Μια μέρα, στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης σε ορισμένες περιοχές του κόσμου θα μπορούν να τροφοδοτούνται σε ποσοστό 99,9% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υποστηρίζουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ και το Τεχνικό Κολέγιο της ίδιας πολιτείας. Ισχυρίζονται μάλιστα ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό χωρίς οικονομική επιβάρυνση για τους καταναλωτές.
Μια μέρα, στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης σε ορισμένες περιοχές του κόσμου θα μπορούν να τροφοδοτούνται σε ποσοστό 99,9% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υποστηρίζουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ και το Τεχνικό Κολέγιο της ίδιας πολιτείας. Ισχυρίζονται μάλιστα ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό χωρίς οικονομική επιβάρυνση για τους καταναλωτές.
Καταφεύγοντας σε υπολογιστικά μοντέλα, οι επιστήμονες μελέτησαν 28 δισεκατομμύρια συνδυασμούς ανανεώσιμης ενέργειας και συστημάτων αποθήκευσης, εισάγοντας δεδομένα τεσσάρων ετών γύρω από τις καιρικές συνθήκες και την ενεργειακή ζήτηση. Δεν επικεντρώθηκαν μόνο στην αντιστοίχηση ζήτησης - παροχής, αλλά προέταξαν λύσεις οικονομικά συμφέρουσες για τους καταναλωτές.
Οι ερευνητές εστίασαν τη μελέτη τους σε 13 αμερικανικές πολιτείες και μία περιφέρεια, που από κοινού καταναλώνουν το ένα πέμπτο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ, για να διαπιστώσουν κατά πόσο οι ανάγκες τους θα μπορούσαν να καλυφθούν μόνο από ένα μείγμα ηλιακής και αιολικής ενέργειας, κυψελών καυσίμου και βέβαια με την υποστήριξη τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας.
Είδαν ότι σε πολλές περιπτώσεις ο ανωτέρω συνδυασμός μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή πλεονασματικής ενέργειας, κρατώντας χαμηλό το κόστος για τους καταναλωτές - κάτι που ήταν και το ζητούμενο, σε αντίθεση με παλαιότερες μελέτες.
Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι η παραγωγή πλεονάζουσας ενέργειας σε μέρες, κατά τις οποίες η ζήτηση δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, θα ήταν φθηνότερη σε σχέση με την αποθήκευσή της -για μέρες με υψηλότερη ζήτηση– σε μεγαλύτερες μπαταρίες που θα αύξαναν σημαντικά το κόστος.
Όταν η παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση, το μοντέλο θα μπορεί και πάλι να αντλεί ενέργεια από τα αποθηκευτικά μέσα, ενώ τις ελάχιστες φορές, κατά τις οποίες η αποθηκευμένη ενέργεια δεν θα επαρκεί, το δίκτυο θα στρέφεται στα ορυκτά καύσιμα. Όταν πάλι η παραγωγή είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση, η πλεονάζουσα ενέργεια θα διοχετεύεται πρώτα στα αποθηκευτικά συστήματα και, στη συνέχεια, θα αντικαθιστά το φυσικό αέριο για τη θέρμανση σπιτιών και επιχειρήσεων.
«Τα αποτελέσματα διαψεύδουν την πεποίθηση ότι η ανανεώσιμη ενέργεια είναι πολύ αναξιόπιστη και ακριβή», γράφει σε άρθρο του στο phys.org ο Ουίλετ Κέμπτον, ένας εκ των συντακτών της έκθεσης. «Το κλειδί είναι να γίνεται ένας σωστός συνδυασμός πηγών ηλεκτρικής ενέργειας και αποθήκευσης –κάτι που καταφέραμε με εξαντλητική αναζήτηση - και να υπολογίζεται σωστά το κόστος».
Οι επιστήμονες βασίστηκαν σε εκτιμήσεις για το κόστος της ανανεώσιμης ενέργειας το 2030, οπότε και πιστεύουν ότι το μοντέλο τους θα είναι οικονομικά και τεχνολογικά βιώσιμo.