου και φορολόγησης των καταθέσεων στην Ελβετία και, επειδή, όπως σημείωσε ο κ. Παπακωνσταντίνου, οι συναντήσεις αυτές έγιναν πάντοτε επισήμως και υπό τη θεσμική ιδιότητα των συμμετεχόντων».