Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε σήμερα την - υπό προϋποθέσεις- απαγόρευση των φθοριούχων αερίων από τις νέες συσκευές, στο πλαίσιο προγράμματος για τη σταδιακή κατάργησή τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε σήμερα την - υπό προϋποθέσεις- απαγόρευση των φθοριούχων αερίων από τις νέες συσκευές, στο πλαίσιο προγράμματος για τη σταδιακή κατάργησή τους.
Τα αέρια αυτά, που χρησιμοποιούνται συνήθως σε συστήματα ψύξης και κλιματισμού, καθώς και σε ηλεκτρολογικό υλικό, μονωτικά αφρώδη πλαστικά, αερολύματα και πυροσβεστήρες, έχουν θερμαντική επίδραση χιλιάδες φορές ισχυρότερη από το διοξείδιο του άνθρακα.
Παρότι οι εκπομπές όλων των άλλων αερίων του θερμοκηπίου έχουν μειωθεί, οι εκπομπές φθοριούχων αερίων έχουν αυξηθεί κατά 60% από το 1990. Ο προτεινόμενος κανονισμός αποσκοπεί στην μείωση μέχρι το 2030 των εκπομπών φθοριούχων αερίων κατά τα δύο τρίτα σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Απαγορεύει τη χρήση τους σε ορισμένα είδη νέου εξοπλισμού, όπως τα οικιακά ψυγεία, όταν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις φιλικότερες προς το κλίμα.
«Περιορίζοντας την ποσότητα των φθοριούχων αερίων που μπορούν να πωλούνται στην ΕΕ, η νέα νομοθεσία θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα για το κλίμα και θα δημιουργήσει μεγάλες επιχειρηματικές ευκαιρίες», δήλωσε η κοινοτική επίτροπος αρμόδια για την κλιματική δράση Κόνι Χέντεγκαρντ.
«Η υφιστάμενη νομοθεσία πέτυχε να ανακόψει την τάση αύξησης των εκπομπών και αποτέλεσε κινητήριο δύναμη τεχνολογικής καινοτομίας. Τώρα που μπορούν να παραχθούν προϊόντα φιλικότερα για το κλίμα, προχωρούμε ένα βήμα περαιτέρω στη μείωση των εκπομπών από τα φθοριούχα αέρια με οικονομικά αποδοτικό τρόπο».
Η σημερινή πρόταση εισάγει ένα μέτρο σταδιακής μείωσης, με το οποίο από το 2015 περιορίζεται η συνολική ποσότητα της σημαντικότερης ομάδας φθοριούχων αερίων - των υδροφθορανθράκων (HFC) - που μπορεί να πωλείται στην ΕΕ και μειώνεται σταδιακά μέχρι το 2030 στο ένα πέμπτο των σημερινών πωλήσεων.
Κατά τις Βρυξέλλες, το μέτρο αυτό θα αξιοποιήσει την επιτυχή σταδιακή κατάργηση των ουσιών που καταστρέφουν το όζον, η οποία επιτεύχθηκε στην ΕΕ μια δεκαετία νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που είχε συμφωνηθεί διεθνώς.