Τρεις βάσεις των Ενόπλων Επαναστατικών Δυνάμεων Κολομβίας - Στρατός του Λαού (FARC-EP) σφυροκόπησε από αέρος και εδάφους ο κολομβιανός στρατός την Κυριακή, αφήνοντας πίσω του τουλάχιστον 20 νεκρούς. Οι δύο πλευρές ετοιμάζονται να συνεχίσουν τις συνομιλίες ειρήνευσης την ερχόμενη Τετάρτη.
Τουλάχιστον 20 αντάρτες των Ένοπλων Επαναστατικών Δυνάμεων Κολομβίας - Στρατός του Λαού (FARC-EP) σκότωσε ο κυβερνητικός στρατός της χώρας κοντά στα σύνορα με τον Ισημερινό.
Την ανακοίνωση για το επεισόδιο έκανε κολομβιανός στρατηγός. Πρόκειται για την πλέον πολύνεκρη επίθεση του στρατού κατά των ανταρτών από την έναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ της κυβέρνησης και των FARC.
Επρόκειτο για αεροπορικό χτύπημα το οποίο συνοδεύθηκε από χερσαία επίθεση σε τρία στρατόπεδα των FARC στη νοτιοδυτική επαρχία Ναρίνο την Κυριακή.
Έξι πτώματα έχουν ήδη αναγνωρισθεί, ενώ ο αριθμός των θυμάτων, σύμφωνα με εκπρόσωπο του κολομβιανού στρατού, ενδέχεται να είναι μεγαλύτερος από 20.
Οι συνομιλίες, οι οποίες διεξάγονται σε μία προσπάθεια τερματισμού μίας εμφύλιας σύρραξης μισού αιώνα, δεν έχουν συνοδευθεί από εκεχειρία.
Οι FARC έχουν κηρύξει δίμηνη ανακωχή, ωστόσο οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν αναλάβει δέσμευση να μην σταματήσουν τις επιχειρήσεις.
Οι συνομιλίες ειρήνευσης, οι οποίες ξεκίνησαν σε νορβηγικό έδαφος στις 18 Οκτωβρίου, διεξάγονται στο έδαφος της Κούβας.
Ο πρόεδρος της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος δήλωσε μέσα στο σαββατοκύριακο ότι θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι το Νοέμβριο του 2013 ή και νωρίτερα.
Οι δηλώσεις Σάντος ακολούθησαν την παραδοχή από πλευράς των FARC ότι συνεχίζουν να κρατούν «αιχμαλώτους», ενώ έως πρόσφατα ισχυρίζονταν ότι έχουν σταματήσει πλήρως τις απαγωγές είτε για πολιτικούς λόγους είτε για λύτρα.
Μετά από μία μικρή διακοπή των συνομιλιών, οι διαπραγματευτικές ομάδες των δύο πλευρών αναμένεται να αρχίσουν νέο γύρο την Τετάρτη στην Αβάνα.
Αμφότερες οι πλευρές δηλώνουν συγκρατημένα αισιόδοξες, τονίζοντας ότι η ειρηνευτική διαδικασία συνεχίζεται κατά τα προβλεπόμενα.
Η εμφύλια ένοπλη σύγκρουση εκτιμάται ότι έχει κοστίσει στην Κολομβία συνολικά 600.000 νεκρούς από το 1964.